Του Μανώλη Κυπραίου*
Η διανόηση, αυτή η αρχαία φωνή που κάποτε ύψωνε λόγο απέναντι στη βία, την αδικία και την άγνοια, μοιάζει σήμερα με ερειπωμένο φάρο που στέκει σιωπηλός πάνω από μια φουρτουνιασμένη θάλασσα. Ο πλανήτης καίγεται, κυριολεκτικά και μεταφορικά, κι όμως, εκείνοι που θα έπρεπε να υψώσουν τη φωνή τους —οι συγγραφείς, οι ποιητές, οι φιλόσοφοι, οι επιστήμονες— παραμένουν είτε βουβοί είτε χαμένοι σε ανούσιες διαμάχες και προσωπικές φιλοδοξίες. Η εποχή μας, βουτηγμένη στους καπνούς της καταστροφής και του παραλογισμού, φαντάζει να έχει παραδώσει τα ηνία στους ισχυρούς, τους κυνικούς, τους αδίστακτους, ενώ η διανόηση παραμένει αιχμάλωτη της αδράνειάς της, αλυσοδεμένη από τα ίδια τα συστήματα που την κρατούν ζωντανή, μα άψυχη. Κάποτε, η διανόηση ήταν το ξίφος της αλήθειας, η πυξίδα που οδηγούσε τις κοινωνίες μέσα από το χάος προς την ελπίδα.
Από τον Διαφωτισμό μέχρι τον 20ό αιώνα, φωνές όπως ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ, ο Καρλ Μαρξ, η Σιμόν ντε Μποβουάρ και ο Τζορτζ Όργουελ όρθωναν λόγο απέναντι στην αδικία και τη διαφθορά. Ήταν οι λέξεις του Όργουελ που ξέσκιζαν τον ζυγό της προπαγάνδας, οι σκέψεις του Καμί που διέλυαν την απελπισία του παραλόγου, τα κείμενα της Σιμόν ντε Μποβουάρ που έριχναν φως στις σκιές της καταπίεσης.
Μα τώρα;
Η φωνή αυτή μοιάζει να έχει σιγήσει ή, το χειρότερο, να έχει γίνει ψίθυρος, τόσο αδύναμος που πνίγεται μέσα στον θόρυβο της εποχής. Ο θόρυβος αυτός δεν είναι μόνο εξωτερικός· είναι και εσωτερικός, ένα σύμπτωμα μιας εποχής που έχει χάσει κάθε αίσθηση σκοπού.
Η διανόηση έχει γίνει θεατής, και το κοινό της δεν την αναγνωρίζει πια ως δύναμη αλλαγής, αλλά ως ακόμα μία φιγούρα στον ατέλειωτο χορό της ματαιοδοξίας. Υπάρχουν, ωστόσο, ακόμη φωνές που αγωνίζονται να διατηρήσουν ζωντανό το πνεύμα της διανόησης, να αναμετρηθούν με τις τεράστιες προκλήσεις του καιρού μας και να δώσουν φως μέσα στο σκοτάδι. Ο Νόαμ Τσόμσκι, για παράδειγμα, παραμένει ακούραστος στη μάχη του ενάντια στον μιλιταρισμό, την κλιματική κρίση και την κοινωνική ανισότητα, επιμένοντας να λέει τις αλήθειες που οι περισσότεροι αποφεύγουν. Η Ναόμι Κλάιν, με το βιβλίο της This Changes Everything, έχει αναδείξει με εμφατικό τρόπο τη σύνδεση της κλιματικής καταστροφής με το καπιταλιστικό σύστημα, καλώντας σε μια ριζική αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την οικονομία και την πολιτική.
Ο Γιουβάλ Νόα Χαράρι, αν και συχνά αμφιλεγόμενος, προσπαθεί να φέρει την προσοχή του κοινού στις τεχνολογικές και ηθικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα, τονίζοντας την ανάγκη για παγκόσμια συνεργασία και υπευθυνότητα. Οι λογοτέχνες επίσης δεν έχουν σωπάσει εντελώς. Η Μαργκαρέτ Άτγουντ, με το δυστοπικό της έργο, συνεχίζει να προειδοποιεί για τους κινδύνους της πατριαρχίας και της περιβαλλοντικής καταστροφής. Ο Σαλμάν Ρούσντι, παρά τις προσωπικές επιθέσεις που έχει δεχθεί, υπερασπίζεται τη δύναμη του λόγου απέναντι στη θρησκευτική μισαλλοδοξία και τη λογοκρισία.
Ο Αρουντάτι Ρόι μιλάει με πάθος για την κοινωνική αδικία και την ανάγκη να αμφισβητήσουμε τις εξουσίες που προωθούν την καταπίεση και την καταστροφή. Η κρίση δεν είναι απλώς περιβαλλοντική, πολιτική ή κοινωνική. Είναι κρίση πνεύματος. Οι πόλεμοι, η κλιματική αλλαγή, η φτώχεια, η ανισότητα, όλα αυτά είναι συμπτώματα μιας βαθύτερης ασθένειας: της αποσύνδεσης της σκέψης από τη δράση. Η διανόηση έχει αποσυρθεί στους πύργους της ελεφαντοστού της, μιλώντας μια γλώσσα που λίγοι κατανοούν, γράφοντας βιβλία που αγοράζονται για να κοσμήσουν βιβλιοθήκες, αλλά όχι για να αλλάξουν συνειδήσεις. Στη χειρότερη περίπτωση, έχει παραδοθεί στις δυνάμεις που υποτίθεται πως θα έπρεπε να αντιμάχεται: τις πολυεθνικές, τις κυβερνήσεις, τα μέσα που εμπορεύονται τον φόβο και την άγνοια. Έχει γίνει θύμα της ίδιας της εμπορευματοποίησης, μετατρεπόμενη από φλόγα σε προϊόν, από όραμα σε εργαλείο του συστήματος. Αλλά αυτή η σιωπή δεν είναι αθώα. Είναι μια σιωπή συνενοχής. Όταν οι διανοούμενοι δεν υψώνουν τη φωνή τους απέναντι στην αδικία, τότε γίνονται μέρος της. Όταν δεν ορθώνουν το ανάστημά τους μπροστά στις καταστροφές, τότε γίνονται οι ίδιοι συμμέτοχοι. Είναι εύκολο να μιλάς για τη διάσωση του πλανήτη σε ένα πάνελ ή να γράφεις άρθρα που διαβάζουν μόνο οι ήδη πεπεισμένοι.
Το δύσκολο, το πραγματικά αναγκαίο, είναι να βγεις από τη ζώνη ασφαλείας σου, να κατέβεις στον δρόμο, να συνδέσεις τη σκέψη με την πράξη, τη λέξη με την επανάσταση. Η εποχή μας, περισσότερο από κάθε άλλη, χρειάζεται διανοούμενους που δεν φοβούνται να λερώσουν τα χέρια τους, που δεν αρκούνται να γράφουν για την αλήθεια, αλλά την υπηρετούν με κάθε κόστος. Χρειάζεται ποιητές που να γράφουν με αίμα, φιλόσοφους που να διακινδυνεύουν τα πάντα για την ιδέα τους, επιστήμονες που να στέκονται απέναντι στις δυνάμεις που καταστρέφουν τη Γη. Χρειάζεται μια διανόηση που να κατανοεί πως η σιωπή είναι συνενοχή και η ουδετερότητα είναι μια μορφή βίας. Κι αν η διανόηση δεν αναλάβει τον ρόλο της τώρα, τότε ίσως να μην υπάρξει ποτέ ξανά η ευκαιρία. Ίσως η λύση να μην είναι στα χέρια της διανόησης. Ίσως να είναι στα χέρια των απλών ανθρώπων, αυτών που παλεύουν καθημερινά να επιβιώσουν σε έναν κόσμο που μοιάζει να τους έχει ξεχάσει. Αλλά αν η διανόηση δεν μπορεί να σταθεί δίπλα τους, να γίνει η φωνή τους, τότε γιατί υπάρχει; Γιατί συνεχίζουμε να μιλάμε για αυτήν σαν να έχει ακόμα κάποιο ρόλο;
Η σιωπή της διανόησης είναι το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της ανθρωπότητας. Κι αν υπάρχει κάτι που μπορεί ακόμα να μας σώσει, αυτό δεν είναι η τεχνολογία, οι πολιτικοί ή οι αγορές. Είναι οι λέξεις, οι ιδέες, η αλήθεια. Αλλά μόνο αν αυτές οι λέξεις συνοδεύονται από δράση, μόνο αν αυτές οι ιδέες μετατραπούν σε φλόγες που καίνε την αδικία και φωτίζουν τον δρόμο προς το μέλλον.
* Ο Μανώλης Κυπραίος είναι δημοσιογράφος
Πηγή: Χ https://neostrategy.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου