TI EINAI H XAMAΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΟΙΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΝΤΑΝ ΠΡΙΝ ΗΤΤΗΘΕΙ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΑ
Δύο είναι τα κύρια πολιτικά/στρατιωτικά κόμματα-οργανώσεις στην Παλαιστίνη. Η Φατάχ και η Χαμάς.
Η Φατάχ, που ίδρυσε ο Αραφάτ, πλειοψηφεί στον Παλαιστινιακό Οργανισμό Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης ( PLO ) και κυριαρχεί στη Δυτική Όχθη.

Η Χαμάς, ένα ακρωνύμιο για το Harakat al-Muqawama al-Islamiya ( “ Ισλαμικό Κίνημα Αντίστασης ” ), ιδρύθηκε από τον Sheikh Ahmed Yassin, έναν Παλαιστίνιο κληρικό που έγινε ακτιβιστής σε τοπικά υποκαταστήματα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στα τέλη της δεκαετίας του 1960, με αρχική αποστολή την παροχή φιλανθρωπικού έργου.
Ο Yassin, ακολουθώντας τα πρότυπα των αντιστοιχων εβραικών ακροδεξιών και θρησκευτικών οργανώσε, μετέτρεψε τη Χαμάς στο πολιτικό σκέλος της Μουσουλμανικης Αδελφότητας στη Γάζα τον Δεκέμβριο του 1987, μετά το ξέσπασμα της πρώτης Ιντιφάντα. Εκείνη την εποχή, η Χαμάς είχε ως κύριο στόχο να αντιμετωπίσει την Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ (ΠΙΓ), μια άλλη οργάνωση που της αντιστάθηκε.
Το 1988, η Χαμάς δημοσίευσε τον "χάρτη" της, ζητώντας την καταστροφή του Ισραήλ και την ίδρυση μιας ισλαμικής κοινωνίας στην ιστορική Παλαιστίνη με τον εκτοπισμό κάθε μη μουσουλμάνου. Κάποιοι διεθνείς παρατηρητές την κάλεσαν τότε, σε μια προσπάθεια να μετριαστεί η εικόνα της, και έπεισαν την Χαμάς να παρουσιάσει ένα νέο έγγραφο το 2017, στο οποίο δέχτηκε ένα προσωρινό παλαιστινιακό κράτος κατά μήκος των συνόρων που υπήρχαν πριν από τον Πόλεμο Έξι Ημερών του 67.
Η Χαμάς πρωτο-πραγματοποίησε βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας τον Απρίλιο του 1993, πέντε μήνες πριν υπογράψει ο ηγέτης της PLO Γιασερ Αραφάτ την συμφωνία του Όσλο. Το ιστορικό σύμφωνο καθιέρωσε ως πρώτη φαση μια περιορισμένη αυτοδιοίκηση για τμήματα της Δυτικής Όχθης και της Γάζας υπό μια νεοσύστατη οντότητα που ονομάζεται Παλαιστινιακή Αρχή (ΠΑ) και την μετέπειτα αναγνώριση δύο ξεχωριστών Ανεξάρτητων κρατών, με πρωτεύουσα της Παλαιστίνης την Ανατολική Ιερουσαλήμ.
Η Χαμάς καταδίκασε αυτές τις συμφωνίες, καθώς και την PLO και το Ισραήλ - στις οποίες συμφώνησαν επίσημα Αραφάτ και Ράμπιν. Ακολούθησαν αμέσως μετά σωρεία δολοφονικών επιθέσεων σε στελέχη της PLO στην Παλαιστίνη και το εξωτερικό, με ευθύνη που ανέλαβε η Χαμάς.
Το 1997, οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτήρισαν τη Χαμάς ξένη τρομοκρατική οργάνωση. Το κίνημα της συνέχισε να προωθεί τη βίαιη αντίσταση κατά τη δεύτερη ιντιφάντα, στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Η Χαμάς έχει μια σειρά από ηγετικά όργανα που εκτελούν διάφορες πολιτικές, στρατιωτικές και κοινωνικές λειτουργίες. Η γενική πολιτική ορίζεται από ένα γενικό συμβουλευτικό σώμα, που συχνά ονομάζεται Πολιτικό Γραφείο, το οποίο λειτουργεί στην εξορία (κυρίως στο Κατάρ και στην Τουρκία). Οι τοπικές επιτροπές διαχειρίζονται θέματα βάσης στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη. Η δομή της οργάνωσης συμπίπτει και με την δομή της διακυβέρνησης των περιοχών που ελέγχει.
Οι ηγέτες της Χαμάς δημιούργησαν παρουσία στο Κατάρ, αφού διαφωνήσαν με τον προηγούμενο οικοδεσπότη τους, τη Συρία, όταν οι Παλαιστίνιοι ενεπλάκησαν υπέρ του ΙSIS στον Εμφύλιο Πόλεμο της Συρίας. Μερικά ανώτερα στελέχη της Χαμάς φέρεται να λειτουργούν ακόμα από τα γραφεία της ομάδας στην Τουρκία.

Ως καθορισμένη τρομοκρατική οντότητα, η Χαμάς αποκόπηκε από την επίσημη βοήθεια που παρέχουν οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στην Παλαιστινιακή Αρχή. Ιστορικά, Παλαιστίνιοι ομογενείς και ιδιώτες δωρητές στον Περσικό Κόλπο παρείχαν μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης του κινήματος Χαμάς. Επιπλέον, ορισμένες ισλαμικές φιλανθρωπικές οργανώσεις στη Δύση έχουν διοχετεύσει χρήματα σε ομάδες κοινωνικής υπηρεσίας που υποστηρίζουν τη Χαμάς.
Η οικονομική κατάσταση της Γάζας ήταν ήδη τρομερή πριν από την επίθεση της Χαμάς το 2023 στο Ισραήλ και ο επακόλουθος πόλεμος πυροδοτήθηκε και από σχεδόν ακραία φτώχεια από των κατοίκων της. Η Αίγυπτος και το Ισραήλ σε μεγάλο βαθμό έκλεισαν τα σύνορά τους από το 2006–07, περιορίζοντας την κυκλοφορία αγαθών και ανθρώπων εντός και εκτός της επικράτειας της Χαμάς.
Οι δύο χώρες διατηρούν τον αποκλεισμό μέχρι σήμερα, κόβοντας το έδαφος από το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου και αναγκάζοντας περισσότερους από ένα εκατομμύριο Παλαιστίνιους της Γάζας να βασίζονται αποκλειστκά στη διεθνή βοήθεια για την επιβίωσή τους. Το Ισραήλ όμως επέτρεψε στο Κατάρ να παράσχει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια βοήθεια μέσω της Χαμάς (!) μέσω καναλιών που ελέγχουν ακροδεξιά ισραηλινά κόμματα. Άλλες εξωτερικές ενισχύσεις φθάνουν γενικά στη Γάζα μέσω της Παλαιστινιακής Αρχής και των υπηρεσιών του ΟΗΕ.
Για χρόνια μετά την έναρξη του αποκλεισμού, η Χαμάς συγκέντρωνε έσοδα φορολογώντας τα αγαθά της βοήθειας που καταφτάνουν στην Λωρίδα μέσω ενός εξελιγμένου δικτύου σηράγγων στη Γάζα, και απο το φθηνό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που διατίθεται στην περιοχή, καθώς και τα δομικά υλικά, τα μετρητά, και τα όπλα.
Αφού ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι ανέλαβε την εξουσία το 2013, το Κάιρο έγινε εχθρικό προς τη Χαμάς και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Ο αιγυπτιακός στρατός έκλεισε τις περισσότερες σήραγγες που παραβίαζαν το έδαφος της Αιγύπτου, ενώ διεξήγαγε αντιτρομοκρατική εκστρατεία εναντίον της Χαμάς στη χερσόνησο του Σινά. Η Αίγυπτος άρχισε να επιτρέπει σε ορισμένα εμπορικά αγαθά να εισέλθουν στη Γάζα μέσω των συνόρων της Σαλάχ αλ-Ντιν το 2018.
Από το 2021, σύμφωνα με πληροφορίες, η Χαμάς συλλέγει περίπου $12 εκατομμυρίων το μήνα από τους φόρους επί των αιγυπτιακών αγαθών που εισάγονται στη Γάζα.
Το Ιράν παραμένει ένας από τους μεγαλύτερους ευεργέτες της Χαμάς, συνεισφέροντας κεφάλαια, όπλα και κατάρτιση. Αν και το Ιράν και η Χαμάς υποστήριξαν αντίθετες πλευρές στον Εμφύλιο πόλεμο στη Συρία, το Ιράν παρείχε περίπου $100 εκατομμύρια ετησίως στη Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές ομάδες, που χαρακτηρίζονται ως τρομοκρατικές οργανώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Ιράν έσπευσε να επαινέσει της Χαμάς για επίθεση στο Ισραήλ στα τέλη του 2023 και δεσμεύεται για τη συνεχή υποστήριξή της προς την Παλαιστινιακή ομάδα.
Η Τουρκία υπήρξε ένας ακόμη υποστηρικτής της Χαμάς, παρ' όλο που αυτή αρχικά επέκρινε τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν όταν ανέλαβε προεδρικά καθήκοντα το 2002. Αν και η Άγκυρα επιμένει ότι υποστηρίζει μόνο τη Χαμάς πολιτικά, έχει κατηγορηθεί για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας της Χαμάς, μεταξύ άλλων μέσω ενισχύσεων που εκτρέπονται από τον Οργανισμό Συνεργασίας και Συντονισμού της Τουρκίας.

Η Χαμάς είναι η ντε φάκτο αρχή στη Γάζα λίγο μετά την αποχώρηση του Ισραήλ από την περιοχή το 2005. Το επόμενο έτος, η Χαμάς κέρδισε την πλειοψηφία των εδρών στο νομοθετικό σώμα της Παλαιστινιακής Αρχής και σχημάτισε κυβέρνηση.
Κέρδισε ψήφους για τις κοινωνικές υπηρεσίες που παρείχε και ως αποτέλεσμα της απόρριψης της εν ενεργεία Φατάχ, που πολλοί ψηφοφόροι θεωρούσαν ότι έχει διαφθαρεί στο τιμόνι της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, κατηγορώντας την για τα λίγα κέρδη που είχαν οι Παλαιστίνιοι μέσω των διαπραγματεύσεων.
Το αποτέλεσμα ήταν απαράδεκτο για τη Φατάχ. Αυτή και οι Δυτικοί υποστηρικτές της, εκδίωξαν τη Χαμάς από την εξουσία στη Δυτική Όχθη. Στη Γάζα, η Χαμάς δρομολόγησε ακραίες διώξεις στις πολιτοφυλακές της Φατάχ ως αντίποινα. Ετσι μετά από μια εβδομάδα μάχης, με αποτέλεσμα ήταν ένα βαθύ πολιτικό σχίσμα μεταξύ των δύο παλαιστινιακών αρχών. Οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν ψηφίσει για εκπροσώπους για το νομοθετικό σώμα από το 2006, ούτε πρόεδρο από το 2008.
Καθώς η Χαμάς ανέλαβε τα απομεινάρια των θεσμών της Παλαιστινιακής Αρχής στη λωρίδα της Γάζα, ίδρυσε ένα δικαστικό σώμα και έθεσε σε εφαρμογή όσα ισχύουν σε αλλα αυταρχικά ιδρύματα. Θεωρητικά, η Χαμάς κυβερνά σύμφωνα με βάση την Σαρία, που μεταξύ άλλων, αφορά και τον έλεγχο του πώς οι γυναίκες ντύνονται και επιβάλλουν τον διαχωρισμό φύλου.

Η πολιτική διακλάδωση της Δυτικής Όχθης και της Γάζας είναι ευρέως μη δημοφιλής: Η Δημοσκόπηση του Ιουνίου 2023 (από το Παλαιστινιακό Κέντρο Έρευνας Πολιτικής και Έρευνας ( PSPSR ), έδειξε ότι το ένα τρίτο των Παλαιστινών ειναι υποστηρικτές της Χαμάς και των μεθόδων της
Παρ όλα αυτά, ο Αμπάς, πρόεδρος της Πλαιστινιακής αρχής ανέβαλε επ 'αόριστον τις εθνικές εκλογές για το 2021, για να αποτρέψει μια πιθανή νίκη της Χαμάς.

Η Χαμάς έχει ρίξει ρουκέτες στο Ισραήλ από τότε που η ομάδα κατέλαβε τη Λωρίδα της Γάζας στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Ιρανοί αξιωματούχοι ασφαλείας δήλωσαν ότι η Τεχεράνη παρείχε μερικά από αυτά τα όπλα, αλλά η Χαμάς φαινεται ότι απέκτησε τους δικούς της πυραύλους από το Σώμα Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς (ΙΕΚ) του Ιραν μέσω "πληρεξουσίων".
Τα τελευταία χρόνια, το Ισραήλ εκτίμησε ότι η Χαμάς και άλλες παλαιστινιακές μαχητικές ομάδες στη Γάζα είχαν περίπου τριάντα χιλιάδες πύραυλους στο οπλοστάσιό τους. Οι μαχητές της Χαμάς έχουν πετάξει μπαλόνια μεταφέροντας εμπρηστικούς μηχανισμούς προς το Ισραήλ, οι οποίοι μερικές φορές προκάλεσαν πυρκαγιές. Η ομάδα έχει επίσης πραγματοποιήσει εισβολές σε ισραηλινό έδαφος, σκοτώνοντας και απαγάγοντας στρατιώτες και πολίτες ως αντίποινα για την επέκταση των ισραηλινών οικισμών και των συνεταιρισμών τύπου Κιμπουτς σε περιοχές των κατεχομενων εδαφών από το 67.
Πριν από τη σύγκρουση του 2023, η Χαμάς και το Ισραήλ είχαν τις πιο θανατηφόρες μάχες το 2021, όταν εκτόξευσαν ρουκέτες στο Ισραήλ προκαλεσαν εβδομάδες έντασης μεταξύ Παλαιστινίων και Ισραηλινών στην Ιερουσαλήμ. Ορισμένοι αναλυτές λένε ότι η Χαμάς ήθελε να ενισχύσει τη φήμη της ως υπερασπιστής του Παλαιστινιακού Σκοπού μετά την αναβολή των εκλογών του 2021.
Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης των έντεκα ημερών, η Χαμάς και οι συμμαχικές της οργανώσεις εκτόξευσαν περισσότερους από τέσσερις χιλιάδες ρουκέτες από τη Γάζα.

Η επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ τον Οκτώβριο του 23, την οποία οι ηγέτες της ομάδας της έχουν χαρακτηρίσει “Η Επιχείρηση Αλ-Άκσα Στορμ". Ξεκίνησε νωρίς το πρωί στις 7 Οκτωβρίου, το Εβραϊκό Σάββατο και μια σημαντική εβραϊκή γιορτή, με τη Χαμάς να εκτοξεύει χιλιάδες ρουκέτες σε πόλεις που βρίσκονται βόρεια από το Τελ Αβίβ και με μια αποτρόπαια σφαγή αμάχων σε ένα rave party.
Οι μαχητές της Χαμάς παραβίασαν τα οχυρωμένα σύνορα με τη Γάζα και διείσδυσαν σε πολλές νότιες ισραηλινές πόλεις με στόχους άμαχους.
Ο στρατιωτικός ηγέτης της Χαμάς, Μοχάμεντ Ντέιφ, δήλωσε ότι η ομάδα ανέλαβε την επίθεσή της εξαιτίας του μακροχρόνιου αποκλεισμού της Γάζας, της κατοχής των Παλαιστινιακών εδαφών και των εγκλημάτων κατά Μουσουλμάνων.
Ήταν η πιο θανατηφόρα επίθεση στο ισραηλινό έδαφος εδώ και δεκαετίες και έχει προκαλέσει βαθύ ψυχολογικό τραύμα στον ισραηλινό λαό, πρίν από τις πυραυλικές επιθέσεις του Ιράν του 2025. Οι ισραηλινές και οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών δηλώνουν ότι δεν είχαν καμία ένδειξη ότι η Χαμάς σχεδίαζε μια επίθεση αυτού του είδους.
Το Ισραήλ είχε πραγματοποιήσει πολυάριθμες στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον της Χαμάς από το 2007. Αλλά αυτά ήταν κυρίως από τον αέρα. Και ακόμα και όταν τα ισραηλινά στρατεύματα αναπτύχθηκαν, δεν έμειναν ποτέ για πολύ εντός της Λωριδας της Γάζα.
Οι επιπτώσεις (ή μήπως οι αιτίες?) αυτής της ανάφλεξης ανάμεσα στην ακροδεξιά Χαμάς με την ακροδεξιά κυβέρνηση του Ισραήλ αναλύθηκαν, επί τροχάδην, στο σχόλιο #1.

Η χθεσινή αποδοχή και από την Χαμάς του "σχέδιου Τραμπ" για την περιοχή, σηματοδοτεί μία μεγάλη πολιτική ήττα της οργάνωσης, μετά και την στρατιωτική της. Η (θεωρητική) ανάληψη του ελέγχου και της Λωρίδα της Γάζα από την Παλαιστινιακή Αρχή, του βασικού εχθρού της Χαμάς, επαναφέρει την κατάσταση στην περιοχή όπως ήταν μετά την Συμφωνία του Όσλο. Όμως τώρα γίνεται υπό την σκληρή επιτοπεία των χορηγών της ανοικοδόμησης της περιοχής υπό τον ...Τονυ Μπλερ.
Μπορεί μεν έτσι να απομακρύνεται η προοπτική επανάληψης ενός Τουρκο-Λιβυκού τύπου συμφώνου ανάμεσα στην Άγκυρα και την Χαμάς, αλλά με ένα πολύ μεγάλο τιμημα:
Μετά την μαζική μετακίνηση πληθυσμών τύπου εθνοκάθαρσης που έγινε στο Ναγκόρνο Καραμπάχ (120.000 Αρμένιοι εκτοπίστηκαν, αλλά αυτό πέρασε εδώ στα "ψιλά"), ακολουθεί μια ακόμα μεγάλη μετακίνηση ανθρώπων για να διασφαλιστεί ο έλεγχος των χερσαίων διαδρόμων μεταφοράς ενέργειας από τον Νότο προς την Ευρώπη (οι ευαίσθητες περιοχές του Ρωσικού σχέδιου παράκαμψης του Σουέζ σκιαγραφούνται στον χάρτη).
Έτσι, υλοποιούνται όσα συμφωνήθηκαν ανάμεσα στους Τραμπ και Πούτιν για την περιοχή της Παλαιστίνης, στα πλαίσια όσων συμφωνήθηκαν μεταξύ τους πριν λίγες εβδομάδες στην Αλάσκα.
Όλα τα άλλα που ακολουθούν, αν θες να τα αναλύσεις χωρίς παρωπίδες, είναι συνεπακόλουθα.
*****
ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΙΣΡΑΗΛΙΝΗΣ ΑΚΡΟΔΕΞΙΑΣ
(Ή γιατί δεν δικαιολογούνται κρατικές συμπεριφορές από τα παιδικά τους τραύματα και απο την διεκδίκηση του ρόλου του τραπεζίτη μαύρου χρήματος)
Οι φυλές των κτηνοτρόφων που ζούσαν από την βαθιά αρχαιότητα στην περιοχή που σήμερα λέμε Παλαιστίνη, δεν πέτυχαν να αφήσουν και πολύ μεγάλο αποτύπωμα στην παγκόσμια ιστορία, πέραν της θρησκευτικής. Μια από τις φυλές, οι Ιουδαίοι, κατάφερε να δημιουργήσει για λιγες δεκαετίες ένα μικρό αξιόλογο βασίλειο και να συγκροτήσει την ιδεολογία του γύρω από το αφήγημα του «Εκλεκτού Λαού», στην βάση της μονοθεϊστικής παραλλαγής επί των ίδιων αρχαίων μύθων της ευρύτερης περιοχής. Από αυτήν προέκυψαν και οι άλλες δυο Αραμαϊκές θρησκείες, ο Χριστιανισμός και ο Ισλαμισμός.
Μετά την εξέγερση των Εβραίων του Μπαρ Κόχμπα το 132-136 μ.Χ., η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία άλλαξε σημαντικά το πολιτικό τοπίο της περιοχής, μετονομάζοντάς την σε «Συρία Παλαιστίνη» και εφαρμόζοντας πολιτικές εθνοκάθαρσης, που οδήγησαν στον εκτοπισμό σχεδόν όλων των Εβραίων κατοίκων των γύρω περιοχών από την Ιερουσαλήμ, δημιουργώντας έτσι την εβραϊκή διασπορά σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και αργότερα σε όλη την Ευρώπη.
Κατά τον Μεσαίωνα, λόγω της αυξανόμενης γεωγραφικής διασποράς και των συνεχών επαναεγκατάσεων τους, οι Εβραίοι χωρίστηκαν σε διακριτές περιφερειακές ομάδες, οι οποίες σήμερα γενικά αναγνωρίζονται με δύο κύριες γεωγραφικές ομάδες: τους Ασκενάζι της Βόρειας και Ανατολικής Ευρώπης και τους Σεφαραδίτες Εβραίους της Ιβηρίας (Ισπανία και Πορτογαλία), της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Εκτός από τις τεράστιες πολιτισμικές τους διαφορές, και οι δύο αυτές εβραϊκές ομάδες είχαν σαν κοινό τους χαρακτηριστικό τον κλειστό χαρακτήρα των κοινοτήτων τους που υιοθέτησαν για να επιβιώσουν μέσα στο εχθρικό χριστιανικό ή μουσουλμανικό περιβάλλον τους.

Στην Ευρώπη του Μεσαίωνα, οι Εβραίοι συχνά εισέρχονταν στον χώρο των τραπεζών και των χρηματοοικονομικών λόγω μιας σύγχυσης παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων και των θρησκευτικών περιορισμών, που ισχυσαν σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους στους Χριστιανούς σε ότι αφορούσε τον δανεισμό χρημάτων, αλλά και άλλων κοινωνικών και νομικών περιορισμών. Αυτά διοχέτευαν τις εβραϊκές κοινότητες σε συγκεκριμένους οικονομικούς ρόλους και στην ανάπτυξη εβραϊκής εμπειρογνωμοσύνης στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές. Και αυτό έχει τις αιτίες της σε βαθύτερες αλλαγές και προσπάθειες μεταρρυθμίσεων που είχαν αρχίσει να γίνονται στην μετα-Ρωμαϊκή Ευρώπη.
Η Χριστιανική Εκκλησία, κυρίως οι Καθολικοί, απαγόρευσε τον δανεισμό χρημάτων με τόκο (τοκογλυφία) μετά την άνοδο και καταστολή του τάγματος μοναχών του Ρόδου, των πρώην ροδόσταυρων ιπποτών σταυροφόρων που είχαν καταλάβει την Ρόδο και μετά την Μάλτα. Αυτοί θεωρούνται και οι ιδρυτές των απαρχών των σύγχρονων κινημάτων των κάθε λογής Ιλλουμινάτι, όπως οι τέκτονες, που συνδέθηκαν και με άλλες κλειστές συντεχνίες του μεσαίωνα. Αυτοί ήταν και οι πρώτοι τραπεζίτες της Ευρώπης, δουλειά που τους προσφέρερε και έναν ισχυρό ρόλο δίπλα στην εξουσία του Πάπα και στις χρηματοπιστωτικές και οικονομικές εξελίξεις της Ευρώπης.
Μετά την εξαφάνισή τους από το Βατικανό (την νύχτα των Ρόδων), δημιουργήθηκε ένα άνοιγμα-ευκαιρία για τους Εβραίους, οι οποίοι δεν δεσμεύονταν από τους ίδιους περιορισμούς, για να ασχοληθούν με το δανεισμό χρημάτων πάνω στην τεχνογνωσία που είχαν δημιουργήσει οι Ροδόσταυροι. Οι Εβραίοι ανέπτυξαν και δική τους εμπειρία σε οικονομικά θέματα λόγω και της εξειδίκευσής τους στο εμπόριο, στη διαχείριση των δικών τους υποθέσεων και στην εκτέλεση καθηκόντων ως μεσάζοντες για άλλους. Έτσι, οι κλειστές εβραϊκές κοινότητες συχνά δημιούργησαν δίκτυα σε διαφορετικές περιοχές, διευκολύνοντας τη ροή κεφαλαίων και πληροφοριών, καθιστώντας τες κατάλληλες για τις τραπεζικές και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες της εποχής.
Η οικονομική κρίση του φεουδαρχικού συστήματος, ως αποτέλεσμα των μεγάλων υγειονομικών κρίσεων στην Ευρώπη, ώθησε τους χριστιανούς τότε λαϊκιστές της εποχής να κατηγορούν πρώτα τις γάτες ως φορείς του Σατανά. Και μετά τις γυναίκες και τέλος τους Εβραίους για όλα τα προβλήματά τους, με αποτέλεσμα συνεχείς τοπικές ή παγκόσμιες συγκρούσεις μεταξύ τέτοιων ομάδων με εκτεταμένες διώξεις και απελάσεις Εβραίων εντός της Ευρώπης, καθώς η εμπειρογνωμοσύνη τους έπρεπε να καλύπτεται και να ελέγχεται από Χριστιανούς πριν από τα πρώτα στάδια του καπιταλισμού, των αυτοκρατοριών της και του αποικισμού της Ευρώπης. Αυτή η περίοδος και γεγονότα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη τόσο των σιωνιστικών όσο και των αντισιωνιστικών πολιτικών κινημάτων χριστιανών ή ισλαμιστών ως βάση δημιουργίας της πρώιμης «ακροδεξιάς» των εβραϊκών και χριστιανικών πληθυσμών, κυρίως στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Με αποκορύφωμα τους στον 20ο αιώνα το Ολοκαύτωμα από τον Χίτλερ αλλά και στις προσπάθειες των αντίστοιχης ιδεολογίας εβραίων ακροδεξιών να κάνουν κάτι αντίστοιχο στους απογόνους όσων εκτόπισαν, για να δημιουργηθεί το σύγχρονο κράτος του Ισραήλ το 47, ως μέρος της υπόσχεσης της Μ. Βρετανίας να δημιουργήσει αυτό το τεχνητό κράτος-ανάχωμα των συμφερόντων της Αυτοκρατορίας στην περιοχή, ως μέρος της εξόφλησης των δανείων που εξασφάλισε από Εβραίους Τραπεζίτες για να καλύψει τις ανάγκες του Α Παγκόσμιου Πολέμου.
Αυτά τα ιστορικά στοιχεία καλύφθηκαν πίσω και από τις προκαταλήψεις και τα πρότυπα/στερεότυπα που δημιουργήθηκαν και επιβιώνουν γύρω από εθνικές ή θρησκευτικές ομάδες μέχρι σήμερα, πάντα υπό την ιδεολογική ομπρέλα μιας συντηρητικής δεξιάς.
Η απαρχή της σημερινής Ισραηλινής δεξιάς και ακροδεξιάς εντοπίζεται στις 25 Απριλίου 1925, σε ένα καφέ στο Καρτιέ Λατέν του Παρισιού, όπου η Ένωση Αναθεωρητών Σιωνιστών πραγματοποίησε το ιδρυτικό της συνέδριο. Εκεί γεννήθηκε η Σιωνιστική, και αργότερα η Ισραηλινή δεξιά πτέρυγα. Ο ηγέτης των Αναθεωρητών και ιδρυτής του κινήματος ήταν ο Ζεέβ Ζαμποτίνσκι, ακτιβιστής, ρήτορας, συγγραφέας και ποιητής, που γεννήθηκε στην Οδησσό. Αυτός είχε διασπαστεί από το κυρίαρχο σιωνιστικό κίνημα (συνομοσπονδία εκπροσώπων τοπικών κοινοτήτων και τραπεζιτών) στο οποίο είχε ενταχθεί το 1903 μετά τα αντισημιτικά πογκρόμ στη Ρωσία, λόγω της αδύναμης στάσης της ηγεσίας του απέναντι στη βρετανική κυβέρνηση, η οποία είχε καταλάβει την Παλαιστίνη το 1917, αλλά εγκατέλειψε την υπόσχεσή της να δημιουργήσει εκεί μια εβραϊκή εθνική πατρίδα.
Ο Ζαμποτίνσκι ήταν ένας ένθερμος Εβραίος εθνικιστής που πίστευε ότι μόνο ένα «Σιδερένιο Τείχος από εβραϊκές ξιφολόγχες» θα εξασφάλιζε το μελλοντικό Κράτος του Ισραήλ. Στα γραπτά του, ο Ζαμποτίνσκι απέρριπτε μεν τον φασισμό και τη λατρεία των ηγετών, αλλά στα πρώτα χρόνια του κινήματός του, σχεδόν όλα τα μέλη του αυτοπροσδιορίζονταν ανοιχτά ως φασίστες, παρ’ όλο που η ηγεσία του Ζαμποτίνσκι στους Ρεβιζιονιστές ήταν αδιαμφισβήτητη μέχρι τον θάνατό του το 1940.
Στα 100 χρόνια ύπαρξης του κινήματος, αρχικά ως Αναθεωρητικοί Σιωνιστές, και στη συνέχεια μετά την ίδρυση του Ισραήλ το 1948, ως Κόμμα Χερούτ, το οποίο μετά τη συγχώνευση με άλλα κόμματα το 1973 έγινε το Λικούντ, περιείχε πολλαπλά ρεύματα εθνικισμού, φιλελευθερισμού, κοσμικότητας, θρησκευτικού συντηρητισμού, εθνικισμού και πρωτο-φασισμού. Κατά καιρούς, αυτά τα ρεύματα συνυπήρχαν, διατηρώντας παράλληλα και ένοπλες ομάδες πολιτοφυλάκων, όπως αυτές σήμερα της Χαμάς, με ποιο γνωστή την Irgun, την οποία διοικούσε κάποιος Μπέγκιν. Αυτή αρχικά παρείχε ιδιωτικές υπηρεσίες ασφάλειας στα γκιμπούτς ή τους οικισμούς εποικισμού περιοχών που κατακτήθηκαν μετά τον πόλεμο των 6 ημερών το 67, για να εξελειχθεί σε ένα φυτώριο παραγωγής σκληρών στελεχών εγκληματικών πυρήνων κάθε μορφής που δρούν μέχρι και σήμερα στην περιοχή, με δραστηριότητες που σχεδόν όλες συνδέονται με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Τους λες και ισραηλινή Μαφία, αντίστοιχη της Greek mafia.
Σε διαφορετικές περιόδους, κάποιες ομάδες αποσχίστηκαν από το Λικούντ και προσχώρησαν είτε στην ακροδεξιά είτε στο κέντρο της ισραηλινής πολιτικής, ενώ σε κάποιες άλλες, ολόκληρα οργανωμένα τμήματα της παρασταρτιωτικής τους πτέρυγας ενσωματώθηκαν στις κρατικές υπηρεσίες του Ισραήλ. Από εκεί, μπόρεσαν να οργανώσουν και την δολοφονία του Γιτζακ Ράμπιν το 1995, αλλά και κάθε άλλης προσπάθειας ειρήνευσης ή συνεννόησης με την Παλαιστινιακή Αρχή του Γιάσερ Αραφάτ.
Αυτές οι αλλαγές καθορίστηκαν από τρία σημαντικά γεγονότα-εξελίξεις.



Οι ιδρυτές του Τεχίγια ήταν τα πρώτα μέλη του Λικούντ που αποσχίστηκαν από το κόμμα μετά την άνοδό του στην εξουσία. Ο λόγος για τη διάσπαση ήταν η ειρηνευτική συμφωνία που μόλις είχε υπογράψει ο Μεναχέμ Μπέγκιν με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Ανουάρ Άσαντ, βάσει της οποίας το Ισραήλ θα επέστρεφε τη χερσόνησο του Σινά που είχε κατακτήσει το 1967 σε αντάλλαγμα για πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με τον μεγαλύτερο γείτονά του, με τον οποίο είχε εμπλακεί σε πέντε πολέμους. Οι δεξιοί που ίδρυσαν το Ταχίγια τρομοκρατήθηκαν που ο πρώτος πρωθυπουργός τους παραιτήθηκε από εδάφη που θεωρούσαν μέρος της Μεγάλης Γης του Ισραήλ. Το πρόβλημά τους ήταν ότι ακόμη και με τη δεξιά πτέρυγα, αποτελούσαν μειοψηφία. Η ευφορία για την προοπτική ειρήνης με την Αίγυπτο κατέκλυσε τους περισσότερους Ισραηλινούς με αποτέλεσμα μόνο μερικές δεκάδες μελών του Λικούντ τους συνόδευσε στην αποχώρηση από το κόμμα. Για να συμπληρώσουν τον αριθμό, κάλεσαν επίσης εθνικιστές ραβίνους και ηγέτες των εποίκων, που δεν ήταν προηγουμένως μέλη του Λικούντ, οι οποίοι βρήκαν ένα κόμμα αντίθετο στην ειρήνη με την Αίγυπτο ως φυσική στέγη για αυτούς. Η ιδέα ενός ακροδεξιού κόμματος, ή τουλάχιστον ενός κόμματος στα δεξιά του Λικούντ, φάνηκε να προσελκύει τους Ισραηλινούς ψηφοφόρους και στις επόμενες εκλογές, το 1984, όπου υπήρχαν ήδη τρία από αυτά στην Κνεσέτ. Στην πραγματικότητα, η ιδέα ήταν τόσο επιτυχημένη που μέχρι τις εκλογές του 1992, υπήρχαν πάρα πολλά κόμματα που ανταγωνίζονταν για τους ακροδεξιούς ψηφοφόρους με το Tehiya, το πρωτοπόρο κόμμα αυτής της πολιτικής εξέλιξης , να μην καταφέρνει κατάφερε να περάσει το εκλογικό όριο. Η πτώση του και η απώλεια ψήφων του βοήθησαν τον ηγέτη των Εργατικών, Γιτζάκ Ράμπιν, να κερδίσει τις εκλογές. Ανάμεσα τους και πολλές ομάδες που κάλυπταν με πολιτικό μανδύα τον ρόλο τους στα κάθε λογής πλυντήρια μαύρου χρήματος ανάμεσα στην Ανατολική Ευρώπη, την Τουρκία και τις πλούσιες μονάρχης του Κόλπου.
Τι ορίζει, λοιπόν, την «ακροδεξιά» στη σημερινή ισραηλινή πολιτική;
Δεν υπάρχει σαφής ορισμός. Είναι ένας συνδυασμός ριζοσπαστικών-φανταμελιστικών θέσεων σχετικά με την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση και το μέλλον των κατεχόμενων εδαφών, στην σχέση κράτους και θρησκείας, τις εξουσίες του Ανώτατου Δικαστηρίου (που παίζει στο Ισραήλ σημαντικό ρόλο απουσία ακόμα Συντάγματος) και τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+, που κατάφερε να συνεννώσει ασήμαντες μικρές και περιθωριακές ομάδες σε κοινές θέσεις και πολιτική εκπροσώπηση, πάνω στην βασική θέση της εθνοκάθαρσης κάθε μη Εβραίου από την περιοχή που ονόμασαν οι Ρωμαίου Συρία Παλαιστίνα, Σε αυτήν την περιοχή περιλαμβάνεται και ένα μικρό μέρος της σημερινής Νότιας Συρίας.
Κανένα από τα σημερινά τρία μεγαλύτερα από τα ακροδεξιά αυτά κόμματα δεν θα είχε αρκετές δυνάμεις για να περάσει το εκλογικό όριο και να μπει στην Κνεσέτ, αν ο Νετανιάχου δεν τους πίεζε να ενταχθούν σε έναν κατάλογο υποψηφίων και στη συνέχεια να τους συμπεριλάμβανε στον συνασπισμό του, μετά από συμφωνίες που έκανε μαζί τους για να καλυφθούν μια σειρά οικονομικά σκάνδαλα διαφθοράς, επί των οποίων ακόμα διώκεται. Αυτό οφειλόταν εν μέρει σε πολιτική αναγκαιότητα, ο Νετανιάχου δεν θα είχε κερδίσει την πλειοψηφία χωρίς την ακροδεξιά, αλλά στη διαδικασία, το δικό του κόμμα, το Λικούντ, το οποίο εξακολουθεί επίσημα να αυτοαποκαλείται «εθνικό φιλελεύθερο κόμμα», έχει στραφεί όλο και περισσότερο προς την ακροδεξιά, αντιγράφοντας έτσι έντονα τις ίδιες τάσεις που εμφανίστηκαν είτε στο Ρεμπουμπλικανικό Κόμα υπό τον Τράμπ είτε και σε πολλά δεξιά κόμματα στην Ευρώπη. Αλλά και από την ανάγκη διεκδίκησης του μονοπωλίου στον ρόλο του Διεθνούς Τραπεζίτη στην περιοχή ως συμπλήρωμα τρίτων Δυτικών.

Το σημερινό Λικούντ, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Νετανιάχου, είναι υπέρ της προσάρτησης τμημάτων της Δυτικής Όχθης και υποστηρίζει τις θρησκευτικές και υπερσυντηρητικές πολιτικές των ακροδεξιών συμμάχων του.
Και τα τρία στοιχεία του συνασπισμού Νετανιάχου, το Λικούντ, τα παραδοσιακά ακροδεξιά κόμματα και οι υπερορθόδοξοι, είναι πλέον εταίροι και στο νέο ακροδεξιό σχέδιο που προσπαθεί να αποδυναμώσει δραστικά το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ, ένα προπύργιο φιλελεύθερων αξιών και ουσιαστική δικλείδα ασφαλείας σε ένα πολιτικό σύστημα που δεν διαθέτει γραπτό σύνταγμα. Οι νόμοι, που περιορίζουν τις εξουσίες δικαστικού ελέγχου του δικαστηρίου, έχουν γίνει το επίκεντρο μαζικών διαμαρτυριών και πρωτοφανών πολιτικών αναταραχών στο Ισραήλ, που η έντασή τους δεν έπεσε ούτε και στην διάρκεια των πρόσφατων φρικαλεοτήτων που διέπραξαν είτε ακροδεξιοί της Χαμάς είτε οι αρχές ασφαλείας του Ισραήλ και σε αμάχους και στην πολεμικές συγκρούσεις με το Ιράν.
Συνοψίζοντας, οι ακροδεξιές πολιτικές εθνοκάθαρσης της σημερινής κυβέρνησης του Ισραήλ, που εντάσονται εντός ενός ευρύτερου σχεδίου δημιουργίας "ασφαλών" χερσαίων διαδρομών εμπορικών δρόμων και ενέργειας στην ευρύτερη γύρω περιοχή, με περιορισμό του ρόλου κλασσικών θαλασσίων διαδρομών σε μια διασπασμένη πρώην παγκοσμιοποίηση, δεν μπορούν να χαρακτηρίσουν όλους τους κατοίκους του ως σιωνιστές. Παρά μόνο μια πολύ κλειστή ομάδα ακραίων πολιτικών, σήμερα υπό τον Νετανιάχου, που κάνουν αυτό που έκαναν πάντα ως περιθώριο για να επιβιώσουν:

Πάνω στα ίδια μοτίβα και αντιγράφοντας τους, κινείται αντίστοιχα και η Παλαιστινιακή ακροδεξιά, υπό την Χαμάς, που είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσει τις ίδιες συμπεριφορές μετά την αναγνώριση και του Παλαιστινιακού Κράτους, διεκδικώντας τους ίδιους ρόλους αντίστοιχα στα περιθώρια που τους αφήνουν οι αδυναμίες εκτέλεσης τους από τρίτους.
**Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου