Στις 15 Ιανουαρίου, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, υπέγραψε εκτελεστική προεδρική εντολή που επιτρέπει στην Κυπριακή Δημοκρατία να αγοράζει όπλα και πλεονάζοντα στρατιωτικό εξοπλισμό απευθείας από την αμερικανική κυβέρνηση καθώς επίσης και την εκπαίδευση των κυπριακών ενόπλων δυνάμεων από τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, μέσω κοινών ασκήσεων ή προγραμμάτων. Ετσι πλέον η Κυπριακή Δημοκρατία θα μπορεί να αποκτά στρατιωτικό εξοπλισμό από τις ΗΠΑ, βάσει του Νόμου Εξωτερικής Βοήθειας του 1961 (FMS/Foreign Military Sales).
Φυσικά, οι αντιδράσεις της Τουρκίας ήταν εξαιρετικά έντονες, σε σημείο μάλιστα το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών με γραπτή του ανακοίνωση να καλεί τον υπ΄ατμόν νέο πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, «να ακυρώσει αυτή την απόφαση για… το καλό της περιοχής» (sic).
Τι προβλέπει η απόφαση
Η απόφαση αυτή επιτρέπει την πλήρη άρση των περιορισμών που είχαν επιβληθεί στην Κύπρο από το 1987 (άτυπα από το 1965), δίνοντάς της τη δυνατότητα να αγοράζει αμερικανικό στρατιωτικό εξοπλισμό χωρίς περιορισμούς. Πλέον, η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτά πρόσβαση σε σύγχρονα οπλικά συστήματα, όπως drones, αντιαεροπορικά συστήματα και τεχνολογίες αιχμής, τα οποία μπορούν να αντικαταστήσουν τα υπάρχοντα συστήματα σοβιετικής και ρωσικής κατασκευής, όπως τα άρματα μάχης T-80 και τα αντιαεροπορικά συστήματα TOR-M1.
Επιπλέον, η απόφαση επιτρέπει στην Κύπρο να συμμετάσχει σε αμερικανικά προγράμματα στρατιωτικής εκπαίδευσης και συνεργασίας. Μέσω αυτών των προγραμμάτων, οι κυπριακές ένοπλες δυνάμεις θα έχουν πρόσβαση σε σύγχρονη τεχνογνωσία και πρακτικές που αφορούν τη χρήση προηγμένων συστημάτων και την αμυντική στρατηγική, ενισχύοντας σημαντικά την επιχειρησιακή τους ικανότητα.
Παράλληλα, η Κύπρος αποκτά το δικαίωμα αγοράς πλεονάζοντος στρατιωτικού εξοπλισμού από τις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω ειδικών συμφωνιών, οι οποίες διασφαλίζουν χαμηλότερες τιμές και προνομιακή μεταχείριση.
Η απόφαση συνδέεται στενά με τη στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών να περιορίσουν τη ρωσική επιρροή στην περιοχή. Η Κύπρος, που παραδοσιακά είχε στενές σχέσεις με τη Ρωσία, θα μειώσει σταδιακά την εξάρτησή της από ρωσικά οπλικά συστήματα, ενώ θα ενταχθεί πλήρως στον δυτικό αμυντικό σχεδιασμό. Αυτό συμβαδίζει και με τις διεθνείς κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Ένα κρίσιμο σημείο της απόφασης είναι η πρόβλεψη για ετήσια αναθεώρηση της εφαρμογής της. Η Κυπριακή Δημοκρατία καλείται να διασφαλίσει τη συνέχιση των προσπαθειών κατά του ξεπλύματος χρήματος και να αποτρέψει τη χρήση των λιμανιών της για στρατιωτικές δραστηριότητες από ρωσικά πλοία. Η τήρηση αυτών των δεσμεύσεων αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη συνέχιση της πρόσβασης σε αμερικανικό στρατιωτικό εξοπλισμό.
Το ιστορικό του εμπάργκο όπλων
Το εμπάργκο επιβλήθηκε σε μια εποχή όπου η ένταση στο Κυπριακό ζήτημα βρισκόταν στο αποκορύφωμά της. Η Τουρκική εισβολή το 1974 οδήγησε στη βίαιη διχοτόμηση του νησιού, με την Τουρκία να κατέχει το 37% της Κύπρου και να δημιουργεί το ψευδοκράτος της «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου», το οποίο δεν αναγνωρίζεται διεθνώς. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν την περαιτέρω κλιμάκωση και να διατηρήσουν ισορροπίες μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Κύπρου, περιόρισαν τη ροή στρατιωτικού εξοπλισμού προς την Κυπριακή Δημοκρατία. Ωστόσο, η απόφαση αυτή θεωρήθηκε άδικη από τη Λευκωσία, καθώς η Κυπριακή Δημοκρατία υπέστη τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής, ενώ η Τουρκία συνέχισε να εξοπλίζει την κατεχόμενη περιοχή ανενόχλητη.
Με την πάροδο του χρόνου, το εμπάργκο όχι μόνο δεν συνέβαλε στην επίλυση του Κυπριακού, αλλά διαιώνισε τις ανισορροπίες ισχύος στο νησί. Η διατήρησή του θεωρήθηκε ξεπερασμένη πολιτική, ιδίως υπό το φως των σύγχρονων γεωπολιτικών εξελίξεων.
Γιατί τώρα;
Η άρση του εμπάργκο ξεκίνησε σταδιακά το 2020, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες επέτρεψαν την εξαγωγή μη φονικών όπλων προς την Κύπρο. Το 2022, το εμπάργκο καταργήθηκε πλήρως, επιτρέποντας την αγορά προηγμένων οπλικών συστημάτων, όπως αντιαεροπορικά συστήματα, drones και άλλα σύγχρονα μέσα. Η απόφαση ελήφθη για να ενισχύσει τη στρατηγική θέση της Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο, να περιορίσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία και να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες προκλήσεις της Τουρκίας.
Η Κύπρος αποφασίστηκε να εξοπλιστεί, γιατί μαζί με την Ελλάδα και το Ισραήλ, ενσωματώνεται σε έναν ευρύτερο άξονα της αμερικανικής γεωστρατηγικής θα που λειτουργεί ως ανάχωμα απέναντι στις γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Ρωσίας, της Κίνας και της Τουρκίας.
Η Ανατολική Μεσόγειος έχει εξελιχθεί σε ενεργειακό κόμβο με στρατηγική σημασία για τη Δύση. Η Κύπρος, ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σημαντικός εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη σταθερότητα της περιοχής. Παράλληλα, η απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών συνδέεται με την ανάγκη περιορισμού της ρωσικής επιρροής στην Κύπρο, καθώς η Λευκωσία διατηρούσε παραδοσιακά στενές σχέσεις με τη Μόσχα, ιδίως στον στρατιωτικό και οικονομικό τομέα.
Οι Τουρκικές Αντιδράσεις
Η Τουρκία αντέδρασε έντονα στην αμερικανική απόφαση, καθώς τη θεωρεί απειλή για τα στρατηγικά της συμφέροντα στην περιοχή. Η Άγκυρα εκφράζει την ανησυχία της ότι η στρατιωτική ενίσχυση της Κυπριακής Δημοκρατίας θα αλλάξει τις ισορροπίες στο νησί και θα υπονομεύσει τη θέση του ψευδοκράτους, το οποίο στηρίζεται πλήρως στην τουρκική στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη.
Επιπλέον, η Τουρκία ερμηνεύει την αμερικανική απόφαση ως ένα μήνυμα ότι οι μονομερείς ενέργειές της στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως οι έρευνες για φυσικό αέριο και πετρέλαιο σε αμφισβητούμενες περιοχές, δεν θα γίνουν πλέον ανεκτές με τη… «συνήθη ευκολία».
Μήνυμα προς Μόσχα, Πεκίνο και Αγκυρα
Ουσιαστικά η στρατιωτική ενίσχυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, έχει ως κύριο στόχο την ευθυγράμμισή της με την τριμερή συμμαχία Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ οι οποίες όπως είναι γνωστό θέλουν να αναλάβουν τον τριγωνικό έλεγχο των συμφερόντων της Δύσης, με σκοπό να μειωθεί ο όγκος επόπτευσης των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, προστατεύοντας τα «σημεία πνιγμού/στραγγαλισμού» (choke points)*
Στον πυρήνα αυτής της απόφασης βρίσκεται η προσπάθεια περιορισμού της ρωσικής και κινεζικής διείσδυσης στην περιοχή, αλλά και η ανάσχεση της τουρκικής επιθετικότητας, η οποία έχει εξελιχθεί σε πηγή αστάθειας.
Η Ανατολική Μεσόγειος, ως ενεργειακός κόμβος και πύλη προς τη Μέση Ανατολή, αποκτά ανανεωμένη σημασία για τη Δύση, ιδιαίτερα υπό το φως της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου Ουκρανίας-Ρωσίας και την Μέση Ανατολή. Η Κύπρος, μαζί με την Ελλάδα και το Ισραήλ, ενσωματώνεται σε έναν ευρύτερο άξονα της αμερικανικής γεωστρατηγικής θα που λειτουργεί ως ανάχωμα απέναντι στις γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Ρωσίας και της Κίνας, οι οποίες επενδύουν συστηματικά σε στρατηγικές υποδομές και επιρροή στην περιοχή. Αλλά επίσης και για την Τουρκία.
Παρότι σύμμαχος στο ΝΑΤΟ, η γεωπολιτικές βλέψεις της Αγκυρας την έχουν μετατρέψει σε μια απρόβλεπτη δύναμη που διεκδικεί βίαια τον ρόλο ηγέτη στον ισλαμικό κόσμο, προσπαθώντας παράλληλα να ανατρέψει τις ισχύουσες ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ζ.Χ.
* Στη γεωπολιτική, τα σημεία πνιγμού ή στραγγαλισμού (choke points) είναι στρατηγικά σημεία ή στενά γεωγραφικά περάσματα, όπως δίαυλοι, στενά ή οδικές αρτηρίες, τα οποία είναι κρίσιμα για τη διεθνή ναυσιπλοΐα, το εμπόριο ή τη μεταφορά ενέργειας. Η κατοχή, ο έλεγχος ή η διατάραξη αυτών των σημείων μπορεί να επηρεάσει σοβαρά τις παγκόσμιες ροές αγαθών, ενέργειας και στρατευμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου