![](https://toromaiiko.com/media/2025/02/%CE%BC%CE%AD.jpg)
Μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους οι Γερμανοί, αν και προσέβλεπαν προς την Πρωσία για την γερμανική ενοποίηση με όρους ισχυρότερους από την “Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του γερμανικού έθνους” (πρώτο Ράιχ), που είχε διαλυθεί το 1806, εντούτοις δίσταζαν να εκχωρήσουν την εξουσία των επιμέρους κρατιδίων στον βασιλιά της Πρωσίας. Ο Βίσμαρκ όμως με τη διπλωματική σοφία που τον διέκρινε, πέτυχε να μην θεωρηθεί η γερμανική ενοποίηση του 1866-1871 ως “επιθετική” έναντι των λοιπών Γερμανών επέκταση της Πρωσίας, με τον εξής τρόπο: Μέσω της ονομασίας του ενιαίου γερμανικού κράτους ως “Γερμανίας” (Γερμανικής αυτοκρατορίας – δεύτερο Ράιχ), διατηρώντας μάλιστα ως ομόσπονδες οντότητες και τα παλιά επιμέρους κρατίδια. Ενώ λοιπόν στην πραγματικότητα επρόκειτο για υπαγωγή των λοιπών Γερμανών υπό την εξουσία της Πρωσίας, το νέο κράτος ονομάστηκε “Γερμανία” για να μην γίνεται αντιληπτή η υπερεξουσία του Πρώσου πρώην βασιλιά και ήδη αυτοκράτορα. Η σημερινή Γερμανία είναι η μετέλιξη του δεύτερου εκείνου Ράιχ σε Δημοκρατία της Βαϊμάρης, σε τρίτο Ράιχ υπό τον Χίτλερ και στη συνέχεια σήμερα σε Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Πρώτος βασιλιάς της Γερμανίας όμως θεωρείται όχι ο Όθωνας Α, που δημιούργησε την “Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία” (πρώτο Ράιχ), αλλά ο Καρλομάγνος, που δημιούργησε ένα τεράστιο γερμανικό (“φραγκικό” το μαθαίναμε στη σχολική μας ιστορία) κράτος στην κεντρική και δυτική Ευρώπη, που περιλάμβανε και όλη τη σημερινή Γαλλία, καθώς και τη Βόρεια και Κεντρική Ιταλία. Ο Καρλομάγνος ζήτησε και αναγνωρίστηκε ως Ρωμαίος Αυτοκράτορας της Δύσης. Και το παράδοξο είναι ότι θεωρείται όχι μόνον πρώτος βασιλιάς της Γερμανίας, αλλά και πρώτος βασιλιάς της… Γαλλίας! Την οποία ίσως μόνον εμείς παγκοσμίως επιμένουμε να ονομάζουμε με όνομα που παραπέμπει στην αρχαία Γαλατία και όχι στο γερμανικό φύλο των Φράγκων, όπως οι ίδιοι προσδιορίζουν τους εαυτούς τους (France – français). Από την αυτοαναφορά των ίδιων των “Γάλλων” μάλλον ως “Φράγκων” και όχι ως “Γαλατών”, όπως τους θέλουμε εμείς, μπορούμε να αντιληφθούμε ότι η Ευρώπη είναι τελικά πολύ πιο γερμανική από όσο νομίζουμε.
Η σημερινή Γερμανία είναι εντέλει η μητρόπολη του γερμανισμού, εκεί από όπου ξεχύθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη Οστρογότθοι και Λομβαρδοί (Ιταλία), Σάξωνες (Αγγλία), Φράγκοι (Γαλλία – Βέλγιο), Βησιγότθοι (Ισπανία) και Σουηβοί (Πορτογαλία). Η δε παπική εκκλησία (Ρωμαιοκαθολικισμός) δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά μέρος της διαδικασίας εκγερμανισμού της Ευρώπης και εκγερμανισμού – εκβαρβαρισμού του Χριστιανισμού, υποβιβάζοντας τη Θεανθρώπινη διδασκαλία του Ιησού Χριστού σε αδίστακτο μηχανισμό εξουσίας επί της Ευρώπης και των λαών της με θρησκευτικό μανδύα. Ο δε προτεσταντισμός στη συνέχεια αντικατέστησε την άμεση πολιτικο-θρησκευτική εξουσία του Πάπα με μια αδιόρατη ηθικολογική εξουσία επί της κοινωνίας, πλήρως προσαρμοσμένη στις δομές και στις ανάγκες της γηγενούς γερμανικής κοινωνίας, όπου άλλωστε γεννήθηκε και κυρίως επεκτάθηκε (όπως και στα επίσης γηγενώς γερμανικά σκανδιναβικά κράτη και στην Ολλανδία).
Άρα η Ευρώπη είναι σήμερα διαιρεμένη σε: α) κράτη με γηγενή γερμανικό πληθυσμό, β) κράτη που δημιουργήθηκαν από τη μετανάστευση γερμανικών φύλων και την αδιάκοπη πολιτική κυριαρχία τους μέχρι σήμερα, γ) μη γερμανικά κράτη που βρέθηκαν σταδιακά υπό τις δύο γερμανικές αυτοκρατορίες (Ουγγαρία και σλαβικά κράτη της κεντρικής Ευρώπη), δ) κράτη που προέκυψαν από την οθωμανική αυτοκρατορία, ε) τη Ρωσία και άλλα συγγενή κράτη που δεν βρέθηκαν ποτέ υπό γερμανική ή οθωμανική κατοχή και στ) την κελτική Ιρλανδία.
Όλα αυτά έχουν μεγάλη, αλλά άγνωστη σημασία για το ελληνικό σήμερα. Διότι αυτό που έχουμε συνηθίσει να ονομάζουμε “Ενωμένη Ευρώπη” δεν είναι τίποτε άλλο παρά κυρίως κράτη των κατηγοριών “α”, “β” και “γ”, που αισθάνονται όλα αυτά μαζί “ευρωπαϊκότερα” από εμάς, όπως και εμείς τους αισθανόμαστε “ευρωπαϊκότερους” από εμάς.
Μήπως θα έπρεπε όμως να τους αισθανόμαστε απλώς “γερμανικότερους”; Είναι πράγματι η δυτική και κεντρική Ευρώπη “ευρωπαϊκότερη” από εμάς ή απλώς “γερμανικότερη”;
Δοκιμάστε να ανοίξετε σήμερα στη Γερμανία, όσοι έχετε τη δυνατότητα, πολιτική συζήτηση με Γερμανούς για την Ευρώπη. Θα διαπιστώσετε δύο συν μία μείζονες αντιλήψεις των Γερμανών για την Ευρώπη: α) Οι Γερμανοί λαχταρούν περισσότερη “δημοκρατία” για την Ευρώπη. Πράγμα φαινομενικά παράξενο: Ενώ ανεβαίνει η ακροδεξιά στη Γερμανία, οι Γερμανοί νοιάζονται περισσότερο για τη “δημοκρατία” στην Ευρώπη; β) Θέλουν “περισσότερη” και όχι “λιγότερη” Ευρώπη, υπό την προϋπόθεση όμως ότι υπάρχει “δημοκρατία” στην Ευρώπη. Και γ) τους έχει πειράξει πάρα πολύ το Brexit.
Όλα αυτά ερμηνεύονται ενιαία, εάν κατανοήσει κανείς ότι οι Γερμανοί επιχειρούν ανομολόγητα να κάνουν με την έννοια “Ευρώπη” ό,τι έκανε ο Βίσμαρκ με την έννοια “Γερμανία”. Για να επεκτείνει ο Βίσμαρκ την Πρωσία (της οποίας ήταν Καγκελάριος) σε όλη τη Γερμανία ονόμασε την επέκταση της πρωσικής κυριαρχίας “Γερμανία” και όχι “Πρωσία”, ώστε να μην πειράξει αυτό τους νέους υπηκόους του πρωσικού κράτους. Έτσι και σήμερα, οι Γερμανοί που κάθε άλλο παρά έχουν παραιτηθεί από τις αξιώσεις πανευρωπαϊκής κυριαρχίας που τέθηκαν από την εποχή του Καρλομάγνου και ακόμη νωρίτερα, καλύπτουν σήμερα πια τις αξιώσεις τους υπό την επωνυμία “Ευρώπη”, ώστε να μην αντιληφθούν οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι την Ε.Ε. ως ένα όχημα γερμανικής κυριαρχίας. Ο δε τρόπος για να επιτύχουν την επικράτηση έναντι των εξαδέλφων τους που αφομοιώθηκαν σε ημι-λατινικά κράτη όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, είναι να επικρατήσει μέσω “δημοκρατίας” μια γερμανική πλειοψηφία με τα γηγενή γερμανικά φύλα, τα οποία πληθυσμιακά θα ήταν πράγματι πλειοψηφία, εάν είχε παραμείνει στην Ε.Ε. και η Βρετανία. (Οι Άγγλοι μπορεί να μην είναι γηγενές στη Μεγ. Βρετανία γερμανικό φύλο, αλλά κυριάρχησαν πλήρως, μαζί και με τους μεταγενέστερους γερμανογενείς Νορμανδούς, στη Μεγ. Βρετανία, χωρίς να εκλατινιστούν). Γι’ αυτό και μόνον πείραξε τους Γερμανούς τόσο το Brexit και για κανέναν άλλο λόγο!
Αυτά δεν θα τα διαβάσει κανείς ποτέ σε κανένα γερμανικό έντυπο ή βιβλίο ή άρθρο. Είναι ανομολόγητες και “άγραφες”, θα έλεγε κανείς, λαϊκές γερμανικές επιδιώξεις, που έμεναν τόσο πιο κρυφές, όσο πιο καταπιεσμένη αισθανόταν η Γερμανία μετά τον Β΄ ΠΠ. Σήμερα εκδηλώνονται πιο εύκολα οι τάσεις αυτές, αλλά πρέπει κανείς και πάλι να συνομιλήσει σε κάποιο βάθος με Γερμανούς, για να είναι σε θέση να αντιληφθεί, πώς ακριβώς εννοούν την “Ευρώπη”. Καμία σχέση με αυτά που με πολλή αγαθότητα φανταζόμαστε ή προσδοκούμε εμείς.
Τι δουλειά λοιπόν έχουμε εμείς μέσα σε αυτή την “Ευρώπη” των Γερμανών, των αδελφών τους και των εξαδέλφων τους; Θα είμαστε άραγε εσαεί ένα είδος ιδιότυπης τουριστικής τους δουλοπαροικίας; Εδώ μπορεί κανείς να διαγνώσει την πολιτική σοφία και διορατικότητα του μεγάλου λαοπλάνου, Ανδρέα Παπανδρέου, που έλεγε “όχι στην ΕΟΚ” και “δεν θα γίνουμε γκαρσόνια της Ευρώπης”, αγγίζοντας πραγματικά ευαίσθητες χορδές του θιγμένου από το κυπριακό ελληνικού λαού τις δεκαετίες ’70 και ’80. Σύντομα όμως αυτά σχεδόν ξεχάστηκαν. Βοήθησαν πολύ και τα κονδύλια των Γερμανών, των αδελφών τους και των εξαδέλφων τους, προς τούτο. Μέχρι που ήλθαν τα Μνημόνια για να θυμίσουν ηχηρά ότι οι Γερμανοί δεν είναι φίλοι μας. Και όσοι πίστεψαν ότι ίσως και να έκαναν “για το καλό μας” ό,τι έκαναν και το πώς χειρίστηκαν την κρίση μας, άρκεσε η ευθεία υπονόμευση Σαμαρά, η ξεδιάντροπη στήριξη στον Τσίπρα και ο ρόλος τους στις Πρέσπες, για να χάσουν οι Γερμανοί και τους τελευταίους πιστούς στη χώρα. Ο τελευταίος τους πιστός δηλαδή ήταν ο Τσίπρας, που πήγε προεκλογικά το 2023 να επισκεφθεί τον καγκελάριο Σολτς, αλλά το “17τακατό” τον έκανε μετά να στραφεί προς… Αμερική!
Παραμένει όμως το ερώτημα: Έχουμε καμιά δουλειά εμείς στη γερμανική Ευρωπαϊκή Ένωση του σήμερα; Έχουμε τίποτε κοινό με τα γερμανικά ή γερμανογενή κράτη από τα οποία κυρίως αποτελείται η υπόλοιπη ΕΕ; Έχουμε τίποτε κοινό με κάτι που, όταν το λέμε με το όνομά του “Ευρώπη”, δεν θεωρούμε αυτονόητο ότι μας περιλαμβάνει; Μήπως η μοίρα μας είναι να είμαστε δια βίου αδύναμο οικονομικό προτεκτοράτο της γερμανικής αυτής Ευρώπης;
Θέτουμε αυτά τα ερωτήματα και, παράλληλα, ρίχνουμε συλλογικά ορατό ή αδιόρατο φταίξιμο για τη συλλογική μας κακοδαιμονία στο ότι είμαστε Ορθόδοξοι. Αυτό νόμιζουμε ότι φταίει, που δεν μπορούμε να είμαστε “κανονικό” μέρος της γερμανικής αυτής Ευρώπης. Νομίζουμε ότι αν είχαμε βαδίσει την οδό προς τον καθολικισμό και τον προτεσταντισμό που βάδισε η γερμανική ή γερμανογενής Ευρώπη, θα ήμασταν σήμερα κι εμείς τάχα “κάτι καλύτερο”. Ίσως να μην είχαμε τουρκέψει ποτέ – η “Ευρώπη” θα μας προστάτευε τάχα, αν π.χ. ήμασταν καθολικοί – αλλά πάντως δεν θα είχαμε καταδικαστεί, νομίζουμε, στη “σκοταδιστική” τάχα μιζέρια της Ορθοδοξίας, που δήθεν δεν μας αφήνει να γίνουμε “κανονικό κράτος”. Αυτό την ίδια στιγμή που, ψάχνοντας όλοι μας για ένα “γνήσιο της υπογραφής” ή έστω για μια σφραγίδα με εθνόσημο σε κάθε υπογεγραμμένο έγγραφο, αποδεικνύουμε ότι αδυνατούμε ολοσχερώς να αντιληφθούμε τι σημαίνει “κανονικό κράτος”.
Παράλληλα, στις διεθνείς μας σχέσεις, είτε πρόκειται για τα “αδύναμα” Σκόπια, είτε πρόκειται για την “ισχυρή” Τουρκία, εμείς είμαστε πάντοτε αυτοί που πρέπει να υποχωρήσουμε: Με τα Σκόπια διότι “είμαστε δυνατοί”, με την Τουρκία διότι “είμαστε αδύναμοι”! Έτσι μας λένε οι Γερμανοί ή οι λοιποί γερμανογενείς ξένοι, τέτοια αυτοαντίληψη έχουμε κι εμείς για τους εαυτούς μας. Πάντοτε αναζητούμε την ηθική μας δικαίωση από τους δυτικούς (δηλαδή: Γερμανούς ή γερμανογενείς) ξένους, στους οποίους έχουμε εκχωρήσει κάτι σημαντικότερο από την κυριαρχία μας: Τους έχουμε εκχωρήσει τη ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΜΑΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ: Παρά την προμετωπίδα του Συντάγματος, το κράτος μας δεν πιστεύει ότι θα το βοηθήσει ο Θεός, αν γίνει ένας πόλεμος ή κάτι αντίστοιχο, δεν πιστεύει καν έστω στις δικές του αποκλειστικά δυνάμεις: Πιστεύει στους ξένους και μόνον στους ξένους. Άλλοι στους δυτικούς ξένους, άλλοι στο ξανθό γένος, άλλοι στους Κινέζους κ.ο.κ. Πάντως στους ξένους. Θυμόμαστε ότι δεν ήταν λίγοι όσοι ζητούσαν πρόσφατα να αλλάξει η εθνική μας εορτή από την 25η Μαρτίου στην επέτειο της ναυμαχίας του Ναυαρίνου, υπερτονίζοντας τη σημασία της ξένης παρέμβασης στη λήξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Λησμονούμε δε σε συλλογικό επίπεδο ότι ναι, ΔΙΑΛΕΞΑΜΕ ως κράτος και ΓΙΝΑΜΕ καθολικοί, μέσα από την ψευδοένωση της Φερράρας-Φλωρεντίας, λίγα χρόνια πριν από την Άλωση, για να αποφύγουμε τον τουρκικό κίνδυνο. Να όμως που δεν τον αποφύγαμε! Δεν άρκεσε η δυτική βοήθεια και οι στρατιώτες που, σε αντάλλαγμα για την ψευδοένωση, έστειλαν οι παπικοί με επικεφαλής τον γενναίο Ιουστινιάνη, για να προστετευθεί η Κωνσταντινούπολη από τους Οθωμανούς. Ένας πιστός Χριστιανός θα έλεγε ότι, αν είχαμε εμπιστευθεί τον Χριστό αντί για τον Πάπα, θα έστελνε ο Θεός τη δύναμή Του και θα είχαμε νικήσει τους Τούρκους. Αλλά κι ένας άπιστος θα μπορούσε να παρατηρήσει ότι, από τη στιγμή που ένα έθνος έχει ανάγκη να απεμπολήσει τη θρησκευτική του πίστη για να σωθεί πολιτικά και στρατιωτικά, στην ουσία το έθνος αυτό έχει πάψει να είναι αυτοδύναμο εκείνη τη στιγμή. Ας σκεφτούμε: Ακόμη κι αν π.χ. το θαύμα της καταστροφής των Περσών και των Αβάρων το 626 μ.Χ. κάτω από τα τείχη της ανυπεράσπιστης Κωνσταντινούπολης δεν ήταν θαύμα αλλά “σύμπτωση”, είναι βέβαιο ότι δεν θα είχε συμβεί, εάν ο Πατριάρχης Σέργιος είχε σκεφτεί ορθολογικά και είχε πει “δεν υπάρχει καμία ελπίδα, ας παραδοθούμε για να μην χυθεί άσκοπα αίμα”. Δεν παραδόθηκε, πίστεψε ο λαός στον Θεό που πίστευε, και να που οι εχθροί καταστράφηκαν με άλλο τρόπο: Εάν δεν πίστευαν και είχαν παραδοθεί, δεν θα είχαν βοηθηθεί από το έστω και τυχαίο εκείνο συμβάν, που κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο.
Ακόμη δηλαδή κι αν δεν πιστεύει κανείς και θεωρεί τη θρησκευτική πίστη ως δεισιδαιμονία, βλέπει κανείς τον βαθμό έμπνευσης που δίδει π.χ. στους μουσουλμάνους η πίστη στη θρησκεία τους. Ας αναρωτηθούμε: Σε ποιον δίνουμε περισσότερες πιθανότητες επικράτησης στις ερχόμενες δεκαετίες: στην παρηκμασμένη Ευρώπη ή στη μουσουλμανική μετανάστευση; Μπορεί να επιβιώσει η Ευρώπη απέναντι στους αποφασισμένους ισλαμιστές μετανάστες; Δύσκολα απαντά κανείς καταφατικά. Και ο λόγος που κατά βάθος οι περισσότεροι δίδουν το προβάδισμα στους μουσουλμάνους είναι ακριβώς η θρησκευτική τους πίστη. Ούτε είναι τυχαίο ότι όσο η (δυτική) Ευρώπη πίστευε ακόμη στις θρησκείες της (καθολικισμό – προτεσταντισμό) μπορούσε να έχει όλο τον υπόλοιπο πλανήτη αποικία της. Σήμερα αυτό δεν είναι πια δυνατόν. Η Ευρώπη δεν έχει κάτι για να πιστέψει στην ηθική της ποιότητα και αυτό οφείλεται ξεκάθαρα στην αποθρησκειοποίησή της. Είναι το φαινομενικά “παράλογο” της πίστης σε θρησκεία, που δίνει στους λαούς αυτοπεποίθηση και σφυγμό. Φαινονμενικά μόνον παράλογο, διότι η θρησκεία αποτελεί φυσιολογική έκφανση και αδήριτη ανάγκη της ανθρώπινης ψυχής. Ακόμη δε και οι πρώτοι ορθολογιστές, οι αρχαίοι Έλληνες, είχαν απόλυτη ανάγκη από τον θρησκευτικό χρησμό για τα “ξύλινα τείχη” προκειμένου να αντισταθούν στην εισβολή των Περσών το 480 π.Χ. στη Σαλαμίνα.
Τι δουλειά λοιπόν έχει η Ελλάδα στην παρηκμασμένη Ευρώπη του σήμερα, από την οποία αναμένει να γίνει είτε αποδέκτης επιδοτήσεων, είτε τουριστική δουλοπαροικία, είτε, στην καλύτερη περίπτωση, “κανονικό κράτος” που ποτέ δεν γίνεται;
Όσο κι αν τα φαινόμενα δείχνουν το αντίθετο, δεν είναι η Ελλάδα που χρειάζεται την Ευρώπη, αλλά η Ευρώπη που χρειάζεται την Ελλάδα. Και για την ακρίβεια, την ηθική τελειότητα της Ελλάδας.
Πάρτε παράδειγμα το μέγα θέμα της επικαιρότητας: Τις φωτιές. Μπορεί να καίγεται όλος ο πλανήτης, μπορεί να υποκύπτουν στη δύναμη της φωτιάς οι ΗΠΑ, ο Καναδάς η Γαλλία και η Ιταλία, αλλά εμείς δεν δεχόμαστε ότι μπορεί να καίγεται η δική μας χώρα, χωρίς να μπορούμε να σβήσουμε τη φωτιά. Εδώ ακριβώς μπορεί κανείς να εντοπίσει την “ηθική τελειομανία” που διέπει την ελληνική κοινωνία στο δημόσιο λόγο της: Οι πυρκαγιές πρέπει να σβήνουν. Πώς να σβήνουν; Δεν μας ενδιαφέρει! Να μην ανάβουν καν. Να βρούμε τον τρόπο! Και αυτό τη στιγμή που, τουλάχιστον εμένα, πρέπει να πω ότι εμένα ο πρωθυπουργός με έπεισε ότι, από τη στιγμή που η φωτιά στον Έβρο έγινε megafire, δεν υπήρχε ανθρωπίνως τρόπος για να σβήσει. Παρόλα αυτά, καλά θα είναι να γνωρίζει και αυτός και όλοι μας, ότι αυτό ΔΕΝ γίνεται αποδεκτό σε μια χώρα με την ηθική τελειομανία της Ελλάδας: Η φωτιά πρέπει να σβήσει, πάει και τελείωσε!
Εδώ ακριβώς όμως πρέπει να αναζητήσουμε – ιδίως όσοι από εμάς δεν πιστεύουν στο Θεό – τις κοινωνικές και πολιτικές επιρροές της Ορθόδοξης πίστης: Η πίστη μας σε έναν Θεό παντοδύναμο, που επεμβαίνει με θαύμα στην ιστορία όταν Αυτός το κρίνει σκόπιμο, είναι αυτή ακριβώς που μας κάνει να ζητούμε το τέλειο, ακομη κι αν αυτό είναι ανθρωπίνως αδύνατον: Οι καθολικοί με τη θεωρία των “κτιστών ενεργειών του Θεού” στην πραγματικότητα έχουν εξοβελίσει τον Θεό στον Ουρανό, κρατώντας στη γη μόνον τις “φυσικές” εκφάνσεις της θεότητας. Εμείς αντιθέτως πιστεύουμε σε Θεό που είναι “πανταχού παρών και τα πάντα πληρών”, άρα σε έναν Θεό για τον οποίο το θαύμα είναι πολύ εύκολο. Σε έναν Θεό που μπορεί να μας βοηθήσει ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτό και, κατά βάθος, θεωρούμε ότι, δεν μπορεί, ακόμη και η megafire πρέπει να μπορεί να σβήσει. Δεν περιοριζόμαστε ως συλλογική υπόσταση μόνον στο ανθρωπίνως δυνατόν.
Βλέπουμε την παράνομη μετανάστευση. Κι ενώ από τη μια οργιζόμαστε με την επιχειρούμενη “άλωση” της χώρας μας από την ισλαμική μετανάστευση, δεν παύουμε να συγκινούμαστε παράλληλα από το προσωπικό δράμα που κρύβει η έστω και τυχοδιωκτική προσπάθεια του κάθε ενός από αυτούς τους ανθρώπους για ένα καλύτερο αύριο: Η ηθική τελειότητα που διαπνέει τον δημόσιο λόγο μας, δεν μας επιτρέπει να υποτιμήσουμε την ανθρώπινη διάσταση των μεταναστών, έστω και παρανόμως εισερχομένων, έστω και εχθρικά διακείμενων έναντι της κοινωνίας στην οποία εισέρχονται.
Βλέπουμε την αδυναμία τήρησης των νόμων: Είναι η συλλογική μας ψυχοπονιά που μας εμποδίζει να είμαστε σκληροί με όσους δεν τηρούν το νόμο. Θέλουμε από τη μία να είμαστε σκληροί, αλλά τελικά είμαστε όλο λόγια στην πράξη. Διότι αδυνατούμε να είμαστε ολοκληρωτικά, “τελικά” σκληροί με τον άλλον, έστω κι αν ξέρουμε ότι έχει άδικο. Κάποια στιγμή η ελληνική επιστήμη της κοινωνιολογίας του δικαίου πρέπει να μελετήσει την ελληνική ψυχοπονιά ως μείζονα παράμετρο που επηρεάζει τη θέσπιση, την εφαρμογή, τη λειτουργία και την απονομή του δικαίου.
Αυτή η συλλογική μας πίστη στο ηθικά τέλειο είναι αυτό που μπορούμε και πρέπει να δώσουμε σήμερα στην Ευρώπη. Αν η Ευρώπη σήμερα και ο δυτικός κόσμος γενικότερα βρίσκεται σε μια αδιανόητη πριν από μερικές δεκαετίες ηθική παρακμή, είναι διότι η ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ανάλυση που έκανε στις θρησκείες του απέτυχε. Έτσι, σήμερα πια, ο δυτικός άνθρωπος δεν μπορεί να πιστέψει στην ανορθολογικότητα ενός αλάνθαστου Πάπα ή στη σχετικοποίηση των πάντων (και την εκ τούτου σταδιακή αλλά φυσική αποθρησκειοποίηση) που πρεσβεύει ο προτεσταντισμός.
Πιστεύουμε – δεν πιστεύουμε, πρέπει λοιπόν να πιάσουμε να μελετήσουμε τους Πατέρες της Εκκλησίας. Και παράλληλα τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Στο πρωτότυπο! Δεν μπορεί να συγκριθεί η μελέτη του πρωτότυπου με τη μετάφραση. Άλλο νόημα σου μεταδίδει το πρωτότυπο. Να μάθουμε καλύτερα αρχαία ελληνικά, όλοι, όχι μόνον όσοι θα διαλέξουν τη θεωρητική κατεύθυνση. Οι ηθικοί θησαυροί που κρύβονται εκεί είναι ασύλληπτοι, ακόμη και για όσους δεν πιστεύουν. Οι Πατέρες της Εκκλησίας πήγαν πέρα από το “εν οίδα ότι ουδέν οίδα” του Σωκράτη, πέρα δηλαδή από το ύψιστο επίπεδο γνώσης που μπορεί να κατακτήσει μόνος του ο άνθρωπος. Χάρη στη Θεογνωσία και την ανθρωπογνωσία που τους χάρισε η επαφή με τον Αληθινό Θεό, οι Πατέρες γνώρισαν όσα δεν μπορεί να γνωρίσει μόνος του ο άνθρωπος. Αλλά δεν είναι ανάγκη καν να πιστέψει ο μελετητής τους στη θεοπνευστία των κειμένων: Ας τους διαβάσει κι ας είναι και άθεος. Και ο μεν πιστός θα βρει “δυναμική”, ζώσα γνώση στους Πατέρες, όμως και ο άπιστος θα βρει “στατική” γνώση για τον άνθρωπο, πολύ ανώτερη από αυτή των αρχαίων Ελλήνων. Ας επωφεληθεί από αυτήν, ακόμη κι αν δεν πιστεύει στη Θεία προέλευσή της. Πόσο ωραία περιγράφει π.χ. την φαινομενικά απλή και καθημερινή αδυναμία μας να κάνουμε π.χ. δίαιτα ο Ιωάννης της Κλίμακος με τη φράση “η εμή και ουκ εμή, εχθρά φίλη σαρξ” δηλαδή, “η δική μου και όχι δική μου, εχθρός μου και φίλη μου σάρκα” (Λόγος ΙΕ΄, 29). Τι διαστάσεις δίνει στην ανθρώπινη αδυναμία μας. Δεν χρειάζεται να πιστεύεις για να κατανοήσεις το μεγαλείο της φράσης αυτής και το βάθος της ανάλυσης της εσωτερικής αντίφασης του ανθρώπου, που λαμβάνει χώρα μέσα σε λίγες μόνον λέξεις.
Και είναι πραγματικά κρίμα που το μάθημα των Θρησκευτικών έτσι όπως διδάσκεται δεν φέρνει τους μαθητές σε επαφή με τη γνήσια Πατερική παράδοση, που περιέχει πανανθρώπινες αξίες και πανανθρώπινη γνώση. Νομίζουμε π.χ. ότι η ανατολίτικη γιόγκα μπορεί να μας βοηθήσει στην σωματική και ψυχική ισορροπία, όταν εμείς έχουμε το βάθος της δικής μας σοφίας, των δικών μας, Ελλήνων πατέρων, που κάνουν κάθε γιόγκα και κάθε άλλη δοξασία να μοιάζει κενή περιεχομένου.
Όταν αυτή όλη την ηθική δύναμη της Ορθοδοξίας και της ελληνικότητας αδυνατούμε να την κάνουμε δικό μας κτήμα, κτήμα, όχι ως “ταυτοτική” ικανοποίηση του αγελαίου ενστίκτου και της φυσικής ανάγκης του ανήκειν, αλλά ως πανανθρώπινο μεγαλείο και ηθική πληρότητα, τότε είναι απόλυτα φυσικό να αισθανόμαστε “κατώτεροι” και από τους Γερμανούς και από κάθε γερμανογενή λαό της “Ενωμένης Ευρώπης”. Να αισθανόμαστε ηθικοί και υλικοί ζήτουλες της Ευρώπης. Και να πιθηκίζουμε ασυναίσθητα κάθε τι που θα δούμε να κάνει με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο η Ευρώπη, νομίζοντας ότι εμείς είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε χειρότεροι, μόνο και μόνο επειδή τάχα είμαστε Ορθόδοξοι.
Γνώσεσθε την Αλήθεια και η Αλήθεια ελευθερώσει υμάς (Ιωαν. 8,32). Αυτό που έχουμε να προσφέρουμε σήμερα στην Ευρώπη και στον κόσμο όλο, από τον αλαζόνα Γερμανό τουρίστα μέχρι τον παράνομο Ισλαμιστή μετανάστη, είναι η ηθική υπεροχή του ελληνικού μηνύματος, του ελληνικού τρόπου ζωής και, ναι, της Ορθόδοξης Χριστιανικής θρησκείας, ακόμη κι αν δεν την πιστεύουμε. Αν την γνωρίσουμε όμως, θα κατανοήσουμε την ηθική της υπεροχή έναντι ΚΑΘΕ άλλης θρησκείας και κυρίως έναντι των γερμανογενών, βαρβαρικών κατά βάση θρησκειών του Ρωμαιοκαθολικισμού και του Προτεσταντισμού. Η ηθική αυτή υπεροχή, πολύ μακριά από συμπλεγματικά τσιτάτα του τύπου “όταν αυτοί έτρωγαν βελανίδια”, πρέπει να βιωθεί στο ζών σήμερα, προκειμένου να γίνει κτήμα μας και να αρχίσει σταδιακά να διέπει συνολικά τον δημόσιο βίο μας.
Και να μας δώσει την τόσο αναγκαία εθνική μας αυτοπεποίθηση: Ο Μέγας Αλεξάνδρος κατέκτησε σχεδόν ειρηνικά, με ελάχιστες αναλογικά μάχες, σχεδόν το σύνολο του τότε γνωστού κόσμου, μόνο και μόνο διότι κόμιζε και γνώριζε ότι κόμιζε, έναν ηθικά ανώτερο πολιτισμό, που άφησε θετικά σημάδια από όπου κι αν πέρασε. Και έκανε έτσι τους Έλληνες τους μόνους κατακτητές της ιστορίας, για τους οποίους οι κατακτημένοι λαοί είναι μέχρι σήμερα υπερήφανοι που κατακτήθηκαν. Ας αναλογιστούμε δε ότι τώρα εμείς, χάρη στους Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, έχουμε διαθέσιμη στην εθνική μας φαρέτρα ακόμη περισσότερη λανθάνουσα ηθική ανωτερότητα. Τόση, που μπορεί να μας κάνει να φωτίσουμε και να διαφωτίσουμε τον κόσμο όλο αναίμακτα, χωρίς να χρειαστεί να ρίξουμε ούτε μια ντουφεκιά. Σε πλήρη αντίθεση με τους αποικιοκράτες της Δύσης. Αλλά και χωρίς να δώσουμε ούτε καν τις λίγες πολεμικές μάχες, που έδωσε ο Μ. Αλέξανδρος.
Είθε κάποτε να κατανοήσουμε και να κάνουμε βιωματικό μας κτήμα την πανανθρώπινη αυτή ανωτερότητα του ταπεινού, αλλά τόσο υψηλού ελληνικού πνεύματος. Τότε θα έχουν λυθεί δια μιας και όλα τα θεσμικά, ηθικά και υλικά μας προβλήματα. Αυτή η τελευταία φράση ίσως δεν γίνεται πιστευτή από μόνη της, αλλά όσοι μελετήσουν τους Πατέρες της Εκκλησίας, θα την κατανοήσουν και θα την πιστέψουν.
(Στην εικόνα το κράτος του πρώτου βασιλιά της Γερμανίας και της Γαλλίας, Καρλομάγνου, την εποχή του θανάτου του, 814 μ.Χ.)
https://www.facebook.com/georgios.matsos.9
https://toromaiiko.com/
2 σχόλια:
Πολυ καλο αρθρο εκκίνησης της απεξάρτησης μας απο τον ληθαργο των αισθητων ..
Ιωαν 8. 32
Και η α ληθη α ελευθερωσει υμας.
Σωκρατης.
Εν οιδα , οτι ουδεν οιδα .. .. .. .. ..
Ιωαν 8. 42
Είστε παιδια του διαβολου .. ..
Παρμενιδης ..
Πλατων ..
Αριστοτελης...
Απολλώνιος Τυανευς ..
Φιλοι της σοφιας .. ων ουκ εστιν αριθμος..
Πας μη Ελλην βαρβαρος .. ο οποιος νομοτελιακα εχει μελλον .. να εξελληνιστει , να ανελιχθει, να προκύψει ενθεος ανθρωπος .. .. ..
Πιθανότερο είναι να καταλάβαινε τη διδασκαλία του Ιησού ένας παγανιστής "γερμανος"όπως ο Αndreas που αράζει στα σκαντιναβικα δάση και αγναντεύει στωικά το Aurora Borealis,παρα οι σύγχρονοι του παπικοί και προτεστάντες νοικοκυραίοι .
https://youtu.be/UyMp6MGmKvw?si=Gs6QZQmIIZug12gI
Δημοσίευση σχολίου