του Ανδρέα Σκαμανδρώνυμου
Ένας νέος, ιδιόμορφος και εξειδικευμένος διχασμός έχει πάρει διαστάσεις κατά τα τελευταία χρόνια τόσο στον εθνικιστικό χώρο όσο και σε περιβάλλοντα ανθρώπων που αρέσκονται να ερευνούν την καταγωγή των Ελλήνων. Αναφέρομαι στην διαμάχη ανάμεσα στους «Ελληνοκεντριστές» και τους «Ινδοευρωπαϊστές». Θα κάνω μια συνοπτική περιγραφή των κεντρικών θέσεων που υποστηρίζουν αμφότεροι, αφού πρώτα διευκρινίσω ότι όλα αυτά έχουν επιστημολογικό ενδιαφέρον για όσους είμαστε βιολόγοι, ανθρωπολόγοι ή εν γένει επιστήμονες που καταπιάνονται με αυτά τα ερευνητικά πεδία. Η καταγωγή, με ό,τι αυτή συνεπάγεται, ασφαλώς αποτελεί κεντρικό στοιχείο της συγκρότησης των εθνών και εκτιμώ ότι προϋποθέτει, σε έναν βαθμό, τις πολιτιστικές προδιαγραφές του κάθε έθνους Ωστόσο σε καμία περίπτωση αυτή η παραδοχή δεν σημαίνει ότι τα συμπεράσματα που προκύπτουν από μια έρευνα για την εθνική καταγωγή προϋποθέτουν με ντετερμινιστική βεβαιότητα οτιδήποτε που να αφορά την πολιτική ανάλυση. Κοντολογίς όλοι εκείνοι οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν πολιτική ανάλυση δίνοντας προτεραιότητα (σε κάποιες περιπτώσεις και φανατισμένη μονομέρεια) στην καταγωγή μιας φυλής διαπράττουν μια μεθοδολογική αστειότητα που αντλεί τις καταβολές της από έναν χρεωκοπημένο κοινωνικό δαρβινισμό του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.
Ναι, η έρευνα για τις ρίζες της εθνικής καταγωγής μπορεί να μας οδηγήσει σε χρήσιμα συμπεράσματα που αν αναλυθούν σωστά θα μας προσφέρουν γνώση για τον πυρήνα της συγκρότησης ενός έθνους, καθώς και για το πώς μπορεί να συνδέεται αυτός ο βιολογικός πυρήνας με έναν κεντρικό εθνικό πολιτιστικό προσανατολισμό. Δεν θα πρέπει όμως να λησμονούμε ότι αυτός ο πολιτιστικός προσανατολισμός του κάθε έθνους εκδηλώνεται μέσα σε συγκεκριμένα ιστορικά πλαίσια. Τα ιστορικά πλαίσια διαθέτουν ιδεολογικά και υλικά δεδομένα τα οποία επιδρούν επάνω στον κάθε εθνικό προσανατολισμό, διαμορφώνοντας εν τέλει την ιστορική του διαδρομή με τρόπους πολύ περίπλοκους ώστε να αναλυθούν με γνώμονα μόνο την βιολογική εθνική σύσταση και την φυλετική υπόσταση.
Εφόσον ξεκαθαρίστηκε το γενικότερο σκεπτικό μου επί του θέματος ας περάσουμε στο θέμα του άρθρου με μια περιγραφή των δυο αντιμαχόμενων «σχολών».
Ως «Ελληνοκεντριστές» ορίζονται όσοι υποστηρίζουν την αυτοχθονία των Ελλήνων και την χρονική πρωτοπορία του έθνους μας σε πάσης φύσεως τεχνική ανακάλυψη, πολιτισμική ανάπτυξη ή διανοητική κατάκτηση. Ως «Ινδοευρωπαϊστές» ορίζονται δύο τύποι ερευνητών: α) Αυτοί που θεωρούν ότι οι Έλληνες είναι καθαροί Ινδοευρωπαίοι (μερικοί εξ αυτών καταφεύγουν σε βιβλιογραφία που υιοθέτησαν εθνικοσοσιαλιστές θεωρητικοί του μεσοπολέμου η οποία προβάλει εκδοχές κοινωνικού δαρβινισμού μέσα από αποκρυφιστικές θεωρίες), β) Αυτοί που δέχονται την παρουσία κυρίως Ινδοευρωπαϊκής συνισταμένης στον Ελλαδικό χώρο, αλλά αγνοούν το μέγεθος του γενετικού και ανθρωπολογικού αποτυπώματος των ινδοευρωπαίων. Ας δούμε, όμως, και τις μεθοδολογικές αδυναμίες των δυο σχολών.
1) Αποδομώντας τους «Ελληνοκεντριστές»:
α) Η όποια αυτοχθονία των Ελλήνων σχεδόν ποτέ δεν ορίζεται χρονικά και όταν ορίζεται αναφέρεται σε ανθρωπολογικά άτοπους χρόνους που είτε αντιτίθενται στην «Παλαιολιθική Συνέχεια» την οποία υποστηρίζουν, είτε θα πρέπει να δεχτούμε ως απώτατη πατρίδα το άστρο Ε του Ηριδανού…!!
β) Οι Έλληνες δεν ανακάλυψαν τα πάντα, αλλά συστηματοποίησαν τα πάντα, και αυτή είναι η μεγάλη συνεισφορά των Ελλήνων στον κόσμο του Homo Sapiens. Το Lux ex Oriente είναι μια πραγματικότητα σε μεγάλο βαθμό και εντυπωσιακά προφανής σε κάποιες περιπτώσεις. Τόσο προφανής που οποιαδήποτε συμπλεγματική αντιμετώπισή του καθίσταται επίσης προφανής.
γ) Η «Ελληνοκεντρική» βιβλιογραφία στηρίζεται στους αρχαίους συγγραφείς εν μέρει και επιλεκτικά, αγνοεί τις συχνότατες αντιφάσεις τους ενώ παίρνει τοις μετρητοίς οποιαδήποτε μεταφυσική τους αναφορά ή και την ανάγει σε τεχνολογική κατάκτηση (βλέπε την κελτική επιδρομή στους Δελφούς ή τα προ της Μάχης της Σαλαμίνος). Επιπλέον, αγνοεί την εξόφθαλμη προσπάθεια των Ελλήνων της κλασσικής περιόδου να συμπιέσουν χρονολογίες, να συνδέσουν το οτιδήποτε με τα όποια Κυκλικά Έπη ή να «φουσκώσουν» χρονικές διάρκειες. Τέλος, η «Ελληνοκεντρική» βιβλιογραφία αναφέρεται σε κάποιους ξένους συγγραφείς με «Ελληνοκεντρική» ή και αγνή διάθεση, τύπου Henrieta Mertz, των οποίων τα συγγράμματα χαρακτηρίζονται από επιφανειακή προσέγγιση. Ίσως το έργο του Κ. Χασάπη να εμπεριείχε κάποιες αξιοσημείωτες αναφορές περί της Παλαιότητας των Ορφικών, αλλά αυτό δεν αποτελεί απόδειξη της ακραίας παλαιότητας των Ελλήνων γιατί τα Ορφικά μπορεί απλώς να υιοθετήθηκαν από προελληνικά υποστρώματα και να οσμώθηκαν, κατά την διαμόρφωση του έθνους, στο έθνος. (Ο Ορφισμός είναι ουσιαστικά η συστηματοποιημένη έκφανση της Μητέρας-Θεάς).
δ) Οι «Ελληνοκεντριστές» εκμεταλλεύτηκαν δεόντως τους Πουλιανό και Ξηροτύρη οι οποίοι, ως ανθρωπολόγοι, στις έρευνές τους δεν διαπίστωσαν ισχυρά ίχνη μεταναστεύσεων στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο από την Νεολιθική. Σωστά. Και η Γενετική επιβεβαιώνει το ίδιο από το 7.500 πΧ έως και την διαμόρφωση του έθνους και έπειτα. Δηλαδή η γενετική σύσταση των φορέων της γεωργικής επανάστασης από την Μικρά Ασία αποτελεί το κύριο τμήμα της γενετικής σύνθεσης των Ελλήνων. Ναι, αυτών που εκμηδένισαν σχεδόν γενετικά τους ντόπιους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες. Η σύνθεση συμπληρώνεται με τον ερχομό ποιμενικών ινδοευρωπαϊκών στοιχείων σε τρία κύματα, με παλαιότερο χρονικό ορίζοντα το 3.200 πΧ στην δυτική Ελλάδα, σε μικρές ομάδες. Για αυτό και επιβεβαιώνονται οι ανθρωπολόγοι από την γενετική που στον ελληνικό χώρο βρίσκει 22,5% ινδοευρωπαϊκό αποτύπωμα. Αν βρεις ένα κρανίο τύπου «Κουργκάν» ανάμεσα σε ενενήντα εννιά τύπου «Φαιστός», η μετανάστευση έχει πληθυσμιακά απορροφηθεί. Όχι όμως και πολιτισμικά, όπου και επικράτησε. Τώρα μπορούμε να μιλήσουμε για μια «μερική αυτοχθονία» αρχόμενοι από το 7-7.500 πΧ, αλλά ο ανθρωπολογικός τύπος που ονομάζουμε Έλληνα εμπεριέχει και το ινδοευρωπαίκό στοιχείο ενώ η τελική εθνική διαμόρφωση είναι προϊόν ζύμωσης 1.300-1400 ετών.
ε) Η προσέγγιση των «Ελληνοκεντριστών» κάνει ιδιαίτερη αναφορά στην μαθηματική δομή της ελληνικής γλώσσας, αποδίδοντάς της θεϊκή ή και εξωγήινη καταγωγή!! Όμως, λειτουργεί μαθηματικά μόνο με την χρήση των 27 Πυθαγορείων αριθμογραμμάτων, υπό συνθήκη δηλαδή, με την μεσολάβηση μιας σπουδαίας, αλλά ανθρώπινης σύλληψης. Ο Πυθαγόρας ίσως ίδρυσε την σημαντικότερη των Σχολών, αλλά ο ίδιος είχε μαθητεύσει εκτός της Ελλάδας.
στ) Οι «Ελληνοκεντριστές» έχουν δύο άξονες έκφρασης πέρα από το επιστημολογικό τους πεδίο: Πρώτον, έναν «θρησκευτικό»-ψευτοφιλοσοφικό άξονα που καθοδηγείται από ομάδες και εκδοτικούς οίκους με «εθνικό» θεολογικό υπόβαθρο. Πρόκειται για εκδόσεις και κύκλους που προκρίνουν αφηγήσεις με σχεδόν γραφικό «παγανιστικό» περιεχόμενο. Δεύτερον διαθέτουν έναν πολιτικό άξονα σχετιζόμενο με την ιδιάζουσα ελληνική Δεξιά, ο οποίος δημιουργεί ελεγχόμενα βλαχοακροδεξιά εκλογικά δεκανίκια και βαλβίδες εκτόνωσης τύπου Βελόπουλου. Σε ορισμένες περιπτώσεις η έμφαση των «Ελληνοκεντριστών» στην Πελασγική Θεωρία βολεύει την ενσωμάτωση της αθρόας εισροής Αλβανικών (Ιλλυρικών-sic) στοιχείων και βολεύει γεωπολιτικά εγχειρήματα δυτικών πρεσβειών.
2) Αποδομώντας τους «ινδοευρωπαϊστές»:
α) Η προαναφερθείσα πρώτη κατηγορία των «Ινδοευρωπαϊστών» βασίζεται σε ουσιαστικά ανύπαρκτες ή και εντελώς αντιεπιστημονικές αναφορές. Ισορροπεί άκομψα μεταξύ ενός κοινωνικά δαρβινιστικού ρατσιστικού μίσους και σε ψευδοαρχαιολογία τύπου Χίμλερ (Θούλη-Υπερβόρειοι). Στηρίζεται κυρίως σε παρωχημένες ανθρωπολογικές επιστημολογίες του μεσοπολέμου αλλά συνήθως τις μπολιάζει με κωμικές εκδοχές ψευδο-αποκρυφισμού, οι οποίες ούτε αληθινός Ρομαντισμός ήταν ενώ και την όποια επιστημονική δυναμική των παρωχημένων ανθρωπολογικών θεωριών του μεσοπολέμου αποδυναμώνουν.
β) Η δεύτερη κατηγορία των «Ινδοευρωπαϊστών» είναι προφανώς γοητευμένοι από την αισθητική των Αρματηλατών αντί των Ναυσιπλόων και των Γεωργών. Γιατί οι Αρματηλάτες υπήρξαν κυρίαρχοι, αλλά ολιγομελείς όπως καταδείξαμε. Ακόμα και οι θεωρούμενοι πρώτοι ινδοευρωπαίοι του ελληνικού χώρου, πριν καν την χρήση του άρματος, περί το 3.000 πΧ, οι Αρκάδες, είναι από λίγο έως καθόλου πιθανό να ήταν πάνω από 15-20.000.
Σύνοψη των μέχρι σήμερα επιστημονικών δεδομένων
Οι τελευταίες παλαιοντολικές έρευνες στην περιοχή του Γιβραλτάρ δεικνύουν ότι ο άνθρωπος του Νεάντερταλ ασκούσε ταφικά έθιμα αλλά και τέχνη με μια προτεραιότητα 20.000 ετών έναντι του Σάπιενς, καθώς και ότι «εξαφανίζεται» ως είδος μεταγενέστερα από ότι πιστεύαμε, δηλαδή μεταξύ 25.000-35.000 χρόνια πΧ, και όχι περί το 40.000-45.000 πΧ. Ωστόσο, ο επιτιθέμενος στην Ευρώπη Σάπιενς, μετά την τελευταία αποτυχημένη προσπάθεια εισβολής περί το 210.000 πΧ, επανήλθε με μια σημαντική κατάκτηση που ονομάζεται «Διανοητική Επανάσταση», βάζοντας πόδι στην ήπειρο κοντά στο 60.000 πΧ. Με τον όρο αυτό, αναφερόμαστε στην ικανότητα του Σάπιενς να λειτουργεί σε ομάδες άνω των εκατόν πενήντα ατόμων και να έχει ισχυρή, σε σύγκριση με τον Νεάντερταλ, αντίληψη αφηρημένων εννοιών. Σε κάθε περίπτωση, ο Νεάντερταλ αφομοιώθηκε γονιδιακά και φτάνουμε σε μια Ευρώπη του 25.000 πΧ, όπου κυριαρχεί ο Σάπιενς κυνηγός-τροφοσυλλέκτης της Ύστερης Παλαιολιθικής, ο οποίος οδεύει μετά από 15.000 χρόνια προς τη Νεολιθική. Το κύκνειο άσμα του Παλαιολιθικού ανθρώπου θα μπορούσε να απεικονιστεί στο ναυσιπλοϊκό θαύμα που μετέφερε οψιδιανό από την Μήλο στο Φράχθι της Αργολίδος περί το13.000 πΧ.
Φτάνοντας στο 10.000 πΧ, στην Μικρά Ασία, στο Γκεμπιλί Τεπέ, δημιουργείται το πρώτο συλλογικό λατρευτικό κέντρο, όπου πλήθος κυνηγών-τροφοσυλλεκτών παρουσιάζουν συμπεριφορά εγκατάστασης και πρωτογεωργίας. Ένα μεγάλο τμήμα κινήθηκε προς τη Μεσοποταμία όπου, το 8.000 πΧ, η γεωργία απετέλεσε την κύρια τεχνική επιβίωσης. Αφού σύντομα ακολούθησε η Αίγυπτος, περί το 7.000 πΧ, οι γεωργοί της Ανατολίας πέρασαν το Αιγαίο σε τεράστιους αριθμούς και αφομοίωσαν τους εντόπιους Κυνηγούς-Τροφοσυλλέκτες.
Το μίγμα αυτό στην πορεία (από το 3.200 πΧ και μετά) εμπλουτίστηκε από ινδοευρωπαϊκούς ποιμενικούς πληθυσμούς και της Στέππας και της Ανατολίας, αλλά σε μικρούς εν συγκρίσει αριθμούς. Οι μεν ινδοευρωπαίοι της Ανατολίας (κυρίως παλαιο-Αρμενικοί πληθυσμοί), με τη σειρά τους ανάγονται σε Παλαιολιθικούς Κυνηγούς- Τροφοσυλλέκτες της Σιβηρίας. (Eastern Hunter-Gatherers αντί Western Hunter-Gatherers) που είχαμε εδώ ήδη. Οι δε ινδοευρωπαίοι της Στέππας φαίνεται ότι έπονται ως συσσωμάτωση έναντι αυτών της Ανατολίας και, μάλιστα, αντλούν και μέρος της σύστασής τους από εκεί.
Οι γενετικές έρευνες της ομάδας Λαζαρίδη απετέλεσαν την έμπνευση για αυτό το άρθρο και ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΕ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ του ελληνικού Έθνους και συνηγορούν υπέρ των εξής:
1. Μινωίτες και Μυκηναίοι προέρχονται κατά τα 3/4 από τους Νεολιθικούς Γεωργούς της Ανατολίας.
2. Το υπόλοιπο 1/4 στους Μυκηναίους μοιράζεται μεταξύ ινδοευρωπαίων της Στέππας και της Ανατολίας καιενός παλαιολιθικού πληθυσμού στον οποίον πρωτογενώς ανάγονται. Υπάρχει ένα μικρό ποσοστό εντόπιων Κυνηγών-Τροφοσυλλεκτών επίσης.
3. Σημαντικό ινδοευρωπαϊκό αποτύπωμα στην Κρήτη δεν παρουσιάζεται.
4. Ο σύγχρονος Έλληνας ομοιάζει γενετικά με τον Μυκηναίο.
Οι έρευνες αυτές υπήρξαν καταλυτικές στο να ξεκαθαρίσει το τοπίο της καταγωγής ως ένα βαθμό και μας βοηθούν να αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχει λόγος να υφίσταται επιστημονική διαμάχη στο θέμα αυτό, Οι λόγοι της διαμάχης ανάγονται αλλού:
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
α) Υπάρχει βλακεία τέτοιας δυναμικής ώστε μετατρέπεται η αισθητική προτίμηση σε αρχαιολογικό ή ιστορικό δεδομένο.
β) Υπάρχει πολιτικός και παρακρατικός δάκτυλος.
γ) Αρχαιολογία-Γλωσσολογία-Ανθρωπολογία- Γενετική όταν συνδυάζονται σωστά δείχνουν ότι δεν υπάρχει λόγος για διχόνοια. Αρπάζεται όποιος έχει τη μύγα και μυγιάζεται.
δ) Έλληνες, απ’ ότι φαίνεται, ήταν και πελασγοί και ινδοευρωπαίοι. Το έθνος μας περιλαμβάνει Ποτνία και Ζεύ. Αργότερα συμπεριέλαβε τον Ιησού Χριστό.
ε) Εάν καταφέρουμε να διερευνήσουμε την μινωική εξίσωση περαιτέρω, ίσως ανακαλύψουμε διεξοδικές λεπτομέρειες
Η τελευταία έρευνα της ομάδας Λαζαρίδη
Στα νέα των επιστημονικών κλάδων που καταπιάνονται σήμερα με τέτοια θέματα είχαμε την δημοσίευση μιας ενδιαφέρουσας έρευνας πριν λίγο καιρό. Η νέα γενετική έρευνα της ομάδος Λαζαρίδη, παρουσιάζει ένα ενδιαφέρον twist: H ινδοευρωπαϊκή σύσταση της στέπας (Yamnana Domain), σχεδόν κατά το ήμισυ, εκφράζεται από μεταναστεύσαντες στην στέπα Καυκάσιους πληθυσμούς, που ομιλούσαν τα «ανατολιακά ινδοευρωπαϊκά» ή αλλιώς «ινδοανατολιακά». (Αυτά που και επικράτησαν μεταξύ Λουβίων, Χεττιτών, Καρών, Λυκίων, Πισιδίων, κλπ.) Μπορείτε να την δείτε στον παρακάτω σύνδεσμο https://www.science.org/doi/10.1126/science.abq0755
Ο χάρτης παρουσιάζει αυτήν την σχέση, με γνώμονα και την τελική σύσταση του ελληνικού Έθνους κατά την Ύστερη Χαλκοκρατία, όπου ο κίτρινος τομέας δεικνύει και το τεράστιο ποσοστό των αγροτών της Ανατολίας στην ελληνική πληθυσμιακή σύσταση κατά την τελική διαμόρφωση αυτής.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Gimbutas Mariija, all articles and monographs on the Kurgan Hypothesis
- Colin Renfrew, Archeology and Language
- Georges Ifrah, Παγκόσμια Ιστορία των Αριθμών
- Emily Vermeule, Ελλάς, Εποχή του Χαλκού
- Μιχαήλ Β Σακελλαρίου, Ελληνικά Έθνη κατά την Εποχή του Χαλκού
- Jared Diamond, Guns, Germs and Steel
- Yuval Noah Harari, Sapiens
-J R Burn, Minoans, Philistines and Greeks
- Δημήτριος Π Δημόπουλος, Η Καταγωγή των Ελλήνων
- Φίλιππος Λίτσας, Η Ιερή Γραφή των Ελλήνων
ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
- reich hms.harvard.edu/datasets (Όλες οι γενετικές έρευνες της ομάδας Λαζαρίδη)
- The Max Planck Institute for Geoanthropology
- Academia .edu., Greek Society in Linear A
https://flefaloarticles.blogspot.com/
1 σχόλιο:
ΙΝΔΟΕΥΡΩΠΑΪΚΉ
🤣🤪
ΌΠΩΣ ΛΈΜΕ
ΛΟΓΙΚΆ ΠΆΝΤΑ!
ΧΟΝΟΛΟΥΛΟΎΒΟΡ.ΕΥΡΩΠΗ
Η ΓΙΑΤΊ ΌΧΙ?
ΚΙΝΕΖΟΑΦΡΙΚΗ
ΛΟΓΙΚΆ...ΠΑΝΤΑ!
ΚΑΙ ΜΕ
ΠΟΛΎ
ΧΑΖΑΡΟΠΑΡΑΜΥΘΙΑ...
Δημοσίευση σχολίου