Ο Άγιος Νικόλαος είναι άγιος της Ανατολικής Ορθόδοξης, αλλά και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. στα Μύρα της Λυκίας, γι' αυτό και αναφέρεται και ως Νικόλαος των Μύρων ή Νικόλαος του Μπάρι στη Δύση, καθώς στο Μπάρι βρίσκονται τα οστά του.
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου το 270 μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας, από Έλληνες γονείς ευσεβείς και πλούσιους και έτυχε επιμελημένης μόρφωσης. Όμως, σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και κληρονόμος μιας μεγάλης περιουσίας. Από πολύ νωρίς είχε αφιερωθεί στα Θεία, μετά την μετάβασή του στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό και τον Πανάγιο Τάφο. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του χειροτονήθηκε ιερέας. Στην αρχή αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο κι έγινε ηγούμενος της Μονής Σιών στα Μύρα της Λυκίας. Όταν απεβίωσε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Μύρων της Λυκίας, οι επίσκοποι, δια θεϊκής αποκαλύψεως, αναγόρευσαν Αρχιεπίσκοπο τον Νικόλαο.
Από την θέση αυτή ανέπτυξε έντονη δράση και επέτεινε τους αγώνες του για την προστασία των φτωχών και των απόρων ιδρύοντας νοσοκομεία και διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Προικισμένος με υψηλό χριστιανικό φρόνημα, θάρρος και ζωτικότητα εμψύχωνε τους διωκόμενους (από τους Ρωμαίους) χριστιανούς, διωκόμενος και εξοριζόμενος και ο ίδιος για τη στάση του αυτή.
Κατά τους διωγμούς του Διοκλητιανού υπέστη βασανιστήρια. Όταν όμως ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν προικισμένος με το χάρισμα της θαυματουργίας και έσωσε πολλούς ανθρώπους, και όσο ήταν εν ζωή αλλά και μετά τον θάνατο του.
Αναφέρονται πλείστα θαύματα του Αγίου όπως η απελευθέρωση των τριών στρατηλατών, θεραπείες νοσούντων και αποκαταστάσεις φτωχών.
Το 325 μ.Χ έλαβε μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας, και καταπολέμησε τις διδασκαλίες του Αρείου. Λέγεται ότι κατά τη Σύνοδο χαστούκισε τον Άρειο και ο Μέγας Κωνσταντίνος τον φυλάκισε. Όταν επέστρεψε από τη Σύνοδο, συνέχισε το ποιμαντικό του έργο μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Ο άγιος Νικόλαος απεδήμησε ειρηνικά στις 6 Δεκεμβρίου του έτους 343. Μετά τον θάνατο του ονομάστηκε «μυροβλύτης», καθώς σύμφωνα με την παράδοση της χριστιανικής θρησκείας, τα λείψανά του άρχισαν να αναβλύζουν άγιο μύρο, όπως και άλλων αγίων. Τα λείψανά του διατηρήθηκαν στα Μύρα της Λυκίας έως και τον ενδέκατο αιώνα, όπου το 1087 κάποιοι ναύτες τα αφαίρεσαν και τα μετέφεραν στην Ιταλία, στην πόλη Μπάρι, όπου τοποθετήθηκαν στο Ναό του Αγίου Στεφάνου. Λέγεται ότι κατά την τέλεση της θείας λειτουργίας άρχισε να αναβλύζει τόσο πολύ μύρο από τα ιερά λείψανα, που οι πιστοί το μάζευαν σε δοχεία για θεραπεία από διάφορες αρρώστιες, ενώ αρκετοί λιποθυμούσαν από την ευωδία του μύρου αυτού.
Η μνήμη του γιορτάζεται στις 6 Δεκεμβρίου τόσο από την Ορθόδοξη, όσο και από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Λαογραφικές παραδόσεις
Ο Άγιος Νικόλαος που λατρεύεται ως ο προστάτης των ναυτικών δεν υπήρξε ναυτικός παρά το δημοτικό τραγούδι «Άγιε Δημήτρη στεριανέ, Άγιε Νικόλα ναύτη» και παρά τις ονομασίες του «θαλασσίτης» και «θαλασσινός» που είναι γνωστές στα νησιά των Κυκλάδων και όχι μόνο. Από τα πολύ παλιά χρόνια οι ναυτικοί πριν φύγουν για ταξίδι ήθελαν ν’ ανάψουν ένα κερί στον Άγιο και ακόμα να εξομολογηθούν και να μεταλάβουν, ανάλογα με τους κινδύνους του ταξιδιού. Συχνά, επιθυμούσαν να μεταλάβουν και ν’ ανάψουν το κερί, ευχαριστώντας τον Άγιο που τους βοήθησε να επιστρέψουν.
Στις περισσότερες θαλασσινές περιοχές της Ελλάδας και στα νησιά μας οι εκκλησίες του Αγίου Νικολάου, αλλά και πολλά ξωκλήσια χτίζονται στο ξάγναντο της πόλης ή στις άκρες των μικρών λόφων που αγναντεύουν τη θάλασσα έτσι ώστε ο Άγιος να βλέπει τα καράβια και να τα συνοδεύει ευχόμενος να πάνε «στο καλό». Η εικόνα του Αγίου Νικολάου, στους ναούς, είναι γεμάτη από ασημένια ή χρυσά καραβάκια, τάματα ναυτικών που ο Άγιος έσωσε σε δύσκολες στιγμές, γεγονός που χαρακτηρίζει τον Νικόλαο σαν τον «πιο παρασημοφορημένο Άγιο της Χριστιανοσύνης», έγραφε ένας ιερέας.
Κατά το έθιμο, το τάμα οι ναυτικοί το πήγαιναν στην εκκλησία ξυπόλητοι και ξεσκούφωτοι και την ίδια μέρα έκαναν και λειτουργία. Σε ιδιαίτερα σοβαρούς κινδύνους έταζαν στον Άγιο το κτίσιμο μιας μικρής εκκλησίας. Τα τάματα, αλλά και η αγάπη που τρέφει από τους βυζαντινούς χρόνους ο λαός μας προς τον Νικόλαο ανεβάζουν τους ναούς του Αγίου στην Ελλάδα περίπου σε 860, οι 90 στην Ζάκυνθο, και τα ξωκλήσια και εικονοστάσια προς τιμήν του πάνω από 1.000. Αυτά τα μικρά ξωκλήσια καλύπτουν τις ψυχικές ανάγκες των πιστών.
Ο Άγιος Νικόλαος…δεν ήταν ναυτικός
Γιατί αλήθεια, ο Άγιος Νικόλαος λατρεύεται από τους θαλασσινούς σαν προστάτης τους αφού δεν ήταν ναυτικός; Aυτό οφείλεται όχι τόσο στα θαλασσινά θαύματα του Άγιου, αλλά στην ημερομηνία την οποίαν η Εκκλησία καθόρισε για τον εορτασμό του σε συνδυασμό με τις πολύ άσχημες καιρικές συνθήκες που επικρατούν συνήθως αυτές τις μέρες. Έχει παρατηρηθεί ότι κατά το τριήμερο 4-6 Δεκεμβρίου, τα λεγόμενα «Νικολοβάρβαρα», επικρατούν πολύ μεγάλες τρικυμίες στο Αιγαίο. Έτσι, λοιπόν, οι κινδυνεύοντες λόγω των τρικυμιών, ναυτικοί, επικαλούνταν και απέδιδαν τη σωτηρία τους στον επισημότερο Άγιο των ημερών, τον Νικόλαο. Το γεγονός αυτό με την πάροδο των χρόνων συνετέλεσε στην ιδιαίτερη λατρεία του Αγ. Νικολάου από τους ναυτικούς. «Κατά τη λαϊκή παράδοση, τα ρούχα του είναι πάντα βρεγμένα από την άλμη, τα γένια του στάζουν θάλασσα, το μέτωπό του είναι ιδρωμένο από την προσπάθειά του να προφτάσει παντού και να βοηθήσει τα καράβια που θαλασσοπνίγονται». Έγραφε ο καθηγητής Γ. Μέγας στο βιβλίο του: «Έθιμα λαϊκής λατρείας».
Οι ναυτικοί μας επικαλούνται τη βοήθεια του προστάτη τους με συγκινητικές απλές φράσεις: «Άγιε Νικόλα! στο τιμόνι». «Άγιε Νικόλα βοήθα μας». «Άγιε Νικόλα χωρίς άρμενα και πανιά είμαστε, βοήθα μας». «Άγιε Νικόλα τιμονιάριζέ το! Κάθε καρφί του και μάλαμα». Αυτή η ευχή, γράφουν οι λαογράφοι, συνηθιζόταν στις καθελκύσεις νέων πλοίων στο Νεώριο της Ερμούπολης στη Σύρο για ασφαλή ταξίδια και κερδοφόρες ναυλώσεις.
Ο Άγιος κατά την λαογραφία δεν βοηθά μόνο στους κινδύνους, αλλά για μεγαλύτερη ασφάλεια κάθεται στο πηδάλιο σ’ όλο το ταξίδι. Και λέει μια άλλη φράση: «στην πλώρη κάθετ’ ο Χριστός, στη μέση η Παναγιά και πίσω στο τιμόνι του ο Άι Νικόλας».
Είναι δε η θέση του Αγίου στο πηδάλιο, γιατί μια άλλη παράδοση λέει ότι είναι ο εφευρέτης του πηδαλίου. Στη Σύρο και στην Ύδρα, μόλις τελειώσει η κατασκευή ενός καϊκιού, καρφώνουν στο πηδάλιο ένα εικονισματάκι του Αγ. Νικολάου για να το φυλάει.
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΛΑΟΓΡΑΦΟ ΝΙΚΟΛΑΟ ΠΟΛΙΤΗ
Άγιος Νικόλαος, σύμφωνα με τον Έλληνα λαογράφο Νικόλαο Πολίτη, τιμάται και λατρεύεται εξόχως στην Ελλάδα, όχι μόνο για τον θεάρεστο βίο του και τη νίκη του κατά την Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο, όπου ανέτρεψε τα αιρετικά επιχειρήματα του Αρείου, αλλά προπάντων για την προστασία που παρέχει στους ναυτικούς.
Μάλιστα, σ’ ένα άσμα του Γαλαξειδίου προσαγορεύεται “ναύτης”:
“Άγιε Δημήτρη στεριανέ κι Άγιε Νικόλα ναύτη”.
Στην Πάρο επονομάζεται “θαλασσίτης”, διότι η εκκλησία του βρίσκεται στην παραλία.
Πολλά ελληνικά καράβια φέρουν το όνομα του Αγίου, ενώ σε όλα είναι αναρτημένη η εικόνα του στην καμπίνα του Πλοιάρχου ή στη γέφυρα του πλοίου.
Στη Μύκονο, στο έμπα του λιμανιού, είναι χτισμένο το παρεκκλήσι του Αγίου, για να καταπαύει τις τρικυμίες. Στο Ακρωτήριο Λευκάτας, στη Λευκάδα, κοντά στα ερείπια του ναού του Απόλλωνα, υπάρχει ένα μοναστήρι αφιερωμένο στη χάρη του, κτισμένο στις αρχές του 17ου αιώνα.
Σε φοβερή τρικυμία, οι τρομαγμένοι ναυτικοί επικαλούνται τη βοήθεια του Χριστού, της Παναγίας και του Αγίου Νικολάου, τάζοντάς τους ως ανταμοιβή για τη σωτηρία τους βαρύτιμα αναθήματα.
Στα πλοία, όμως, των ευσεβών ανθρώπων, ο Άγιος Νικόλαος δε στέκει αρωγός μόνο στον κίνδυνο, αλλά πιστεύεται πως κάθεται δίπλα στο πηδάλιο καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, αφού σύμφωνα με μια παράδοση εκείνος είναι ο εφευρέτης του πηδαλίου:
“Στην πλώρη κάθεται ο Χριστός, στη μέση η Παναγία
και πίσω στο τιμόνι του κάθεται ο Άγιος Νικόλας”.
Πολλά αναθήματα, αφιερωμένα στον Άι Νικόλα, είναι ομοιώματα των καραβιών, που σώθηκαν από σφοδρές τρικυμίες, όταν ζητήθηκε η βοήθειά του. Η συνήθεια αυτή είναι αρχαιότατη, αφού και στο Ερέχθειο, όπου μαζί με την Αθηνά λατρευόταν και ο Ποσειδώνας, ο θεός της θάλασσας, βρέθηκαν παρόμοια αναθήματα που παρίσταναν τριήρεις και διάφορα πλοιάρια. Η λατρεία του Ποσειδώνα αντικαταστάθηκε κατά τα χριστιανικά χρόνια από τη λατρεία του Αγίου Νικολάου.
Ακόμα και οι πειρατές φρόντιζαν πάντοτε να αποδίδουν στον Άγιο Νικόλα τη μερίδα του λέοντος από τα λάφυρά τους. Όπως αναφέρει ο Μιχαήλ Χουρμούζης, πριν αποπλεύσει ένα πλοίο απ’ το λιμάνι, οι ναυτικοί απαραιτήτως καλούν ιερέα για να τελέσει αγιασμό στο πλεούμενο και έτσι, κατ’ ουσίαν προσκαλούν ευλαβικά τον προστάτη τους να μεριμνήσει για την ασφάλεια και τον νόστο τους.
Οι δοξασίες για τα θαύματα του Άι Νικόλα μνημονεύονται σ’ ένα παλαιότατο συναξάρι. Σύμφωνα με το συναξάρι αυτό, κάποτε που ο Άγιος έπλεε από την Αίγυπτο προς τα Ιεροσόλυμα, το καράβι του έπεσε σε άγρια θαλασσοταραχή και εκείνος κατόρθωσε να νικήσει το δαιμόνιο της τρικυμίας και να αποκαταστήσει τη νηνεμία με ένθερμη προσευχή στον Θεό.
Ο Κρητικός λόγιος Φραγκίσκος Σκούφος, που διέπρεψε ως δάσκαλος στη Φλαγγίνειο Σχολή της Βενετίας, στο έργο του “Τέχνη Ρητορικής” ανέλυε το θαύμα αυτό με τη μέγιστη περιγραφική δεινότητα:
“Ποτέ δεν υψώθηκε περισσότερο η φήμη και η δόξα του Νικολάου, παρά όταν η άγρια θάλασσα και το θυμωμένο εκείνο θεριό ταπεινώθηκε στα πόδια του Αγίου. Κι όταν φίλησε το ξύλο ήρεμο και πράο κατόπιν, όπου πρότερα έχασκε να ρουφήξει με τόσα στόματα, όσα σε κάθε κύμα άνοιγε βαθύστομα βάραθρα.
Έπλεε ο Νικόλαος και με άρμενα ξαπλωμένα και από γλυκό άνεμο φουσκωμένα, γρήγορα έτρεχε στην πόλη των Ιεροσολύμων, για να προσκυνήσει ευσεβής τον τάφο, στον οποίο ετάφη η Ζωή. Ήταν γαληνόμορφος ο ουρανός, γελούσε το αεράκι, κύμα δε φαινόταν και το πέλαγος στραφτάλιζε ταπεινό.
Κι αν ήταν γαλήνη στρωμένη πάνω στην επιφάνεια των νερών, αλαλαγή και ταραχή έσειε τον Άδη! Άφριζαν τα κάτω σπήλαια οι Δαίμονες και οι σατανικοί Κύκλωπες, που κατοικούσαν στην άβυσσο εκείνη. Και ο Εωσφόρος κάλεσε τους φοβερούς συντρόφους του να φράξουν τον πηγαιμό του Αγίου στα Ιεροσόλυμα και τους είπε:
-Θέλω να χάσει τη στράτα, να φτάσει σ’ άλλο λιμάνι αλαργινό. Να ανοίξει κάθε ρείθρο και να γίνει αχανές βάραθρο και να τον καταπιεί. Να εξαπολυθούν νέφη, βροντές και αστραπές. Να πέσει τόση βροχή, που να διπλασιαστεί η θάλασσα. Ποτέ του να μη φτάσει στον τάφο των Ιεροσολύμων τούτος εδώ!”
Έτσι μίλησε ο Εωσφόρος, βγάζοντας λυσσώδεις καπνούς και ανίερες φλόγες απ’ το στόμα κι ευθύς μαύρισε η πλάση και τα σκότη του Άδη αναδύθηκαν, αρπάζοντας το φως από τον ήλιο. Το νερό που άρχισε να πέφτει με άκρατη ορμή από τον ουρανό, μπορούσε να βυθίσει όχι μονάχα το πλοιάριο, αλλά τον κόσμο όλο. Οι αέρηδες ούρλιαζαν μανιασμένοι και η θάλασσα πήρε να ψηλώνει μέτρα πολλά. Τα κύματα έσκουζαν και έσκαγαν πάνω στο ξύλινο σκαρί, που έφερνε άναρχες γυροβολιές, παραδομένο στα στοιχειά της Φύσης.
Οι ναύτες πιάνονταν εδώ κι εκεί, έκλαιγαν απαρηγόρητοι και άδειαζαν τα σωθικά τους. Το μένος του πελάγου προμηνούσε το τέλος τους και στο πρόσωπό τους ήταν ζωγραφισμένη η αγωνία και ο φόβος του θανάτου.
Μόνο ο Άγιος Νικόλαος, για τον οποίο είχε συντελεστεί όλο ετούτο το κακό, έστεκε άτρομος, αρματωμένος με τη δύναμη του Θεού και προσευχόταν με τα χέρια τεντωμένα προς τον μελανό ουράνιο θόλο. Ατάραχος και αταλάντευτος στη χάρη του Παντοκράτορα, κατάφερε με τη θερμή του παράκληση να κατανικήσει και τα δύο στοιχειά. Και τη θάλασσα και τον Εωσφόρο.
Και η θάλασσα ημέρεψε και ο ουρανός ξανάγινε γαλάζιος και οι αέρηδες κόπασαν και σιώπησαν το βουητό τους, μέχρι που έπιασαν λιμάνι και κατέβηκαν πια, σώοι όλοι τους”.
Από το παλαιότατο αυτό συναξάρι, ο θρύλος του Αγίου Νικολάου ως προστάτης των ναυτικών και όσων ταξιδεύουν στη θάλασσα, απλώθηκε σαν λάβα σε όλους τους χριστιανικούς λαούς.
Μάλιστα, σε ένα σερβικό άσμα αναφέρεται πως κάποτε τριακόσιοι μοναχοί, οι οποίοι έπλεαν προς το Άγιον Όρος, κατελήφθησαν από ξέφρενη θαλασσοταραχή. Και σώθηκαν όλοι τους, μόνο όταν επικαλέστηκαν τη βοήθεια του Αγίου Νικολάου.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΕΣΤΙΑ”, στις 05/12/1882…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου