Του Απόστολου Αποστόλου
Τι να ευχηθεί ο νεοέλληνας σε αυτές τις εορτές, όταν η ζωή του έχει καταστεί μια βαρύτιμη νούλα που αλέθεται μέσα από τις φορομπηχτικές πολιτικές και μέσα από τις τραπεζικές προμήθειες. Τι να ευχηθεί ο νεοέλληνας όταν μόλις βγήκε από την πανδημία του κορωνοϊού μπήκε αμέσως στην πανδημία της ακρίβειας, της αισχροκέρδειας. Τι να ευχηθεί ο φουκαράς νεοέλληνας όταν στο μιξάρισμά του, με τους παράτυπους μετανάστες καλείται να γίνει το λίπασμα του κέρδους των ολιγαρχών. Όταν υποτάσσεται κάθε μέρα και περισσότερο στη χαμένη διάσταση της ζωής του.
Ας πρόσεχε θα πουν κάποιοι. Έτσι και αλλιώς με την ψήφο του, έδωσε ύπαρξη στον στόμφο και στην εύκολη ρητορεία της πατριωτικής ευήθειας (δηλαδή τη θεωρησιακή πατριδοκαπηλία, των πατριδολίπαρων) και στην αβελτηρία της υποχρεωτικής ενδυνάμωσης του δικαιωματισμού και του «εξειδικευμένου προοδευτισμού» (των κατ’ επάγγελμα δημοκρατών των καλών ευκαιριών και χονδρών πορτοφολιών) για να επικαλύψει με αυτόν τον τρόπο (ο νεοέλληνας) την αδυναμία της ενεργητικής και πραγματικής βούλησής του. Με άλλα λόγια έντυσε και στόλισε την καταδίκη του.
Ο νεοέλληνας τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στους παθητικούς ρηματικούς του χρόνους. Και αυτό γιατί όλα έχουν ειπωθεί, οι ενθουσιασμοί έχουν ψαλιδωθεί, οι συγκινήσεις έχουν εξαντληθεί και οι ελπίδες έχουν χρεοκοπήσει. Και εκείνος σαν απόκοσμο ξωτικό μουδιασμένος και άδειος από το περιεχόμενο της ζωής του, κλείνεται στη στεγανή μοναξιάς του, στο άδειο περίκοσμο, σαν τους ήρωες του Μπέκετ περιμένοντας τη συντριβή του. Τι ευχή μπορεί να δώσει και τι ευχή μπορεί να πάρει αυτές τις εορτάσιμες χριστουγεννιάτικες μέρες;
Μέσα από την παλίνδρομη ενοχή που την έχει φορτωθεί από την εποχή των μνημονίων και έχοντας χάσει την αντίστασή του, ο νεοέλληνας μπήκε στο κολάζ της βουβής ιστορίας με έναν πρωθυπουργό που βοηθήθηκε από τη συγκυρία της πανδημίας του κορωνοϊού και άλλαξε την πολιτική του γραμμή χωρίς οι νεοέλληνες πολίτες να υποψιαστούν την παγίωση της πολιτικής του. Αρχικά ο νεοέλληνας συμβιβάστηκε με την υποκρισία και την απάθεια, με το βουητό της προσταγής γιατί υπήρχε η πανδημία. Έτσι έζησε στο λυκόφως της πολιτικής, που μονότονα και καταχρηστικά ακούγονταν τα πιο παράδοξα πολιτικά άσματα και χτίζονταν τα πιο στοιχειωμένα ολιγαρχικά παλάτια. Αντιμετωπίστηκε ως μάζα, δηλαδή ως αδρανές υλικό και ουδετεροποιημένος και μυθριδατισμένος στην ανοσία μιας δήθεν σωτηρία από έναν ιό δεν έχει τίποτε άλλο να κάνει παρά να αφεθεί στις δικαιολογίες των κυβερνητικών αφηγήσεων. Έμαθαν έτσι οι νεοέλληνες να ασπάζονται έναν ιδιότυπο θυμικό προοδευτισμό του κοινωνικού καλού και εκτονώνονταν συγκινησιακά. Ταυτόχρονα εξαντλούσαν τα νοήματα σε επίπεδο υποκειμενικών θεωρήσεων και ατομικών ψυχολογικών διακυμάνσεων, συνέπεια του φόβου που τους ευνούχιζε χωρίς να το καταλαβαίνουν. Έπρεπε να σωθούν από τον ιό και ζητούσαν κάποιον να τους σώσει και αυτός ο κάποιος ήταν ο κ. Μητσοτάκης. Ο φόβος, τους είχε κάνει να ζουν στο βυθό του τίποτε. Εξάλλου «τίποτε δεν είναι πιο πραγματικό από το τίποτε» έλεγε ο Μπέκετ. Οι νεοέλληνες αναζήτησαν και βρήκαν ένα νέο Μωυσή και εκείνος σήκωσε το ραβδί του, και τους οδήγησε στη γη της ακρίβειας. (Ελλάδα η πιο ακριβή χώρα της Ευρώπης και τελευταία στους δείκτες ευημερίας, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.)
Στο διάστημα αυτό η κυβέρνηση της ΝΔ έκανε ένα δυνατό ρετούς της πραγματικότητας κάτι βέβαια που συνεχίζει να το κάνει και σήμερα. Το μυστικό ήταν οι ψιμυθιώσεις των πάντων. Δηλαδή «το πέταγμα του χαρταετού», που σημαίνει να λες τα πιο απίθανα. Το ψέμα, η ανατροπή της λογικής, η ατιμωρησία, λογαριάζονταν από την κυβέρνηση της ΝΔ ως πολιτική ευελιξία. Ήρθε η ενεργειακή κρίση, ο πληθωρισμός και η κυβέρνηση συνέχιζε με τις ίδιες πολιτικές μπαλάντες να δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα μέσα από μικρονοϊκές λογικές, μόνο που οι πολίτες φτώχαιναν όλο και περισσότερο. Έγινε το έγκλημα στα Τέμπη και η κυβέρνηση αποφεύγοντας τις ευθύνες απαίτησε το γνωστό μην «ομιλείτε εις τον οδηγό» γιατί εκείνος ξέρει. Οι πολιτικές της κυβέρνησης θύμιζαν και εξακολουθούν να θυμίζουν, εκείνο που πρόσταζε ο Φρειδερίκος Νίτσε: «Απολαύστε τη ζωή σας: Πεθάνετε».
Η κυβέρνηση ζητούσε από τους νεοέλληνες πολίτες να αποκτήσουν ανοχή και απάθεια και επιβεβαίωσε την ανοχή και την απάθεια στα προνόμια της πολιτικής αξίας. Ο νεοέλληνας βέβαια ανίατα αφελής χάρισε μια ακόμη τετραετία στη ΝΔ. Και αναρωτιέσαι πόσο γκρεμό είχε στην ψυχή του ο νεοέλληνας πολίτης; Μήπως απαιτεί το ιστορικό του τέλος; Ή ακόμη μήπως πρέπει να πεθάνει για να έχει ελπίδες να ζήσει; Να γιατί παραμένει ανεόρταστος και καταθλιπτικός σήμερα ο νεοέλληνας.
*Καθηγητής Πολιτικής και Κοινωνικής Φιλοσοφίας
https://www.antinews.gr
3 σχόλια:
Λεει καποτε ο Χριστος σε εναν μαθητη Του που ζητουσε να του επιτρεψει να παει στο χωριο του για να θαψουν εναν απο τους συγγενεις του που προσφατα πεθανε.
Ασε τους νεκρους..να θαψουν τους νεκρους των .... και ελα μαζι μου.
Νεκροι υπνοβατες σε ληθαργο ειμαστε ολοι , μα ολοι μας..
...προσδοκω ανασταση νεκρων ..και..
Δημοσίευση σχολίου