ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Δευτέρα 5 Μαΐου 2025

Οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις υπό το πρίσμα της νέας γεωπολιτικής πραγματικότητας: Οι κινήσεις της Αθήνας και οι προκλήσεις από την Άγκυρα

 




Όσο η Άγκυρα δεν ξεχνά το αναθεωρητικό της αφήγημα είναι εμφανές πως δεν μπορεί να καταγραφεί ουσιαστική πρόοδος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις

Το τοπίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων συνεχίζει να διαμορφώνεται σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικής ρευστότητας, όπου οι ισορροπίες μεταβάλλονται διαρκώς, επηρεαζόμενες τόσο από τις διεθνείς εξελίξεις όσο και από τις επιμέρους στρατηγικές επιδιώξεις των δύο χωρών. Η Αθήνα επιχειρεί μεθοδικά να ενισχύσει τη διπλωματική της θέση, επενδύοντας σε πολυμερείς συνεργασίες, εμβαθύνοντας τις σχέσεις με ισχυρούς διεθνείς παίκτες και ενισχύοντας την παρουσία της σε σημαντικά διεθνή φόρα. Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στη σταθερή προσήλωση στο διεθνές δίκαιο, στην αποκλιμάκωση εντάσεων και στην καλλιέργεια συνθηκών ασφάλειας και συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η αναθέρμανση των ελληνοτουρκικών επαφών, κυρίως μέσω του διαλόγου που έχει εγκαινιαστεί σε τεχνικό και πολιτικό επίπεδο, αποτελεί ένδειξη ότι υπάρχει περιθώριο για επικοινωνία, χωρίς ωστόσο να έχει επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος στα πιο κρίσιμα ζητήματα. Η ελληνική πλευρά εστιάζει στην οικοδόμηση ενός πλαισίου συνεννόησης που θα αποτρέπει τις μονομερείς ενέργειες και θα ευνοεί τη σταδιακή αποκατάσταση εμπιστοσύνης, ιδιαίτερα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Ταυτόχρονα, η Αθήνα ενισχύει τις στρατηγικές της σχέσεις με την ΕΕ, τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και άλλες δυνάμεις, αναδεικνύοντας τον σταθεροποιητικό της ρόλο στην περιοχή.

Από την άλλη πλευρά, η Άγκυρα εξακολουθεί να υιοθετεί μία πολυεπίπεδη και συχνά αντιφατική στρατηγική. Ενώ σε περιόδους εμφανίζει πρόθεση για διαλόγο, δεν παύει να υπονομεύει τη διαδικασία με επιθετική ρητορική ή και πρακτικές επίδειξης ισχύος. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η επαναλαμβανόμενη προσπάθεια του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν να εργαλειοποιήσει το Κυπριακό ζήτημα, προβάλλοντας θέσεις που απέχουν από τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και τη διεθνή νομιμότητα. Οι πρόσφατες δηλώσεις του, με τις οποίες επιχείρησε να παρουσιάσει το ψευδοκράτος ως «κυρίαρχη» οντότητα και να θέσει ζήτημα «ίσης κυριαρχίας», επιβεβαιώνουν την πρόθεση της Άγκυρας να εντείνει την πίεση για αναγνώριση τετελεσμένων στην κατεχόμενη βόρεια Κύπρο.

Η ελληνική κυβέρνηση αντιμετωπίζει αυτή την επιθετική ρητορική με σταθερότητα, απαντώντας θεσμικά και μέσω διεθνών επαφών, ενισχύοντας την επιχειρηματολογία της υπέρ της επανένωσης της Κύπρου στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Παράλληλα, βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με τη Λευκωσία και στηρίζει ενεργά τις πρωτοβουλίες της Κυπριακής Δημοκρατίας για επανέναρξη ουσιαστικών συνομιλιών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.

Μέσα σε αυτό το περίπλοκο σκηνικό, η Ελλάδα επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας και στην προστασία των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Η στρατηγική επιλογή της για προσήλωση στη διπλωματία, την ενίσχυση των διεθνών της συμμαχιών και την αποτροπή μέσω ισχυρής αποτρεπτικής παρουσίας συνιστά βασικό εργαλείο για την αντιμετώπιση των διαρκών προκλήσεων που εγείρει η τουρκική πολιτική. Το μέλλον των ελληνοτουρκικών σχέσεων παραμένει αβέβαιο, ωστόσο η ελληνική πλευρά επιδιώκει να το διαμορφώσει με όρους ειρήνης, σταθερότητας και σεβασμού του διεθνούς δικαίου.

Οι πρόσφατες προκλητικές δηλώσεις του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για το Κυπριακό, που προκάλεσαν την άμεση αντίδραση τόσο της Αθήνας όσο και της Λευκωσίας, επιβεβαιώνουν την εμμονή της Άγκυρας σε μια σκληρή, αμετακίνητη γραμμή. Η Τουρκία επιλέγει να επανέρχεται σε θέσεις που απέχουν από το διεθνές δίκαιο και τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, προσπαθώντας να νομιμοποιήσει το ψευδοκράτος και να επιβάλει τη λογική των δύο κρατών στην Κύπρο. Οι δηλώσεις αυτές δεν είναι μεμονωμένες, αλλά εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αναθεωρητικής στρατηγικής που χαρακτηρίζει την τουρκική εξωτερική πολιτική τα τελευταία χρόνια.

Η εμμονή στο αναθεωρητικό αφήγημα καθιστά αδύνατη οποιαδήποτε ουσιαστική πρόοδο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Όσο η Άγκυρα αρνείται να εγκαταλείψει τις μονομερείς διεκδικήσεις και συνεχίζει να εργαλειοποιεί το Κυπριακό, δεν μπορεί να ανοίξει με ρεαλιστικούς όρους η συζήτηση για την αποκαλούμενη “βαριά ατζέντα” των διμερών θεμάτων, όπως είναι η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης ή η αμυντική αποκλιμάκωση στο Αιγαίο. Η στρατηγική επιλογή της έντασης δεν αφήνει περιθώρια για εποικοδομητικό διάλογο, παρά μόνο για διαχείριση κρίσεων.

Αθήνα και Λευκωσία επιμένουν σε θέσεις αρχών, υπερασπίζοντας τη διεθνή νομιμότητα και επιδιώκοντας λύσεις που θα στηρίζονται στον διάλογο και στο δίκαιο. Ωστόσο, όσο η άλλη πλευρά παραμένει εγκλωβισμένη σε μια πολιτική αδιαλλαξίας και προκλήσεων, η προοπτική ουσιαστικής επαναπροσέγγισης παραμένει μακρινή.

Οι νέες αναφορές του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Κυπριακό, με επιμονή στη ρητορική περί «δύο κρατών», έρχονται σε μια περίοδο που διαφαίνεται κινητικότητα στο ζήτημα, με διεθνείς παίκτες να εξετάζουν το ενδεχόμενο επανέναρξης συνομιλιών. Παρόλα αυτά, η στάση της Άγκυρας δείχνει πως δεν υπάρχει διάθεση συμβιβασμού, αλλά αντίθετα επιδιώκεται η επιβολή τετελεσμένων στα κατεχόμενα. Διπλωματικές πηγές στην Αθήνα εκφράζουν την ανησυχία τους, σημειώνοντας πως κάθε τέτοια ενέργεια αποτελεί εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη και υπονομεύει την προοπτική ειρηνικής λύσης. Ξεκαθαρίζεται πως η σταθερή επιδίωξη της ελληνικής πλευράς παραμένει η επανένωση της Κύπρου στο πλαίσιο των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών, προς όφελος όλων των Κυπρίων και της διεθνούς σταθερότητας.

Η Λευκωσία αντέδρασε άμεσα, με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, να υπογραμμίζει πως η Κύπρος παραμένει υπό κατοχή εδώ και πενήντα χρόνια. Το Υπουργείο Εξωτερικών της Κύπρου καταδίκασε την παράνομη μετάβαση του Τούρκου προέδρου και ανώτατων Τούρκων αξιωματούχων στα κατεχόμενα, με αφορμή τα εγκαίνια έργου που έχει στόχο να ενισχύσει την εικόνα της αποσχιστικής οντότητας. Η κυπριακή πλευρά χαρακτήρισε την ενέργεια αυτή παραβίαση της διεθνούς νομιμότητας και των σχετικών Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Μέσα σε αυτό το τεταμένο κλίμα, η προγραμματισμένη συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας φαίνεται να μετατίθεται χρονικά, χωρίς να εγκαταλείπεται ως στόχος. Η Αθήνα επιδιώκει να διατηρήσει ανοικτούς τους διαύλους επικοινωνίας, με κυβερνητικές πηγές να τονίζουν πως «το ότι διαφωνούμε δεν σημαίνει ότι δεν συζητάμε», ξεκαθαρίζοντας όμως ταυτόχρονα πως «το ότι συζητάμε δεν σημαίνει ότι κάνουμε εκπτώσεις». Η θέση αυτή αποτυπώνει τη διπλωματική στρατηγική της Ελλάδας: επιμονή στις αρχές, διάλογος όπου αυτό είναι δυνατό, αλλά χωρίς υπαναχωρήσεις από τα εθνικά συμφέροντα.

Τα βλέμματα στρέφονται πλέον στη συνάντηση που αναμένεται να έχουν οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών στο περιθώριο της προσεχούς συνόδου του ΝΑΤΟ. Ο Γιώργος Γεραπετρίτης, που επισκέφθηκε πρόσφατα την Κωνσταντινούπολη, είχε σειρά επαφών, ενώ συμμετείχε και σε ανεπίσημο δείπνο με πρόσκληση του Τούρκου ομολόγου του, Χακάν Φιντάν. Παράλληλα, ο ίδιος ο Ερντογάν φροντίζει να διατηρεί ανοικτό το κανάλι προς τη Δύση, όπως αποδείχθηκε και από την πρόσφατη επίσκεψή του στη Ρώμη και τη συνάντησή του με την Ιταλίδα πρωθυπουργό, Τζόρτζια Μελόνι.

Αυτό το διττό σήμα από την πλευρά της Άγκυρας – σκληρή στάση στα ελληνοκυπριακά ζητήματα και ταυτόχρονη διπλωματική κινητικότητα προς τη Δύση – αποκαλύπτει τη διπλή στρατηγική που υιοθετεί η τουρκική ηγεσία. Από τη μία, επιμένει στην ακραία γραμμή για το Κυπριακό και διατηρεί υψηλούς τόνους σε θέματα όπως ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός που ανακοίνωσε η Αθήνα. Από την άλλη, επιδιώκει να μην φανεί ότι απορρίπτει τον διάλογο, προκειμένου να διατηρήσει το προφίλ ενός διεθνούς παίκτη που συνομιλεί με όλες τις πλευρές. Η τακτική αυτή, αν και προσφέρει στην Άγκυρα ευελιξία κινήσεων, αποτελεί ταυτόχρονα και το βασικό εμπόδιο στην ουσιαστική πρόοδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Σε ένα πυκνό και σύνθετο γεωπολιτικό περιβάλλον, η Αθήνα επιταχύνει τις διπλωματικές της κινήσεις, με στόχο την ενίσχυση της διεθνούς της θέσης και τη διαμόρφωση ευνοϊκών συμμαχιών σε μια κρίσιμη συγκυρία για την Ανατολική Μεσόγειο. Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις που διαμορφώνονται τόσο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στον ευρύτερο διεθνή χώρο, με έμφαση στη στρατηγική στάση των Ηνωμένων Πολιτειών, ιδίως υπό το ενδεχόμενο επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, καθώς η θέση του για τα ζητήματα της περιοχής αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο.

Ταυτόχρονα, οι συζητήσεις εντός της Ε.Ε. για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας έχουν πάρει νέα ώθηση, με την ελληνική πλευρά να παρεμβαίνει ενεργά και να προωθεί την άποψη ότι η δημιουργία μιας ισχυρής ευρωπαϊκής αμυντικής ταυτότητας είναι πλέον αναγκαία. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά τη συμμετοχή του στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στη Βαλένθια, έστειλε σαφές μήνυμα υπέρ της ενίσχυσης της αμυντικής συνεργασίας εντός της Ε.Ε., υπογραμμίζοντας πως οποιαδήποτε συνεργασία με τρίτες χώρες στον τομέα της άμυνας θα πρέπει να συνάδει με τα στρατηγικά συμφέροντα της Ένωσης και να λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα όλων των κρατών-μελών.

Η Αθήνα, αξιοποιώντας κάθε δυνατότητα πολυμερούς συνεργασίας, συνεχίζει την ενεργή της παρουσία στη διπλωματική σκακιέρα. Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στην αναβάθμιση των σχέσεων με στρατηγικούς εταίρους στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, με το βλέμμα στραμμένο στις ενεργειακές, αμυντικές και γεωοικονομικές εξελίξεις. Στο πλαίσιο αυτό, ξεχωρίζει η πρόθεση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου να φιλοξενήσει στο Ισραήλ τριμερή Σύνοδο Κορυφής Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ, την οποία γνωστοποίησε κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, στην Ιερουσαλήμ. Η κίνηση αυτή αποτυπώνει την πρόθεση ενίσχυσης του άξονα συνεργασίας των τριών χωρών, με έμφαση στη σταθερότητα και την ασφάλεια της περιοχής.

Παράλληλα, σημαντική εξέλιξη αποτελεί και η πρόοδος στο ενεργειακό σκέλος της περιφερειακής συνεργασίας. Όπως έγινε γνωστό, μέσα στο έτος αναμένεται να υπογραφεί η συμφωνία για το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης IMEC (India-Middle East-Europe Economic Corridor), το οποίο προβλέπει τη σύνδεση του Ισραήλ με την Κύπρο και την Ευρώπη μέσω ηλεκτρικού καλωδίου. Η συμφωνία αυτή έχει γεωστρατηγική σημασία για την Ε.Ε., καθώς εντάσσεται στις προσπάθειες απεξάρτησης από παραδοσιακές ενεργειακές πηγές και στη διαμόρφωση νέων αξόνων διασύνδεσης με τη Μέση Ανατολή.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα επιχειρεί να λειτουργήσει ως κόμβος σταθερότητας, ασφάλειας και διασύνδεσης σε μια περιοχή που παραμένει γεωπολιτικά ρευστή. Το επόμενο διάστημα αναμένονται νέες κινήσεις με στόχο την εμβάθυνση στρατηγικών συνεργασιών και την περαιτέρω ανάδειξη της χώρας σε πυλώνα σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.

https://newsprime.gr/

**Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: