Κάτι ακούγεται, ότι θα δώσουμε (αν δεν τά ‘χουμε ΉΔΗ δοσμένα) στσή Ουκρανοί καί (σχετικώς σύγχρονα) άρματα μάχης τύπου Λέοπαρντ, απ’ αυτά που έχουμε γιά τη δική μας άμυνα…

«- Καί λοιπόν, ρέ Εργοδότη; Μπορείς εσύ να το σταματήσεις αυτό; Μπορείς να σταματήσεις την ΠΡΟΔΟΣΙΑ

Δεν μπορώ· έστω, δεν μπορώ μόνος μου. Αλλά, πάντα μπορώ να σκέφτομαι. Καί, υπό καλές συνθήκες, να κάνω κι άλλους να σκεφτούν.

. . . . . . . . . . .

Αν ήμουν εγώ πρώθυ αυτής της χώρας, καί μου ζαλίζανε άσχημα τον έρωτα οι ηπαπαραίοι να δώσω (υπερπολύτιμα γιά τη χώρα μου καί ακριβοπληρωμένα) οπλικά συστήματα σε μιά χώρα, που ούτε της τα χρωστάω, ούτε μ’ ενδιαφέρει η τύχη της…

…κι αν δεν κατάφερνα να τους πείσω με λογικά επιχειρήματα, όπως:

  • «- Γιατί δεν δίνετε τα δικά σας;»
  • «- Γιατί δεν παίρνετε από τον ‘δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ’, τη στιγμή που εμείς είμαστε πτωχευμένη χώρα;»
  • «- Γιατί δεν βάζετε τον ‘δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ’, να πάει στην Ουκρανία να καθαρίσει αυτός;»

…Τότε, θα τους μιλούσα τη γλώσσα, που μόνον αυτή καταλαβαίνουν οι γκάνγκστερζ. Θα τους έλεγα πως έχουν τρείς επιλογές:

  • Ή θα πληρωθώ την αξία των Λέοπαρντ στο διπλάσιο της τιμής αγοράς τους. (Διότι, θα ήμουν μ@λάκας, αν δεν πατούσα από κάτω αυτόν που μ’ έχει ανάγκη, αλλά δεν τον έχω εγώ. Όπως κάνουν κάθε φορά όλα τα υπόλοιπα κράτη, δηλαδή… καί με θύμα συνήθως εμάς.)
  • Ή θα μου δώσεις εσύ, ηπαπάρα, απ’ τα δικά σου – καί δή, τουλάχιστον ίσης ισχύος μ’ αυτά που ζητάς να δώσω εγώ. (Διότι καταλαβαίνω πως μας θες αποκλειστικούς πελάτες σου. Ποιά Γερμανία καί ποιά Γαλλία;… Σε κατανοώ απολύτως.) Μή σε νοιάζει, δεν έχει σημασία αν τα (40+ ετών) Άμπραμς γλυστράνε με το χιόνι στον κατήφορο· έχουμε πολύ καλούς μηχανικούς εδώ, καί θα τα σενιάρουν όπως πρέπει. (Από την εποχή των ατμοκινήτων οδοντωτών σιδηροδρόμων την ξέρουμε τη λύση, ηπαπαραίε! Ερπύστριες με μεγαλύτερα δόντια χρειάζονται, κι όχι ερπύστριες παρελάσεων. Άειντε!)
  • Ή, αν δεν μου δώσεις (επειδή «δεν έχεις», «επείγεσαι», κι άλλα τέτοια σάλια), θα μ’ αφήσεις ν’ αγοράσω απ’ όπου θέλω. (Αν θυμάσαι, ηπαπαραίε, η συνθήκη ιδρύσεως του ΝΑΤΟ μου αφήνει το ελεύθερο.)

Σε κάθε περίπτωση, όμως, πρώτα θα δω το παραδάκι. Κι όχι σε γρίβνες καί λοιπά κωλόχαρτα. (Αλήθεια, πώς καί δεν ακούγεται αν έχει πληθωρισμό η Ουκρανία;… που φυσιολογικά θά ‘πρεπε να έχει.) Αλλά σε σκληρό συνάλλαγμα – παναπεί, μόνον ευρώ ή γιουάν. Μή σου πω καί σε ράβδους χρυσού!

Κι ακόμη κάτι: είτε με αγορά νέων αρμάτων, είτε με ανταλλαγή με δικά σου (υπ’ όψιν: με 10,000 βλήματα ανά άρμα· αλλοιώς τον πούλον, δεν συμφωνούμε σε τίποτε), πρώτα θα ‘ρθουν εδώ τα νέα άρματα, μετά θα πάνε στα τάγματα να καταστούν επιχειρησιακά, καί στο τέλος θα φορτώσω αυτά που θές, να τα στείλω εκεί που θές.

«- Μά, έτσι θα περιμένω κανά ξάμηνο!»

«- Τί να κάνουμε; το καλό το πράγμα αργεί να γίνει! Άλλως τε, η υπομονή είναι αρετή!»

«- Μά, μέχρι τότε δεν θα υπάρχει Ουκρανία!»

«- Στ’ @@ μας! Τί μας το λές; Καί που υπάρχει, δηλαδή, εμείς οι Έλληνες τί κερδίζουμε;

Λοιπόν, αυτοί είναι οι όροι μας. Θές, ή δε θές; Take it, or leave it! Παζάρια όπως τα θες εσύ, ΔΕΝ έχει.»

. . . . . . . . . . .

Αυτά ακριβώς θα έλεγα, αν ήμουν πρώθυ.

Όμως, ο κουκλοχαιρετάκιας δεν είναι εγώ. Οπότε, τίθεται το θέμα: από τους προαναφερθέντες λογικούς καί πατριωτικούς όρους, ποιούς έθεσε στους ηπαπαραίους προς αμοιβαία συμφωνία, γιά να στείλει τα Λέοπαρντ στην Ουκρανία;

«- Κανέναν!», είπατε;

Χμμμ… Καί δική μου εκτίμηση, πως όντως τους πέταξε όλους στα σκουπίδια. (Άλλως τε, είναι -όχι δική μου εκτίμηση, αυτό· ομολογία δική του είναι- καί «αντινατιβιστής», παναπεί: ευγενική διατύπωση, γιά το ότι θέλει να δεί όλους τους Έλληνες νεκρούς.)

Εκτός από έναν:

Το παραδάκι.

Μόνο που εδώ, δεν βλέπω κάν δικαιολογία τύπου Σημίτη, ότι ξεπουλάμε -λες κι είναι κληρονομιά απ’ τον πατέρα μας- την δημόσια περιουσία της χώρας (μπίρ παρά – πχ τον ΟΣΕ γιά 45 μύρια), μπάς καί ξεχρεώσουμε τα μαϊμού χρέη, που μας φόρτωσαν οι διάφοροι πωλητικοί αλήτες.

Δικη μου εκτίμηση, πάλι, είναι ότι το παραδάκι από τα Λέοπαρντ δεν θα πάει σε λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου… «μπας καί ξεχρεώσουμε».

Τί είπατε; «- Καί πού θα πάει;»

Καλά, τί ρωτάτε τώρα κι εσείς! Μεγάλα παιδιά είσαστε, σοβαρευτήτε λιγάκι! Μήν κάνετε χαζές ερωτήσεις!

ΤΕΛΟΣ

. . . . . . . . . . .

Υγ 1: Καταστάσεις ακριβώς ίδιες με τις του πρό του 1204 καιρού, δηλαδή. (Κάτι είχαμε γράψει κι εδώ, παλιότερα.)

Όπου οι τρισηλίθιοι καί άχρηστοι Βυζαντινοί είχαν διαλύσει το «πλώϊμον» (δηλαδή, τον στόλο), διότι …»κόστιζε», αφήσανε να σαπίσουν όσα πλοία υπήρχαν ακόμη, κι είχαν …ενοικιάσει πολεμικό στόλο από διαφόρους Ενετούς καί λοιπούς παρεμφερείς.

Τα ανταλλάγματα, βέβαια, που ζήτησαν καί πήραν οι Ενετοί (καί οι λοιποί), ήταν τρομερά: όλα τα λιμάνια δικά τους, αφορολόγητες συναλλαγές, καί (παρεκτός από πολύ σοβαρές περιπτώσεις) …ακαταδίωκτον, άλλως ετεροδικία τύπου «προτεκτοράτο Ελλάς 1950».

Ποιά Δ’ Σταυροφορία;! Αυτή, όταν ήρθε, απλώς τους πήρε καί τα σώβρακα, των Βυζαντινών. Τους έκανε …γυμνιστές! lol!!! Η μεγάλη δημόσια περιουσία είχε αρχίσει να ροκανίζεται πρό πολλού.

Παραμονές του 1204, λοιπόν, κι ο ίδιος ο αρχιναύαρχος των Βυζαντινών (σε ποιόν στόλο, άρα γε; ) έβαζε χέρι στα αποθέματα των εξαρτημάτων των πολεμικών πλοίων, καί τα πουλούσε προς ίδιον όφελος.

Δεν ξέρω αν όλ’ αυτά σας θυμίζουν τίποτε από το σήμερα.

. . . . . . . . . . .

Υγ 2: Είχα δεί πρό καιρού ένα φίλμ στο Διαδίκτυο, όπου κάτι μέλη μιάς Μεξικάνικης συμμορίας είχαν δέσει στον τοίχο έναν δικό τους, που τον θεωρούσαν «καρφί», καί -μετά από σύντομη «ανάκριση»- στο τέλος τον αποκεφαλίσανε, κόβοντάς του τον λαιμό με αλυσοπρίονο. (Ποιά τζιχάντια;!… Αρνάκια είναι, μπροστά στους Αζτέκους!) Όντως τρομερό θέαμα, καί δεν συστήνω να το ψάξετε στα ψαχτήρια.

Τώρα, θα μου πείς… καί πώς μού ‘ρθε, καί το θυμήθηκα αυτό;

Έλα, ντέ!

Τον τελευταίο καιρό, δεν πάω καλά από μυαλό. Υποχρεώσεις, κούραση… σχεδόν τά ‘χω παίξει. 😉