Από θρησκευτικής σκοπιάς, η ενορία δημιουργήθηκε με σκοπό τη θέωση των μελών της Εκκλησίας μέσω της ευχαριστιακής συνάξεως. Ο πιστός βιώνει το μυστήριο μέσα στην ενορία αγωνιζόμενος και αγιαζόμενος καθώς ενώνεται με τον Χριστό. Οι χριστιανοί μέσω της ενορίας ενώνονται ως εν Χριστώ αδέλφια και μετέχουν, ο καθένας στην ενορία του, στα μυστήρια της Εκκλησίας γινόμενοι με αυτό τον τρόπο ένα σώμα.
Ωστόσο, πέρα από τον ρόλο της ενορίας ως πυρήνα της Εκκλησίας, η ενορία επιτελεί και τον ρόλο του πυρήνα της κοινωνίας, τουλάχιστον όπως αυτή δομήθηκε και εξελίχθηκε στην Ελλάδα. Ακόμη κι εγώ που θεωρούμαι γέννημα της μεταπολιτευτικής και “εκσυγχρονιστικής” Ελλάδας, μπορώ να πω ότι βίωσα τον ενοριακό τρόπο ζωής. Οι γειτονιές που ανήκαν στην ενορία του Προφ. Ηλία είχαν μία οικογενειακή ατμόσφαιρα και ένα κοινό βίο του οποίου το επίκεντρο ήταν η εκκλησία της ενορίας. Κυριακάτικη λειτουργία, θρησκευτικές εορτές, ο ιερέας της ενορίας που ποίμαινε, ένωνε και γενικώς ασχολιόταν με τα μέλη της ενορίας σαν παιδιά του, δημιουργούσαν τα χαρακτηριστικά εκείνα που συναντάμε σε κάθε αυθεντική ελληνική κοινότητα. Ο Ίων Δραγούμης, ο οποίος δεν ήταν ιδιαίτερα θρήσκος άνθρωπος αλλά έβλεπε με καθαρότητα τον δεσμό του ελληνικού πολιτισμού με την ορθόδοξη θρησκεία, έλεγε “όπου βρεθούνε δέκα Ρωμιοί φτειάνουν εκκλησία. Συνάζουν πρώτα χρήματα για την εκκλησία. Άμα τη χτίσουνε φέρνουν παπά. Έπειτα και τις γυναίκες τους. Ύστερα με τους δίσκους της εκκλησίας συνάζουν χρήματα και φτειάνουνε σκολειό. Τέλος φέρνουνε δάσκαλο για τα παιδιά τους, και νάτην η κοινότητα”.
Αυτός είναι κοντολογίς ο τρόπος με τον οποίο ο Έλληνας οργανώνεται εδώ και αιώνες. Η ενορία είναι θεμελιώδης. Ένας θρησκευτικός σκοπός που είναι η μετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας και η θέωση, διανθίζεται και επεκτείνεται στη δημιουργίας μίας ολόκληρης και απόλυτα λειτουργικής κοινότητας με τα σχολεία της, το ιατρείο της, τις οικίες της κλπ. Εντούτοις, σήμερα κινδυνεύει να χαθεί ο ενοριακός τρόπος ζωής, για δύο κύριους λόγους. Πρώτον, γιατί πλέον όλο και λιγότερα μέλη της κοινότητας ενδιαφέρονται να μετάσχουν και να ενωθούν με τον Κύριο – άρα χάθηκε ο πρωταρχικός λόγος που δημιουργήθηκε η κλασσική ελληνική κοινότητα. Δεύτερον, γιατί έχει χαθεί η ίδια η έννοια της κοινότητας λόγω της ανάδυσης του κεντρικού κράτους που έχει αντικαταστήσει τους κοινοτικούς θεσμούς.
Το κεντρικό κράτος, η ραγδαία αστικοποίηση, η απομάκρυνση του κόσμου από τον ένθρησκο τρόπο ζωής, οι ευθύνες του ιερατείου της Εκκλησίας, δηλαδή αρκετών επισκόπων της που λειτουργούν σαν δημόσιοι υπάλληλοι παρά ως πνευματοφόροι ποιμένες. Διότι ο πνευματικός πατήρ οφείλει να ενεργεί με τρόπο που να εντάσσει και να διατηρεί τον πιστό στην πνευματική ζωή. Γι’ αυτό σήμερα παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο, να εγκαταλείπει ο κόσμος τις ενορίες και να γεμίζουν με προσκυνητές και επισκέπτες τα μοναστήρια. Γιατί κάποιος αποφεύγει την ενορία που τυγχάνει να είναι πλησίον της οικίας του και να σηκώνεται γεμάτος προθυμία να πάει σε ένα μοναστήρι που απέχει μέχρι και εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά; Αναρωτιέμαι, μήπως επειδή εκεί βρίσκει την πνευματικότητα που κάποτε έβρισκε στην ενορία;
Θεωρώ ότι είναι πολυπαραγοντικό το πρόβλημα, όμως η ρίζα του είναι η άγνοια, η παρανόηση και η αδιαφορία για τον θεμελιώδη ρόλο της ενορίας, τόσο σε πνευματικό όσο σε πολιτιστικό και κοινωνικό επίπεδο. Δεν θα ξεχάσω τον παπά της ενορίας μας, πόσο δραστήριος ήταν με τα πνευματικά τέκνα της ενορίας του. Έκανε κατ’ οίκον επισκέψεις και άκουγε τα προβλήματά τους, συζητούσε, ρωτούσε, έλεγχε (αδιανόητο στη ναρκισσιστική κοινωνία μας), στήριζε τους ασθενείς, επισκεπτόταν τακτικά το σχολείο, διακονούσε, κήρυττε και γενικώς διατηρούσε μία ζωντανή και ενωμένη ενορία.
Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος “και γιατί πρέπει να αναβιώσουμε αυτή την κοινωνία;”. Λοιπόν, το σημαντικότερο επίτευγμα αυτής της κοινωνίας ήταν ότι έδωσε ένα σκοπό και σφυρηλάτησε έναν ισχυρό δεσμό ανάμεσα στα μέλη της. Τα μέλη της μίας ενορίας ενώνονταν με τα μέλη της άλλης ενορίας μέσω της μετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας και γίνονταν ένα σώμα, κατά τον ίδιο τρόπο που οι κοινότητες ενώνονται μεταξύ τους και συνθέτουν ένα ενιαίο και αδιαίρετο έθνος: το ελληνικό. Χωρίς πολλή σκέψη, θεωρώ ότι αξίζει να προσπαθήσει κανείς για μία τέτοια κοινωνία παρά για μία αποδιοργανωμένη και πολυδιασπασμένη μη-κοινωνία σαν αυτή που ζούμε σήμερα, στην οποία πορευόμαστε όπως ένας άνθρωπος πορεύεται στη μέση του πουθενά με χαλασμένη πυξίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου