ι εκεί, που δεν πας ακριβώς ν’ αγιάσεις, αλλά να κάνεις καναδυοτρείς light αμαρτιούλες… (ξέρετε… καλοκαίρι… ακρογιαλιές… γκόμενες με μπικίνια… να προσφερθείς να τους βάλεις αντιηλιακό, κι ό,τι προκύψει…) τσούπ! πετάγεται ο Ακατονόμαστος, καί σου βάζει ιδέες να κάνεις αμαρτιάρα! Να γίνεις μέχρι κι εγκληματίας! Δολοφόνος!
Όπως θα καταλάβατε, πάλι έριξα ασφάλειες.

Ο γνωστός μας Καραγκιόζης (με κεφαλαίο Κ) προσφέρει γέλιο· καί, καμιά φορά, σε κάνει να σκέφτεσαι κιόλας.
Λοιπόν, στο κλασικό έργο του Θεάτρου Σκιών «Ο Μεγαλέξανδρος καί το καταραμένο φίδι», είναι ο Κατηραμένος Όφις, που ταλαιπωρεί τους πάντες… μέχρις ότου έρχεται ο Μεγαλέξανδρος καί τον σκοτώνει.

Ο Καραγκιόζης, τώρα, ο οποίος παρακολουθεί τη μονομαχία έντρομος καί κρυμμένος στην καλύβα, με το που φεύγει απ’ τη σκηνή σιωπηλός ο Μεγαλέξανδρος (ως μυθική μορφή του Ελληνισμού), βγαίνει έξω, πάει στο θηρίο, το κλωτσάει γιά να διαπιστώσει αν είναι ψόφιο, καί μετά ανεβαίνει απάνω του, του μπήγει καί μιά Ελληνική σημαία, καί παίρνει περήφανο ύφος αδριάντα (κοιτάζοντας τον ουρανό).
Τότε, έρχεται απ’ το μέρος του σαραγιού ο Χατζηαβάτης. Ο οποίος κοιτάει το σκοτωμένο τέρας με τον Καραγκιόζη απάνω, θαυμάζει, καί λέει:
«- Βρέ!…»
Τίποτε ο Καραγκιόζης. Καμμία απόκριση. Κάνει το κορόϊδο.
«- Βρέ! Καριγκιόζ’!»
«- Έ; τί; Ποιός είναι;» (Δήθεν συνέρχεται από έκσταση ο Καραγκιόζης.)
«- Εγώ είμαι, βρέ! Εγώ!»
«- Ά! Γειά σου Χατζατζάρη!»
«- Εσύ, βρέ, το σκότωσες αυτό το θηρίο;»
«- Εγώ!»
«- Εσύ;» (Δυσπιστεί ο Χατζηαβάτης.)
«- Εγώ!»

Τέλος πάντων, η ιστορία μετά την ηρωϊκή σκηνή του φόνου του όφεως προσφέρει άφθονο γέλιο, με τον Καραγκιόζη (μεταξύ των άλλων) να υπολογίζει πόσες μερίδες σουβλάκια βγαίνουν απ’ το τέρας.
Πρόσφατα, όμως, μας προέκυψε κι ένα άλλο είδος καραγκιόζη (με μικρό κ), που αναφέρεται στον Μεγαλέξανδρο… καί μού ‘ριξε τις ασφάλειες.
Αλλά, διαβάστε πρώτα εδώ.

Τί θα γίνει μ’ εσάς, ρέ λεβέντες απ’ τα κρυφά ανθελληνικά κέντρα αποφάσεων; Θα το κόψετε καμιά φορά το βιολί να παίζετε με τη συναισθηματική βλακεία του Έλληνα; (Αλλά τί ρωτάω κι εγώ τώρα, έ;…)
Κι εσύ, Έλληνα, τί περιμένεις, να τους γιαουρτώσεις με σκατά;
Ως πότε θα περιμένεις να σε σώσουν…
  • πότε η «Αόρατος Αρχή»,
  • πότε άγγελοι καί Αγαθάγγελοι,
  • πότε ο βασιλιάς της αγγλίτσας, που θα συγκινηθεί απ’ τα ωραία σου τα μάτια, καί θα κατεβάσει τον στρατό του να καθαρίσει τους τουρκαλάδες γιά πάρτη σου,
  • πότε Έψιλον, Ύψιλον, Ψίψιλον, …Έχονδρον, …Ύχονδρον;
  • πότε «αναστηθησόμενοι»,
  • πότε Ανδρομέδιοι εξωγήϊνοι,
  • πότε το Ξανφόν Γκιένος,
  • πότε «πατριωτικά» κόμματα,
  • καί πότε άλλες τέτοιες ΠΟΡΔΕΣ των τμημάτων προπαγάνδας των «υπερεσιώνε» ξένων εχθρικών καί κρυπτοεχθρικών κρατών;
Έ;
Δε βαρέθηκες, Έλληνα, να κλάνουν στα μούτρα σου οι «υπερεσίες», κι εσένα να σου φαίνεται πως οσφραίνεσαι Ζιβανσύ εκ Παρισίων;
Πόσα χρόνια θα περιμένεις ακόμα «σωτήρες», ρέ ΧΑΜΕΝΕ, που είμαστε στο «καί μισή», ελάχιστα πρίν σκάσουμε στον πάτο του γκρεμού, καί μόνον το γκάπ! δεν ακούστηκε ακόμη;
Αλλά, τί λέω… οι περισσότεροι τώρα θ’ αλλάξουν χαβά, καί θα περιμένουν τον Μεγαλέξανδρο να έρθει να ηγηθεί… (Ο Παλαιολόγος κι ο Βατάτζης υποβιβάστηκαν, πλέον, στη Β’ Εθνική – ως ανεπαρκείς γιά κυνηγητά μέχρι την Κόκκινη Μηλιά, να υποθέσω. Ηλικιωμένοι άνθρωποι, δεν τον βγάζουν τόσον ποδαρόδρομο.)
Βέβαια, ώσπου νά ‘ρθει ο Μεγαλέξανδρος, ήρθαν τα λαθροτζιχάντια· κι οσονούπω θά ‘ρθουν κι οι χατζάρες τους. Αλλά, γιά το μυαλό του μέσου συμπατριώτη μας, αυτά εισίν λεπτομέρειες ανάξιες λόγου (μπρός στον Βουκεφάλα).

Λοιπόν. Ξεκάθαρα. Ό,τι ήταν να ειπωθεί, ειπώθηκε· καί δεν το επαναλαμβάνω.
Οι οδηγίες έχουν δοθεί πρό πολλού… τρόφιμα μακράς διαρκείας, φάρμακα, είδη πρώτης ανάγκης, κι από όπλα αδήλωτα, ό,τι μπορεί ο καθείς. Ανταλλαγή τηλεφώνων με γείτονες, πενταμελείς ομάδες, κι έκαστος εφ’ ώι ετάχθη. Τα αρχηγηλίκια δεν είναι γιά τον καθέναν, αλλά γιά όσους «τό ‘χουν». Όπως δεν είναι γιά τον καθέναν το οργανωτικό μέρος, ή η εκτέλεση μιάς αποστολής.
Τώρα, όποιος άκουσε, άκουσε· κι όποιος εφάρμοσε, εφάρμοσε. Γιά τους βλάκες καί τους «ελαμωρέδες», τους πιθανούς κατά φαντασίαν γιαλαντζή στρατιώτες του νέου Μεγαλέξανδρου καί τους αποχαυνωμένους αναγνώστες τέτοιων σιχαμερών κειμένων, δεν θα λυπηθώ καθόλου γιά όσα θα πάθουν.
Μόνο που, επειδή πονάω αυτή τη χώρα, δεν θά ‘θελα να υπάρξουν πολλά θύματα (έστω καί αφελών) στην αρχή, με το πρώτο «μπάμ». (Διότι τα λαθροτζιχάντια -γιά περίπου 72 ώρες, αφ’ ότου δεχθούν το σύνθημα να μας σφάξουν- θα έχουν το απόλυτο πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού· πιστέψτε με. Άλλη φορά -καί μάλλον σύντομα- η ανάλυση, καί δεσμεύομαι.) Οπότε, κάποιος να τον μαζέψει, όσο είναι καιρός.
Καί δεν εννοώ τον Μεγαλέξανδρο.

Υγ 1: Η αλήθεια είναι, ότι τον «μαζευθησόμενον» δεν τον χωνεύω. Μου κάθεται στο στομάχι εδώ καί καιρό.
«- Δηλαδή, ρέ Εργοδότη, γράφεις εμπαθώς;»
ΝΑΙ, ΡΕ!!!!! Εμπαθέστατα!
Διότι δεν είναι δυνατόν να προωθείτε, κύριοι (ξέρετε εσείς, ποιοί είσαστε), τον δημόσιο λόγο ατόμου, που θεωρεί τον Ιουστινιανό καί τον Θεοδόσιο παραδείγματα προς μίμησιν… κι έχει την «μετάνοια» ως φάρμακο διά πάσαν νόσον καί πάσαν μαλακίαν. Ωραία δουλειά!… Να σκοτώνεις καμιά τριανταριά χιλιάδες νοματαίους, καί μετά να τραβάς μιά μετάνοια στον δέσποτα, καί συγχωρημένος!!! Ωραίο παράδειγμα παίρνουν τα Ελληνόπουλα!
Άειντ’ από ‘δώ πέρα, ρέ, κι εσείς καί οι μετάνοιές σας! Δε σέβεστε τίποτε, κι επιμένετε ν’ ασελγείτε στο σώμα της Ελλάδας ακόμη καί τώρα, στο «καί μισή»!
Αλλά θα τα πληρώσετε όλ’ αυτά, κουφάλες.
ΔΕΟΝΤΩΣ.

Υγ 2: Να προσθέσω κάτι – αν καί δεν θά ‘πρεπε, ως περιττό (γιά σκεπτόμενους αναγνώστες).
Με τα οργανωτικά μέτρα πρίν μας βρεί ασκεπείς στο ύπαιθρο η λαθροθύελλα (είδατε τί έκαναν πρόσφατα στη Μυτιλήνη τα λάθρο – αυτά, όμως, ακόμη είναι «τεστάκια», δεν είναι η τελική επίθεση), εντάξει, σας είπα δυό-τρία πράγματα.
Αυτό, όμως, ουδόλως σημαίνει ότι υποχρεωτικώς θα περιοριστήτε μόνο σ’ αυτά. Εννοείται πως μπορείτε να επιφέρετε προσθήκες καί βελτιώσεις, όπως ταιριάζουν καλύτερα σ’ εσάς.
Μεταξύ των οποίων, καί οριστικό μπλάνκο στους γραφιάδες καί στις ιστοσελίδες, που επιμένουν να σπέρνουν εγκεφαλικό καί ψυχικό ανθελληνικό δηλητήριο. Διότι, δεν πιστεύω πως οι σκεπτόμενοι έχετε πολύ χρόνο γιά χάσιμο σε κόπρανα.