ντάξει… καί πες ότι ξεπεράσαμε όλα τα σχετικά με το θέμα εμπόδια (λογικά, συναισθηματικά, οικονομικά ξέρω ‘γώ), καί αποφασίζουμε να γίνουμε αθάνατοι. Πάμε, λοιπόν, στο μαγαζί που πουλάει αθανασίες.
Τί διαλέγουμε;
Χμ… αυτό που είναι κάθε φορά διαθέσιμο, ανάλογα με τις εποχές. Δηλαδή, είναι αλήθεια πως σε κάθε εποχή (καί πολιτισμό) δεν έχουμε πολλές επιλογές μεθόδου…
[Λογικό, διότι το να πετύχεις την αθανασία, δεν είναι καί το ευκολώτερο πρόβλημα προς επίλυση! Άσε που, όποιος βρεί τη λύση, δεν το κόβω να την έχει γιά λαϊκή κατανάλωση. Οπότε, ή δεν βρίσκουν τίποτε, ή βρίσκουν μία καί μοναδική λύση, αφού τους έχει βγεί η πίστη στην προσπάθεια.]
…Αλλά, άμα φέρνει αποτέλεσμα, δεν τραβάμε καί κανένα ζόρι! 
Ερευνήσας καλώς (κι επί χρόνια) το θέμα, σας λέω πως υπάρχουν τα εξής είδη αθανασίας (κατά 99%, δίνοντας χώρο καί στην μαθηματική πιθανότητα να υπάρχει κι άλλο είδος, που μου διέφυγε) :
  • Αθανασία αυτοτελής (με υποκατηγορίες).
  • Αθανασία εξαρτώμενη από εξωτερικούς παράγοντες (με υποκατηγορίες).
  • Αθανασία με υποκατάστατο κλώνου.
  • Αθανασία με υποκατάστατο ηλεκτρονικού υπολογιστή.
Ας τις δούμε αναλυτικά.

v. Αυτοτελής αθανασία
Αυτή η έκφραση σημαίνει να επιτύχουμε την αθανασία, κάνοντας τα “μαγικά” μας μία καί μοναδική φορά – καί μετά να μήν έχουμε ανάγκη από τέτοια φάρμακα. Κάπως, όπως με τον Οβελίξ, που -ως μωρό- έπεσε στο τσουκάλι με το μαγικό φίλτρο, οπότε δεν ξαναπήρε μαγικό φίλτρο στη ζωή του! (…’Ντάξ’!… πήρε μιά πολύ μικρή ποσότητα σ’ ένα καί μοναδικό επεισόδιο της σειράς, διότι η κατάσταση που θ’ αντιμετώπιζε παραήταν ζόρικη!    )
Πώς επιτυγχάνεται αυτή, τώρα;
Με διαφόρους τρόπους.
  • Οι “Οκτώ Χσιέν” πήραν κάποιον συνδυασμό βοτάνων (αν θυμάμαι καλά).
[Αλήθεια, έχετε σκεφτεί ποτέ πώς μαζεύτηκαν όλες αυτές οι γνώσεις γιά τα βότανα; Κι ακόμη περισσότερο, γιά τα μείγματα βοτάνων;
  • Με πειραματισμό επί δεκάδες χιλιάδες χρόνια -με ενδεχομένως θανάτους ασθενών σε αποτυχημένες εφαρμογές-, ώσπου να βρεθεί η σωστή απάντηση γιά το πού χρησιμεύουν;
  • Ή με κατά κάποιο τρόπο “σκάλισμα” του Μάτριξ;
Διότι, αν το να πετύχεις (με τη μέθοδο δοκιμής-λάθους, trial-and-error) την χρησιμότητα ενός βοτάνου (καί τη σωστή δόση) έχει x δυσκολία, τότε τα μείγματα βοτάνων έχουν (10^Ν)*x δυσκολία! (Σκέψου, τώρα, καί τα δηλητήρια φιδιών ως φάρμακα, κτλ κτλ!)
Δεν γνωρίζω την απάντηση, αλλά θέλω να το σκεφτήτε λιγάκι το θέμα. Διότι σε πολλά πράγματα -ήδη γνωστά- δεν δίνουμε σημασία, επειδή τα θεωρούμε αυτονόητα. Έ, ΔΕΝ είναι!]
  • Οι αλχημιστές θεωρούσαν πως το μερεμέτι αθανασίας στην κορμάρα μας επιτυγχάνεται μιά κι έξω με τη “φιλοσοφική λίθο”. (Καθώς κι άλλα καλούδια μπορούσαν να επιτευχθούν μ’ αυτήν την κοτρώνα, κυρίως η μετατροπή ευτελών μετάλλων σε χρυσό.)
  • Το δε θρυλικό πλέον μυθιστόρημα “Ο θαυματουργός ψίθυρος του Ερμή”, λέει πως μπορούμε να επιτύχουμε αθανασία, αλλάζοντας τη δομή του dna μας με κάποιους ήχους παράξενους μέν, αλλά στο ακουστό φάσμα δέ.
[Οι “επιστήμονες” της καρριέρας, όταν δεν γλείφουν τον κώλο του κατεστημένου (αποκρύπτοντας πράγματα, ή λέγοντας αισχρά ψέμματα γιά όσα δεν μπορούν ν’ αποκρυβούν – βλέπε ιεροψάλτη), έχουν μιά τάση να εκτοξεύουν ανοησίες. Στη Βιολογία, τώρα, το κομμάτι του dna που δεν το αποκρυπτογράφησαν ακόμη, το απεκάλεσαν -λίαν αμετροεπώς- “σκουπιδο-dna”. (Τη διόρθωσαν την ονομασία, αλλά η στάμπα της ανοησίας τους παρέμεινε – καί δεν βγαίνει, ούτε με χλωρίνη.)
Τα μονα σκουπίδια, πάντως, που παράγει η Φύση, είναι τα μυαλά τέτοιων “επιστημόνων”. Όχι τα κομμάτια του dna, στα οποία δεν εμπεριέχεται τίποτε το άχρηστο.]
«- Μυθιστόρημα, ρέ Εργοδότη; είναι τα μυθιστορήματα σοβαρή πηγή αναφοράς γιά το θέμα αυτό;»
Όχι ακριβώς… Αλλά, όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει καί φωτιά!

Ειλικρινά, δεν γνωρίζω αν ισχύουν αυτές οι μέθοδοι, που αναφέραμε. Πάντως, τείνω να πιστεύω ότι αυτή με τα βότανα όντως έφερε αποτέλεσμα. Η αθανασία, τώρα, που σκαλίζουν οι σημερινοί επιστήμονες (με το χάπι, που λέγαμε), κατά 99% είναι αυτού του τύπου: μιά κι έξω.

vi-α. Αθανασία εξαρτώμενη από εξωτερικούς παράγοντες
Αυτή εδώ είναι το αμέσως λιγώτερο καλύτερο είδος αθανασίας, διότι σου επιβάλλει δεσμεύσεις. Ενώι με το προηγούμενο είδος αθανασίας γίνεσαι αθάνατος καί ξεμπλέκεις (όντας πιά εσαεί ελεύθερος να μην ξανασχοληθείς με -ιατρική, ή άλλης μορφής- υποστήριξη της αθανασίας σου), με τούτο εδώ το είδος:
  • είτε αναγκάζεσαι σε τακτά χρονικά διαστήματα να ξαναπερνάς τη διαδικασία αθανασίας (πχ να παίρνεις τα αθανατοβότανά σου / αθανατοχάπια σου / κτλ,
  • είτε αναγκάζεσαι να μένεις διαρκώς σ’ έναν χώρο, που συντηρεί την αθανασία· διότι, έξω απ’ αυτόν ξαναγίνεσαι θνητός.
Τη δεύτερη περίπτωση την επεσήμανε ένα προπολεμικό μυθιστόρημα, το: “Χαμένος ορίζων” (γυρίστηκε καί σε ταινία – εδώ, καί με την υπόθεση). Όπου ένας τύπος, μετά από περιπέτειες, έφτασε σ’ ένα τελείως απομονωμένο βουδδιστικό μοναστήρι στο Θιβέτ, καί με τα πολλά καψουρεύτηκε μιά καλόγρια ( ; ). (Δεν πρέπει νά ‘τανε ακριβώς καλόγρια, διότι οι βουδδίστριες μοναχές ξυρίζουν τα κεφάλια τους, πράγμα που δεν θεωρείται ελκυστικό από τον μέσο δυτικό άντρα. Πάντως, είτε ήταν, είτε δεν ήταν, ο έρως είναι έρως, καί δεν κοιτάζει τέτοια. Άλλως τε, όποιος γουστάρει μαλλιά καί μωϋνότριχες, με λίγη υπομονή θα τα δεί να ξαναμεγαλώνουν μετά το ξύρισμα.    )
Τέλος πάντων, από ‘δώ την είχε, από ‘κεί την είχε, την έψησε να την κοπανήσουν κρυφά απ’ το μοναστήρι μαζί… πράγμα το οποίο καί έκαναν.
Δρόμο παίρνουν, δρόμο αφήνουν στις κατηφοριές του Θιβέτ, πέφτουν γιά ύπνο το πρώτο βράδυ… αλλά το πρωΐ, ξυπνάει πρώτος ο τύπος, καί βλέπει δίπλα του το λείψανο μιάς γραίας, ζαρωμένης χειρότερα από ελιές θρούμπες!
Υποθέτω πως ακόμα τρέχει! Καρα-lol!!!
Σε άλλο, τώρα, παρεμφερές μυθιστόρημα (διεξαγόμενον εις Παρισίους στα χρόνια μας), εκεί που πήγαινε ο τυπάς να βάλει χέρι στην ψιλοώριμη μέν, γκομενάρα δέ πρωταγωνίστρια, αυτή τον απέτρεψε. Διότι τελικά αποδείχθηκε ότι η μανδάμ ακολουθούσε αλχημιστικές μεθόδους (έπαιρνε διάφορα ελιξήρια, ξέρω ‘γώ), γι αυτό ήταν καί φαινόταν σαν γοητευτική πενηντάρα… αν, βέβαια, διαιρούσαμε την πραγματική ηλικία της διά δύο!    Γι’ αυτό έκανε πίσω· επειδή ήθελε να προλάβει το φρικάρισμα του μορφονιού (τον οποίον κι αυτή γουστάριζε – έρως, λέμε!), αν τού ‘λεγε την αλήθεια. (Πιό σοφή αυτή απ’ την καλόγρια… ή απ’ τον συγγραφέα του προηγουμένου τυπουργήματος! Lol!!!)

‘Ντάξ’, τώρα, η δεύτερη μανδάμ (η Παριζιάνα) ανήκει στην πρώτη περίπτωση υποβοηθούμενης αθανασίας· όμως, ακριβώς η πρώτη περίπτωση είναι αυτή, που ενδιαφέρει τα μάλα εμάς τους Έλληνες, διότι έχει να κάνει με την μυστηριώδη “προϊστορική” πόλη του Ακρωτηρίου, στη Σαντορίνη.

vi-β Ακρωτήρι
Το 1967, ο αρχαιολόγος Σπύρος Μαρινάτος ανακάλυψε την “προϊστορική” πρωτεύουσα της Σαντορίνης (στα νοτιοανατολικά του νησιού), από θραύσματα αγγείων που έβγαλαν οι βροχές κάτω απ’ τα χώματα χιλιετιών. (Αυτή είναι μιά στάνταρ μέθοδος, γιά να μάθουμε αν κάτω από ένα μέρος κρύβονται αρχαία.)
Τελικά, με τις ανασκαφές, ξαναήρθε στο φώς ένα μέρος της πολύ αρχαίας πρωτεύουσας του νησιού· με κτίρια πολυώροφα (ναί!), αποχετευτικό σύστημα (ναί!), μπανιέρες καί χέστρες (ναί!), μέχρι καί ψηστιέρες γιά σουβλάκια! (Ναί!!!) Δυστυχώς, δεν βρέθηκαν γραπτά μνημεία σε αναγνώσιμη γραφή (μονάχα τρείς όλες κι όλες πινακίδες σε Γραμμική Α’), έτσι δεν γνωρίζουμε ούτε κάν το όνομα της πόλης αυτής. Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος της βρίσκεται ακόμη κάτω από τα χώματα, διότι απαιτείται ένα τεράστιο χρηματικό ποσόν γιά απαλλοτριώσεις καί ανασκαφές στο υπόλοιπο μέρος.
Εκείνο, όμως, το εύρημα που έκανε καί κάνει την μέγιστη εντύπωση, είναι οι τοιχογραφίες.
Ένας κόσμος φανταστικός! Τοπία, ζώα, μοτίβα σχεδόν ψυχεδελικά, καί άνθρωποι. Όμως, άλλο να επιχειρώ περιγραφή εγώ εδώ, κι άλλο να τις δήτε τις τοιχογραφίες αυτές από κοντά! Καμμία σύγκριση!
Οι πιό όμορφες (δεν ξέρω αν όλες) βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, ενώι στην ίδια τη Σαντορίνη βρίσκονται ακριβή φωτογραφικά αντίγραφα σε διαφάνειες (καί σε φυσικό μέγεθος, κλίμακα 1:1), στο ίδρυμα Νομικού, στα Φηρά. Υπάρχει καί σχετικό βιβλίο, αν θέλετε να τις έχετε μόνιμα κοντά σας! (Καί μιά ιδέα στο τζαμπέ, αλλά επιστημονικώς πως, από ‘δώ.)
Εν πάσει περιπτώσει, η αφεντιά μου αμέσως διέκρινα ένα σύνηθες χαρακτηριστικό στις ανθρώπινες μορφές…
…καί κατάλαβα!

Γιά δοκιμάστε, τώρα, κι εσείς… πρώτα στην τοιχογραφία με τον νεαρό ψαρά, καί μετά σ’ αυτήν με μία από τις «κροκοσυλλέκτριες»! (Το φυτό, που μαζεύουν οι γυναίκες των τοιχογραφιών, έχει αναγνωριστεί ως ο κρόκος – όπως σήμερα βρίσκεται πχ στην Κοζάνη· εξ ού καί η ονομασία «κροκοσυλλέκτριες», που τους δώσαν οι αρχαιολόγοι.)





Ναί, κοινό τους χαρακτηριστικό είναι το εν μέρει ξυρισμένο κεφάλι.
Γιατί όχι όλο ξυρισμένο;
Χμμμ… διότι το όλο έχει μία ομοιομορφία, καί σε κάποιους πολιτισμούς εθεωρείτο ακόμη καί στοιχείο ομορφιάς – έστω καί υπό συνθήκες. (Είναι γνωστό, πως πχ οι αρχαίες Αιγύπτιες ξύριζαν τα κεφάλια τους. Το ίδιο καί οι Σπαρτιάτισσες, την πρώτη νύχτα του γάμου!) Από δέ πρακτικής πλευράς, το ολικό ξύρισμα του κεφαλιού απαλλάσσει από την καθημερινή φροντίδα γιά χτενίσματα κτλ, ειδικά σε φυλές με «δύσκολα» μαλλιά (όπως οι μαύροι της Αφρικής). Αλλά το εν μέρει ξύρισμα, με την -φέρουσα προς το άσχημο- ασυμμετρία του, δείχνει ότι το άτομο δεν ενδιαφέρεται γιά την επαινετική γνώμη του κόσμου· γιά τα εγκόσμια, παναπεί.
Καί γιατί δεν ενδιαφέρεται; Ακριβέστερα, γιατί δεν πρέπει να ενδιαφέρεται;
Επειδή είναι πλέον αθάνατο!!!
Επειδή πέρασε την είσοδο της αθανασίας! Συνεπώς, δεν υπακούει πλέον στις ίδιες «νόρμες», όπως οι θνητοί· με τους οποίους δεν πρέπει πλέον να εμπλέκεται ερωτικώς. Αλλά, καί συναισθηματικώς ακόμη, πρέπει να κρατάει αποστάσεις. (Τά ‘παμε γιατί.)
Μ’ άλλα λόγια, στις τοιχογραφίες αυτές βλέπουμε άτομα αθάνατα· κι όχι μόνον. Βλέπουμε άτομα του πάλαι ποτέ αριστοσυμβουλίου της Ελλάδας! (Είπαμε, δεν θ’ αποκτούσαν την αθανασία γιά πλάκα!) Τώρα, βέβαια, θα με ρωτήσεις γιατί κοτζάμ μέλη του αριστοσυμβουλίου ασχολούντανε με ψάρεμα καί συλλογή κρόκων; Έμ, πώς θα πέρναγαν τα χρόνια; με ακινησία απάνω σ’ έναν θρόνο, να τρώνε, να κλάνουν, καί να λένε αποφθέγματα; 
(Ένας άλλος σοβαρώτατος, βέβαια, λόγος, ήταν να μή δίνουν στόχο στους αλλοφύλους. Διότι… εσείς, τί νομίζετε; Πως, αν πάτε πχ στην Κίνα, θα σας συστήσουν με το «καλημέρα» τίποτε αρχοντο-Κινέζους με τη φράση: «- Γειά σας, από ‘δώ τα μέλη του φυλετικού μας ιερατείου;» Μάλλον όχι, έ; )

Είναι σίγουρα αυτός ο λόγος του μερικού ξυρίσματος του κεφαλιού, χίλια τοίς εκατό – κι όχι κάποια μόδα της εποχής, ή η πρακτικότητα αποφυγής του χτενίσματος. Γιατί, όμως;
Το «κλειδί» της απάντησης μου το έδωσε το έθιμο -στην Ορθοδοξία- να κόβουν ένα μέρος από τα μαλλιά του παιδιού που βαφτίζεται… το οποίο έθιμο επαναλαμβάνεται στην «κουρά» των μοναχών. Θέλετε πιστέψτε το, θέλετε όχι, πάντως είναι ακριβώς το ίδιο, μ’ αυτό που γινόταν στη Σαντορίνη, στους νεοφώτιστους αθανάτους! Καί σημαίνει (καί στις τρείς περιπτώσεις) ότι τώρα ο νεοφώτιστος κέρδισε (έστω, συμβολικώς) την αθανασία, ξεφεύγοντας από τη θνητότητα.
Μερικά πράγματα δεν αλλάζουν, όσοι αιώνες κι αν περάσουν!
Με τη σειρά του, ο Βούδδας είχε ξυρίσει (όλο) το κεφάλι του (πρακτική, την οποία ακολουθούν καί όλα τα βουδδιστικά καλογερικά τάγματα, είτε ανδρικά, είτε γυναικεία), όταν εγκατέλειψε γιά πάντα τον κοσμικό βίο (ως -τέως- πρίγκηπας Σιντάρτα Γκαουτάμα, παντρεμένος καί πατέρας), καί άρχισε τον αναχωρητισμό. Καί τούτο, επειδή στην Ινδία τότε τα μακριά μαλλιά εθεωρούντο στοιχείο καλλονής (όπως καί στην αρχία Ελλάδα – ή καί στη σημερινή). Όμως, ο Βούδδας κράτησε τον μισό συμβολισμό του εθίμου, δηλαδή της αποχής απ’ τα εγκόσμια, κι όχι τον άλλον μισόν, της αθανασίας.
Απ’ όσο έχω μελετήσει τον βουδδισμό, δεν γνωρίζω να γίνεται πουθενά σαφής νύξη περί αθανασίας του ατόμου, είτε στην παρούσα ζωή, είτε με κάποιον τρόπο μελλοντικώς. (Εκτός αν ως αθανασία εννοούμε τη μετενσάρκωση.) Αντιθέτως, εμείς μιλάμε γιά την (προσδοκώ) ανάσταση νεκρών, ως θεμελιώδες δόγμα της πίστης μας.

Υπάρχει ακόμη ένα στοιχείο στις τοιχογραφίες της Σαντορίνης, που ενισχύει τον συλλογισμό μου.
Ας πάρουμε ακόμη μία γυναικεία φιγούρα:



Ναί, προσέχουμε καί τα μαλλιά, καί εκεί, που θα πρόσεχε κατευθείαν ο κάθε πραγματικός άντρας! lol!!!
Τα μαλλιά ακέραια, καί οι βυζάρες όξω! Η δέ φάτσα, ηδυπαθής! (Ή μου φαίνεται; )
Ξαναρίξτε, τώρα, μιά ματιά στην κροκοσυλλέκτρια, παραπάνω: το ντύσιμο σεμνό. Καί διαφορά εφτά-οχτώ νούμερα στο σουτιέν με την άλλη, την παστρικιά! lol!!!
Βέβαια, τόσο μεγάλα στήθη είναι εξαιρετικά απίθανο να έχει μία γυναίκα· οπότε, εδώ καθαρά παίζει συμβολισμός: το ζωγράφο θέλει να πεί πως η μεν γυμνόστηθη είναι κοσμική γυναίκα, ελεύθερη ν’ ασχολείται με έρωτες καί σέχ (προσέξτε καί τα βαμμένα χείλια! – ναί, είχανε φυσικές / φυτικές μπογιές γι’ αυτή τη δουλειά, πολύ πρίν την εφεύρεση του κραγιόν, όπως πχ οι Βυζαντινές είχανε το καρμίνιον), ενώι η άλλη είναι μυημένη στην αθανασία κι έχει δεσμεύσεις αποχής απ’ αυτά. (Πιθανώτατα καί με όρκους.)
Κι ο ψαράς; Χμμμ… αν προσέξουμε εκεί, που θα πρόσεχαν κατ’ ευθείαν οι κυρίες,…
…πολύ μικρό, ρέ παιδί! Πολύ μικρό! Σχεδόν ανύπαρκτο! lol!!!
Γνωρίζω ότι στην αρχαία προκλασική καί κλασική Ελληνική Τέχνη, οι μαλαπέρδες των γυμνών αντρών είναι δυσανάλογα μικρές· όχι επειδή ήταν έτσι καί στην πραγματικότητα (αλλοιώς, οι Ελληνίδες θα ψαχνόντουσαν αλλού, καί θα ήμασταν όλοι απόγονοι ξέρω ‘γώ Περσών! lol!!!), αλλά επειδή το στυλιζάρισμα των γυμνών ανδρικών μορφών έδινε σημασία στο παράστημα, να το πούμε έτσι, διώχνοντας την προσοχή από τα γεννητικά όργανα. (Των οποίων την ύπαρξη -καί την απεικόνιση- δεν μπορούσαν ν’ αγνοήσουν στις γυμνές αναπαραστάσεις.) Εξαίρεση αποτελούν οι απεικονίσεις πχ σατύρων (μ’ ενα πράμα, νάαααα!!! με το συμπάθειο! Καρα-lol!!!), οι οποίοι όμως είναι δύσμορφοι. Δηλαδή, στους σατύρους έχουμε αντιστροφή του απεικαστικού κανόνα, που ίσχυε γιά τους γυμνούς κούρους της προκλασικής εποχής, ή τους αθλητές της κλασικής.
Οπότε, με τον ψαρά, μιά που μιλάμε πάλι γιά Ελληνική Τέχνη (καί με το σκεπτικό ότι δεν είχαμε δραματικές αλλαγές της απεικαστικής «δεοντολογίας» επί μία χιλιετία – περίπου από το 1700 πΧ έως το 700 πΧ), από πλευράς Τέχνης έχουμε μία απ’ τα ίδια· εκτός αν, το να γίνει ένας άντρας αθάνατος, συνεπάγεται αχρησία καί ατροφία των γεννητικών του οργάνων (όπως λέγαμε). Δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι αυτό! lol!!! Πάντως, ο νεαρός ψαράς ήταν απ’ τους αθανάτους, πέραν πάσης αμφιβολίας.

Αυτό, τώρα, το «παιχνίδι» των τοιχογραφιών της Σαντορίνης με τα ρούχα καί το γυμνό, έχει ένα σύγχρονο ανάλογο (λίαν περιέργως) στην Ινδία· σε μιά θρησκεία, που ονομάζεται τζαϊνισμός. Εκεί, οι άντρες ιερείς δεν φοράνε καταντίπ τίποτε, τυγχάνοντες ολόγυμνοι καί ξυπόλητοι. Κι έχουν ένα μεταλλικό δοχείο, που καταλήγει σε μιά μακριά μεταλλική άκρη, καί μ’ αυτό πετάνε αγιασμένο νερό στους πιστούς. (Ίδιο δοχείο, σαν αυτό που έχουν οι δικοί μας παπάδες γιά σχεδόν την ίδια δουλειά – όταν πετάνε μύρο!) Ά! Καί με τελείως ξυρισμένο κεφάλι! (Γιά την ακρίβεια, αποτριχωμένο με τράβηγμα, διότι φοβούνται μήπως το ξυράφι σκοτώσει καμιά ψείρα· αυτοί σέβονται κάθε μορφή ζωής σε υπερβολικό βαθμό.)
Αντιθέτως, όμως, οι γυναίκες τους είναι τόσο σεμνά ντυμένες, που μόνο οι φανατικές μούσλιμζ είναι ντυμένες σεμνότερα!
Αυτά δεν θα είχαν τόση σημασία, αν δεν έμπαινα στον πειρασμό να υποθέσω συγγενικές σχέσεις πολιτισμών, αν καί τόσο μακρινών στον χώρο καί τον χρόνο. Εν πάσει περιπτώσει, άλλο θέμα αυτό – να μήν ξεφεύγουμε. (Αλλά νομίζω πως έπρεπε να το αναφέρω.)

(συνεχίζεται)