(προηγούμενο)

ιατί, όμως, μιλάω γιά μεσοδιαστήματα «μεγάλων μηνών» στην κατασκευή σπαρτών, κτλ που είπα; (Καί όχι, μην νομίσετε πως ξεφεύγουμε από το θέμα των γύφτων. Εξακολουθούμε να παραμένουμε σ’ αυτό.)
Υπάρχει μιά πηγή, που μου τα πρόδωσε αυτά χαρτί καί καλαμάρι! Κι αυτή δεν είναι άλλη, παρά η λεγόμενη «Παλαιά Διαθήκη»! (Εδώ· δες επίσης εξωτερικούς συνδέσμους άρθρου γιά κείμενο. Κι εδώ έτοιμο το pdf στ’ αρχαία Ελληνικά.) Εκεί, στα σχετικά με τον Αδάμ καί την Εύα.
Έ, με λίγη λογική μετά, συμπληρώνονται τα υπόλοιπα.

Κατ’ αρχήν, η χρονολόγηση.
Πολλοί προσπάθησαν να προσδιορίσουν το έτος της απαρχής του κόσμου, σύμφωνα με την ΠΔ. Οι υπολογισμοί, όμως, έχουν (την καθόλου μικρή) απόκλιση 1749 χρόνων (από τη μέγιστη τιμή έως την ελάχιστη, 5509 πΧ έως 3760 πΧ )!… διότι όλο καί προσαρμόζανε οι γραφιάδες την κοπτορραπτική στις χρονολογίες των γεγονότων, γιά να τους βγούν τα νούμερα.
Φυσικά, όπως γνωρίζετε, αυτά είναι ανοησίες ημιαγραμμάτων· ούτε η ανθρωπότητα υφίσταται μονάχα εδώ κι εφτάμιση χιλιάδες χρόνια, ούτε ο πλανήτης μας. Το να εμφανίζονται, δέ, άνθρωποι του 5,500 πΧ ομιλούντες καί δρώντες σαν άτομα της Ελληνιστικής Εποχής (της εποχής, δηλαδή, που γράφτηκε στο ποδάρι η ΠΔ -καί δεν μεταφράστηκε, όπως νομίζουν οι περισσότεροι-, άρα κανείς δεν προλάβαινε να καθήσει στα σοβαρά να κάνει έλεγχο συνεκτικότητας του κειμένου γιά ανακρίβειες, λάθη, κτλ), το αφήνω εντελώς ασχολίαστο.
Οπότε, ‘ντάξ’ ρέ παίδες!… Να σας συμβιβάσω εγώ, να μή μαλλώνετε… θεολογικώς πως! lol!!! Η δημιουργία Αδάμ καί Εύας επισυνέβη κάπου ανάμεσα στο 4,400 με 4,200 πΧ (μεταίχμιο Διδύμων-Ταύρου).

Πάμε, τώρα, στα ανθρωποπλαστικά – καί ό,τι επακολούθησε.
Φτιαγμένο το ζεύγος ουσιαστικά από χώμα, λέει (άρα, καραμπινάτοι σπαρτοί!!! – βλέπε καί σπαρτούς του Ιάσονα), αν καί η κατασκευή της γυναίκας, λέει, έγινε με (βιολογικό) υλικό απ’ τα …παΐδια του Αδάμ. (Εδώ θά ‘βαζα άλλη λέξη, ομοιοκατάληκτη, αλλά δεν μου πέφτει λόγος!    )
Το μήλο της γνώσεως, τώρα, ήταν σαφέστατα της γνώσεως (έχουμε ξαναπεί σε κουραστικό βαθμό το τί σημαίνει «μήλο» στους μύθους), αλλά όχι απαραίτητα μήλο. Όμως…

Ολίγα περί μήλων
Παρένθεση – λίαν σφόδρα απαραίτητη:
Ξεκίνησα να κάνω πλάκα με το μήλο, όμως στην πορεία…
Ξεκίνησα με πρόθεση να καλαμπουρίσω, διότι ούτε πχ του Νεύτωνα το μήλο ήταν μήλο· αλλά αρχαιοελληνικό χειρόγραφο, απ’ όπου ο λεβέντης μας οικειοποιήθηκε την ιδέα της βαρύτητας. (Είπαμε: «μήλο» ίσον αρχαίες απόκρυφες γνώσεις.) Τώρα, όλοι το παίζουν μάγκες στους αποκρυφιστικούς συμβολισμούς… αλλά, όσον αφορά ειδικά το νευτώνειο μήλο, ακόμη κι οι ποδίτσες της αγγλίτσας ρίχνουν τη μπάλλα στην εξέδρα… καί μερικοί απ’ τα αγγλίτσικα πανεπιστήμια ψάχνουν (στα σοβαρά τους) να βρούν τί ποικιλία νά ‘ταν τάχα, αυτό που έπεσε στην περρούκα του Νεύτωνα και τον ενέπνευσε!!!
Δεν ξέρω αν είναι τόσο ηλίθιοι, ή αν κάνουν πλάκα μ’ εμάς τους «βέβηλους» (νομίζουν!    ), αλλά να βοηθήσω λίγο; ήταν ή «αλεπουδάκι» (Foxwhelp), ή «γατοκέφαλο» (Catshead)! Μόνον αυτές οι ποικιλίες υπήρχαν στην αγγλίτσα τον καιρό του Νεύτωνα! Σάπιο καί στα μούτρα τους! lol!!!
Καί τώρα, τα ωραία: η Γουΐκι, στο άρθρο γιά τις ποικιλίες των μήλων, δεν αναφέρει πουθενά ποικιλία μήλου πρό του 1600 μΧ! Λες καί η μηλιά προήλθε από τον Νέο Κόσμο, με επιστρέψαντες αποίκους. Άρα, τί ακριβώς είχαν φάει οι «πρωτόπλαστοι»; καί τί ακριβώς έδωσε ο Πάρης στη θεά Αφροδίτη; Έ;

Όμως, ευτυχώς, τα διορθώνει τα στραβά αλλού! Στο άρθρο γενικώς γιά το μήλο (καί τη μηλιά), λέει πως το μήλο (που ξέρουμε) προέρχεται από το αγριόμηλο (Malus Sieversii), το οποίο είναι αυτόχθον καί αυτοφυές στην περιοχή από τα όρη του νοτίου Καζακστάν, μέχρι την οροσειρά Αλτάϊ. (Καί σήμερα είναι είδος που κινδυνεύει με εξαφάνιση.) Δηλαδή εδώ (Καζακστάν αριστερά-δυτικά όπως κοιτάζουμε, Αλτάϊ δεξιά-ανατολικά) :



Χμμμμ…. Η περιοχή περνάει κι απ’ τον ίδιο μεσημβρινό με τις θερμοπηγές Τάπτα Πάνι, άρα μάλλον μέσα έπεσα σ’ αυτά που έλεγα! Τώρα, βέβαια, ο πιό σύντομος δρόμος από τις Τάπτα Πάνι μέχρι την περιοχή των αγριόμηλων είναι τρείς χιλιάδες (3,000) χιλιόμετρα, δηλαδή καθόλου μικρός. Αλλά, η ΠΔ γράφτηκε καμπόσους αιώνες μετά την καταστροφή του βασιλείου του Ισραήλ από τους Ασσυρίους, καί τη φυγή / εκδίωξη καμπόσων αιχμαλώτων ιουδαίων της εποχής εκείνης προς βορράν, προς τα «όρη της Μηδίας» – καί μετά προς τις πεδιάδες της Κασπίας. Οι οποίοι εκείνοι αιχμάλωτοι καθόλου δεν «εχάθησαν», καταπώς λένε κάποια βιβλία. (Γιά να μην αναρωτιέστε από πού προήλθαν πραγματικά οι Χάζαροι, καί πότε πραγματικά ασπάστηκαν τον ιουδαϊσμό. Όχι τότε που λέγεται επισήμως, πάντως, δηλαδή τον 8ο αιώνα μΧ.)
Τώρα, τί σημασία έχει αυτό;
Έχει, διότι (ως φαίνεται) κάποιοι από τους τότε δήθεν «χαμένους» ξαναροβόλησαν προς τα κάτω, καί θεώρησαν καλό να βάλουν στους ομόθρησκούς τους συν-γραφιάδες της ΠΔ την ιδέα ότι οι «πρωτόπλαστοι» έφαγαν μήλο. Μήλα έβλεπαν εκεί που ζούσαν, μήλα βάλανε στον μύθο.
Πιθανώτατα, όμως, καί να θέλαν να θολώσουν τα νερά ως προς την προέλευση των «πρωτοπλάστων» καί την τοποθεσία του Παραδείσου. Διότι, κανονικά θά ‘πρεπε να λέγανε ότι οι «πρωτόπλαστοι» φάγανε μάνγκο, όχι μήλο. Άσε που, αν μιλάμε γιά μέση Ινδία, είναι απολύτως φυσιολογικό που οι «πρωτόπλαστοι» δεν χρειαζόντουσαν ρούχα. (Με τέτοια ζέστη όλον τον χρόνο, μέχρι κι εγώ θα τριγυρνούσα διαρκώς ντίπ ξεβράκωτος, σα μπέμπης – που λέει ο λόγος. Lol!!!) Μόνο που ουδείς μπήκε στον κόπο να τα εξηγήσει όλ’ αυτά.

Κι ένα τελευταίο.
Ξαναρίξτε μιά ματιά στον χάρτη, στην επισημασμένη περιοχή προελεύσεως των αγριόμηλων. Μήπως βλέπετε τώρα κάποια ουσιαστική σημασία στην έκφραση: «- Θα διώξουμε τους Τούρκους ώς την Κόκκινη Μηλιά!»;
Αυτά, λοιπόν, περί μήλων. Όπως είδατε, τίποτε δεν πρέπει να παίρνουμε ως δεδομένο κι αυτονόητο!

iv-δ. Συνέχεια στα περί γύφτων
Το «μήλο», επομένως, μπορεί νά ‘ταν χαπάκι, ή τρόφιμο, ή ο,τιδήποτε. Καί σκοπός δεν ήταν ν’ αποφύγουν να το φάνε οι «πρωτόπλαστοι»! (H απαγόρευση ήταν μαϊμού – απλά γιά τέστ, βλέπε αγρότες με τις πατάτες του Καποδίστρια.) Ίσα-ίσα, έπρεπε να τους κόψει ν’ αυτενεργήσουν, να παρακούσουν την απαγόρευση, καί να το χλαπακιάσουν. Ώστε να γραφούν στους εγκεφάλους τους οι έτοιμες πληροφορίες που είχε.
Το δέ (μονό) φίδι του μύθου, είναι καθαρά το σύμβολο του «πειραγμένου» dna. (Τά ‘παμε κι αυτά.)
Μετά απ’ αυτά, έχουμε βέβαια:
  • Το φύλλο συκής καί τα ρούχα. (Καλά έκανε η σαβουροσπαρτή καί ντύθηκε! Μόνον οι όμορφες Ελληνίδες πρέπει να είναι συνεχώς γυμνές – μπας καί φιλοτιμηθεί το ημεδαπόν ανδρικόν φύλον να κάνει το καθήκον του· ν’ αυξηθεί καί το έθνος, στην τελική!    )
  • Αλλά έχουμε καί την εκδίωξη (με το στανιό) των «πρωτοπλάστων» απ’ το εργαστήριο Βιολογίας. (Που είχε καί ραντάρ παύλα σύστημα συναγερμού απόξω – «φλογίνη ρομφαία στρεφόμενη», κεφ. 3 στίχος 24.)
  • Καί τη μετοίκησή τους σε άλλον τόπο, με άλλους ήδη υπάρχοντες ανθρώπους. (Συνάγεται τουλάχιστον εμμέσως, διότι ο Κάϊν βρήκε σύζυγο …ανώνυμη – όχι τη μάνα του, όμως! Κεφ. 4 στίχος 17.)
Η πλάκα είναι πως το τρίτο παιδί των «πρωτοπλάστων» (γυιός κι αυτός! – αλήθεια, καί πώς θα διαιωνιζόταν το είδος, αν είχαμε πράγματι να κάνουμε με τους μοναδικούς υπάρχοντες ανθρώπους; θα γινόντουσαν οι γυιοί μαδερφάκερζ; ) ονομάστηκε Σήθ! Κι εδώ ισχύει η παροιμία ότι θέλ’ η πουτάνα να κρυφτεί, η χαρά δεν την αφήνει!… διότι, παρά τον κάποιον έλεγχο στα γραπτά (να μην ξεφύγει τίποτε που δε θέλανε), εδώ τους ξέφυγε …εξεπίτηδες:
Ο «Σήθ» αυτός δεν είναι άλλος, παρά ο Σέτ, ο Τυφών!
Βλέπετε, τώρα, γιατί ισχυρίζομαι πως ο γύφτοι (διότι αυτών ακριβώς πρόγονοι ήταν ο Αδάμ καί η Εύα, όχι δικοί μας) κατασκευάστηκαν εξ αρχής ως (Ατλάντεια) δύναμη κρούσεως; Μόνο που δεν εκδηλώθηκαν εξ αρχής ως τέτοια.

Συνοψίζοντας, βλέπουμε ομοιότητες των γύφτων με τους Αμπορίτζινες:
  • Επιβιώνουν με μηδέν μέσα, καί προσαρμόζονται.
  • Είναι τηλεπαθητικά άτομα. (Οι Αμπορίτζινες στον μέγιστο βαθμό, οι γύφτοι σαφώς αρκετά λιγώτερο.)
  • Δεν (κατ)έχουν την έννοια της θρησκείας. (Μή μου μιλάτε γιά μετά το 1972, όπου οι γύφτοι -στην Ελλάδα- την έχουν τελείως τυπικά, μόνο γιά να παίρνουν υλική βοήθεια απ’ τους αφελείς πιστούς καί παπάδες.)
  • Δεν ανέπτυξαν καί δεν αναπτύσσουν τεχνολογικό πολιτισμό.
  • Γκετοποιούνται, καί δή από μόνοι τους (δεν τους εξαναγκάζει κανείς προς τούτο) · αποφεύγουν τις παρέες με άλλους ανθρώπους, πολλώι δε μάλλον τους μεικτούς γάμους.
  • Παρασιτούν (με ζητιανιές, μικροκλοπές, κτλ). Δηλαδή, εάν δεν εξαναγκαστούν σε εργασία, δουλεύουν τόσο μόνον, όσο κρίνουν απαραίτητο.
Καί διαφορές:
  • Οι Αμπορίτζινες έμειναν στον τόπο τους, ενώι οι γύφτοι μετακινούνται διαρκώς.
  • Οι Αμπορίτζινες δεν αγαπούν τη διαμονή στις σύγχρονες πόλεις, αλλά οι γύφτοι δεν έχουν πρόβλημα.
  • Οι Αμπορίτζινες γενικώς (κι αν δεν σφάλλω) δεν δείχνουν επιθετική συμπεριφορά, αντίθετα με τους γύφτους.
  • Οι Αμπορίτζινες δεν έχουν καμιά ιδιαίτερη προτίμηση γιά τα μέταλλα καί τα μεταλλικά αντικείμενα, αντίθετα με τους γύφτους. (Ούτε οι μέν, ούτε οι δέ, πάντως, ασχολήθηκαν ποτέ με εξόρυξη μετάλλων.)
  • Οι Αμπορίτζινες δεν μπόρεσαν ν’ αντισταθούν στις κακές συνήθειες των λευκών (αλκοόλ καί ναρκωτικά), όμως οι γύφτοι στη μεγάλη τους πλειονότητα τις αποφεύγουν σταθερά.
  • Όσον αφορά το χρήμα, τώρα, Αμπορίτζινας πλούσιος ή επιχειρηματίας δεν υφίσταται (αν δεν σφάλλω), ενώι γύφτοι πολλοί (καί πλούσιοι, καί μεγαλοεπιχειρηματίες – πχ εισαγωγείς χαλιών).
Κάπως έτσι είναι τα πράγματα με δαύτους. Κατ’ εμένα, όμως, μεγαλύτερη σημασία έχουν οι ομοιότητες· διότι δείχνουν κοινή προέλευση, κοινόν «δημιουργό». (Που καθόλου δεν ήταν θεός. Δεν χρειάστηκε, άλλως τε.)

Πάμε, τώρα, σ’ ένα άλλο θεματάκι, την (γεωγραφική) πορεία των γύφτων ανά τους αιώνες.
Αυτοί φαίνεται πως καθόντουσαν στ’ αυγά τους (Ινδία) μέχρι τουλάχιστον τα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η στρατιά του οποίου τους συνάντησε. (Ο Ηρόδοτος -έναν αιώνα πρό του Μ. Αλεξάνδρου- τους αποκαλεί «Καλλατίες», καί λέει στα ίσα πως τρώγαν τους πεθαμένους τουςεδώ το κείμενο, παράγραφος 3.38.4, κι ο τυφλοσούρτης από δίπλα.) Όμως, κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες άρχισαν να μετακινούνται λιγάκι βόρεια καί πολύ δυτικά. Πρώτοι, δέ (λόγωι εγγύτητας με την περιοχή τους), τους φάγανε στη μάπα οι Πέρσες.

(συνεχίζεται)