Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ, ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. ΜΕΡΟΣ Α΄
Γράφει ο
Η 3η του Δεκέμβρη του 1944 λοιπόν ήταν μια μαύρη μέρα για την Ελλάδα, τις συνέπειες της οποίας… τις ζούμε ακόμα και σήμερα και μάλιστα, τελευταία, ανησυχητικά… ενισχυμένες!
Πολλοί λένε ότι η μέρα αυτή ήταν η ουσιαστική αρχή του Εμφυλίου Πολέμου – όμως στην πραγματικότητα ο Εμφύλιος Πόλεμος είχε αρχίσει νωρίτερα, μέσα στην περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης.
Μπορούμε μάλιστα με… ιστορική τόλμη να πούμε ότι η Ελλάδα από το 1915 βρισκόταν (μήπως… ακόμα υπογείως βρίσκεται; ) σε μια διαρκή κατάσταση εμφυλίου πολέμου, «θερμού» ή «ψυχρού», με πολλές παράλληλες διαμάχες.
Το 1915 δηλαδή άρχισε η σε πολλές φάσεις της αιματηρή ως το σημείο εμφυλιοπολεμικών συγκρούσεων διαμάχη βενιζελικών κι αντιβενιζελικών, με αφορμή τη συμμετοχή ή όχι της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο – οι βενιζελικοί ήθελαν να πάρει μέρος η Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ (=της συμμαχίας Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας) θεωρώντας ότι στη συνέχεια η Ελλάδα θα έπαιρνε μεγάλο μερίδιο από τη νίκη της Αντάντ στον πόλεμο, ιδιαίτερα σε βάρος της Τουρκίας που είχε συνταχθεί με τη Γερμανία, ενώ οι αντιβενιζελικοί, με επικεφαλής τον βασιλιά Κωνσταντίνο ήθελαν την «ουδετερότητα», η οποία όμως στην πραγματικότητα ευνοούσε τα γερμανικά συμφέροντα.
Η διαμάχη αυτή μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή μετεξελίχθηκε σε διαμάχη δημοκρατικών (ουσιαστικά βενιζελικών) και βασιλοφρόνων (ουσιαστικά αντιβενιζελικών). Έληξε «επίσημα» το 1935 με νίκη των βασιλοφρόνων… υπογείως, όμως, συνεχίστηκε, επηρέασε τα γεγονότα της περιόδου της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης και δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι… έφτασε μέχρι τη χούντα του 1967 – ίσως μάλιστα ακόμα να υφίσταται «κάτω απ’ το χαλί», αποδυναμωμένη ασφαλώς.
Παράλληλα, από την ίδρυση του ΣΕΚΕ (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας) το 1918, το οποίο σύντομα μετεξελίχθηκε στο γνωστό μας ΚΚΕ, άρχισε η διαμάχη κομμουνιστών κι αντικομμουνιστών, η οποία ωστόσο… αλληλοδιαπλεκόταν με την «ενδοαστική» διαμάχη που περιγράψαμε παραπάνω. Η συγκεκριμένη διαμάχη φούντωσε στην περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης, σημάδεψε τη δεκαετία 1940-1950 και καθόρισε την πορεία της Ελλάδας μέχρι σήμερα.
Μέρος και μάλιστα κρίσιμο της διαμάχης αυτής ήταν τα Δεκεμβριανά, τα οποία είναι αδύνατον να γίνουν κατανοητά αν δεν περιγραφούν και τα γεγονότα που προηγήθηκαν.
Στη συνέχεια, δηλαδή μετά από τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, είχαμε τη διαμάχη, επίσης αλληλοδιαπλεκόμενη με τις δυο προηγούμενες, «στρατοκρατών» και «δημοκρατικών», η οποία έληξε με τραγικό τρόπο με την κυπριακή τραγωδία του 1974, που έφερε και την «αποκατάσταση της Δημοκρατίας» - αυτής όμως της περιόδου η Ιστορία δεν αποτελεί αντικείμενο αυτού του σημειώματος.
Ξεκινώντας τα περί Δεκεμβριανών πρέπει να ρίξουμε πρώτα μια πολύ σύντομη ματιά στην Ιστορία του ΚΚΕ ως το κρίσιμο έτος 1936: όπως είπαμε, ο πρόδρομος του ΚΚΕ ήταν το ΣΕΚΕ, το οποίο δημιουργήθηκε από την ένωση διαφόρων ανεξάρτητων σοσιαλιστικών ομάδων και προσωπικοτήτων το 1918. Δηλαδή το ΣΕΚΕ δημιουργήθηκε σε μια ιδιαίτερα ανώμαλη ιστορική περίοδο, εκείνη του «εθνικού διχασμού» μεταξύ βενιζελικών κι αντιβενιζελικών (το 1918 κυβερνούσε ουσιαστικά ως κοινοβουλευτικός δικτάτορας ο Ελευθέριος Βενιζέλος), που τελικά οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή.
Το νεαρό κόμμα λόγω αυτής της ιστορικής συγκυρίας απέκτησε αρχικά επιρροή δυσανάλογη του μεγέθους και της ωριμότητάς του, κυρίως ανάμεσα σε εκείνους που αντιτάσσονταν στη Μικρασιατική Εκστρατεία και στους δυσαρεστημένους και καταπονημένους στρατιώτες του μετώπου – γι’ αυτό μάλιστα κατηγορήθηκε τότε κι αργότερα από τους αντιπάλους του για «προδοσία». Αν όμως ισχύει αυτή η κατηγορία για το ΣΕΚΕ, ισχύει επίσης ακόμα περισσότερο για ολόκληρη τη δεξιά, αντιβενιζελική παράταξη της εποχής, η οποία κέρδισε τις εκλογές του 1920 με συνθήματα αντιπολεμικά και υπέρ της αποστράτευσης («δεν τα θέλομε!» φώναζαν προεκλογικά οι οπαδοί της εννοώντας τη Σμύρνη και τα εδάφη της Μικράς Ασίας!) και στη συνέχεια… παραβίασε τις υποσχέσεις της και συνέχισε τη Μικρασιατική Εκστρατεία με… απείρως μεγαλύτερη ανικανότητα (σε σημείο χοντροκέφαλης ηλιθιότητας) απ’ όσο τη διεξήγαγε προηγουμένως η κυβέρνηση του Βενιζέλου!
Ακόμα πιο πολύ ισχύει η ίδια «κατηγορία» για τον Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος ήταν εξ αρχής και μέχρι το τέλος αντίθετος στη Μικρασιατική Εκστρατεία θεωρώντας τη τυχοδιωκτική και… κατακτητική (!!!) και αρνήθηκε πεισματικά να συνεργαστεί ως στρατιωτικός στη διεξαγωγή της, αν και οι υπόλοιποι αντιβενιζελικοί που κυβερνούσαν τη χώρα έφτασαν σε σημείο να τον παρακαλούν γι’ αυτό ζητώντας του να αναλάβει τη στρατιωτική της ηγεσία.
Κάτι όχι πολύ γνωστό, είναι το γεγονός ότι όταν επήλθε η Μικρασιατική Καταστροφή και ο στρατός επαναστάτησε με σκοπό να εκδιώξει τον βασιλιά Κωνσταντίνο, ο τελευταίος στην απελπισία του έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης έκτακτης ανάγκης στον Μεταξά… ο Μεταξάς έσπευσε και συνάντησε τους φυλακισμένους ηγέτες του ΣΕΚΕ, μεταξύ των οποίων ήταν ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος που διηγήθηκε τα όσα έγιναν τότε και τους ζήτησε να συμμετάσχουν στην κυβέρνησή του, επειδή «μόνο αυτοί θα μπορούσαν να κατευνάσουν τους εξαγριωμένους στρατιώτες» (!!!) – όταν εκείνοι αρνήθηκαν, ο Μεταξάς «κατέθεσε την εντολήν».
Στη… σχέση Μεταξά και κομμουνιστών θα επανέλθουμε αργότερα. Συνεχίζοντας τώρα τα σχετικά με την ιστορία του ΣΕΚΕ, πρέπει να πούμε ότι σύντομα μέσα σε αυτό άρχισε η φαγωμάρα… πρώτα μεταξύ των «δεξιών», σοσιαλδημοκρατικών κατά το μεγαλύτερο μέρος τους και «αριστερών», δηλαδή «μπολσεβίκικων» στοιχείων, η οποία γρήγορα έληξε με την επικράτηση των δεύτερων. Έτσι το ΣΕΚΕ ονομάστηκε με το όνομα που έχει και σήμερα, δηλαδή Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ) και εντάχθηκε στην κομμουνιστική Τρίτη Διεθνή – αυτό ήταν και η αφορμή ενός μεγάλου λάθους του, το οποίο το ταλαιπώρησε αποφασιστικά. Το λάθος αυτό ήταν η αποδοχή της θέσης της Τρίτης Διεθνούς (το 1924) για «Ανεξάρτητη Μακεδονία» - μια θέση που δεν λάμβανε υπόψη, αν μη τι άλλο, τόσο τη δεδομένη πραγματικότητα που είχε διαμορφωθεί ύστερα από τους βαλκανικούς πολέμους όσο και την αλλαγή στην πληθυσμιακή σύνθεση της Μακεδονίας μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Αργότερα, συναισθανόμενο και το ίδιο το ΚΚΕ ότι αυτή η θέση μόνο ζημιά του έκανε, σιωπηρά την εγκατέλειψε, μέχρις ότου την άλλαξε και επίσημα μερικά χρόνια αργότερα – αλλά η «ρετσινιά» και η ευκαιρία να το κατηγορούν οι αντίπαλοί του, παρέμεινε. Το ίδιο λάθος διέπραξε ξανά το ΚΚΕ κατά το τέλος του εμφυλίου πολέμου του 1946-49 – τότε ήταν ένα λάθος που προκλήθηκε από το φάσμα της επερχόμενης ήττας του. Και πάλι το διόρθωσε λίγο αργότερα αλλά οι συνέπειες για τα μέλη του ήταν τραγικές. Αυτή είναι όμως ιστορία μεταγενέστερη.
Το ΚΚΕ εκπροσωπήθηκε κοινοβουλευτικά για πρώτη φορά στις εκλογές του 1926, ενώ ήδη από το 1924 είχε ανακηρυχθεί στην Ελλάδα η αβασίλευτη δημοκρατία και είχε μεσολαβήσει (1925-26) και η δικτατορία του Πάγκαλου, όταν ως «Ενιαίο Μέτωπο Εργατών Αγροτών και Προσφύγων» έλαβε ποσοστό 4,38% και έβγαλε 10 βουλευτές. Σύντομα, όμως, νέες διαμάχες στις τάξεις του, επηρεασμένες ως ένα βαθμό από εκείνες που εκτυλίσσονταν στη Σοβιετική Ένωση μεταξύ σταλινικών – τροτσκιστών, σταλινικών – μπουχαρινικών κλπ., το αποδυνάμωσαν σε σημείο να μην μπαίνει πλέον στη βουλή στις επόμενες εκλογές και του προκάλεσαν μια πενταετία εσωστρέφειας, η οποία ονομάστηκε «φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές» - δεν έχει νόημα εδώ να αναφερθούμε σε λεπτομέρειες. Ασφαλώς δεν βοηθούσε και η γραμμή που είχε τότε η Τρίτη Διεθνής, σύμφωνα με την οποία… όλα τα αστικά κόμματα ήταν «φασιστικά», μια θέση που οδηγούσε στην απομόνωση του ΚΚΕ από τον ελληνικό λαό.
Αυτή η κατάσταση τερματίστηκε το 1931 με επέμβαση της Τρίτης Διεθνούς, η οποία με μια «έκκληση» να σταματήσει η φαγωμάρα, αντικατέστησε όλη σχεδόν την κομματική ηγεσία και τοποθέτησε ως Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ τον απόφοιτο της σοβιετικής σχολής κομματικών στελεχών, Νίκο Ζαχαριάδη, ο οποίος σημάδεψε στα επόμενα χρόνια την ιστορία τόσο του ΚΚΕ όσο και της Ελλάδας ολόκληρης.
Η επόμενη πενταετία, δηλαδή από το 1931 ως το 1936 χαρακτηρίστηκε από την κορύφωση της διαμάχης βενιζελικών/δημοκρατικών – αντιβενιζελικών/βασιλοφρόνων, η οποία έληξε με το αποτυχημένο πραξικόπημα βενιζελικών στρατιωτικών τον Μάρτιο του 1935, την πραξικοπηματική επίσης ανατροπή της κυβέρνησης Τσαλδάρη από τον (δεξιό πλέον στο σύνολό του ύστερα από την εκδίωξη των βενιζελικών αξιωματικών) στρατό τον Οκτώβριο του 1935, τη σύντομη δικτατορία του Γεωργίου Κονδύλη και την παλινόρθωση της βασιλείας. Στο διάστημα αυτό το ΚΚΕ απαλλαγμένο από την εσωστρέφεια του παρελθόντος, βοηθούμενο από την αλλαγή γραμμής της Τρίτης Διεθνούς που εγκατέλειψε τη θέση ότι «όλοι οι αστοί είναι φασίστες» και άρχισε να υποστηρίζει τα «Λαϊκά Μέτωπα» και με μια ηγεσία (με επικεφαλής τον Ζαχαριάδη) πολύ πιο δραστήρια και πρακτική από την προηγούμενη, ανέκτησε τις δυνάμεις του και στις εκλογές του Ιανουαρίου του 1936 έφτασε να έχει 15 βουλευτές, με ποσοστό 5,76%. – μάλιστα προς στιγμήν με αυτή την κοινοβουλευτική δύναμη φάνηκε ότι θα μπορούσε να παίξει ρυθμιστικό ρόλο συνεργαζόμενο με τους βενιζελικούς, όμως αυτή η συνεργασία δεν προχώρησε τελικά.
Αλλά σύντομα, δηλαδή τον Αύγουστο του 1936 επήλθε η κατάλυση του κοινοβουλευτισμού και η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά – αν και εκείνος ο οποίος στην πραγματικότητα έλεγχε τον στρατό δεν ήταν ο Μεταξάς αλλά ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄.
Η δικτατορία του Μεταξά επιβλήθηκε με πρόσχημα «τον κομμουνιστικόν κίνδυνον», όμως τέτοιος «κίνδυνος» δεν υπήρχε, καθώς το ΚΚΕ σε καμιά περίπτωση δεν είχε τη δύναμη να διεκδικήσει την εξουσία, έστω κι αν συγκυριακά μπορούσε να είναι συντελεστής σε «άγριες» απεργίες, όπως εκείνη του Μαρτίου του 1936 στη Θεσσαλονίκη. Πραγματικός λόγος της επιβολής της ήταν το αδιέξοδο στο οποίο είχαν φτάσει οι αστικές πολιτικές δυνάμεις (βενιζελικοί κι αντιβενιζελικοί), με ηγέτες, ειδικά ύστερα από τον θάνατο σε μικρό χρονικό διάστημα των πολιτικών προσωπικοτήτων της εποχής (Βενιζέλου, Κονδύλη, Τσαλδάρη, Δεμερτζή) πολύ μέτριους, που δεν μπορούσαν να σχηματίσουν βιώσιμη κυβέρνηση, η τάση της εξάπλωσης των δικτατορικών καθεστώτων, φασιστικών ή στρατοκρατικών σε όλη την Ευρώπη και η ανησυχία της «προστάτιδας δύναμης» Μεγάλης Βρετανίας και της εγχώριας άρχουσας τάξης για τη χειροτέρεψη της διεθνούς κατάστασης που φαινόταν ότι θα οδηγούσε σε πόλεμο – η προετοιμασία για τον πόλεμο αλλά και η εξασφάλιση της βεβαιότητας ότι η Ελλάδα θα συντασσόταν με τη «σωστή» πλευρά απαιτούσαν ένα σταθερό καθεστώς «νόμου και τάξης». Η «σωστή πλευρά» ήταν βεβαίως εκείνη την οποία θα επέλεγε η Μεγάλη Βρετανία – και το αξιοπερίεργο είναι ότι ο ρόλος του δικτάτορα για τους παραπάνω σκοπούς ανατέθηκε στον παλαιό γερμανόφιλο Μεταξά, ο οποίος όμως αναγνώριζε πλέον ότι τα γεωπολιτικά συμφέροντα της χώρας ήταν κοινά με τα βρετανικά. Για τον βασιλιά δεν έμπαινε θέμα… ο Γεώργιος Β΄ είχε ψυχολογία περισσότερο Βρετανού αρμοστή σε αποικία παρά Έλληνα αρχηγού του κράτους.
Πρέπει εδώ να πούμε ότι την εποχή εκείνη προς τον φασισμό αρχικά του Μουσολίνι και προς τον ναζισμό ύστερα του Χίτλερ «λοξοκοίταζαν» όχι μόνο δηλωμένοι συμπαθούντες και αντικοινοβουλευτικοί όπως ο Μεταξάς αλλά και πολλοί… υπεράνω υποψίας «δημοκρατικοί», ακόμα και… αριστερών τάσεων, οι οποίοι ασφαλώς αργότερα (όσοι επέζησαν στα μεταπολεμικά χρόνια) θα ήθελαν να είχαν… ξεχαστεί αυτές οι συμπάθειές τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην απόπειρα πραξικοπήματος του (μεταπολεμικά ηγέτη της… κεντροαριστεράς) Πλαστήρα το 1933, ο τελευταίος είχε ως παράδειγμα… την τάξη που είχε επιβάλει στη χώρα του ο Μουσολίνι – και ακόμα και ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος προσπαθώντας να τον αποτρέψει με το μαλακό, του είχε πει ότι «αν είχες τη στόφα δικτάτορα όπως ο Μουσολίνι θα συμφωνούσα μαζί σου»! Τότε ο φασισμός κι ο ναζισμός δεν είχαν ακόμα διαπράξει τα τρομερά εγκλήματα που διέπραξαν αργότερα και δημιουργούσαν συγχύσεις… έτσι άλλοι τους θαύμαζαν λόγω της ικανότητάς τους να επιβάλουν «νόμο και τάξη» κι άλλοι τους έβλεπαν σαν μια… σοσιαλιστική εκδοχή! Επομένως, αν και λαθεμένη, δεν ήταν και εντελώς ακατανόητη η θέση της Τρίτης Διεθνούς περί «φασιστικού χαρακτήρα» όλων των αστικών πολιτικών δυνάμεων!
Δεν είναι το αντικείμενο αυτού του σημειώματος να εξετάσει την ιστορία της δικτατορίας του δηλωμένου αντιδημοκράτη αλλά ικανού ως κρατικού ηγέτη, από τη δική του σκοπιά φυσικά, Μεταξά (αν και ικανός ήταν αδικαιολόγητα ανασφαλής ωστόσο). Πρέπει όμως να πούμε ότι ανάμεσα στα υπόλοιπα που έκανε, ήταν ο συστηματικός διωγμός και η οργανωτική εξάρθρωση του ΚΚΕ και η δημιουργία του «επαγγελματικού αντικομμουνισμού» ο οποίος συνέχισε να υφίσταται ανεξάρτητα από την ύπαρξη «κομμουνιστικού κινδύνου» (τέτοιος «κίνδυνος» υπήρξε μόνο στη δεκαετία 1940-1950), διατηρήθηκε ως το 1974 (για να μην πούμε ως το 1981) και ταλαιπώρησε ιδιαίτερα τη νεοελληνική ιστορία.
Σε κάθε περίπτωση, ενώ πλέον το ΚΚΕ ήταν σχεδόν διαλυμένο και αλληλοσπαρασσόμενο πάλι από τα (όσα είχαν επιβιώσει) παράνομα «καθοδηγητικά κέντρα» του που κατηγορούσαν ως «χαφιέδικα» το ένα το άλλο (ένα από αυτά, η «Προσωρινή Διοίκηση» ήταν πράγματι δημιούργημα της Ασφάλειας του καθεστώτος του Μεταξά) και ο ηγέτης του, ο Νίκος Ζαχαριάδης ήταν στη φυλακή, ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940.
Από εκεί πλέον ξεκινούν τα γεγονότα που οδήγησαν στα Δεκεμβριανά.
Ίσως αυτός ο πρόλογος ήταν κάπως κουραστικός αλλά νομίζω πως είναι απαραίτητος για να κατανοηθεί η συνέχεια.
ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ – Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ, ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. ΜΕΡΟΣ Β΄
Ένα από τα βασικά κλειδιά κατανόησης του τι έγινε στα Δεκεμβριανά είναι η απάντηση στο ερώτημα πώς «ξαφνικά» το μικρό σε μέγεθος προπολεμικά ΚΚΕ απέκτησε τόση δύναμη ώστε να φτάσει να διεκδικεί με αξιώσεις την εξουσία.
Αυτή η απάντηση θα δοθεί στη συνέχεια – όμως πρέπει να συμπληρώσουμε εδώ κάτι στα όσα γράφτηκαν στο πρώτο μέρος αυτού του σημειώματος.
Το ΚΚΕ λοιπόν μπορεί να μην είχε ως την εποχή που επήλθε η δικτατορία του Μεταξά μεγάλη εκλογική δύναμη… το μεγαλύτερο ποσοστό που είχε πάρει ως τότε ήταν 9,59% στις εκλογές του 1935, από τις οποίες, όμως, απείχαν τα βενιζελικά κόμματα, έτσι πολλοί το επέλεξαν ως ψήφο διαμαρτυρίας. Σε «κανονικές» εκλογές με συμμετοχή όλων το μεγαλύτερο ποσοστό που είχε πετύχει, ήταν το 5,76%, όπως προαναφέρθηκε, στις εκλογές του Ιανουαρίου του 1936, τις τελευταίες πριν από τη δικτατορία του Μεταξά, όπου είχε εκλέξει 15 βουλευτές.
Για την ιστορία σε εκείνες τις εκλογές ο ίδιος ο Μεταξάς με το δικό του κόμμα («Κόμμα Ελευθεροφρόνων») είχε πάρει ποσοστό 3,94% και είχε εκλέξει 7 βουλευτές! – το γεγονός ότι έγινε «νόμιμα» πρωθυπουργός τον Απρίλιο του 1936 οφείλεται στη συναίνεση των αστικών κομμάτων, βενιζελικών κι αντιβενιζελικών. Μόνο οι κομμουνιστές βουλευτές και κάποιοι πολύ λίγοι μεμονωμένοι από τα αστικά κόμματα δεν του είχαν δώσει ψήφο ανοχής τότε!
Η επιρροή, όμως, του ΚΚΕ προπολεμικά, ήταν μεγαλύτερη από το εκλογικό του ποσοστό – και αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι όλα τα αστικά κόμματα, ακόμα και τα πιο «κεντροαριστερά» της εποχής, ήταν από πολύ έως… πάρα πολύ αρνητικά διακείμενα απέναντι στον συνδικαλισμό και στους εργατικούς αγώνες, τους οποίους θεωρούσαν «διατάραξιν της τάξεως» και «αναρχία» και δεν δίσταζαν καθόλου να επιβάλουν άγρια καταστολή, με πολλά θύματα, κάθε φορά που αυτοί οι αγώνες φούντωναν – ο πρώτος νεκρός μάλιστα σε εργατική, πρωτομαγιάτικη διαδήλωση υπήρξε επί της κυβέρνησης του «σοσιαλδημοκράτη» και… πιο «αριστερού» απ’ όλους τους αστούς πολιτικούς Αλέξανδρου Παπαναστασίου το 1924!
Δεν είναι καθόλου τυχαίο αυτό που προαναφέραμε επίσης στο πρώτο μέρος, δηλαδή ότι πάρα πολλοί από τους ηγέτες και παράγοντες των κομμάτων αυτών λοξοκοίταζαν με… θαυμασμό ή με συμπάθεια προς τον φασισμό και το ναζισμό, κυρίως προς τη φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι λόγω της «επιτυχίας» του να επιβάλει «νόμο και τάξη» ή… ένα είδος «σοσιαλισμού με νόμο και τάξη» κατά τους πιο… αριστερόστροφους θαυμαστές του!
Ανάμεσα στα αστικά κόμματα ξεχώριζε για την ανάλυσή του της ταξικής πάλης το κόμμα του Μεταξά! Οι πιο συντηρητικοί πολιτικοί ηγέτες έκρυβαν το πρόβλημα κάτω από το χαλί – δηλαδή… αρνούνταν εντελώς ότι υπήρχε πάλη των τάξεων. Ο Μεταξάς όμως το αναγνώριζε και δήλωνε ότι το δικό του κόμμα ήταν εκείνο που εξέφραζε «τις τάξεις των αγροτών και των μικροαστών», χωρίς ασφαλώς παράλληλα να επιδιώκει την… εξαφάνιση του μεγάλου κεφαλαίου – ωστόσο στην αντίληψή του υπήρχε το στοιχείο της υποταγής ή της αναγκαστικής συνεισφοράς πιο σωστά του τελευταίου στις ανάγκες του κράτους (η ίδια αντίληψη υπήρχε και στον φασισμό κι ακόμα περισσότερο στον ναζισμό), άλλο αν ήταν αδύνατον να εφαρμοστεί σε μεγάλο ποσοστό αυτή η πολιτική όταν ήρθε ο ίδιος στην εξουσία.
Όσο για την εργατική τάξη… ο Μεταξάς δεν ήταν καθόλου αντίθετος στην καταστολή των αγώνων της αλλά υποδείκνυε ότι οι εργάτες έπρεπε να βοηθηθούν να αποκτήσουν μικρές ιδιοκτησίες ώστε να γίνουν μικροαστοί, κάτι το οποίο κατά την άποψή του ήθελαν και οι ίδιοι – μια οξυδερκέστατη παρατήρηση, η άρνηση της οποίας έχει... βασανίσει την κομμουνιστική Αριστερά στο πέρασμα των χρόνων αλλά δεν βασάνισε καθόλου μεταγενέστερα τον… Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος την εφάρμοσε στην πολιτική του πολύ περισσότερο κι από τον ίδιο τον Μεταξά!
Πάντως ο Μεταξάς στα χρόνια του Μεσοπολέμου δεν είχε μεγάλη πολιτική δύναμη, τέτοια είχαν τα μεγάλα βενιζελικά κι αντιβενιζελικά κόμματα, τα οποία, παρά τα «φιλεργατικά», εκσυγχρονιστικά μέτρα που είχαν αναγκαστεί αποσπασματικά να πάρουν κατά καιρούς, είχαν απέναντι στην εργατική τάξη τη στάση που περιγράψαμε.
Έτσι λοιπόν, το ΚΚΕ έχοντας πάρει επάνω του σχεδόν αποκλειστικά (άλλο θέμα αν το έκανε πάντα με σωστή τακτική) την υπεράσπιση και προώθηση των εργατικών αγώνων, κατόρθωνε να ακούγεται ο λόγος του σε ευρύτερο ακροατήριο από εκείνους που το ψήφιζαν.
Και παρά το γεγονός ότι η δικτατορία του Μεταξά το διέλυσε από οργανωτική άποψη, δεν κατόρθωσε να σβήσει και τις ιδέες του… οι ιδέες δεν σβήνουν με την τρομοκρατία, την αστυνομική καταστολή, τις διακρίσεις, τις φυλακές και τις εξορίες – ακόμα κι αν προσωρινά επιβληθεί η σιωπή. Παραμένουν μέσα στο μυαλό και στην καρδιά κι εκείνων που αναγκάζονται να υπογράψουν «δηλώσεις μετανοίας» ή να λουφάξουν και με πρώτη ευκαιρία ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια και μάλιστα, λόγω της προηγούμενης καταστολής, με πιο δυναμικό και σκληρό τρόπο από προηγουμένως. Γι’ αυτό άλλωστε, όταν έληξε ο εμφύλιος πόλεμος, το μετεμφυλιακό κράτος, από το 1950 και μετά, παράλληλα με τις διώξεις κατά των αριστερών επέτρεψε τη νόμιμη λειτουργία του αριστερού κόμματος της ΕΔΑ ώστε… να υπάρχει η αναγκαία εκτόνωση και να μη σκάσει το κοινωνικό καζάνι!
Η «μαγιά» λοιπόν για την μεταγενέστερη (στη δεκαετία 1940-1950) άνοδο του ΚΚΕ υπήρχε και απλώς χρειαζόντουσαν οι κατάλληλες συνθήκες για να την κάνουν να «ενεργήσει»!
Επιστρέφοντας στα γεγονότα, στις 28 Οκτωβρίου του 1940 έγινε η εισβολή των Ιταλών κατά της Ελλάδας, η οποία αντιμετωπίστηκε με το «ΟΧΙ» του Μεταξά και ολόκληρου του ελληνικού λαού – η στάση του ΚΚΕ στον πόλεμο αυτόν σημαδεύτηκε από το γνωστό γράμμα του Νίκου Ζαχαριάδη μέσα από τη φυλακή, το οποίο υποδείκνυε ότι ο λαός πάλευε για την εθνική του ανεξαρτησία και έγραφε χαρακτηριστικά «…Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δόσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη». Το γράμμα αυτό δημοσιεύθηκε με εντολή του Μεταξά στις εφημερίδες και ήταν μια «υποθήκη» που έγραψε ο Ζαχαριάδης συλλαμβάνοντας το νόημα της εποχής, η οποία αξιοποιήθηκε από το ΚΚΕ λίγο μεταγενέστερα.
Για να καταλάβουμε πόσο «προχωρημένη» ήταν για την εποχή αυτή η ενέργεια του Ζαχαριάδη υπενθυμίζουμε ότι τότε ίσχυε ακόμα το σύμφωνο μη επίθεσης που είχαν υπογράψει η Σοβιετική Ένωση με τη Γερμανία – κάτι το οποίο σε πολλούς κομμουνιστές δημιουργούσε την αυταπάτη ότι ο ναζισμός και ο φασισμός θα μπορούσαν να είναι… σύμμαχοί τους (αυτή η αυταπάτη εκδηλώθηκε σε μεγάλο βαθμό στη στάση των Γάλλων κομμουνιστών όταν τον Ιούνιο του 1940 η Γερμανία εισέβαλε στη Γαλλία). Αλλά και η κομμουνιστική Τρίτη Διεθνής, όπως μαθαίνουμε από μεταγενέστερες πηγές, δεν είδε με καλό μάτι αυτή την κίνηση του Ζαχαριάδη και αργότερα πολλοί (όχι ο ίδιος ο Στάλιν)… του το φύλαγαν, κάτι που έπαιξε το ρόλο του στην καθαίρεσή του το 1956!
Ο ίδιος ο Ζαχαριάδης είτε έμαθε είτε το πιθανότερο διαισθάνθηκε ότι είχε βγει… πολύ εκτός γραμμής της Τρίτης Διεθνούς και με άλλα δυο γράμματά του προσπάθησε «να τα μπαλώσει». Εκείνα τα γράμματα δεν αναιρούσαν το πρώτο όπως αναληθώς διαδόθηκε αργότερα από τους αντιπάλους του ΚΚΕ αλλά έθεταν ανεδαφικούς όρους και προϋποθέσεις, όπως να… σταματήσει να προελαύνει ο ελληνικός στρατός εκτός των συνόρων της Ελλάδας για να μη γίνει ο πόλεμος… ιμπεριαλιστικός και «να ζητηθεί η μεσολάβηση της Σοβιετικής Ένωσης για ειρήνη» - αυτές βέβαια οι ανοησίες, που θέλησε τότε ο Ζαχαριάδης να χρησιμοποιήσει για «ξεκάρφωμα», δεν έγιναν τότε, ευτυχώς για το ΚΚΕ, γνωστές, διότι το δεύτερο και το τρίτο γράμμα του δεν δημοσιεύθηκαν.
Να συμπληρώσουμε εδώ ότι η λεγόμενη «Παλιά Κεντρική Επιτροπή», ένα από τα παράνομα καθοδηγητικά κέντρα του ΚΚΕ που υπήρχαν τότε με επικεφαλής τον Νίκο Πλουμπίδη, θεώρησε... τόσο εκτός γραμμής Τρίτης Διεθνούς το γράμμα του Ζαχαριάδη ώστε πίστεψε ότι ήταν πλαστό και το κατήγγειλε! – ούτε αυτό έγινε γνωστό τότε αλλά οπωσδήποτε έπαιξε το ρόλο του στις μετέπειτα κακές σχέσεις Ζαχαριάδη και Πλουμπίδη και στην τραγική σχετική υπόθεση με πρωταγωνιστές αυτούς τους δυο το 1953-54.
Ασφαλώς ο ελληνικός λαός δεν περίμενε από τον Ζαχαριάδη ή από οποιονδήποτε άλλον να του υποδείξει τι θα έκανε και συμμετείχε με ενθουσιασμό στον πόλεμο κατά των Ιταλών, ο οποίος με την εξέλιξή του και με τη νίκη του ελληνικού στρατού προκάλεσε τον παγκόσμιο θαυμασμό.
Αλλά ενώ ο λαός ήταν γεμάτος ενθουσιασμό για τις νίκες κατά των Ιταλών, ο Μεταξάς και ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ και γενικότερα όσοι γνώριζαν από πολιτική, προβληματίζονταν με αγωνία για το τι θα έκαναν οι σύμμαχοι των Ιταλών, δηλαδή οι Γερμανοί – πρέπει εδώ να πούμε ότι ο Μεταξάς απέρριψε προσπάθειες που έγιναν να «μεσολαβήσει» η χιτλερική Γερμανία για τον τερματισμό του πολέμου, καθώς καταλάβαινε ότι κάθε τέτοια «μεσολάβηση» θα σήμαινε τεράστιες κι ανεπανόρθωτες υποχωρήσεις σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων και υπέρ της Ιταλίας αλλά και της… καραδοκούσας, επίσης συμμάχου των Γερμανών, Βουλγαρίας, ενώ θα επέφερε αμέσως και την αντίδραση σε βάρος της Ελλάδας της Μεγάλης Βρετανίας.
Όλα αυτά τα αναλύει ο Μεταξάς σε μια εκπληκτική συνέντευξή του αμέσως μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου προς τους δημοσιογράφους της εποχής. Όσο αντίθετος και να είναι κάποιος στον Μεταξά και στη δικτατορία του, μελαγχολεί όταν βλέπει το επίπεδό του και την κατανόηση εκ μέρους του της γεωπολιτικής και το συγκρίνει με αυτό που έχουν οι ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΙ και ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΕΣ ΜΑΡΙΟΝΕΤΕΣ του σήμερα -έως και την τελική σύμπραξη της Σοβιετικής Ένωσης με τις δυτικές δυνάμεις είχε προβλέψει ο Μεταξάς, παρά τον αντικομμουνισμό του και παρά το κλίμα της εποχής που επηρεαζόταν από το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο! Μπορείτε να δείτε αυτή τη συνέντευξη εδώ: https://www.lifo.gr/.../o-metaksas-eksigei-stoys-ekdotes...
Τα πράγματα έγιναν πιο περίπλοκα όταν οι Άγγλοι εκδήλωσαν την πρόθεσή τους να «βοηθήσουν» στρατιωτικά την Ελλάδα – ο Μεταξάς ήταν αντίθετος διότι γνώριζε πως αυτή η στρατιωτική βοήθεια, με ένα εκστρατευτικό σώμα δευτεροτρίτης σειράς, κακοφτιαγμένο και ανεπαρκώς εξοπλισμένο δεν χρειαζόταν κατά των Ιταλών, διότι… η Ελλάδα τα είχε καταφέρει μόνη της και δεν είχε καμιά πιθανότητα να αναχαιτίσει ενδεχόμενη γερμανική εισβολή, την οποία θα προκαλούσε κιόλας, καθώς η ανησυχία των Γερμανών ήταν ακριβώς να μην έχουν εχθρικά στρατεύματα στις χώρες της βαλκανικής χερσονήσου τη στιγμή που προετοίμαζαν την εισβολή τους κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Ασφαλώς πολύ πιθανό ήταν και χωρίς αυτή την ανάμιξη των Άγγλων η γερμανική εισβολή να γινόταν έτσι κι αλλιώς, καθώς ο Χίτλερ είχε μια ιδιαίτερη «ευαισθησία» απέναντι στον «δάσκαλό του», τον Μουσολίνι και παρ’ όλο που είχε διαφωνήσει μαζί του για την επίθεση εναντίον της Ελλάδας, δεν θα τον άφηνε τελικά αβοήθητο.
Φυσικά και οι Άγγλοι γνώριζαν ότι η συγκεκριμένη στρατιωτική «βοήθεια» εκ μέρους τους δεν θα πρόσφερε τίποτα – τότε όμως γιατί επέμεναν να στείλουν τα στρατεύματά τους (αποτελούμενα κατά μεγάλο μέρος από Ινδούς και Νεοζηλανδούς) στην Ελλάδα;
Η απάντηση είναι ότι… έβλεπαν πολύ μπροστά και ήθελαν κι εκείνοι να «εγγράψουν» την υποθήκη τους, δηλαδή να «δηλώσουν» ότι μετά από το τέλος του πολέμου η Ελλάδα δεν υπήρχε περίπτωση να φύγει για οποιονδήποτε λόγο από την επιρροή της Μεγάλης Βρετανίας!
Σε κάθε περίπτωση, με δυσφορία ο Μεταξάς αναγκάστηκε να δεχτεί τη βρετανική «βοήθεια» - άλλωστε δεν ήταν στο χέρι του να μη τη δεχτεί, διότι αυτός που έκανε το πραγματικό κουμάντο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής ήταν ο όσο δεν παίρνει αγγλόφιλος βασιλιάς Γεώργιος Β΄ και όχι ο Μεταξάς. Λίγο αργότερα, στις 29 Ιανουαρίου 1941 ο Μεταξάς πέθανε… και έτσι, εκτός των άλλων, δημιουργήθηκε στην Ελλάδα ένα μεγάλο κενό εξουσίας, το οποίο έσπευσε να καλύψει ο Γεώργιος Β΄.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ......
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου