Γιώργος Χατζηκυριάκος
Οι Απόκριες είναι ίσως η πιο αυθεντική ελληνική γιορτή που
επιβιώνει από την αρχαιότητα ως σήμερα. Άρρηκτα συνδεδεμένη με την ελληνική γη,
ενώνει κάθε θρησκεία και πολιτισμό που βρήκε γόνιμο έδαφος στη δική μας
χερσόνησο. Πριν από τους αρλεκίνους, τους παλιάτσους, τις κολομπίνες και τους αινιγματικούς
μασκαράδες της Βενετίας, που καταφθάνουν χέρι-χέρι με υπερήρωες και
πριγκίπισσες των παραμυθιών, χορεύοντας Gipsy Kings και Boney M, υπήρχαν (και
συνεχίζουν να υπάρχουν) οι Γέροι, οι Καλόγεροι, οι Μπαμπούγεροι, οι Μωμώγεροι,
οι Νύφες, οι Μπούλες, οι Γιανίτσαροι, οι τραγόμορφοι Κουδουναραίοι, οι Κορέλες,
οι Κουρούτζηδες, που γλεντούσαν γύρω από τους Φανούς, τους Τζάρους, τις
Τζαμάλες και τις Μπουμπούνες. Και πριν από αυτούς, Σάτυροι, Πανίσκοι, Σηλινοί
και Μαινάδες χόρευαν και διασκέδαζαν στα Διονύσια, τα Λήναια και τα Ανθεστήρια.
Απόκριες: Ορισμός και χαρακτηριστικά
Ως Απόκριες ή Αποκριά (Απόκρεω για τους Βυζαντινούς)
χαρακτηρίζεται η περίοδος των τριών εβδομάδων πριν από την Καθαρά Δευτέρα.
Ετυμολογικά, «Απόκριες» σημαίνει αποχαιρετισμός στο κρέας, εννοώντας την
κρεατοφαγία, μιας και ακολουθεί μια μακρά περίοδος νηστείας. Αντίστοιχα, η
λατινογενής λέξη «Καρναβάλι» (Carnival-Carnevale-Καρνεβάλε) έχει την ίδια
σημασία και βγαίνει από τις λέξεις carne (κάρνε= κρέας) και vale (βάλε=
χαιρετώ). Παρακάτω, βέβαια, θα δούμε μερικές εναλλακτικές σημασίες των λέξεων
αυτών που σχετίζονται με θεούς, αντικείμενα και καταστάσεις.
Λόγω του ότι οι Απόκριες διαρκούν τρεις εβδομάδες, λέγονται
επίσης Τριώδιο (Τρεις Ωδές). Σύμφωνα με το χριστιανικό εορτολόγιο, ξεκινούν
κάθε χρόνο με την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου και λήγουν την Κυριακή
της Τυροφάγου, γνωστή και ως Μεγάλη Αποκριά, οπότε γίνονται οι μεγάλες
παρελάσεις των καρναβαλιστών με άρματα και η καύση του ομοιώματος του Βασιλιά
Καρνάβαλου. Συνολικά, οι Απόκριες κρατούν είκοσι δύο μέρες. Η ενδέκατη μέρα
είναι η Τσικνοπέμπτη, που πήρε το όνομά της από την τσίκνα, τον καπνό που
αναδύεται από το ψημένο κρέας στα κάρβουνα. Το τελευταίο Σάββατο των Αποκριών
είναι το Ψυχοσάββατο, μέρα αφιερωμένη στους νεκρούς.
Οι Απόκριες δεν έχουν σταθερή ημερομηνία, όπως άλλες μεγάλες
γιορτές. Πέφτουν πάντα μέσα στον Φλεβάρη, αλλά μπορεί να ξεκινήσουν από τα τέλη
του Γενάρη, ενώ πολύ συχνά αγγίζουν και τον Μάρτη, φτάνοντας μέχρι και τα μισά
του. Ποτέ όμως δεν ξεπερνούν την Εαρινή Ισημερία (21 Μαρτίου), τη μέρα που
ξεκινά επίσημα η άνοιξη.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, βλέπουμε πως οι Απόκριες είναι μια
χειμερινή γιορτή που προετοιμάζει την άνοιξη. Τα έθιμα σχετίζονται τόσο με τη
γονιμότητα, όσο και με τον θάνατο, τον αποχαιρετισμό και το καλωσόρισμα. Θεοί
και θνητοί γίνονται ένα για να διασκεδάσουν, να παλέψουν, να μονιάσουν και να
ξεφαντώσουν, ώστε να αποχωριστούν και να αναζητήσουν και πάλι ο ένας τον άλλον.
Οι Απόκριες είναι η ζωντανή ανάμνηση της αγροτικής εποχής, τότε που ο Άνθρωπος
ήταν πιο δεμένος με τη φύση, εξαρτημένος αποκλειστικά από εκείνη και το έλεός
της, μια περίοδο όπου οι γιορτές κατείχαν σημαντική θέση στην καρδιά του, μιας
και το γέλιο, η διασκέδαση και η εκτόνωση δεν ήταν προνόμια της
καθημερινότητας.
Ο Φεβρουάριος
Από πού αναγνωρίζει κανείς σήμερα τις Απόκριες; Δύο είναι τα
κύρια γνωρίσματά τους. Το ένα είναι το καρναβάλι, δηλαδή η ελεύθερη μεταμφίεση
με στολές, μάσκες και ψεύτικα εξαρτήματα και το άλλο ο Φεβρουάριος, ο μήνας της
γιορτής.
Ο Φεβρουάριος πήρε το όνομά του από το λατινικό ρήμα
februare (εξαγνίζω, καθαίρω) και ήταν συνδεδεμένος με τη θεά Ήρα. Για τους
Ρωμαίους, ο μήνας αυτός περιελάμβανε τελετές εξαγνισμού και μια σειρά από
γιορτές, με πιο διαδεδομένα τα Λουπερκάλια (Lupercalia). Ελληνικής προέλευσης
και συγκεκριμένα αρκαδικής, τα Λουπερκάλια ήταν αφιερωμένα στον Πάνα-Φαύνο και
τον Λουπέρκους, έναν ακόμα ποιμενικό θεό της γονιμότητας. Τα Λουπερκάλια
αντικαταστάθηκαν πολύ αργότερα από τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου, η οποία
αρχικά δεν είχε καμία σχέση με τους ερωτευμένους. Η σύνδεση προέκυψε από τον
κύκλο του Geoffrey Chaucer (Canterbury Tales, Parlement of Foules) και την
άνθηση του αυλικού ρομάντζου κατά τον 14ο αιώνα. Στην αρχαία Ελλάδα, τον
αντίστοιχο μήνα γιόρταζαν τον ιερό γάμο του Δία και της Ήρας, καθώς επίσης τα
Ανθεστήρια που ήταν αφιερωμένα στον θεό Διόνυσο και στους νεκρούς. Στη Σικελία
τιμούσαν τον γάμο του Άδη και της Περσεφόνης, δηλαδή του βασιλιά των νεκρών και
της αναγεννημένης άνοιξης. Το όνομα «Φλεβάρης» βγαίνει πιθανόν από τις
«φλέβες», δηλαδή τα υπόγεια νερά που σχηματίζονταν από τις πολλές βροχές.
Το Καρναβάλι
Το καρναβάλι (με την έννοια της μεταμφίεσης) υπάρχει από τα
προϊστορικά χρόνια και συναντάται σε όλες σχεδόν τις ηπείρους. Κρατά από την
εποχή του τοτεμισμού, τότε που οι άνθρωποι λάτρευαν τα ζώα και τα θεωρούσαν
προστάτες τους. Αργότερα, τα ζώα έδωσαν τη θέση τους σε ανθρωπόμορφους θεούς, οι
οποίοι όμως είτε συνέχισαν να έχουν κάποιο κτηνώδες χαρακτηριστικό (πόδια,
κεφάλι, κέρατα, φτερά) είτε εμφανίζονταν στους ανθρώπους με τη μορφή του ζώου
που τους αντιστοιχούσε. Όπως και να ‘χει, τα ζώα συνέχισαν να έχουν λατρευτικό
χαρακτήρα και να αποτελούν σύμβολα πόλεων, λαών και πολιτισμών. Σε σχετικές
τελετές οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν σε ζώα, φορώντας το δέρμα τους και
μιμούμενοι τα χαρακτηριστικά τους, επιδιώκοντας έτσι την ταύτιση.
Η ταύτιση είναι βασικό γνώρισμα μιας γιορτής, ανεξαρτήτου
θρησκείας. Ακόμη και σήμερα, στις Απόκριες τα παιδιά βρίσκουν την ευκαιρία να
υποδυθούν τους αγαπημένους τους ήρωες, διότι έτσι μπορούν να ταυτιστούν μαζί
τους και να γίνουν για λίγο είδωλα όπως εκείνοι. Η ταύτιση επιτυγχάνεται με τη
μεταμφίεση, στην οποία βασικό ρόλο παίζει το ένδυμα και η μάσκα. Από τη μία,
έτσι κρύβεται ο χαρακτήρας του καθενός, σχηματίζοντας ένα ομοιογενές σύνολο,
από την άλλη ξυπνάει τον πραγματικό μας εαυτό και τον απελευθερώνει. Δεν είναι
άλλωστε τυχαίο το ρητό «δώσε στον άνθρωπο μια μάσκα και θα σου δείξει ποιος
πραγματικά είναι». Επίσης, το ένδυμα είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να
ξεχωρίζουν και να φανερώνουν την κοινωνική τους θέση, το επάγγελμα και φυσικά,
το φύλο τους. Κάποτε είχε περισσότερη δύναμη από ότι σήμερα, μιας και υπήρχαν
πιο αυστηροί διαχωρισμοί στο θέμα του ρουχισμού, ωστόσο παραμένει σημαντικό
τόσο στην καθημερινότητα όσο και στη μεταμφίεση.
Ο θεός Διόνυσος
Πρωτεργάτης στη γιορτή και τα έθιμα της Αποκριάς είναι ο
θεός Διόνυσος, γιος του Δία και της Σεμέλης ή κατά κάποιους της Περσεφόνης,
θεάς της άνοιξης. Οι αρχαίοι του απέδιδαν πολλές ιδιότητες. Δεν ήταν μόνο θεός
του κρασιού και του γλεντιού αλλά και θεός του θεάτρου, της τρέλας, της
γονιμότητας, της θάλασσας, του θανάτου και της αναγέννησης. Η λατρεία του
ξεκίνησε στη Θράκη και εξαπλώθηκε στη Στερεά Ελλάδα. Οι Αθηναίοι, παρότι
συντηρητικοί, ασπάστηκαν τη λατρεία του, αφιερώνοντας του μεγάλες και
πολυήμερες γιορτές. Στην ουσία, με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσαν να τον
καλοπιάσουν για να τον διώξουν από την πόλη τους.
Οι γιορτές αυτές έδωσαν τη σκυτάλη στα Βακχανάλια της Ρώμης,
τα οποία συνδέθηκαν με τα Λουπερκάλια που γιορτάζονταν τον Φεβρουάριο και είχαν
παρόμοια έθιμα ποιμενικής προέλευσης. Έπειτα ταξίδεψαν στη Δύση, όπου ενώθηκαν
με άλλες τοπικές γιορτές που είχαν κοινό λατρευτικό χαρακτήρα. Για άλλη μια φορά, ο Διόνυσος, το πνεύμα του
κεφιού και της χαράς, κατέκτησε τον κόσμο, όπως έκανε παλιότερα εκστρατεύοντας
στα βάθη της Ασίας, έχοντας το κρασί για όπλο και τους γλεντοκόπους για στρατό.
Θάνατος και Αναγέννηση
Οι Απόκριες είναι συνυφασμένες με το μυστήριο. Πρόκειται για
μια πολυήμερη τελετή μύησης που ενώνει πολλά στοιχεία μαζί. Χαρά, απελευθέρωση,
έρωτας, γονιμότητα, φως, σκοτάδι αλλά και θάνατος. Μάλιστα το τελευταίο αυτό
στοιχείο, ο θάνατος, είναι ίσως και το πιο βασικό που μπορεί να δώσει τροφή σε
ατέλειωτες θεωρίες και να ενώσει τις άλλες μεγάλες γιορτές που προηγούνται και
που ακολουθούν. Ο λόγος για το δυτικό Halloween, τα Χριστούγεννα-Χειμερινό
Ηλιοστάσιο, την αρχαϊκή Πρωτοχρονιά και το ανατολικό Πάσχα, γιορτές
χριστιανικές που ήταν κάποτε παγανιστικές και που είχαν (και συνεχίζουν να
έχουν) ως κύριο θέμα το δίπολο Ζωή-Θάνατος, Φως-Σκοτάδι και Χειμώνας-Καλοκαίρι.
Και κάπου εκεί γυρνά η σύντομη, μα σημαδιακή Άνοιξη-Ανάσταση, εκείνη που θα
οδηγήσει στην Πρωτομαγιά, όπου το καρναβάλι και το γαϊτανάκι θα στηθούν και
πάλι για να υποδεχτούν το νικητήριο καλοκαίρι.
Στην τελική, κάτω από τις μάσκες και τις μεταμφιέσεις, όλοι
και όλα μπορούν να χωρέσουν στις Απόκριες. Ας δούμε, λοιπόν, τη σχέση τους με
τις υπόλοιπες γιορτές.
Οι Απόκριες και οι άλλες μεγάλες γιορτές
Πάσχα: Οι Απόκριες είναι άμεσα συνδεδεμένες με το Πάσχα. Από
τη μια, οι Απόκριες προετοιμάζουν το Πάσχα. Από την άλλη, το Πάσχα καθορίζει
πότε θα πέσουν οι Απόκριες. Το Πάσχα γιορτάζεται μετά από την πρώτη ανοιξιάτικη
πανσέληνο, γι’ αυτό και δεν έχει σταθερή ημερομηνία. Κεντρικό θέμα της γιορτής
αυτής είναι ο θάνατος και η αναγέννηση της φύσης και του φωτός, κάτι που
θυμίζει τη θυσία του Βασιλιά Καρνάβαλου. Για ακόμα μια φορά, ο Άνθρωπος
καλείται να θυσιάσει στη Φύση κάτι δικό του, από τον ίδιο του τον εαυτό, ώστε
να την αναγεννήσει ή να την ευχαριστήσει και να εξιλεωθεί ο ίδιος.Επί τη ευκαιρία, να αναφέρουμε και μια άλλη σπουδαία
ανοιξιάτικη γιορτή, την Πρωτομαγιά. Σε σύγχρονα φεστιβάλ της Ευρώπης που
αναβιώνουν αρχαίες γιορτές, εκτός από γαμήλια έθιμα συναπαντάμε το καρναβάλι
και το γαϊτανάκι (maypole). Πρόκειται για τον χορό που στήνεται γύρω από το
κοντάρι με τις δώδεκα χρωματιστές κορδέλες. Συμβολίζει τον κύκλο της ζωής και
τις μεταβάσεις από τον χειμώνα στην άνοιξη, τη λύπη στη χαρά, τη ζωή στον θάνατο
και αντίστροφα.
Χριστούγεννα: Η παράδοση θέλει τους άτακτους Καλικάντζαρους
να βγαίνουν από τον Κάτω Κόσμο και να αλωνίζουν ελεύθεροι μέσα στο δωδεκαήμερο
των Χριστουγέννων. Αυτό μας θυμίζει τους προγενέστερους Σάτυρους, τους
τραγόμορφους φίλους του Διονύσου που χοροπηδούσαν, διακωμωδούσαν και πείραζαν
τους περαστικούς, συνοδεύοντας το τροχοφόρο καράβι του θεού. Φυσικά, δεν ήταν
αληθινοί σάτυροι, αλλά άντρες μεταμφιεσμένοι. Ο θεός Διόνυσος λατρευόταν ως
προστάτης των ποιημένων και χαρακτηριζόταν ως Δεντρίτης. Με απλά λόγια, αν
θέλουμε να δούμε πώς γιόρταζαν οι αρχαίοι Έλληνες τα δικά τους Χριστούγεννα,
δεν έχουμε παρά να ρίξουμε μια ματιά στις Απόκριες, τη συνέχεια δηλαδή των
αρχαίων διονυσιακών γιορτών. Ίσως και το καραβάκι των Χριστουγέννων να προέρχεται
από το πλοίο-όχημα του Διονύσου που έσερναν στις πομπές οι μεταμφιεσμένοι
εορτάζοντες. Επίσης, κοινό θέμα της Αποκριάς και των Χριστουγέννων είναι το
χειμερινό ηλιοστάσιο, η γέννηση του φωτός μέσα στο σκοτάδι, που θα φέρει
σταδιακά την άνοιξη και την καλοκαιρία, διώχνοντας τον τρομερό χειμώνα.
Πρωτοχρονιά: Πολλά κοινά συναντάμε στα έθιμα των Αποκριών,
της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων. Τρανό παράδειγμα τα Ραγκουτσάρια της Καστοριάς
(εκ του λατινικού rogation= ζητώ, rogatores= ζητιάνοι) που περιλαμβάνουν καρναβάλι,
οινοποσία, πειράγματα και εξορκισμό των κακών πνευμάτων. Στην αρχαία Ρώμη, την
αντίστοιχη περίοδο γιορτάζονταν τα Σατουρνάλια, προς τιμήν του Τιτάνα Κρόνου,
που κοιμόταν κάτω από τη γη. Εκτός από το ξεφάντωμα των εορταζόντων, στα
Σατουρνάλια οι σκλάβοι άλλαζαν ρόλους με τους αφέντες και φορούσαν τα ρούχα
τους. Ένας νεαρός επιλεγόταν ως βασιλιάς, τον οποίον έντυναν ανάλογα, τον
τάιζαν και τον μεθούσαν. Παρόμοιο έθιμο υπήρχε σε πανάρχαιες γιορτές των
Βαβυλωνίων και των Αζτέκων. Μέχρι σήμερα επιζούν έθιμα με κωδωνοκρουσίες για να
«φύγει» ο παλιός χρόνος και να έρθει ο νέος. Άλλωστε αυτό γίνεται και με τον
χειμώνα και τον Βασιλιά Καρνάβαλο, που πρέπει να φύγουν για να έρθει η άνοιξη.
Εδώ ο σύνδεσμος της Αποκριάς με την Πρωτοχρονιά δεν είναι καθόλου τυχαίος, αφού
για τους Ρωμαίους ο Φεβρουάριος ήταν ο τελευταίος μήνας του χρόνου, με τον νέο
χρόνο να ξεκινά τον Μάρτιο.
Halloween: Η Ημέρα των Ψυχών (All Hallows Eve-Halloween)
είναι η συνέχεια του αρχαίου Samhain, της Πρωτοχρονιάς των Κελτών. Όπως και σε
άλλες πρωτοχρονιάτικες δοξασίες, πιστευόταν ότι εκείνη τη μέρα οι ψυχές
ανέβαιναν στη γη. Το Halloween, όπως και η επόμενή του, η Μέρα των Νεκρών,
είναι αφιερωμένη στις ψυχές, γι’ αυτό και έχει μια πιο τρομαχτική εικόνα που
σχετίζεται με ανάλογα έθιμα. Η μεταμφίεση δεν είναι το μόνο κοινό της Αποκριάς
και του Halloween. Είναι και το Ψυχοσάββατο που, όπως αναφέρθηκε παραπάνω,
πέφτει πάντα πριν από την Κυριακή της Μεγάλης Αποκριάς. Το Ψυχοσάββατο κρατά
από τα αρχαία Ανθεστήρια που γιορτάζονταν στο τέλος του Φεβρουαρίου και είχαν
συνδεθεί με τα Διονύσια. Το όνομα της γιορτής δεν βγαίνει από τα άνθη, αλλά από
το ρήμα «αναθέσσασθαι» που σημαίνει την ανάκληση των ψυχών. Σε αυτήν την
τριήμερη και κατά τα άλλα χαρούμενη γιορτή που, περιελάμβανε καρναβάλι και
οινοποσία, πιστευόταν ότι οι νεκροί επισκέπτονταν τους ζωντανούς. Η τρίτη μέρα
των Ανθεστηρίων ονομαζόταν «Χύτροι» και ήταν αφιερωμένη στις ψυχές. Τότε, οι
σκοτεινές Κήρες, σαν άλλοι Καλικάντζαροι, ανέβαιναν από τον Άδη για να
τρομάξουν και να στοιχειώσουν τους ζωντανούς. Στους Χύτρους οι αρχαίοι Έλληνες,
εκτός από τον Διόνυσο και τον ψυχοπομπό Ερμή, τιμούσαν και τους νεκρούς του
κατακλυσμού του Δευκαλίωνα. Τέλος, μέχρι σήμερα επιβιώνουν έθιμα με
μασκαρεμένους που μπαίνουν σε σπίτια ζητώντας φίλεμα υπό την απειλή φάρσας,
κάτι αντίστοιχο του trick or treat.
Η Θυσία του Βασιλιά Καρνάβαλου
Βλέποντας τα παραπάνω και τις τρομερές ομοιότητες που
συναντάμε στις γιορτές, ειδικά εκείνες του χειμώνα, ίσως οι Απόκριες να είναι
αυτό που βλέπουμε κυρίως στο πρόσωπο του Βασιλιά Καρνάβαλου. Είναι εκείνος που,
αφού θα διασκεδάσει, θα φάει και θα πιει και θα χορέψει, θα επιστρέψει στη φύση
και θα γίνει ένα μαζί της. Έπειτα θα θρηνηθεί και θα τιμηθεί ξανά έπειτα από
σαράντα μέρες, τότε δηλαδή που έχουμε έναν ακόμα θάνατο και μια ανάσταση: το
Πάσχα.
Ποιος είναι, όμως, ο Βασιλιάς Καρνάβαλος; Δεκάδες πρόσωπα,
θεϊκά και μη, διεκδικούν την αυθεντικότητα της προέλευσης. Διόνυσος, Άδωνις,
Χριστός, Όσιρις, Όντιν, Μίθρας. Ποιος θα παίξει τον ρόλο του Βασιλιά Καρνάβαλου
την τελευταία νύχτα της Αποκριάς; Συμβολικά ίσως να είναι ο Χειμώνας, το τέλος
εκείνης της ψυχρής και σκοτεινής περιόδου που σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας,
της Άνοιξης εν προκειμένω. Ίσως είναι ο παλιός ο Χρόνος, αυτός που συμπλήρωσε
τον κύκλο του και πια πρέπει να πεθάνει και να θαφτεί κάτω από μια πρέπουσα
τελετή –μια τελευταία ευχαριστία για τα καλά που έφερε ή μια τιμωρία για εκείνα
που τελικά δεν έδωσε– καθώς ο Νέος είναι ακόμα παιδί που μαθαίνει το πώς θα
βασιλέψει. Ίσως είναι ο κάποτε θεός-Ήλιος, ο φωτεινός ήρωας δεκάδων πολιτισμών,
που μίκρυνε στο φθινόπωρο, έσβησε στο καταχείμωνο και τώρα θα καεί για να
αναγεννηθεί από τις στάχτες του.Ποιος είναι λοιπόν ο Βασιλιάς Καρνάβαλος; Ας φορέσουμε τις
μάσκες μας και ας χωθούμε στη μακρά πομπή για να δούμε πού θα μας οδηγήσει. Κάπου
εκεί είναι κρυμμένο το μυστικό του, πίσω από πανάρχαια έθιμα και ξεχασμένες
λέξεις.
Ο Κάρνος-Κριός
Ο μόνος τρόπος για να φτάσουμε πιο κοντά στον Βασιλιά
Καρνάβαλο είναι οι λέξεις. Καρνάβαλος και καρναβάλι είναι το ίδιο πράγμα, κάτι
σαν αυτό που λέγανε παλιά ότι ο βασιλιάς και η χώρα είναι ένα. Έτσι κι αλλιώς,
ο Καρνάβαλος είναι η προσωποποίηση της γιορτής. Ή μήπως η γιορτή είναι μια
λατρευτική πράξη για κάποιον συγκεκριμένο θεό; Οι λέξεις θα μας βοηθήσουν.
Ας δούμε τη λέξη “Carnevale”. Όπως είπαμε και πιο πάνω,
σημαίνει αποχαιρετισμός στο κρέας και όχι αποχή από το κρέας. Και ναι, κατά μία
έννοια, αυτό είναι οι Απόκριες. Οι τελευταίες μέρες που επιτρέπεται η
κατανάλωση του κρέατος πριν από τη μακρά νηστεία της Σαρακοστής. Αλλά...
Η λέξη “carne” μας παραπέμπει και κάπου αλλού, στο όνομα του
Κάρνου. Ο Κάρνος ήταν αρχαιότατος ποιμενικός θεός της Πελοποννήσου, προστάτης
της γονιμότητας. Αντίστοιχος του τραγόμορφου Πάνα των Αρκάδων, ο προδωρικός
Κάρνος ήταν ζωόμορφος θεός ιδιαίτερα σημαντικός για τους Λάκωνες και τους
Μεσσήνιους, τους Αργείους και τους κάτοικους της Σικυώνας.
Ο Κάρνος είχε κεφάλι κριαριού. Αργότερα, η λατρεία του έδωσε
τη θέση του στον Απόλλωνα, ο οποίος απέκτησε το προσωνύμιο Κάρνειος, ενώ σε
διάφορες αναπαραστάσεις από το κεφάλι του ξεπηδούσαν στριφογυριστά κέρατα. Εδώ
μας έρχεται στο νου και η δικαιολογία που έδωσαν οι Σπαρτιάτες στους Αθηναίους
τις παραμονές της Μάχης του Μαραθώνα: τα Κάρνεια, την ιερή εκείνη γιορτή της
Λακωνίας προς τιμήν του Απόλλωνα και νωρίτερα του κριόμορφου Κάρνου. Στη λαμπρή
αυτή γιορτή, που γινόταν καλοκαίρι προς φθινόπωρο σε όλες τις δωρικές πόλεις,
οι εορταστές μεταμφιέζονταν και έπαιρναν μέρος σε μυστήρια σαν εκείνα της
Ελευσίνας, δηλαδή σε τελετές αφιερωμένες στη γονιμότητα, τον θάνατο και την
αναγέννηση. Στα Κάρνεια, επίσης, γινόντουσαν συμπόσια και πανηγυρισμοί όπου οι
μεταμφιεσμένοι χοροπηδούσαν σαν τα κατσίκια.
«Κάρνος» ετυμολογικά σήμαινε κριός-κριάρι. Βγαίνει από την
ομηρική λέξη «καρ» (την οποία συναντούμε συχνά στην Ιλιάδα) που σήμαινε κεφάλι.
Από εκεί μάλιστα προέρχεται και η κάρα (κεφάλι, άνω άκρο, κορυφή, πρόσωπο) αλλά
και το κέρας-κέρατο, το μέλος εκείνο των ζώων που είναι αυστηρά συνδεδεμένο με
το κεφάλι.
Βλέπουμε, λοιπόν, πως ένα κριάρι ή ένας κερασφόρος θεός
διεκδικεί την πατρότητα της Απόκριας και του καρναβαλιού. Και γιατί όχι; Αφού
και στη λέξη «Απόκρια» διακρίνουμε τον κριό. Μήπως τελικά σημαίνει «Από του
Κριού»; Του ιερού αυτού ζώου της γονιμότητας, του πολεμιστή θεού Άρη, του
πρώτου από τα ζώδια που ξεκινά τον αστρολογικό κύκλο και καλωσορίζει την
Άνοιξη; Και αν δεν είναι ο Κριός αυτός που κρύβεται μέσα στη λέξη «Αποκριά»,
μήπως είναι ο Κρείος, ένας από τους Τιτάνες, αντίστοιχος του Άρη; Μα έτσι κι
αλλιώς ο Κρείος είναι ο Κριός αφού λατρευόταν στις ίδιες περιοχές με τον Κάρνο.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Κρείος-Κριός ήταν προστάτης των ηγεμόνων και είχε
εξουσία πάνω σε γη, θάλασσα, ουρανό, αλλά και στον κάτω κόσμο. Εγγονή του ήταν
η Εκάτη, η οποία κληρονόμησε από τον Κρείο όλα τα παραπάνω. Η Εκάτη, η
τρισώματη θεά της μαγείας, της γνώσης και των μυστικών. Μήπως είναι εκείνη πίσω
από τις τρεις εβδομάδες της Αποκριάς, η θεά απόγονος (από) του Κρείου;
Ο Βάαλ-Ταύρος
Είπαμε πως η λέξη «carne» βγαίνει πιθανώς από τον ποιμενικό
θεό Κάρνο-Κριό και την αρχαία λατρεία του. Αν είναι έτσι, τότε η δεύτερη
συνθετική λέξη “vale” από πού μας έρχεται;
Αν κρατήσουμε την ελληνικότητα της «carne-Κάρνος», τότε η
«vale» θα πρέπει να ακολουθεί και αυτή το δικό μας λεξιλόγιο. Μπορεί λοιπόν να
βγαίνει από το ρήμα «βάλλω» ή το «βαλλίζω». «Βαλλίζω» σημαίνει χοροπηδώ, άρα
και «βαλλισμός» είναι ο χοροπηδηχτός χορός. Έτσι, ως καρναβάλι-καρναβαλισμός
ορίζεται το σύνολο από χοροπηδηχτές κινήσεις που έκαναν οι μεταμφιεσμένοι στη
γιορτή του Κάρνου-Κριού ή του Καρνείου Απόλλωνα. Ακόμα και να πάρουμε αντί για
το «βαλλίζω» το ρήμα «βάλλω» (φορώ, προκαλώ, ρίπτομαι, στρέφω, σείομαι πέρα
δώθε), το νόημα του καρναβαλιού παραμένει το ίδιο. Έπειτα, έχουμε το
αρχαιοελληνικό επίρρημα «βάλλε» ή «άβαλε» που σημαίνει «είθε» και «μακάρι».
«Κάρνε βάλλε, Κάρνε βάλλε!» Αυτό ακούγεται σαν ευχή τελετουργίας, μια παράκληση
στον θεό Κάρνο να δώσει την ευλογία του για γονιμότητα και καλή σπορά. Αυτά
τουλάχιστον μας λέει ο συγγραφέας και εκδότης Μάριος Βερέττας στο βιβλίο του
Καρναβάλι, η αρχαιότερη Ελληνική γιορτή.
Καλά ως εδώ. Όμως η λέξη “vale” θέλει να μας ταλαιπωρήσει
λίγο ακόμα και να μας θυμίσει έναν άλλο ποιμενικό θεό της γονιμότητας που φέρει
μαζί του έθιμα του γάμου, του πολέμου και της θυσίας που συναντάμε στην
Αποκριά.
Ο θεός αυτός είναι ο Βάαλ. Λατρευόταν από τους Φοίνικες,
τους Χαναναίους και τους λαούς της Μεσοποταμίας, ενώ αργότερα η λατρεία του
διαδόθηκε σε όλη τη Μεσόγειο. Σύμβολό του ήταν ο ταύρος και οι πιστοί του τον
φαντάζονταν με κεφάλι ταύρου. Στην Ελλάδα ταυτίστηκε με τον Δία (ίσως λόγω του
ιερού ταύρου, της βροχής αλλά και των κεραυνών που ήταν τα όπλα του Βάαλ) και
σώζεται σε αρχαιοελληνικά κείμενα ως Βήλος. Συμφώνα με την ελληνική μυθολογία,
ο Βήλος, γιος του Ποσειδώνα και πατέρας των διδύμων Αίγυπτου και Δαναού, ήταν ο
ιδρυτής της Βαβυλώνας. Στη μυθολογία των Χαναναίων, ο Βάαλ πέθανε από τον Μοτ,
τον θεό του θανάτου και έμεινε για εφτά χρόνια στον Κάτω Κόσμο, προκαλώντας
έτσι ξηρασία στη χώρα. Αναστήθηκε φέρνοντας μαζί του τη βροχή και τη
γονιμότητα, πολεμώντας δυο φορές με τον Μοτ-θάνατο.
Πετροπόλεμος ανάμεσα σε βοσκούς
Κάρνος και Βάαλ. Κριός και Ταύρος. Γνώρισε άραγε ο ένας τον
άλλον; Μήπως πίσω από τη μυστηριώδη γιορτή της Αποκριάς κρύβεται η μεταξύ τους
μάχη, η νίκη του ενός επί του άλλου και η τελετή συμφιλίωσής τους; Γιατί μπορεί
μεν ο Κάρνος να μην συνάντησε τον Βαάλ σε κάποιον μύθο, αντί για αυτούς όμως
πολέμησαν οι άνθρωποί τους. Όχι οι ιερείς, ούτε και οι πιστοί, αλλά οι βοσκοί.
Σε αρχαϊκές ποιμενικές κοινωνίες, εκείνοι που εξέτρεφαν πρόβατα και κριάρια
ήταν αντίπαλοι με τους βοϊδοβοσκούς. Οι πόλεμοι τους επιβίωσαν στους
μεταγενέστερους μύθους με θεϊκούς ή θεόσταλτους ήρωες, καθώς επίσης και στους
μύθους των άστρων. Ο Κριός και ο Ταύρος, τα γειτονικά αυτά ζώδια της Άνοιξης,
είναι εχθροί. Ο Ταύρος ήταν κάποτε ο βασιλιάς του ζωδιακού κύκλου, μέχρι που
έχασε τη θέση του από τον Κριό. Στην ελληνική μυθολογία, σπουδαία πρόσωπα όπως
ο Ηρακλής, ο Θησέας και ο Ιάσονας αναλαμβάνουν να σκοτώσουν ή να δαμάσουν
ταύρους και ορισμένες φορές βόδια. Ειδικά ο Θησέας, σε ρόλο θυσιαστικού
κριαριού, ταξιδεύει στην Κρήτη και σκοτώνει τον Μινώταυρο, ενώ κάτω από το έπος
της αργοναυτικής εκστρατείας υποβόσκει η διαμάχη των Μινύων του Ορχομενού με
τους Θηβαίους της Βοιωτίας (χώρας των Βοδιών). Ο πόλεμος αυτός μεταξύ των δύο
ποιμενικών κοινωνιών, που πήρε τόσο μεγάλη διάσταση, επέζησε στο έθιμο του
πετροπόλεμου που φτάνει ως τις μέρες μας. Ευτυχώς, ο πετροπόλεμος αντικαταστάθηκε
από τον χαρτοπόλεμο κι έτσι δεν κινδυνεύουμε να μας ανοίξει το κεφάλι.
Carrus Navali: το τροχοφόρο καράβι
Όσο ο Κάρνος-Κριός και ο Βάαλ-Ταύρος παλεύουν για το ποιος
θα ηγηθεί του καρναβαλιού, ο Διόνυσος κλέβει το άρμα και οδηγεί την πομπή.
Σκορπά τη θεϊκή μανία του στους μασκαράδες και τους καλεί σε γλέντι, χορό και
πειράγματα. Για εκείνον δεν υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, ευγενείς και δούλοι,
ιερείς και ζητιάνοι. Κάτω από τις μάσκες είναι όλοι ίσοι, απαλλαγμένοι από την
καταγωγή και την κοινωνική τους θέση. Είναι ελεύθεροι να πράξουν το οτιδήποτε
για χάρη της ζωής, της σύντομης και εφήμερης ζωής, χωρίς κανέναν φόβο και
κριτή. Ο Διόνυσος γίνεται ο Βασιλιάς Καρνάβαλος οδηγώντας το carrus navali, το
κάρο της θάλασσας, το τροχοφόρο πλοίο πάνω στο οποίο καθόταν στις αρχαίες
τελετές που έκαναν οι άνθρωποι προς τιμήν του.Ο χρόνος όμως είναι ελάχιστος: δεν φτάνει για τη μελέτη, την
αναζήτηση και τη σπουδή, και δεν θέλω να χάσω ούτε την προθεσμία, ούτε και την
εορταστική αυτή περίοδο που περνά μέχρι να πεις κύμινο. Πώς να προλάβει ένας
άνθρωπος του σήμερα και της πόλης, αποκομμένος από καθετί που τον ενώνει με τον
άνθρωπο της φύσης και του χθες, να ξεθάψει γνώσεις δύο χιλιάδων και βάλε
χρόνων; Πώς να χωρέσουν σε ένα άρθρο τόσα και τόσα διαφορετικά έθιμα από την
Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο;,,,,https://www.willowisps.gr
*******
Μασκαράδες, παραβάτες ή παρατηρητές; το νόημα της Αποκριάς
Δρ. Γιώργος Γιαννούσης
Οι Απόκριες έχουν μια ιεροτελεστική, σχεδόν μυστηριακή διάσταση, στη διάρκεια της οποίας μπαίνουμε σε μια περίοδο συμβολικής παράβασης, επιτρέπουμε δηλαδή το «κακό», την πιο ζωώδη φύση μας, να εμφανιστεί, να εξελιχθεί και στο τέλος το «καίμε», για να ξεκινήσει μια πνευματική πορεία προς την αναγέννηση.
Τα έθιμα των αποκριών έρχονται από πολύ παλιά και κουβαλούν ποικίλους συμβολισμούς. Στις παραδοσιακές κοινωνίες ο ρόλος του καρναβαλιού δημιουργούσε ένα αντίβαρο καθώς οι άνθρωποι μπαίνανε σε ρόλους απαγορευμένους στην κανονικότητα, όπως παραδείγματος χάρη το ότι οι γυναίκες παίρνανε την εξουσία στα χέρια τους ή οι άντρες ντυνόντουσαν γυναίκες και μιλούσαν ελεύθερα για το σεξ.
Οι εθιμικές αυτές συνήθειες δείχνουν πως οι Απόκριες αποτελούσαν μια περίοδο όπου οι άνθρωποι «απελευθερώνονταν» αφενός από τα κοινωνικά ταμπού κι αφετέρου από τα δεσμά της εξουσίας. Ένα από τα βασικά ταμπού ήταν το σεξ, οπότε αναμενόμενο ήταν πολλά από τα δρώμενα να αναπτύσσονται γύρω από αυτό. Αναμενόμενο ήταν επίσης να κυριαρχεί το στοιχείο της αντιστροφής και της «εξέγερσης». Οι άνθρωποι εξομοιώνονται, απαλλάσσονται από τους ρόλους τους (κοινωνικούς, ταξικούς, κ.α.) και επενδύονται ένα μεταφορικό πρόσωπο διά μέσου της μάσκας.
Δίνεται, δηλαδή, η πρόσκαιρη δυνατότητα διαφυγής από τις επιταγές τόσο της ψυχής, όσο και των κοινωνικών συμβάσεων, καθώς και αυτή της διασάλευσης της τάξης. Ωστόσο, κατανοούμε πως ενώ οι Απόκριες έχουν το στοιχείο της ανατροπής είναι ενταγμένες στο κανονιστικό πλαίσιο των κοινωνιών. Παρότι ασκούν κριτική στην εξουσία, αυτή το επιτρέπει, σα να γνωρίζει πως οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν ανάγκη από παλινδρομικές κινήσεις προκειμένου να παραμείνουν σταθερές. Από την άλλη οι καρναβαλιστές μπαίνουν σε ένα διαφορετικό σύμπαν απαλλαγμένο από τους κανόνες της καθημερινότητας, αντιστρέφουν τους ρόλους, σατιρίζουν τα πάντα, ενώ ταυτόχρονα χαίρονται και αισθάνονται ανέμελοι.
Για λίγες στιγμές υποδύονται μια άλλη μορφή και δημιουργούν την ψευδαίσθηση μιας άλλης ταυτότητας, ενώ παράλληλα απελευθερώνονται από τις κοινωνικές συμβάσεις. Δίνει, επομένως, το καρναβάλι την δυνατότητα να εκφράσει ο άνθρωπος μια καταπιεσμένη του ανάγκη μέσα από ένα τρόπο διασκεδαστικό. Σημαντικό ρόλο στην έκφραση αυτή παίζει η χρήση της μάσκας. Ο Oscar Wilde έλεγε πως Ο άνθρωπος είναι λιγότερο ο εαυτός του όταν μιλάει ως ο εαυτός του. Δώσ’ του μια μάσκα και θα σου πει την αλήθεια.
Με άλλα λόγια, θα λέγαμε πως οι απόκριες λειτουργούν σαν μια κοινωνική βαλβίδα ασφαλείας μέσω της οποίας οι άνθρωποι εκτονώνουν τις καταπιεσμένες ανάγκες τους. Πρόκειται δηλαδή για μια νομιμοποιημένη παράβαση της κανονικότητας, σαν οι απόκριες να είναι μια επινόηση της κοινωνίας ως ένα μέσο αυτοσυντήρησής της.
Η παράβαση των ορίων όμως που εμπεριέχουν τα έθιμα της αποκριάς έχει κι ένα άλλο ισχυρό νόημα. Σηματοδοτεί την ανάγκη επανασύνδεσης του ανθρώπου με την φύση του. Είναι η γιορτή που ακουμπά στα ένστικτα του και επιτρέπει την αναγκαία παλινδρόμηση στις ενστικτώδεις αναφορές του. Μοιάζει κατά κάποιον τρόπο σαν μια κατάδυση στις αρχέγονες πλευρές του, στον ενστικτώδη εαυτό του, από όπου αντλεί πληροφορίες, ως βασική προϋπόθεση για να τον ανακαλύψει και να αναγεννηθεί. Είναι σαν την κίνηση προς τα πίσω, όταν παίρνουμε φόρα για να πάμε μπροστά. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, που οι Απόκριες τοποθετούνται χρονικά μεταξύ της γιορτής των Χριστουγέννων και του Πάσχα και ακριβώς πριν την «νηστεία» του 40ήμερου. Μεταξύ της γέννησης (δημιουργίας) και της ανάστασης (αναγέννησης) υπάρχει μια σκοτεινή περίοδος, λες και για να βρεις το φως πρέπει πρώτα να τυφλωθείς.
Οι Απόκριες έχουν μια ιεροτελεστική, σχεδόν μυστηριακή διάσταση, στη διάρκεια της οποίας μπαίνουμε σε μια περίοδο συμβολικής παράβασης, επιτρέπουμε δηλαδή το «κακό», την πιο ζωώδη φύση μας, να εμφανιστεί, να εξελιχθεί και στο τέλος το «καίμε», για να ξεκινήσει μια πνευματική πορεία προς την αναγέννηση.
Η πορεία αυτή περνά, βεβαίως, μέσα από την συγχώρεση -η Κυριακή των αποκριών λέγεται και Κυριακή της συγχώρεσης- και την εσωτερική κάθαρση, τον εξαγνισμό –που συμβολίζει η καθαρά Δευτέρα. Οι εν λόγω συμβολισμοί αυτών των εθιμικών δρώμενων, στο ψυχικό-συναισθηματικό επίπεδο, μιλούν για την αξία της παράβασης, ως παλινδρόμησης, δηλαδή ως κίνητρο για αλλαγή και δίνουν στους ανθρώπους την αίσθηση της νίκης του καλού έναντι του κακού, της ζωής έναντι του θανάτου, της γονιμότητας και της δημιουργίας.
Διερωτώμαι βέβαια σήμερα σε τι αντανακλούν οι σύγχρονοι εορτασμοί με άρματα, έτοιμες στολές και ασυλόγιστη μέθη; Ποιον καρνάβαλο καίμε, ποιο «κακό» ξορκίζουμε; Αναρωτιέμαι, επίσης σήμερα που δεν υπάρχει καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, τι εκτονώνουμε τις Απόκριες; Και σε τι στοχεύει η σάτιρα των ημερών; Κρύβουν αληθινή χαρά και γνήσιο ξεφάντωμα, ή αποτυπώνουν μια ακόμη εμπορευματοποιημένη γιορτή, θεατών που παρακολουθούν, αλλά δεν βιώνουν.
Στις μέρες μας δυστυχώς ο συμβολισμός της Αποκριάς ατονεί και συνήθως οδηγεί σε μια ακόρεστη μέθη κι όχι σε «εκστατικές» εμπειρίες. Είναι λες και ο σύγχρονος άνθρωπος εστιάζει μέσα από τα έθιμα των αποκριών μόνο στην αίσθηση της χαράς, της ευφορίας και στην ηδονή κι όχι στην εκστατική διάσταση της αναγέννησης, μέσα από τον κύκλο: παράβαση – συγχώρεση – κάθαρση - αναγέννηση.
Ζει επομένως ο σύγχρονος άνθρωπος ούτως ή άλλως σε μια διαρκή αποκριά, όπου αποπροσωποποιείται, χάνει δηλαδή την υπόστασή του και απλά υποδύεται ρόλους, αρνούμενος πεισματικά να μπει στον κύκλο της αλλαγής, κολλημένος πολλές φορές στην παράβαση και την ενοχή που την συνοδεύει.
Τέλος, η σημασία της καρναβαλικής παράβασης ενσαρκώνεται στο ψυχοκοινωνικό επίπεδο της καθημερινότητας σε κάθε είδους παράβαση της κανονικότητας και παίρνει διάφορες μορφές συμπτωμάτων, όπως λόγου χάρη οι αταξίες των παιδιών, οι τσακωμοί των συντρόφων, οι απιστίες, κ.α. Το βασικό νόημα αυτών των παραβάσεων – συμπτωμάτων είναι να τα δει κανείς ως μια παλινδρομική κίνηση που μπορεί να τον ωθήσει προς τα μπρος και να τα αξιοποιήσει ούτως ώστε μέσω της συγχώρεσης και της εσωτερικής κάθαρσης να οδηγηθεί στην αναγέννηση. Αυτό είναι και το σπουδαίο μήνυμα της Αποκριάς. https://www.psychologynow.gr/
13 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου