άθε τέχνη κι άσ’ τηνε, που λένε!

Θα μπορούσα κάλλιστα (εκτός απ’ το να εξασκώ τη μέχρι σήμερα δουλειά μου) να γίνω σεναρίστας βιντεοπαιχνιδιών, καί να βγάζω ένα αξιοσέβαστο (μαύρο) εισόδημα. Οπότε, δίνω εδώ «δείγμα γραφής» γιά το βιογραφικό μου στην πιάτσα! 🙂

Ξεκινάμε με τον ήρωα του παιχνιδιού.

Ο ήρωάς μας είναι ένας σύγχρονος άνθρωπος, Έλλην (ξέρετε, επίλεκτο dna κτλ), ο οποίος δεν διαπρέπει ιδιαίτερα στις γρήγορες κινήσεις. Οπότε, ξεκινάει η μέρα του σ’ ένα δωμάτιο με μιά τηλεόραση, στην οποία ένας καραγκιόζης λέει πως πρέπει όλοι να εμβολιαστούν. Ο ήρωάς μας χασμουριέται, πίνει μιά γουλιά φραππέ, πάει γιά (δεύτερο) πρωϊνό κατούρημα, καί τελικά βγαίνει έξω απ’ το σπίτι.

Αυτό ήταν η εισαγωγή του γκέημ· η βιτρίνα!

Πρώτη πίστα, τώρα: στον δρόμο, διάφοροι τύποι με άσπρες ιατρικές ποδιές καί σύριγγες με βελόνες πάνε να τον αγγίξουν, καί του λένε να κάνει εμβόλιο. Ο τυπάκος μας επιταχύνει το βήμα, αλλά επιταχύνουν και οι δόκτορες. Πρέπει να τους ξεφύγει!… διότι κάθε παιχνίδι πρέπει νά ‘χει καί εχθρούς. Εάν τους ξεφύγει (καί το σκόρ απάνω δεξιά αυξάνει), θα τους ξεφύγει χωνώμενος σ’ ένα στενό, ανάμεσα σε δύο πολυκατοικίες.

Εκεί, τώρα, συναντάει μιά ξανθειά γκόμενα ντυμένη βαρειά (με παλτό, καπέλλο, κουκκούλα, μαύρα γυαλιά Ηλίου, κτλ), η οποία αρχίζει να ξεντύνεται. Κι εκεί που πάει ο τυπάκος μας να χαρεί, τσούπ! η γκόμενα εμφανίζει από μέσα μιά στολή νοσοκόμας (με κοντή φουστίτσα) καί βγάζει απ’ το παλτό της μιά ένεση! lol!!!

Εδώ, τώρα, κάθε καθυστέρηση γιά χάζεμα στα μπούτια καί τα λοιπά καλούδια της γκόμενας σημαίνει το τέλος! Επομένως, ο ήρωάς μας πρέπει να την κοπανήσει κατεπειγόντως. Αλλά, προκειμένου να την κοπανήσει, πρέπει ν’ ανέβει σε ταράτσες… κι εννοείται πως πρέπει να βρεί τρόπο ν’ ανεβεί! Όχι, βέβαια, με τον τρόπο των μοναχών Σαολίν, αλλά με διάφορες σκάλες πυρασφαλείας κτλ. Επίσης, πρέπει να βρεί τρόπο (το «πασχαλινό αυγό», που λένε γιά τα μυστικά κόλπα των βιντεοπαιχνιδιών) να σταματήσει να τον κυνηγάει η γκόμενα, η οποία ανεβαίνει κι αυτή ξοπίσω του με τη σύριγγα προτεταμένη· κι αυτός είναι να την κάνει να παραπατήσει σ’ ένα χαλασμένο σκαλί, γιά να σπάσει το τακούνι της.

Στο μεταξύ, χτυπάει το κινητό απ’ τ’ αφεντικό του, που ο δικός μας άργησε στη δουλειά. Άρα, πρέπει να βρεί δικαιολογία! Σοβαροφανής δικαιολογία προσθέτει στο σκόρ, μαλακία δικαιολογία αφαιρεί.

Δεύτερη πίστα.

Αφού την κοπανήσει καί ξανακατεβεί στον δρόμο, ανακαλύπτει πως έπεσε σε γειτονιά που είναι πιάτσα ναρκωτικών!… κι εκεί τον παρεξηγούν γιά πρεζάκια, καί πλέον τον κυνηγάνε ναρκέμποροι να του κάνουν ένεση ηρωΐνης, καί πρεζόνια να του φάνε το πορτοφόλι. Εδώ, η διαφυγή πάλι είναι από ταράτσες, αλλά χωρίς σκάλες καί σαχλαμάρες. Μόνο με κόλπα «παρκούρ», που λένε! (Έ, όσο πάνε οι πίστες, δυσκολεύουν!) Άμα τα πετύχει τα κόλπα, διαφεύγει (διότι τα πρεζόνια είναι μέσα σε ψιλοντάγκλα, καί δεν μπορούν ν’ ακολουθήσουν – οι δέ πρεζέμποροι δεν τυγχάνουν τόσο αθλητικοί τύποι, καί παρομοίως αδυνατούν ν’ ακολουθήσουν). Αλλοιώς, πάπαλα.

Στο μεταξύ, ξανά τηλεφώνημα απ’ το αφεντικό, ξανά δικαιολογίες, ξανά αυξομείωση του σκόρ, κτλ κτλ.

Τρίτη πίστα.

Ξανακατεβαίνει στον δρόμο, σε γειτονιά κάπως κυριλέ. Αλλά εκεί έχει ένα οίκημα με ταμπέλα «Εμβολιαστικό Κέντρο», κι από ‘κεί μέσα βγαίνουν διάφορα ρακένδυτα ζόμπυ, που του επιτίθενται.

Εδώ, τώρα, δεν υπάρχουν ταράτσες· γύρω απ’ το εμβολιαστικό κέντρο έχει πάρκο. Άρα, η διαφυγή αυτή τη φορά θα είναι από υπόνομο (που πρέπει να τον ανακαλύψει), καί στα δεινά του ήρωά μας προστίθεται η βρώμα.

Ξανά αφεντικό, κτλ κτλ.

Τέταρτη πίστα.

Όταν τελικά ξεφύγει απ’ τα ζόμπυ καί ξαναβγεί στην επιφάνεια, πέφτει απάνω σε μιά γριά, η οποία τον μυρίζει, κρατάει τη μύτη της, κάνει «- Πίφφφ!», του τη λέει άσχημα, καί φωνάζει τους μπάτσους – σε στύλ πιάστε τον αλήτη! Τώρα, τον κυνηγάνε καί μπάτσοι με θερμικές κάμερες, κτλ. Άρα, ξανά υπόνομος καί βούτηγμα στα βρωμόνερα, γιά να πέσει η θερμοκρασία του σώματος καί να μην τον βρούν.

Αφεντικό δεν έχει τώρα, διότι το κινητό βράχηκε καί δεν λειτουργεί.

Πέμπτη πίστα.

Ξαναβγαίνει στην επιφάνεια, αλλά τώρα αναδίδει μπόχα πεταμένων σάπιων κρεάτων από παρακείμενο χασάπικο, καί τον παίρνουν στο κυνήγι μεγαλόσωμα αδέσποτα πεινασμένα (κι αγριεμένα) κοπρόσκυλα.

Διαφυγή μέσα από μιά πόρτα πολυωρόφου πολυκαταστήματος, «μώλλ» που λένε. «- Γούτς γούτς γούτς!», χαδάκια, καλοπιάσματα στους κόπρους, δεν παίζουν.

Έκτη πίστα.

Μόνο που το μαγαζί αυτό είναι κυριλάτο μαγαζί γυναικείων ρούχων κι εσωρρούχων! Τώρα τον κυνηγάει ένα τσούρμο από διάφορες αγριεμένες κυράτσες (σε διάφορα στάδια ντυσίματος, έως μισογδυσίματος), που τον πέρασαν γι’ ανώμαλο (μπανιστιρτζή, ούτως ειπείν), καί θέλουν να τον πιάσουν καί να τον πατήσουν από κάτω.

Στο μεταξύ, το κινητό στέγνωσε καί ξαναλειτουργεί, καί το αφεντικό του τον βρίζει. Αλλά εδώ:

  • Αντρική απάντηση, σε στύλ: «- Άει σιχτήρ, ρέ, κι εσύ κι η δουλειά σου!», δίνει υψηλό σκόρ.
  • Αντιθέτως, απαντήσεις με γλείψιμο (συγνώμες, καί τέτοια) μειώνουν αγρίως το σκόρ.

Η διαφυγή εδώ απ’ τις αγριεμένες είναι «σκαλομαρία» σε τρόλλεϋ. Μόνο που παραμονεύει το λάθος να πιάσει τα ηλεκτροφόρα καλώδια, οπότε game over. Lol!!!

Έβδομη πίστα.

Το τρόλλεϋ τελικά τον βγάζει σε μιά άκρως υποβαθμισμένη γειτονιά, με παλιές, διαλυμένες βρωμοπολυκατοικίες κι ενοίκους αλλαχακμπάρηδες λάθρο. Οι οποίοι, βέβαια, τον κυνηγάνε με μαχαίρια.

Εδώ η διαφυγή είναι τρεχαλητό, ανάμεικτο με σταματήματα γιά κλωτσιές σε όποιον τον πλησιάσει.

Όγδοη πίστα.

Έλα, όμως, που η παρακείμενη γειτονιά (όπου φτάνει τρέχοντας) είναι γεμάτη με παραγκοπερίπτερα (καί στρογγυλές τέντες / πλαστικές καρέκλες από γύφτο) από «Μή» Κυβερνητικές Οργανώσεις!… που διαπιστώνουν ότι τον τύπο τον κυνηγάνε τα τζιχάντια, άρα είναι «φασίστας»! lol!!! Καί τον παίρνουν στο κυνήγι κι αυτές!

Το κόλπο εδώ είναι (εκτός απ’ το τρέξιμο) ν’ αναφωνήσει: «- Σκατά στους φασίστες, σύντροφοι!» Δεν θα σταματήσει μέν το κυνηγητό, αλλά θα καθυστερήσει αρκετά δευτερόλεπτα να ξαναρχίσει… μέχρις ότου οι νομπελίστες των «Μ»ΚΟ καταλάβουν τί ακριβώς άκουσαν, καί το αξιολογήσουν ως αληθές, ή ψευδές. (Θα το αξιολογήσουν τελικά ως ψευδές -αφού τον κυνηγάνε τα λαθροσυντρόφια, παναπεί πως είναι φασίστας του κερατά!-, αλλά θα του έχουν δώσει ικανό χρόνο διαφυγής.)

Ένατη πίστα.

Εάν καταφέρει να φτάσει μέχρις εδώ ακέραιος, η ένατη πίστα είναι το αποκορύφωμα. Τον κυνηγάνε άπαντες καί άπασαι!!! Γιατροί, νοσοκόμες, πρεζέμποροι, πρεζόνια, ζόμπυ, μπάτσοι, σκύλοι, κυράτσες, λαθροτζιχάντια, «μ»κυοατζήδες… ενώι το κινητό κουδουνίζει απανωτά. (Διότι ο αφεντικός συνειδητοποίησε πως δεν θα ξαναβρεί τέτοιο κορόϊδο, άρα είναι λάθος να τον απολύσει γιά μιά μέρα αναγκαστικής κοπάνας.) Κι από πάνω πέφτουν βόμβες από «Μπαϋρακτάρ» της Τούρκ Χαβά Κουβετλερί! Δεν γλυτώνει με τίποτε!

Παρεκτός κι αν, εκτός από τρέξιμο με ζίγκ-ζάγκ (γιά ν’ αποφύγει τις βόμβες), βρεί το κόλπο του διαίρει καί βασίλευε! Πρέπει να κινηθεί με τέτοιον τρόπο, που να επιστήσει:

  • την προσοχή των τζιχαντιών στις κυράτσες καί τις νοσοκόμες (που θα τις νομίσουν γιά παρθένες ουρί του ισλαμοπαραδείσου),
  • την προσοχή των πρεζεμπόρων στα ζόμπυ (που θα τα νομίσουν γιά πελάτες),
  • την προσοχή των «Μ»ΚΟ-ατζήδων στα πρεζόνια (που επίσης θα τα περάσουν γιά πελάτες σε μελλοντικό -χρηματοδοτούμενο, εννοείται- «πρόγραμμα φιλανθρωπικής διάσωσης» καί λοιπές μπούρδες),
  • την προσοχή των γιατρών στους σκύλους (που θα τα περάσουν τα σκυλιά γιά νοσογόνους παράγοντες, καί θα τα κυνηγάνε να τους κάνουν ενέσεις),
  • καί, τέλος, την προσοχή των μπάτσων σ’ όλες τις παραπάνω ομάδες, γιά …να τηρηθεί η τάξη! lol!!!

Στο μεταξύ, γιά να δυσκολέψουμε τα πράγματα, βάζουμε στο παιχνίδι καί expert player mode. Όπου έχει εξτρά δυσκολίες, φερ’ ειπείν τού ‘ρχεται του ήρωά μας να τα κάνει. Αλλά πρώτον πρέπει να βρεί κατάλληλο μέρος, καί δεύτερον να βρεί κωλόχαρτο. Σε ακατάλληλο μέρος, σημαίνει ότι θα τον βρούν κι αλοίμονό του! Αν, πάλι, μείνει ασκούπιστος, επιταχύνεται το τρέξιμο κι αυξάνονται τα βρισίδια όσων των κυνηγάνε. Αν, τέλος, κρατηθεί καί δεν τ’ αμολήσει, επιβραδύνεται το δικό του τρέξιμο – με κίνδυνο της ζωής του.

Κάπου εδώ τελειώνει (επιτυχώς) το παιχνίδι, κάνουμε χάϊ σκόρ, έχει καί μιά σεκάνς χωρίς συμμετοχή του παίκτη, όπου ο ήρωάς μας πχ βρίσκει τουαλέττα καί φχαριστιέται χέσιμο, καί παίζουν μουσικές καί τέτοια. Απ’ αυτά τα τελευταία δεν ξέρω, χαμπερίμ γιόκ, οπότε αναλαμβάνει άλλος «συνάδελφος»! 🙂 Αλλά είδατε, όμως, τι βιογραφικό παρουσιάζω γιά σεναρίστας, έ;

Το θέμα, όμως, είναι, ότι όλ’ αυτά λίαν συντόμως θα μεταφερθούν όχι σ’ ένα κομπιούτερ κοντά σας, αλλά σε μιά γειτονιά κοντά σας. Κι αντί γιά γκέημ όβερ καί μουσικές (λυπητερές), θ’ ακούγονται συνεχώς ψαλμωδίες καί το: «- Ζωή σ’ εσάς!»

Ας ελπίσουμε να παραμείνουν στον κόσμο των ηλεκτρονικών υπολογιστών… αλλοιώς, προετοιμαστήτε κι εσείς γιά τρέξιμο άγριο! Τότε, το συγκεκριμένο βιντεοπαιχνίδι θα είναι μιά πολύ καλή προπόνηση. Πώς κάνεις γυμναστική με γουάϊ-φάϊ, που ταυτόχρονα βλέπεις ένα μικυμάους στην οθόνη να μιμείται τις κινήσεις σου; Έ, αυτό!