ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Σάββατο 13 Απριλίου 2019

ΝΑΟΥΣΑ 1822,ΜΙΑ ΠΡΟΙΔΕΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ 1922 ΣΤΗΝ ΣΜΥΡΝΗ....

Νὰ θυμᾶσαι τὴ Νάουσα: Ἀπρίλιος 1822


Νάουσα 1822: μιὰ προϊδέαση γιὰ τὸ 1922 στὴ Σμύρνη.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ πρωτοεκδόθηκε τὸ 1924: Ἐ. Ἰ. Στουγιαννάκης, Ἱστορία τῆς πόλεως Ναούσης ἀπὸ τῆς ἱδρύσεώς μέχρι τῆς καταστροφῆς τοῦ 1822, Θεσσαλονίκη 19933, σσ. 216-229:
Εἶχον κομίσει δὲ ἐκ τῆς Βεροίας καὶ δημίους Ἀθιγγάνους, ὧν προεξῆρχον ὡς ἀρχιδήμιοι Πάντσιος τις καὶ Καρᾶ Χασάν. Ἀλλὰ προθυμότεροι, ὠμότεροι καὶ θηριωδέστεροι ἐδείχθησαν οἱ ἐκ Θεσσαλονίκης αὐθορμήτως ἐλθόντες Ἑβραῖοι*, οὓς εἰς 600 ἀναβιβάζουσί τινες. […] Δύο ἐκ τούτων τῶν θηρίων Ἀβραὰμ καὶ Ἰωσὲφ ἔζων ἐν Θεσσαλονίκῃ μέχρι τοῦ 1865. Ὁ τελευταῖος μάλιστα ἐκαυχᾶτο ὅτι ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ ἐκαρατόμησεν 64 Ναουσαίους!!! Ἡ ἀποτρόπαιος διαταγὴ τοῦ αἱμοβόρου στρατάρχου ἐξετελέσθη πιστῶς. Εἰς 1241 ἀνέρχονται οἱ τότε καρατομηθέντες ἐν Ναούσῃ. Οἱ εἰς θάνατον ἀπαγόμενοι ἠρωτῶντο κατ’ ἀρχὰς περὶ τοῦ ὀνόματός των, τῆς ἡλικίας καὶ τοῦ ἐπαγγέλματός των, πρὸς δὲ καὶ ἄν ἔχωσιν ἢ γνωρίζουσι πουθενὰ χρήματα καὶ πράγματα, τελευταῖον, ἂν θέλωσι νὰ ἐξομόσωσι δεχόμενοι τὸν Ἰσλαμισμόν. Ἐπὶ τῇ ἀρνήσει των δὲ παρεδίδοντο αὐθωρεῖ εἰς τοὺς δημίους, οἵτινες ἀπογυμνοῦντες αὐτοὺς ἀπεκεφάλιζον ἐνώπιον τοῦ στρατάρχου. […]
Ἐπειδὴ δὲ ἐκ τῆς θερμότητος τῆς φυσικῆς καὶ τῆς πυρκαϊᾶς τὰ πτώματα ἀποσυντιθέμενα ἤρχισαν νὰ ὄζουν, ἔφερε καὶ ἄλλους χωρικοὺς ἀγγαρεύσας αὐτοὺς τὰ μὲν ἐν τῇ πόλει νὰ ῥίψουν εἰς τὸ πῦρ, τὰ δὲ ἐν τῷ Κιοσκίῳ ὀρύξαντες λάκκους βαθεῖς αὐτοῦ νὰ ῥίψουν ἐντὸς αὐτῶν καὶ νὰ καλύψουν μὲ λίθους καὶ χώματα. […]
Οἱ στρατιῶται καὶ μάλιστα τὰ ἄτακτα στίφη, ἰδιαιτέρως δὲ οἱ Βαλαάδες καὶ Νοτιαλῆδες οὐδενὸς τῶν συλληφθέντων ἐφείσθησαν. Παρθένους πρὸ τῶν γονέων ἠτίμαζον, ἐγκύων τὰς κοιλίας ἔσχιζον ἵνα ἴδωσιν ἂν τὸ βρέφος εἶναι ἄρρεν ἢ θῆλυ, νήπια ἁρπαζόμενα ἀπὸ τῶν μητέρων των ἐδιχοτομοῦντο. Τεσσάρων νέων ἀφοῦ ἀπέκοψαν τὰς χεῖρας ἔστησαν αὐτοὺς ἐπὶ σωροῦ πτωμάτων καὶ τοὺς προέτρεπον εἰς ἐξομοσίαν. Ἀρνουμένων δὲ ἐκείνων καὶ ὑβριζόντων τοὺς δημίους ἔκοψαν ἀλλολοδιαδόχως τὰς ῥίνας, τὰ ὦτα, τὰ χείλη καὶ τελευταῖον ἐξορύξαντες τοὺς ὀφθαλμοὺς των ἀφῆκαν αὐτοὺς ἡμιθανεῖς. Εἰς τοὺς ἀπαγομένους εἰς τὰς σφαγὰς εἰς τὸ Κιόσκι, προετείνετο, ὡς εἴπομεν, ἡ ἐξόμοσις καὶ ἡ τοῦ Ἰσλαμισμοῦ ἀποδοχή. Οἱ προσαγόμενοι ἠρνοῦντο τοῦτο καὶ ὡς ἐκ τούτου παρεδίδοντο εἰς τοὺς δημίους. Οἱ Ἑβραῖοι…λακτίζοντες καὶ κολαφίζοντες τὰ θύματα, ὑβρίζοντες δὲ Ἰησοῦν καὶ Παναγίαν, ἔλεγον ἐμπαικτικῶς εἰς αὐτά, «Γίνου Οὑβρῃὸς νὰ πεθάνῃς ‘ς τὴν καλὴ πίστη». Πολλὰ τῶν δυστυχῶν τούτων θύματα θεώμενα ταῦτα καὶ βέβαια ὄντα περὶ τὶς ἀναμενούσης αὐτὰ τύχης προέβαινον αὐθορμήτως καὶ μετὰ ψυχραιμίας πρὸς τοὺς δημίους πρὸς οὓς καὶ ἔλεγον «κόψε με καὶ μένα ἀγᾶ γληγορώτερα» […]
Νεᾶνίς τις Λεμονιὰ καλουμένη, ἐκ τῆς συνοικίας τοῦ Ἁγ. Γεωργίου, καταδιωκόμενη ὑπὸ στίφους ἱππέων ἔφθασεν εἰς τὸ παρὰ τὸν καταρράκτην τοῦ Τεκὲ μέρος τῆς Ἀραπίτσης, ὅπου ἐστενοῦτο ὀλίγον ὁ ποταμὸς καὶ εἶχον ὕψος μέγα αἱ ὄχθαι του. Ἐν τούτοις ἡ νεᾶνις ὑπερεπήδησε τὸν ποταμὸν καὶ ἐσώθη τότε κατελθοῦσα κατωφέρειάν τινα, διότι οἱ ἱππεῖς ἰδόντες τοῦτο καὶ νομίσαντες ὅτι ἦτο ὑπερβατὸς ὁ ποταμὸς ἐκεῖ ὥρμησαν ἵνα τὸν ὑπερπηδήσουν καὶ αὐτοί· ἀλλ’ ἐπειδὴ ἡ ἀπέναντι δεξιὰ ὄχθη ἦτο ἀνώμαλος καὶ ὑψηλοτέρα, οὗτοι δὲ σωρηδὸν ἔσπευδον νὰ ὑπερπηδήσουν κατεκρημνίσθησαν εἰς τὸν ποταμόν, ὅπου εὗρον τὸν θάνατον. Ἡ νεᾶνις ὅμως βραδύτερον ἐζωγρήθη καὶ ἐθανατώθη ὑποστᾶσα φοβερὸν μαρτύριον. Λάκης τις ἢ Γυφτολάκης ἐπικαλούμενος παρὰ τὴν μητρόπολιν κατοικῶν, ἀκούσας θόρυβον καὶ πυροβολισμοὺς ἔξωθεν τῆς οἰκίας του προέκυψε τοῦ παραθύρου ἵνα ἴδῃ τὸ συμβαῖνον μὴ προσδοκῶν εἰσέλασιν τῶν Τούρκων εἰς τὴν οἰκίαν του. Πέντε μόνο πυροτοβολαὶ τῷ εἶχον ἐναπολειφθῆ. Ἰδὼν δὲ 12-14 στρατιώτας προσπαθοῦντας νὰ παραβιάσουν τὴν θύραν του καὶ τὴν τοῦ γείτονός του, ἐπυροβόλησε πεντάκις κατ’ αὐτῶν· ἤδη πέντε Τοῦρκοι ἐκυλίοντο εἰς τὸ αἷμα των. Ἀκολούθως ἁρπάσας ξύλον τι ἐκεῖ παρατυχὸν κατέβαλε δι’ αὐτοῦ ἄλλους τρεῖς πρὶν ἐκεῖνοι προφθάσουν νὰ γεμίσουν τὰ ὅπλα των καὶ πυροβολήσουν κατ’ αὐτοῦ. Μετὰ ταῦτα ἀτάραχος εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν του, ἔκλεισε τὴν θύραν καὶ παραλαβὼν τὴν σύζυγόν του καὶ διετὲς τέκνον ἐπήδησεν εἰς τὸ χάσμα τοῦ παρὰ τὴν οἰκίαν του ποταμοῦ καὶ ἐκρύβη ἕν τινι σπηλαίῳ.
Τοὺς πρὸς τὰ ὄρη διευθυνθέντας φυγάδας ἄνδρας αἱ ἀκολουθήσασαι σύζυγοι κατὰ τὸ πλεῖστον ἔφερον εἰς τὰς ἀγκάλας των βρέφη. Ἀδυνατοῦσαι ὅμως νὰ ἀκολουθήσουν τοὺς ἄνδρας ἕνεκα τοῦ βάρους καὶ τῆς φυσικῆς ἀδυναμίας των, ἢ συνηθέστερον, ἵνα μὴ προδίδωνται ὅτε ἔφευγον διωκόμεναι ἢ ὅτε ἐκρύπτοντο, ἀπὸ τοὺς κλαυθμηρισμοὺς τῶν βρεφῶν, προετίμων νὰ θανατώνωσιν ἐκεῖνα, αὐτοὶ οἱ γονεῖς, καταπνίγοντες στοργὴν καὶ φίλτρα, ἢ οἱ συνοδοί των, παρὰ νὰ τὰ ἐγκαταλίπωσιν εἰς τὴν διάκρισιν τῶν Τούρκων καὶ τὸν ἐξισλαμισμόν. Οὑτως ἡ Αἰκατερίνη, σύζυγος τοῦ Ἀγγελάκη Γκουντύλη ἀκολουθοῦσα τὸν σύζυγόν της μὲ διετὲς νήπιον πρωτότοκον καὶ κλαῖον διετάχθη νὰ ἐγκαταλίπῃ αὐτό, ὅπερ ἔπραξεν ἐκείνη ἂν καὶ μετά τινος δισταγμοῦ. Ἐπειδὴ ὅμως τὸ νήπιον διαρκῶς ἔκλαιε καὶ ἦτο κίνδυνος νὰ προδοθοῦν, εἷς τῶν ὁπλιτῶν ἐπιστρέψας ἐφόνευσεν αὐτό. […]
Πολλαὶ γυναῖκες, νεανίδες καὶ παιδία περιτμηθέντα ἐσώθησαν οὕτως ἄλλα μὲν ἐξαγορασθέντα, ἄλλα δὲ εἴτε ὑπὸ συγγενῶν ἀπαχθέντα ἀπὸ τὰς οἰκίας τῶν δεσποτῶν των, εἴτε δραπετεύσαντα. Βραδύτερόν τινες τῶν νέων βίᾳ νυμφευθέντες καταλιπόντες συζύγους καὶ τέκνα ἐδραπετευσαν καὶ ἐσώθησαν εἰς τὴν ἐλευθέραν Ἑλλάδα. [Νεανίας τις 18ετὴς Μᾶρκος Τάση Τσιώμη αἰχμαλωτισθεὶς παρὰ τινος ἀγᾶ υἱοθετήθη παρ’ αὐτοῦ ἐν Τούλτσᾳ καὶ ἐξηναγκάσθη νὰ λάβῃ ὡς σύζυγον τὴν μονογενῆ θυγατέρα του, ἐξ ἧς ἐγέννησε καὶ 3 τέκνα. Ἐπιθυμήσας ὅμως τὸν ἐλεύθερον καὶ χριστιανικὸν βίον νύκτα τινὰ σφάξας τὸ πενθερικὸν ζεῦγος, τὴν σύζυγον καὶ τὰ τέκνα του κατέφυγεν εἰς τὴν Βλαχίαν]…Νεανίδά τινα Μαρουσίαν Ἰωάννου Πασχαλίτσας ἐξαισίου καλλονῆς καὶ εὐμελείας ἐζήτει ὡς σύζυγον ὁ τριτότοκος υἱὸς βέη τινὸς ἐν Μοναστηρίῳ. Ἐπειδὴ δὲ αὕτη ἀπεποιήθη τοῦτο, τῇ ἀνετέθησαν αἱ βαναυσότεραι ὑπηρεσίαι τῆς οἰκογενείας. Πρὸς ἀπαλλαγήν της ὅμως ἀπὸ τούτων προσεποιήθη τὴν παράλυτον καὶ ἐπὶ μῆνας ὁλοκλήρους τὴν ἐβασάνιζον καίοντες  τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας διὰ πεπυρακτωμένων βελονῶν καὶ σιδήρων χωρὶς νὰ δείξῃ ὅτι αἰσθάνεται πόνους, μέχρις οὗ ἐκ τῶν βασάνων καὶ τῆς ἐκ τῆς πολυχρονίου κατακλίσεως ῥυπαρότητος καὶ φθειρίασης κατέστη πραγματικῶς πάσχουσα καὶ δυσειδής. Ἐν τοιαύτῃ καταστάσει οὖσα ἐπώλησε τότε αὐτὴν ὁ βέης ἀντὶ 150 γροσίων. Ἀπαλλαγεῖσα οὕτω τῶν βασάνων καὶ τοῦ τουρκικοῦ περιορισμοῦ ἡ νεᾶνις καὶ ἐπανελθοῦσα εἰς Νάουσαν ἀνέκτησε τὴν προτέραν της ὑγείαν καὶ ἀνθηρότητα. […]

F. C. H. Pouqueville, Ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως. Ἤτοι ἡ ἀναγέννησις τῆς Ἑλλάδος, τ. 3, (μετ. Ἰ. Ζαφειρόπουλος), σσ. 332-333, γιὰ τὶς αἰχμάλωτες Ναουσαῖες στὴ Θεσσαλονίκη:
Πλεῖσται ἐξ αὐτῶν γυμναὶ ἐκλείσθησαν μέχρι τοῦ τραχήλου ἐν σάκκοις πληρωθεῖσι τοῖς μὲν γαλῶν ἑτέροις δὲ μυῶν οὓς ἐξηρέθιζον, ὅπως δαγκάσωσι τὰς δυστυχεῖς γυναῖκας· ὅτε δὲ μετ’ ὁλίγον, νήστεις καταληφθέντες ἐπὶ ἡμέρας, ἐξηγριώθησαν, κατέτρωγον βραδέως τὰς σφριγώσας ἐκείνας σάρκας.
Μὴ ἐπιτευχθέντος διὰ τῶν μέσων τoύτων τοῦ ποθουμένου –τοῦ ἐξαναγκασμοῦ δηλαδὴ τῶν Χριστιανῶν εἰς ἀρνησιθρησκείαν,–  ἐνέκλεισαν ἐν σάκκῳ πλήρει ὄφεων τὴν σύζυγον τοῦ Τάσου, ἣν ὁ ὁπλαρχηγὸς τῶν γενναιόψυχων Μακεδόνων δὲν εἶχε κατορθώσει ν’ ἀποσπάσῃ τῶν χειρῶν τῶν Τούρκων. Ὁ Ἀβουλουβοὺδ ἤλπιζεν ὅτι τὰ ἑρπετὰ ταῦτα εἰσδύοντα ἐν τοῖς σπλάγχνοις τῆς ταλαιπώρου γυναικός, ἤθελον ἐν φρικώδῃ ἀγωνίᾳ προκαλέσει τὸν θάνατον αὐτῆς. Τὸ ἐκ τῶν δηγμάτων ὅμως ἐν ταῖς φλεψὶ τῆς μάρτυρος διαχυθὲν ὀξύ δηλητήριον, ἐφόνευσεν αὐτὴν ἐν γλυκείᾳ ληθαργίᾳ […]
Εἶχον ἐξαγάγει ὑπογείου τινὸς εἱρκτῆς ἓξ γυναῖκας καταδικασθείσας ν’ ἀποθάνωσιν ἐκ πείνης, ἐπὶ δεκαπενθήμερον δι’ ὅλον βασανισθείσας ἐν αὐτῇ. Ἔζων πᾶσαι· ἐξ αὐτῶν δὲ τῶν χειλέων των ἐγνώσθη ὅτι καθ’ ὅλας τὰς ἡμέρας ἐκείνας ἔτρωγον ἄνθρακας ἐν γωνίᾳ τινὶ ἀνακαλυφθέντας […] διέταξε νὰ καταξεσχίσωσι διὰ μαστιγώσεων τὰς σάρκας τῶν μαρτύρων ἐκείνων, νὰ ἀφαιρέσωσι τοὺς ὑπολειπομένους ἄνθρακας καὶ νὰ ρίψωσιν ἐκ νέου τὰς αἰχμαλώτους ἐν τῇ εἱρκτῇ.

B. Nicolaidy, Les Turcs et la Turquie contemporaine, τ. 2, Paris 1859, σσ. 285 – 288 (ἑλλην. μετ. Δ. Νάτσιου – Μπακαλιοῦ στό: Θ. Μπλιάτκας, Νάουσα, Νιάουστα ἀπὸ τὴν ἵδρυση μέχρι καὶ τὸ ὁλοκαύτωμά της, Νάουσα 2009, σσ. 296-299):
Τὰ πάντα λεηλατήθηκαν, κάηκαν, καταστράφηκαν. Δέκα χιλιάδες Ἕλληνες σφαγιάστηκαν, οἱ γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ αἰχμαλωτίστηκαν γιὰ νὰ γίνουν σκλάβοι. Ὅπως καὶ στὴν Κασσάνδρεια, ἡ πρώτη σφαγὴ ἔγινε ἀπὸ τοὺς Τούρκους μέσα στὴν ὁρμὴ τῆς νίκης, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ αὐτοὺς ἦρθαν οἱ Ἑβραῖοι οἱ ὁποῖοι τοὺς ξεπέρασαν σὲ φρικαλεότητες, ἔσφαζαν σὰ μοσχάρια τοὺς αἰχμαλώτους οἱ ὁποῖοι ἦταν ἄοπλοι καὶ ἀνυπεράσπιστοι. Χτυποῦσαν τὰ θύματα μὲ ρόπαλο καὶ στὴ συνέχεια τοὺς ἔκοβαν τὸ λαιμό. Οὔτε οἱ γυναῖκες γλίτωσαν, τὶς μεταχειρίστηκαν ὅπως τοὺς ἄντρες. Κάποιες βρῆκαν τὸ θάνατο στὶς φλόγες, οἱ Ἑβραῖοι ἔβαζαν φωτιὰ στὰ ροῦχα τους […] Ἐπινοοῦσαν ἀπίστευτα μαρτύρια: Ἔβαζαν τὴ μητέρα κάτω ἀπὸ τὸ δένδρο στὸ ὁποῖο ἔκαιγαν τὸ δεμένο της παιδί, ἔπειτα ἄναβαν φωτιὰ στὰ ροῦχα της λέγοντάς της: «Ἄντε, ἁγία μάρτυρα, πήγαινε νὰ βρεῖς τὸ παιδί σου κοντὰ στὸν Ἰησοῦ σας». Εἶναι ἀνώφελο νὰ ἀπαριθμήσουμε ὅλα τὰ βασανιστήρια. […] Στον Παλιόπυργο, μιὰ μεγάλη λίμνη ποὺ ἀπὸ τότε ὀνομάζεται ἡ μαύρη λίμνη, προσφέρει στὰ θύματα τὸν τρόπο νὰ γλιτώσουν ἀπὸ τὴν ἀτίμωση καὶ τὸ μαρτύριο. Ἄντρες καὶ γυναῖκες σπεύδουν κατὰ ἑκατοντάδες, ἕνας τέτοιος θάνατος τοὺς φαίνεται εὐεργετικός. Τρεῖς γυναῖκες «γλιτώνουν»: Οἱ γυναῖκες τῶν ἀρχηγῶν Καρατάσου, Λογοθέτη καὶ Γάτσου, στάλθηκαν  στὸ βεζίρη τῆς Θεσσαλονίκης, ὁ ὁποῖος τὶς κάρφωσε ζωντανὲς στὴν πόρτα τοῦ χαρεμιοῦ, ὁ θάνατός τους ἦταν ἀργὸς καὶ βασανιστικός. Οἱ Τουρκάλες τὶς ἔβαζαν στὰ πρόσωπα δάδες ἀναμμένες, τὶς τσιμποῦσαν μὲ καρφίτσες καὶ τὶς πετοῦσαν σκουπίδια στὸ πρόσωπο, τὰ παιδιὰ τὶς προσέβαλαν, οἱ εὐνοῦχοι τὶς μαστίγωναν, ὁ βεζίρης ἐρχόταν κι αὐτὸς γιὰ νὰ τὶς βρίσει. Τελικῶς, ἦρθε ὁ θάνατος καὶ πέταξαν τὰ σώματα στὴ θάλασσα. Συγκέντρωσε 1.500 ἕλληνες κρατούμενους καὶ ἔχοντάς τους δεμένους τοὺς ὁδήγησε σὲ ἕνα μεγάλο χῶρο, ποὺ βρίσκεται στὴν πόλη, καὶ ὀνομάζεται Κιόσκι. Καθισμένος στὴ σκιὰ τῶν πλατανιῶν, καπνίζοντας ἥσυχα τὴν πίπα του, ἔβαλε νὰ τοὺς ἀποκεφαλίσουν καὶ αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν παρουσία 5.000 στρατιωτῶν τῆς μεγαλειότητάς του. Τὸ αἷμα ἔβαψε τὸ χῶμα σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε μετὰ ἀπὸ πέντε χρόνια, σύμφωνα μὲ τὰ λεγόμενα τῶν κατοίκων, τὸ χορτάρι δὲν εἶχε ἀκόμη φυτρώσει σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Τὰ σώματα τῶν θυμάτων ἐγκαταλείφθηκαν στὰ πουλιά, ἀλλὰ τὰ κεφάλια, προσεχτικὰ διατηρημένα καὶ ταριχευμένα, στάλθηκαν στὴν μεγαλειότητά του, στὸ σουλτάνο, ὡς τεκμήριο καὶ ὡς τρανὴ ἀπόδειξη τῆς νίκης ἀπὸ τὸν δοξασμένο του στρατό.
 


Μᾶς χάλασαν κι ἀιμὰν ἀμὰν τὴν Νιάουστα, ποὺ ἦταν κεφαλοχώρι μά τὸν οὐρανό, κορμὶ ποὺ τυραννῶ. / Ἕναν μιλῶ ἀμὰν κι ἄλλον μιλῶ ἀμάν, βράδιασε καὶ ποῦ θὰ μείνω. / Πηρᾶν μανί- κι ἀιμὰν ἀμὰν -τσις μὲ πιδιά, κι πιθιρὲς μὶ νύφες μὰ τὴ θάλασσα, κορμὶ ποὺ ἀγκάλιασα / Ἕναν μιλῶ ἀμὰν κι ἄλλον μιλῶ ἀμάν, βράδιασε καὶ ποῦ θὰ μείνω. / Πηρᾶν τὴ Ζαφειρόνυφη, τριῶν ἡμερῶν νυφούλα, Μακρυνίτσα* μου, καημὸ πο ‘χει ἡ καρδίτσα μου / Ἕναν μιλῶ ἀμὰν κι ἄλλον μιλῶ ἀμάν, βράδιασε καὶ ποῦ θὰ μείνω. /
* Κατ’ ἄλλους: μαρ’ Κρινίτσα μου

Δημοτικὸ τραγούδι, ὅπως τὸ κατέγραψε ὁ Ἰ. Βασδραβέλλης ἀπὸ γηραιὰ γυναίκα στὴ Νάουσα πρὸ τοῦ 1940:
Σηκώθηκεν ἡ Νιάουστα μαζὶ μὲ τὴν Κασσάντρα,
χαλάστηκεν ἡ Νιάουστα καὶ ρήμαξ’ ἡ Κασσάντρα.
Λουμποὺτ πασιᾶς τὶς χάλασε, τὶς ἅρπαξαν Κονιάροι,
πῆραν μανοῦλις μὲ παιδιὰ καὶ πεθερὲς μὲ νύφις,
πῆραν καὶ μιὰ νυφόπουλη, τοῦ Ζαφειράκ’ τὴν κόρη.
Πέντε πασιᾶδες τὴν βαστοῦν καὶ τρεῖς τὴν παραστέκουν
κι’ ἕνα μικρὸ μπεόπουλο τὴν σέρν’ ἀπὸ τὸ χέρι.
«Περπάτα, μῆλο μ’ κόκκινο καὶ ρόϊδο μου γραμμένο,
μήνα ν’ τὰ ροῦχα σὲ βαροῦν, μήνα ν’ ἡ φορεσιά σου,
ποὖναι γεμᾶτ’ ἀπὸ φλουριὰ κι ἀπὸ μαργαριτάρια;
– Οὔτε τὰ ροῦχα μὲ βαροῦν οὔτε ἡ φορεσιά μου,
μόν’ μὲ βαρεῖ τὸ ντέρτι μου, ποὺ ἔχω στὴν καρδιά μου.
Τὸν ἄντρα μου τὸν σκότωσαν, τὸν κόψαν τὸ κεφάλι,
στὴ Σαλονίκ’ τὸν πήγανε μὲ τοὺς καπεταναίους
καὶ τώρα σκλάβα θὰ γενῶ καὶ στὸ χαρέμ’ θὰ ζήσω».

Σ. Τρικούπης, Ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως, τ. 2, Λονδίνο 18612, σσ. 173-174:
Πεντακισχίλιοι ἐφονεύθησαν καὶ ἠχμαλωτίσθησαν ἐν τῇ Ναούσῃ, καὶ ἄλλοι τόσοι ἔπεσαν εἰς χεῖρας τῶν ἐχθρῶν περὶ τὸν Παλαιόπυργον· πολλοὶ τῶν συλληφθέντων ἀνηλεῶς ἐβασανίσθησαν, πολλαὶ γυναῖκες εἰς τὰς φλόγας ἐρρίφθησαν, ἔγκυοι ἐξεκοιλιάσθησαν, τέκνα ἔμπροσθεν τῶν γονέων ἐσφάγησαν, βρέφη ἀπὸ τῶν τραχήλων τῶν μητέρων ἐκρεμάσθησαν, παρθένοι καὶ μητέρες ἀγκαλοφοροῦσαι τὰ τέκνα των ἔπεσαν αὐθόρμητοι εἰς τὴν πλησίον τοῦ Παλαιοπύργου λίμνην, τὸ Μαῦρον νερόν, καὶ ἐπνίγησαν εἰς ἀποφυγὴν ἀτιμίας καὶ βασάνων· τόσον θηριώδεις ἐφάνησαν οἱ νικηταί. Πάμπολλοι δὲ Ἑβραῖοι ἔνοπλοι καὶ πολύδιψοι χριστιανικοῦ αἵματος παρηκολούθουν τὸν τουρκικὸν στρατὸν ὡς ἑκούσιοι δήμιοι. Οὗτοι ἕλκοντες ἔξω τῆς πόλεως τοὺς Χριστιανοὺς τοὺς ἐρροπάλιζαν κατακέφαλα, καὶ πίπτοντας κατὰ γῆς τοὺς ἔσφαζαν ὡς βόας. Αἱ δὲ ἐν Ναούσῃ συλληφθεῖσαι γυναῖκες τοῦ Καρατάσου τοῦ Γάτσου καὶ τοῦ Ζαφειράκη μετεκομίσθησαν εἰς Θεσσαλονίκην, ὅπου ἡ μὲν τοῦ Γάτσου ἐτούρκευσεν ἀποδειλιάσασα ἐνώπιον τῶν βασάνων, αἱ δὲ δύο ἄλλαι μὴ ἀλλαξοπιστήσασαι προσηλώθησαν ἀπέναντι ἀλλήλων ὄρθιαι ἐπὶ τοῦ τοίχου μιᾶς τῶν αἰθουσῶν τοῦ παλατίου τοῦ θηριώδους βεζίρη, καὶ ἀπέθαναν πολυειδῶς βασανιζόμεναι

Ἰ. Βασδραβέλλης, Οἱ Μακεδόνες κατὰ τὴν ἐπανάστασιν τοῦ 1821, Θεσσαλονίκη 19673, σ. 196:
Ἐν τῷ μεταξὺ εἰς τὴν Βέροιαν εἶχον συγκεντρωθῆ κινητὰ ἐκ Ναούσης καὶ ἄλλων χωρίων μεγάλης ἀξίας, διαρπαγέντα κυρίως ἀπὸ τὸν ὄχλον. Ἄθλιον ρόλον ἔπαιξαν ἐνταῦθα καὶ πάλιν οἱ Ἑβραῖοι, οἵτινες ἐπρωτοστάτησαν εἰς τὴν λαφυραγωγίαν καὶ ἐγύμνωσαν τὰς ἑλληνικὰς κωμοπόλεις, τὰ χωρία καὶ τὰ μοναστήρια. Ἐκ τοῦ αὐτοῦ καταλόγου προκύπτει ὅτι τὸ τουρκικὸν δημόσιον, ἐκπροσωπούμενον ἐν Βεροίᾳ ἀπὸ τὸν ναζίρην Ἐμὶν ἐφέντην καὶ τὸν ταμίαν τοῦ διαβανίου Θεσσαλονίκης Ἀμπντοὺλ Βεχάπ, εἰσέπραξε τὰ κατωτέρω κονδύλια ἀπὸ ἑλληνικὰς περιουσίας:
  1. Ἀπὸ Ἰουδαίους ἀξίαν λαφυραγωγηθέντων ἀντικειμένων ἐκ Ναούσης, γρόσια χρυσᾶ 284.000
  2. Ἀπὸ Ἰουδαίους ἀξίαν ἀντικειμένων τοῦ προύχοντος Ζαφειράκη Λογοθέτη, γρόσια χρυσᾶ 9.000
  3. Ἀπὸ Ἰουδαίους ἀξίαν ἀντικειμένων τῶν ἀρματολῶν Γάτσου καὶ Μαλάμου, γρόσια χρυσᾶ 7.700
  4. Ἀπὸ Τούρκους ἀξίαν ἀντικειμένων τοῦ ἀρματολοῦ Καρατάσιου καὶ τῶν Μαρκοβίτση καὶ Βλαχοδήμου, γρόσια χρυσᾶ 7.900.
  5. Ἀπὸ Ἰουδαίους ἀξίαν ἀργυρῶν καὶ χρυσῶν σκευῶν τῶν μοναστηρίων τῆς Ναούσης, γρόσια χρυσᾶ 24.500
  6. Ἀξία ἀντικειμένων ἐκ τῶν χωρίων Χωροπανίου καὶ Ἀρκουδοχωρίου, γρόσια χρυσᾶ 18.800.
Ἄλλο θλιβερὸν γεγονὸς ὑπῆρξεν ἡ παραχώρησις εἰς Τούρκους πλουσίους τῆς Βεροίας μικρῶν παίδων ἐκ Ναούσης δι’ ἀνομολογήτους σκοπούς. Ἐκ τῆς ἐπισήμου ταύτης ὑπὸ τοῦ τουρκικοῦ δημοσίου γενομένης σωματεμπορίας εἰσεπράχθησαν 22.000 χρυσᾶ γρόσια.

Πολυπολιτισμὸς ἤ: Ἡ ἀδελφικὴ ἀγάπη μεταξὺ τῶν μιλέτ. Ὁ θρύλος λέει ὅτι ἡ σφαγὴ σταμάτησε μόνο ὅταν ἔκοψαν τὸ κεφάλι ἑνὸς Ἕλληνα, τοῦ ράφτη Νίκου Κοκοβίτη, ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας σήμερα, καὶ τὸ ἀκέφαλο πτῶμα του συνέχισε νὰ περπατάει μέχρι τὴ σκηνὴ τοῦ Λουμποῦτ πασᾶ, μετὰ ἄλλαξε πορεία καὶ προχώρησε πρὸς μία γέφυρα. Ὅταν ἕνας Τουρκαλβανὸς τὸ ἄγγιξε, αὐτὸ ἔπεσε στὸ χῶμα. Τότε, ὁ Τοῦρκος διέταξε νὰ σταματήσουν οἱ σκοτωμοί. Μόνο μὲ ἕνα τέτοιο θεϊκὸ σημεῖο μποροῦσε νὰ σταματήσει ἡ μανία τῆς σφαγῆς.
Ὁρισμένα τουρκικὰ ἔγγραφα τοῦ 1822:
Ἀρχιστράτηγος Μεχμὲτ Ἐμίν, πρὸς τὸν ἱεροδικαστὴ Βεροίας καὶ λοιποὺς ἰσχυροὺς καὶ προκρίτους τοῦ τόπου, 12-3-1822, στό: Ι. Κ. Βασδραβέλλης, Οἱ Μακεδόνες εἰς τοὺς ὑπὲρ τῆς ἀνεξαρτησίας ἀγώνας 1796 – 1832 [Μακεδονικὴ Βιβλιοθήκη 1], Θεσσαλονίκη 1940, (17) σ. 262:
…Φέρω εἰς γνῶσιν ὑμῶν πάντων ὅτι ἀπὸ τῆς ἐκρήξεως τῆς ἐπαναστάσεως τῶν βρωμερῶν ἑρπετῶν Ἑλλήνων [«Ρούμ»] οἱ ἄπιστοι κάτοικοι τῆς Ναούσης καί τινων  χωρίων τῶν πέριξ ποικιλοτρόπως ὑπονομεύοντες καὶ ὑποσκάπτοντες τὴν ὕπαρξιν τοῦ ἱεροῦ Χαλιφάτου τοῦ Ἰσλὰμ καὶ τῆς μεγάλης ἐπικρατείας τοῦ κραταιοτάτου ἡμῶν ἄρχοντος Σουλτάνου ἐξακολουθοῦν νὰ ἐνισχύωσι τὰ ἐπαναστατικὰ σώματα χορηγοῦντες εἰς αὐτὰ ἄνδρας, ὅπλα, τρόφιμα καὶ λοιπὰ μέσα πρὸς ἐπίτευξιν τοῦ βδελυροῦ των σκοποῦ. […] …ἐφαρμόζοντες ἀμειλίκτως κατ’ αὐτῶν τὸν γνωστὸν ἱερὸν φετφᾶν τοῦ πανσόφου Σεϊχουλισλαμάτου, ἤτοι  αὐτοὶς μὲν τοὺς ἰδίους νὰ διαπεράσωμεν ἐν στόματι ρομφαίας, τὰς γυναῖκας καὶ τὰ τέκνα των νὰ ἐναδραποδίσωμεν, τὰ ὑπάρχοντα καὶ τὰς περιουσίας των νὰ διανείμωμεν μεταξὺ τῶν πιστῶν Μουσουλμάνων, τὰς δὲ ἑστίας των καὶ τὰς πόλεις των νὰ παραδώσωμεν εἰς τὸ πῦρ καὶ τὴν τέφραν, εἰς τρόπον ὥστε φωνὴ ἀνθρωπίνη νὰ μὴν ἀκουσθῇ πλέον ἐν αὐταῖς.

Μεχμὲτ Ἐμίν, πρὸς τὸν ἱεροδικαστὴ Βεροίας, 26-3-1822,  στό: Ι. Κ. Βασδραβέλλης, Οἱ Μακεδόνες εἰς τοὺς ὑπὲρ τῆς ἀνεξαρτησίας ἀγώνας 1796 – 1832 [Μακεδονικὴ Βιβλιοθήκη 1], Θεσσαλονίκη 1940, (21) σσ. 266-267:
…Ἐπέμψαμεν ἀπεσταλμένους καὶ ἐκαλέσαμεν κατ’ ἐπανάληψιν τοὺς ἐν λόγῳ ἀπίστους [«Ροὺμ κιαφιελερί»] ἐπαναστάτας νὰ παραδώσουν τὰ ὅπλα των καὶ νὰ ἐπανέλθουν εἰς ὑπακοὴν καὶ ὑποταγὴν ὑποσχεθέντες εἰς αὐτοὺς ὅτι θέλομεν συγχωρήσει πάσας τὰς ἁμαρτίας τῶν […] Οἱ ἄπιστοι οὗτοι ἐμμένοντες εἰς τὰς ἐπαναστατικὰς σκέψεις των ἀπετόλμησαν ν’ ἀπαντήσουν εἰς το ὑψηλόν μου διβάνιον δι’ ἀνιέρων βλασφημιῶν, εἰπόντες εἰς τοὺς ἀπεσταλμένους ἡμῶν. Ἡμεῖς δὲν δίδομεν πίστιν εἰς λόγους Μουσουλμάνων. Εἴμεθα καὶ θὰ παραμείνωμεν ἐπαναστάται. Ἡ τοιαύτη αὐθάδης ἀπάντησις τῶν μυσαρῶν τούτων ἀπίστων εὐλόγως ἐπέσυρε τὴν μῆνιν καὶ τὸν θυμὸν ἐναντίον των εἰς τοιοῦτον βαθμόν, ὥστε ἐντὸς ὀλίγων ἡμερῶν σὺν Θεῷ ὁπόταν ἐπιστῇ ἡ στιγμὴ ἔχω στερρὰν καὶ ἀμετάκλητον ἀπόφασιν, ἐφαρμόζων αὐστηρότατα τὸν ἱερὸν φετφᾶν, νὰ τιμωρήσω τούτους ἀμειλίκτως καὶ ἀνηλεῶς καὶ νὰ ἐξαφανίσω τὰ βρωμερά των σώματα ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς.

Μεχμὲτ Ἐμίν, πρὸς τὸν ἱεροδικαστὴ Βεροίας καὶ πάντας ἐν γένει τοὺς ἄρχοντας καὶ ἰσχυροὺς τοῦ τόπου, 14-4-1822, στό: Ι. Κ. Βασδραβέλλης, Οἱ Μακεδόνες εἰς τοὺς ὑπὲρ τῆς ἀνεξαρτησίας ἀγώνας 1796 – 1832 [Μακεδονικὴ Βιβλιοθήκη 1], Θεσσαλονίκη 1940, (28) σσ. 275 – 276:
Διὰ τῆς παρούσης ὑψηλῆς ἡμῶν διαταγῆς φέρομεν εἰς γνῶσιν ὑμῶν ὅτι ἐμφανισθέντες ἐνώπιον τοῦ ὑψηλοῦ μου Διβανίου οἱ ἐκ τῶν μεγαλεμπόρων Θεσσαλονίκης Σαλομὼν Μπασαριὰ καὶ Ἀελιὼν Σιακῆ, Ἰουδαῖοι, ὑπέβαλον τὴν παράκλησιν ὅπως ἐπιτραπῆ εἰς αὐτοὺς καὶ μεταβοῦν εἰς Βέροιαν ἵνα ἐκλέξουν μεταξὺ τῶν δημευθέντων καὶ ἐκεῖσε ἀποσταλέντων καὶ συγκεντρωθέντων κινητῶν πραγμάτων τῶν ἀπίστων ἐπαναστατῶν, διάφορα πράγματα τῆς ἀρεσκείας των ἐπὶ τῷ σκοπῷ ν’ ἀγοράσουν ταῦτα ἔναντι κανονισθησομένου ἀντιτίμου καὶ μεταφέρουν ἐκεῖθεν εἰς Θεσσαλονίκην. Οἱ εἰρημένοι Ἰουδαῖοι τυγχάνουν ἐγνωσμένων φρονημάτων ἐπιδείξαντες καὶ παράσχοντες ἀπὸ τῆς ἐκρήξεως τῆς ἐπαναστάσεως τῶν βρωμερῶν Ἑλλήνων πρὸς τὸ μέγα κράτος τῶν πιστῶν τοῦ Ἰσλάμ, πολλὰς καὶ μεγάλας ἐκδουλεύσεις καὶ ὑπηρεσίας τόσον κατὰ τὰς ἐκστρατείας τῆς Κασσάνδρας καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ καθ’ ἃς οὗτοι μεσολαβήσαντες εἰς τὰς μεταξὺ τοῦ στρατηγείου ἡμῶν καὶ τῶν ἀπίστων ἐπαναστατῶν περὶ εἰρηνεύσεως καὶ συμβιβασμοῦ διαπραγματεύσεις κατώρθωσαν νὰ πείσουν τοὺς τελευταίους τούτους ὅπως ἐπανέλθουν εἰς τὴν ὁδὸν τῆς ὑποταγῆς καὶ μετανοίας, ὅσον καὶ κατὰ τὴν παροῦσαν ἐκστρατείαν καθ’ ἣν πολλαπλῶς καὶ μετ’ αὐταπαρνησίας ὑπεστήριξαν τὰ στρατεύματα ἡμῶν πρὸς κατατρόπωσιν καὶ ἐξόντωσιν τῶν ἀχαρίστων καὶ μυσαρῶν ἐπαναστατῶν τῆς Ναούσσης. […] ἐξεχωρήσαμεν εἰς αὐτοὺς ἐνταῦθα μέρος τῶν δημευθέντων πραγμάτων τῶν ἐξοντωθέντων ἀπίστων ἔναντι ὡρισμένου τιμήματος, ηὐδοκήσαμεν δὲ νὰ εἰσακούσωμεν καὶ τὴν παράκλησίν των ταύτην ὅπως ἐπιτραπῆ αὐτοῖς καὶ μεταβοῦν εἰς Βέροιαν διὰ τὸν αὐτὸν σκοπόν. Παραγγέλλομεν καὶ διατάσσομεν συνεπῶς ὑμᾶς ὅπως ἅμα ὡς φθάσουν οὗτοι εἰς Βέροιαν μετὰ τῶν ὑπ’ αὐτοὺς πεντήκοντα πέντε Ἑβραίων ὑπηρετῶν, ἐπιτρέψητε ὅπως ἐκλέξουν καὶ ἐξαγοράσουν ὅσα πράγματα ἤθελον ἀρέσει ἐκ τῶν ἐκεῖσε συγκεντρωθέντων λαφύρων, κανονίζοντες τὸ καταβλητέον παρ’ αὐτῶν ἀντίτιμον. Ὡσαύτως παραγγέλλομεν εἰς ὑμᾶς καὶ πάντας τοὺς ἀξιωματικοὺς ὅπως ὑποβοηθήσητε καὶ ἐπιτρέψητε ἵνα μεταφέρουν οὗτοι εἰς Θεσσαλονίκην τὰ παρ’ αὐτῶν ἐξαγορασθέντα καὶ ἐξαγορασθησόμενα λάφυρα διευκολύνοντες τὴν ἐλευθέραν μεταφορὰν καὶ διάβασιν τῶν ἐν λόγῳ πραγμάτων εἰς τοὺς ὑπ’ αὐτοὺς ἀχθοφόρους καὶ ὑπηρέτας

Μεχμὲτ Ἐμίν, πρὸς τὸν ἱεροδικαστὴ Βεροίας καὶ πάντας τοὺς κραταιοὺς προκρίτους καὶ ἄρχοντας τοῦ τόπου, 6-4-1822, στό: Ι. Κ. Βασδραβέλλης, Οἱ Μακεδόνες εἰς τοὺς ὑπὲρ τῆς ἀνεξαρτησίας ἀγώνας 1796 – 1832 [Μακεδονικὴ Βιβλιοθήκη 1], Θεσσαλονίκη 1940, (29) σσ. 277-278:
…Ὅσοι ὅμως ἐκ τῶν κατηραμένων ἀπίστων δὲν κατώρθωσαν νὰ δραπετεύσουν ἀλλ’ ἐκρύβησαν ἐντὸς τῆς πόλεως, ἐκ τούτων, μὰ τὸν ὕψιστον Ἀλλάχ, οὐδεὶς θέλει διαφύγῃ τὸν φοβερὸν θάνατον τῆς σπάθης καὶ τῆς ὀργῆς μου. Οὕτως μέχρι τῆς στιγμῆς κατωρθώθη νὰ συλληφθοῦν ὑπὸ τῶν πιστῶν νικητῶν πλέον τῶν δύο χιλιάδων ἀπίστων κατὰ τῶν ὁποίων ἐφηρμόσθησαν ἀμέσως καὶ ἀμειλίκτως τὰ παραγγέλματα τοῦ ἱεροῦ φετφᾶ ἤτοι ἅπαντες μὲν οὗτοι ἀπηγχονίσθησαν ἢ ἐθανατώθησαν διὰ τῆς σπάθης παραδώσαντες τὰς βδελυρὰς ψυχὰς εἰς τὴν κόλασιν, αἱ γυναῖκες καὶ τὰ τέκνα των ἐξηνδραποδίσθησαν καὶ ἠχμαλωτίσθησαν, αἱ περιουσίαι καὶ τᾶ ὑπάρχοντά των διενεμήθησαν μεταξὺ τῶν Μουσουλμάνων στρατιωτῶν, αἱ δὲ ἑστίαι των κατεστράφησαν παραδοθεῖσαι εἰς τὸ πῦρ καὶ τὴν τέφραν. […] εὐθὺς ὡς λάβητε γνῶσιν τῆς παρούσης ἡμῶν ὑψηλῆς διαταγῆς, διαλαλήσατε διὰ κηρύκων ἀνὰ τὰς Σουλτανικὰς ὁδοὺς τῆς πόλεως καὶ τῶν πέριξ ταῦτα πάντα καὶ καλέσατε ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ταύτῃ πάντας τοὺς ἰμάμηδες καὶ χοτζάδες, σεΐχας, οὐλεμάδες καὶ ἐν γένει πάντας τοὺς πιστοὺς ὅπως τελέσουν δοξολογίας καὶ δεήσεις εἰς τὰ ἱερὰ τεμένη ἀναμέλποντες ἀπὸ τῶν μιναρέδων τὴν δόξαν καὶ ἰσχὺν τοῦ Μωάμεθ καὶ ἀναπέμποντες εἰς τὸν ὕψιστον Ἀλλὰχ ἀπείρους εὐχαριστίας καὶ εὐχάς ὑπὲρ μακροημερεύσεως καὶ διαφυλάξεως τοῦ Μεγάλου ἡμῶν Χαλίφου καὶ Κραταιοτάτου Ἄρχοντος τοῦ Ἰσλάμ. Καλέσατε ὡσαύτως ἅπαντας τοὺς πιστοὺς τῆς καθ’ ὑμᾶς περιφερείας ἵνα ἑορτάσουν καὶ πανηγυρίσουν τὸ χαρμόσυνον τοῦτο γεγονὸς τῆς κατατροπώσεως καὶ ἐξοντώσεως τῶν ἀπίστων ἐπαναστατῶν καὶ τῆς ἐπικρατήσεως τῶν πιστῶν τοῦ Μωάμεθ. Οὕτως εἴη βοηθὸς μεθ’ ὑμῶν ὁ Ἀλλὰχ καὶ ὁ ἀπεσταλμένος αὐτοῦ προφήτης Μωάμεθ.

Μεχμὲτ Ἐμίν, πρὸς τὸν ἱεροδικαστὴ Βεροίας καὶ πάντας τοὺς προκρίτους καὶ ἰσχυροὺς τοῦ τόπου, 21-4-1822, στό: Ι. Κ. Βασδραβέλλης, Οἱ Μακεδόνες εἰς τοὺς ὑπὲρ τῆς ἀνεξαρτησίας ἀγώνας 1796 – 1832 [Μακεδονικὴ Βιβλιοθήκη 1], Θεσσαλονίκη 1940, (32) σ. 283:
…ἀποστέλλομεν ἐκεῖσε τὰ αἰχμαλωτισθέντα γυναικόπαιδα τῶν μυσαρῶν ἀρχιεπαναστατῶν Ζαφειράκη προέδρου, Γάτσου, Καμπίτη, Καρατάσιου, Μαλάμου καὶ τοῦ κατηραμένου καλογήρου Γερασίμου ἵνα ταῦτα μεταφερθῶσιν ἀργότερον εἰς τὸ διβάνιον τῆς Θεσσαλονίκης

Μεχμὲτ Σαΐτ, Μουφτῆς τοῦ Καζᾶ, Ὁμὲρ Λουτφῆ, Ἱεροδικαστὴς Ναούσσης, Ἐμὶν ἐφέντης ἐκ τῶν προὐχόντων, Χασὰν Χουσείν, Γραμματεὺς τοῦ Ἱεροδικαστηρίου, Σερὶφ Ἀλῆ Ζαμπὶτ καὶ λοιποὶ ἄλλοι πρὸς τὸν Μεχμὲτ Ἐμὶν Πασᾶν Βεζύρην καὶ Διοικητὴν τοῦ Διβανίου Θεσσαλονίκης, 14-8-1822, στό: Ι. Κ. Βασδραβέλλης, Οἱ Μακεδόνες εἰς τοὺς ὑπὲρ τῆς ἀνεξαρτησίας ἀγώνας 1796 – 1832 [Μακεδονικὴ Βιβλιοθήκη 1], Θεσσαλονίκη 1940, (37) σσ. 289 – 290:
…συνεκαλέσαμεν ἔκτακτον ἱεροδικαστικὴν ὁμήγυριν κατὰ τὴν ὁποίαν κατεδείχθη καὶ ἐβεβαιώθη δημοσίᾳ ὅτι ὁ συλληφθεὶς οὗτος κακοῦργος ὁ τόσα σὲ βάρος τῶν Μουσουλμάνων πιστῶν διαπράξας ἀνοσιουργήματα καὶ φόνους εἶναι αὐτὸς οὗτος ὁ διαβόητος ἐκ Ναούσσης ἀρχιεπαναστάτης καὶ ὁπλαρχηγὸς Καμπίτης ὅστις ἐκείνην τὴν στιγμὴν ἀπετόλμησε καὶ ἐξετόξευσε δημοσίᾳ κατὰ τοῦ ἱεροῦ Κορανίου καὶ τοῦ θεοπέμπτου Προφήτου ἡμῶν ὕβρεις καὶ βωμολοχίας λέγων σὺν τοῖς ἄλλοις. Ἐγὼ εἶμαι ἄπιστος υἱὸς ἀπίστου καὶ δὲν ἀναγνωρίζω τὸν Προφήτην σας. Ἐφ’ ᾧ ἀμέσως παρεδώκαμεν αὐτὸν εἰς τὸν δήμιον Ζαμπὶτ Σερὴφ ἀγᾶν, ὅστις διαταχθεὶς ἐξετέλεσε κατ’ αὐτοῦ τὴν θανατικὴν ποινὴν τῆς ἀγχόνης συμφώνως πρὸς τὰ παραγγέλματα τοῦ ἱεροῦ φετφᾶ τοῦ πανσόφου Σεϊχουλισλαμάτου. Οὕτω ἀμέσως ἐνώπιον ἡμῶν ὁ ἐν λόγῳ ἄπιστος ἀρχιεπαναστάτης ἀπαγχονισθεὶς ὑπὸ τὰ ὄμματα καὶ τὰς ἀρὰς τοῦ ὄχλου εἰς τὸν παρακείμενον πλάτανον, παρέδωκε τὴν ἀκάθαρτον ψυχήν του εἰς τὸν σατανᾶν τῶν ἀπίστων.
 

 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: