ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2017

Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ...ΜΕΡΟΣ Β΄


ΜΕΡΟΣ Β
ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ

Η ανανεωτική κίνηση, πού κατακλύζει την Ευρώπη αυτή την εποχή είναι ο Διαφωτισμός. Ήταν ένα κίνημα πολυδιάστατο, πού ερχόταν να αλλάξει όλη τη ζωή. Ή αλλαγή νοοτροπίας στον κοινωνικό χώρο (αντιφεουδαρχικό πνεύμα, αστική νοοτροπία) συνοδευόταν από τη διάδοση των θετικών επιστημών και της νέας (θετικιστικής) φιλοσοφίας στην παιδεία, με παράλληλη απόρριψη της παλαιάς σκέψης και κάθε έννοιας παράδοσης. Ο πνευματικός και κοινωνικός αυτός ριζοσπαστισμός άρχισε στο β' μισό του 18ου αι. να αρδεύει και την ελληνική κοινωνία. Ή συνάντηση του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού με τη ρωμαίικη παράδοση πραγματοποιήθηκε σε διάφορα επίπεδα:

α) στο χώρο της παιδείας και ιδεολογίας,
β) στο χώρο του εθνικού προσανατολισμού και
γ) στο χώρο της κοινωνίας.

Εκφράσθηκε δε ως αμφισβήτηση των παραδοσιακών πραγματικοτήτων και εισαγωγή νέου συστήματος αξιών, ως ρήξη με τα κυρίαρχα στρώματα και τάση για δημιουργία εθνικού κράτους και ως αγώνας για κοινωνική μεταρρύθμιση και απελευθέρωση.

Το πρόβλημα με το Διαφωτισμό για τον ελληνικό χώρο δεν ήταν απλό. Ο Διαφωτισμός, με τις ριζοσπαστικές τάσεις του, δεν ήταν φυσική εξέλιξη ζυμώσεων και διαδικασιών, πού έλαβαν χώρα στην ελληνική κοινωνία. Ήταν γέννημα ξένων ανησυχιών και μεταφυτευόταν στον ελληνικό χώρο χωρίς να υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, για να μπορέσει να ενσωματωθεί αθόρυβα σ' αυτόν.
Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΟΡΑΗΣ
Η σύγκρουση, συνεπώς, του παραδοσιακού με το (εισαγόμενο) νέο ήταν αναπόφευκτη. Η μελέτη λ.χ. των θετικών επιστημών, πού ήταν αληθινή πρόοδος στο χώρο της παιδείας, έφερνε στην Ανατολή και έναν παραποιημένο ορθολογισμό, πού συνδυαζόταν στους Έλληνες διαφωτιστές συχνά με αντιπαραδοσιακές τάσεις. Αυτό συνέβαινε, γιατί η έκπληξη των χαλαρά συνδεομένων με την παράδοση τους Ρωμηών μπροστά στα ξένα επιστημονικά επιτεύγματα μυθοποιούσε τις δυνάμεις του ευρωπαϊκού κόσμου, με παράλληλη υποτίμηση της ρωμαίικης παράδοσης, πού δεν είχε να παρουσιάσει ανάλογες εξελίξεις. Αυτή την «έκπληξη» ενσαρκώνει και εκφράζει συχνά στα κείμενα του ο Αδαμάντιος Κοραής (π.χ. μπροστά στον Βολτέρο). Σ' αντίθεση όμως μ' αυτούς οι Ρωμηοί, πού είχαν συνείδηση της ουσίας της παράδοσης τους, όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης, έμεναν μακριά από την έκπληξη αυτή, αποτιμώντας ψυχραιμότερα και νηφαλιότερα την Ευρώπη και την πρόοδο της.

Η αλλαγή έτσι, στο χώρο της παιδείας ή της κοινωνίας δεν ήταν δυνατό να μείνει χωρίς πρόκληση συγκρούσεων.

Η «εμπειρική φιλοσοφία» αντικατέστησε την αριστοτελική μεταφυσική και προκάλεσε την πάλη των παλαιοφιλοσόφων με τους νεοφιλοσόφους πόσο μάλλον, αφού οι οπαδοί της «νεωτεριστικής» φιλοσοφίας εκπροσωπούσαν συχνά θεϊστικές, αντιτριαδικές ή και αθεϊστικές ακόμη αντιλήψεις και ζητούσαν τουλάχιστον οι περισσότερο δυτικοποιημένοι, όχι την ανανέωση ή τον εμπλουτισμό της παράδοσης τους, αλλά την υποκατάστασή της. Τα νέα φιλοσοφικά συστήματα, του Μαλμπράνς, του Λάιμπνιτς, του Βόλφ, του Λόκ, του Σπινόζα ή του Βολταίρου και του Ρουσσώ άρχισαν να κυριαρχούν στο χώρο της ελληνικής διανόησης, κατηγορούμενα από τους εκτοπιζόμενους παλαιοφιλόσοφους (αριστοτελικούς) ως αθεΐα και ανατροπή. Εντούτοις, μεγάλοι λόγιοι, οι περισσότεροι μάλιστα κληρικοί - όπως ο Μεθόδιος Ανθρακίτης, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Νικηφόρος Θεοτόκης, ο Ιώσηπος Μοισιόδακας, ο Βενιαμίν Λέσβιος κ.π.ά. έγιναν οι γέφυρες στη σύζευξη του ανατολικού χώρου με το νέο δυτικοφιλοσοφικό και επιστημονικό πνεύμα.


______Η ΡΗΞΗ__________________

Είναι γεγονός, ότι παρά τις αναμφισβήτητες θετικές πλευρές του, ιδιαίτερα στην παιδεία, ο Διαφωτισμός μπόλιασε την ελληνική συνείδηση και με στοιχεία αναιρετικά της ταυτότητας της, π.χ. με τη θρησκευτική αδιαφορία ή και αθεϊστικές ακόμα τάσεις. Το προβάδισμα της γνώσης οδήγησε στην απολυτοποίηση της επιστήμης, π.χ. της φυσικής, και έπρεπε να έλθουν οι μεγάλοι φυσικοί του 20ού αιώνα (Αϊνστάιν, Χάιζεμπεργκ, Πλάνκ κ.ά.), για να αποδείξουν τις περιορισμένες δυνατότητες της. Ή στροφή, έπειτα, στο ενδοκοσμικό και η υπερεκτίμηση και απολυτοποίηση του, οδηγούσαν στην αποδοχή του θρησκευτικού φιλελευθερισμού ή του αδιαφορισμού και ξένων τρόπων ζωής και την υποτίμηση της πνευματικότητας της Ρωμανίας και του παραδοσιακού κοινοτικού πνεύματος, πού άρχισε να υποχωρεί μπροστά σε έναν προοδευτικά αυξανόμενο ατομισμό, προϊόν του αστικού πνεύματος.

Το αποτέλεσμα αυτής της όχι ομαλής εξέλιξης ήταν ο διχασμός των πνευματικών δυνάμεων του Γένους.

Στην ουσία αναβίωσε η μόνιμη διαίρεση, πού παρασιτούσε στα σπλάγχνα του Γένους, και πού παλαιότερα, όπως είδαμε, εκφραζόταν με τη διπολικότητα: ενωτικοί-ανθενωτικοί.

Και τώρα η αντίθεση σαρκώθηκε σε δύο ομάδες. Όσοι δεν είχαν ισχυρό σύνδεσμο με την πατερική παράδοση δόθηκαν ολόκληροι στις δυτικές ιδέες. Όσοι όμως ήταν ριζωμένοι στη ρωμαίικη παράδοση τους δεν μαγεύτηκαν από τα «φώτα» της Ευρώπης, αλλά δημιούργησαν έναν ελληνότροπο Διαφωτισμό. Αυτό σημαίνει, ότι δέχτηκαν ό,τι αποτελούσε πρόοδο στο χώρο της επιστήμης, της φιλοσοφίας και της κοινωνίας, χωρίς όμως να οδηγηθούν στην υποτίμηση και απόρριψη της ρωμαίικης παράδοσης, μέσα στην οποία ζυμώθηκε το Γένος. Η πνευματική υποδούλωση στη Δύση θα αποτελεί από τότε το μόνιμο πρόβλημα του Νέου Ελληνισμού.


________Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ______________

Εδώ πρέπει να εντοπιστεί και η αντίδραση στις νέες ιδέες, πού σημειώθηκε ιδιαίτερα στους κόλπους της Εκκλησίας. Φαίνεται αλήθεια περίεργο, ότι στο εκκλησιαστικό σώμα αναδείχθηκαν οι τολμηρότεροι αποδέκτες των νέων ιδεών, αλλά και η ισχυρότερη αντίδραση απέναντι τους. Πώς μπορεί να εξηγηθεί αυτή η «αντινομία»;

Η μόνιμη και ηγετική σύνδεση του Κλήρου με την παιδεία ήταν επόμενο να τον τοποθετήσει στο προσκήνιο της πάλης των ιδεών. Η στάση των εκπροσώπων της Εκκλησίας, πού καθοριζόταν σε μεγάλο ποσοστό από τις προσωπικές διαθέσεις και προϋποθέσεις τους, πήρε όλες τις δυνατές αποχρώσεις, από την απόλυτη παραδοχή μέχρι την απόλυτη άρνηση. Η αντίληψη, πώς υπήρχε ένα αντιδραστικό κέντρο (το οικουμενικό Πατριαρχείο) και μια ευέλικτη περιφέρεια, δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται απόλυτα στα πράγματα. Ήταν συχνές, άλλωστε, οι συγκρούσεις ανάμεσα στους ίδιους τους επιστήμονες – ή λόγιους - κληρικούς: π.χ. Μπαλάνος εναντίον Βούλγαρη, Πάριος εναντίον Βενιαμίν Λεσβίου κλπ.

Κατ' αρχήν ήταν φυσικό το Πατριαρχείο - και μάλιστα οι Πατριάρχες - πού ζούσαν κάτω από τον μόνιμο καταπιεστικό έλεγχο του σουλτάνου, να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις εκτιμήσεις και εκδηλώσεις τους. Δεν πρέπει επίσης να παραθεωρηθεί η στροφή (από το 1792-3) της Ρωσίας εναντίον της Γαλλίας και προς την πλευρά της Τουρκίας, πού είχε σημαντική επιρροή στη στάση και του οικουμενικού Πατριαρχείου απέναντι στη Δύση γενικά.
Ο Κλήρος, όπως είδαμε και στην περίπτωση της ένοπλης αντίστασης, δεν έχει το «δικαίωμα» να αστοχεί στις επιλογές του. Γιατί τα λάθη του θα έχουν συνέπειες καταστροφικές σ' όλο το Γένος, ως εκκλησιαστικό σώμα. Δεν μπορούσε, συνεπώς, το Πατριαρχείο να δεχτεί τις νέες ιδέες ανεξέλεγκτα και με την ευκολία των λογίων, οι όποιοι στις ενέργειες και αποφάσεις τους εκπροσωπούσαν μονό τον εαυτό τους. Το νέο, έπειτα, δημιουργεί πάντα δισταγμούς και υποψίες και στις πιο καλοπροαίρετες συνειδήσεις. Πόσο περισσότερο, όταν πολλές από τις «εισαγόμενες» νέες ιδέες συνιστούσαν ανατροπή της ρωμαίικης παράδοσης, την οποία είχε ταχθεί να φυλάει η Εκκλησία. Την υπάρχουσα δε ρευστότητα και στις δυο πλευρές δείχνει καθαρά η περίπτωση της «δίωξης» του (κληρικού) Βενιαμίν Λεσβίου (1803). Η σύνοδος του οικουμενικού Πατριαρχείου διχάστηκε απέναντι του. Οι μισοί συνοδικοί και ο ίδιος ο Πατριάρχης (Καλλίνικος Δ') τάχθηκαν υπέρ αυτού. Αλλά και ο ίδιος ο Βενιαμίν, προβαλλόμενος συνήθως ως προοδευτικός και θύμα του προοδευτισμού του, με άκρατο συντηρητικό πείσμα απέρριπτε το νευτωνικό νόμο της βαρύτητας, για να δικαιώσει το «πανταχηκίνητό» του και δεχόταν τον ήλιο «σκοτεινό» ξεπερνώντας δηλαδή και αυτό τον Μεσαίωνα! Ποια αίτια, λοιπόν, διαμόρφωσαν αυτή την ποικιλία των τάσεων;


________ΟΙ ΠΑΡΑΤΑΞΕΙΣ__________

Πρώτα η ιδιαιτερότητα των ίδιων των εκκλησιαστικών προσώπων. Οι πιο φιλελεύθεροι κληρικοί (χαρακτηριστική περίπτωση ο Θ. Καΐρης) απορροφήθηκαν από τις νέες ιδέες τόσο, πού έφτασαν σε σημείο να απορρίψουν την παράδοση τους, πού φυσικά δεν την είχαν ποτέ γνωρίσει αληθινά. Δεν ήταν άγνωστο άλλωστε το φαινόμενο, να εισέρχονται μερικοί στον κλήρο μόνο, για να έχουν τις δυνατότητες να σπουδάσουν, χωρίς την αναγκαία εσωτερική κλήση. Οι συντηρητικοί απέρριπταν τις νέες ιδέες, για να μείνουν πιστοί στην παλαιά φιλοσοφία και κοσμοθεωρία, πού είχαν διδαχθεί και στην οποία όφειλαν το κύρος τους, ανίκανοι να παρακολουθήσουν το ρυθμό της εποχής τους. (π.χ. Ιερ. Δενδρινός, Δωρ. Βουλησμάς και - κάπως λιγότερο - ο Αθαν. Πάριος).

Μόνον οι πατερικοί (όπως λ.χ. ο Βούλγαρης και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης) θα επιτύχουν την ισορροπία, γνωρίζοντας πώς ή νέα επιστήμη και φιλοσοφία δεν μπορούσε καθόλου να βλάψει τη θεολογική παράδοση τους.

Από πλευράς εκκλησιαστικής, άλλωστε, στην ελληνορθόδοξη Ανατολή δεν υπήρχαν οι αρνητικές προϋποθέσεις, πού βρήκε ο Διαφωτισμός στη Δύση. Εκεί ο χριστιανισμός είχε γίνει από πλευράς μεν θεολογίας, φιλοσοφικό σύστημα και από πλευράς κοινωνίας, κράτος - πολιτική δύναμη (= Παπισμός). Έτσι, στο χώρο της διανόησης η νέα φιλοσοφία απέρριψε εκεί τη χριστιανική μεταφυσική, πού ανήκε στην παλαιά χριστιανο-αριστοτελική σκέψη, και στο χώρο της κοινωνίας τα ριζοσπαστικά ρεύματα απέκρουαν τη συντηρητικότητα του ρωμαιοκαθολικισμού και το Παπικό κράτος.

Στη ρωμαίικη Ανατολή όμως, παρά τις αστοχίες και ανεπάρκειες των ανθρώπων, η Εκκλησία συνέχισε την πατερική παράδοση. Στο χώρο της θεολογίας οι ησυχαστές κράτησαν την καθαρότητα της θεολογίας ως αγώνα θέωσης και στο χώρο της κοινωνίας, όπως είδαμε, η Εκκλησία σήκωσε αγόγγυστα το σταυρό του Γένους.

Οι πατερικοί και αυθεντικά παραδοσιακοί Έλληνες διανοούμενοι ήξεραν συνεπώς, ότι η γνώση τον Θεού (Άκτιστου) δεν μπορεί ποτέ να έλθει σε σύγκρουση με τη γνώση του κόσμου (κτιστού), γιατί πρόκειται για δύο διαφορετικά εγχειρήματα.

Η πρώτη γνώση έχει όργανο την καθαρή από πάθη και φωτισμένη από το Άγιο Πνεύμα καρδιά. Η δεύτερη γνώση έχει για όργανο τα λόγο (τη λογική). Είναι, συνεπώς, άλλο και άλλο. Αλλά, και από άποψη μεθόδου ο εμπειρικός χαρακτήρας της νέας δυτικής φιλοσοφίας δεν προκαλούσε αντίδραση στους πατερικούς της Ανατολής, όπως ξένιζε τους δυτικούς μεταφυσικούς και τους ανατολικούς συντηρητικούς, πού ταυτίζονταν τελικά μεταξύ τους. Γιατί και η θεολογική μέθοδος της Ορθοδοξίας είναι θετική-εμπειρική-σωματική, και όχι διανοητική-μεταφυσική. Η Ορθοδοξία εκφράζεται ως άσκηση -εμπειρία και προσπάθεια θεραπείας (θεραπευτική της ανθρώπινης ύπαρξης). Με το Διαφωτισμό έξαλλου πέρασαν στη ζωή του ρωμαίικου οι δυτικές «χρηστοήθειες» (κανόνες ηθικής συμπεριφοράς – Savoir vivre!). Από τον αυθορμητισμό της καρδιάς και το ρωμαίικο ήθος, περνούσε έτσι το Γένος στην τυποποιημένη συμπεριφορά των καλών τρόπων και του ηθικισμού.


________ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗΣ______

Πέρα όμως από αυτά, η στάση του οικουμενικού Πατριαρχείου χρειάζεται μια πολύ προσεκτική εκτίμηση. Οι εγκύκλιοί του, πού καταδικάζουν τις «καινοφανείς διδασκαλίες», δεν μπορούσαν να μην υπακούουν στις απαιτήσεις της Πύλης, πού καταδίκαζε για δικούς της λόγους την επιστήμη και τις νέες ιδέες.

Στα 1716 λ.χ., λόγω του αραβικού φανατισμού, με φετβά του Σεϊχουλισλάμη απαγορεύθηκαν τα βιβλία της αστρονομίας, ιστορίας και φιλοσοφίας. Πώς θα μπορούσε μια οθωμανική αρχή, όπως ήταν για το κράτος το ρωμαίικο Πατριαρχείο, να φανεί υπέρμαχο της επιστήμης; Όταν δε το Πατριαρχείο προβαίνει σε «καταδίκες», δεν καταδικάζει την ίδια την επιστήμη, αλλά κυρίως τις πλάνες, πού σχετίζονται με την πίστη. Όταν, πάλι, οι «καταδίκες» αναφέρονταν στη «φθοροποιόν λύμην», πού προερχόταν από τη Γαλλία, δεν πρέπει να παραθεωρεί κανείς τα αθεϊστικά κηρύγματα και τις αντιχριστιανικές ενέργειες της Γαλλικής Επανάστασης, πού δεν μπορούσαν φυσικά να αφήσουν το Πατριαρχείο αδιάφορο. Πόσο μάλλον, όταν «η τουρκική εξουσία ανησυχεί και εξωτερικούς και εσωτερικώς και εγκυκλίους παρά του Πατριάρχου της Κωνσταντινουπόλεως προεκάλεσε, δι' ων αφωρίζοντο οι εν τη αλλοδαπή εκδίδοντες φιλελεύθερα συγγράμματα Έλληνες» (Ι. Φιλήμων). Η οργή της Πύλης για κάθε ελληνική πρόκληση ήταν επόμενο να ξεσπά πάνω στο Πατριαρχείο. Αυτό το λησμονούσαν συχνά οι Έλληνες, πού ανέπτυσσαν «εκ του ασφαλούς» αντιοθωμανική δράση, έξω από τα σύνορα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το Πατριαρχείο όμως έμενε ο «Κυρηναίος» του Γένους και κυματοθραύστης όλων των δεινών του.Έπειτα, όχι λίγοι από τους έλληνες λογίους, στον ενθουσιασμό τους για το νέο πνεύμα, δεν μπορούσαν (ή και δεν ήταν πρόθυμοι) να κάμουν διάκριση ανάμεσα στο δυτικό κλήρο, πού είχε γίνει κοινωνική τάξη και στον ανατολικό- Αυτό ήταν δυνατό μόνο στους παραδοσιακούς πού ζούσαν συνειδητά στο εκκλησιαστικό σώμα, όπως ο Μακρυγιάννης. Έτσι το Πατριαρχείο, βλέποντας τις νέες ιδέες να μεταφέρουν στην Ανατολή και το αντικληρικό πνεύμα του γαλλικού Διαφωτισμού, ήταν επόμενο και το ίδιο να ανησυχεί για την εισαγωγή αυτού του πνεύματος στην Ανατολή. Προκλήσεις αντικληρικών (ή και αντί εκκλησιαστικών) φυλλαδίων, όπως Ο Ανώνυμος του 1789 (κατά των μυστηρίων), ο Ρωσαγγλογάλλος (±1805), η Ελληνική Νομαρχία (1806), οι «Στοχασμοί τον Κρίτωνος» (1819) ή τα δημοσιεύματα του Χριστόδουλου Παμπλέκη (καθαρά αντιχριστιανικά), δεν ήταν δυνατό να περάσουν απαρατήρητες και αναπάντητες.Την ένταση αυτή φανερώνει η πασίγνωστη Πατρική Διδασκαλία (1798), ένα καθαρά φιλοτουρκικό και συντηρητικό κείμενο, πού από τη μια κινείται μέσα στο ιδεολογικό πλαίσιο της Πύλης και έχει καταφανή την επιρροή της και από την άλλη εκφράζει και το πνεύμα του Πατριαρχείου απέναντι στις βιαιότητες της Γαλλικής Επανάστασης (1793 κ.έ. βασιλοκτονία, τρομοκρατία), η οποία την εποχή αυτή-είναι γεγονός- είχε αρχίσει να απογοητεύει και τους πρώην θερμούς υποστηρικτές της. Τη σύγκρουση του Γένους ενσαρκώνει ο Κοραής, πού εκδίδει ανώνυμα τη Διδασκαλία Αδελφική το ίδιο έτος, εκπροσωπώντας την «προοδευτική» παράταξη. Και είναι γεγονός, ότι και αυτός ο για πολλά άλλα καυστικός αντιπατριαρχικός Κοραής καταδικάζει το κείμενο, όχι όμως και το Πατριαρχείο. Καμιά ορθή κρίση για τη στάση του οικουμενικού Πατριαρχείου δεν μπορεί να στηριχθεί σε κείμενα, όπως η Πατρική Διδασκαλία. Ούτε όμως πάλι είναι δυνατό να αντληθεί αντικειμενική πληροφόρηση από κείμενα με λιβελλικό χαρακτήρα. Γι' αυτό με μεγάλη προσοχή πρέπει να διαβάζονται έργα, όπως η Ελληνική Νομαρχία (1806). Η κατανόηση τους προϋποθέτει καλή γνώση της εποχής και όλων των τάσεων της, για να μη γίνεται ιδεολογική ερμηνεία της ιστορίας.ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ,,,,
  

Δεν υπάρχουν σχόλια: