… Αυτός ο Κόσμος, ο μικρός ο Μέγας…
Γράφει ο Δημήτριος Μάρκου
Τα πράγματα είναι περίπλοκα. Δεν είναι τόσο απλοϊκά, όσο θέλουν να τα παρουσιάσουν οι θεολόγοι και οι θρησκείες του Δυτικού κόσμου. Βασίζονται στο εσφαλμένο απόσπασμα της “Γένεσης”: « και συνετελέσθησαν ο ουρανός και η γη και πας ο κόσμος αυτών. και συνετέλεσεν ο Θεός εν τη ημέρα τη έκτη τα έργα αυτού, α εποίησεν, και κατέπαυσεν τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού, ων εποίησεν. και ηυλόγησεν ο Θεός την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν. ότι εν αυτή κατέπαυσεν από πάντων των έργων αυτού, ων ήρξατο ο Θεός ποιήσαι.»
Τα πράγματα είναι περίπλοκα. Δεν είναι τόσο απλοϊκά, όσο θέλουν να τα παρουσιάσουν οι θεολόγοι και οι θρησκείες του Δυτικού κόσμου. Βασίζονται στο εσφαλμένο απόσπασμα της “Γένεσης”: « και συνετελέσθησαν ο ουρανός και η γη και πας ο κόσμος αυτών. και συνετέλεσεν ο Θεός εν τη ημέρα τη έκτη τα έργα αυτού, α εποίησεν, και κατέπαυσεν τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού, ων εποίησεν. και ηυλόγησεν ο Θεός την ημέραν την εβδόμην και ηγίασεν αυτήν. ότι εν αυτή κατέπαυσεν από πάντων των έργων αυτού, ων ήρξατο ο Θεός ποιήσαι.»
Οι αστροφυσικοί και οι αστρονόμοι γίνονται μάρτυρες δημιουργίας νέων αστεριών κι αστρικών συστημάτων στο αχανές για τον άνθρωπο Σύμπαν. Κι όλα αυτά στον τετραδιάστατο χωροχρονικό μας Κόσμο- τρεις διαστάσεις για τον χώρο και μία για τον χρόνο- που είναι παρατηρήσιμος με τα όργανα που έχουν επινοηθεί μέχρι σήμερα. Υπάρχουν όμως πολλοί επιστήμονες που μιλάνε για Κόσμο δεκατριών διαστάσεων και όχι για ένα Σύμπαν, αλλά για πολλά παράλληλα Σύμπαντα. Ακόμα κι αν περιοριστούμε στον τετραδιάστατο απτό Κόσμο, διαπιστώνουμε ένα συνεχές γίγνεσθαι, μια συνεχή δημιουργία. Στα αστέρια από απλά στοιχεία φτιάχνονται συνθετότερα για να φτάσουν στο επιθυμητό στάδιο, να εμφανιστούν τα αναγκαία για την ευφυή ζωή στοιχεία. Γιατί τι νόημα θα είχε ένα κόσμος χωρίς τον παρατηρητή του, χωρίς τα νοήμονα όντα που θα τον μελετούσαν. Χωρίς όντα που θα αισθάνονταν δέος και άφατη αγαλλίαση, εκστατική ανάταση μπροστά στο κάλλος και την αρμονία του με μαθηματικές αναλογίες Κόσμου; Παρακολουθούν οι παρατηρητές του ουρανού τις εντυπωσιακές εκρήξεις των supernova, που δίνουν το κατεργασμένο υλικό για τη δημιουργία νέων αστεριών, αστεριών νέας, πιο εξελιγμένης ζωής. Το Σύμπαν είναι ένα καθημερινό εργαστήριο. Πώς μπορεί ο Θεός να «κατέπαυσεν από πάντων των έργων»; Αντίθετα, ο Θεός ποτέ δεν αναπαύεται. Καθημερινά δρα και δημιουργεί…
Δύο τόξα ενέργειας και δύναμης συναγωνίζονται σε όλο το Σύμπαν. Το κατιόν τόξο, με ενέργεια που υποβιβάζει τη συχνότητα, δηλ. πνεύμα που γίνεται ύλη, και το ανιόν τόξο, με ενέργεια που ανυψώνει τη συχνότητα, δηλ. ύλη που γίνεται πνεύμα. Παντού υπάρχουν πνευματομονάδες, κύτταρα πνεύματος, προερχόμενα από το Αιώνιο κι Άφατο Πνεύμα, που ονομάζουμε Θεό, που δρουν κι εργάζονται με βάση ένα σχέδιο, που αποκαλείται Κοσμικό Σχέδιο. Τίποτα δεν είναι άχρηστο, τίποτα δεν είναι ασήμαντο. Γι’ αυτό πρέπει να σεβόμαστε κάθε μορφή ζωής που συναντούμε στη φύση. Όλα αποτελούν μια ενότητα! Όλα βρίσκονται σε ένα συνεχές κι αδιάλειπτο γίγνεσθαι.
O Ηράκλειτος μας λέει: « κόσμον τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ’ ην αεί και εστίν πυρ αείζωον » [ μετάφρ.: αυτόν τον κόσμο, που είναι όλα ένα, ούτε κάποιος θεός, ούτε άνθρωπος δημιούργησε, αλλά πάντα υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει, μια φωτιά που ζει αιωνίως ]. Υπονοεί ότι το Σύμπαν, που σήμερα αντικρίζουμε, προέρχεται από κάποιο άλλο Σύμπαν, που υπήρξε πριν το δικό μας. Αλλά και το δικό μας, όταν φτάσει στο τέλος του, κι αφού μεσολαβήσει μια περίοδος αδράνειας, μια “Νύχτα του Μπράχμα”, θα δώσει την ύλη- ενέργεια για ένα άλλο, το επόμενο Σύμπαν. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να ζούμε σ’ ένα “παλλόμενο Σύμπαν”, όπως ονομάζεται το μοντέλο που επινόησαν οι αστρονόμοι, για να περιγράψουν το κλειστό Σύμπαν, που ξεκινά από μια απειροελάχιστη περιοχή, η οποία δεν μπορεί να περιγραφεί με φυσικές και μαθηματικές έννοιες, πραγματοποιείται η “μεγάλη έκρηξη” και μέσα από μια διαδικασία συνεχούς “γίγνεσθαι” διαστέλλεται, φτάνει σε μια οριακή κατάσταση και μετά συστέλλεται, για να επανέλθει και πάλι στην πρότερη κατάσταση. Με μία όμως, διαφορά, θα τονίζαμε, από μεταφυσική άποψη. Περικλείει την συσσωρευμένη γνώση κι εμπειρία όλων των όντων που έζησαν σ’ αυτό. Αυτή η εμπειρία θα δώσει νέες δυνατότητες, ανώτερες, στο νέο Σύμπαν, που θα συμπεριλάβει μορφές πιο εξελιγμένες απ’ ό,τι περιελάμβανε το προηγούμενο. Έτσι σ’ αυτό το άχρονο παλλόμενο Σύμπαν εκδηλώνεται η Συμπαντική Ενέργεια- Πνεύμα, η Υπερδιάνοια που ονομάζουμε θεότητα, αυτοεξελισσόμενη!
Ο ποιητής στέκει εκστατικά μπροστά το κάλλος, την ισχύ και την σοφία που συναντάμε στο Σύμπαν και το υμνεί με τους στίχους:
« Το Σύμπαν είναι αυτοδημιούργητο και δημιουργό,
της Αιωνιότητας και Απειρότητας φωτοστέφανο φαντασμαγορικό
Ζωή και θάνατος είν' επεξεργασία του ίδιου πράγματος .
Εβγα στον εξώστη το Γεναριάτικο πρωινό,
με ανέφελο και καθάριο τον Ουρανό , κ' όρα ψηλά
να γευθείς την πιο αφάνταστη Αρμονία,
μέσα στην πιο ακατανόητη δυσαρμονία.
Την ανοικτίρμονα πάλη των αλλαγών,
και των προσθέσεων και αφαιρέσεων,
μέσα στον αιώνιο Πόλεμο των Αντιθέσεων.
Τό πε ο θείος Ηράκλειτος ,
που στο Σύμπαν η σκέψη του,
σαν ακτίνα φωτός απλώθηκε,
σαν κεραυνός του Δία ξεδιπλώθηκε,
και το Σύμπαν ολόκληρο μέσ' στο Είναι του συμπυκνώθηκε.»
Δεν μπορείς να βρεις τον αρχιτέκτονα αυτού του Κόσμου, να συναντήσεις τον οραματιστή του. Μπορείς όμως να τον ανακαλύψεις πίσω από τις αναλογίες και τα τέλεια γεωμετρικά σχήματα, κρυμένον στους τέλειους νόμους Του.
Γι’ αυτό Πλάτων λέει: « τον μεν ουν ποιητήν και πατέρα τούδε του παντός ευρείν τε έργον και ευρόντα εις πάντας αδύνατον λέγειν·» [ είναι όμως δύσκολο να βρει κανείς τον δημιουργό και πατέρα του σύμπαντος, κι αν ακόμα τον βρει δεν θα μπορέσει να τον αποκαλύψει σε όλους. ] ( Πλάτων, “Τίμαιος”, 28 c )
Η ενοποιός δύναμη στο Σύμπαν είναι ο Έρωτας. Στο πλανητικό σύστημα εκδηλώνεται σαν ελκτική βαρυτική δύναμη (νόμος παγκόσμιας έλξης), στο ατομικό σύστημα σαν ηλεκτρική ελκτική δύναμη, στον πυρήνα σαν ισχυρή πυρηνική δύναμη, στο ζωικό βασίλειο σαν ενστικτώδης σεξουαλική δύναμη και στον άνθρωπο σαν έρωτας. Στο θέμα του έρωτα οι πρόγονοί μας είχαν δώσει άλλες διαστάσεις.
Ο Έρωτας για το Σωκράτη είναι η επιθυμία της ψυχής να ενωθεί με το πραγματικό της καλό. Ο στόχος του έρωτα, όπως τον συλλαμβάνει, ο μεγάλος Δάσκαλος, δεν είναι η σωματική ένωση με σύντροφο από σάρκα και οστά, δεν είναι καν ο ισόβιος “γάμος” με ένα “συγγενές πνεύμα”, αλλά ο ιερός γάμος της ψυχής με την “αιώνια σοφία” σε μια περιοχή “πολύ πιο πάνω από την ανάσα του ανθρώπινου πάθους”. Με μεγάλη δεξιοτεχνία ο Πλάτωνας μας οδηγεί να καταλάβουμε πως ο μόνος έρωτας, που αξίζει τα εγκώμιά μας, είναι ένας ανοδικός έρωτας ( amor ascendens ), που αποτελεί προχώρημα της ψυχής, η οποία ποθεί και αναζητά κάποιο καλό, που βρίσκεται ψηλότερά της.
Ο τρόπος ύπαρξης των ανθρώπων είναι διαφορετικός απ’ αυτόν των θεών, εφόσον τα θεία όντα απολαμβάνουν την αιώνια ύπαρξη, οπότε γι’ αυτά είναι δυνατή η “αεί παρουσία των αγαθών”. Τα ανθρώπινα όντα ως θνητά δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα και η αιώνια διάρκεια, μέσα στη θνητή φύση του επιτυγχάνεται με άλλο τρόπο. Η αιώνια διάρκεια, κατά τη Διοτίμα, στο στόμα της οποίας ο Πλάτωνας βάζει τις σκέψεις του, σαν ιδιότητα της θείας ουσίας, αυτό το θείο στοιχείο μέσα στηνανθρώπινη ζωή, είναι η κύηση και η γέννηση. Είναι θαυμάσιο αυτό το τμήμα και γι’ αυτό το παραθέτουμε:
« Κυούσι γαρ, έφη, ω Σώκρατες, πάντες άνθρωποι και κατά το σώμα και κατά την ψυχήν, και επειδάν εν τινι ηλικία γένωνται, τίκτειν επιθυμεί ημών η φύσις. Τίκτειν δε εν μεν αισχρώ ου δύναται, εν δε τω καλώ. Η γαρ ανδρός και γυναικός συνουσία τόκος εστίν. Έστι δε τούτο θείον το πράγμα, και τούτο εν θνητώ όντι τω ζώω αθάνατον ένεστιν, η κύησις και η γέννησις. Τα δ’ εν αναρμόστω αδύνατον γενέσθαι. Ανάρμοστον δ’ εστί το αισχρόν παντί τω θείω, το δε καλλόν αρμόττον. Μοίρα ουν και Ειλείθυια η Καλλονή εστί τη γενέσει. Δια ταύτα όταν μεν καλώ προσπελάζει το κυούν, ίλεώ ντε γίγνεται και ευφραινόμενον διαχείται και τίκτει τε και γεννά. Όταν δε αισχρώ, σκυνθρωπόν τε και λυπούμενον συσπειράται και αποτρέπεται και ανείλλεται και ου γεννά, αλλά ίσχον το κύημα χαλεπώς φέρει. Όθεν δη τω κυούντι τε και ήδη σπαργώντι πολλή η πτοίησις γέγονε περί το καλόν δια το μεγάλης ωδίνος απολύειν τον έχοντα. Έστι γαρ, ω Σώκρατες, έφη, ου του καλού ο έρως, ως συ οίει. Αλλά τι μην; Της γεννήσεως και του τόκου εν τω καλώ. Είεν, ην δ’ εγώ. Πάνυ μεν ουν, έφη, τι δη ουν της γεννήσεως; Ότι αειγενές εστι και αθάνατον ως θνητώ η γέννησις, αθανασίας δε αναγκαίον επιθυμείν μετά αγαθού εκ των ωμολογημένων, είπερ του ταγαθόν εαυτώ είναι αεί έρως εστίν. Αναγκαίον δη εκ τούτου του λόγου, και της αθανασίας τον έρωτα είναι ». [ Μετάφρ.: Όλοι οι άνθρωποι, Σωκράτη, εγκυμονούν και στο σώμα και στην ψυχή, κι άμα φτάσουνε σε μια ορισμένη ηλικία η φύση μας επιθυμεί να γονιμοποιεί. Αλλά, εννοείται, να γονιμοποιεί σε ασχήμια δε μπορεί, παρά μόνο στην ομορφιά. Η συνουσία λόγου χάρη του άντρα και της γυναίκας είναι γονιμοποίηση. Κι αυτό το πράγμα είναι θεϊκό, και τούτο μόνο το είδος αθανασίας υπάρχει στο θνητό- όπως είναι το ζωντανό πλάσμα- δηλ. η εγκυμοσύνη και η γέννα. Αυτά όμως είναι αδύνατο να γίνουν στο ανάρμοστο, και το άσχημο είναι ανάρμοστο για κάθε θεϊκό, ενώ το ωραίο είναι ταιριαστό. Λοιπόν Μοίρα και Ειλείθυια για την αναπαραγωγή είναι η Καλλονή. Γι’ αυτό όταν ένα ον που είναι στις ορμές του ζυγώσει σε κάτι όμορφο, γίνεται ολόχαρο κι ευφρένεται, ξεχύνεται και γονιμοποιεί και γεννάει. Όταν όμως ζυγώσει σε κάτι άσχημο, τότε γίνεται σκυθρωπό και στενοχωριέται και συμμαζεύεται στον εαυτό του και με αποστροφή γυρίζει αλλού και δε γεννάει, παρά συγκρατώντας τις ορμές του υποφέρει άσχημα. Να λοιπόν γιατί όποιο εγκυμονεί και είν’ απάνω στις ορμές του, αισθάνεται δυνατή συγκίνηση και λαχτάρα για την ομορφιά, γιατί αυτή το ξελαφρώνει από μεγάλο πόνο. Δεν είναι δηλ. η ομορφιά το αντικείμενο του έρωτα, όπως εσύ νομίζεις, Σωκράτη, είπε η Διοτίμα.
- Αλλά ποιο;
- Είναι η γέννα και η γονιμοποίηση στην ομορφιά.
- Πάει καλά.
- Βεβαιότατα. Και ξέρεις γιατί είναι η γέννα; Γιατί η γέννα διαιωνίζεται και είναι για το θνητό, κάτι αθάνατο. Και σύμφωνα με όσα έχομε παραδεχθεί, εφ΄ όσον πραγματικά το αντικείμενο του έρωτα είναι η παντοτινή κατοχή του αγαθού, μαζί με το αγαθό επιθυμεί κατ’ ανάγκη και την αθανασία. Λοιπόν αναγκαίο συμπέρασμα από τη συζήτησή μας βγαίνει ότι ο σκοπός του έρωτα είναι η αθανασία ]. ( Πλάτωνας, “Συμπόσιο”, 206 C-D-E ) (74)
Ο άνθρωπος όταν φτάσει σε σωματική, αλλά και πνευματική ωριμότητα, αισθάνεται την ανάγκη και την επιθυμία της αναπαραγωγής, που είναι τόσο υλική όσο και πνευματική. Η επιθυμία αυτή είναι βαθιά ριζωμένη μέσα μας, γιατί αφ’ ενός μεν συντελεί στη διαιώνιση της ανθρωπότητας κι αφ’ ετέρου δε συμβάλει στην εξέλιξή της. Είναι επιπλέον καθολική, γιατί τα πάντα στη φύση βρίσκονται σε διαρκή γένεση κι εξέλιξη. Προφανώς η ωραιότητα μας ελκύει, ξυπνώντας μέσα μας την ορμή της αναπαραγωγής, ενώ συγχρόνως την καλλιεργεί και την προάγει. Αντίθετα η ασχήμια ανακόπτει αυτή την ορμή. Η έλξη και η αγάπη, που νιώθουμε για τον ερωτικό μας σύντροφο, δεν ωθείται μόνον από πόθο για ερωτική συνεύρεση, αλλά από επιθυμία για γονιμοποίηση και τεκνοποίηση μαζί του ( πόθο της γεννήσεως και του τόκου εν καλώ ). Έτσι η επιθυμία για τη σωματική κατάκτηση μιας ωραίας γυναίκας, κατά βάθος είναι ο “μεταμφιεσμένος” πόθος ν’ αποκτήσουμε παιδιά από μητέρα σωματικά “εκλεκτή”. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η σεξουαλική ορμή δεν είναι επιθυμία για ηδονή, αλλά πάθος για πατρότητα ή μητρότητα. Μ’ αυτό τον τρόπο το άτομο δίνει “μια μορφή αιωνιότητας” στο ίδιο του το είναι, προσεγγίζει την αιωνιότητα διαμέσου της εναλλαγής των γενεών. Εφ’ όσον υπόκειται σε χρονικό περιορισμό, λόγω της θνητής του φύσης, όντας έγχρονο όν, προσεγγίζει την ιδιότητα του αιώνιου με τη δημιουργία ενός νέου όντος, που θα πάρει τη θέση του, όταν το παλιό χαθεί. Μόνο με το να φέρουμε στον κόσμο ένα νέο άτομο, μπορούμε να συμμετάσχουμε στην αθανασία! Η τάση της θνητής μας φύσης είναι να ανεβάσει τον εαυτό της στον ορίζοντα της αθανασίας, να μετέχει στην αιώνια διάρκεια μέσα από την ανανέωση και την αναγέννηση.
Ο αρχικά ερμαφρόδιτος ή ανδρόγυνος άνθρωπος ( έτσι ήταν ο βιβλικός Αδάμ πριν πλάσει από το πλευρό του την Εύα), κάποτε διαχωρίστηκε στα αντίθετα φύλα, παρουσιάζοντας μια αντίθετη πολικότητα, αρσενικό- θηλυκό. Τα δύο αυτά αντίθετα πολικά όντα με την ένωσή τους, τη σύνθεση που αναφέραμε παραπάνω, παράγουν ένα νέο άτομο, ένα πανομοιότυπο, το παιδί τους. Για να επιτελεστεί όμως η ένωση, τα δύο άτομα πρέπει να έρθουν σε γάμο. Αυτός ο γάμος επιτελείται σε ολόκληρο το Σύμπαν, για να γεννηθούν οι νέες κοσμικές όψεις.
Η αλληλενέργεια μεταξύ Πατρός- Πνεύματος και Μητρός- Ύλης δημιουργεί μια Τρίτη όψη , που είναι ο Υιός, η όψη συνείδηση. O πραγματικό γάμος είναι η συνύπαρξη της ψυχής με το σώμα. Στα “Ορφικά” αναφέρεται: « Την ένωσιν και συμπλοκήν των δυνάμεων αδιαίρετον- ειώθασι γάμον οι θεολόγοι προσαγορεύειν- καθ’ ά φησίν ο θεολόγος. Πρώτην γαρ νύμφην αποκαλεί την γην, και πρώτιστον γάμον την ένωσιν αυτής προς τον ουρανόν ». Επομένως, ένας συμπαντικός γάμος είναι η δημιουργία! Αυτό που την ωθεί και την εξελίσσει είναι ο έρωτας. Ο έρωτας που αρχίζει από γήινος και παίρνει τις διαστάσεις θείου έρωτα. Έρωτα που μεταρσιώνει την ψυχή και την φέρνει σε επαφή με το θείο. Τότε η ψυχή μπορεί να έρθει σε επαφή με τον κόσμο των Ιδεών. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, πέρα από τον κόσμο των φυσικών αντικειμένων υπάρχει η υψηλότερη, πνευματική σφαίρα, των Ιδεών, όπως της Ιδέας της Δικαιοσύνης και της Ιδέας του Κάλλους. Η σφαίρα των Ιδεών έχει, επί πλέον, ιεραρχική τάξη, με υψίστη Ιδέα, που διέπει και περιλαμβάνει όλες τις άλλες, την Ιδέα του Αγαθού. Ο φυσικός κόσμος, τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και προσλαμβάνουμε με τη βοήθεια των αισθήσεων, βρίσκεται σε κατάσταση συνεχών αλλαγών και διακυμάνσεων, οπότε η γνώση που προέρχεται απ’ αυτόν είναι περιορισμένη και υπόκειται σε μεταβολές. Αντίθετα, η σφαίρα των Ιδεών, την οποία αντιλαμβανόμαστε μόνο με το νου, είναι αιώνια και αναλλοίωτη. Κάθε ιδέα είναι το πρότυπο μιας ιδιαίτερης κατηγορίας πραγμάτων του επίγειου κόσμου. Έτσι υπάρχει η ιδέα του ανθρώπου, του αλόγου, του βράχου, του τριγώνου, του γαλάζιου χρώματος, του κάλλους, της ισχύος, της δικαιοσύνης. Όμως τα αντικείμενα αυτού του κόσμου είναι, ουσιαστικά, ατελείς απομιμήσεις ( ή είδωλα ) των τέλειων αυτών Ιδεών. Στην “Πολιτεία” αναφέρει: « Και αυτό δη καλόν και αυτό αγαθόν, και ούτω περί πάντων ά τότε ως πολλά ετίθεμεν, πάλιν αύ κατ’ ιδέαν μίαν εκάστου ως μιάς ούσης τιθέντος, « ό έστιν » έκαστον προσαγορεύομεν ». [ Μετάφρ.: Υπάρχει όμως και το καθαυτό ωραίο και το καθαυτό αγαθό κι έτσι κι όλα τ’ άλλα, όσα θεωρούσαμε τότε ως πολλά, και αντίστροφα τώρα σύμφωνα με την ιδέα του καθενός των, που είναι μια, προσθέτουμε αυτό το όνομα και ονομάζουμε το καθένα «εκείνο που είναι ».]( Πλάτωνος “Πολιτεία”, βιβλίο ΣΤ’, 507b ).
Οι ιδέες μας έχουν τα αρχέτυπα στον Κόσμο των Ιδεών, ο κόσμος μας είναι προβολή και υλοποίηση της Ιδέας του Κόσμου, οι νόμοι της φύσης είναι αντανακλάσεις του ενός αναλοίωτου Νόμου που είχε στο Νου Του ο Μέγας Νομοθέτης. Ο αισθητός μας κόσμος είναι υλοποίηση του Νοητικού κόσμου. Ο άνθρωπος αποτελεί σμικρογραφία του Σύμπαντος, είναι ο μικρόκοσμος του μεγάκοσμου.
Αναρωτιέται ο Γκαίτε:
Εάν το μάτι δεν ήταν όπως ο Ήλιος
πώς θα μπορούσαμε να βλέπομε το φως;
Εάν η δύναμη του Θεού και η δική μας δεν ήταν ένα,
Πώς θα μπορούσε το έργο Του να γοητεύει τη ματιά μας;
Ο Τζών Κητς στις “Ωδές” του γράφει:
Η ομορφιά είναι αλήθεια, και η αλήθεια ομορφιά.
Αυτό είναι που μαθαίνουμε στη γη, τι άλλο να ζητάμε;
Ταπεινοί και συνάμα σημαντικοί μελετητές αυτής της αλήθειας και της ομορφιάς είμαστε οι ασήμαντοι αλλά με υψηλή καταγωγή άνθρωποι. Και αναφέρω ασήμαντοι, γιατί οι εξουσιαστές, οικονομικοί, πολιτικοί και κυρίως θρησκευτικοί, μας θέλουν αδύναμους και ασήμαντους, μας διαπαιδαγωγούν έτσι, μας μπολιάζουν την ασημαντότητα, για να μας έχουν υποχείριο και υποπόδιο. Να μη σηκώσουμε κεφάλι να δούμε την σημαντικότητά μας, να καταλάβουμε τις δυνατότητές μας. Αν γίνουν αυτά παύει η παντοδυναμία τους. Πλην όμως το μάθημα που υπαινίσσεται ο Κήτς παραπάνω, το μαθαίνουν ελάχιστοι. Οι ανήσυχοι κι ανυπόταχτοι στις κατεστημένες ιδεολογίες. Όσοι έχουν το θάρρος να αποτινάξουν από πάνω τους ιδεολογικούς μανδύες και τους θρησκευτικούς δογματισμούς. Όσοι πήραν νερό να σβήσουν από την ψυχή τους το φόβο της κόλασης και δαδί να κάψουν την ματαιότητα του παράδεισου.
Γιατί όλα είναι μέσα μας, και η κόλαση και ο παράδεισος. Είμαστε ο ναός του Θεού, που δεν φοβάται το πυρ το εξώτερον, ούτε εναποθέτει τις ελπίδες του σε έναν ουτοπικό παράδεισο. Μέσα μας κατοικεί το πρόσωπο του Θεού. Αν αφήσουμε να εκδηλωθεί το πραγματικό Του πρόσωπο, αποτελούμε όαση καλοσύνης. Είμαστε βοηθοί στην κοσμική εξέλιξη. Αν εμποδίσουμε την εκδήλωση του πραγματικού προσώπου, και εκδηλώσουμε την σκιά του, γινόμαστε αρνητές του καλού κι εμποδίζουμε την εξέλιξη. Και τότε ενεργοποιείται ο νόμος της ανταπόδοσης, ώστε η δύναμη αντίδρασης να μας επαναφέρει στο δρόμο μας, από τον οποίο εκτροχιαστήκαμε. Στην αρνητική δράση μας ενεργεί η επανορθωτική αντίδραση γιατί «τα πάντα εν σοφία εποιήθησαν».
Μάθημα στο μάθημα αποκτούμε τη γνώση. Τη γνώση που θα μας καταστήσει συνδημιουργούς. Αυτούς που θα βοηθήσουν τις κατώτερες μορφές ζωής να ανέβουν, να πνευματοποιηθούν και να γίνουν όλα στο τέλος φως. Όλες οι μικρές πυγολαμπίδες, τα μικρά άστρα, οι εκθαμβωτικοί ήλιοι στο τέλος θα ενοποιηθούν και θα σμίξουν με την Αιώνια Πηγή τους, τον Ανεκδήλωτο μέρος του Θεού, από το οποίο απέρρευσαν…
Ο Γ.Γραμματικάκης στην Αυτοβιογραφία του Φωτός βάζει το φως να απολογείται:
[ ΕΡΩΤΗΜΑ: Μόνον στη Γη άνθησε η ζωή;
- Από γενέσεως Κόσμου, περιπλανιέμαι ανάμεσα σε αστέρες και είναι αναρίθμητοι οι πλανήτες που συνάντησα. Είμαι σε θέση να γνωρίζω αν σήμερα υπάρχει κάπου αλλού ζωή• αν κάποιοι από τους πλανήτες κατοικούνται• επίσης πόσο εξελιγμένη ή διαφορετική είναι η άλλη αυτή ζωή. Τη γνώση μου όμως αυτή αποκλείεται να την κοινολογήσω. Όχι επειδή, όπως σε άλλα πράγματα, δεν επιτρέπεται. Φοβούμαι απλώς ότι οι απαντήσεις μου δεν θα γίνονταν πιστευτές! Είναι σκληρή και αναπάντεχη συχνά η αλήθεια. Ακόμη σκληρότερη ωστόσο είναι η θέση όσων γνωρίζουν την αλήθεια, και επέλεξαν την σιωπή.]
Από την εποχή του Γαλιλαίου πολλοί επιστήμονες δίσταζαν να πάνε κόντρα στην εκκλησία και να ταράξουν την απατηλή γαλήνη του πνευματικού ύπνου του πλήθους. Δεν ανήκουμε στην κατηγορία εκείνων που γνωρίζουν και επιλέγουν τη σιωπή. Σαν την χρυσαλίδα, θα σπάσουμε τα κουκούλι για να πετάξει η σκέψη, να πει κάποιες αλήθειες απ’ αυτές που μπορούν να φανερωθούν. Γιατί κι ο Διδάσκαλος που ήρθε να φανερώσει την αλήθεια, δεν μπόρεσε να την αποκαλύψει όλην. Είπε: « έτι πολλά έχω λέγειν υμίν, αλλ’ ου δύνασθε βαστάζειν άρτι».
Σημασία έχει ότι ο άνθρωπος, ο εξόριστος από τον Θεό και το κέντρο του Σύμπαντος, τολμά να θέτει ερωτήματα που αγγίζουν την ίδια του την ύπαρξη και την ύπαρξη του Κόσμου. Και λέξη τη λέξη δίνει απαντήσεις. Κυρίως όμως θαυμάζει αυτόν τον Κόσμο τον μικρό, τον Μέγα, για τον οποίο έχει γραφεί «εν αυτώ γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν, ως και τινες των καθ’ υμάς ποιητών ειρήκασι• του γαρ και γένος εσμέν»…http://vagiablog.blogspot.gr/2009/12/blog-post_16.html
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου