Το νόημα τοῦ ἑλληνικοῦ βίου
«Ὅταν ρίχνεις μία πέτρα στό νερό, βρίσκει τόν συντομώτερο δρόμο πού ὁδηγεῖ στόν βυθό. Το ἴδιο συμβαίνει ὅταν ὁ Σιντάρτα ἔχει μία φιλοδοξία, ἕνα σκοπό. Ὁ Σιντάρτα δέν κάνει τίποτα∙ περιμένει, σκέπτεται, νηστεύει, ἀλλά περνάει μέσα ἀπό τίς ὑποθέσεις τοῦ κόσμου σάν τήν πέτρα ἀπό τό νερό, χωρίς νά κάνει τίποτα, χωρίς νά κινεῖται: κάτι τόν ἑλκύει καί ἀφήνεται νά παρασυρθεῖ. Ὁ σκοπός του τόν τραβάει, γι' αὐτό καί δέν ἐπιτρέπει σέ τίποτα νά μπει στό μυαλό του, πού νά εἶναι ἀντίθετο στό σκοπό του. [...] Ὁ καθένας μπορεῖ νά κάνει θαύματα, ὁ καθένας μπορεῖ νά πλησιάσει τόν στόχο του, ἄν ξέρει νά σκέφτεται, νά περιμένει καί νά νηστεύει».
Hermann Hesse «Σιντάρτα», ἐκδόσεις Λυχνάρι - Καλλιθέα: 1984, σελ. 67
Ὁ «Σιντάρτα» τοῦ Hermann Hesse (1877-1962) εἶναι λογοτέχνημα πού διαβάζει συνήθως κάποιος στήν ἐφηβεία του. Στη συνέχεια τό λησμονᾶ, ἀφοῦ παρασύρεται ἀπό τά μανιασμένα ρεύματα τοῦ βίου. Σε κάποιο ἄλλο σημεῖο τῆς θαλασσοπλοΐας του, ἄν εἶναι ἀρκετά τυχερός νά τό ξαναδιαβάσει, ἀντιλαμβάνεται πόσο ἔχει ἐπηρεαστεῖ ἀπό αὐτό - πόσο ἔχει λειτουργήσει ἐντός του, ἐπί μεγάλο διάστημα, κι ἐκεῖνος δέν τό
εἶχε συνειδητοποιήσει.
Σ' αὐτό τό ἔργο ὁ Hesse περιγράφει τίς περιπέτειες τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ὑπό τό ὄχημα μίας πλοκῆς στήν ὁποία πρωταγωνιστεῖ ὁ Σιντάρτα*, ἕνας γιός βραχμάνου που θέλει νά ἀναζητήσει τήν γνώση. Κατά τή διάρκεια αὐτῆς τῆς ἀναζήτησης ὁ Σιντάρτα θά ὑποχρεωθεῖ νά «διαλύσει» καί νά ξανασυνθέσει, νά πολεμήσει καί νά ὑποταχθεῖ στό Ἐγώ του ὥστε νά γίνει μέρος τῆς ἑνότητας τοῦ κόσμου. Ὅλα τοῦτα θά τά καταφέρει περνώντας ἀπό τήν αὐταρέσκεια τῆς πνευματικῆς ὑπεροχῆς στήν ὑπνωτιστική ἡδύτητα τῆς ὑπηρεσίας τῆς σάρκας κι ἀπό ἐκεῖ πάλι πίσω στήν καθαρή πνευματικότητα. Ὁ Σιντάρτα θά γυρίσει, περίπου, ἀπό ἐκεῖ πού ξεκίνησε, ἀλλά ἔχοντας βρεῖ τήν ἄκρη τοῦ νήματος τοῦ μεγάλου, σελασφόρου νοήματος.
Ὁ πρωταγωνιστής θά βρεῖ αὐτό πού ψάχνουν ὅλοι - ἀκόμα κι ὅταν προσποιοῦνται στούς ἄλλους ἤ στόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους ὅτι ἀδιαφοροῦν. Στό ἐναρκτήριο ἀπόσπασμα τοῦ κειμένου ὁ Σιντάρτα ἐξηγεῖ στόν ἔμπορο Καμασβάμι, πού τόν ἔχει προσλάβει, τήν μέθοδό του να καταφέρνει πράγματα. Ὁ τρόπος πού ἀκολουθεῖ ὁ ἥρωας τοῦ Hesse δέν εἶναι πρωτοφανής. Δέν καινοτομεῖ ὁ Σιντάρτα οὔτε ἡ ἀτραπός του πρός τόν στόχο εἶναι στενόχωρη. Δέν ἀπευθύνεται μόνο σέ πρόσωπα ἡ συγκέντρωση στόν σκοπό, ἡ ἄφεση σέ αὐτόν, ὅπως ἡ πέτρα πού βρίσκει τόν συντομότερο δρόμο στόν βυθό χωρίς νά κάνει τίποτα.
Ὁ τρόπος τοῦ Σιντάρτα εἶναι τελέσφορος καί γιά τά ἔθνη, τίς κοινωνίες, τά σύνολα. Ἡ Ἑλλάδα φαίνεται ἐδῶ καί καιρό νά ἔχει ἀπαρνηθεῖ κάθε ἔννοια σκοποῦ, κάθε βούληση ἐπίτευξης ὑψιμέλαθρου στόχου. Παγιδευμένη σ' ἕναν βάλτο ἀπραξίας, μοιρολατρίας καί προσδοκίας γιά τό χειρότερο, ἱκετεύει τούς δυνάστες της νά τό ἀναβάλουν.
Τό ἔθνος, πού ἔχει ἀποδείξει μέ τήν πορεία του στόν χρόνο ὅτι ἡ ζωή ταυτίζεται μέ τό θαῦμα, αὐτοπαγιδεύτηκε στήν ἔλλειψη νοήματος, στή βεβαιότητα τῆς ἀδυναμίας νά παράξει γεγονότα, νά προκαλέσει ἐξέλιξη, νά δημιουργήσει κάτι ἀξιοσημείωτο, νά συνθέσει ἀξιοβίωτες δομές. Στούς σκοτισμένους νόες τῆς πλειονότητας δέν κυριαρχεῖ ὁ σκοπός ἀλλά ὁ πόθος τῆς ἀποφυγῆς ἑνός κακοῦ, τό ὁποῖο ἐπικρέμαται πάνω ἀπό τή χώρα. Πρῶτος σκοπός μιᾶς ἀληθινῆς καί οὐσιαστικῆς ἑλληνικῆς πολιτικῆς θά εἶναι ἡ νοηματοδότηση τῆς ζωῆς τῶν πολλῶν. Τα μηνύματά πού περνοῦν ἕως τώρα στίς μάζες εἶναι χθόνια. Τα ἄνω δείχνουν πρός τά κάτω. Οἱ λίγοι λένε στούς πολλούς νά κοιτοῦν χαμηλά, στήν ἰλύν τῆς πλάσης, μέ στόχο νά μήν πᾶνε πιό κάτω ἀπό αὐτήν. Δημιουργοῦν πτωτικές ροπές στό σύνολο. Ἡ Ἑλλάδα χρειάζεται πρόσωπα νά ἕλξουν τόν λαό πρός τά ἄνω δείχνοντας ψηλά, πολύ ψηλά.
*Στα σανσκριτικά ἡ λέξη «Σιντάρτα» εἶναι σύνθετη. Ἀπαρτίζεται ἀπό τή λέξη «σίντα», ποῦ σημαίνει «κατάφερε», καί «ἄρτα», ποῦ μεταφράζεται ὡς «νόημα», «στόχος» ἤ «οὐσία». Καί οἱ δύο λέξεις μαζί σημαίνουν ἐκείνον πού βρῆκε ό,τι ἀναζητοῦσε ἤ αὐτόν πού ἀνακάλυψε τό νόημα τοῦ βίου.
Γράφει ο Panagiotis Liakos . Τό ἔθνος μας αὐτοπαγιδεύτηκε στήν ἔλλειψη νοήματος, στή βεβαιότητα τῆς ἀδυναμίας νά παράξει γεγονότα καί νά προκαλέσει ἐξέλιξη.
Hermann Hesse «Σιντάρτα», ἐκδόσεις Λυχνάρι - Καλλιθέα: 1984, σελ. 67
Ὁ «Σιντάρτα» τοῦ Hermann Hesse (1877-1962) εἶναι λογοτέχνημα πού διαβάζει συνήθως κάποιος στήν ἐφηβεία του. Στη συνέχεια τό λησμονᾶ, ἀφοῦ παρασύρεται ἀπό τά μανιασμένα ρεύματα τοῦ βίου. Σε κάποιο ἄλλο σημεῖο τῆς θαλασσοπλοΐας του, ἄν εἶναι ἀρκετά τυχερός νά τό ξαναδιαβάσει, ἀντιλαμβάνεται πόσο ἔχει ἐπηρεαστεῖ ἀπό αὐτό - πόσο ἔχει λειτουργήσει ἐντός του, ἐπί μεγάλο διάστημα, κι ἐκεῖνος δέν τό
εἶχε συνειδητοποιήσει.
Σ' αὐτό τό ἔργο ὁ Hesse περιγράφει τίς περιπέτειες τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ὑπό τό ὄχημα μίας πλοκῆς στήν ὁποία πρωταγωνιστεῖ ὁ Σιντάρτα*, ἕνας γιός βραχμάνου που θέλει νά ἀναζητήσει τήν γνώση. Κατά τή διάρκεια αὐτῆς τῆς ἀναζήτησης ὁ Σιντάρτα θά ὑποχρεωθεῖ νά «διαλύσει» καί νά ξανασυνθέσει, νά πολεμήσει καί νά ὑποταχθεῖ στό Ἐγώ του ὥστε νά γίνει μέρος τῆς ἑνότητας τοῦ κόσμου. Ὅλα τοῦτα θά τά καταφέρει περνώντας ἀπό τήν αὐταρέσκεια τῆς πνευματικῆς ὑπεροχῆς στήν ὑπνωτιστική ἡδύτητα τῆς ὑπηρεσίας τῆς σάρκας κι ἀπό ἐκεῖ πάλι πίσω στήν καθαρή πνευματικότητα. Ὁ Σιντάρτα θά γυρίσει, περίπου, ἀπό ἐκεῖ πού ξεκίνησε, ἀλλά ἔχοντας βρεῖ τήν ἄκρη τοῦ νήματος τοῦ μεγάλου, σελασφόρου νοήματος.
Ὁ πρωταγωνιστής θά βρεῖ αὐτό πού ψάχνουν ὅλοι - ἀκόμα κι ὅταν προσποιοῦνται στούς ἄλλους ἤ στόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους ὅτι ἀδιαφοροῦν. Στό ἐναρκτήριο ἀπόσπασμα τοῦ κειμένου ὁ Σιντάρτα ἐξηγεῖ στόν ἔμπορο Καμασβάμι, πού τόν ἔχει προσλάβει, τήν μέθοδό του να καταφέρνει πράγματα. Ὁ τρόπος πού ἀκολουθεῖ ὁ ἥρωας τοῦ Hesse δέν εἶναι πρωτοφανής. Δέν καινοτομεῖ ὁ Σιντάρτα οὔτε ἡ ἀτραπός του πρός τόν στόχο εἶναι στενόχωρη. Δέν ἀπευθύνεται μόνο σέ πρόσωπα ἡ συγκέντρωση στόν σκοπό, ἡ ἄφεση σέ αὐτόν, ὅπως ἡ πέτρα πού βρίσκει τόν συντομότερο δρόμο στόν βυθό χωρίς νά κάνει τίποτα.
Ὁ τρόπος τοῦ Σιντάρτα εἶναι τελέσφορος καί γιά τά ἔθνη, τίς κοινωνίες, τά σύνολα. Ἡ Ἑλλάδα φαίνεται ἐδῶ καί καιρό νά ἔχει ἀπαρνηθεῖ κάθε ἔννοια σκοποῦ, κάθε βούληση ἐπίτευξης ὑψιμέλαθρου στόχου. Παγιδευμένη σ' ἕναν βάλτο ἀπραξίας, μοιρολατρίας καί προσδοκίας γιά τό χειρότερο, ἱκετεύει τούς δυνάστες της νά τό ἀναβάλουν.
Τό ἔθνος, πού ἔχει ἀποδείξει μέ τήν πορεία του στόν χρόνο ὅτι ἡ ζωή ταυτίζεται μέ τό θαῦμα, αὐτοπαγιδεύτηκε στήν ἔλλειψη νοήματος, στή βεβαιότητα τῆς ἀδυναμίας νά παράξει γεγονότα, νά προκαλέσει ἐξέλιξη, νά δημιουργήσει κάτι ἀξιοσημείωτο, νά συνθέσει ἀξιοβίωτες δομές. Στούς σκοτισμένους νόες τῆς πλειονότητας δέν κυριαρχεῖ ὁ σκοπός ἀλλά ὁ πόθος τῆς ἀποφυγῆς ἑνός κακοῦ, τό ὁποῖο ἐπικρέμαται πάνω ἀπό τή χώρα. Πρῶτος σκοπός μιᾶς ἀληθινῆς καί οὐσιαστικῆς ἑλληνικῆς πολιτικῆς θά εἶναι ἡ νοηματοδότηση τῆς ζωῆς τῶν πολλῶν. Τα μηνύματά πού περνοῦν ἕως τώρα στίς μάζες εἶναι χθόνια. Τα ἄνω δείχνουν πρός τά κάτω. Οἱ λίγοι λένε στούς πολλούς νά κοιτοῦν χαμηλά, στήν ἰλύν τῆς πλάσης, μέ στόχο νά μήν πᾶνε πιό κάτω ἀπό αὐτήν. Δημιουργοῦν πτωτικές ροπές στό σύνολο. Ἡ Ἑλλάδα χρειάζεται πρόσωπα νά ἕλξουν τόν λαό πρός τά ἄνω δείχνοντας ψηλά, πολύ ψηλά.
*Στα σανσκριτικά ἡ λέξη «Σιντάρτα» εἶναι σύνθετη. Ἀπαρτίζεται ἀπό τή λέξη «σίντα», ποῦ σημαίνει «κατάφερε», καί «ἄρτα», ποῦ μεταφράζεται ὡς «νόημα», «στόχος» ἤ «οὐσία». Καί οἱ δύο λέξεις μαζί σημαίνουν ἐκείνον πού βρῆκε ό,τι ἀναζητοῦσε ἤ αὐτόν πού ἀνακάλυψε τό νόημα τοῦ βίου.
adiavroxoi.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου