του Τιερί Μεϊσάν
Ο πόλεμος στην Ουκρανία συμβαίνει, γιατί πρώτον η Δύση δεν ξέρει τι συνέβαινε στην Ουκρανία και δεύτερον αυτά που ξέρει είναι μόνο στην φαντασίας της. Οι Δυτικοί, ανέκαθεν επικεντρωμένοι στον εαυτόν τους, είναι ανίκανοι να σκέπτονται όπως οι συνομιλητές τους. Όταν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα τελειώσουν και οι Ρώσοι θα έχουν πετύχει τους - δημοσίως δηλωμένους από την πρώτη μέρα - στόχους τους, μπορεί ακόμη και να πείσουν τον εαυτό τους ότι νίκησαν. Εντέλει, το μόνο που έχει σημασία για τους Δυτικούς δεν είναι να σώζονται ανθρώπινες ζωές, αλλά να έχουν την πεποίθηση ότι στέκονται στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ερμηνεύεται πολύ διαφορετικά ανάλογα με το αν κάποιος είναι Δυτικός ή Ρώσος. Η προηγούμενη εμπειρία του καθενός στοιχειώνει την ερμηνεία του για τις λέξεις και τα γεγονότα. Στην πραγματικότητα, κανείς δεν αντιδρά το ίδιο στα ίδια πράγματα και δεν αναζητά τις ίδιες πληροφορίες με τους άλλους. Εντέλει, τα δύο στρατόπεδα δεν έχουν καθόλου την ίδια αντίληψη της πραγματικότητας. Αυτή η διαδοχή παρανοήσεων και παρεξηγήσεων πυροδοτεί μια έλλειψη κατανόησης που μπορεί άθελά της να οδηγήσει σε μια μεγάλη σύγκρουση.
ΟΙ ΜΠΑΝΤΕΡΙΣΤΕΣ
Τα δύο στρατόπεδα, που πολέμησαν πλάι-πλάι κατά του ναζισμού, δεν βίωσαν καθόλου το ίδιο πράγμα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και επομένως δεν έχουν την ίδια ανάμνηση των γεγονότων.
Ο ρωσικός Τύπος δεν ξεχωρίζει τους Μπαντεριστές από τους Ναζί. Επιδιώκει να ξυπνήσει τη μνήμη του «Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου» (γνωστού στη Δύση ως «Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος»). Όταν η Γερμανία επιτέθηκε στη Ρωσία τον Ιούνιο του 1941, η τελευταία δεν ήταν καθόλου έτοιμη. Το σοκ ήταν καταστροφικό. Ο Στάλιν δεν κατάφερε να ενώσει τον λαό του παρά μόνο με το να συμμαχήσει με την Ορθόδοξη Εκκλησία, την οποία πολεμούσε μέχρι τότε, και με την απελευθέρωση των πολιτικών αντιπάλων του που είχαν καταδικαστεί στα Γκουλάγκ. Ο ρωσικός λαός τότε αναγνώρισε το καθήκον του να υπερασπιστεί το Έθνος.
Οι Ρώσοι αντιλαμβάνονται τους σύγχρονους Μπαντεριστές/Ναζί ως υπαρξιακούς κινδύνους για τον λαό τους. Και έχουν δίκιο, καθώς οι Ουκρανοί εθνικιστές θεωρούν ότι «γεννήθηκαν για να εξολοθρεύσουν τους Μοσχοβίτες».
Επομένως, όλες οι δυτικές επιθέσεις κατά του πρόσωπου του Βλαντιμίρ Πούτιν είναι ατεκμηρίωτες και αναποτελεσματικές. Ο Πούτιν είναι ο ηγέτης τους όπως ήταν ο Στάλιν από τον Ιούνιο του 1941.
Ο δυτικός Τύπος, από την πλευρά του, παρομοιάζει επίσης τους Μπαντεριστές με τους Ναζί, αλλά με άλλη βαρύτητα και άλλη σημασία. Στη μνήμη των πληθυσμών της Δυτικής Ευρώπης, ο ναζισμός δεν απειλούσε παρά μόνο ορισμένες μειονότητες . Πρώτα οι ψυχικά άρρωστοι και οι ανίατοι άρρωστοι ηλικιωμένοι, μετά οι Εβραίοι και οι Τσιγγάνοι χωρίστηκαν από τον γενικό πληθυσμό για να εξαφανιστούν. Αντίθετα, οι Σλάβοι θυμούνται στρατούς που προχωρούσαν κατεδαφίζοντας ένα προς ένα όλα τα χωριά που κατελάμβαναν. Κανένας δεν μπορούσε να επιβιώσει. Όχι μόνο ο ναζισμός είναι λιγότερο τρομακτικός για τους Δυτικοευρωπαίους, αλλά οι Αγγλοσάξονες αφαιρούν αθόρυβα τα σύμβολα που θα μπορούσαν να αναβιώσουν αυτή τη μνήμη. Για παράδειγμα, οι Βρετανοί σύμβουλοι επικοινωνίας άλλαξαν το οικόσημο του συντάγματος του Αζόφ στα τέλη Μαΐου. Αντικατέστησαν το γάντζο του λύκου (Wolfsangel) που σχετίζεται με τη μεραρχία SS «Das Reich» με τρία ξίφη σε τρίαινα που παραπέμπουν στην Εθνική Δημοκρατία της Ουκρανίας (1917-20). Με τον τρόπο αυτό, αφαίρεσαν ένα ναζιστικό διακριτικό και το αντικατέστησαν με ένα αντιμπολσεβίκικο διακριτικό. Ωστόσο, στη δυτικοευρωπαϊκή φαντασία, η Σοβιετική Ένωση ταυτίζεται με τη Ρωσία, αγνοώντας ότι η πλειοψηφία των σοβιετικών ηγετών δεν ήταν Ρώσοι.
Οι Βρετανοί σύμβουλοι επικοινωνίας διαβεβαιώνουν ότι οι Ουκρανοί Μπαντεριστές/Ναζί είναι συγκρίσιμοι με τους σημερινούς Δυτικούς Ναζί: περιθωριακές μικρο-ομάδες οργισμένων. Δεν αρνούνται την ύπαρξή τους, αλλά υποδηλώνουν ότι δεν έχουν καμία σημασία. Και συνεπώς εξαφανίζουν τόσο τα ίχνη της κοινοβουλευτικής και κυβερνητικής τους δραστηριότητας από την ανεξαρτησία το 1991 όσο και τις εικόνες των μνημείων που τους έχουν στηθεί από τότε σε όλη τη χώρα.
Από το 1991 έως το 2014, οι εφημερίδες σε όλο τον κόσμο αγνόησαν την αργή μεταρρύθμιση των Μπαντεριστών στην Ουκρανία. Ωστόσο, το Φεβρουάριο του 2014, όταν ανατράπηκε ο εκλεγμένος πρόεδρος Βίκτορ Γιανουκόβιτς, όλοι οι δημοσιογράφοι που κάλυπταν την «Επανάσταση της Αξιοπρέπειας» εντυπωσιάστηκαν από τον κεντρικό ρόλο των ακροδεξιών πολιτοφυλακών στις διαδηλώσεις. Τα μέσα ενημέρωσης σε όλο τον κόσμο παρήγαγαν αναφορές για αυτούς τους παράξενους «εθνικιστές» που έφεραν σβάστικες. Όμως ο δυτικός Τύπος σταμάτησε απότομα τις έρευνές του, ένα μήνα αργότερα, όταν η Κριμαία, αρνούμενη την έλευση αυτών των εξτρεμιστών στην εξουσία, κήρυξε την ανεξαρτησία της. Η συνέχιση της αναφοράς σχετικά με την ολίσθηση της Ουκρανίας θα αποδείκνυε ότι η Ρωσική Ομοσπονδία είχε δίκιο, η οποία είχε αποδεχθεί την προσάρτηση της. Από τότε και για 8 χρόνια, κανένα δυτικό μέσο δεν ερεύνησε, για παράδειγμα, τις κατηγορίες για απαγωγές και βασανιστήρια μεγάλης κλίμακας που σάρωσαν τη χώρα. Επειδή αγνόησαν σκόπιμα τους Μπαντεριστές κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, δεν είναι πλέον σε θέση να εκτιμήσουν τον πολιτικό και στρατιωτικό τους ρόλο σήμερα.
Αυτή η τύφλωση συνεχίζεται με την εξέλιξη της ουκρανικής εξουσίας κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο δυτικός Τύπος αγνοεί τα πάντα για τη δικτατορία που εγκαταστάθηκε: κατάσχεση από το κράτος όλων των μέσων ενημέρωσης, σύλληψη των προσωπικοτήτων της αντιπολίτευσης, δήμευση περιουσίας ανθρώπων που αναφέρουν τα ιστορικά εγκλήματα των Μπαντεριστών και των Ναζί κ.λπ. Αντίθετα, ο ρωσικός Τύπος δεν χάνει τίποτα από αυτή την ξαφνική εξέλιξη και μετανιώνει για το ότι είχε κλείσει τα μάτια του για χρόνια.
Από την πλευρά μας, έχουμε γράψει —με καθυστέρηση— την ιστορία των Μπαντεριστών. ένα θέμα για το οποίο δεν έχει αφιερωθεί κανένα βιβλίο, σημάδι ότι η Ουκρανία από αυτή την οπτική γωνία δεν γοήτευε κανέναν. Το έργο μας, μεταφρασμένο σε δέκα γλώσσες, κατέληξε σε πολλούς δυτικούς στρατιωτικούς αξιωματούχους και διπλωμάτες. Οι τελευταίοι πιέζουν τώρα τις κυβερνήσεις τους ώστε να μην υποστηρίζουν πλέον αυτούς τους εχθρούς της ανθρωπότητας.
Η ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΡΩΣΩΝ ΗΓΕΤΩΝ
Υπάρχουν δύο τρόποι για να αξιολογήσουμε την αξιοπιστία ενός ηγέτη: εξετάζουμε είτε τις καλές του προθέσεις είτε τον απολογισμό του. Οι Δυτικοευρωπαίοι, που τέθηκαν υπό την προστασία των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι πεπεισμένοι ότι δεν γράφουν πλέον Ιστορία, αλλά ότι την υποφέρουν. Επομένως, δεν χρειάζονται πλέον πολιτικούς ηγέτες όπως τον περασμένο αιώνα. Στην πραγματικότητα, δεν εκλέγουν πλέον παρά μόνο μάνατζερ που παρουσιάζονται ως βουτηγμένους σε καλές προθέσεις. Αντίθετα, οι Ρώσοι, μετά την κατάρρευση της χώρας τους στα χρόνια του Γέλτσιν, ήθελαν να αποκαταστήσουν την ανεξαρτησία τους και τελικά να διακόψουν τη σχέση τους με τον ΗΠΑϊκό φιλελευθερισμό στον οποίο πίστευαν για μια δεκαετία. Για αυτό, εξέλεξαν και επανεξέλεξαν τον Βλαντιμίρ Πούτιν, του οποίου επαληθεύουν την αποτελεσματικότητα. Η χώρα τους άνοιξε προς το εξωτερικό ενώ έχει γίνει αυτάρκης σε πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένων των τροφίμων. Ερμηνεύουν τις κυρώσεις του ΝΑΤΟ όχι ως τιμωρίες, αλλά, γνωρίζοντας ότι η Ατλαντική Συμμαχία αντιπροσωπεύει μόνο το 12% του παγκόσμιου πληθυσμού, ως κλείσιμο της Δύσης στον υπόλοιπο κόσμο.
Ανεξάρτητα από πολιτικά καθεστώτα, οι πολιτικοί ηγέτες που επιδιώκουν να ενώσουν τους λαούς τους όσο το δυνατόν ευρύτερα, αποφεύγουν να λένε ψέματα για να διατηρούν την εμπιστοσύνη των συμπολιτών τους, αντίθετα όσοι υπηρετούν μια μειοψηφία για να εκμεταλλεύονται την πλειοψηφία αναγκάζονται να λένε ψέματα για να μη ανατραπούν. Επιπλέον, οι στρατιωτικοί ηγέτες, τείνουν να θεωρούν τα όνειρά τους πραγματικότητα, άρα να λένε ψέματα, σε καιρό ειρήνης, ενώ αντίθετα πρέπει να μένουν όσο το δυνατόν πιο κοντά στην αλήθεια σε καιρό πολέμου, αν θέλουν να κερδίσουν.
Οι Δυτικοί έχουν σημαδευτεί από ένα πολύ ισχυρό τραύμα που βίωσαν κατά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και από την παρουσίαση του υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, στρατηγού Κόλιν Πάουελ, ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στις 5 Φεβρουαρίου 2003. Έτρεμαν πρώτα κατά τη διάρκεια των επιθέσεων στη Νέα Υόρκη, βλέποντας ανθρώπους να πετιούνται από τα παράθυρα και μετά οι πύργοι να καταρρέουν πριν καταλάβουν ότι οι εξηγήσεις που τους δόθηκαν δεν έστεκαν. Αναδύθηκε δυσπιστία μεταξύ των ίδιων και των ηγετών που προσποιήθηκαν ότι πίστευαν αυτές τις ανοησίες [1]. Έπειτα πίστεψαν αυτό που τους είπε ένας στρατηγός γιατί ένας στρατιώτης δεν μπορεί να πει ψέματα για μια πολύ σοβαρή απειλή για την ασφάλεια. Τελικά, έπεσαν σε κατάθλιψη όταν είδαν ότι όλη αυτή η σκηνοθεσία ήταν απλώς μια δικαιολογία για να ανατρέψουν μια κυβέρνηση που αντιστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες και για να αρπάξουν το πετρέλαιο και τον οικονομικό πλούτο της χώρας της. Η ομιλία του στρατηγού Πάουελ [2] είχε γραφτεί από πολίτες πολιτικούς, τους Στράουσιανούς του Office of Strategic Influence (OSI), όπως, επαίσχυντα, το ομολόγησε αργότερα. Αυτή η άστοχη εμπιστοσύνη έχει κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο ανθρώπους [3]. Από το 2003, οι Δυτικοί δεν έχουν πλέον εμπιστοσύνη στα λόγια των ηγετών τους· ένα φαινόμενο λίγο λιγότερο έντονο στη Γαλλία, στο βαθμό που αυτή η χώρα ήταν η μόνη που αντέκρουσε δημόσια τον στρατηγό Πάουελ.
Αντίθετα, οι Ρώσοι διακρίνουν τους ηγέτες που μιλούν με τον ίδιο τρόπο με τους άλλους και εκείνους που υπερασπίζονται το συλλογικό συμφέρον. Πίστεψαν πρώτα, στη δεκαετία του 2000, στον δυτικό λόγο και ήλπιζαν να βιώσουν και αυτοί την ελευθερία και την ευημερία. Αλλά βίωσαν μια φρικτή κατάρρευση ενώ έβλεπαν μερικούς κακοποιούς να αρπάξουν τον συλλογικό τους πλούτο. Στράφηκαν τότε προς σίγουρες αξίες: συμπολίτες που ανησυχούσαν για το γενικό συμφέρον και εκπαιδευμένους από την KGB. Ζουν σήμερα ελπίζοντας να λυτρωθούν από ό,τι έχει απομείνει από αυτήν την περίοδο σύγχυσης: ολιγάρχες που εγκαταστάθηκαν στο εξωτερικό και μια ορισμένη παγκοσμιοποιημένη αστική τάξη στη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη. Αντιλαμβάνονται τους πρώτους ως κλέφτες και χαιρετίζουν το γεγονός ότι η περιουσία τους, ήδη χαμένη για τη χώρα, αρπάζεται τώρα από τους Δυτικούς. Όσο για τους δεύτερους, γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν μόνο στη πατρίδα τους, αλλά παντού στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Για τους Ρώσους, ο πρόεδρος Πούτιν και η ομάδα του κατάφεραν να λύσουν το επισιτιστικό πρόβλημα και να αυξήσουν την απασχόληση. Έχουν αποκαταστήσει τον στρατό τους και τους προστατεύει από την αναζωπύρωση του ναζισμού. Φυσικά, δεν είναι όλα ρόδινα, αλλά είναι πολύ καλύτερα από πριν να αναλάβει αυτός το πηδάλιο.
ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑΤΟ Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Ή ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΡΩΣΙΑ
Για τους Δυτικοευρωπαίους, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε μια περιοχή ως προτεκτοράτο των ΗΠΑ, η μονοπολική οργάνωση του κόσμου φαινόταν αυτονόητη. Μην έχοντας βιώσει ποτέ πόλεμο στη πατρίδα τους για εξήντα χρόνια (οι Γάλλοι έχουν ξεχάσει τις επιθέσεις στο Παρίσι κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας), δεν καταλαβαίνουν γιατί ο υπόλοιπος κόσμος δεν θέλει πλέον την Pax Americana .
Αντίθετα, οι Ρώσοι γνώρισαν απότομη πτώση του προσδόκιμου ζωής τους κατά 20 χρόνια όταν εξέλεξαν τον Μπόρις Γέλτσιν και τους ΗΠΑϊους συμβούλους του. Επιπλέον, έζησαν δύο πολέμους στην επαρχία τους της Τσετσενίας, με τις ισλαμιστικές επιθέσεις που τους συνόδευσαν από το Μπεσλάν στη Μόσχα. Οι Ουκρανοί Μπαντεριστές είχαν έρθει για να βοηθήσουν τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Εμιράτου της Ιτσκερίας.
Για τους Δυτικοευρωπαίους δεν έχει σημασία αν το ΝΑΤΟ προσπάθησε να εξαλείψει τον Σαρλ Ντε Γκωλ στη Γαλλία, αν έβαλε να δολοφονηθεί ο Άλντο Μόρο στην Ιταλία ή αν οργάνωσε το πραξικόπημα των συνταγματαρχών στην Ελλάδα [4]. Αυτά τα γεγονότα είναι γνωστά μόνο σε ειδικούς και δεν διδάσκονται στα σχολικά βιβλία. Το ΝΑΤΟ είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική συμμαχία στην Ιστορία και το μέγεθός του εγγυάται θεωρητικά τη νίκη.
Ωστόσο, το ΝΑΤΟ αρνήθηκε την ένταξη της Ρωσίας στη δεκαετία του 1990. Επαναπροσδιορίστηκε όχι ως δύναμη που σταθεροποιεί την ήπειρο, αλλά ως αντιρωσική οργάνωση, με κίνδυνο να προκαλέσει πόλεμο στην Ευρώπη. Οι Δυτικοί ξαναγράφουν την ιστορία υποστηρίζοντας ότι ποτέ δεν πήραν την απόφαση να μην επεκτείνουν τη συμμαχία τους στην Ανατολή. Ωστόσο, κατά την επανένωση της Γερμανίας, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν και ο γερμανός καγκελάριος Χέλμουτ Κολ απαίτησαν να γραφτεί στη Συνθήκη για την τελική διευθέτηση σχετικά με τη Γερμανία (13 Οκτωβρίου 1990) ότι οι τέσσερις νικήτριες δυνάμεις του ναζισμού θα θεσπίσουν μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης σε θέματα εξοπλισμού και αφοπλισμού. διασφάλιση της ειρήνης στην ήπειρο σύμφωνα με τις αρχές της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι(1 Αυγούστου 1975). Αυτές οι αρχές επιβεβαιώθηκαν στις Δηλώσεις της Κωνσταντινούπολης (Χάρτα για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια , 19 Νοεμβρίου 1990) και της Αστανά (2 Δεκεμβρίου 2010). Θέτουν:
το δικαίωμα κάθε κράτους να συνάπτει τις στρατιωτικές συμμαχίες της επιλογής του
και, ως συνέπεια, το καθήκον κάθε κράτους να μην λαμβάνει μέτρα ασφαλείας που απειλούν τους γείτονές του.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Ρωσία δεν αμφισβήτησε ποτέ την προσχώρηση των κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στη Συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού, αλλά πάντα κατήγγειλε την εγκατάσταση ΗΠΑϊκών δυνάμεων στο έδαφός τους. Δεν αμφισβητεί δηλαδή την ύπαρξη του ΝΑΤΟ, αλλά τη λειτουργία του εντός της ολοκληρωμένης διοίκησης. Ας είμαστε ακριβείς: σήμερα, δεν έχει καμία αντίρρηση να σχηματίσουν συμμαχία η Ουκρανία, η Φινλανδία ή η Σουηδία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και να προστατεύονται από το άρθρο 5 της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού, αλλά αρνείται ότι αυτό συνεπάγεται την εγκατάσταση ΗΠΑϊκών στρατευμάτων και ΗΠΑϊκών όπλων στο έδαφος τους.
Δεν είναι θέμα αποτροπής πυραύλων από τα χερσαία σύνορά της, γιατί υποβρύχια θα μπορούσαν πάντα να πλησιάζουν τα θαλάσσια σύνορά της. Η ανησυχία της Μόσχας είναι αλλού. Σε αντίθεση με τα περισσότερα κράτη, η Ρωσική Ομοσπονδία έχει μικρό πληθυσμό σε σχέση με το μέγεθος της επικράτειάς της. Δεν μπορεί επομένως να υπερασπιστεί τα σύνορά της. Από της εισβολής του Ναπολέοντα το 1812, έμαθε να προστατεύεται ποντάροντας στην απεραντοσύνη της: να αποκοπεί ο εισβολέας από τις γραμμές ανεφοδιασμού του και να τον αφήσει να πεθάνει από το κρύο όταν έρθει ο χειμώνας. Είναι η «στρατηγική της καμένης γης» που οδήγησε στην εγκατάλειψη της Μόσχας και την μετακίνηση ολόκληρου του πληθυσμού της προς την Ανατολή. Ωστόσο, αυτή η στρατηγική προϋποθέτει ότι ο εισβολέας δεν μπορεί να επωφεληθεί από πίσω βάσεις σε μια κοντινή χώρα.
Αυτή η στρατηγική είναι επίσης πηγή παρανοήσεων. Η Ρωσία δεν επιδιώκει να έχει ζώνη επιρροής στην Ευρώπη όπως είχε κάνει η Σοβιετική Ένωση επί του Ουκρανού Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Ούτε έχει ιμπεριαλιστικούς στόχους όπως η τσαρική Ρωσία. Θέλει μόνο να μην την πλησιάσει κανένας μεγάλος στρατός. Μια στάση που οι καλύτερα ενημερωμένοι Κρεμλινολόγοι λανθασμένα χαρακτηρίζουν ως «παρανοϊκή», ενώ είναι αποτέλεσμα ώριμων προσεκτικών σκέψεων.
Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΤΕΧΝΗ
Ενώ οι πολεμικές ταινίες του Χόλυγουντ απεικονίζουν ηρωικές πρωτοβουλίες μερικών ανδρών που αλλάζουν τη μοίρα μιας μάχης, οι ρωσικές πολεμικές ταινίες δεν μιλούν παρά μόνο για ήρωες που θυσιάζονται για να καθυστερήσουν την προέλαση του εχθρού και να επιτρέψουν στον πληθυσμό να διπλωθεί. Οι Ρώσοι δεν ντρέπονται καθόλου να τρέπονται σε φυγή εάν αυτό επιτρέπει την αποφυγή ενός λουτρού αίματος.
Αυτή η διαφορά οδήγησε τους Σλάβους στρατιώτες να φανταστούν την «επιχειρησιακή τέχνη», στα μισά του δρόμου μεταξύ στρατηγικής και τακτικής. Δεν είναι θέμα ούτε σκέψης για την ανάπτυξη των στρατών, ούτε της διεξαγωγής μιας μάχης, αλλά τι θα μπορούσε να γίνει για να καθυστερήσει ο εχθρικός στρατός και να αποτραπεί η μάχη. Οι δυτικοί στρατοί προσπάθησαν επίσης να φανταστούν μια «επιχειρησιακή τέχνη», αλλά δεν τα κατάφεραν γιατί δεν την έχουν καθόλου ανάγκη.
Στο στρατιωτικό πεδίο, ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: ο στόχος, που έθεσε δημόσια ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, ήταν «να αφοπλίσει και να αποναζιστικοποιήσει » την Ουκρανία. Η εφαρμογή του από το επιτελείο του συνίστατο πρώτα να σπείρει σύγχυση στους αντιπάλους και στη συνέχεια στην επίτευξη του στόχου όταν ο ουκρανικός στρατός αποδιοργανώθηκε.
Το ρωσικό γενικό επιτελείο επιτέθηκε από όλα τα πιθανά σύνορα· από την Κριμαία, από το Ροστόφ, από το Μπέλγκοροντ, από το Κουρσκ και από τη Λευκορωσία. Με αυτόν τον τρόπο, ο ουκρανικός στρατός δεν ήξερε πού έπρεπε να συγκεντρωθεί. Σε αυτή τη φαινομενική αταξία, ο ρωσικός στρατός κατέστρεψε την ουκρανική αεράμυνα και όρμησε στον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια, από τον οποίο ανέσυρε τα παράνομα αποθέματα ουρανίου και πλουτωνίου, και σε πολλά στρατιωτικά εργαστήρια όπου κατέστρεψαν κοντέινερ με ιούς και άλλα βιολογικά όπλα [5]. Κατέστρεψε τους σιδηροδρόμους όταν οι Δυτικοί προσφέρθηκαν να στείλουν όπλα στο μέτωπο. Στη συνέχεια πολέμησε το σύνταγμα Αζόφ των Μπαντεριστών στο προπύργιο του στη Μαριούπολη. Τέλος, καθαρίζει τα τμήματα των περιφερειών του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ που είχαν καταλάβει οι Ουκρανοί.
Εν τω μεταξύ, οι Δυτικοί πίστευαν ότι οι Ρώσοι ήθελαν να πάρουν το Κίεβο και να συλλάβουν τον πρόεδρο Volodymyr Zelensky, και μετά ότι επρόκειτο να καταλάβουν ολόκληρη τη χώρα. Εντελώς εκτός πραγματικότητας. Υπήρχε λοιπόν μια παρεξήγηση για Blitzkrieg. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πίστευαν ότι έπρεπε να αποτρέψουν μια ραγδαία πτώση του καθεστώτος, ενώ θα έπρεπε να είχαν υπερασπιστεί τα αποθέματα της Zaporizhya. Μετά, σκέφτηκαν ότι έπρεπε να προστατεύσουν την Οδησσό και το Λβιβ, ενώ έπεφτε η Μαριούπολη. Η «επιχειρησιακή τέχνη» των Ρώσων ασκήθηκε με την επίτευξη των ανακοινωθέντων στόχων σε χρόνο ρεκόρ, ενώ οι Δυτικοί συνεχάρησαν τους εαυτούς τους για την αποτροπή της κατάληψης φανταστικών στόχων.
Οι δυτικοί γενικά είναι τόσο εγωκεντρικοί που δεν είναι ικανοί να σκέπτονται όπως οι αντίπαλοί τους. Το Πεντάγωνο έκανε ακόμη πιο εύκολα λάθος, καθώς οι περισσότεροι αξιωματικοί αγνοούσαν το έργο των Στράουσιανών: τη δομή των Μπαντεριστών, τους δεσμούς τους με τα ακροδεξιά στοιχεία πολλών δυτικών στρατών (το μυστικό τάγμα Centuria [6]) και τα μυστικά εξοπλιστικά προγράμματα τους [7].
Κριστιάν Άκκυριά ΔΙΚΤΥΟ ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου