Κάθε χρόνο στις 21 Μαΐου, κατά την καθιερωμένη εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, στη βόρεια Ελλάδα αναβιώνει το έθιμο της τελετουργίας των Αναστενάριων. Οι Αναστενάρηδες βιώνουν την «πνευματική κατοχή» τους από τον Άγιο Κωνσταντίνο που σε συνδυασμό με την πυροβασία περικλείει αρκετά ειδωλολατρικά στοιχείαΟι απαρχές του εθίμου εντοπίζονται στα διονυσιακά και ορφικά οργιαστικά μυστήρια. Πρόκειται για μια «αποτελεσματική τελετουργία» που γονιμοποιεί, εξαγνίζει και προστατεύει σαν τα αρχαιότερα έθιμα. Αυτό προκύπτει από την ομοιότητα με αρχαιότερα έθιμα, όπως η θυσία του ταύρου, η χρησιμοποίηση του ιαματικού νερού, των αγιασμάτων, ο χορός, τα όργανα, η φωτιά.
Η Κατερίνα Κακούρη μέσα από το έργο της «Διονυσιακά» έδωσε μια ζωντανή περιγραφή των Αναστεναρίων, αναφέροντας ότι οι Θράκες «Βάκχοι-χριστιανοί», διατηρούν ακόμη την πανάρχαια ιερή βακχεία. Όμως είναι αμφίβολο αν θα κατορθώσουν να διατηρήσουν για πολύ ακόμα αυτήν την προγονική κληρονομιά στα προηγμένα χωριά της νέας μακεδονικής πατρίδας τους. Γι’ αυτό τον λόγο, η συγγραφέας θέλησε μέσα από τις επιτόπιες έρευνες, φωτογραφίες και την αυτοψία, να διασώσει πιθανά τεκμήρια του αρχαίου διονυσιασμού στην ύστατη αναλαμπή τους.[1]
Ορισμένοι ανθρωπολόγοι βέβαια, θεωρούν ότι η τελετουργία των Αναστεναρίων ανάγει τις ρίζες της στις αφρικανικές τοτεμιστικές λατρείες, όπου λατρεύονται πνεύματα: Προσωποποιημένα όντα, καλά ή κακά, που κατοικούν σε φυσικά όντα ή αντικείμενα (άνθρωποι, δέντρα, ζώα, λίμνες, ποτάμια, βουνά, εδάφη, φυσικά φαινόμενα και ανθρώπινες καταστάσεις), καθώς και πρόγονοι, ψυχές νεκρών λατρεύονται γιατί θεωρούνται ότι προστατεύουν την οικογένεια, εξασφαλίζουν γονιμότητα, υγεία και ευημερία.
Η όλη ψυχοσύνθεση των Θρακών, οι ιδιαίτερες γεωφυσικές συνθήκες, οι ιστορικές καταβολές ευνοούσαν να γεννηθεί ένα τέτοιο έθιμο καθώς και άλλα ήθη και έθιμα, όπως οι Καλόγεροι, και γενικά οι συνήθειες και οι πίστεις, οι δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις, η πλούσια γενικά λαογραφία που χαρακτηρίζει τον λαό αυτό.*****Τα Αναστενάρια αρχικά γίνονταν από Έλληνες και χριστιανούς ορθόδοξους σε χωριά, και ειδικότερα στο βορειοανατολικό τμήμα της υπό-οθωμανικής κατοχής Θράκης (σημερινή Βουλγαρία). Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων (1912-1914), οι Αναστενάρηδες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους.
Λίγα χρόνια αργότερα κατά την διάρκεια της μικρασιατικής καταστροφής, το 1923, με την υπογραφή της Συνθήκη της Λωζάννης και την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ των Τούρκων, των Ελλήνων και των Βουλγάρων, οι Αναστενάρηδες εγκαταστάθηκαν γύρω από την πόλη της Θεσσαλονίκης.
Οι συνθήκες αλλάζουν μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά το πέρας του οποίου τα Αναστενάρια εκτελούνται για πρώτη φορά δημόσια στην Ελλάδα. Έκτοτε η τελετουργία των Αναστεναρίων απέκτησε ευρεία φήμη όχι μόνο σε τοπικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο.
Μετά την πρώτη δημόσια εκτέλεση του τελετουργικού το 1947, η Εκκλησία καταδίκασε τα Αναστενάρια και αρνήθηκε την πρόσβαση των συμμετεχόντων στη θεία λειτουργία και τα άλλα μυστήρια. Παρόλα αυτά, οι Αναστενάρηδες, που και τότε θεωρούσαν τους εαυτούς τους χριστιανούς ορθόδοξους, συνέχισαν να εκτελούν την τελετουργία αυτή παρά την ένσταση της Εκκλησίας. Μέχρι τη δεκαετία του 1990, η σχέση μεταξύ των Αναστενάρηδων και της Εκκλησίας παρέμενε τεταμένη, αλλά με την πάροδο των χρόνων έχει βελτιωθεί, αν και η θέση της Εκκλησίας παραμένει αμετάβλητη.[2]
Το τελετουργικό
Οι Αναστενάρηδες, έχουν ως ανώτατο αρχηγό τους το «αναστενάρικο εικόνισμα του Αγίου» και ανώτατο ιεράρχη τους, τον Αρχιαναστενάρη. Οι εικόνες που κουβαλούν μαζί τους, είναι οι λεγόμενες «χάρες» που παριστάνουν το ιερό ζεύγος των Αγίων και τους δίνουν την ικανότητα να βαδίζουν στη φωτιά.
Ο χορός των Αναστενάρηδων, σ’ όλη τη διάρκεια του εθίμου, μπορεί να διαχωριστεί σε τρεις φάσεις: α) πριν την πυροβασία β) κατά το ξεκίνημα και γ) κατά την επιστροφή από την πυροβασία.
Το δρώμενο περιστρέφεται γύρω από το πανηγύρι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Κύρια στοιχεία του, είναι τα εκστατικά φαινόμενα και οι τελετουργίες που έχουν σαν χαρακτηριστικό τους την κίνηση. Σε αυτές συμμετέχουν άνθρωποι από όλες τις περιοχές της χώρας. Κορύφωσή τους είναι η πυροβασία: ο χορός πάνω στα αναμμένα κάρβουνα, που φανερώνει την επαφή με τη φωτιά και την συμφιλίωση με το φόβο που απορρέει από την επαφή με αυτό το στοιχείο. Αυτή μπορεί να υποκατασταθεί και από άλλες κινήσεις του Aναστενάρη, όπως για παράδειγμα το πιάσιμο και το παίξιμο με τα αναμμένα κάρβουνα. [3]
Στην περιφέρεια της κεντρικής εκδήλωσης του δρώμενου, της επαφής δηλ. με τη φωτιά, εκδηλώνονται και άλλες τελετουργίες, απαραίτητες για να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα: το σφάξιμο του μαύρου πρόβατου, για παράδειγμα, ή το ξενύχτι στο κονάκι (σπίτι) του αρχιαναστενάρη, του Γιαβάση. Όλα στο δρώμενο πρέπει να τηρούνται με τάξη και σχολαστικότητα. Οποιαδήποτε παρέκκλιση από αναστενάρη ή ακόμη και από τον παρατηρητή, μπορεί να θυμώσει τον Άγιο και να δημιουργήσει προβλήματα σε αυτόν που θα το έκανε. Οι τελετές αυτές εκτελούνται κυρίως από γυναίκες, σύμφωνα με τις οποίες, ο Άγιος Κωνσταντίνος έχει τη δύναμη να προκαλεί και να θεραπεύει τα προβλήματά τους, και με αυτόν τον τρόπο μέσα από την συμμετοχή τους στην τελετουργία των Αναστενάρηδων, θα μπορέσουν να αποκτήσουν τον έλεγχο των προβλημάτων τους.[4] Οι προετοιμασίες των Αναστεναρίων αρχίζουν στις 27 Οκτωβρίου, όταν γίνονται οι αγερμοί για να συγκεντρωθούν μέσα στα αμανέτια τα χρήματα για την αγορά του ιερού θύματος. Η μέρα αυτή ονομάζεται «Μέρα του Σκλάβου», μια ονομασία που προέρχεται από τα κατ’ Αγρούς Διονύσια της αρχαιότητας. Στις 18 Ιανουαρίου αγοράζουν το «μπικάδι», το ζώο δηλαδή που θα θυσιαστεί. Προτιμούν τον ταύρο, που συνδέεται με τις αρχαίες ηλιακές λατρείες του Θεού Μίθρα και του Διόνυσου. Ο ορφικός μύθος λέει ότι όταν οι Τιτάνες προσπάθησαν να πιάσουν τον Διόνυσο για να τον σκοτώσουν, το μικρό παιδί πήρε μορφές διάφορων ζώων για να ξεφύγει. Μεταμφιέστηκε σε λιοντάρι, τίγρη, ίππο και όταν τέλος πήρε τη μορφή του ταύρου, τον έπιασαν οι Τιτάνες και τον διαμέλισαν. Σήμερα συνηθίζεται να θυσιάζουν ένα μαύρο κριάρι, σύμβολο κι αυτό του Θεού Διόνυσου.
Αρχικά η τέλεση του εθίμου διαρκούσε οκτώ ημέρες, ενώ σήμερα περιορίζεται στις τρεις ημέρες. Την παραμονή της γιορτής του Κωνσταντίνου και Ελένης οι Αναστενάρηδες συγκεντρώνονται μέσα στο κονάκι, για να προετοιμαστούν με την Αγρυπνία. Το πρωί της 23ης Μαΐου ομάδα Αναστενάρηδων, κρατώντας τις εικόνες κάνει αγερμούς στα σπίτια των Αναστενάρηδων. Οι νοικοκύρηδες τους κερνούν σταφίδα και κρασί.
Μετά γίνεται η «ιερή συνεστίαση» στο σπίτι του Αρχιαναστενάρη. Οι μύστες κάθονται στο στρωσίδι κι αφού απλώσουν το μακρυμάντηλο τρώνε καρπούς της γης και του μόχθου τους: φασόλια, κρεμμύδια, ξυνόμηλα και ψωμί. Ακολουθεί η φάση της αποτροπής του κακού, που γίνεται με το «ζώσιμο του σταυροδρομιού» με κυκλικό χορό. Το «ζώσιμο» είναι γνωστή μαγική ιεροπραξία από την Αρχαιότητα. Μετά το «ζώσιμο του σταυροδρομιού» ξεκινά η τελευταία και κορυφαία πυροβασία.[5]
Στο τέλος χορεύουν τον τελευταίο ομαδικό χορό, τραγουδώντας κατανυκτικά τον «Μικροκωνσταντίνο», θρακική παραλλαγή του ακριτικού έπους.
*****
Το έθιμο αυτό απασχόλησε και κέντρισε το ενδιαφέρον ελλήνων και ξένων ανθρωπολόγων, οι οποίοι βιώνοντας και εξετάζοντας μέσα από την επιτόπια έρευνα τις δραστηριότητες του συγκεκριμένου εθίμου, διεξήγαγαν ανάλογες μελέτες. Ανάμεσα τους, ξεχώρισε η μελέτη του Loring Danforth, καθηγητή ανθρωπολογίας στο Bates College των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής μέχρι το 1978.
Το έργο του «Τα αναστενάρια της Αγίας Ελένης, Πυροβασία και Θρησκευτική Εμπειρία», πρόκειται, όπως τονίζει ο ίδιος, για ένα βιβλίο που αφορά μία διαδικασία πολιτισμικής ερμηνείας. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στον ιεροτελεστικό κύκλο των Αναστεναρίων, όπως αυτός βιώνεται από μία ομάδα προσφύγων, τους Κωστιλίδες από την ανατολική Θράκη, που είναι εγκατεστημένοι στη Μακεδονία. Αυτοί, όπως και οι υπόλοιποι αναστενάρηδες, πιστεύουν ότι ο Άγιος Κωνσταντίνος θα τους προστατεύσει κατά τη διάρκεια της κύριας τελετουργίας τους που είναι η πυροβασία.[6]
Ο Danforth, παρουσιάζοντας μία ερμηνευτική προσέγγιση της θρησκευτικής θεραπείας υποστηρίζει πως οι ασθένειες είναι σωματικά σύμβολα που εκφράζουν κοινωνικά και ψυχολογικά προβλήματα των ανθρώπων. Η πνευματοληψία οδηγώντας στη δυνατότητα απόκτησης μιας υπερφυσικής δύναμης λειτουργεί ουσιαστικά σαν μια διαδικασία της θεραπείας. Παράλληλα, , διαφαίνεται και η ενισχυμένη δύναμη των γυναικών, που ελέγχουν τη ζωή τους, χωρίς όμως να θέτουν σε αμφισβήτηση την ανδρική εξουσία. Τέλος, μέσα από την τελετουργική διαδικασία ο Danforth πιστεύει ότι αναδύεται συμβολικά η συλλογική ταυτότητα των Κωστιλήδων.
Η έμφυλη διάσταση του εθίμου
Ο Danforth στο βιβλίο του περιλαμβάνει και προφορικές συνεντεύξεις από τους Αναστενάρηδες περιγράφοντας τα βιώματα και τα προβλήματα που εξαλείφθηκαν μετά το πέρας της τελετουργίας. Για παράδειγμα αναφέρει ότι ο Άγιος Κωνσταντίνος «βοήθησε» την Μαρία Κοντού να αντιμετωπίσει την απώλεια του ανιψιού της και τις κρίσεις άγχους της: «Έχω ξεπεράσει το άγχος - το ίδιο άγχος αισθάνομαι όταν χορεύω. Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ στον ερχομό για το σπίτι ήταν να φωτίσω την λάμπα μου. Πήγα στο σπίτι και την άναψα, και στη συνέχεια χόρευα. Ο σύζυγός μου προσπάθησε να με σταματήσει, γιατί πίστευε ότι θα γινόμουν χειρότερα, αλλά εγώ τον έσπρωξα μακριά. Αφού χόρεψα για λίγο, κάθισα για να ανάψω λίγο θυμίαμα. Ένιωσα καλύτερα στη συνέχεια. Ηρέμησα. Όλα τα προβλήματα μου εξαλείφθηκαν με τη βοήθεια του Αγίου Κωνσταντίνου».
Παρά την προστασία και τη θεραπευτική δύναμη του Αγίου Κωνσταντίνου που «προσφέρεται» στους πιστούς του, ήταν γνωστός και για την υπερφυσική ικανότητά του να προκαλέσει ασθένεια, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο την υπόσχεση να πιστεύουν στα Αναστενάρια και να τον λατρεύουν πιστά.
Μέσα από τις προσωπικές ιστορίες των Αναστενάρηδων, κυρίως γυναικών καθώς αυτές θεωρείτο ότι πρέπει να ασχολούνται με «γυναικεία» ζητήματα, όπως η θρησκεία, φανερώνεται η προσωπική σχέση του Αναστενάρη με τον Άγιο. Εκφράζεται η βαθιά πίστη τους για την παρέμβασή του στη λύση των προσωπικών τους προβλημάτων, είτε αυτά προέρχονται από ασθένεια ή από την οικογενειακή ή κοινωνική κατάσταση τους. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να πούμε ότι ο συγγραφέας αναδεικνύει τον κοινωνικό χαρακτήρα της τελετουργίας, καθώς τα Αναστενάρια αποτελούν οδό μετάβασης, κυρίως για ανθρώπους που η κοινωνική τους θέση είναι μειονεκτική.
Όπως και ο ίδιος αναφέρει, «τα Αναστενάρια, προσφέρουν ένα πνευματικό ιδίωμα σε άτομα που βρίσκονται σε αδύναμη, τρωτή ή εξαρτημένη σχέση… Με τον χορό, οι κατεχόμενοι Αναστενάρηδες μπορούν να εκφράσουν την κοινωνική, ψυχολογική και φυσιολογική τους κατάσταση και να άρουν τα προβλήματα της καθημερινής ζωής».
Οι γυναίκες, με λίγα λόγια, μέσα από την τελετουργία των Αναστεναρίων αποκτούν τον έλεγχο της ζωής τους χωρίς να αμφισβηθεί την ανδρική κυριαρχία. Παρόλα αυτά όμως αξίζει να σημειωθεί ότι αν και η Αναστενάρισσα προσπαθεί να ξεπεράσει την μειονεκτική της θέση στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο εξακολουθεί να χρειάζεται την άδεια από τους άνδρες, πριν να αποκτήσουν τον πλήρη έλεγχο. Οι γυναίκες χρειάζονται ακόμα την άδεια από τους άνδρες για να μπορούν να συμμετάσχουν ενεργά στις τελετές των Αναστενάρηδων.[7]
*****
Στην κοινωνική διάσταση της ερμηνεία του εθίμου, όπως παρατηρεί και ο Danforth, μέσω της πνευματοληψίας των Αναστενάρηδων αναπαράγεται η κοινότητα της εθνοτικής ομάδας με συμβολικό τρόπο και αναπαρίστανται με εύγλωττο τρόπο τα έθιμα μιας κοινωνίας, που απασχόλησε και συνεχίζει να απασχολεί πληθώρα επιστημών.
[1] Dimitris Xygalatas, Ethnography, Historiography, and the Making of History in the Tradition of the Anastenaria, History and Anthropology, Vol. 22, No. 1, March 2011, pp. 57–74.
[2] Sansom, Jane A. Appropriating Social Energy: The Generation, Accumulation and Conversion of Capital in the Performance of the Anastenaria, Journal of Modern Greek Studies, Volume 19, Number 1, May 2001, pp. 143-168.
[3] Νίκος Παύλου, Εκστατικά Φαινόμενα και Εθνολογία, To βιβλίο του L.M.Danforth "Τα αναστενάρια της Αγίας Ελένης, Πυροβασία και Θρησκευτική Εμπειρία".
[4] Loring Danforth. Τα Αναστενάρια της Αγίας Ελένης. Πυροβασία και Θρησκευτική Εμπειρία, Πλέθρον 1995
[5] Αυτόθι.
[6] Αυτόθι.
[7] Charlie Peterson. Professor Dubois. Analysis of Loring Danforth’s Fire walking and religious healing.
tvxs.gr
--------
ΤΟ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΚΟ...…
Απόσπασμα από πανάρχαιο, διηγηματικό, ακριτικό τραγούδι από την περιοχή της Ανατολικής Θράκης, το οποίο συνδέθηκε στενά σε ορισμένα Θρακικά χωριά με το πανάρχαιο έθιμο της πυροβασίας (Αναστενάρια).
Ο ελληνικός, θρακικός πληθυσμός διέσωσε μέχρι σήμερα πληθώρα αρχέγονων ήχων και δρωμένων και κυρίως οι κάτοικοι από τα χωριά Κωστί και Μπροντίβο της Ανατολικής Θράκης (περιοχή Αγαθούπολης), σήμερα εγκατεστημένοι στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, στη Μαυρολεύκη Δράμας, στη Μελίκη Ημαθίας, στην Κερκίνη Σερρών και στην Αγία Ελένη Σερρών. Μερικά βουλγάρικα χωριά, γειτονικά στα προαναφερθέντα ελληνικά είχαν υιοθετήσει επίσης το έθιμο και του είχαν δώσει την ονομασία "Νεστινάρκα".
Στα αναστενάρικα πανηγύρια το κεντρικό τραγούδι, που αποκαλείται Αγίτικο ή Αϊ-κωσταντινιάτ'κο ή του Παππού ή του Προσκυνησμένου, είναι αρθρωτό και αποτελείται από στίχους τριών γνωστών αφηγηματικών τραγουδιών κατάλληλα επιλεγμένων από μια τεράστια μουσική δεξαμενή και προσαρμοσμένων στις απαιτήσεις και το νόημα της τελετουργίας: «Της κακής πεθεράς», «Του λύκου εκδικητή» και «Της μάνας φόνισσας». Οι περισσότεροι στίχοι που τραγουδιούνται και χορεύονται εκστατικά προέρχονται από το πρώτο, εμπλεκόμενοι άτακτα με λίγους στίχους από τα άλλα δύο, κάτι που δεν εμποδίζει τους τελεστές να ανακαλούν το πλήρες νόημα των τραγουδιών, τα οποία γνωρίζουν καλά. Και τα τρία τραγούδια περιστρέφονται γύρω από το θέμα της καταστροφικής σχέσης του ήρωα με τη μάνα του. Έξω από το συγκεκριμένο πλαίσιο και χωρίς την κατανόηση του αρχετυπικού λησμονημένου γονιμικού μύθου που υπόκειται στην τελετουργία και αποτελεί το συμβολικό της υπόβαθρο, με κυρίαρχη μια ιερή αυτόνομη και παραβατική μητρική μορφή που εναλλακτικά γεννάει, αγαπάει και καταστρέφει, και με ασαφή μητρική-συζυγική σχέση με τον αρσενικό νεαρό συνοδό της, τον μέλλοντα να πεθάνει βίαια μέσα στη νιότη του αναβλαστικό θεό, η αλληλουχία και το περιεχόμενο των στίχων δεν βγάζουν νόημα.
Ο Βρετανός νεοελληνιστής Roderick Beaton υποστηρίζει ότι «το τραγούδι "υιοθετήθηκε" από τους αναστενάρηδες φαινομενικά λόγω του ονόματος του ήρωα -αν και κανένα στοιχείο από τα χαρακτηριστικά ή τη συμπεριφορά τόσο του ίδιου όσο και της μάνας του δεν προσομοιάζει στους λατρευόμενους αγίους». Είναι ο πρώτος -και ο μόνος ίσως- από τους αναλυτές του τραγουδιού που υποθέτει ότι υπάρχει «ένα κρυφό νόημα ή κάποια δυνατότητα ερμηνείας που θα μπορούσε να εξηγήσει την εναρμόνισή του με την τελετουργία των Αναστενάριων». Πιστεύω ότι τα χαρακτηριστικά των μυθικών αυτών θεϊκών προσώπων που υπόκεινται στους λατρευόμενους αγίους ερμηνεύουν πολλές πλευρές του θεραπευτικού αναστενάρικου πανηγυριού και, αμφίδρομα, κάνουν κατανοητά τα κριτήρια επιλογής, τη λειτουργία και το νόημα των τελετουργικών τραγουδιών.
Μιράντα Τερζοπούλου (2017).
Ο Κωσταντί- ο Κωσταντίνος ο μικρός,
ο Κωσταντίνος ο μικρός, ο Μικροκωσταντίνος,
μικρόν τον είχε η μάνα του, μικρόν τ’ αρραβωνιάζει,
μικρόν τον ήρθε μήνυμα στον πόλεμο να πάει.
Νύχτα σελώνει τ’ άλογο, νύχτα το καλιγώνει.
[Βάνει ασημένια πέταλα, μαλαματένιες λόθρες
κι απάνω στα σελώματα όλο μαργαριτάρι.
Πήδηξε, καβαλίκεψε σαν άξιο παλικάρι,
σαν Αϊ-Γιώργης φάνηκε, σαν Άγιος Κωσταντίνος.
Κι ώστε να πει έχετε γεια, σαράντα μίλια πάει
κι ώστε να πουν και στο καλό, άλλα σαράντα πέντε.
- Μάνε μου την καλίτσα μου, μάνε μου την καλή μου
γάλα να δώνεις το πουρνό, γάλα το μεσημέρι
και το ηλιοβασίλεμα να στρώνεις να κοιμάται.
Μα κείνη η σκύλα η άνομη, οβραίισσας θυγατέρα,
πα στο σκαμνί την έκατσε κι αντρίκια την κουρεύει,
της κόβει τα ξανθά μαλλιά, της κεφαλής στολίδι,
μια γκούγκλα την εφόρεσε τη δίνει και ντογιάκα
να πα φυλάει πρόβατα, να πα φυλάει γίδια.
Κάτω στον Άγιο Θόδωρο, στον Άγιο Παντελέημο,
πανεγυρίτσι εγίνοντου τ’ Άγιου του Κωσταντίνου.
Το πανεγύρι ήτον πολύ κι ο κόσμος ήτον λίγος,
δώδεκα δίπλες ο χορός, δεκαοχτώ παλαίστρες.
Κι ο λύκος άρπαξε παιδί ’πέ μέσα απ’ την παλαίστρα.
Και το παιδί ήταν λωλό, τη μάνα του τη λέει.
- Γύρισε μάνα μ’, γύρισε, γύρισε πάλι πίσω.
Θυμάσαι όντες ’νεκάτωνες τη στάχτη με τ’ αλεύρι
και τσίριζες και φώναζες πάρτε καθάριο αλεύρι;
Θυμάσαι όντες εσκότωνες το φίδι στην πεζούλα
και φώναζες και έλεγες πάρτε θαλάσσιο ψάρι;
- Δασκάλα πού ’ναι το παιδί, πού ’ναι ο Κωσταντίνος;
- Τρεις μέρες έχω να το ιδώ και τρεις να το διαβάσω
κι αν δεν το ιδώ και σήμερα απ’ το νου μου θα το χάσω.]
--------
ΤΟ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΚΟ...…
Απόσπασμα από πανάρχαιο, διηγηματικό, ακριτικό τραγούδι από την περιοχή της Ανατολικής Θράκης, το οποίο συνδέθηκε στενά σε ορισμένα Θρακικά χωριά με το πανάρχαιο έθιμο της πυροβασίας (Αναστενάρια).
Ο ελληνικός, θρακικός πληθυσμός διέσωσε μέχρι σήμερα πληθώρα αρχέγονων ήχων και δρωμένων και κυρίως οι κάτοικοι από τα χωριά Κωστί και Μπροντίβο της Ανατολικής Θράκης (περιοχή Αγαθούπολης), σήμερα εγκατεστημένοι στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, στη Μαυρολεύκη Δράμας, στη Μελίκη Ημαθίας, στην Κερκίνη Σερρών και στην Αγία Ελένη Σερρών. Μερικά βουλγάρικα χωριά, γειτονικά στα προαναφερθέντα ελληνικά είχαν υιοθετήσει επίσης το έθιμο και του είχαν δώσει την ονομασία "Νεστινάρκα".
Στα αναστενάρικα πανηγύρια το κεντρικό τραγούδι, που αποκαλείται Αγίτικο ή Αϊ-κωσταντινιάτ'κο ή του Παππού ή του Προσκυνησμένου, είναι αρθρωτό και αποτελείται από στίχους τριών γνωστών αφηγηματικών τραγουδιών κατάλληλα επιλεγμένων από μια τεράστια μουσική δεξαμενή και προσαρμοσμένων στις απαιτήσεις και το νόημα της τελετουργίας: «Της κακής πεθεράς», «Του λύκου εκδικητή» και «Της μάνας φόνισσας». Οι περισσότεροι στίχοι που τραγουδιούνται και χορεύονται εκστατικά προέρχονται από το πρώτο, εμπλεκόμενοι άτακτα με λίγους στίχους από τα άλλα δύο, κάτι που δεν εμποδίζει τους τελεστές να ανακαλούν το πλήρες νόημα των τραγουδιών, τα οποία γνωρίζουν καλά. Και τα τρία τραγούδια περιστρέφονται γύρω από το θέμα της καταστροφικής σχέσης του ήρωα με τη μάνα του. Έξω από το συγκεκριμένο πλαίσιο και χωρίς την κατανόηση του αρχετυπικού λησμονημένου γονιμικού μύθου που υπόκειται στην τελετουργία και αποτελεί το συμβολικό της υπόβαθρο, με κυρίαρχη μια ιερή αυτόνομη και παραβατική μητρική μορφή που εναλλακτικά γεννάει, αγαπάει και καταστρέφει, και με ασαφή μητρική-συζυγική σχέση με τον αρσενικό νεαρό συνοδό της, τον μέλλοντα να πεθάνει βίαια μέσα στη νιότη του αναβλαστικό θεό, η αλληλουχία και το περιεχόμενο των στίχων δεν βγάζουν νόημα.
Ο Βρετανός νεοελληνιστής Roderick Beaton υποστηρίζει ότι «το τραγούδι "υιοθετήθηκε" από τους αναστενάρηδες φαινομενικά λόγω του ονόματος του ήρωα -αν και κανένα στοιχείο από τα χαρακτηριστικά ή τη συμπεριφορά τόσο του ίδιου όσο και της μάνας του δεν προσομοιάζει στους λατρευόμενους αγίους». Είναι ο πρώτος -και ο μόνος ίσως- από τους αναλυτές του τραγουδιού που υποθέτει ότι υπάρχει «ένα κρυφό νόημα ή κάποια δυνατότητα ερμηνείας που θα μπορούσε να εξηγήσει την εναρμόνισή του με την τελετουργία των Αναστενάριων». Πιστεύω ότι τα χαρακτηριστικά των μυθικών αυτών θεϊκών προσώπων που υπόκεινται στους λατρευόμενους αγίους ερμηνεύουν πολλές πλευρές του θεραπευτικού αναστενάρικου πανηγυριού και, αμφίδρομα, κάνουν κατανοητά τα κριτήρια επιλογής, τη λειτουργία και το νόημα των τελετουργικών τραγουδιών.
Μιράντα Τερζοπούλου (2017).
Ο Κωσταντί- ο Κωσταντίνος ο μικρός,
ο Κωσταντίνος ο μικρός, ο Μικροκωσταντίνος,
μικρόν τον είχε η μάνα του, μικρόν τ’ αρραβωνιάζει,
μικρόν τον ήρθε μήνυμα στον πόλεμο να πάει.
Νύχτα σελώνει τ’ άλογο, νύχτα το καλιγώνει.
[Βάνει ασημένια πέταλα, μαλαματένιες λόθρες
κι απάνω στα σελώματα όλο μαργαριτάρι.
Πήδηξε, καβαλίκεψε σαν άξιο παλικάρι,
σαν Αϊ-Γιώργης φάνηκε, σαν Άγιος Κωσταντίνος.
Κι ώστε να πει έχετε γεια, σαράντα μίλια πάει
κι ώστε να πουν και στο καλό, άλλα σαράντα πέντε.
- Μάνε μου την καλίτσα μου, μάνε μου την καλή μου
γάλα να δώνεις το πουρνό, γάλα το μεσημέρι
και το ηλιοβασίλεμα να στρώνεις να κοιμάται.
Μα κείνη η σκύλα η άνομη, οβραίισσας θυγατέρα,
πα στο σκαμνί την έκατσε κι αντρίκια την κουρεύει,
της κόβει τα ξανθά μαλλιά, της κεφαλής στολίδι,
μια γκούγκλα την εφόρεσε τη δίνει και ντογιάκα
να πα φυλάει πρόβατα, να πα φυλάει γίδια.
Κάτω στον Άγιο Θόδωρο, στον Άγιο Παντελέημο,
πανεγυρίτσι εγίνοντου τ’ Άγιου του Κωσταντίνου.
Το πανεγύρι ήτον πολύ κι ο κόσμος ήτον λίγος,
δώδεκα δίπλες ο χορός, δεκαοχτώ παλαίστρες.
Κι ο λύκος άρπαξε παιδί ’πέ μέσα απ’ την παλαίστρα.
Και το παιδί ήταν λωλό, τη μάνα του τη λέει.
- Γύρισε μάνα μ’, γύρισε, γύρισε πάλι πίσω.
Θυμάσαι όντες ’νεκάτωνες τη στάχτη με τ’ αλεύρι
και τσίριζες και φώναζες πάρτε καθάριο αλεύρι;
Θυμάσαι όντες εσκότωνες το φίδι στην πεζούλα
και φώναζες και έλεγες πάρτε θαλάσσιο ψάρι;
- Δασκάλα πού ’ναι το παιδί, πού ’ναι ο Κωσταντίνος;
- Τρεις μέρες έχω να το ιδώ και τρεις να το διαβάσω
κι αν δεν το ιδώ και σήμερα απ’ το νου μου θα το χάσω.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου