Ποιός ξαναδιάβασε τη Γραμμική Β’; – 2
ΜΕΡΟΣ Β΄
αί φτάνουμε στο μεγάλο αστέρι της Γραμμικής Β’, που το γνωρίζουν άπαντες!
β3. Μιχαήλ (Γεώργιος Φραγκίσκος) Βέντρις – Ουδέν πρόβλημα άλυτον!
Το (λατινικό) επίθετο του Βέντρις (σημαίνει «κοιλιά» – παράβαλε πχ: «…Ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας Σου!», όπως το απαγγέλουν στα λατινικά οι καθολικοί: «…Ave Maria …μπλά-μπλά-μπλά… im ventris» ), μάλλον προέρχεται από παρατσούκλι προγόνου του κάπου στις αρχές του 16ου αιώνα, ο οποίος πρόγονος ήταν εκδότης καί βιβλιοπώλης – καί προφανώς καί θρησκευτικών βιβλίων.
Η ζωή του Μιχαήλ Βέντρις έχει την πασίγνωστη πλευρά της επαναναγνώσεως της Γραμμικής Β’, την σχετικά άγνωστη πλευρά του οικογενειακού καί επαγγελματικού του βίου, καί την καθόλου γνωστή της ιδιότητάς του ως μέλος των «υπερεσιώνε» της αγγλίτσας· μόνο που δεν ήταν ενεργό μέλος, αλλά «εν ύπνωι» – μέχρι νεωτέρας. Κι όταν πήγαν να τον «ξυπνήσουν» (αρκετά μετά το τέλος του Β’ ΠΠ), δοκίμασε να τους ξεφύγει (είχε καταλάβει πως δεν είναι καί τόσο …καλή παρέα, οι λεβέντες) – αλλά το πλήρωσε με τη ζωή του. (Διότι δεν προέβλεψε ότι στις μεταμεσονύκτιες ώρες θα υπήρχε ψιλοαπρόσεκτος φορτηγατζής, που θα ξεπάρκαρε κάθετα στον δρόμο του.)
Ο Βέντρις δεν δούλεψε στο Μπλέτσλυ Πάρκ, άρα όσοι λένε πως ήταν αποκρυπτογράφος, συνεπώς είχε τα μεθοδολογικά εργαλεία γιά ν’ «αποκρυπτογραφήσει» τη Γραμμική Β’, κάνουν λάθος. Αλλού είχε «στρατολογηθεί», κατά Ουαλλία μεριά – όταν βρέθηκε εκεί ανάμεσα σε προσωρινώς εκτοπισμένους κατοίκους του Λονδίνου, γιά ν’ αποφύγουν τους βομβαρδισμούς των Γερμανών. Τέλος πάντων, πολύ τραγική ιστορία αυτή με την τελευταία ιδιότητά του (καί με μεγάλες προεκτάσεις), όμως δεν θα τη σκαλίσουμε εδώ.
Πάμε, τώρα, πίσω στον χρόνο.
Κάποτε, πολύ κάποτε… μόνο που κρύβουμε λόγια καί δεν λέμε «πόσο κάποτε»! lol!!!… ο γράφων διετέλεσε κι αυτός έφηβος μαθητής Λυκείου. (Ναί, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο! ) Σα να μην έφταναν αυτά, ο γράφων (ως Έλλην) έτυχε να έχει γονείς (όπως κι αμέτρητα άλλα συν-Ελληνάκια) την κλασική ηρωϊκή Ελληνίδα Μάνα καί τον κλασικό ηρωϊκό Έλληνα Πατέρα!… (Απόδειξη πως ο Πανάγαθος Θεός έχει χιούμορ! Lol!!!) Οι οποίοι δεν είχαν πειστεί ότι το «παιδί» διάβαζε όσο έπρεπε (στην -κατά τη γνωμάρα τους- σωστή δοσολογία ωρών, παναπεί), καί το έστειλαν με το στανιό σε φροντιστήριο διά τα περαιτέρω.
Τί να εξηγήσεις, τώρα, στους ηρωϊκούς Έλληνες Γονείς, ότι ο Ουσαΐν Μπόλτ (της Φυσικής, εν προκειμένωι) δεν έχει καμμία σχέση με τον χοντρό, που τρέχει εκατό μέτρα στον διάδρομο του γυμναστηρίου, μπας καί χάσει κανα κιλό!… Οι ηρωϊκοί Έλληνες Γονείς δεν χαμπάριαζαν ντίπ! Αγύργιαγα κεφάλια! Κι όχι μόνο δεν χαμπάριαζαν, αλλά -με τις αντίθετες απόψεις του γράφοντος- αγρίευαν κι από πάνω! Σου λέει, τόσα καί τόσα «παιδάκια» διαβάζουν οχτώ ώρες κάθε μέρα, έ! οχτώ ώρες θα διαβάζεις κι εσύ, θες-δέ θες!
Όμως η ζωή είναι σύντομη, καί δεν έχει χώρο γιά στεναχώριες. Έτσι, τό ‘ριξα στο φιλοσοφικό: αφού ήθελαν να κοιμάμαι μερικές ώρες ακόμη καί να μου πληρώνουν τον ύπνο, αυτοί πληρώνουν! Δε χαλάμε χατήρια! (Πεταμένα λεφτά, βέβαια, αλλά στους ηρωϊκούς Έλληνες Γονείς λες πάντα «ναί»!) Έτσι, αφού οι φροντιστές είδαν μιά-δυό-τρείς ότι το κατείχα το άθλημα καί δεν είχα ανάγκη από προπόνηση, δεν μ’ ενοχλούσαν – παρά μόνο γιά να λύνω καμιά άσκηση στον πίνακα (καί να κάνουν αυτοί τσιγάρο – επιτρεπόταν τότε). Κι έτσι, η ζωή περνούσε με ύπνο καί παρατήρηση των υπολοίπων θαμώνων του φροντιστηρίου – «πήπλ γουώτσινγκ», που λένε. Άλλη ιστορία αυτή (με τα κοινωνιολογικά πορίσματά της), άλλη φορά – να μην ξεφεύγουμε.
Κάποια στιγμή, λοιπόν, ο μαθηματικός, ο οποίος είχε απαγγείλει αμέτρητες φορές σ’ αμέτρητους μαθητές τις «υποδειγματικές» λύσεις των ασκήσεων (τις είχε μάθει απέξω – διότι οι καριερίστες φροντιστές απαγγέλουν τις λύσεις, δεν τις σκέφτονται), ως φαίνεται βαρέθηκε, έκανε στάση, κι είπε κάτι αξιοσημείωτο (γιά όσα μαθητούδια επέμεναν να σκέφτονται) :
«- Όταν φτιάχνετε συστήματα εξισώσεων, πρέπει να έχετε τον ίδιο αριθμό εξισώσεων με αγνώστους.
Με λιγώτερες εξισώσεις από αγνώστους, το σύστημα γίνεται αόριστο.
Ενώι με λιγώτερους αγνώστους από εξισώσεις, το σύστημα κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει αδύνατον (να επιλυθεί).»
Τί σχέση έχουν με το θέμα μας αυτές οι προϊστορικές μνήμες, τώρα;
Έχουν, διότι ο Βέντρις -πελαγοδρομώντας στις πρώτες φάσεις της έρευνάς του- πρώτα το σύστημα το κατέστησε (σχεδόν) αδύνατον, καί μετά το κατέστησε αόριστον!!! Έως ότου (εργαζόμενος) είδε το Φώς (της Ελλάδος) το Αληθινόν, ίσιαξε το τιμόνι της έρευνας, κι επιτέλους τα κατάφερε! Συγκεκριμένα:
Δεν γνωρίζω τον τρόπο, με τον οποίο άρχισε να δουλεύει, ούτε τις αρχικές (συμπληρωματικές) υποθέσεις που έκανε· δυστυχώς, δεν μας άφησε σημειώσεις της πορείας του προς τη λύση. Ωστόσο, συμπεραίνω πως: (α) κατάλαβε ότι πρόκειται γιά συλλαβάριο, όχι αλφάβητο (εφ’ όσον οι χαρακτήρες είναι πολλοί γιά αλφάβητο – κάπου 88 είναι, ζωή νά ‘χουνε!), (β) επομένως δοκίμασε να φτάξει τον λεγόμενο «κάνναβο» (δηλ. διασταύρωση συμφώνων οριζόντια με φωνήεντα κάθετα), όπως αυτός φαίνεται στο σχεδιάγραμμα της προηγούμενης συνέχειας – κι από ένστικτο άρχισε να δοκιμάζει λέξεις καί συλλαβές από τα γνωστά κλασικά Ελληνικά. (Πώς; Ως εξής: έβλεπε στις πινακίδες ένα σκίτσο πχ αγγείου, καί δοκίμαζε να «φορέσει» στα διπλανά ιδεογράμματα τους φθόγγους της λέξης «αγγείο».)
Κι ετσι, στις αρχές του 1952 (καί μετά από πολλές «διορθώσεις πορείας») έφτασε στη λύση… υπερπηδώντας ταυτόχρονα τα εμπόδια των γλωσσολογικών κανόνων του συγκεκριμένου συστήματος γραφής. (Πχ: πότε μπαίνει τελικό -ς, πότε όχι· ή, τα διπλά σύμφωνα δεν γράφονται διπλά, πχ Ko-no-so / η Κνωσσός· ή το ότι -λόγωι της συγκεκριμένης προφοράς των συλλαβογραμμάτων- παρεισφρύουν φωνήεντα, που δεν υφίστανται στον προφορικό λόγο, πχ wa-na-ka-te-ro, το ανάκτορο – σπάει το -κτ- με φωνήεντα.)
Η μέθοδος του Βέντρις ονομάζεται «trial and error», δοκιμή καί λάθος. Είναι σχετικά χονδροειδής (αν καί πλήρως αποδεκτή από τις Θετικές Επιστήμες), αλλά πάντα βγάζει αποτέλεσμα – κι όσο γιά τις «λεπτές» ρυθμίσεις, αυτές έρχονται σε μεταγενέστερη φάση. Ακόμη ένα εργαλείο των Θετικών Επιστημών, που χρησιμοποίησε ο Βέντρις, είναι ο λεγόμενος «εγκιβωτισμός» – δηλάδή με απλά λόγια το: «κάπου εδώ πρέπει νά ‘ναι, κι όχι παραπέρα». Το στένεμα της περιοχής ψαξίματος, δηλαδή.
Ο Βέντρις «στένεψε» το ψάξιμο, παρατηρώντας ότι στις πινακίδες της Κρήτης υπήρχαν λέξεις, που δεν υπήρχαν στις αντίστοιχες της Πύλου· άρα, αυτές ήταν τοπωνύμια – καί δή, αποκλειστικά της Κρήτης. Καί όντως, η πρώτη-πρώτη λέξη της Γραμμικής Β’ που «έσπασε», ήταν η A-mi-ni-so. Η Αμνισσός, το λιμάνι της Κνωσσού!
Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία.
Δεν γνωρίζω αν ο Βέντρις είχε φιλαράκια μαθηματικούς καί φυσικούς, ή χρησιμοποίησε αυτά τα εργαλεία από ένστικτο, ή διότι κάτι σκάμπαζε λόγωι των αρχιτεκτονικών του σπουδών. Πάντως, τέτοιο «στένεμα περιοχής ψαξίματος» είχαν χρησιμοποιήσει καί οι Γιάνγκ καί Σαμπογιόν, παρατηρώντας στην «πέτρα της Ροζέττας» ότι κάποιες λέξεις ήσαν μέσα σε περίγραμμα (το λεγόμενο «καρτούς»)· καί κατάλαβαν πως αυτές είναι κύρια ονόματα, καί κυκλώνονται εις ένδειξη σεβασμού. Πράγματι, αυτοί μ’ αυτόν τον τρόπο πρώτα διάβασαν το όνομα «Πτ(ο)λμ(έ)sh», ήτοι: «Πτολεμαίος».
Καί τα υπόλοιπα ήταν πάλι Ιστορία!
Όπως, όμως, διαπιστώνετε, καμμία σχέση το ψάξιμο του Βέντρις με την όποια δουλειά της Τζακόμπερ. Επομένως, αυτά τα συκοφαντικά που λέει η κυράτσα των Τζιού Γιόρκ Τάϊμς, να τα χώσει εκεί που ξέρει! Οι πληρωμένες «αγιολογίες» μετριοτήτων καί ασημάντων (καί δή, παρασιτώντας επάνω σε πτώματα σημαντικών) κάνουν μόνο γιά προσάναμμα.
Μιά τελευταία σημείωση γιά τη Γραμμική Β’.
Οι φιλόλογοι επί τόσα χρόνια δε λέν να καταλάβουν ότι δεν πρόκειται γιά «επίσημο», καθολικής αποδοχής σύστημα γραφής (πχ γιά τα Έπη, ή φιλοσοφικά κείμενα), αλλά γιά ένα ακόμη αντικείμενο των λογιστών, τη στενογραφία! Βλέπετε, κάποια πράγματα δεν αλλάζουν στον χρόνο… Ούτε οι συνήθειες των λογιστών!
Όθεν, αφού ο ανακτορικός λογιστής υπαγόρευε γρήγορα, οι γραφιάδες αποθηκάριοι έπρεπε να βρούν τρόπο ν’ ανταποκρίνονται άλλο τόσο γρήγορα. Άρα, στενογραφία. Πχ η λέξη «χρυσός» απαιτεί έξι γράμματα· ενώι με τα ιδεογράμματα, μόλις τρία (ku-ru-so)!
Τέλος, να προσθέσω ότι η μελέτη της Γραμμικής Β’ σήμερα αποτελεί ξεχωριστόν τομέα έρευνας στα φιλολογικά τμήματα· καί παρά το ότι έχει διαβαστεί πλήρως, έχει ακόμη κάμποσα πράγματα, που πρέπει ν’ ανακαλυφθούν. Πχ κάπου βρέθηκε η λέξη do-do-jo, καί κανείς δεν γνωρίζει τί σημαίνει. «Δόδοιοι» – δηλ. ενδεχομένως μιά ιδιότυπη ευκτική του «δίδω», που χρησιμοποιούσαν τότε, αλλά αργότερα καταργήθηκε; Άγνωστον.
Αυτά.
β4. Κωνσταντίνος Κτιστόπουλος – Η κομψότητα του «πουρίστα» μαθηματικού!
Πουρίστας (εκ του: pure, καθαρός) ονομάζεται ένας μαθηματικός, ο οποίος μελετάει καί διερευνά τα Μαθηματικά γιά χάρη των ίδιων των Μαθηματικών. (Όπως λέμε: «η Τέχνη γιά την Τέχνη»! Ακριβώς το ίδιο!) Αντιθέτως, τα Μαθηματικά τα χρήσιμα στην καθημερινή ζωή, ονομάζονται «Εφαρμοσμένα» (Applied).
Ο τελευταίος, λοιπόν, «μονομάχος» προς την επανανάγνωση της Γρ. Β’, ο οποίος παρήγαγε σημαντικό αποτέλεσμα, ήταν Έλληνας, ο Κωνσταντίνος Κτιστόπουλος. Σήμερα ξεχασμένος, αλλά στον καιρό του κατείχε κατά καιρούς σημαντικές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό.
Ο Κτιστόπουλος ήταν -από σπουδές- δικηγόρος, πλην όμως ήταν κι αυτοδίδακτος μαθηματικός. Καί μάλιστα, όχι σε επίπεδο απλά ερασιτέχνη γνώστη των Μαθηματικών (πραγματικού ερασιτέχνη, εκ του «εράομαι -δηλ. υπεραγαπώ- την Τέχνη»), αλλά σε επίπεδο ν’ αλληλογραφεί με «φίρμες» μαθηματικούς της εποχής του, προς επίλυση θεωρημάτων!!! (Αν δεν κάνω λάθος, υπάρχουν καί δικές του δημοσιεύσεις σε μαθηματικά περιοδικά.)
Με τον Βέντρις αλληλογραφούσαν συχνά (ανταλλάσσοντας, φυσικά, απόψεις γιά την επανανάγνωση της Γρ. Β’), κι ήταν φιλαράκια. Σ’ αυτό εδώ το βιβλίο (στην Ελληνική έκδοση, όπου παραπέμπω – στο εξώφυλλο ο Βέντρις) υπάρχει φωτογραφημένη επιστολή του Βέντρις προς τον Κτιστόπουλο, όπου φαίνεται καθαρά ο «στένσιλ» γραφικός χαρακτήρας του πρώτου, καί στο περιθώριο υπάρχουν σημειώσεις με τα «τακτοποιημένα» γράμματα του Κτιστόπουλου (που δείχνουν «τακτοποιημένο» μυαλό).
Ο Κτιστόπουλος, λοιπόν, ξεκίνησε πρώτα (με trial and error κι αυτός) υποθέτοντας ότι η γλώσσα των πινακίδων είναι Ελληνική. (Απόλυτα σωστό.) Η δεύτερη υπόθεση που έκανε, ήταν πως επρόκειτο γιά Ελληνικά με τους ίδιους στατιστικούς «νόμους» με τα κλασικά Ελληνικά. Δηλαδή, η συχνότητα εμφανίσεως φωνηέντων καί συμφώνων είναι η ίδια με πχ τα κείμενα της εποχής του «Χρυσού Αιώνα» της Αθήνας.
Σωστό… καί λάθος.
Όμως, το μεγάλο πλήθος των πινακίδων του επέτρεψε να ξεκινήσει κατ’ ευθείαν με την αγαπημένη του στατιστική ανάλυση…
…καί την εποχή που ο Βέντρις ανακοίνωσε από το ραδιόφωνο του BBC ότι διάβασε τη Γραμμική Β’ (1η Ιουνίου 1952), ο Κτιστόπουλος είχε προλάβει να διαβάσει επιτυχώς το 25% των συλλαβογραμμάτων!
Γιατί, όμως, η 24ων καρατίων καθαρή μαθηματική ανάλυση του Κτιστόπουλου δεν έδωσε γρήγορο αποτέλεσμα; (Έστω, πιό γρήγορο από του Βέντρις.) Γι’ αρκετούς λόγους, όλους οφειλόμενους στην γραμματική της Γραμμικής Β’. Ήδη αναφέραμε μερικούς, όπως το σπάσιμο πολλαπλών συμφώνων με παρεμβολή φωνηέντων, ή η διαφορετική ορθογραφία· όμως, υπάρχουν κι άλλοι. Ένας τους, αρκετά σημαντικός, είναι η συγχώνευση φθόγγων. Δηλαδή, καί ως παράδειγμα, δεν υπάρχει θ στα συλλαβογράμματα της Γραμμικής Β’ (δες «κάνναβο» στην ενότητα γιά τον Ήβανς), αν καί υπήρχε καί τότε στον προφορικό λόγο (πχ Θόας, Θέτις, θεός)· αυτό συγχωνεύεται με το τ. Όπως καί το λ συγχωνεύεται γραπτώς με το ρ, πχ «me-ri», το μέλι. Τρέχα γύρευε, δηλαδή, γιά τον μελετητή της «άγνωστης» Γρ. Β’, αν δεν υποψιαστεί καθόλου το γραμματικό αυτό φαινόμενο. Βάλε καί την -σε μερικές περιπτώσεις- ανορθογραφία (ναί!) των γραφιάδων!…
Έτσι, όλ’ αυτά αλλοιώνουν την φθογγολογική στατιστική των κλασικών κειμένων, που τη γνωρίζουμε.
Εν πάσει περιπτώσει, είτε «τερμάτισε» πρώτος στην κούρσα γιά την επανανάγνωση της Γρ. Β’, είτε όχι, ο Κτιστόπουλος απέδειξε ακόμη μία φορά ότι η Ελλαδάρα μας πάντα βγάζει άξιους ανθρώπους!
(Καλά… μή φωνάζετε! Το ξέρω πως κι ο Βέντρις είναι επίτιμος Έλλην! )
Επίμετρον 1 – Τζών Τσάντγουϊκ
Οι επαναναγνώσεις ξεχασμένων γραφών πάντα έχουν τις εξής απαραίτητες φάσεις:
Πχ στα Αιγυπτιακά ιερογλυφικά, η επαλήθευση θα ήταν: εφ’ όσον κατάλαβαν τί λέξεις σχηματίζουν τα ιερογλυφικά, να διαβάσουν επιτυχώς τις γραφές σε νέα ευρήματα. Η δέ φωνητική απόδοση ήταν το μεγάλο παλούκι, διότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι δεν γράφαν με φωνήεντα. (Τα θεωρούσαν κάτι σαν πνοή θεού, καί γράφοντάς τα «ασεβούσαν» – γι’ αυτό δεν τα έγραφαν.) Ώσπου οι Αιγυπτιολόγοι είχαν τη φαεινή ιδέα να ρωτήσουν τους αυθεντικούς απογόνους των αρχαίων Αιγυπτίων, τους Κόπτες – κι έτσι βρήκαν την άκρη με τα φωνήεντα που έλειπαν, διότι τα διέσωσε η προφορική παράδοση της γλώσσας των Κοπτών.
Στον Δίσκο της Φαιστού, τώρα, δεν μπορούμε να έχουμε φωνηεντική αντιστοιχία (διότι δεν μπορούμε να τη βρούμε πουθενά) – αλλά δεν μας νοιάζει. Δεν μας ενδιαφέρει πώς λέγανε τότε πχ το πουλί, διότι η εικόνα του πουλιού πάντα απεικονίζει ένα πουλί. Μας ενδιαφέρει μόνο να βγάλουμε το εννοιολογικό νόημα. Καί -αφού το βγάλουμε- να καταλάβουμε τί γράφει ένας άλλος δίσκος παρόμοιος, που τυχόν θα βρεθεί στο μέλλον.
Στη Γραμμική Β’, πάλι, το πρόβλημα δεν ήταν η φωνητική απόδοση· ήταν η επαλήθευση!
«- Μά, ρέ Εργοδότη, Ελληνικά δεν ήταν; τί δεν καταλαβαίνανε;»
Εσύ, άμα σου δώσω κείμενο πχ του Πλάτωνα, θα καταλάβεις αμέσως τί λέει;
Ακόμη κι όταν επανανέγνωσε πλήρως τη Γραμμική Β’, ο Βέντρις είχε αρκετό μυαλό, ώστε (να μην παρασυρθεί από τον θρίαμβο, αλλά) να ζητήσει επαλήθευση των ευρεθέντων. Συγκεκριμένα, στην περίφημη ομιλία του στο ραδιόφωνο του BBC, ζήτησε από οποιονδήποτε φιλόλογο της καριέρας μπορούσε να βοηθήσει, να του πεί αν κάποιες λέξεις (διαβασμένες μέν, αλλά λιγάκι παράξενες) ήταν όντως Ελληνικές. Αν δεν ήταν, τότε ή θα ήταν ξενικές υιοθετημένες (πχ όπως λέμε σήμερα «φαστφουντάδικο»), ή ακόμη χειρότερα…
…θα έπρεπε να συνεχίσει την έρευνα, κάνοντας «λεπτές ρυθμίσεις» (αυτό που στις Θετικές Επιστήμες ονομάζεται refinement), ενδεχομένως χρονοβόρες κι επίπονες.
Ήταν, όμως, τυχερός. Ανάμεσα στους ακροατές του, ήταν κι ο Τζών Τσάντγουϊκ, καριερίστας φιλόλογος στο Κέημπριτζ. (Οξφόρδη θα περιμέναμε, αλλά αυτός …ξέφυγε! Lol!!! Το ίδιο είναι, όμως… τον ίδιο ρόλο παίζουν τα συγκεκριμένα ιδρύματα.) Πρώτα τηλεφώνημα, μετά αλληλογραφία… καί η συνεργασία των δύο ανδρών έβγαλε το πρώτο βιβλίο «Μυκηνολογίας», το «Documents in Mycenaean Greek«.
Στον Τσάντγουϊκ οφείλεται το μπέρδεμα που έχουν πολλοί, που απλώς κάτι έχουν ακουστά γιά το θέμα. Αυτός ήταν, που δούλεψε στην αποκρυπτογράφηση εχθρικών σημάτων στο περίφημο Μπλέτσλυ Πάρκ, κι όχι ο Βέντρις. Μάλιστα, ο Τσάντγουϊκ, εκτός από μεθόδους αποκρυπτογραφήσεως, είχε μάθει Ιαπωνικά, γιά να μεταφράζει τα σήματα των Ιαπώνων προς τους Γερμανούς.
(Εν παρόδωι: τα Ιαπωνικά έχουν μιά πολύ ενδιαφέρουσα σχέση με τη Γραμμική Β’. Πεντέξη ιδεογράμματα καί των δύο είναι ακριβώς τα ίδια!!! Πχ, πρόχειρα θυμάμαι τη συλλαβή -ka-. Τί μπορεί να σημαίνει αυτή η ομοιότητα; Ας το αφήσουμε, ξεφεύγουμε πάρα πολύ.)
Καί είναι αλήθεια πως ο Τσάντγουϊκ δοκίμασε (πρό Βέντρις) να εφαρμόσει τα αποκρυπτογραφικά μεθοδολογικά εργαλεία στην επανανάγνωση της Γρ., Β’, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Εν πάσει περιπτώσει, ο πολύς κόσμος έχει την ιδέα ότι ο Τσάντγουϊκ ξαναδιάβασε τη Γρ. Β’ μαζί με τον Βέντρις. Όμως, όχι. Ο Τσάντγουϊκ βοήθησε μονάχα στη φάση της επαληθεύσεως – με σημαντική καί ουσιαστική βοήθεια, είναι η αλήθεια. Επιβεβαίωσε ο συγκεκριμένος φιλόλογος πως πράγματι, όλα τα αναγραφόμενα στις πινακίδες, είναι καθαρά Ελληνικά (παλαιών τε καί νεωτέρων εποχών).
Πώς, όμως; Καί γιατί αυτός;
Τώρα, θα με ρωτήσεις, τί ζόρι τραβάγανε οι Άγγλοι των Οξφορδο-Κέημπριτζ να κατατάξουν την εξέλιξη της Ελληνικής! Έ… σκέψου λίγο! Μέσωι αυτής, θα κατέτασσαν χρονικώς (έστω, θα είχαν ένα ακόμη ισχυρό βοήθημα προς τούτο) πχ τα γραφόμενα του Ομήρου – καί με την κατάταξη αυτή θα καταλάβαιναν πολλά άλλα ακόμη. (Με συνέπειες στη δική μας την καμπούρα, εξυπακούεται. Παναπεί, τα ανά εποχές καί διαχρονικώς αδύνατα σημεία του Έλληνα θα τα κάνανε βίδες. Πενηνταράκια!)
Όπου, βεβαίως, μετά αναλαμβάνει να φωτίσει τα προϊστορικά σκοτάδια το ισχυρώτατο εργαλείο, που αποκαλείται «Λαογραφία»!
Δυστυχώς, ακόμη καί τόσα χρόνια μετά, οι εγχώριοι προφεσσόροι της Φιλολογίας δεν έχουν ντίπ χαμπάρ’ από τέτοια. Εδώ εξακολουθεί να διδάσκεται, μάτιαμ’, η …Ινδοευρωπαϊκή καταγωγή των Ελλήνων καί της Ελληνικής γλώσσας!
Επίμετρον 2 – Η εξέλιξη της Ελληνικής
Επειδή το σπόρ της επαναγνώσεως ξεχασμένων αλφαβήτων είναι, ως φαίνεται, αρκετά διαδεδομένο, ας πούμε καί δυό λόγια γιά την εξέλιξη της Ελληνικής γλώσσας. Έχει (έμμεση) σχέση με το παρόν θέμα μας, κυρίως λόγωι της έρευνας γιά τη Γραμμική Α’.
Το παρακάτω διάγραμμα, το οποίο προκύπτει από τις προσωπικές μου έρευνες, εξηγεί πολλά γιά την εξέλιξη της γλώσσας μας στην Ελλάδα καί την Ιταλία. (Δεν επεκτείνομαι έξω απ’ αυτόν τον γεωγραφικό χώρο, διότι πρέπει ν’ αναπτύξω νέο εκτεταμένο θέμα.) Κι επειδή ήδη διαπιστώσατε πως τα έχω σκαλίσει πολύ τα γλωσσολογικά, πιστέψτε με ότι ισχύει! (Κλίκ επάνω του γιά κανονικό μέγεθος.)
Μή σας κάνει εντύπωση ότι οι Πελασγοί έγραφαν με το κλασικό, γνωστό μας Ελληνικό αλφάβητο! Έτσι είναι. Ιδού μία επιγραφή τους από τη Λήμνο, όπως δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Θωμόπουλου:
(Τώρα, βέβαια, τα Ελληνικά της επιγραφής θα τα διαβάσετε μάλλον εύκολα. Αλλά, άμα βγάλετε νόημα, να μου το πήτε κι εμένα! )
Αν σκαλίσουμε το διάγραμμα, καταλαβαίνουμε κάποια πράγματα, εκ πρώτης όψεως «αόρατα» – όπως, ας πούμε, τις διαδικασίες γιά την υιοθέτηση του «Λατινικού» αλφαβήτου. Ως φαίνεται, αυτό διαδόθηκε όχι τυχαία, αλλά υπό την καθοδήγηση (καί δή, διά της βίας) κάποιων (Κρονίων) …«κέντρων αποφάσεων»… (Την ανάπτυξη του θέματος την αφήνω γιά κάποια μελλοντική ευκαιρία.)
Κι άλλα πράγματα καταλαβαίνουμε, το απλούστερο των οποίων είναι πως δεν είμαστε ούτε νέο έθνος, ούτε τυχαίο.
Επίμετρον 3 – Το Τρίο Μαλκάντο
Ο κόσμος είναι πράγματι μικρός.
Κι εκεί που διαπιστώνεις ότι ο Τάδε γνωρίζεται με τον Δείνα (κι όχι μόνο γνωρίζονται, αλλά είναι καί καρντάσια), απορείς από πού …ξεραίνονται. Αλλά, κακώς απορείς. Κάκιστα! Ειδικά αν είσαι καί «συνωμοσιολόγος», τις υπόγειες διαδρομές καί συναναστροφές πρέπει να τις υποψιάζεσαι εξ ορισμού – όχι να περιμένεις να τις διαπιστώσεις.
Όμως, στους έξυπνους ανθρώπους (ως ο γράφων! lol!!!) υφίστανται διορθωτικοί μηχανισμοί. Παναπεί, κάνεις μέν σφάλματα (διότι μόνον οι πεθαμένοι δεν κάνουν λάθη), αλλά οφείλεις να βάλεις πάραυτα μπρός τις διαδικασίες ελέγχου καί επανορθώσεως.
Λοιπόν, όπως οι πιλότοι της Πολεμικής Αεροπορίας πρώτα εγκλωβίζουν τον στόχο, καί μετά γαργαλάνε το κόκκινο κουμπί του τζόϋστικ (να φύγουν τα πυραυλάκια καί να πάει ο εχθρός γιά μετενσάρκωση), ούτω πως καί ο γράφων έχει εγκλωβίσει στο στόχαστρό του εδώ καί καιρό μία τριάδα ανδρών …ψιλοενδόξων. Ο πρώτος, σκέτος Σμινθεύς! Κλασικός Φοίνικας ποντικομούρης, με κουτοπόνηρο -δήθεν αθώο- ύφος. Ο δεύτερος, σκέτος Χάζαρος με δήθεν ελληνοποιημένο ονοματεπώνυμο. (Η χροιά της φωνής του, όμως, τον προδίδει – που νομίζει ότι κρύβεται, τρομάρα του.) Κι ο τρίτος, ημέτερος μέν, αλλά κατά 99% κολλητός με το Φράγκικο ιερατείο δέ. (Γιά να είμαι δίκαιος με το άτομο, αυτό θέλει λίγο ψάξιμο ακόμη, αλλά θα το κάνω με το πάσο μου – διότι ήδη το εκλαμβάνω ως βεβαιότητα. Είναι τέτοια η περίπτωση, που πλέον αυτός πρέπει ν’ αποδείξει πως δεν είναι ελέφαντας, όχι ν’ αποδείξω εγώ πως έχω δίκιο.)
Οι τρείς ούτοι λεβέντες σκαλίζουν τα θέματα, τα οποία σκαλίζει κι η αφεντιά μου. «- Δικαίωμά τους, όπως καί δικαίωμα του καθενός!», θα μου πήτε.
Άμ, δέ!!!
Από τη στιγμή που έχω εκτοξεύσει την εντολή: «- Σακόκου η Ελληνική Γνώση!», το μέχρι σήμερα ελεύθερο πλιατσικολόγημα Ελληνικών θησαυρών από τον πάσα ένα, καί δή αλλόφυλον (προς εκμετάλλευσιν, ού μήν καί ζημίαν των Ελλήνων), τιμωρείται! Μέχρι στιγμής, όμως, οι μάγκες τη γλυτώνουν, διότι διαπίστωσα πως δεν μπορούν να παραβιάσουν τις πόρτες του κάστρου. Τόσο απλά! Όθεν, σπάω πλάκα με τα καμώματά τους· παρακολουθώντας τους, όμως, ενδελεχώς. Να μην ξενοιάζουν, ότι αποκοιμήθηκα καί τους ξέχασα! Έτσι καί κάνουν πως -κακήι τήι τύχηι- σπάνε τις πύλες, θα εξαπολύσω πυραυλάκι!
Προς τί, όμως, όλ’ αυτά; Προς το ότι, ανάμεσα στα ενδιαφέροντα του ενός τους βρίσκεται καί η Γραμμική Α’.
Λοιπόν, του λέω από τώρα ότι ψάχνει σε λάθος κατεύθυνση – κι ας τα παρατήσει εγκαίρως, διότι ματαιοπονεί. Αφ’ ενός, δεν ισχύει το ότι υπάρχει «γενεαλογία» των γραφικών συστημάτων της Ανατολικής Μεσογείου. (Δηλαδή, ότι δήθεν τα Αιγυπτιακά ιερογλυφικά γέννησαν τον Δίσκο της Φαιστού, κι αυτός τη Γραμμική Α’, κι αυτή τη Γραμμική Β’, κτλ κτλ.) Αφ’ ετέρου, ειδικά γιά τη Γραμμική Α’, δεν έχουμε πουθενά ούτε δίγλωσση επιγραφή (Γρ. Α’ – κλασικά Ελληνικά), ώστε να μας δώσει το «κλειδί», ούτε μπορούμε να βρούμε πουθενά την φωνητική αντιστοιχία. Δηλαδη, τζάμπα κόπος η προσπάθεια γιά επανανάγνωσή της (με τα σημερινά διαθέσιμα δεδομένα). Κι όπως έδειξα στο διάγραμμα, η Γρ. Α’ ανάγεται σε εποχή με τελείως διαφορετική μορφή της Ελληνικής (πυκνή καί ακατάληκτη).
Η Γραμμική Α’ ήταν ήδη προϊστορική, όταν γραφόταν στις επιγραφές που βρέθηκαν σε Κρήτη καί Σαντορίνη! Άρα, πιθανώτατα την χρησιμοποιούσανε κατά τα χρόνια του Μίνωα όχι γιά χρηστικότητα, αλλά ως αναμνηστικό του παρελθόντος. Όπως πχ εμείς έχουμε τις επιγραφές της κλασικής Ελλάδας.
«- Κι άμα βρείς εσύ τον σωστό δρόμο έρευνας στο θέμα της Γραμμικής Α’, ρέ Εργοδότη, θα του τον πείς;»
Σιγά μην του τον πώ! Γιά τρελλούς ψάχνετε;
β3. Μιχαήλ (Γεώργιος Φραγκίσκος) Βέντρις – Ουδέν πρόβλημα άλυτον!
Το (λατινικό) επίθετο του Βέντρις (σημαίνει «κοιλιά» – παράβαλε πχ: «…Ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας Σου!», όπως το απαγγέλουν στα λατινικά οι καθολικοί: «…Ave Maria …μπλά-μπλά-μπλά… im ventris» ), μάλλον προέρχεται από παρατσούκλι προγόνου του κάπου στις αρχές του 16ου αιώνα, ο οποίος πρόγονος ήταν εκδότης καί βιβλιοπώλης – καί προφανώς καί θρησκευτικών βιβλίων.
Η ζωή του Μιχαήλ Βέντρις έχει την πασίγνωστη πλευρά της επαναναγνώσεως της Γραμμικής Β’, την σχετικά άγνωστη πλευρά του οικογενειακού καί επαγγελματικού του βίου, καί την καθόλου γνωστή της ιδιότητάς του ως μέλος των «υπερεσιώνε» της αγγλίτσας· μόνο που δεν ήταν ενεργό μέλος, αλλά «εν ύπνωι» – μέχρι νεωτέρας. Κι όταν πήγαν να τον «ξυπνήσουν» (αρκετά μετά το τέλος του Β’ ΠΠ), δοκίμασε να τους ξεφύγει (είχε καταλάβει πως δεν είναι καί τόσο …καλή παρέα, οι λεβέντες) – αλλά το πλήρωσε με τη ζωή του. (Διότι δεν προέβλεψε ότι στις μεταμεσονύκτιες ώρες θα υπήρχε ψιλοαπρόσεκτος φορτηγατζής, που θα ξεπάρκαρε κάθετα στον δρόμο του.)
Ο Βέντρις δεν δούλεψε στο Μπλέτσλυ Πάρκ, άρα όσοι λένε πως ήταν αποκρυπτογράφος, συνεπώς είχε τα μεθοδολογικά εργαλεία γιά ν’ «αποκρυπτογραφήσει» τη Γραμμική Β’, κάνουν λάθος. Αλλού είχε «στρατολογηθεί», κατά Ουαλλία μεριά – όταν βρέθηκε εκεί ανάμεσα σε προσωρινώς εκτοπισμένους κατοίκους του Λονδίνου, γιά ν’ αποφύγουν τους βομβαρδισμούς των Γερμανών. Τέλος πάντων, πολύ τραγική ιστορία αυτή με την τελευταία ιδιότητά του (καί με μεγάλες προεκτάσεις), όμως δεν θα τη σκαλίσουμε εδώ.
Πάμε, τώρα, πίσω στον χρόνο.
Κάποτε, πολύ κάποτε… μόνο που κρύβουμε λόγια καί δεν λέμε «πόσο κάποτε»! lol!!!… ο γράφων διετέλεσε κι αυτός έφηβος μαθητής Λυκείου. (Ναί, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο! ) Σα να μην έφταναν αυτά, ο γράφων (ως Έλλην) έτυχε να έχει γονείς (όπως κι αμέτρητα άλλα συν-Ελληνάκια) την κλασική ηρωϊκή Ελληνίδα Μάνα καί τον κλασικό ηρωϊκό Έλληνα Πατέρα!… (Απόδειξη πως ο Πανάγαθος Θεός έχει χιούμορ! Lol!!!) Οι οποίοι δεν είχαν πειστεί ότι το «παιδί» διάβαζε όσο έπρεπε (στην -κατά τη γνωμάρα τους- σωστή δοσολογία ωρών, παναπεί), καί το έστειλαν με το στανιό σε φροντιστήριο διά τα περαιτέρω.
Τί να εξηγήσεις, τώρα, στους ηρωϊκούς Έλληνες Γονείς, ότι ο Ουσαΐν Μπόλτ (της Φυσικής, εν προκειμένωι) δεν έχει καμμία σχέση με τον χοντρό, που τρέχει εκατό μέτρα στον διάδρομο του γυμναστηρίου, μπας καί χάσει κανα κιλό!… Οι ηρωϊκοί Έλληνες Γονείς δεν χαμπάριαζαν ντίπ! Αγύργιαγα κεφάλια! Κι όχι μόνο δεν χαμπάριαζαν, αλλά -με τις αντίθετες απόψεις του γράφοντος- αγρίευαν κι από πάνω! Σου λέει, τόσα καί τόσα «παιδάκια» διαβάζουν οχτώ ώρες κάθε μέρα, έ! οχτώ ώρες θα διαβάζεις κι εσύ, θες-δέ θες!
Όμως η ζωή είναι σύντομη, καί δεν έχει χώρο γιά στεναχώριες. Έτσι, τό ‘ριξα στο φιλοσοφικό: αφού ήθελαν να κοιμάμαι μερικές ώρες ακόμη καί να μου πληρώνουν τον ύπνο, αυτοί πληρώνουν! Δε χαλάμε χατήρια! (Πεταμένα λεφτά, βέβαια, αλλά στους ηρωϊκούς Έλληνες Γονείς λες πάντα «ναί»!) Έτσι, αφού οι φροντιστές είδαν μιά-δυό-τρείς ότι το κατείχα το άθλημα καί δεν είχα ανάγκη από προπόνηση, δεν μ’ ενοχλούσαν – παρά μόνο γιά να λύνω καμιά άσκηση στον πίνακα (καί να κάνουν αυτοί τσιγάρο – επιτρεπόταν τότε). Κι έτσι, η ζωή περνούσε με ύπνο καί παρατήρηση των υπολοίπων θαμώνων του φροντιστηρίου – «πήπλ γουώτσινγκ», που λένε. Άλλη ιστορία αυτή (με τα κοινωνιολογικά πορίσματά της), άλλη φορά – να μην ξεφεύγουμε.
Κάποια στιγμή, λοιπόν, ο μαθηματικός, ο οποίος είχε απαγγείλει αμέτρητες φορές σ’ αμέτρητους μαθητές τις «υποδειγματικές» λύσεις των ασκήσεων (τις είχε μάθει απέξω – διότι οι καριερίστες φροντιστές απαγγέλουν τις λύσεις, δεν τις σκέφτονται), ως φαίνεται βαρέθηκε, έκανε στάση, κι είπε κάτι αξιοσημείωτο (γιά όσα μαθητούδια επέμεναν να σκέφτονται) :
«- Όταν φτιάχνετε συστήματα εξισώσεων, πρέπει να έχετε τον ίδιο αριθμό εξισώσεων με αγνώστους.
Με λιγώτερες εξισώσεις από αγνώστους, το σύστημα γίνεται αόριστο.
Ενώι με λιγώτερους αγνώστους από εξισώσεις, το σύστημα κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει αδύνατον (να επιλυθεί).»
Τί σχέση έχουν με το θέμα μας αυτές οι προϊστορικές μνήμες, τώρα;
Έχουν, διότι ο Βέντρις -πελαγοδρομώντας στις πρώτες φάσεις της έρευνάς του- πρώτα το σύστημα το κατέστησε (σχεδόν) αδύνατον, καί μετά το κατέστησε αόριστον!!! Έως ότου (εργαζόμενος) είδε το Φώς (της Ελλάδος) το Αληθινόν, ίσιαξε το τιμόνι της έρευνας, κι επιτέλους τα κατάφερε! Συγκεκριμένα:
- Πρώτα υπέθεσε ότι η (έως τότε) άγνωστη γραφή ήταν μάλλον Ετρουσκικά.
- Μετά, υπέθεσε ότι δεν (μπορούμε να) γνωρίζουμε ποιά γλώσσα είναι.
Δεν γνωρίζω τον τρόπο, με τον οποίο άρχισε να δουλεύει, ούτε τις αρχικές (συμπληρωματικές) υποθέσεις που έκανε· δυστυχώς, δεν μας άφησε σημειώσεις της πορείας του προς τη λύση. Ωστόσο, συμπεραίνω πως: (α) κατάλαβε ότι πρόκειται γιά συλλαβάριο, όχι αλφάβητο (εφ’ όσον οι χαρακτήρες είναι πολλοί γιά αλφάβητο – κάπου 88 είναι, ζωή νά ‘χουνε!), (β) επομένως δοκίμασε να φτάξει τον λεγόμενο «κάνναβο» (δηλ. διασταύρωση συμφώνων οριζόντια με φωνήεντα κάθετα), όπως αυτός φαίνεται στο σχεδιάγραμμα της προηγούμενης συνέχειας – κι από ένστικτο άρχισε να δοκιμάζει λέξεις καί συλλαβές από τα γνωστά κλασικά Ελληνικά. (Πώς; Ως εξής: έβλεπε στις πινακίδες ένα σκίτσο πχ αγγείου, καί δοκίμαζε να «φορέσει» στα διπλανά ιδεογράμματα τους φθόγγους της λέξης «αγγείο».)
Κι ετσι, στις αρχές του 1952 (καί μετά από πολλές «διορθώσεις πορείας») έφτασε στη λύση… υπερπηδώντας ταυτόχρονα τα εμπόδια των γλωσσολογικών κανόνων του συγκεκριμένου συστήματος γραφής. (Πχ: πότε μπαίνει τελικό -ς, πότε όχι· ή, τα διπλά σύμφωνα δεν γράφονται διπλά, πχ Ko-no-so / η Κνωσσός· ή το ότι -λόγωι της συγκεκριμένης προφοράς των συλλαβογραμμάτων- παρεισφρύουν φωνήεντα, που δεν υφίστανται στον προφορικό λόγο, πχ wa-na-ka-te-ro, το ανάκτορο – σπάει το -κτ- με φωνήεντα.)
Η μέθοδος του Βέντρις ονομάζεται «trial and error», δοκιμή καί λάθος. Είναι σχετικά χονδροειδής (αν καί πλήρως αποδεκτή από τις Θετικές Επιστήμες), αλλά πάντα βγάζει αποτέλεσμα – κι όσο γιά τις «λεπτές» ρυθμίσεις, αυτές έρχονται σε μεταγενέστερη φάση. Ακόμη ένα εργαλείο των Θετικών Επιστημών, που χρησιμοποίησε ο Βέντρις, είναι ο λεγόμενος «εγκιβωτισμός» – δηλάδή με απλά λόγια το: «κάπου εδώ πρέπει νά ‘ναι, κι όχι παραπέρα». Το στένεμα της περιοχής ψαξίματος, δηλαδή.
Ο Βέντρις «στένεψε» το ψάξιμο, παρατηρώντας ότι στις πινακίδες της Κρήτης υπήρχαν λέξεις, που δεν υπήρχαν στις αντίστοιχες της Πύλου· άρα, αυτές ήταν τοπωνύμια – καί δή, αποκλειστικά της Κρήτης. Καί όντως, η πρώτη-πρώτη λέξη της Γραμμικής Β’ που «έσπασε», ήταν η A-mi-ni-so. Η Αμνισσός, το λιμάνι της Κνωσσού!
Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία.
Δεν γνωρίζω αν ο Βέντρις είχε φιλαράκια μαθηματικούς καί φυσικούς, ή χρησιμοποίησε αυτά τα εργαλεία από ένστικτο, ή διότι κάτι σκάμπαζε λόγωι των αρχιτεκτονικών του σπουδών. Πάντως, τέτοιο «στένεμα περιοχής ψαξίματος» είχαν χρησιμοποιήσει καί οι Γιάνγκ καί Σαμπογιόν, παρατηρώντας στην «πέτρα της Ροζέττας» ότι κάποιες λέξεις ήσαν μέσα σε περίγραμμα (το λεγόμενο «καρτούς»)· καί κατάλαβαν πως αυτές είναι κύρια ονόματα, καί κυκλώνονται εις ένδειξη σεβασμού. Πράγματι, αυτοί μ’ αυτόν τον τρόπο πρώτα διάβασαν το όνομα «Πτ(ο)λμ(έ)sh», ήτοι: «Πτολεμαίος».
Καί τα υπόλοιπα ήταν πάλι Ιστορία!
Όπως, όμως, διαπιστώνετε, καμμία σχέση το ψάξιμο του Βέντρις με την όποια δουλειά της Τζακόμπερ. Επομένως, αυτά τα συκοφαντικά που λέει η κυράτσα των Τζιού Γιόρκ Τάϊμς, να τα χώσει εκεί που ξέρει! Οι πληρωμένες «αγιολογίες» μετριοτήτων καί ασημάντων (καί δή, παρασιτώντας επάνω σε πτώματα σημαντικών) κάνουν μόνο γιά προσάναμμα.
Μιά τελευταία σημείωση γιά τη Γραμμική Β’.
Οι φιλόλογοι επί τόσα χρόνια δε λέν να καταλάβουν ότι δεν πρόκειται γιά «επίσημο», καθολικής αποδοχής σύστημα γραφής (πχ γιά τα Έπη, ή φιλοσοφικά κείμενα), αλλά γιά ένα ακόμη αντικείμενο των λογιστών, τη στενογραφία! Βλέπετε, κάποια πράγματα δεν αλλάζουν στον χρόνο… Ούτε οι συνήθειες των λογιστών!
Όθεν, αφού ο ανακτορικός λογιστής υπαγόρευε γρήγορα, οι γραφιάδες αποθηκάριοι έπρεπε να βρούν τρόπο ν’ ανταποκρίνονται άλλο τόσο γρήγορα. Άρα, στενογραφία. Πχ η λέξη «χρυσός» απαιτεί έξι γράμματα· ενώι με τα ιδεογράμματα, μόλις τρία (ku-ru-so)!
Τέλος, να προσθέσω ότι η μελέτη της Γραμμικής Β’ σήμερα αποτελεί ξεχωριστόν τομέα έρευνας στα φιλολογικά τμήματα· καί παρά το ότι έχει διαβαστεί πλήρως, έχει ακόμη κάμποσα πράγματα, που πρέπει ν’ ανακαλυφθούν. Πχ κάπου βρέθηκε η λέξη do-do-jo, καί κανείς δεν γνωρίζει τί σημαίνει. «Δόδοιοι» – δηλ. ενδεχομένως μιά ιδιότυπη ευκτική του «δίδω», που χρησιμοποιούσαν τότε, αλλά αργότερα καταργήθηκε; Άγνωστον.
Αυτά.
β4. Κωνσταντίνος Κτιστόπουλος – Η κομψότητα του «πουρίστα» μαθηματικού!
Πουρίστας (εκ του: pure, καθαρός) ονομάζεται ένας μαθηματικός, ο οποίος μελετάει καί διερευνά τα Μαθηματικά γιά χάρη των ίδιων των Μαθηματικών. (Όπως λέμε: «η Τέχνη γιά την Τέχνη»! Ακριβώς το ίδιο!) Αντιθέτως, τα Μαθηματικά τα χρήσιμα στην καθημερινή ζωή, ονομάζονται «Εφαρμοσμένα» (Applied).
Ο τελευταίος, λοιπόν, «μονομάχος» προς την επανανάγνωση της Γρ. Β’, ο οποίος παρήγαγε σημαντικό αποτέλεσμα, ήταν Έλληνας, ο Κωνσταντίνος Κτιστόπουλος. Σήμερα ξεχασμένος, αλλά στον καιρό του κατείχε κατά καιρούς σημαντικές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό.
Ο Κτιστόπουλος ήταν -από σπουδές- δικηγόρος, πλην όμως ήταν κι αυτοδίδακτος μαθηματικός. Καί μάλιστα, όχι σε επίπεδο απλά ερασιτέχνη γνώστη των Μαθηματικών (πραγματικού ερασιτέχνη, εκ του «εράομαι -δηλ. υπεραγαπώ- την Τέχνη»), αλλά σε επίπεδο ν’ αλληλογραφεί με «φίρμες» μαθηματικούς της εποχής του, προς επίλυση θεωρημάτων!!! (Αν δεν κάνω λάθος, υπάρχουν καί δικές του δημοσιεύσεις σε μαθηματικά περιοδικά.)
Με τον Βέντρις αλληλογραφούσαν συχνά (ανταλλάσσοντας, φυσικά, απόψεις γιά την επανανάγνωση της Γρ. Β’), κι ήταν φιλαράκια. Σ’ αυτό εδώ το βιβλίο (στην Ελληνική έκδοση, όπου παραπέμπω – στο εξώφυλλο ο Βέντρις) υπάρχει φωτογραφημένη επιστολή του Βέντρις προς τον Κτιστόπουλο, όπου φαίνεται καθαρά ο «στένσιλ» γραφικός χαρακτήρας του πρώτου, καί στο περιθώριο υπάρχουν σημειώσεις με τα «τακτοποιημένα» γράμματα του Κτιστόπουλου (που δείχνουν «τακτοποιημένο» μυαλό).
Ο Κτιστόπουλος, λοιπόν, ξεκίνησε πρώτα (με trial and error κι αυτός) υποθέτοντας ότι η γλώσσα των πινακίδων είναι Ελληνική. (Απόλυτα σωστό.) Η δεύτερη υπόθεση που έκανε, ήταν πως επρόκειτο γιά Ελληνικά με τους ίδιους στατιστικούς «νόμους» με τα κλασικά Ελληνικά. Δηλαδή, η συχνότητα εμφανίσεως φωνηέντων καί συμφώνων είναι η ίδια με πχ τα κείμενα της εποχής του «Χρυσού Αιώνα» της Αθήνας.
Σωστό… καί λάθος.
Όμως, το μεγάλο πλήθος των πινακίδων του επέτρεψε να ξεκινήσει κατ’ ευθείαν με την αγαπημένη του στατιστική ανάλυση…
…καί την εποχή που ο Βέντρις ανακοίνωσε από το ραδιόφωνο του BBC ότι διάβασε τη Γραμμική Β’ (1η Ιουνίου 1952), ο Κτιστόπουλος είχε προλάβει να διαβάσει επιτυχώς το 25% των συλλαβογραμμάτων!
Γιατί, όμως, η 24ων καρατίων καθαρή μαθηματική ανάλυση του Κτιστόπουλου δεν έδωσε γρήγορο αποτέλεσμα; (Έστω, πιό γρήγορο από του Βέντρις.) Γι’ αρκετούς λόγους, όλους οφειλόμενους στην γραμματική της Γραμμικής Β’. Ήδη αναφέραμε μερικούς, όπως το σπάσιμο πολλαπλών συμφώνων με παρεμβολή φωνηέντων, ή η διαφορετική ορθογραφία· όμως, υπάρχουν κι άλλοι. Ένας τους, αρκετά σημαντικός, είναι η συγχώνευση φθόγγων. Δηλαδή, καί ως παράδειγμα, δεν υπάρχει θ στα συλλαβογράμματα της Γραμμικής Β’ (δες «κάνναβο» στην ενότητα γιά τον Ήβανς), αν καί υπήρχε καί τότε στον προφορικό λόγο (πχ Θόας, Θέτις, θεός)· αυτό συγχωνεύεται με το τ. Όπως καί το λ συγχωνεύεται γραπτώς με το ρ, πχ «me-ri», το μέλι. Τρέχα γύρευε, δηλαδή, γιά τον μελετητή της «άγνωστης» Γρ. Β’, αν δεν υποψιαστεί καθόλου το γραμματικό αυτό φαινόμενο. Βάλε καί την -σε μερικές περιπτώσεις- ανορθογραφία (ναί!) των γραφιάδων!…
Έτσι, όλ’ αυτά αλλοιώνουν την φθογγολογική στατιστική των κλασικών κειμένων, που τη γνωρίζουμε.
Εν πάσει περιπτώσει, είτε «τερμάτισε» πρώτος στην κούρσα γιά την επανανάγνωση της Γρ. Β’, είτε όχι, ο Κτιστόπουλος απέδειξε ακόμη μία φορά ότι η Ελλαδάρα μας πάντα βγάζει άξιους ανθρώπους!
(Καλά… μή φωνάζετε! Το ξέρω πως κι ο Βέντρις είναι επίτιμος Έλλην! )
Επίμετρον 1 – Τζών Τσάντγουϊκ
Οι επαναναγνώσεις ξεχασμένων γραφών πάντα έχουν τις εξής απαραίτητες φάσεις:
- Την κυρίως προσπάθεια.
- Την φωνητική απόδοση των γραπτών φθόγγων.
- Την επαλήθευση.
Πχ στα Αιγυπτιακά ιερογλυφικά, η επαλήθευση θα ήταν: εφ’ όσον κατάλαβαν τί λέξεις σχηματίζουν τα ιερογλυφικά, να διαβάσουν επιτυχώς τις γραφές σε νέα ευρήματα. Η δέ φωνητική απόδοση ήταν το μεγάλο παλούκι, διότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι δεν γράφαν με φωνήεντα. (Τα θεωρούσαν κάτι σαν πνοή θεού, καί γράφοντάς τα «ασεβούσαν» – γι’ αυτό δεν τα έγραφαν.) Ώσπου οι Αιγυπτιολόγοι είχαν τη φαεινή ιδέα να ρωτήσουν τους αυθεντικούς απογόνους των αρχαίων Αιγυπτίων, τους Κόπτες – κι έτσι βρήκαν την άκρη με τα φωνήεντα που έλειπαν, διότι τα διέσωσε η προφορική παράδοση της γλώσσας των Κοπτών.
Στον Δίσκο της Φαιστού, τώρα, δεν μπορούμε να έχουμε φωνηεντική αντιστοιχία (διότι δεν μπορούμε να τη βρούμε πουθενά) – αλλά δεν μας νοιάζει. Δεν μας ενδιαφέρει πώς λέγανε τότε πχ το πουλί, διότι η εικόνα του πουλιού πάντα απεικονίζει ένα πουλί. Μας ενδιαφέρει μόνο να βγάλουμε το εννοιολογικό νόημα. Καί -αφού το βγάλουμε- να καταλάβουμε τί γράφει ένας άλλος δίσκος παρόμοιος, που τυχόν θα βρεθεί στο μέλλον.
Στη Γραμμική Β’, πάλι, το πρόβλημα δεν ήταν η φωνητική απόδοση· ήταν η επαλήθευση!
«- Μά, ρέ Εργοδότη, Ελληνικά δεν ήταν; τί δεν καταλαβαίνανε;»
Εσύ, άμα σου δώσω κείμενο πχ του Πλάτωνα, θα καταλάβεις αμέσως τί λέει;
Ακόμη κι όταν επανανέγνωσε πλήρως τη Γραμμική Β’, ο Βέντρις είχε αρκετό μυαλό, ώστε (να μην παρασυρθεί από τον θρίαμβο, αλλά) να ζητήσει επαλήθευση των ευρεθέντων. Συγκεκριμένα, στην περίφημη ομιλία του στο ραδιόφωνο του BBC, ζήτησε από οποιονδήποτε φιλόλογο της καριέρας μπορούσε να βοηθήσει, να του πεί αν κάποιες λέξεις (διαβασμένες μέν, αλλά λιγάκι παράξενες) ήταν όντως Ελληνικές. Αν δεν ήταν, τότε ή θα ήταν ξενικές υιοθετημένες (πχ όπως λέμε σήμερα «φαστφουντάδικο»), ή ακόμη χειρότερα…
…θα έπρεπε να συνεχίσει την έρευνα, κάνοντας «λεπτές ρυθμίσεις» (αυτό που στις Θετικές Επιστήμες ονομάζεται refinement), ενδεχομένως χρονοβόρες κι επίπονες.
Ήταν, όμως, τυχερός. Ανάμεσα στους ακροατές του, ήταν κι ο Τζών Τσάντγουϊκ, καριερίστας φιλόλογος στο Κέημπριτζ. (Οξφόρδη θα περιμέναμε, αλλά αυτός …ξέφυγε! Lol!!! Το ίδιο είναι, όμως… τον ίδιο ρόλο παίζουν τα συγκεκριμένα ιδρύματα.) Πρώτα τηλεφώνημα, μετά αλληλογραφία… καί η συνεργασία των δύο ανδρών έβγαλε το πρώτο βιβλίο «Μυκηνολογίας», το «Documents in Mycenaean Greek«.
Στον Τσάντγουϊκ οφείλεται το μπέρδεμα που έχουν πολλοί, που απλώς κάτι έχουν ακουστά γιά το θέμα. Αυτός ήταν, που δούλεψε στην αποκρυπτογράφηση εχθρικών σημάτων στο περίφημο Μπλέτσλυ Πάρκ, κι όχι ο Βέντρις. Μάλιστα, ο Τσάντγουϊκ, εκτός από μεθόδους αποκρυπτογραφήσεως, είχε μάθει Ιαπωνικά, γιά να μεταφράζει τα σήματα των Ιαπώνων προς τους Γερμανούς.
(Εν παρόδωι: τα Ιαπωνικά έχουν μιά πολύ ενδιαφέρουσα σχέση με τη Γραμμική Β’. Πεντέξη ιδεογράμματα καί των δύο είναι ακριβώς τα ίδια!!! Πχ, πρόχειρα θυμάμαι τη συλλαβή -ka-. Τί μπορεί να σημαίνει αυτή η ομοιότητα; Ας το αφήσουμε, ξεφεύγουμε πάρα πολύ.)
Καί είναι αλήθεια πως ο Τσάντγουϊκ δοκίμασε (πρό Βέντρις) να εφαρμόσει τα αποκρυπτογραφικά μεθοδολογικά εργαλεία στην επανανάγνωση της Γρ., Β’, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Εν πάσει περιπτώσει, ο πολύς κόσμος έχει την ιδέα ότι ο Τσάντγουϊκ ξαναδιάβασε τη Γρ. Β’ μαζί με τον Βέντρις. Όμως, όχι. Ο Τσάντγουϊκ βοήθησε μονάχα στη φάση της επαληθεύσεως – με σημαντική καί ουσιαστική βοήθεια, είναι η αλήθεια. Επιβεβαίωσε ο συγκεκριμένος φιλόλογος πως πράγματι, όλα τα αναγραφόμενα στις πινακίδες, είναι καθαρά Ελληνικά (παλαιών τε καί νεωτέρων εποχών).
Πώς, όμως; Καί γιατί αυτός;
- Πρώτον, διότι γνώριζε ποιές είναι οι πράγματι αρχαίες καί οι πολύ αρχαίες λέξεις της Ελληνικής.
- Καί δεύτερον, διότι μία απ’ τις επιστημονικές του έρευνες ήταν η διαστρωμάτωση των φάσεων της Ελληνικής γλώσσας – μ’ άλλα λόγια, ποιές λέξεις είναι παλιές, καί ποιές παλιότερες· καί εδεχομένως πόσο παλιότερες!
Τώρα, θα με ρωτήσεις, τί ζόρι τραβάγανε οι Άγγλοι των Οξφορδο-Κέημπριτζ να κατατάξουν την εξέλιξη της Ελληνικής! Έ… σκέψου λίγο! Μέσωι αυτής, θα κατέτασσαν χρονικώς (έστω, θα είχαν ένα ακόμη ισχυρό βοήθημα προς τούτο) πχ τα γραφόμενα του Ομήρου – καί με την κατάταξη αυτή θα καταλάβαιναν πολλά άλλα ακόμη. (Με συνέπειες στη δική μας την καμπούρα, εξυπακούεται. Παναπεί, τα ανά εποχές καί διαχρονικώς αδύνατα σημεία του Έλληνα θα τα κάνανε βίδες. Πενηνταράκια!)
Όπου, βεβαίως, μετά αναλαμβάνει να φωτίσει τα προϊστορικά σκοτάδια το ισχυρώτατο εργαλείο, που αποκαλείται «Λαογραφία»!
Δυστυχώς, ακόμη καί τόσα χρόνια μετά, οι εγχώριοι προφεσσόροι της Φιλολογίας δεν έχουν ντίπ χαμπάρ’ από τέτοια. Εδώ εξακολουθεί να διδάσκεται, μάτιαμ’, η …Ινδοευρωπαϊκή καταγωγή των Ελλήνων καί της Ελληνικής γλώσσας!
Επίμετρον 2 – Η εξέλιξη της Ελληνικής
Επειδή το σπόρ της επαναγνώσεως ξεχασμένων αλφαβήτων είναι, ως φαίνεται, αρκετά διαδεδομένο, ας πούμε καί δυό λόγια γιά την εξέλιξη της Ελληνικής γλώσσας. Έχει (έμμεση) σχέση με το παρόν θέμα μας, κυρίως λόγωι της έρευνας γιά τη Γραμμική Α’.
Το παρακάτω διάγραμμα, το οποίο προκύπτει από τις προσωπικές μου έρευνες, εξηγεί πολλά γιά την εξέλιξη της γλώσσας μας στην Ελλάδα καί την Ιταλία. (Δεν επεκτείνομαι έξω απ’ αυτόν τον γεωγραφικό χώρο, διότι πρέπει ν’ αναπτύξω νέο εκτεταμένο θέμα.) Κι επειδή ήδη διαπιστώσατε πως τα έχω σκαλίσει πολύ τα γλωσσολογικά, πιστέψτε με ότι ισχύει! (Κλίκ επάνω του γιά κανονικό μέγεθος.)
Μή σας κάνει εντύπωση ότι οι Πελασγοί έγραφαν με το κλασικό, γνωστό μας Ελληνικό αλφάβητο! Έτσι είναι. Ιδού μία επιγραφή τους από τη Λήμνο, όπως δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Θωμόπουλου:
(Τώρα, βέβαια, τα Ελληνικά της επιγραφής θα τα διαβάσετε μάλλον εύκολα. Αλλά, άμα βγάλετε νόημα, να μου το πήτε κι εμένα! )
Αν σκαλίσουμε το διάγραμμα, καταλαβαίνουμε κάποια πράγματα, εκ πρώτης όψεως «αόρατα» – όπως, ας πούμε, τις διαδικασίες γιά την υιοθέτηση του «Λατινικού» αλφαβήτου. Ως φαίνεται, αυτό διαδόθηκε όχι τυχαία, αλλά υπό την καθοδήγηση (καί δή, διά της βίας) κάποιων (Κρονίων) …«κέντρων αποφάσεων»… (Την ανάπτυξη του θέματος την αφήνω γιά κάποια μελλοντική ευκαιρία.)
Κι άλλα πράγματα καταλαβαίνουμε, το απλούστερο των οποίων είναι πως δεν είμαστε ούτε νέο έθνος, ούτε τυχαίο.
Επίμετρον 3 – Το Τρίο Μαλκάντο
Ο κόσμος είναι πράγματι μικρός.
Κι εκεί που διαπιστώνεις ότι ο Τάδε γνωρίζεται με τον Δείνα (κι όχι μόνο γνωρίζονται, αλλά είναι καί καρντάσια), απορείς από πού …ξεραίνονται. Αλλά, κακώς απορείς. Κάκιστα! Ειδικά αν είσαι καί «συνωμοσιολόγος», τις υπόγειες διαδρομές καί συναναστροφές πρέπει να τις υποψιάζεσαι εξ ορισμού – όχι να περιμένεις να τις διαπιστώσεις.
Όμως, στους έξυπνους ανθρώπους (ως ο γράφων! lol!!!) υφίστανται διορθωτικοί μηχανισμοί. Παναπεί, κάνεις μέν σφάλματα (διότι μόνον οι πεθαμένοι δεν κάνουν λάθη), αλλά οφείλεις να βάλεις πάραυτα μπρός τις διαδικασίες ελέγχου καί επανορθώσεως.
Λοιπόν, όπως οι πιλότοι της Πολεμικής Αεροπορίας πρώτα εγκλωβίζουν τον στόχο, καί μετά γαργαλάνε το κόκκινο κουμπί του τζόϋστικ (να φύγουν τα πυραυλάκια καί να πάει ο εχθρός γιά μετενσάρκωση), ούτω πως καί ο γράφων έχει εγκλωβίσει στο στόχαστρό του εδώ καί καιρό μία τριάδα ανδρών …ψιλοενδόξων. Ο πρώτος, σκέτος Σμινθεύς! Κλασικός Φοίνικας ποντικομούρης, με κουτοπόνηρο -δήθεν αθώο- ύφος. Ο δεύτερος, σκέτος Χάζαρος με δήθεν ελληνοποιημένο ονοματεπώνυμο. (Η χροιά της φωνής του, όμως, τον προδίδει – που νομίζει ότι κρύβεται, τρομάρα του.) Κι ο τρίτος, ημέτερος μέν, αλλά κατά 99% κολλητός με το Φράγκικο ιερατείο δέ. (Γιά να είμαι δίκαιος με το άτομο, αυτό θέλει λίγο ψάξιμο ακόμη, αλλά θα το κάνω με το πάσο μου – διότι ήδη το εκλαμβάνω ως βεβαιότητα. Είναι τέτοια η περίπτωση, που πλέον αυτός πρέπει ν’ αποδείξει πως δεν είναι ελέφαντας, όχι ν’ αποδείξω εγώ πως έχω δίκιο.)
Οι τρείς ούτοι λεβέντες σκαλίζουν τα θέματα, τα οποία σκαλίζει κι η αφεντιά μου. «- Δικαίωμά τους, όπως καί δικαίωμα του καθενός!», θα μου πήτε.
Άμ, δέ!!!
Από τη στιγμή που έχω εκτοξεύσει την εντολή: «- Σακόκου η Ελληνική Γνώση!», το μέχρι σήμερα ελεύθερο πλιατσικολόγημα Ελληνικών θησαυρών από τον πάσα ένα, καί δή αλλόφυλον (προς εκμετάλλευσιν, ού μήν καί ζημίαν των Ελλήνων), τιμωρείται! Μέχρι στιγμής, όμως, οι μάγκες τη γλυτώνουν, διότι διαπίστωσα πως δεν μπορούν να παραβιάσουν τις πόρτες του κάστρου. Τόσο απλά! Όθεν, σπάω πλάκα με τα καμώματά τους· παρακολουθώντας τους, όμως, ενδελεχώς. Να μην ξενοιάζουν, ότι αποκοιμήθηκα καί τους ξέχασα! Έτσι καί κάνουν πως -κακήι τήι τύχηι- σπάνε τις πύλες, θα εξαπολύσω πυραυλάκι!
Προς τί, όμως, όλ’ αυτά; Προς το ότι, ανάμεσα στα ενδιαφέροντα του ενός τους βρίσκεται καί η Γραμμική Α’.
Λοιπόν, του λέω από τώρα ότι ψάχνει σε λάθος κατεύθυνση – κι ας τα παρατήσει εγκαίρως, διότι ματαιοπονεί. Αφ’ ενός, δεν ισχύει το ότι υπάρχει «γενεαλογία» των γραφικών συστημάτων της Ανατολικής Μεσογείου. (Δηλαδή, ότι δήθεν τα Αιγυπτιακά ιερογλυφικά γέννησαν τον Δίσκο της Φαιστού, κι αυτός τη Γραμμική Α’, κι αυτή τη Γραμμική Β’, κτλ κτλ.) Αφ’ ετέρου, ειδικά γιά τη Γραμμική Α’, δεν έχουμε πουθενά ούτε δίγλωσση επιγραφή (Γρ. Α’ – κλασικά Ελληνικά), ώστε να μας δώσει το «κλειδί», ούτε μπορούμε να βρούμε πουθενά την φωνητική αντιστοιχία. Δηλαδη, τζάμπα κόπος η προσπάθεια γιά επανανάγνωσή της (με τα σημερινά διαθέσιμα δεδομένα). Κι όπως έδειξα στο διάγραμμα, η Γρ. Α’ ανάγεται σε εποχή με τελείως διαφορετική μορφή της Ελληνικής (πυκνή καί ακατάληκτη).
Η Γραμμική Α’ ήταν ήδη προϊστορική, όταν γραφόταν στις επιγραφές που βρέθηκαν σε Κρήτη καί Σαντορίνη! Άρα, πιθανώτατα την χρησιμοποιούσανε κατά τα χρόνια του Μίνωα όχι γιά χρηστικότητα, αλλά ως αναμνηστικό του παρελθόντος. Όπως πχ εμείς έχουμε τις επιγραφές της κλασικής Ελλάδας.
«- Κι άμα βρείς εσύ τον σωστό δρόμο έρευνας στο θέμα της Γραμμικής Α’, ρέ Εργοδότη, θα του τον πείς;»
Σιγά μην του τον πώ! Γιά τρελλούς ψάχνετε;
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου