Γράφει ο Λευτέρης Πανούσης
Ζητείται πατρίς
Τη λησμονήσαμε;
Τη θεωρήσαμε ως ένα ακόμα ιδεολόγημα της λεγόμενης «αστικής τάξης;»
Και ξεμείναμε χωρίς πατρίδα, χωρίς ρίζα – αδιάφοροι πια για τους ωραίους μας νεκρούς;
Ναι, δεν λέω! Φορτώθηκε πολλά η πατρίδα από τους πατριδοκάπηλους. Σωροί τα εγκλήματα που γίνανε στο όνομα της. Τη λέρωσαν με εξορίες, με βασανιστήρια, με ψέματα – τη σκέπασαν με τις στάχτες από τα κρεματόρια.
Και την κατάντησαν να μοιάζει φυλακή.
Όμως εμείς γεννηθήκαμε εδώ.
Φέρνουμε μέσα μας το υγρό χώμα του φθινοπώρου, τη ραστώνη του πεύκου, το μέγα κρίμα του Οιδίποδα, την αρμύρα του Σαρωνικού.
Ακούμε ακόμα στη λαλιά του Ομήρου. Αριθμούμε τις μνήμες μας με τον άβακα του Μακρυγιάννη, τραγωδούμε τα αδιέξοδα του Αισχύλου και χορεύουμε τους όρκους των ακριτών.
Τι θα μείνει από μας, αν γυμνωθούμε από την κληρονομιά μας;
Ναι, σωστά…
Λέμε ότι παλεύουμε για έναν καλύτερο κόσμο. Λέμε ότι δεν θέλουμε σύνορα ανάμεσα στους λαούς. Μιλάμε για τον σοσιαλισμό, ως ένα παγκόσμιο σύστημα, όπου δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Διακηρύσσουμε πως ένας καινούριος κόσμος είναι εφικτός, όπου ο άνθρωπος θα μπαίνει πάνω από τα κέρδη.
Λέμε ότι παλεύουμε για έναν καλύτερο κόσμο. Λέμε ότι δεν θέλουμε σύνορα ανάμεσα στους λαούς. Μιλάμε για τον σοσιαλισμό, ως ένα παγκόσμιο σύστημα, όπου δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Διακηρύσσουμε πως ένας καινούριος κόσμος είναι εφικτός, όπου ο άνθρωπος θα μπαίνει πάνω από τα κέρδη.
Και πολύ καλά πράττουμε. Από τον καιρό του Σπάρτακου ίσαμε σήμερα, δεν έπαψαν οι αδύναμοι, οι αδικημένοι, οι παρίες των Θεών, να διεκδικούν το μοιράδι τους κάτω από τον ήλιο.
Όμως στο όνομα τίνος ανθρώπου, διεκδικούμε τον δικό μας ανθρωπισμό;
Στο όνομα ενός απρόσωπου και μετέωρου πολίτη του κόσμου, χωρίς πατρίδα, χωρίς παράδοση, χωρίς μητέρα-γλώσσα;
Αλλά ο μετέωρος άνθρωπος είναι ο λεηλατημένος άνθρωπος.
Γιατί πώς να χτιστούνε οι συνειδήσεις μας, πώς να μεστώσουνε τα όνειρα μας και πώς να ριζώσουν οι ιδέες μας, όταν αρνούμαστε τα δομικά υλικά που χτίζουνε τις συνειδήσεις, όταν εγκαταλείπουμε τη γη που ωριμάζει το όνειρο, όταν ξεκόβουμε ασυλλόγιστα από τις ίδιες τις ρίζες μας.
Για να μάθεις να εκφράζεσαι σε πολλές γλώσσες, πρέπει πρώτα να έχεις κατακτήσει τη δικιά σου τη γλώσσα. Για να φτάσεις να αγαπήσεις έναν άλλον άνθρωπο, πρέπει πρώτα να έχεις αγαπήσει τον ίδιο τον εαυτό σου.
Κανένα ζωντανό πλάσμα δεν αναπτύσσεται έξω από μια αρχέγονη μήτρα.
Και η μήτρα των συνειδήσεων είναι η πατρίδα.
Και η μήτρα των συνειδήσεων είναι η πατρίδα.
Γιατί, η πατρίδα δεν είναι ένας απλός γεωγραφικός όρος, που οριοθετείται έπειτα από διεθνή παζάρια ή από κατακτητικούς πολέμους ή από πρόσκαιρες γεωπολιτικές ισορροπίες.
Οι Έλληνες έχουμε συνείδηση της ελληνικότητας μας, είτε ζούμε στην Αμερική, είτε στη Θεσσαλονίκη. Κι ακόμα περισσότερο, οι Έλληνες είχαμε και συνεχίζουμε να έχουμε τη συνείδηση ενός κοινού πεπρωμένου, είτε μιλάμε για την εποχή της αρχαίας πόλης κράτους, είτε αναφερόμαστε στον καιρό των Βυζαντίνων, όπου ακόμα και η λέξη Έλληνας ήταν απαγορευμένη, επειδή σήμαινε τον ειδωλολάτρη.
Κι αυτό μπορείς να το ανιχνεύσεις σε όλους τους λαούς, είτε διαθέτουν ιστορική συνείδηση, είτε όχι.
Η πατρίδα ως παγκόσμια ιδέα, δεν έχει να κάμει μόνον με τους χωρικούς προσδιορισμούς – οι Εσκιμώοι ας πούμε αντιλαμβανόντουσαν ως πάτριο έδαφος, ολόκληρη την επικράτεια του χιονιού, ενώ οι Εβραίοι της διασποράς τοποθετούσαν τα κέντρα τους, στον ανύπαρκτο πια ναό του Σολομώντα.
Η πατρίδα χαράζει τα σύνορα της πρώτα απ’ όλα μέσα μας.
Κι αν πάρουμε το ρίσκο να την διαγράψουμε, είναι σαν να λεηλατούμε τις ίδιες τις ψυχές μας.
Και να σας πω και κάτι ακόμα…
Οι μεγαλύτερες κατακτήσεις του πάσχοντος ανθρώπου κερδήθηκαν ακριβώς στην εποχή των εθνών/κρατών.
Τους Γράκχους και τους Βογομίλους, τους εξόντωσαν οι αυτοκρατορίες.
Τον Μαρίνο Αντύπα τονε σκότωσαν οι θλιβεροί μισθοφόροι του φεουδαρχισμού.
Αλλά το οκτάωρο, την προστασία της εργασίας, την κοινωνική ασφάλιση, τον σεβασμό της αξιοπρέπειας του ατόμου, το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και στην ελεύθερη διαχείριση του σώματος μας, τα κερδίσαμε όντας ενταγμένοι μέσα σε κάποιο έθνος/κράτος.
Ακόμα-ακόμα και οι δήθεν υπερεθνικές σοσιαλιστικές δημοκρατίες, στήριξαν την επιβίωση και την ανάπτυξη τους, στη συνείδηση μιας πατρίδας. Κι όταν ο Στάλιν έδωσε την μεγάλη μάχη για την υπεράσπιση της Μόσχας, μίλησε στην καρδιά των Ρώσων ξαναβγάζοντας από τα ντουλάπια της ιστορίας, τους παλιούς τους ήρωες.
Τον Αλέξανδρο Νιέφσκυ και τον Ιβάν τον Τρομερό, ασχέτως αν εκείνοι είχαν πολεμήσει στο όνομα του τσαρισμού.
Τον Αλέξανδρο Νιέφσκυ και τον Ιβάν τον Τρομερό, ασχέτως αν εκείνοι είχαν πολεμήσει στο όνομα του τσαρισμού.
Η πατρίδα είναι πολύ πιο πάνω από τις εξουσίες. Όπως ο ορίζοντας είναι πολύ πιο μακριά από εκεί που φτάνει το χέρι μας…
Και δεν χωράει συζήτηση ότι το μέγιστο σημείο υλικής τουλάχιστον ευμάρειας, το εξασφάλισαν στους πολίτες τους, πρόσκαιρα έστω, τα έθνη/κράτη που προέκυψαν μετά τη διάλυση των αυτοκρατοριών.
Για να μην πω ότι οι κατακτήσεις των πολιτών, σε εργασιακά, ασφαλιστικά, κοινωνικά ή ατομικά ζητήματα, στις δυτικές δημοκρατίες, υπερέβησαν ακόμα και τις φαντασιώσεις των υπηκόων του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Ο σεβασμός στην εργασία, στην αξιοπρέπεια, στη σεξουαλική επιλογή, στο δικαίωμα της έκφρασης και στην ατομική ανεξαρτησία, πουθενά αλλού δεν έφτασαν σε τέτοιο επίπεδο, παρά στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, που στηρίζονταν στην ιδέα του έθνους/κράτους.
Οι πατρίδες δεν είναι πάντα φυλακές. Μπορεί να γίνουν και στοργικές μητέρες.
Απ’ την άλλη, πολλά λέγονται για το ρόλο του έθνους/κράτους στους δύο πιο αιματηρούς πολέμους της ιστορίας.
Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος ξέσπασε όταν ένας Σέρβος εθνικιστής πυροβόλησε τον διάδοχο της Αυστροουγγαρίας και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος έγινε για την κυριαρχία της Αρίας φυλής.
Σωστά.
Όμως ο Χίτλερ δεν είχε στο νου του τη γερμανική πατρίδα, άλλωστε ο ίδιος ήτανε Αυστριακός, αλλά τη δημιουργία μιας νέας αυτοκρατορίας των Αρίων, ενώ ο Κάιζερ απέβλεπε στην παλινόρθωση της κυριαρχίας των Χοεντζόλερν και ο Χιροχίτο στην αυτοκρατορία του ανατέλλοντος ηλίου.
Ουσιαστικά οι μεγάλοι πόλεμοι που συντάραξαν τον κόσμο, στον 20ο αιώνα οφείλονταν στα απόνερα του τέλους των αυτοκρατοριών. Κι όσον αφορά τις σφαγές που ακολούθησαν τη διάλυση των σοβιετικών κρατών/δορυφόρων, όπως στη Γιουγκοσλαβία, ίσως να μην είχαν γίνει αν οι διάφοροι Μιλόσεβιτς ακολουθούσαν το παράδειγμα του Βενιζέλου και του Κεμάλ και έχτιζαν ανεξάρτητα έθνη/κράτη με όσο το δυνατόν πιο αμιγή εθνικά πληθυσμό, αντί να ονειρεύονται μεγάλες Σερβίες.
Ο πατριωτισμός δεν ταυτίζεται απαραιτήτως με τον μεγαλοϊδεατισμό, αντιθέτως οι πιο άγριες καταστροφές στην ιστορία των εθνών, προήλθαν ακριβώς από αυτούς που μπερδεύανε την ευημερία της πατρίδας, με την ευημερία των ιμπεριαλιστικών τους φαντασιώσεων.
Τη μικρασιατική τραγωδία δεν την προκάλεσε ο πατριώτης Βενιζέλος αλλά οι νοσταλγοί του μαρμαρωμένου βασιλιά.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, πιο πολύ από κάθε άλλη φορά αμφισβητείται η ίδια η ύπαρξη της εθνικής ταυτότητας.
Το δόγμα του Σοκ απαιτεί στρατιές εξαθλιωμένων εργατών, χωρίς αίσθηση της ιστορίας τους, χωρίς πνευματικές ρίζες, χωρίς πίστη και χωρίς πατρίδα, για να τους σωρεύει ως φτηνό κρέας στα εργοστάσια.
Ο νεοφιλελευθερισμός της σχολής του Σικάγου περιορίζει την ερμηνεία του ανθρώπου σε ένα στατιστικό/οικονομικό μέγεθος, απορρίπτοντας όλους εκείνους τους προσδιορισμούς, πολιτισμικούς, συνειδησιακούς, πνευματικούς, που τον προστατεύουν από το να καταντήσει ένα ασήμαντο γρανάζι στην παγκόσμια μηχανή παραγωγής πλούτου.
Η πατριωτική συνείδηση πρέπει πάση θυσία να εξαφανιστεί, ώστε η νέα τάξη της διεθνούς γραβατοπειρατείας, να ξαναπλάσει τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και ομοίωσιν της κόλασης της, στην οποία χωνεύονται όλες οι παραδοσιακές αξίες.
Σ’ αυτό το απάνθρωπο στοίχημα η αριστερά, που δεν θα είχε κανένα λόγο να ποντάρει, εμφανιζεται αντιθετα, νεοφιλελευθεριακότερη των νεοφιλελευθερων.
Σ’ αυτό το απάνθρωπο στοίχημα η αριστερά, που δεν θα είχε κανένα λόγο να ποντάρει, εμφανιζεται αντιθετα, νεοφιλελευθεριακότερη των νεοφιλελευθερων.
Ο σοσιαλισμός ναι μεν, απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους ασχέτως φυλής, εθνικότητας ή πίστης, ωστόσο δεν αρνείται [και δεν αρνήθηκε ποτέ] το δικαίωμα τους να αυτοπροσδιορίζονται μέσα από ένα μάγμα φαντασιωτικών ή αντικειμενικών αξιών, που καθιστά τον καθένα από μας διαφορετικό αλλά και συνοδοιπόρο με τον άλλον.
Οι πατρίδες δεν στερούν την ελευθερία του ατόμου να αποφασίζει για τον εαυτό του. Περιορίζουν όμως τη δυνατότητα των ισχυρών, να αποφασίζουν για όλους τους άλλους.
Συνεπώς, ζητείται πατρίς.
Όχι επειδή εμείς είμεθα ο περιούσιος λαός του Κυρίου και άρα έχουμε δικαιώματα έναντι των άλλων λαών.
Ζητείται πατρίς, επειδή διαθέτουμε μνήμη, επειδή διαθέτουμε πρόσωπο, επειδή διαθέτουμε ιστορία, επειδή δεν θέλουμε να νιώθουμε ως κάποια τυχαία ρίψη του ζαριού της δημιουργίας – επειδή έχουμε ανθίσει μέσα από τις ρίζες μας στον κόσμο.
Και δεν έχει να κάνει αν την πατρίδα θα την ονειρευόμαστε στα δεξιά ή στα αριστερά.
Οι Παλαιστίνιοι που τόσο τους αγαπούν οι αριστεροί, μάχονται ακριβώς γι’ αυτό που εμείς έχουμε λησμονήσει, επειδή δεν μας έλλειψε.
Η πατρίδα η δικιά μας, το έθνος το δικό μας, πρέπει να υπάρχει, για να είναι δυνατόν να υπάρξει έδαφος για τα όνειρα μας.
Αλλιώς θα είμαστε οι μετέωροι σχοινοβάτες της ιστορίας και θα ισορροπούμε απάνω στα σχοινιά που μας τεντώνουνε άλλοι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου