ΟΙ ΝΑΪΤΕΣ ΙΠΠΟΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Γράφει ο Σπύρος Ζωΐδης
Η παρουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα, αν και ιστορικά πλήρως αποδεδειγμένη, δεν είναι γνωστή. Πέρα από τις αναφορές που υπάρχουν στα <Χρονικά του Μωρέως>, και όσο αυτά είναι γνωστά στο κοινό, οι αναφορές για τους Ναϊτες στην ελληνική βιβλιογραφία είναι σπάνιες. Η παρουσία τους θεωρείται μικρής σημασίας από τους Έλληνες ιστορικούς, οι οποίοι την εντάσσουν στο κεφάλαιο της Φραγκοκρατίας. Είναι σημαντικό να τονιστεί η ταύτιση των Ναϊτών με τους Φράγκους από τον ντόπιο πληθυσμό και η συνολική αντιμετώπισή τους σαν κατακτητές και όργανα του Πάπα.
Η παρουσία και δράση των Ναϊτών στην Ελλάδα είναι ενδεικτική αφενός για την διασπορά του Τάγματος σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στους τόπους όπου η Παπική παρουσία και επιρροή υπήρχε, και αφετέρου για τον θετικό ή αρνητικό ρόλο που διεδραμάτησαν σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα μοναστικά τάγματα (Οσπιταλιέρους και Τεύτονες) και τους κατακτητές Φράγκους. Δεν συνάγεται από πουθενά ότι οι Ναΐτες είχαν σκοπούς κατακτητικούς εναντίον των χριστιανών κατοίκων της Ελλάδας και δεν χρειάστηκε, εκτός ελάχιστων περιπτώσεων, να πολεμήσουν εναντίον τους ούτε και να οχυρώσουν τις θέσεις τους. Η δε περιουσία που απέκτησαν και διαχειρίστηκαν για περίπου 100 χρόνια, τους παραχωρήθηκε σαν αμοιβή για την βοήθεια που προσέφεραν, περισσότερο, στην 4η σταυροφορία και για την εν γένει προσφορά τους ιδιαίτερα στον εκάστοτε πάπα. Άλλωστε διάνυαν τον δεύτερο και σημαντικότερο αιώνα της ύπαρξής τους και η δύναμή τους βρισκόταν στο απόγειό της. Τα προνόμια που απέκτησαν αμέσως μετά την εγκατάστασή τους στον Ελλαδικό χώρο ήταν τα ίδια που αποκτούσαν παντού στην υπόλοιπη Ευρώπη. Απαλλαγή από φόρους και από τυπικές, αστυνομικού χαρακτήρα, στρατιωτικές υποχρεώσεις. Είχαν όμως καθήκον να παρέχουν στρατιωτικές υπηρεσίες όταν το απαιτούσαν οι συνθήκες και να λαμβάνουν μέρος στα τοπικά συμβούλια και δικαστήρια.
Από τα ιστορικά ντοκουμέντα όπου καταγράφεται, και έτσι αποδεικνύεται, η παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων στους Ναϊτες ή η ανάκληση των παραχωρητηρίων αυτών σε συνδυασμό με τις αιτίες των συναλλαγών αυτών, συνάγουμε ασφαλή συμπεράσματα για την συνολική παρουσία και δράση τους στην Ελλάδα καθώς και την ιστορική σημασία αυτής της παρουσίας.
Η γεωγραφική διασπορά των Ναϊτών στον σημερινό Ελληνικό χώρο ήταν στην Πελοπόννησο, κατά κύριο λόγο, στην περιοχή της Λαμίας και της Θήβας και σε μικρότερο βαθμό στην περιοχή της Χαλκίδας.
Οι ιδιοκτησίες που απέκτησαν οι Ναΐτες στον Ελλαδικό χώρο ξεκινούν, χρονικά, από το 1204 και τερματίζονται περίπου το 1306.
Η συμμετοχή των Ναϊτών στην 3η αλλά ιδιαίτερα στην 4η σταυροφορία και η συνεισφορά τους στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης την 13η Απριλίου 1204 ήταν σημαντική. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι την αποστολή των πολύτιμων δώρων που έστειλε μετά την άλωση ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας, ο κατακτητής και πρώτος Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης (1204-1206), στον Πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ την ανέθεσε στον Ναΐτη Ιππότη Μπαρόζι. Το γεγονός ότι ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας είχε έναν Ναΐτη στον οποίο εμπιστεύθηκε την αποστολή τόσων πολυτίμων δώρων στον Πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ αποδεικνύει την σημαντική συμμετοχή του Τάγματος στην 4η σταυροφορία και την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης.
Ακολουθώντας τον χρονολογικά κατανεμημένο κατάλογο και την συνοπτική ιστορία των περιουσιών που έλαβαν, διαχειρίστηκαν ή επέστρεψαν στους δωρητές τους οι Ναϊτες, έχουμε μία αρκετά σαφή εικόνα της παρουσίας τους στον Ελλαδικό χώρο.
Πρώτη ιδιοκτησία είναι η περιοχή Σατάλια στην Εύβοια (Satalia-Negroponte) η οποία κληροδοτήθηκε στους Ναΐτες από τον Ζακ ντ΄Αβάνς της Φλάνδρας ο οποίος την είχε κατακτήσει στο τέλος του 1204 και του παραχωρήθηκε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Βαλδουίνο της Φλάνδρας λίγο πριν τον θάνατό του στις αρχές Απριλίου του 1205. Ο Ζακ ντ΄Αβάνς της Φλάνδρας, μη έχοντας άλλους κληρονόμους, κληροδοτεί το 1207 την περιοχή γύρω από την Χαλκίδα στους Ναΐτες και η παραχώρηση αυτή επιβεβαιώθηκε από τον πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ την 31η Οκτωβρίου 1208. Μετά τον θάνατο του Ζακ ντ΄Αβάνς της Φλάνδρας ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός διαίρεσε την Εύβοια σε τρία φέουδα το βόρειο που παραχωρήθηκε στον Πεγκοράτο ντέι Περγκροάρι , το κεντρικό που παραχωρήθηκε στον Ραβάνο ντέλε Κάρτσερι και το νότιο για το οποίο δεν υπάρχουν –μέχρι στιγμής- στοιχεία. Έτσι, ναι μεν, η περιουσία των Ναϊτών ήταν κάτω από την κυριαρχία του εκάστοτε διοικητή του κεντρικού τμήματος, αλλά η νομή τους ανήκε, μιας και η παρουσία τους εκεί ήταν και σημαντική και ωφέλιμη για τον εκάστοτε διοικητή. Είναι χαρακτηριστικό της νότιας Εύβοιας οι πύργοι επικοινωνίας των Φράγκων με σήματα από φωτιά και κάτοπτρα που εκτείνονται από την Κάρυστο μέχρι και την Χαλκίδα. Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στην πόλη της Χαλκίδας, έργο του Ιουστινιανού, ξανακτίστηκε το 1204-1205 από τους Ναΐτες οι οποίοι την χρησιμοποιούσαν και την διαχειρίζονταν κατά την παραμονή τους εκεί. Στα υπόγεια της εκκλησίας υπήρχε παλαιότερα κρύπτη, εάν υπάρχει ακόμη τώρα αυτή δεν είναι προσβάσιμη, όπου υπήρχαν και οι τάφοι αρκετών φράγκων και, ίσως, Ναϊτών.
Η επόμενη σημαντική ιδιοκτησία των Ναϊτών στην περιοχή της Λαμίας έχει ενδιαφέροντα στοιχεία. Ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός, ένας εκ των αρχηγών της 4ης σταυροφορίας, μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης προχώρησε δυτικά και κατέλαβε την Θεσσαλονίκη έχοντας συμμάχους στο πλευρό του τους Λομβαρδούς Αμέντιε ντε Ποφόι και Γκουϊντο Πελλαβιτσίνο καθώς και ένα σώμα Ναϊτών. Στη συνέχεια διείσδυσε στην Θεσσαλία όπου και εγκαταστάθηκε για αρκετό καιρό. Τον Σεπτέμβριο του 1207 ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός σκοτώθηκε και άφησε διάδοχό του έναν ανήλικο γιό και διαχειριστές της περιουσίας του τους Λομβαρδούς συμμάχους του. Ο διαχειριστής Γκουϊντο Πελλαβιτσίνο, εκτελώντας προφανώς εντολή του Βονιφάτιου, παραχωρεί στους Ναΐτες την Λαμία ( Sydoni) και νοτιότερα την Ραβέννικα. Στην Ραβέννικα το 1210 υπεγράφη μία συνθήκη, η οποία υπαγορεύτηκε από τον πάπα και τους επισκόπους του, ώστε όλες οι κτήσεις των Φράγκων στην Ελλάδα να υπαχθούν στο Βατικανό μέσω του Λατίνου Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Την συνθήκη αυτή δεν την υπέγραψε μόνο ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος επιτηρητής του Μωρηά. Η χήρα του Βονιφάτιου Μαργαρίτα της Ουγγαρίας σαν επίτροπος του ανήλικου γιου της, υποκινούμενη από τους Λομβαρδούς διαχειριστές και τους Ναΐτες, προβάλει αξιώσεις ανεξαρτητοποίησης των εδαφών που κατείχε ο Βονιφάτιος, από την κυριαρχία του Βυζαντίου όπου πλέον αυτοκράτορας είναι ο Ερρίκος (1206-1216). Οι Ναΐτες συμμετείχαν στον πόλεμο εναντίον του βασιλείου της Θεσσαλονίκης στο πλευρό των Βονιφατικών και ιδιαίτερα εναντίον του Αμαντέο ντε Μπούφα και του κόμη Ράινερ ντε Τραβάλια στον οποίο ο Λατίνος αυτοκράτορας Ερρίκος είχε υποσχεθεί να του παραδώσει το κάστρο της Λαμίας και τις υπόλοιπες ιδιοκτησίες των Ναϊτών. Ο Ερρίκος για να επιβάλει την κυριαρχία του επανακτά την Θεσσαλονίκη τον Δεκέμβριο του 1208 και τον Ιανουάριο του 1209 κατάσχει τις περιοχές Λαμίας και Ραβέννικας από τους Ναϊτες εκτός από το κάστρο, σαν τιμωρία για την συμμετοχή τους στα σχέδια των διαδόχων του Βονιφάτιου του Μομφερατικού. Οι Ναΐτες που τους υποστήριζαν οι Βουργουνδοί βαρόνοι των ανωτέρω περιοχών, επικαλούμενοι την στρατιωτική βοήθειά τους, προσπάθησαν, ιδιαίτερα μέσω του Πάπα Ιννοκεντίου του Γ΄ να επανακτήσουν τις περιοχές της Λαμίας, όπου ισχυρίζονταν λανθασμένα ότι έκτισαν το κάστρο της, το οποίο υπήρχε από την ακμή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, και τη Ραβέννικα χωρίς αποτέλεσμα.
παρουσία των Ναϊτών, στις περιοχές που αναφέρθηκαν πιο πάνω, διήρκεσε μόνο 35-36 χρόνια. Δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για την περίοδο μετά το 1250 περίπου όπου τη θέση των Βουργουνδών στην κεντρική Ελλάδα καταλαμβάνουν οι Καταλανοί.
Σε αντιστάθμισμα των εδαφών που έχασαν στην Φωκίδα οι Ναΐτες, ο πάπας Ιννοκέντιος ο Γ΄ τους παραχώρησε το μοναστήρι του Αγίου Λουκά και την γύρω περιοχή κοντά στη αρχαία Θήβα και την οικία Φιλοκαλία στην Θεσσαλονίκη. Επιπλέον ο Λατίνος επίσκοπος των Θηβών τους παραχώρησε τους κήπους αναψυχής της πόλης. Υπάρχουν, επίσης, λίγα στοιχεία όπου η περιοχή του σημερινού Ωροπού και ιδιαίτερα η οχυρωμένη θέση Συκάμινο, αναφερόμενη σαν περιοχή Ρούπε, με τα γύρω εδάφη της παραχωρήθηκε στους Ναΐτες από τους Ρολαντίνο και Αλμπερτίνο της Κανόσα και η παραχώρηση επιβεβαιώθηκε από τον πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄.
Η εκκλησία του Αγίου Λουκά κτίστηκε πάνω στο νεκροταφείο της αρχαίας Θήβας και ιδιαίτερα πάνω στους τάφους των αρχαίων Θηβαίων που έπεσαν στις μάχες εναντίον του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Εκεί πέθανε ο Άγιος Λουκάς ο Ευαγγελιστής και στην εκκλησία υπάρχουν ακόμη και σήμερα λίγα τεμάχια από τα λείψανά του. Οι Ναΐτες μετέφεραν τα οστά του Αγίου Λουκά στην Ναϊτική εκκλησία της Πάδουας στην Ιταλία όπου υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Οι Ναΐτες ίδρυσαν στρατόπεδο και χρησιμοποιούσαν την εκκλησία του Αγίου Λουκά. Υπάρχουν, επίσης, γραπτές αναφορές και στοιχεία για μια μικρή εκκλησία της Αγίας Μαρίας της Κλεισούρας, που βρισκόταν στο δρόμο για τη Βοδονίτσα κοντά στη Θήβα, η οποία δόθηκε στους Ναΐτες από τον βαρόνο Γκουίντο που όμως δεν υπάρχει πλέον.
Είναι αξιοσημείωτο ότι διάφορες μικρές ιδιοκτησίες σε Εύβοια, Αττική και Πελοπόννησο παραχωρήθηκαν στους Ναΐτες και οι παραχωρήσεις αυτές επικυρώθηκαν όλες από τον πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ την περίοδο 1209-1210. Αυτές είναι, η οικία Λάγκναν και η οικιστική περιοχή Οιζπάρις στην Εύβοια που παραχωρήθηκαν από τον ευγενή Ραβάννο. Οι οικιστικές περιοχές στην Πελοπόννησο α)Λαφουστάν ή Λουφεστάν που παραχωρήθηκε από τον Γκυγιώμ ντε Σαμπλίτ β)Παζαλάν που παραχωρήθηκε από τον ευγενή Γουίλιαμ ντε Ρέσι και γ)Παλιόπολιν (Παλαιόπολις) που παραχωρήθηκε από τον Ούγκο της Μπεζανσόν. Οι δύο τελευταίες εκτός από την επικύρωση του πάπα είχαν και την επικύρωση του Πρίγκιπα της Αχαΐας Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου. Πέραν αυτών έχει καταγραφεί η παραχώρηση στους Ναΐτες μερικών χωριών, αρκετών καλλιεργησίμων κτημάτων, της εκκλησιαστικής ιδιοκτησίας του Γηροκομείου και της μικρής μονής Προβατά κοντά στην Πάτρα. Το Γηροκομείο και η μονή Προβατά ήταν τα πρόχειρα καταλύματα των Ναϊτών στην περιοχή της Πάτρας. Και οι δύο ιδιοκτησίες αυτές ήταν σε διαρκή αμφισβήτηση και διεκδίκηση από τον Λατίνο επίσκοπο της Πάτρας.
Παρουσία των Ναϊτών στην περιοχή των Αθηνών δεν φαίνεται να αποδεικνύεται από έγγραφα αλλά υπάρχουν κάποιες αναφορές για το βυζαντινό παρεκκλήσι της μονής στο Δαφνί, λίγο έξω από την Αθήνα, και ένα παρεκκλήσι σε κατοικία στο κέντρο της Αθήνας όπου οι διερχόμενοι Ναΐτες χρησιμοποιούσαν σαν άσυλο.
Η σημαντικότερη παρουσία των Ναϊτών στον Ελλαδικό χώρο ήταν στην Πελοπόννησο. Το πριγκιπάτο της Αχαΐας, όπως ονομάστηκε η Πελοπόννησος – και κατά τους Φράγκους Μωρηάς- προήλθε από την κατάτμηση και διανομή του Ελλαδικού χώρου, που έγινε μεταξύ των Φράγκων και των Βενετών τον Οκτώβριο του 1204 αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι το πριγκιπάτο της Αχαΐας αποτελούσαν οι περιοχές της σημερινής Αχαΐας και της Ηλείας. Η πλέον αξιόπιστη ιστορική πηγή για την περίοδο αυτή είναι το περίφημο Χρονικό του Μωρέως, το οποίο γράφτηκε στην Ελληνική, Ιταλική, Γαλλική και Αραγωνική γλώσσα περίπου έναν αιώνα μετά τα ιστορικά γεγονότα που περιγράφει. Μόνον όμως τα κείμενα της Ελληνικής και της Γαλλικής έκδοσης συμπίπτουν μεταξύ τους και οι ιστορικοί δέχονται περισσότερο αυτά σαν ιστορική πηγή.
Πρώτος κατακτητής της Πελοποννήσου ήταν ο Γκυγιώμ ντε Σαμπλίτ (1204-1209) ο οποίος πολύ σύντομα ονομάστηκε από τον Ιννοκέντιο τον Γ΄ Πρίγκιπας της Αχαΐας και στον οποίο οφείλεται η πρώτη οργάνωση του πριγκιπάτου. Φερόμενος ευγενικά και διατηρώντας τα σχετικά προνόμια των κατοίκων δεν έθεσε σε ενέργεια το σχέδιο του πάπα για πλήρη απορρόφηση και υποταγή των ορθοδόξων Ελλήνων από το Βατικανό. Το 1209 ο Σαμπλίτ και λίγο πριν την οριστική αναχώρησή του για την Βουργουνδία, τοποθέτησε τον Γοδεφρίδο Βιλεαρδουίνο πρόεδρο μιας επιτροπής έργο της οποίας ήταν η κατάτμηση της Πελοποννήσου σε φέουδα. Η επιτροπή απαρτίζονταν από δύο καθολικούς επισκόπους και τέσσερις Έλληνες, γνώστες των περιοχών της Πελοποννήσου. Η επιτροπή συνήλθε στην Ανδραβίδα της Ίλιδας, την οποία ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος χρησιμοποιούσε σαν πρωτεύουσα του πριγκιπάτου της Αχαΐας , και χώρισε την Πελοπόννησο σε δώδεκα Βαρονίες και τις Βαρονίες σε φέουδα. Από τα φέουδα που δημιουργήθηκαν ο Βιλεαρδουίνος, όπως αναφέρει και το Χρονικό του Μωρέως παραχώρησε τέσσερα στους Ναΐτες για να σηκώνουν τα λάβαρα. Η φράση για να σηκώνουν τα λάβαρα έμμεσα αλλά σαφέστατα υπονοεί για να παρέχουν, σαν αντάλλαγμα, τις στρατιωτικές υπηρεσίες τους. Πλέον αυτών ο Βιλεαρδουίνος δώρισε στους Ναΐτες –άρα από ποια υποχρέωση;- άλλα τέσσερα φέουδα στην Ίλιδα από εκείνα που του είχε κληρονομήσει ο Σαμπλίτ πριν την αναχώρησή του.
Η αρνητική θέση του Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου στην απόφαση του πάπα να θέση υπό την επιρροή του όλους τους ορθοδόξους της Ελληνικής επικράτειας και η μη υπογραφή από αυτόν της συνθήκης της Ραβέννικα το 1210 είχε σαν αποτέλεσμα τον αφορισμό του από το Βατικανό. Την ίδια στάση τήρησε και στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας όπου συμπεριφέρθηκε χωρίς κανένα φανατισμό και με μεγάλη ανοχή πολλές φορές στον ντόπιο ορθόδοξο πληθυσμό. Κατά σύμπτωση (;) την ίδια στάση τήρησαν και οι Ναΐτες. Η στενή σχέση των Βιλεαρδουίνων με τους Ναΐτες είναι εμφανής και αμφίδρομη. Ο Βιλεαρδουίνος τους παραχωρεί όλα τα σχετικά προνόμια τα οποία είχαν απανταχού της Ευρώπης και επί πλέον τους δωρίζει και επί πλέον φέουδα από αυτά που δικαιούνται. Οι Ναΐτες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τον προστατεύουν και να του συμπαραστέκονται ιδιαίτερα στις πολλές διαμάχες του με τον πάπα αλλά και τους υπόλοιπους Φράγκους. Απόρροια αυτής της στενής σχέσης είναι η δωρεά από τον Γοδεφρίδο Βιλεαρδουίνο του κάστρου Clermont ή Χλεμούτσι που βρίσκεται στην σημερινή θέση Κάστρο της Ηλείας και δεσπόζει του κάμπου της Ηλείας και του Ιονίου πελάγους. Η ιστορία της κατασκευής του κάστρου αυτού είναι άξια προσοχής και ενδεικτική της δύναμης που διέθετε ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος έχοντας βέβαια στο πλευρό του τους ευνοούμενους του Ναΐτες. Ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος αφού παραχώρησε το ένα τρίτο των κατακτημένων εδαφών στην Πελοπόννησο στους επισκόπους/τοποτηρητές του Βατικανού, τους ζήτησε, μετά από λίγο, στρατιωτική και οικονομική βοήθεια για την ολοκλήρωση της κατάκτησης όλης της Πελοποννήσου. Αυτοί προβάλλοντας το επιχείρημα ότι ό,τι έλαβαν το έλαβαν από την εξουσία του Πάπα αρνήθηκαν την παροχή της βοήθειας που τους ζήτησε. Αμέσως ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος δήμευσε όλη την εκκλησιαστική περιουσία στο πριγκιπάτο για τρία χρόνια και με τα έσοδα από αυτήν όχι μόνο χρηματοδότησε την ολοκλήρωση της κατάκτησης της Πελοποννήσου αλλά έκτισε και το κάστρο Clermont ή Κλεμούτσι, στη βορειοδυτική ακτή της Πελοποννήσου, το οποίο αμέσως δώρισε στους Ναΐτες. Περισσότερο ισχυρή ιστορική απόδειξη της άμεσης και αποδοτικής συνεργασίας του Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου με τους Ναΐτες δεν θα πρέπει να υπάρχει. Στη συνέχεια ήλθε σε διαπραγματεύσεις με τους αντιπροσώπους του Πάπα. Έχοντας σαν επιχείρημα την ανάγκη της αντίστασης εναντίον των κατακτημένων Ελλήνων οι οποίοι –κατά την άποψή του και μόνο- με τη στάση τους έθεταν σε κίνδυνο την Παπική περιουσία στην Πελοπόννησο, που ήταν πιθανόν να χαθεί χωρίς την απαιτούμενη στρατιωτική υποστήριξη, κατέληξε σε συμφωνία με τον Αρχιεπίσκοπο της Πάτρας και τους λοιπούς επισκόπους. Το κύριο στοιχείο της συμφωνίας ήταν η υποχρέωση, με Παπική εντολή πλέον, των Θρησκευτικών Ταγμάτων των Ναϊτών και των Οσπιταλιέρων να του παρέχουν στρατιωτική υποστήριξη όποτε την χρειαζόταν αυτός και οι κληρονόμοι του. Με την συμφωνία αυτή επεστράφη η δημευμένη Παπική περιουσία. Η συμφωνία αυτή ήταν σαφέστατα ενεργή και μετά από, σχεδόν, πενήντα χρόνια όταν το 1258 ο αδελφός και διάδοχος του Γοδεφρίδου του Β΄ στο πριγκιπάτο της Αχαΐας, Γουλιέλμος Βιλεαρδουίνος (και οι δύο γιοί του Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου) εξεστράτευσε εναντίον του λόρδου των Αθηνών Γκύ ντε λα Ρος, είχε σαν κύριο εκστρατευτικό σώμα τους Ναΐτες και τους Οσπιταλιέρους Ιππότες.
Το δεύτερο μεγάλο δώρο των Βιλεαρδουίνων στους Ναΐτες ήταν η εκκλησία του Αγίου Ιακώβου στην Ανδραβίδα. Η Ανδραβίδα διέθετε τρεις από τις μεγαλύτερες εκκλησίες της εποχής της Φραγκοκρατίας. Την Αγία Σοφία, τον Άγιο Ιάκωβο και τον Άγιο Στέφανο όλες κτισμένες από τους Φράγκους. Στην ναϊτική εκκλησία του Αγίου Ιακώβου είχαν ταφεί ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος και οι δύο γιοί του Γοδεφρίδος ο Β΄ και Γουλιέλμος.
Η Ανδραβίδα ανεδείχθη στο σημαντικότερο και, ταυτόχρονα, μακροβιότερο στρατόπεδο/βάση των Ναϊτών στον Ελληνικό χώρο. Η βορειοδυτική ακτή της Πελοποννήσου όπου ήλεγχε την θαλάσσια οδό των προσκυνητών που αναχωρούσαν από τα νοτιοανατολικά παράλια της Ιταλίας με προορισμό τους Αγίους Τόπους ήταν υπό την εποπτεία των Ναϊτών. Τα έσοδα από την εκμετάλλευση των φέουδων καθώς και τα πάσης φύσεως άλλα έσοδα από τις υπόλοιπες δραστηριότητες των Ναϊτών όπως, κόμιστρα μεταφοράς προσκυνητών και εμπορευμάτων στους Αγίους Τόπους, εξαγωγές των Πελοποννησιακών προϊόντων στην Ευρώπη, τραπεζικές εργασίες και μεταφορά των εσόδων των Φράγκων και της παπικής εκκλησίας από το πριγκιπάτο στους τόπους καταγωγής τους, ήταν τεράστια.
Η παρουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα τερματίζεται λίγο πριν το 1307, έτος κατά το οποίο εκδηλώνεται η συνομωσία του βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππου του Ωραίου, σε συνεργασία με του Πάπα Κλήμη Ε΄, εναντίον του Ναϊτικού Τάγματος. Είναι γνωστό ότι την αυγή της Παρασκευής 13ης Οκτωβρίου 1307 συνελλήφθησαν 15.000 Ναϊτες Ιππότες στα ανά την Γαλλία διοικητήριά τους και έτσι άρχισε η ραγδαία διάλυση του Ναϊτικού Τάγματος.
Οι Ναΐτες είχαν, για λόγους άγνωστους μέχρι σήμερα, αναχωρήσει από την Ελλάδα περίπου στο τέλος του 1306 και δεν υπάρχουν στοιχεία για συλλήψεις και δίκες των Ναϊτών που να έλαβαν χώρα στην Ελλάδα. Η μόνη μαρτυρία που υπάρχει είναι μία επιστολή του πάπα Κλήμη Ε΄ με ημερομηνία 21 Νοεμβρίου 1307 που απευθύνετε στον δούκα του Τάραντα Φίλιππο και τον εξουσιοδοτεί να προχωρήσει στην κατάσχεση της Ναϊτικής περιουσίας που υπάρχει στο πριγκιπάτο της Αχαΐας και στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας.
Οι λιγοστές ανασκαφές που έγιναν στην Ανδραβίδα δεν έφεραν στο φως σημαντικά ευρήματα για καμία από τις τρεις Φράγκικες εκκλησίες και ιδιαίτερα από τους τάφους των Βιλεαρδουίνων στον Άγιο Ιάκωβο. Τα πενιχρά ευρήματα εξαντλούνται σε ένα τεμάχιο από σπασμένο ακόντιο και έναν σκελετό γιγαντόσωμου άνδρα που εικάζεται ότι ήταν Ναΐτης. Είναι λογικό η περιουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα μετά την αποχώρησή τους, να πέρασε στην κατοχή των Οσπιταλιέρων όπως συνέβη μετά το 1307 σε αρκετά σημεία στην Ευρώπη. Οι Οσπιταλιέροι όπως ακριβώς ενήργησαν στην υπόλοιπη Ευρώπη ενήργησαν, πιθανώς, και στην Ελλάδα. Ό,τι μπόρεσαν να οικειοποιηθούν το οικειοποιήθηκαν και ότι θύμιζε Ναϊτικό Τάγμα το κατέστρεφαν. Επίσης είναι πολύ πιθανόν στα χρόνια μετά την Φράγκικη κατοχή, κατά τη διάρκεια της οποίας αποψιλώθηκε η Ελλάδα από κάθε πλούτο, καθώς και στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, να καταστράφηκε από τους ορθόδοξους Έλληνες κάθε τι που είχε σχέση με τους Φράγκους και την Παπική εξουσία. Οι Φράγκοι ήταν χρεωμένοι με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, την κατοχή της Ελλάδας και την αδιαφορία της Δύσης για το Βυζάντιο που υπέκυπτε στους Οθωμανούς. Το Βατικανό έφερνε τη σφραγίδα της αλαζονείας και της αμετροέπειας που έδειχνε εναντίον των Ορθοδόξων και που ήθελε με κάθε μέσον και θυσία να τους υποδουλώσει θρησκευτικά. Αυτά αποτελούσαν, πιθανόν, την καλύτερη αιτία και αφορμή για τους Έλληνες για να καταστρέψουν ό,τι τους θύμιζε τις αιτίες του κακού.
Είναι διάχυτη η εντύπωση πολλών ιστορικών, Ελλήνων και ξένων, ότι η παρουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα ήταν συνεπακόλουθο της γενικής υποστήριξης αλλά και της χρηματοδότησης που παρείχαν στις σταυροφορίες και ιδιαίτερα στην άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους. Ούτε οι Ναΐτες ούτε οι Έλληνες ήλθαν ποτέ κοντά ο ένας στον άλλον. Το μόνο θετικό στοιχείο που διαφαίνεται στους Ναΐτες είναι η αντιμετώπιση των Ελλήνων χωρίς φανατισμό και μίσος και σε ότι αυτό μπορεί να μεταφράζεται στην καθημερινότητα ενός, κατά τα άλλα, κατακτητή.https://spzoidis.wordpress.com/
Γράφει ο Σπύρος Ζωΐδης
Η παρουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα, αν και ιστορικά πλήρως αποδεδειγμένη, δεν είναι γνωστή. Πέρα από τις αναφορές που υπάρχουν στα <Χρονικά του Μωρέως>, και όσο αυτά είναι γνωστά στο κοινό, οι αναφορές για τους Ναϊτες στην ελληνική βιβλιογραφία είναι σπάνιες. Η παρουσία τους θεωρείται μικρής σημασίας από τους Έλληνες ιστορικούς, οι οποίοι την εντάσσουν στο κεφάλαιο της Φραγκοκρατίας. Είναι σημαντικό να τονιστεί η ταύτιση των Ναϊτών με τους Φράγκους από τον ντόπιο πληθυσμό και η συνολική αντιμετώπισή τους σαν κατακτητές και όργανα του Πάπα.
Η παρουσία και δράση των Ναϊτών στην Ελλάδα είναι ενδεικτική αφενός για την διασπορά του Τάγματος σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στους τόπους όπου η Παπική παρουσία και επιρροή υπήρχε, και αφετέρου για τον θετικό ή αρνητικό ρόλο που διεδραμάτησαν σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα μοναστικά τάγματα (Οσπιταλιέρους και Τεύτονες) και τους κατακτητές Φράγκους. Δεν συνάγεται από πουθενά ότι οι Ναΐτες είχαν σκοπούς κατακτητικούς εναντίον των χριστιανών κατοίκων της Ελλάδας και δεν χρειάστηκε, εκτός ελάχιστων περιπτώσεων, να πολεμήσουν εναντίον τους ούτε και να οχυρώσουν τις θέσεις τους. Η δε περιουσία που απέκτησαν και διαχειρίστηκαν για περίπου 100 χρόνια, τους παραχωρήθηκε σαν αμοιβή για την βοήθεια που προσέφεραν, περισσότερο, στην 4η σταυροφορία και για την εν γένει προσφορά τους ιδιαίτερα στον εκάστοτε πάπα. Άλλωστε διάνυαν τον δεύτερο και σημαντικότερο αιώνα της ύπαρξής τους και η δύναμή τους βρισκόταν στο απόγειό της. Τα προνόμια που απέκτησαν αμέσως μετά την εγκατάστασή τους στον Ελλαδικό χώρο ήταν τα ίδια που αποκτούσαν παντού στην υπόλοιπη Ευρώπη. Απαλλαγή από φόρους και από τυπικές, αστυνομικού χαρακτήρα, στρατιωτικές υποχρεώσεις. Είχαν όμως καθήκον να παρέχουν στρατιωτικές υπηρεσίες όταν το απαιτούσαν οι συνθήκες και να λαμβάνουν μέρος στα τοπικά συμβούλια και δικαστήρια.
Από τα ιστορικά ντοκουμέντα όπου καταγράφεται, και έτσι αποδεικνύεται, η παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων στους Ναϊτες ή η ανάκληση των παραχωρητηρίων αυτών σε συνδυασμό με τις αιτίες των συναλλαγών αυτών, συνάγουμε ασφαλή συμπεράσματα για την συνολική παρουσία και δράση τους στην Ελλάδα καθώς και την ιστορική σημασία αυτής της παρουσίας.
Η γεωγραφική διασπορά των Ναϊτών στον σημερινό Ελληνικό χώρο ήταν στην Πελοπόννησο, κατά κύριο λόγο, στην περιοχή της Λαμίας και της Θήβας και σε μικρότερο βαθμό στην περιοχή της Χαλκίδας.
Οι ιδιοκτησίες που απέκτησαν οι Ναΐτες στον Ελλαδικό χώρο ξεκινούν, χρονικά, από το 1204 και τερματίζονται περίπου το 1306.
Η συμμετοχή των Ναϊτών στην 3η αλλά ιδιαίτερα στην 4η σταυροφορία και η συνεισφορά τους στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης την 13η Απριλίου 1204 ήταν σημαντική. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι την αποστολή των πολύτιμων δώρων που έστειλε μετά την άλωση ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας, ο κατακτητής και πρώτος Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης (1204-1206), στον Πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ την ανέθεσε στον Ναΐτη Ιππότη Μπαρόζι. Το γεγονός ότι ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας είχε έναν Ναΐτη στον οποίο εμπιστεύθηκε την αποστολή τόσων πολυτίμων δώρων στον Πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ αποδεικνύει την σημαντική συμμετοχή του Τάγματος στην 4η σταυροφορία και την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης.
Ακολουθώντας τον χρονολογικά κατανεμημένο κατάλογο και την συνοπτική ιστορία των περιουσιών που έλαβαν, διαχειρίστηκαν ή επέστρεψαν στους δωρητές τους οι Ναϊτες, έχουμε μία αρκετά σαφή εικόνα της παρουσίας τους στον Ελλαδικό χώρο.
Πρώτη ιδιοκτησία είναι η περιοχή Σατάλια στην Εύβοια (Satalia-Negroponte) η οποία κληροδοτήθηκε στους Ναΐτες από τον Ζακ ντ΄Αβάνς της Φλάνδρας ο οποίος την είχε κατακτήσει στο τέλος του 1204 και του παραχωρήθηκε από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Βαλδουίνο της Φλάνδρας λίγο πριν τον θάνατό του στις αρχές Απριλίου του 1205. Ο Ζακ ντ΄Αβάνς της Φλάνδρας, μη έχοντας άλλους κληρονόμους, κληροδοτεί το 1207 την περιοχή γύρω από την Χαλκίδα στους Ναΐτες και η παραχώρηση αυτή επιβεβαιώθηκε από τον πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ την 31η Οκτωβρίου 1208. Μετά τον θάνατο του Ζακ ντ΄Αβάνς της Φλάνδρας ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός διαίρεσε την Εύβοια σε τρία φέουδα το βόρειο που παραχωρήθηκε στον Πεγκοράτο ντέι Περγκροάρι , το κεντρικό που παραχωρήθηκε στον Ραβάνο ντέλε Κάρτσερι και το νότιο για το οποίο δεν υπάρχουν –μέχρι στιγμής- στοιχεία. Έτσι, ναι μεν, η περιουσία των Ναϊτών ήταν κάτω από την κυριαρχία του εκάστοτε διοικητή του κεντρικού τμήματος, αλλά η νομή τους ανήκε, μιας και η παρουσία τους εκεί ήταν και σημαντική και ωφέλιμη για τον εκάστοτε διοικητή. Είναι χαρακτηριστικό της νότιας Εύβοιας οι πύργοι επικοινωνίας των Φράγκων με σήματα από φωτιά και κάτοπτρα που εκτείνονται από την Κάρυστο μέχρι και την Χαλκίδα. Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στην πόλη της Χαλκίδας, έργο του Ιουστινιανού, ξανακτίστηκε το 1204-1205 από τους Ναΐτες οι οποίοι την χρησιμοποιούσαν και την διαχειρίζονταν κατά την παραμονή τους εκεί. Στα υπόγεια της εκκλησίας υπήρχε παλαιότερα κρύπτη, εάν υπάρχει ακόμη τώρα αυτή δεν είναι προσβάσιμη, όπου υπήρχαν και οι τάφοι αρκετών φράγκων και, ίσως, Ναϊτών.
Η επόμενη σημαντική ιδιοκτησία των Ναϊτών στην περιοχή της Λαμίας έχει ενδιαφέροντα στοιχεία. Ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός, ένας εκ των αρχηγών της 4ης σταυροφορίας, μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης προχώρησε δυτικά και κατέλαβε την Θεσσαλονίκη έχοντας συμμάχους στο πλευρό του τους Λομβαρδούς Αμέντιε ντε Ποφόι και Γκουϊντο Πελλαβιτσίνο καθώς και ένα σώμα Ναϊτών. Στη συνέχεια διείσδυσε στην Θεσσαλία όπου και εγκαταστάθηκε για αρκετό καιρό. Τον Σεπτέμβριο του 1207 ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός σκοτώθηκε και άφησε διάδοχό του έναν ανήλικο γιό και διαχειριστές της περιουσίας του τους Λομβαρδούς συμμάχους του. Ο διαχειριστής Γκουϊντο Πελλαβιτσίνο, εκτελώντας προφανώς εντολή του Βονιφάτιου, παραχωρεί στους Ναΐτες την Λαμία ( Sydoni) και νοτιότερα την Ραβέννικα. Στην Ραβέννικα το 1210 υπεγράφη μία συνθήκη, η οποία υπαγορεύτηκε από τον πάπα και τους επισκόπους του, ώστε όλες οι κτήσεις των Φράγκων στην Ελλάδα να υπαχθούν στο Βατικανό μέσω του Λατίνου Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Την συνθήκη αυτή δεν την υπέγραψε μόνο ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος επιτηρητής του Μωρηά. Η χήρα του Βονιφάτιου Μαργαρίτα της Ουγγαρίας σαν επίτροπος του ανήλικου γιου της, υποκινούμενη από τους Λομβαρδούς διαχειριστές και τους Ναΐτες, προβάλει αξιώσεις ανεξαρτητοποίησης των εδαφών που κατείχε ο Βονιφάτιος, από την κυριαρχία του Βυζαντίου όπου πλέον αυτοκράτορας είναι ο Ερρίκος (1206-1216). Οι Ναΐτες συμμετείχαν στον πόλεμο εναντίον του βασιλείου της Θεσσαλονίκης στο πλευρό των Βονιφατικών και ιδιαίτερα εναντίον του Αμαντέο ντε Μπούφα και του κόμη Ράινερ ντε Τραβάλια στον οποίο ο Λατίνος αυτοκράτορας Ερρίκος είχε υποσχεθεί να του παραδώσει το κάστρο της Λαμίας και τις υπόλοιπες ιδιοκτησίες των Ναϊτών. Ο Ερρίκος για να επιβάλει την κυριαρχία του επανακτά την Θεσσαλονίκη τον Δεκέμβριο του 1208 και τον Ιανουάριο του 1209 κατάσχει τις περιοχές Λαμίας και Ραβέννικας από τους Ναϊτες εκτός από το κάστρο, σαν τιμωρία για την συμμετοχή τους στα σχέδια των διαδόχων του Βονιφάτιου του Μομφερατικού. Οι Ναΐτες που τους υποστήριζαν οι Βουργουνδοί βαρόνοι των ανωτέρω περιοχών, επικαλούμενοι την στρατιωτική βοήθειά τους, προσπάθησαν, ιδιαίτερα μέσω του Πάπα Ιννοκεντίου του Γ΄ να επανακτήσουν τις περιοχές της Λαμίας, όπου ισχυρίζονταν λανθασμένα ότι έκτισαν το κάστρο της, το οποίο υπήρχε από την ακμή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, και τη Ραβέννικα χωρίς αποτέλεσμα.
παρουσία των Ναϊτών, στις περιοχές που αναφέρθηκαν πιο πάνω, διήρκεσε μόνο 35-36 χρόνια. Δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για την περίοδο μετά το 1250 περίπου όπου τη θέση των Βουργουνδών στην κεντρική Ελλάδα καταλαμβάνουν οι Καταλανοί.
Σε αντιστάθμισμα των εδαφών που έχασαν στην Φωκίδα οι Ναΐτες, ο πάπας Ιννοκέντιος ο Γ΄ τους παραχώρησε το μοναστήρι του Αγίου Λουκά και την γύρω περιοχή κοντά στη αρχαία Θήβα και την οικία Φιλοκαλία στην Θεσσαλονίκη. Επιπλέον ο Λατίνος επίσκοπος των Θηβών τους παραχώρησε τους κήπους αναψυχής της πόλης. Υπάρχουν, επίσης, λίγα στοιχεία όπου η περιοχή του σημερινού Ωροπού και ιδιαίτερα η οχυρωμένη θέση Συκάμινο, αναφερόμενη σαν περιοχή Ρούπε, με τα γύρω εδάφη της παραχωρήθηκε στους Ναΐτες από τους Ρολαντίνο και Αλμπερτίνο της Κανόσα και η παραχώρηση επιβεβαιώθηκε από τον πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄.
Η εκκλησία του Αγίου Λουκά κτίστηκε πάνω στο νεκροταφείο της αρχαίας Θήβας και ιδιαίτερα πάνω στους τάφους των αρχαίων Θηβαίων που έπεσαν στις μάχες εναντίον του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Εκεί πέθανε ο Άγιος Λουκάς ο Ευαγγελιστής και στην εκκλησία υπάρχουν ακόμη και σήμερα λίγα τεμάχια από τα λείψανά του. Οι Ναΐτες μετέφεραν τα οστά του Αγίου Λουκά στην Ναϊτική εκκλησία της Πάδουας στην Ιταλία όπου υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Οι Ναΐτες ίδρυσαν στρατόπεδο και χρησιμοποιούσαν την εκκλησία του Αγίου Λουκά. Υπάρχουν, επίσης, γραπτές αναφορές και στοιχεία για μια μικρή εκκλησία της Αγίας Μαρίας της Κλεισούρας, που βρισκόταν στο δρόμο για τη Βοδονίτσα κοντά στη Θήβα, η οποία δόθηκε στους Ναΐτες από τον βαρόνο Γκουίντο που όμως δεν υπάρχει πλέον.
Είναι αξιοσημείωτο ότι διάφορες μικρές ιδιοκτησίες σε Εύβοια, Αττική και Πελοπόννησο παραχωρήθηκαν στους Ναΐτες και οι παραχωρήσεις αυτές επικυρώθηκαν όλες από τον πάπα Ιννοκέντιο τον Γ΄ την περίοδο 1209-1210. Αυτές είναι, η οικία Λάγκναν και η οικιστική περιοχή Οιζπάρις στην Εύβοια που παραχωρήθηκαν από τον ευγενή Ραβάννο. Οι οικιστικές περιοχές στην Πελοπόννησο α)Λαφουστάν ή Λουφεστάν που παραχωρήθηκε από τον Γκυγιώμ ντε Σαμπλίτ β)Παζαλάν που παραχωρήθηκε από τον ευγενή Γουίλιαμ ντε Ρέσι και γ)Παλιόπολιν (Παλαιόπολις) που παραχωρήθηκε από τον Ούγκο της Μπεζανσόν. Οι δύο τελευταίες εκτός από την επικύρωση του πάπα είχαν και την επικύρωση του Πρίγκιπα της Αχαΐας Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου. Πέραν αυτών έχει καταγραφεί η παραχώρηση στους Ναΐτες μερικών χωριών, αρκετών καλλιεργησίμων κτημάτων, της εκκλησιαστικής ιδιοκτησίας του Γηροκομείου και της μικρής μονής Προβατά κοντά στην Πάτρα. Το Γηροκομείο και η μονή Προβατά ήταν τα πρόχειρα καταλύματα των Ναϊτών στην περιοχή της Πάτρας. Και οι δύο ιδιοκτησίες αυτές ήταν σε διαρκή αμφισβήτηση και διεκδίκηση από τον Λατίνο επίσκοπο της Πάτρας.
Παρουσία των Ναϊτών στην περιοχή των Αθηνών δεν φαίνεται να αποδεικνύεται από έγγραφα αλλά υπάρχουν κάποιες αναφορές για το βυζαντινό παρεκκλήσι της μονής στο Δαφνί, λίγο έξω από την Αθήνα, και ένα παρεκκλήσι σε κατοικία στο κέντρο της Αθήνας όπου οι διερχόμενοι Ναΐτες χρησιμοποιούσαν σαν άσυλο.
Η σημαντικότερη παρουσία των Ναϊτών στον Ελλαδικό χώρο ήταν στην Πελοπόννησο. Το πριγκιπάτο της Αχαΐας, όπως ονομάστηκε η Πελοπόννησος – και κατά τους Φράγκους Μωρηάς- προήλθε από την κατάτμηση και διανομή του Ελλαδικού χώρου, που έγινε μεταξύ των Φράγκων και των Βενετών τον Οκτώβριο του 1204 αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι το πριγκιπάτο της Αχαΐας αποτελούσαν οι περιοχές της σημερινής Αχαΐας και της Ηλείας. Η πλέον αξιόπιστη ιστορική πηγή για την περίοδο αυτή είναι το περίφημο Χρονικό του Μωρέως, το οποίο γράφτηκε στην Ελληνική, Ιταλική, Γαλλική και Αραγωνική γλώσσα περίπου έναν αιώνα μετά τα ιστορικά γεγονότα που περιγράφει. Μόνον όμως τα κείμενα της Ελληνικής και της Γαλλικής έκδοσης συμπίπτουν μεταξύ τους και οι ιστορικοί δέχονται περισσότερο αυτά σαν ιστορική πηγή.
Πρώτος κατακτητής της Πελοποννήσου ήταν ο Γκυγιώμ ντε Σαμπλίτ (1204-1209) ο οποίος πολύ σύντομα ονομάστηκε από τον Ιννοκέντιο τον Γ΄ Πρίγκιπας της Αχαΐας και στον οποίο οφείλεται η πρώτη οργάνωση του πριγκιπάτου. Φερόμενος ευγενικά και διατηρώντας τα σχετικά προνόμια των κατοίκων δεν έθεσε σε ενέργεια το σχέδιο του πάπα για πλήρη απορρόφηση και υποταγή των ορθοδόξων Ελλήνων από το Βατικανό. Το 1209 ο Σαμπλίτ και λίγο πριν την οριστική αναχώρησή του για την Βουργουνδία, τοποθέτησε τον Γοδεφρίδο Βιλεαρδουίνο πρόεδρο μιας επιτροπής έργο της οποίας ήταν η κατάτμηση της Πελοποννήσου σε φέουδα. Η επιτροπή απαρτίζονταν από δύο καθολικούς επισκόπους και τέσσερις Έλληνες, γνώστες των περιοχών της Πελοποννήσου. Η επιτροπή συνήλθε στην Ανδραβίδα της Ίλιδας, την οποία ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος χρησιμοποιούσε σαν πρωτεύουσα του πριγκιπάτου της Αχαΐας , και χώρισε την Πελοπόννησο σε δώδεκα Βαρονίες και τις Βαρονίες σε φέουδα. Από τα φέουδα που δημιουργήθηκαν ο Βιλεαρδουίνος, όπως αναφέρει και το Χρονικό του Μωρέως παραχώρησε τέσσερα στους Ναΐτες για να σηκώνουν τα λάβαρα. Η φράση για να σηκώνουν τα λάβαρα έμμεσα αλλά σαφέστατα υπονοεί για να παρέχουν, σαν αντάλλαγμα, τις στρατιωτικές υπηρεσίες τους. Πλέον αυτών ο Βιλεαρδουίνος δώρισε στους Ναΐτες –άρα από ποια υποχρέωση;- άλλα τέσσερα φέουδα στην Ίλιδα από εκείνα που του είχε κληρονομήσει ο Σαμπλίτ πριν την αναχώρησή του.
Η αρνητική θέση του Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου στην απόφαση του πάπα να θέση υπό την επιρροή του όλους τους ορθοδόξους της Ελληνικής επικράτειας και η μη υπογραφή από αυτόν της συνθήκης της Ραβέννικα το 1210 είχε σαν αποτέλεσμα τον αφορισμό του από το Βατικανό. Την ίδια στάση τήρησε και στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας όπου συμπεριφέρθηκε χωρίς κανένα φανατισμό και με μεγάλη ανοχή πολλές φορές στον ντόπιο ορθόδοξο πληθυσμό. Κατά σύμπτωση (;) την ίδια στάση τήρησαν και οι Ναΐτες. Η στενή σχέση των Βιλεαρδουίνων με τους Ναΐτες είναι εμφανής και αμφίδρομη. Ο Βιλεαρδουίνος τους παραχωρεί όλα τα σχετικά προνόμια τα οποία είχαν απανταχού της Ευρώπης και επί πλέον τους δωρίζει και επί πλέον φέουδα από αυτά που δικαιούνται. Οι Ναΐτες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τον προστατεύουν και να του συμπαραστέκονται ιδιαίτερα στις πολλές διαμάχες του με τον πάπα αλλά και τους υπόλοιπους Φράγκους. Απόρροια αυτής της στενής σχέσης είναι η δωρεά από τον Γοδεφρίδο Βιλεαρδουίνο του κάστρου Clermont ή Χλεμούτσι που βρίσκεται στην σημερινή θέση Κάστρο της Ηλείας και δεσπόζει του κάμπου της Ηλείας και του Ιονίου πελάγους. Η ιστορία της κατασκευής του κάστρου αυτού είναι άξια προσοχής και ενδεικτική της δύναμης που διέθετε ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος έχοντας βέβαια στο πλευρό του τους ευνοούμενους του Ναΐτες. Ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος αφού παραχώρησε το ένα τρίτο των κατακτημένων εδαφών στην Πελοπόννησο στους επισκόπους/τοποτηρητές του Βατικανού, τους ζήτησε, μετά από λίγο, στρατιωτική και οικονομική βοήθεια για την ολοκλήρωση της κατάκτησης όλης της Πελοποννήσου. Αυτοί προβάλλοντας το επιχείρημα ότι ό,τι έλαβαν το έλαβαν από την εξουσία του Πάπα αρνήθηκαν την παροχή της βοήθειας που τους ζήτησε. Αμέσως ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος δήμευσε όλη την εκκλησιαστική περιουσία στο πριγκιπάτο για τρία χρόνια και με τα έσοδα από αυτήν όχι μόνο χρηματοδότησε την ολοκλήρωση της κατάκτησης της Πελοποννήσου αλλά έκτισε και το κάστρο Clermont ή Κλεμούτσι, στη βορειοδυτική ακτή της Πελοποννήσου, το οποίο αμέσως δώρισε στους Ναΐτες. Περισσότερο ισχυρή ιστορική απόδειξη της άμεσης και αποδοτικής συνεργασίας του Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου με τους Ναΐτες δεν θα πρέπει να υπάρχει. Στη συνέχεια ήλθε σε διαπραγματεύσεις με τους αντιπροσώπους του Πάπα. Έχοντας σαν επιχείρημα την ανάγκη της αντίστασης εναντίον των κατακτημένων Ελλήνων οι οποίοι –κατά την άποψή του και μόνο- με τη στάση τους έθεταν σε κίνδυνο την Παπική περιουσία στην Πελοπόννησο, που ήταν πιθανόν να χαθεί χωρίς την απαιτούμενη στρατιωτική υποστήριξη, κατέληξε σε συμφωνία με τον Αρχιεπίσκοπο της Πάτρας και τους λοιπούς επισκόπους. Το κύριο στοιχείο της συμφωνίας ήταν η υποχρέωση, με Παπική εντολή πλέον, των Θρησκευτικών Ταγμάτων των Ναϊτών και των Οσπιταλιέρων να του παρέχουν στρατιωτική υποστήριξη όποτε την χρειαζόταν αυτός και οι κληρονόμοι του. Με την συμφωνία αυτή επεστράφη η δημευμένη Παπική περιουσία. Η συμφωνία αυτή ήταν σαφέστατα ενεργή και μετά από, σχεδόν, πενήντα χρόνια όταν το 1258 ο αδελφός και διάδοχος του Γοδεφρίδου του Β΄ στο πριγκιπάτο της Αχαΐας, Γουλιέλμος Βιλεαρδουίνος (και οι δύο γιοί του Γοδεφρίδου Βιλεαρδουίνου) εξεστράτευσε εναντίον του λόρδου των Αθηνών Γκύ ντε λα Ρος, είχε σαν κύριο εκστρατευτικό σώμα τους Ναΐτες και τους Οσπιταλιέρους Ιππότες.
Το δεύτερο μεγάλο δώρο των Βιλεαρδουίνων στους Ναΐτες ήταν η εκκλησία του Αγίου Ιακώβου στην Ανδραβίδα. Η Ανδραβίδα διέθετε τρεις από τις μεγαλύτερες εκκλησίες της εποχής της Φραγκοκρατίας. Την Αγία Σοφία, τον Άγιο Ιάκωβο και τον Άγιο Στέφανο όλες κτισμένες από τους Φράγκους. Στην ναϊτική εκκλησία του Αγίου Ιακώβου είχαν ταφεί ο Γοδεφρίδος Βιλεαρδουίνος και οι δύο γιοί του Γοδεφρίδος ο Β΄ και Γουλιέλμος.
Η Ανδραβίδα ανεδείχθη στο σημαντικότερο και, ταυτόχρονα, μακροβιότερο στρατόπεδο/βάση των Ναϊτών στον Ελληνικό χώρο. Η βορειοδυτική ακτή της Πελοποννήσου όπου ήλεγχε την θαλάσσια οδό των προσκυνητών που αναχωρούσαν από τα νοτιοανατολικά παράλια της Ιταλίας με προορισμό τους Αγίους Τόπους ήταν υπό την εποπτεία των Ναϊτών. Τα έσοδα από την εκμετάλλευση των φέουδων καθώς και τα πάσης φύσεως άλλα έσοδα από τις υπόλοιπες δραστηριότητες των Ναϊτών όπως, κόμιστρα μεταφοράς προσκυνητών και εμπορευμάτων στους Αγίους Τόπους, εξαγωγές των Πελοποννησιακών προϊόντων στην Ευρώπη, τραπεζικές εργασίες και μεταφορά των εσόδων των Φράγκων και της παπικής εκκλησίας από το πριγκιπάτο στους τόπους καταγωγής τους, ήταν τεράστια.
Η παρουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα τερματίζεται λίγο πριν το 1307, έτος κατά το οποίο εκδηλώνεται η συνομωσία του βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππου του Ωραίου, σε συνεργασία με του Πάπα Κλήμη Ε΄, εναντίον του Ναϊτικού Τάγματος. Είναι γνωστό ότι την αυγή της Παρασκευής 13ης Οκτωβρίου 1307 συνελλήφθησαν 15.000 Ναϊτες Ιππότες στα ανά την Γαλλία διοικητήριά τους και έτσι άρχισε η ραγδαία διάλυση του Ναϊτικού Τάγματος.
Οι Ναΐτες είχαν, για λόγους άγνωστους μέχρι σήμερα, αναχωρήσει από την Ελλάδα περίπου στο τέλος του 1306 και δεν υπάρχουν στοιχεία για συλλήψεις και δίκες των Ναϊτών που να έλαβαν χώρα στην Ελλάδα. Η μόνη μαρτυρία που υπάρχει είναι μία επιστολή του πάπα Κλήμη Ε΄ με ημερομηνία 21 Νοεμβρίου 1307 που απευθύνετε στον δούκα του Τάραντα Φίλιππο και τον εξουσιοδοτεί να προχωρήσει στην κατάσχεση της Ναϊτικής περιουσίας που υπάρχει στο πριγκιπάτο της Αχαΐας και στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας.
Οι λιγοστές ανασκαφές που έγιναν στην Ανδραβίδα δεν έφεραν στο φως σημαντικά ευρήματα για καμία από τις τρεις Φράγκικες εκκλησίες και ιδιαίτερα από τους τάφους των Βιλεαρδουίνων στον Άγιο Ιάκωβο. Τα πενιχρά ευρήματα εξαντλούνται σε ένα τεμάχιο από σπασμένο ακόντιο και έναν σκελετό γιγαντόσωμου άνδρα που εικάζεται ότι ήταν Ναΐτης. Είναι λογικό η περιουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα μετά την αποχώρησή τους, να πέρασε στην κατοχή των Οσπιταλιέρων όπως συνέβη μετά το 1307 σε αρκετά σημεία στην Ευρώπη. Οι Οσπιταλιέροι όπως ακριβώς ενήργησαν στην υπόλοιπη Ευρώπη ενήργησαν, πιθανώς, και στην Ελλάδα. Ό,τι μπόρεσαν να οικειοποιηθούν το οικειοποιήθηκαν και ότι θύμιζε Ναϊτικό Τάγμα το κατέστρεφαν. Επίσης είναι πολύ πιθανόν στα χρόνια μετά την Φράγκικη κατοχή, κατά τη διάρκεια της οποίας αποψιλώθηκε η Ελλάδα από κάθε πλούτο, καθώς και στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, να καταστράφηκε από τους ορθόδοξους Έλληνες κάθε τι που είχε σχέση με τους Φράγκους και την Παπική εξουσία. Οι Φράγκοι ήταν χρεωμένοι με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, την κατοχή της Ελλάδας και την αδιαφορία της Δύσης για το Βυζάντιο που υπέκυπτε στους Οθωμανούς. Το Βατικανό έφερνε τη σφραγίδα της αλαζονείας και της αμετροέπειας που έδειχνε εναντίον των Ορθοδόξων και που ήθελε με κάθε μέσον και θυσία να τους υποδουλώσει θρησκευτικά. Αυτά αποτελούσαν, πιθανόν, την καλύτερη αιτία και αφορμή για τους Έλληνες για να καταστρέψουν ό,τι τους θύμιζε τις αιτίες του κακού.
Είναι διάχυτη η εντύπωση πολλών ιστορικών, Ελλήνων και ξένων, ότι η παρουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα ήταν συνεπακόλουθο της γενικής υποστήριξης αλλά και της χρηματοδότησης που παρείχαν στις σταυροφορίες και ιδιαίτερα στην άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους. Ούτε οι Ναΐτες ούτε οι Έλληνες ήλθαν ποτέ κοντά ο ένας στον άλλον. Το μόνο θετικό στοιχείο που διαφαίνεται στους Ναΐτες είναι η αντιμετώπιση των Ελλήνων χωρίς φανατισμό και μίσος και σε ότι αυτό μπορεί να μεταφράζεται στην καθημερινότητα ενός, κατά τα άλλα, κατακτητή.https://spzoidis.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου