ΟΙ ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΣΕΚΤΕΣ
.1 ΑΡΧΑΪΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
.1 ΑΡΧΑΪΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
Οι πρώτοι γνωστικοί εμφανίστηκαν ήδη από την αποστολική εποχή. Αυτοί πρώτοι προσπάθησαν να προσκολληθούν στις νεότευκτες χριστιανικές εκκλησίες. Παρέλαβαν την διδασκαλία των αποστόλων και προσπάθησαν να την αλλοιώσουν, εισάγοντας στοιχεία ξένα. Ο σκοπός τους ήταν εμφανής, καθώς δεν εργάζονταν προς δόξαν Θεού, αλλά για το ίδιον όφελος. Πρώτοι, οι απόστολοι επεσήμαναν τον κίνδυνο που προέρχονταν από αυτούς τους ανθρώπους, και ενημέρωσαν την εκκλησία και τους πιστούς.
4.1.1 ΣΙΜΩΝ Ο ΜΑΓΟΣ
Από αυτόν ξεκινούν οι εκκλησιαστικοί αιρεσιολόγοι, διότι τον θεωρούν ρίζα των γνωστικών αιρέσεων. Καταγόταν από την Γίτθα της Σαμάρειας. Αναφέρεται ήδη στις Πράξεις των Αποστόλων. Αμέσως έγινε εμφανής η υστεροβουλία και η αλαζονεία του. Ήδη είχε αρκετό χρόνο δράσης στην Σαμάρεια, όταν έφτασε εκεί το ευαγγελικό κήρυγμα. Κίβδηλος ο ίδιος, αμέσως αναγνώρισε την γνησιότητα της δύναμης των αποστόλων, και εντυπωσιάστηκε από την αποδοχή του μηνύματος της Αναστάσεως. Οι οπαδοί του τον αποκαλούσαν «δύναμη του Θεού μεγάλη». Ο Ιερώνυμος αναφέρει, ότι αυτοαποκαλούνταν «Λόγος του Θεού», Sermo Dei, Παράκλητος.
Από τον Άγιο Ιουστίνο αναφέρεται τρεις φορές. Από την μαρτυρία του φαίνεται ότι ο Σίμων έδρασε και στην Ρώμη, αν και η πληροφορία για τον ανδριάντα φαίνεται παραπλανητική. Δεν αποκλείεται, όμως, ο Σίμων να χρησιμοποίησε ως εφαλτήριο για την διάδοση του δικού του κηρύγματος την ομοιότητα του ονόματος του με αυτού στην επιγραφή. Ο αμοραλισμός του δείχνει ότι δεν θα είχε ενδοιασμούς να το κάνει, αρκεί να υπήρχαν εύπιστοι.
Περιέφερε μαζί του και μια πόρνη, την οποία περιμάζεψε από πορνείο της Τύρου. Γι’ αυτήν έλεγε ότι είναι η «Επίνοια», ότι πρώτα κατοίκησε στο σώμα της Ελένης της Ιλιάδας, και στην συνέχεια μετενσαρκώθηκε διαδοχικά από τους αγγέλους και τις εξουσίες του κάτω κόσμου, ώσπου έφτασε να κατοικεί στο σώμα της ακολούθου του.
4.1.1α Διδασκαλία
Στον Σίμωνα αποδίδεται ένα έργο το Απόφασις Μεγάλη. Δεν είναι σίγουρο αν είχε γραφεί από τον ίδιο ή τους μαθητές του, αλλά είναι αποδεκτό ότι είχε υποστεί μεταγενέστερη επεξεργασία. Ο Σίμων ξεκίνησε την διδασκαλία του από το «ὅτι ὁ Θεός πῦρ φλέγον ἐστί καί καταναλίσκον», δεν δέχονταν με ορθό τρόπο αυτό που ειπώθηκε από τον Μωυσή, αλλά το μπέρδευε με την διδασκαλία του Ηράκλειτου, και δέχονταν ότι το πυρ είναι η αρχή των όλων. Αυτή την αρχή την ονομάζει Απέραντος Δύναμις, και την θεωρεί ρίζα τον όλον. Δεν δέχεται το πυρ απλό, αλλά ότι έχει διπλή φύση, την μία κρυφή και την άλλη φανερή. Η πρώτη ήταν πηγή της δεύτερης. Θεωρούσε επίσης ότι το πυρ είχε νόηση όπως ο Εμπεδοκλής[.
Από το πυρ ξεπήδησαν έξι ρίζες σε τρεις συζυγίες: α) νους και επίνοια β) φωνή και όνομα γ) λογισμός και ενθύμηση. Σε αυτές ενυπάρχει όλη η Απέραντος Δύναμις, δυνάμει και όχι ενεργεία. Συνήθιζε ν’ αποκαλεί την Απέραντο Δυναμη «ὁ ἐστώς, ὁ στάς και ὁ στησόμενος», προφανώς κατ’ αντιγραφή του «ὁ ὧν, ὁ ἧν καί ὁ έρχόμενος».
Η πρώτη συζυγία χωρίζεται σε δύο παραφυάδες, τον ουρανό και την γη. Ο μεν ουρανός, είναι άρρεν, μένει άνω και προνοεί της συζύγου κάτω. Η δε σύζυγος λαμβάνει εκ του ουρανού καρπούς. Ο λόγος αποβλέπει σ’ αυτά που διαδραματίζονται μεταξύ ουρανού και γης και αναφωνεί «ἄκουε, ουρανέ, καί ἐνωτίζου, γη, ὅτι κύριος ἐλάλησεν˙ υἱούς ἐγέννησα καί ὕψωσα, αὐτοί δέ με ἠθέτησαν», ισχυρίζεται εν συνεχεία, ότι αυτός που αναφωνεί έτσι είναι η έβδομη δύναμη, ο εστώς, ο στας και ο στησόμενος. Οι άλλες δύο συζυγίες είναι, η μεν φωνή και όνομα – ήλιος και σελήνη, ο δε λογισμός και ενθύμηση, αέρας και ύδωρ. Η έβδομη δύναμη προύπήρχε μέσα στην Απέραντο Δύναμη. Σε αυτήν αναφέρονταν ο Μωυσής όταν έγραψε «καί πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γέν. 1.2)
Γι’ αυτήν ο Σίμων Μάγος έλεγε «εἰκών ἐξ ἀφθάρτου μορφῆς, κοσμοῦσα μόνη πάντα». Κατά την σιμωνανή ανθρωπολογία ο θεός έπλασε τον άνθρωπο διπλό «κατ’ εικόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν». Εικόνα είναι το πνεύμα το επιφερόμενο του ὐδατος, η έβδομη δύναμη. Αυτό το πνεύμα, αν εξεικονισθεί, μένει εις το διηνεκές, ειδάλλως καταστρέφεται με τον κόσμο.
Η δύναμη του πυρός, κατά την ανθρωπολογία του Σίμωνα, είναι η γενετήσια επιθυμία. Η δύναμη αυτή στον άνδρα μετατρέπεται σε σπέρμα, στην γυναίκα σε γάλα. Η μετατροπή γίνεται στον άνδρα, γέννηση, στην γυναίκα αύξηση. Συνεπώς η δύναμη αυτή είναι και γεννητική και αυξητική, πατήρ και μητηρ. Έτσι ερμηνεύει το «φλογίνη ῤομφαία ἡ στρεφομένη φυλάσσειν τήν ὁδόν τοῦ ξύλου τῆς ζωής» (Γεν. 3.24).
Για ν’ αποδώσει αλληγορική ερμηνεία στα χωρία της Παλαιάς Διαθήκης περί του παραδείσου, ακολουθούσε ανατομικό μοντέλο. Έτσι, ως παράδεισο εκλάμβανε την μήτρα. Για να το στηρίξει χρησιμοποιούσε το «ἐγώ εἰμι ὁ πλάσσων σε ἐν μήτρᾳ μητρός σου».
Επίσης στο «ποταμός ἐκπορευόμενος ἐξ Ἐδέμ ποτίζειν τόν παράδεισον» (Γεν. 2.10), αντιστοιχούσε τον ομφάλιο λώρο. Ο ποταμός διαχωρίζεται σε τέσσερεις, και σ’αυτούς αντιστοιχίζει τέσσερεις αισθήσεις και τέσσερα βιβλία του Μωυσή.
«αὕτη γάρ, φησιν, ἐστίν ἡ Γένεσις ὅρασις, είς ἥν άφορίζεται ποταμοῦ σχίσις μία˙ ἐθεάθη γάρ ὁ κόσμος ἐν ὁράσει. ἐπιγραφή βιβλίου δευτέρου Ἔξοδος˙ ἔδει γάρ τό γεννηθέν, τήν Ἐρυθράν διοδεύσαν θάλασσαν, ἐλεθεῖν ἐπί τήν ἔρημον - Ἐρυθράν δέ λέγει, φασί, τό αἷμα -, καί γεύσασθαι πικρόν ὕδωρ. … Λευιτικόν ὁμοίως τό τρίτον βιβλίο, ὅπερ ἐστίν ἡ ὄσφρησις ἤ ἀναπνοή. … Ἀριθμοί τό τέταρτον τῶν βιβλίων˙ γεῦσιν λέγει, ὅπου λόγος ἐνεργεῖ… Δευτερονόμιον δἐ, φησίν, ἐστί προς τήν ἁφήν τοῦ πεπλασμένου παιδίου ἐπιγεγραμένον».
Η σωτηριολογία του Σίμωνα ήταν αρκετά απλή. Κατ’ αρχήν θεοποίησε τον εαυτό του βάσει της παραπάνω διαδικασίας, δηλαδή, ενώ ήταν γεννητός και παθητός, είχε το εν δυνάμει και «εξεικονίσθη», οπότε εξομοιώθηκε με την έβδομη δύναμη. Στην συνέχεια ταύτισε την επίνοια με την Ελένη των αρχαίων ποιητών και την προσωποποίησε στην πόρνη που ερωτεύθηκε. Έτσι οι δυο τους έγιναν το πρώτο ζεύγος, ο νους και η επίνοια. Όπως έσωσε την Ελένη, υπόσχονταν να σώσει και τους οπαδούς του. Τί σήμαινε σωτηρία για τον Σίμωνα; Ο υλικός κόσμος, στην κοσμογονία του δημιουργήθηκε από τους αγγέλους και τις κάτω εξουσίες. Όπως αυτοί κακομεταχειρίστηκαν την Ελένη (εδώ ταυτίζει τους αγγέλους και τις κάτω εξουσίες με τους πορνοβοσκούς των χαμαιτυπείων της Τύρου), παρόμοια ασκούσαν κακή διαχείριση του κόσμου. Συνεπώς ως σωτηρία εννοούσε την λύτρωση από την τυραννία των αγγέλων[. Μετά την θεοποίησή του λατρεύονταν από τους οπαδούς του ως ο Δίας και η Ελένη ως η Αθηνά.
Το σύστημα του Σίμωνα στερούνταν ηθικής διδασκαλίας. Εφόσον η σωτηρία προέρχονταν από τον ίδιο και την Ελένη, οι ίδιοι μπορούσαν να θέσουν τους κανόνες για την απόκτησή της. Και δεν έθεσαν κανέναν. Έτσι, δύο τινα επιτεύχθηκαν. Πρώτον, οι οπαδοί τους μπορούσαν να ζήσουν έκλυτο βίο, όσο το επιθυμούσαν χωρίς αναστολές. Δεύτερον, με την υπόσχεση της σωτηρίας, η οποία εξαρτιόνταν, μόνο από τον ίδιο και την ερωμένη του, κρατούσαν υπό ομηρία όσους τους ακολουθούσαν.
4.1.1β Πρακτικές.
Ο Ευσέβιος Καισαρείας αναφέρει μόνο την προσφορά θυσιών, σπονδών και θυμιάματος στους θεοποιηθέντες αρχηγούς της σέκτας ή στις εικόνες αυτών. Αρνείται για λόγους κοσμιότητας να περιγράψει τις τελετές των σιμωνιανών:
«Αι δε περισσότερον απόρρητοι πράξεις των, από τας οποίας λέγουν ότι ο δια πρώτην φοράν ακούων αυτάς θα εκπλαγή και συμφώνως προς εν γραπτόν λόγιόν των “θα θαμβωθή”, πράγματι είναι γεμάται θάμβος, παραφροσύνην και μανίαν˙ είναι τοιαύται, ώστε να μη είναι δυνατόν όχι μόνον να παραδοθούν δια της γραφής αλλά ούτε απλώς να προφερθούν δια των χειλέων από σώφρωνας άνδρας ακριβώς λόγω της υπερβολικής αισχρότητος και βρωμερότητος. Πράγματι ό,τι μιαρώτερον πάσης αισχράς πράξεως είναι δυνατόν να επινοηθή, αυτό έχει υπερακοντισθη από την μυσαρωτάτην αίρεσιν των ανθρώπων τούτων, οι οποίοι εμπαίζουν τας αθλίας και βεβαρυμένας με παντοειδή πράγματι κακά γυναίκας».
Ο άγιος Ιππόλυτος είναι λίγο πιο αποκαλυπτικός. Αναφέρει ότι ασκούσαν μαγείες και μαγγανείες. Κατασκεύαζαν φίλτρα και έστελναν τους ονειροπομπούς δαίμονες σε όποιον ήθελαν. Κατά την προσκύνηση των εικόνων απαγορευόταν να ονομάζουν Σίμωνα και Ελένη, με τιμωρία τον εξοβελισμό από την σέκτα, σε περίπτωση παραπτώματος. Όφειλαν να τους αποκαλούν κύριο και κυρία.
Στα Κλημέντεια αναφέρεται, ότι η Ελένη καλούνταν Luna-Σελήνη. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι πολύ πιθανό, εφόσον ο Σίμων-ήλιος και Ελένη-σελήνη, θα έπρεπε ν’ αντιστοιχηθεί στη δεύτερη συζυγία. Πάντως σε αυτές τις σέκτες δεν μπορεί να περιμένει κάποιος ακρίβεια στην λογική σειρά. Αν Ελένη ήθελε να είναι Luna, κανείς δεν θα μπορούσε να εγείρει ενστάσεις.
4.1.1γ Το τέλος του Σίμωνα – κρίσεις
Όταν πια η απάτη του ξεσκεπάστηκε στη Σαμάρεια, ο Σίμων κατέφυγε στη Ρώμη. Εκεί για κάποιο χρονικό διάστημα, κατάφερε να συνεχίσει τις γητείες του με επιτυχία. Εξακολουθούσε να ζητά από τους οπαδούς του να λατρεύεται ως θεός, όπως κατέγραψε ο άγιος Ιουστίνος. Στην Ρώμη κατέφθασε ο Απόστολος Πέτρος, για να κηρύξει το Ευαγγέλιο. Αναγκαστικά, κάποια στιγμή έπρεπε να έρθει αντιμέτωπος με τον Σίμωνα.
Η δράση του Σίμωνα στη Ρώμη και η συνάντηση με τον απόστολο Πέτρο, αναφέρονται στις πράξεις Πέτρου, σε λατινική μετάφραση. Χαρακτηριστική φράση από την διδασκαλία του Σίμωνα, σώζεται στην παράγραφο 23:
«Άνδρες Ρωμαίοι, γεννάται ο Θεός; Σταυρώνεται; Ο έχων Κύριον δεν είναι Θεός. Αφού δε είπε αυτά πολλοί δε φώναξαν˙ Καλώς λέγεις, Σίμων»
Αυτό που διακρίνουμε στο παραπάνω απόσπασμα, είναι ο διαβρωτικός χαρακτήρας της δράσης του Σίμωνος. Στόχος του δεν ήταν οι ειδωλολάτρες της Ρώμης, αλλά οι Χριστιανοί. Αυτούς προσπαθούσε να αποσπάσει από την Εκκλησία, με τα τεχνάσματά του, γι’ αυτό και οι αντιαιρετικοί συγγραφείς ομιλούν περί αιρέσεως.
Έμπλεος αυθάδειας και αυτοπεποίθησης, τόλμησε να προκαλέσει τον απόστολο Πέτρο:
«Ἄνδρες Ῥωμαίοι, νῦν δοκεῖτε μου κατισχῦσαι τόν Πέτρον ὡς δυνατώτερον καί μᾶλλον αὐτῷ προσέχετε˙ ἠπάτησθε. Αὔριον γάρ ἐγώ καταλιπών ὑμᾶς ἀθεοτάτους καί ἀσεβεστάτους, ἀναπτήσομαι πρός τόν θεόν, οὗ ἡ δύναμις ἐγώ ἐιμι ἀσθενήσασα»(§ 31)
Από το παραπάνω φαίνεται, ότι ο ερχομός του αποστόλου Πέτρου στη Ρώμη είχε ευεργετική επίδραση στην διάθεση των πιστών. Η Εκκλησία ανασυγκροτήθηκε και οι οπαδοί του Σίμωνα καταισχύνονταν μαζί με τον ίδιο. Αυτός ετοίμασε μία θεαματική έξοδο, την οποία προανήγγειλε σε αυτούς που τον κορόιδευαν. Ότι δηλαδή την επομένη θα ανέρχονταν προς τον πατέρα και θεό του, την Απέραντο Δύναμη.
Πραγματικά, την επομένη συγκεντρώθηκε το πλήθος, στον τόπο που είχε υποδειχθή από τον Σίμωνα. Εκεί κατέφθασε και ο απόστολος Πέτρος κατόπιν πληροφορίας. Αφού απηύθυνε τις τελευταίες του προκλήσεις και ύβρεις, ο Σίμων άρχισε να ανεβαίνει στον αέρα προς τα πάνω:
«Καί ἰδού ἀρθέντος αὐτοῦ εἰς τό ὕψος καί πάντων ὁρώντων αὐτόν εἰς ὅλην τήν Ῥώμην, καί ὑπέρ τους ναούς αὐτῆς καί τά ὄρη ἠρμένον, ἀφεώρων οἱ πιστοί εἰς τόν Πέτρον. Καί ὁ Πέτρος ἰδών τό παράδοξον τοῦ θεάματος ἐβόησεν προς τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν˙
Ἐάν ἀφῆς τοῦτον ποιῆσαι ὅ ἐπεχείρησεν, νῦν πάντες οἱ εἰς σε πιστεύσαντες σκανδαλιθήσονται καί ἔσται ἅ δι’ ἐμοῦ ἔδωκας αὐτοῖς σημεῖα καί τέρατα ἄπιστα˙ τάχυνον κύριε την χάριν σου, καί καταπεσόντος αύτοῦ ἄνωθεν, ἐκλυθείς συστῇ καί μή ἀποθάνῃ, ἀλλά κενωθῇ καί τό σκέλος κατεάξη ἐκ τριῶν τόπων.
Καί καταπεσόντος αὐτοῦ ἄνωθεν τό σκέλος κατέαξεν ἐκ τριῶν τόπων. Τότε αὐτόν λιθοβολήσαντες ἕκαστος εἰς τά ἴδια ἀνεχώρησαν, Πέτρῳ τό λοιπόν πάντες πειθόμενοι». (§32)
Υπάρχει μία τάση απαξίωσης της παραπάνω διήγησης, διότι προέρχεται από την απόκρυφη γραμματεία. Οι συναξαριστές, όμως του αποστόλου Πέτρου, την χρησιμοποιούν και την έχουν συμπεριλάβει στο συναξάρι του, διασταυρώνοντας με την προφορική παράδοση . Εξάλλου δεν διαθέτουμε διαφορετική ενημέρωση για τον θάνατο του Σίμωνα. Αυτός λιθοβολήθηκε από το εξαπατημένο πλήθος, όταν αποκαλύφθηκε η απάτη του.
Ο Σίμων θεωρείται ο πρώτος αιρετικός:
«Έχουμε λοιπόν παραλάβει την πληροφορία, ότι πρώτος αρχηγός πάσης αιρέσεως ανεδείχθη ο Σίμων. Οι έκτοτε έως σήμερον ακολουθούντες την αίρεσή του, ενώ υποκρίνονται ότι πρεσβεύουν την σώφρονα και φημισμένη σ’ όλο τον κόσμο για την καθαρότητα του βίου χριστιανική φιλοσοφία, επιστρέφουν, όμως, πάλι στην ειδωλολατρική δεισιδαιμονία, από την οποία νόμιαζαν ότι είχαν απαλλαγεί[25]»
Και πάλι συναντούμε την θέση των εκκλησιαστικών συγγραφέων, ότι επρόκειτο για χριστιανική αίρεση. Και ο λόγος είναι, πρώτον όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, διότι απευθύνονταν προς τα μέλη της Εκκλησίας, προς όσους είχαν ήδη πιστέψει στην θεότητα του Ιησού Χριστού, προς τους Χριστιανούς[26]. Δεύτερον, για εξαπάτηση οι αιρετικοί διακήρυσσαν ότι ήταν και οι ίδιοι Χριστιανοί. Τρίτον, υποστήριζαν, είτε αληθώς είτε ψευδώς, ότι ήταν μαθητές των Αποστόλων. Έτσι ο Σίμων υποστήριζε ότι ήταν μαθητής του αποστόλου Πέτρου, ο Βασιλείδης ότι είχε για δάσκαλό του τον Γλαύκο, ερμηνευτή του Πέτρου, ο Βαλεντίνος επικαλούνταν τον Θευδά, γνώριμο του Παύλου. Συνεπώς, και οι ίδιοι αναγνώριζαν και σφετερίζονταν την αυθεντία των Αποστόλων. Αλλά, όπως βεβαιώνει και ο Ευσέβιος, στην πραγματικότητα αποσπούσαν πιστούς από την Εκκλησία και τους παρέδιδαν στην ειδωλολατρία.
Υπάρχουν, βέβαια, διαφορές με τις αιρέσεις, όπως έχουμε συνηθίσει να τις βλέπουμε από την εποχή του Αρείου και μετά. Την περίοδο αυτή που εξετάζουμε, οι αιρέσεις έχουν εξόφθαλμες κακοδοξίες. Αργότερα οι κακοδοξίες θα γίνουν πιο εκλεπτυσμένες, θα καμουφλάρονται πίσω από καλοδιατυπωμένες εκφράσεις, ώστε να μην γίνονται αμέσως αντιληπτές. Αλλά θα πρέπει να προηγηθεί η αποτυχία των πρώτων αιρετικών και των τεχνασμάτων τους. Την αποστολική και άμεση μεταποστολική εποχή, οι αιρετικοί προσπαθούν ν’ ανταγωνισθούν τους αποστόλους, σε ένα κήρυγμα πρωτότυπο, καινοτόμο, πολλές φορές σκανδαλώδες, «Ἰουδαίοις μέν σκάνδαλον, Ἕλλησι δέ μωρίαν[», αλλά επιβεβαιώνεται με σημεία. Έτσι, στην προσπάθειά τους αυτή ν’ αντιγράψουν τους αποστόλους, μεταπίπτουν οι αιρετικοί στο άλλο άκρο και καταντούν να κηρύσσουν γελοιότητες. Με την βοήθεια των δαιμόνων, μετέρχονται μαγικών και ταχυδακτυλουργικών τεχνασμάτων, υιοθετούν στις σέκτες τους πρακτικές ελκυστικές, αλλά ευδιάκριτα αντιχριστιανικές.
Μόνο όταν απέτυχαν όλα τα παραπάνω κόλπα, και πτώχευσαν οι σέκτες που δημιουργήθηκαν αυτή την εποχή, με την σύντονη προσπάθεια των εκκλησιαστικών δυνάμεων, περνάνε οι αιρέσεις σε νέα φάση. Οι επόμενες αιρέσεις ή για να είμαστε πιο ακριβείς, οι ίδιοι υποκινητές και των επόμενων αιρέσεων, έχουν πάρει το μάθημά τους, και προσπαθούν με την επόμενη γενιά να μολύνουν την χριστιανική πίστη, με την εισαγωγή στοιχείων κυρίως από την ελληνική φιλοσοφία. Ενώ δηλαδή από την εποχή των αποστόλων, μέχρι τους τελευταίους γνωστικούς, έχουμε την γέννηση χριστιανικής απόχρωσης διδασκαλιών, με δράση εις βάρος της Εκκλησίας, από τον τέταρτο αιώνα και μετά έχουμε προσπάθεια μόλυνσης της ίδιας της ορθόδοξης διδασκαλίας, και μέσω αυτής, της Εκκλησίας.
Και στην μια και στην άλλη περίπτωση, μπορούμε να μιλάμε για αιρέσεις. Οι ίδιοι υποκινητές κρύβονταν από πίσω, τα πνεύματα της πονηρίας. Τον ίδιο στόχο είχαν και έχουν, να πλήξουν το ευαγγελικό κήρυγμα και την Εκκλησία. Ας μην μας παραπλανούν οι προσπάθειες που γίνονται, την σύγχρονη εποχή, να μας πείσουν ότι επρόκειτο για κάτι άλλο, για κίνημα με υψηλή πνευματικότητα. Αυτά είναι ψέματα και ξέρουμε ποιοι τα διαδίδουν.
Οὐ γάρ τά νοήματα αὐτῶν ἀγνοοῦμεν.
Ο Ευσέβιος ανέφερε παραπάνω, ότι στην εποχή του υπήρχαν ακόμη υπολείμματα της αίρεσης των σιμωνιανών. Το ίδιο λέει και ο Ωριγένης επισημαίνοντας ότι επρόκειτο για ασήμαντο αριθμό προσώπων:
«Ἠθέλησε δέ καί Σίμων ὁ Σαμαρεύς Μάγος τῇ μαγείᾳ ὑφελέσθαι τινάς. Καί τότε μέν ἠπάτησε˙ νυνί δέ τους πάντας ἐν τῇ οἰκουμένῃ οὐκ ἔστι Σιμωνιανούς εύρεῖν τόν ἀριθμόν, οἷ μια ριάκοντα. Καί τάχα πλείονας εἶπον τῶν ὅντων. Εἰσί δέ περί τήν Παλαιστίνην σφόδρα ἐλάχιστοι˙ τῆς δέ λοιπῆς οἰκουμένης οὐδαμοῦ τό ὅνομα αὐτοῦ, καθ’ ἥν ἠθέλησεν δόξαν περί ἑαυτοῦ διασκεδάσαι».
.2 ΔΟΣΙΘΕΟΣ
Για τον Δοσίθεο δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά. Τα περισσότερα είναι γνωστά από τα έργα του Ωριγένη. Έτσι στο Περί Αρχών διαβάζουμε για τις ευρησιολογίες των Ιουδαίων περί του Σαββάτου:
«ἄλλοι δέ, ὧν ἐστι Δοσίθεος ὁ Σαμαρεύς, καταγινώσκοντες τῆς τοιαύτης διηγήσεως οἴονται ἐπί τοῦ σχήματος, οὗ ἄν καταληφθῇ τις ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου, μένειν μέχρι ἑσπέρας».
Από αυτό το απόσπασμα φαίνεται ότι ο Δοσίθεος ήταν αυστηρός τηρητής του Νόμου, οπότε θεωρείται ότι πρόκειται περί Φαρισαίου, διακεκριμένου από τον Δοσίθεο που αναφέρεται στο Κατά Κέλσου:
«Καί μετά τοῦ Ίησοῦ δέ χρόνους ήθέλησε καί ὁ Σαμαρεύς Δοσίθεος πεῖσαι Σαμαρεῖς ὅτι αὐτός εἴη ὁ προφητευόμενος ὑπό Μωυσέως Χριστός, καί ἔδοξέ τινων τῇ ἑαυτοῦ διδασκαλίᾳ κεκρατηκέναι».
Ο δεύτερος παρουσιάζεται δηλαδή ως συγκρητιστής, ενώ ο πρώτος ως Φαρισαίος. Δεδομένης όμως της αντιπαράθεσης των Σαμαρειτών με τους Φαρισαίους, είναι λίγο δύσκολο ο πρώτος, ενώ δηλώνεται ξεκάθαρα από τον Ωριγένη ως Σαμαρείτης, να είναι και Φαρισαίος. Πρόκειται μάλλον για το ίδιο πρόσωπο. Την προκύπτουσα αντίφαση εξηγεί ο άγιος Επιφάνιος:
«οὗτος συνεμίγη άπό Ἰουδαίων ὁρμώμενος είς τά τῶν Σαμαρειτῶν ἔθνη, έν παιδεύσει δέ <τῇ> κατά τόν νόμον προήκων δευτερώσεσί τε ταῖς παρ’ αὐτοῖς, θηρώμενος δέ τά πρωτεῖα καί ἀποτυχών καί μή ἀξιωθείς τι παρά Ἰουδαίοις νομισθῆναι, ἐξέκλινεν εἰς τό Σαμαρειτικόν γένος καί ταύτην τήν αἵρεσιν προεστήσατο»
Στα Κλημέντεια αναφέρεται ότι ο Δοσίθεος, όπως και ο Σίμων ήταν μαθητές του Ιωάννη του Βαπτιστή. Η μαρτυρία αυτή, βέβαια, δεν είναι γνήσια, ούτε γίνεται αποδεκτή. Ενδέχεται, όμως, να κρύβει κάποια σχέση μεταξύ Δοσιθέου και Σίμωνος. Αναφέρεται για παράδειγμα ότι κατά την απουσία του Σίμωνος στην Αίγυπτο, ο Δοσίθεος σφετερίστηκε την αρχηγία της αίρεσης.
Αυτός παρουσιάζονταν ως ο Μεσσίας, για τον οποίο είχε προφητεύσει ο Μωυσής. Κεντρικό σημείο της διδασκαλίας του ήταν ότι οι οπαδοί του δεν πεθαίνουν. Για τον ίδιο μάλιστα έλεγαν οι οπαδοί του την εποχή του Ωριγένη, ότι δεν πέθανε αλλά ζει κάπου:
«… ἀφ’ οὗ δεῦρο μέχρι εἰσίν οἱ Δοσιθεηνοί, φέροντες καί βίβλους τοῦ Δοσιθέου καί μύθους τινάς περί αὐτοῦ διηγούμενοι ὠς μή γευσαμένου θανάτου ἀλλ’ ἐν τῷ βίῳ που τυγχάνοντος».
Από το παραπάνω εδάφιο προκύπτει ότι είχε συγγράψει και βιβλία. Γι’ αυτά έγραψε ο Ευλόγιος Αλεξανδρείας στον ενδέκατο λόγο του «Ὀρος εκφωνηθείς τοις Σαμαρείταις», ο οποίος διασώζεται περιληπτικά στην Μυριόβιβλο του Μ. Φωτίου:
«Μυρίαις δέ καί ποικίλαις ἄλλαις νοθείαις τήν Μωσαϊκήν Ὀκτάτευχον κατακιβδηλεύσας, καί ἕτερα τινα συγγράμματα μωρά τε καί ἀλλόκοτα καί ἀπεναντία πνευματικῆς νομοθεσίας συντεταχώς τοῖς πειθομένοις κατέλιπεν».
Σύμφωνα με τον Ευλόγιο, ο Δοσίθεος, όχι μόνο πρόβαλε τον εαυτό του ως υπό του Μωυσέως προφητευμένο, αλλά αρνούνταν και την ύπαρξη του Υιού του Θεού:
«Πῶς δέ καί κατέβαινε καί προς τόν υἱόν μηδαμῶς κατά τόν Δοσίθεον δύσφημον λῆρον δυνάμενον εἷναι;»
Υποστήριζε επίσης, ότι η ψυχή είναι φθαρτή, ενώ ο κόσμος άφθαρτος. Για τους αγγέλους έλεγε ότι έλαβαν από την θεία ουσία και όχι ότι δημιουργήθηκαν εκ του μη όντος. Ταυτόχρονα υποστήριζε ότι μαζί με τους αγγέλους δημιουργήθηκαν και οι δαίμονες, σε αντίθεση με την θέση της Εκκλησίας, που θεωρεί τους δαίμονες, πεπτωκότες αγγέλους. Έτσι ο Δοσίθεος κατηγορούσε έμμεσα τον Θεό ως δημιουργό και του κακού.
Για τις πρακτικές τους είναι γνωστό ότι είχαν ημερολόγιο 30 ημερών, έκαναν καθαρμούς, ήταν ασκητικοί και φυτοφάγοι. Τελικά ο Δοσίθεος έπεσε θύμα της υποκρισίας του. Θέλοντας να παρουσιάσει τον εαυτό του υπερβολικά ασκητικό, κατέφυγε σε σπήλαιο και πέθανε από ασιτία. Όταν αργότερα βρήκαν το σκωληκόβρωτο πτώμα του είχε γίνει ήδη αποχωρητήριο για τις μύγες, και περίγελος των δαιμόνων.
4.1.3 ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ
Ο Μένανδρος ήταν μαθητής του Σίμωνα του Μάγου και πιθανόν διάδοχός του στην αρχηγεία της αίρεσης[. Καταγόταν από την Καππαρεταία της Σαμάρειας, όπως μας πληροφορεί ο άγιος Ιουστίνος:
«Μένανδρον τε τινα, καί αὐτόν Σαμαρέα, τόν ἀπό κόμης Καππαρεταίας, γενόμενον μαθητήν τοῦ Σίμωνος, ἐνεργηθέντα καί αὐτόν ὑπό τῶν δαιμόνων καί ἐν Ἀντιοχείᾳ γενόμενον πολλούς ἐξαπατῆσαι διά μαγικῆς τέχνης οἴδαμεν, ὅς καί τοῦς αὐτᾦ ἐπομένους ὡς μηδέν ἀποθνήσκοιεν ἔπεισε»
Πεδίο δράσης του ήταν η Αντιόχεια. Αυτός προσέλκυε τους οπαδούς του με την υπόσχεση της αθανασίας. Σ’ αυτό το σημείο ακολουθούσε το παράδειγμα του Δοσίθεου. Μιλούσε περί του υψίστου και αγνώστου Πατρός, του οποίου Υιός και απεσταλμένος ήταν ο ίδιος. Παραδέχονταν αιώνες και κοσμοποιούς αγγέλους, ακλουθώντας την θεογονία του Σίμωνα. Όπως και ο δάσκαλός του, έτσι και αυτός εμφανιζόταν ως σωτήρας.
Εφάρμοζε μαγικές πρακτικές, τις οποίες θεωρούσε απαραίτητες για την σωτηρία των οπαδών του. Αν κάποιος δεν περνούσε από τις μαγικές τελετές του δεν ήταν δυνατόν να σωθεί. Απαραίτητη προϋπόθεση για την σωτηρία ήταν και το εξ αυτού παραδεδομένο βάπτισμα. Η εξ αυτού πηγάζουσα σωτηρία ήταν η αθανασία σε αυτόν τον κόσμο. Όσοι την δέχονταν δεν θα πέθαιναν, αλλά θα παρέμεναν σε αυτή τη ζωή αγέραστοι και αθάνατοι. Φαίνεται λοιπόν, ότι για τον Μένανδρο, ο υλικός κόσμος δεν ήταν κακός, όπως για τους περισσότερους γνωστικούς, αλλά διοικούνταν τυρρανικώς, υπό τον αγγέλων. Η ύλη προφανώς δεν ήταν φυλακή της ψυχής, από την οποία θα έπρεπε ν’ απαλλαγεί ο άνθρωπος, ώστε ν’ ανέλθει στον ουράνιο κόσμο. Αντίθετα επιδίωξή του ήταν η αθνασία σε αυτό τον κόσμο.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.......
impantokratoros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου