Ο Χάντιγκτον σημειώνει ότι όταν «οι θρησκευτικές ανάγκες για εκσυγχρονισμό δεν θα μπορούν ν’ απαντηθούν με τα παραδοσιακά τους πιστεύω, οι άνθρωποι θα στραφούν σε έννοιες που ικανοποιούν το συναίσθημα». Στο σημερινό κόσμο, αυτό ανοίγει το δρόμο είτε για μουσουθλμανικές είτε για χριστιανικές ιεραποστολές -οι πιο συνηθισμένες είναι οι Προτεσταντικές, ευαγγελικές αιρέσεις για τους χριστιανούς. Για ν’ αναφερθούμε στον Χάντιγκτον άλλη μια φορά: «κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα τόσο το Ισλάμ όσο και ο Χριστιανισμός απλώθηκαν σημαντικά στην Αφρική και μια μεγάλη μετατόπιση προς το Χριστιανισμό απαντήθηκε στη Ν. Κορέα. Στις κοινωνίες που εκσυγχρονίζονται με ταχύ ρυθμό, αν η παραδοσιακή θρησκεία είναι ανίκανη να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του εκσυγχρονισμού, τότε υφίσταται η δυναμική για τη διάδοση της Δυτικής Χριστιανοσύνης και του Ισλάμ. Σ’ αυτές τις κοινωνίες, οι πιο επιτυχημένοι πρωταγωνιστές της Δυτικής κουλτούρας δεν είναι οι νέο-κλασικοί οικονομολόγοι ή οι σταυροφόροι δημοκράτες ή τα εκτελεστικά Συμβούλια των Πολυεθνικών. Είναι και πολύ πιθανόν να συνεχίσουν να είναι οι Χριστιανικές ιεραποστολές. Ούτε ο Άνταμ Σμιθ ούτε ο Τόμας Τζέφερσον θα ικανοποιήσουν τις ψυχολογικές, συναισθηματικές, ηθικές και κοινωνικές ανάγκες των αστών μεταναστών και την πρώτη γενιά αποφοίτων του γυμνασίου. Μπορεί να μην τους ικανοποιεί ούτε ο Χριστός αλλά είναι πιθανόν να έχει καλύτερη τύχη. Παρ’ όλ’αυτά, μακροπρόθεσμα κερδισμένος βγαίνει ο Μωάμεθ. Ο χριστιανισμός εξαπλώνεται κυρίως με τον προσηλυτισμό, το Ισλάμ με τον προσηλυτισμό και την αναπαραγωγή».Οι εκτεταμένοι προσηλυτισμοί από προτεστάντες ιεραπόστολους που πραγματοποιούνται τώρα στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική μπορεί να σημαίνουν ότι οι εξωτερικές πολιτισμικές επιρροές θα έχουν αυξητικά βαθύ μετατρεπτικό αποτέλεσμα στους πολιτισμούς τους. Ο Χάντιγκτον γράφει ότι: «Η εξάπλωση του προτεσταντισμού μεταξύ των φτωχών στην λατινική Αμερική δεν είναι κατά κύριο λόγο η αντικατάσταση μιας θρησκείας από μια άλλη, αλλά μάλλον μια μεγάλη καθαρή αύξηση στην θρησκευτική δέσμευση και την συμμετοχή αφού οι κατ’ όνομα και παθητικοί Καθολικοί γίνονται ενεργοί και ευσεβείς Ευαγγελιστές».
Ακόμη κι αν έχει πει τόσα πολλά ο Χάντιγκτον δεν μοιάζει να ενδιαφέρεται πολύ για το μετασχηματισμό των πολιτισμών από τις εξωτερικές εμπλοκές με ιεραποστολές ή κάποια άλλη εξωτερική επιρροή. Γι αυτό δίνει μικρή σημασία στην Αφρική και τη λατινική Αμερική όπου αυτές οι διαδικασίες είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικές. Επίσης δεν λέει τίποτα και για τους αραβο-Ισραηλινούς πολέμους ίσως γιατί δεν είναι σίγουρος αν οι Εβραίοι ανήκουν σ’ ένα ξεχωριστό πολιτισμό ή όχι. Αυτό είναι ιδιαίτερα εκπληκτικό από τη στιγμή που συγκεντρώνει την προσοχή του πρωτίστως στις διαμάχες της Δύσης με το Ισλάμ και δευτερευόντως με την Κίνα -οι δύο πολιτισμοί που πιστεύει ότι θα προκαλέσουν τη Δύση στις ερχόμενες δεκαετίες. Όπως ειπώθηκε, συστήνει συμβιβασμό με καθεμιά απ’ αυτές μέσω της διαίρεσης του κόσμου σε καλά προσδιορισμένες σφαίρες επιρροής.
Παρ’ όλα αυτά διατηρεί επίσης ελπίδες για απορρόφηση της λατ. Αμερικής από την εκσυγχρονισμένη Δύση, με τον όρο αυτό εννοεί την Β. Αμερική και την Ευρώπη. Το πως μια τέτοια πολιτική θα λειτουργούσε παραμένει ανεξερεύνητο αλλά ο Χάντιγκτον δείχνει να υποθέτει ότι ενώ οι Αμερικνοϊνδιάνικη (Amerindian)και Αφρικάνικη πολιστιστική κληρονομιά και η υπανάπτυξη πολλών Νοτιοαμερικάνικων κρατών, τις απέκλεισε στο παρελθόν από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, οι Λατινοαμερικάνοι μπορεί να τραβηχτούν στην ακμάζουσα Δυτική τροχιά όχι μόνο μέσω του θρησκευτικού προσηλυτισμού αλλά και από συμφωνίες όπως η NAFTA.
Επομένως υπονοεί -αλλα δεν το λέει σαφώς- ότι η ασθενέστερη διείσδυση απλών κοσμικών ιδεών και αγαθών που προκύτπουν από τις καθημερινές ανταλλαγές και το εμπόριο μπορεί να έχουν σαν αποτέλεσμα την αναδιαμόρφωση ταυτοτήτων και πολιτικών συγγενών σχέσεων μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών. Ακόμη, αν τον κατανοώ σωστά ο Χάντιγκτον πιστεύει πραγματικά μόνο αν λαοί Αμεριντιανικής και Αφρικανικής καταγωγής μπορούσαν να γίνουν εύκολα ελεύθερα αποδεκτοί μεταξύ των αρχουσών ελίτ της αμερικάνικης κοινωνίας, τόσο του Νότου όσο και του Βορρά -προοπτική που δεν φαίνεται πιθανή για αρκετό καιρό.
Οι ασθενέστερες, καθημερινές κοσμικές επαφές που αναφέρει ο Χάντιγκτον περνιόνται, οι οποίες επηρεάζουν κάθε κοινωνία επί προσώπου Γης είναι φυσικά αυτές που η επίσημη αμερικάνικη εξωτερική πολιτική περιμένει να επικρατήσουν. Ελεύθερες, ορθολογικές επιλογές, με σκοπό να καταφέρουν μια καλύτερη ζωή (που συνήθως μετριέται με τους αυστηρούς υλικούς όρους του αυξανόμενου εισοδήματος και της οικονομικής ανόδου) θεωρείται από τους Αμερικάνους ηγέτες ότι θα πιέσουν τόσο την ιδιωτική όσο και τη δημόσια συμπεριφορά στην κατεύθυνση της ειρήνης, του συμβιβασμού της νομιμότητας και της αμοιβαίας προσαρμογής. Ο πόλεμος και η βία που είναι εμφανή κομμάτια της κοινωνικής και ορθολογικής τάξης αντιμετωπίζονται ως θλιβερές ανωμαλίες. Όταν ένας κακός κατεργάρης μπορεί ν’ αναγνωριστεί ως υπεύθυνος για την αποδέσμευση οργανωμένης βίας, οι Αμερικάνοι θέλησαν πραγματικά μερικές φορές (σχεδόν διψασμένα) να πολεμήσουν, όπως έδειξε πρόσφατα ο Πόλεμος του Κόλπου. Τέτοιες κινήσεις είναι όμως σποραδικές και εξαιρέσεις. Αυτό στο οποίο στηρίζεταιεπίσημα η εξωτερική πολιτική είναι η πολλαπλότητα των ειρηνευτικών επαφών και η αργή βελτίωση των συνθηκών ζωής για όλους τους κατοίκους της Γης που υποτίθεται ότι επιφέρουν τέτοιες επαφές.
Τέτοιες ιδεές, βέβαια έχουν τις ρίζες τους στον ορθολογισμό και την παγκοσμιοποίηση του διαφωτισμού του 18ουαιώνα, όπως είναι η οικονομική θεωρία της ελεύθερης αγοράς και του ελευθέρου εμπορίου που κυριαρχεί τόσο στην εξωτερική μας πολιτική. Μήπως, τέτοιες ιδέες είναι απαρχαιωμένες και λανθασμένες όπως αναγγέλλει ο Χάντιγκτον; Η αρκετά σαθρή μου απάντηση είναι και ναι και όχι.
Ναι, ο Χάντιγκτον έχει δίκιο, γιατί ως ανθρώπινα πλάσματα όντως διαρθρώνονται από την κουλτούρα. Έπεται ότι η κληρονομιά των μεγάλων Ασιατικών πολιτισμών και των Αφρικάνικων και Amerindian κοινωνιών δεν είναι ταυτόσημη με την κληρονομιά του ευρωπαϊκού παρελθόντος. Τέτοιες διαφορές έχουν σημασία στην πολιτική και βρίσκουν την πιο φανατική τους έκφραση στη θρησκεία. Μπορεί να επηρεάζουν ακόμη και τα οικονομικά, όπως επιχειρηματολογεί ο Χάντιγκτον όταν γράφει ότι πρόσφατη οικονομική πλημμυρίδα στην Κίνα και άλλες Ανατολικές Ασιατικές χώρες -που χαρακτηρίζει ως Ασιατική επιβεβαίωση- είναι συνεπείς με τις αξίες του κομφουκιανισμού περί ιεραρχίας, συναίνεσης και αυτοπειθαρχίας.
Οι πολιτισμοί όμως είναι από μόνοι τους διαφορετικοί, με αμέτρητες εσωτερικές ρωγμές και συνεπαγόμενες προστριβές.Επιπλέον, όλες οι ανθρώπινες ομάδες σχετίζονται με τρίτους και διαμέσου των χιλιετιών τέτοιες συναλλαγές έχουν γίνει όλο και πιο σημαντικές και διεισδυτικές. Η ροή πληροφορίας, αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ των πολιτισμών,έχει αυξηθεί απότομα τις τελευταίες δεκαετίες* και οι αμέτρητες ανθρώπινες συναντήσεις που συνεπάγονται, είτε είναι προσωπικές είτε απλώς ηλεκτρονικές, αφήνουν τα σημάδια τους κυριολεκτικά στον καθένα σήμερα.
Σε μέρη, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας και πρόσφατα στη Βοσνία, για παράδειγμα, μια αντίδραση στην επακόλουθη ροή διαφορετικών μηνυμάτων ήταν να δοθεί έμφαση σε πλευρές της τοπικής πολιτιστικής κληρονομιάς και να επιβεβαιωθεί η ανωτερότητά της σε σχέση με οτιδήποτε έχουν να προσφέρουν οι «άλλοι». Κι όπως έντονα δηλώνει ο Χάντιγκτον αυτό το είδος υποχώρησης στη σπηλιά ενός γνωστού, κυρίως θρησκευτικού παρελθόντος, έχει γίνει μια αυξανόμενη λαϊκή απάντηση στις συναντήσεις με τους«άλλους» είτε στο Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τη Μαλαισία είτε στις ΗΠΑ.
Πράγματι, η υποχώρηση και η κατηγορηματική επαναβεβαίωση των τοπικών συνηθειών και εθίμων υπήρξε πάντα η πρώτη στοιχειώδης και δημοφιλής αντίδραση στις καινοτομίες που απειλούν κατεστημένες αλήθειες και ρυθμούς της ζωής. Μέσα όμως στην ανθρώπινη ιστορία οι περιστασιακές προσπάθειες που έγιναν από δημιουργικές μειοψηφίες να δανειστούν ξένες ιδέες και πρακτικές, να τις προσαρμόσουν σε τοπική χρήση, υπήρξαν πολύ πιο σημαντικές* αυτές οι προσπάθειες, όταν ήταν επιτυχείς- και μόνο περιστασιακά συνέβη αυτό- επέτρεψαν τη διάδοση και ανάπτυξη νέων ικανοτήτων.
Η μουσουλμανική μαεστρία και επεξεργασία των ελληνικών μαθηματικών επιτευγμάτων και ο μεταγενέστερος δανεισμός και επιπλέον επεξεργασία των ίδιων επιτευγμάτων από τους Ευρωπαίους μετά τον 13οαιώνα είναι ένα ζωντανό παράδειγμα τέτοιων συναλλαγών. Το καθαρό αποτέλεσμα του πετυχημένου δανεισμού και της προσαρμογής ήταν να αυξηθεί ο ανθρώπινος πλούτος και ηδύναμη με μεγάθυνση της θέσης μας στο οικοσύστημα. Αυτό, τελικά είναι και πάντα υπήρξε το κεντρικό φαινόμενο της ανθρώπινης ιστορίας.
Η υποχώρηση σ’ ένα τοπικό πολιτισμικό παρελθόν -ακόμη κι όταν είναι ένα ανοικοδομημένο παρελθόν που δεν υπήρξε πριν-μπορεί πράγματι να στηρίξει την τοπική ηθική και λογική σε στιγμή δυσκολιών.Όταν όμως η απορρέουσα οχυρωματική λογική υπαγορεύει ένα συστηματικό..........., ή απελευθερώνει.............οι ιδέες και δεξιότητες ξένων άνθρωποι και οι κουλτούρες που έχουν υπό την διαταγή τους, το τελικό αποτέλεσμα είναι να μείνουν καταστροφικά πίσω από τον υπόλοιπο κόσμο.Ξεκινώντας στις αρχές του 19ου αιώνα, ακόμη κι ένας πολιτισμός τόσο τεράστιος και πετυχημένος όπως ο Κινέζικος είχε να αντιμετωπίσει αυτό το δύσκολο γεγονός. Ο Κινέζικος λαός έχει ακόμη να ξανακερδίσει από το συνεπαγόμενο σοκ, την αυτοεκτίμησή του.
Αν ένα κράτος ή ένα μπλοκ κρατών πρόκειται να έχει μακρόχρονη επιτυχία, η πολιτιστική συνέχεια, πρέπει με κάποιο τρόπο να έρθει σ’ επαφή με πολύ προσοχή, με χρήσιμες καινούριες ιδέες,πρακτικές και Τεχνολογίες προερχόμενες από πάνω. Στην πρώιμη σύγχρονη εποχή, οι Ευρωπαίοι το κατόρθωσαν και ως εκ τούτου κατάφεραν να έχουν την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Με τον καιρό, όταν καθένας από τους μεγάλους Ασιατικούς πολιτισμούς έψαχνε να ελαχιστοποιήσει τις ενοχλητικές επαφές με εξωτερικά στοιχεία οι Ευρωπαίοι συνέχιζαν να πολεμούν μεταξύ τους ενώ ταυτόχρονα εξερευνούσαν τον υπόλοιπο κόσμο με διψασμένη ακούραστη απληστία τόσο για υλικό κέρδος όσο και για διανοητική κατανόηση. Σαν αποτέλεσμα αυτού, η Δύση εξαπλώθηκε και άλλαξε τον εαυτό της ξανά και ξανά. Και απ’ όσο μπορώ να πω οι ταραχώδεις αντίθετες επιδιώξεις, συντελώντας στην παρατεινόμενη καταστροφή και ανανέωση του δυτικού Πολιτισμού, παραμένουν τόσο ζωντανές και βασανιστικές όσο ποτέ. Οι επίκαιρες προσπάθειες να γίνει συμπαγής η Ευρώπη και παράλληλα να καταπολεμηθεί μια τέτοια ένωση είναι ένα παράδειγμα αυτού του είδους της ενεργητικής, φιλόνικης ανάπτυξης με συνέπειες που κανένας δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά. Η σκοτεινή αντίληψη του Χάντιγκτον για την παρακμή της Δύσης μπορεί απλώς να εκλαμβάνει λανθασμένα τον αυξανόμενο πόνο ως επιθανάτια οδύνη. Ποιος μπορεί να πει με σιγουριά;
Στη διαδικασία της αξιολόγησης των απόψεων του Χ. μου ήρθε στο νου πως ό,τι συμβαίνει παγκόσμια σήμερα μοιάζει με την ευρωπαϊκή εμπειρία την εποχή της αναγέννησης και της Μεταρρύθμισης. Στη Δυτική Ευρώπη εκείνης της εποχής, ο υλισμός της Αναγέννησης βρέθηκε σε αξιοθρήνητη κατάσταση απέναντι στην αναζωογονημένη Χριστιανική πίστη* κι αυτό έγινε την εποχή που οι αγροτικές κοινότητες ενσωματώθηκαν σε δίκτυα αγορών που κατέστρεψαν την αλληλεγγύη του χωριού και διέλυσαν τους ηθικούς κανόνες που επικρατούσαν. Οι θρησκευτικές διαμάχες έλιωσαν από μακριά, τις πιο δυνατές λαϊκές και πολιτικές αντιδράσεις* η εμφάνιση όμως του Αναγεννησιακού ύφους της κοσμικής ορθολογικότητας δεν καταπνίγηκε ποτέ τελείως, ακόμη και μεταξύ των πιο παθιασμένων θεολόγων.
Μπορεί να συμβαίνει κάτι αντίστοιχο σε παγκόσμια κλίμακα, όσο η χιλιετηρίδα φτάνει στο τέλος της. Η ενεργητική θρησκευτική επαναβεβαίωση ή ο προσηλυτισμός σε νέα (συχνά επιτακτικά)θρησκευτικά πιστεύω εξαπλώνεται με μεγάλη ταχύτητα. Την ίδια στιγμή, οι παραδοσιακές κοινότητες του χωριού, δεν εξασφαλίζουν πια έναν ικανοποιητικό τρόπο ζωής για την πλειοψηφία των ανθρώπινων όντων, όπως συνέβαινε πάντα πριν στην πολιτισμένη ιστορία. Συναισθηματικά τεράστιες θρησκευτικές αιρέσεις, είτε είναι ισλαμικές είτε χριστιανικές δεν μπορούν ν’ αναπαράξουν τις αξίες και την κοινωνική αλληλεγγύη των κοινοτήτων των χωριών στο σύνολό τους* παρέχουν όμως ηθική καθοδήγηση και αμοιβαία υποστήριξη για τα μέλη τους ακόμη και, ή ειδικά,για τους χιλιάδες που έχουν μεταναστεύσει από τα φτωχά χωριά στις φτωχοσυνοικίες των πόλεων, σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής.
Οι ίδιες όμως εντεταμένες επικοινωνίες που έχουν διεισδύσει στα χωριά του κόσμου, κάνοντας αδύνατη πρακτικά την αυτάρκεια, στηρίζουν επίσης ένα ακόμη πιο πυκνό δίκτυο συναλλαγών μεταξύ των πολιτισμών. Αυτοί που αναγκάζονται σε μια τέτοια επικοινωνία, εκτίθενται θέλοντας και μη στον υπόλοιπο κόσμο. Οι ιδέες και οι συμπεριφορές επηρεάζονται αναπόφευκτα* και τα ίδια συμφέροντα στην συνέχιση αυτών των συναλλαγών μεγαλώνουν. Συνυπάρχουν αδέξια με την ανάγκη των εκτοπισμένων και ξεριζωμένων ανθρώπων για μια ασφαλή ηθική κοινότητα, ριζωμένη στην τοπική θρησκευτική επιβεβαίωση ή τον προσηλυτισμό. Και όντας τόσο θρησκευόμενοι όσο οι αντίπαλοι της Μεταρρύθμισης που χρησιμοποίησαν τις Τεχνικές και τη ρητορική και ιστορική κριτική της Αναγέννησης για να ενδυναμώσουν τη δική τους εκδοχή της αλήθειας που σώζει, έτσι κάνουν και στην εποχή μας οι θρησκευτικοί φονταμενταλιστές και εκμεταλλεύονται τις Τεχνικές της μαζικής επικοινωνίας για να προπαγανδίσουν τα μηνύματά τους και να τα προσαρμόσουν στις ανάγκες του ακροατηρίου τους.
Αυτός ο παραλληλισμός δεν είναι ακριβώς καθησυχαστικός. Περισσότερο από ένας αιώνας βίαιων πολέμων, θρησκευτικών πολέμων ήταν το τίμημα που πλήρωσαν οι Ευρωπαίοι για τη διάλυση της ηθικής που στηριζόταν στην αγροτική ζωή που προκλήθηκε από την αύξηση διατοπικών σχέσεων αγοράς. Ενόψει της καταστροφικότητας των σύγχρονων όπλων, ο κόσμος μας μπορεί μόλις και μετά βίας ν’ αντέξει ένα τέτοιο θυελλώδες πέρασμα στο μέλλον. Η άποψη του Χ. όμως, ότι οι εμπλοκές μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών μπορούν να είναι διαχειρίσιμες αν όλα τα μέρη σεβαστούν το ένα τις διαφορές του άλλου και αναγνωρίσουν σφαίρες επιρροής ανάλογες με τις διακυμάνσεις της προγραμματικής ισχύος, είναι αρκετά πειστική. Δηλαδή, έτσι η Σοβιετική Ένωση και η συμμαχία του ΝΑΤΟ επιβίωσαν από την πενηντάχρονη αντιπαράθεσή τους. Με τύχη, η ανθρωπότητα, μπορεί να συνεχίσει να τα καταφέρνει κουτσά-στραβά, παρ’ όλους τους θρησκευτικούς κινδύνους τις πολιτισμικές διαμάχες και την εξάπλωση των όπλων.
Αν γίνει έτσι, σ’ αυτά τα δίκτυα παγκόσμιων επικοινωνιών και οι συναντήσεις μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών που τα δίκτυα αυτά συντηρούν αξίζει μια πίστωση χρόνου. Ίσως, να εμφανιστούν νέες μη αντιμετωπίσιμες μορφές ηθικής κοινότητας για να συναντήσουν τις ανάγκες των χαμένων ψυχών έρμαιοι των πόλεών μας. Κι όταν θυμόμαστε την καριέρα και την επιρροή του Αντρέι Ζαχάρωφ, μπορούμε λογικά να ρωτήσουμε αν η επαγγελματικές κοινότητες δεν μπορούν να επιτύχουν αρκετή παγκόσμια συνεκτικότητα για να ρυθμίσουν τους πολιτικούς ανταγωνισμούς.
Γενικά η ανθρώπινη εφευρετικότητα είναι αμείωτη και στην εποχή μας είναι έντονη η ανάγκη για νέες μορφές συλλογικότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου