Εδώ μ' απαρνηθήκανε κι οι λέξεις,
απόμεινα με λίγα αδύναμα φωνήεντα,
κανένα σύμφωνο ή φθόγγος ισχυρός.
Στα όνειρα πέρασαν όλοι οί καρποί. . .
Στής δύναμης απάνω τα ερείπια έχτισα μιαν ανάμνηση
— όταν θα έρθη το φθινόπωρο ένα τουλάχιστ' όρθιο θα
υπάρχει,
κάτι, για να το αντιμετωπίση, όρθιο.
Τις προφητείες μου, αρχαίες, θα του δείξω
και θα του αποδείξω πώς δεν είμαι ηττημένος :
της άνοιξης τη λίμνη δεν την έχασα,
γιατί δεν πρόλαβε να μου την πάρη :
δεν βρέθηκα ποτέ ανάμεσα στίς καλαμιές της.
Τις απουσίες μόνο απαρίθμησα,
που συγκροτήσανε την αγνοία μου σχετικά μ' αυτήν,
και τις συμμάζεψα με χέρι στοργικό
— θα 'ναι προσκέφαλο παρηγοριάς.
ε'.
Την τράβηξα πολύ προτού εμφανισθή
του φθινοπώρου τη φωτογραφία.
Για ένα προφήτη
ήτανε κάτι εύκολο.
Μπροστά του πήγαινε κάποιου Όνείρου το ξεθώριασμα
— ήταν Εκείνη.
Πρώτη φορά προφήτευα με μιαν εικόνα
— οι λέξεις μ' είχανε απαρνηθή.
Αλλά παρίστανε κάτι από το Παρελθόν :
τότε κατάλαβα πώς δεν ήμουνα πια προφήτης,
τότε εννόησα πώς επιστρέψανε στο Χάροντα οι προφητείες
μου.
Και ήξερα, ΄Εκείνη ήταν πλέον μόνον Όνομα.
ς’
Αναλογίζομαι μιαν αναγέννηση.
Είναι λίγος καιρός, που εγκατέλειψα το πρώτο φέρετρο·
μ' άφησε λέφτερο,
μόνο τις προφητείες μου εκράτησε
— πιστεύω, για τροφή.
Στή λίμνη δίπλα μ' έβαλε
— στη λίμνη, επιτέλους.
Αλλά δεν ήμουν πια προφήτης,
και το φθινόπωρο είχε προηγηθή.
Τί να την κάνης πια τη λίμνη,
όταν έχη περάσει το φθινόπωρο;
Γι' αυτό εσύναζα τις πέντε τελευταίες σκέψεις μου,
μαζί τους στάθηκα στήν άκρη της λίμνης του παρελθόντος
περιμένοντας το φθινόπωρο;
Όχι, είχε περάσει.
Κάποιος προφήτης το αντιμετώπισε,
μόλις πλησίασε.
Η δύναμή του εκρεμόταν στο συλλογισμό
ότι ή λίμνη ήτανε δική του,
πώς το φθινόπωρο δεν την εκέρδισε
(δεν την εκέρδισ' απ' αυτόν,
γιατί ποτέ δεν του την είχε δώσει).
Μα το φθινόπωρο επέρασε
-— επέρασε κυρίαρχο,
δεν ξέρω πια ο θαρραλέος ποιος ήταν προφήτης
(ήταν το μόνο όρθιο κάτι, το φθινόπωρο που πρόσμενε,
με μίσος)
Τώρα με πέντε λέξεις παίζω μέσ' στη χούφτα μου •
— πέντε πιστές ξαναγυρίσαν λέξεις —
τη Λέξη και τη Σκέψη της, τη Θέληση της, τον Καρπό
της, τ' Όνειρο.
Τις πέντε λέξεις τις πιστές μου τις ωνόμασα
(μια μνήμη τα ονόματά τους υπαγόρεψε απρόσωπη),
αλλά το ξέρα, κι ας μην είμαι πια προφήτης,
πώς, και οι πέντε τους μαζί, θα χτίσουνε την ίδια πρόταση
απόμεινα με λίγα αδύναμα φωνήεντα,
κανένα σύμφωνο ή φθόγγος ισχυρός.
Στα όνειρα πέρασαν όλοι οί καρποί. . .
Στής δύναμης απάνω τα ερείπια έχτισα μιαν ανάμνηση
— όταν θα έρθη το φθινόπωρο ένα τουλάχιστ' όρθιο θα
υπάρχει,
κάτι, για να το αντιμετωπίση, όρθιο.
Τις προφητείες μου, αρχαίες, θα του δείξω
και θα του αποδείξω πώς δεν είμαι ηττημένος :
της άνοιξης τη λίμνη δεν την έχασα,
γιατί δεν πρόλαβε να μου την πάρη :
δεν βρέθηκα ποτέ ανάμεσα στίς καλαμιές της.
Τις απουσίες μόνο απαρίθμησα,
που συγκροτήσανε την αγνοία μου σχετικά μ' αυτήν,
και τις συμμάζεψα με χέρι στοργικό
— θα 'ναι προσκέφαλο παρηγοριάς.
ε'.
Την τράβηξα πολύ προτού εμφανισθή
του φθινοπώρου τη φωτογραφία.
Για ένα προφήτη
ήτανε κάτι εύκολο.
Μπροστά του πήγαινε κάποιου Όνείρου το ξεθώριασμα
— ήταν Εκείνη.
Πρώτη φορά προφήτευα με μιαν εικόνα
— οι λέξεις μ' είχανε απαρνηθή.
Αλλά παρίστανε κάτι από το Παρελθόν :
τότε κατάλαβα πώς δεν ήμουνα πια προφήτης,
τότε εννόησα πώς επιστρέψανε στο Χάροντα οι προφητείες
μου.
Και ήξερα, ΄Εκείνη ήταν πλέον μόνον Όνομα.
ς’
Αναλογίζομαι μιαν αναγέννηση.
Είναι λίγος καιρός, που εγκατέλειψα το πρώτο φέρετρο·
μ' άφησε λέφτερο,
μόνο τις προφητείες μου εκράτησε
— πιστεύω, για τροφή.
Στή λίμνη δίπλα μ' έβαλε
— στη λίμνη, επιτέλους.
Αλλά δεν ήμουν πια προφήτης,
και το φθινόπωρο είχε προηγηθή.
Τί να την κάνης πια τη λίμνη,
όταν έχη περάσει το φθινόπωρο;
Γι' αυτό εσύναζα τις πέντε τελευταίες σκέψεις μου,
μαζί τους στάθηκα στήν άκρη της λίμνης του παρελθόντος
περιμένοντας το φθινόπωρο;
Όχι, είχε περάσει.
Κάποιος προφήτης το αντιμετώπισε,
μόλις πλησίασε.
Η δύναμή του εκρεμόταν στο συλλογισμό
ότι ή λίμνη ήτανε δική του,
πώς το φθινόπωρο δεν την εκέρδισε
(δεν την εκέρδισ' απ' αυτόν,
γιατί ποτέ δεν του την είχε δώσει).
Μα το φθινόπωρο επέρασε
-— επέρασε κυρίαρχο,
δεν ξέρω πια ο θαρραλέος ποιος ήταν προφήτης
(ήταν το μόνο όρθιο κάτι, το φθινόπωρο που πρόσμενε,
με μίσος)
Τώρα με πέντε λέξεις παίζω μέσ' στη χούφτα μου •
— πέντε πιστές ξαναγυρίσαν λέξεις —
τη Λέξη και τη Σκέψη της, τη Θέληση της, τον Καρπό
της, τ' Όνειρο.
Τις πέντε λέξεις τις πιστές μου τις ωνόμασα
(μια μνήμη τα ονόματά τους υπαγόρεψε απρόσωπη),
αλλά το ξέρα, κι ας μην είμαι πια προφήτης,
πώς, και οι πέντε τους μαζί, θα χτίσουνε την ίδια πρόταση
4 σχόλια:
Καλημέρα Φωτεινή!
και σε ευχαριστούμε για την ανάσα δροσερού ονείρου που μας έδωσες .... ας φυτρώσει ο καρπός Εκείνου και ας ανθίσει στην σκέψη όλων μας να μην μείνουν οι λέξεις μόνο όνειρα, τώρα επιβάλεται να εκφραστούν και να πραγματωθούν με την δύναμη της θέλησης μας...
Μάγια η Μέλισσα
Καλώς την Μάγια μας!!μακάρι να συμβουν τά πράγματα ετσι οπως λες για να ειναι ηρεμη και η ψυχουλα του εκει ψηλά...να εισαι καλά..φιλάκια
Τον γνώρισα πριν δεκαετίες όταν ήμουν παιδί. Έχω να τον δω από τότε. Ίσως αυτοί που τον γνώρισαν καλύτερα φτιάξουν έναν ιστότοπο στη μννήμη του και γύρω από το έργο του.
Καλησπέρα Χρηστο!καλή χρονιά!
Δημοσίευση σχολίου