Αγγλοσάξωνες
Με τον όρο Αγγλοσάξωνες περιγράφεται μια ομάδα λαών γερμανικής καταγωγής οι οποίοι κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 5ου μ.Χ αιώνα ξεκινώντας από την ευρύτερη περιοχή της βόρειας Γερμανίας εισέβαλαν στα Βρετανικά νησιά υποτάσσοντας τους ντόπιους κελτικούς πληθυσμούς. Πιο συγκεκριμένα, στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται οι Άγγλοι, οι Σάξονες και οι Γιούτοι. Οι Άγγλοι, όπως και οι γείτονές τους Σάξονες, ξεκίνησαν από την περιοχή Σλέσβιχ-Χόλσταϊν στο βορειότερο άκρο της Γερμανίας ενώ οι Γιούτοι κατοικούσαν βορειότερα στη χερσόνησο της Γιουτλάνδης (σημερινή Δανία).
Στις αρχές του 5ου μ.Χ αιώνα το δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα από τις επιδρομές βαρβαρικών λαών και ουσιαστικά βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο πριν την κατάρρευσή του. Το 410 μ.Χ αποσύρονται τα τελευταία ρωμαϊκά στρατεύματα από τη Βρετανία για να ενισχύσουν της άμυνα της Ρώμης ενάντια στους Βησιγότθους. Την εποχή αυτή η οποία σε γενικές γραμμές συμπίπτει χρονικά με την άφιξη των πρώτων Αγγλοσαξόνων, οι κύριοι κάτοικοι των νησιών είναι λαοί κελτικής προέλευσης όπως οι Σκώτοι και οι Πίκτοι στο βορρά και οι Βρετόνοι καθώς και κάποιοι εναπομείναντες ρωμαϊκοί πληθυσμοί στο νότο. Οι λαοί αυτοί, μετά την απόσυρση των ρωμαϊκών λεγεώνων άρχισαν να συγκρούονται μεταξύ τους. Στη σύγκρουση αυτή, οι Βρετόνοι με την βοήθεια μισθοφόρων από τις νεοφερμένες γερμανικές φυλές κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τους Πίκτους και τους Σκώτους. Ωστόσο, οι Αγγλοσάξονες, μετά τη νίκη τους αυτή και αφού δεν έμειναν ικανοποιημένοι από τα εδάφη που έλαβαν ως αποζημίωση, βρήκαν κάποιο πρόσχημα και εγκατέλειψαν τους Βρετόνους συμμαχόντας με τους Πίκτους. Από το σημείο αυτό, αρχίζουν να κατακτούν σταδιακά την ενδοχώρα. Η κατάκτηση αυτή θα είναι μια αργή διαδικασία που θα διαρκέσει πάνω από έναν αιώνα.
Στις περιοχές που εγκαταστάθηκαν οι Άγγλοι δηλαδή βόρεια, βορειοανατολικά και κεντρικά της σημερινής Αγγλίας δημιουργήθηκαν αργότερα τα βασίλεια της Μερκίας, της Νορθουμβρίας και της Ανατολικής Αγγλίας. Οι Σάξονες εγκαταστάθηκαν κύρια στο νότιο τμήμα όπου προέκυψαν αργότερα τα βασίλεια του Ουέσσεξ, του Έσσεξ και του Σάσσεξ. Τέλος, η περιοχή που κατείχαν οι Γιούτοι στο νοτιοανατολικό άκρο της Αγγλίας θα μετεξελιχθεί στο βασίλειο του Κεντ.
Κατά την άφιξή τους στη Βρεττανία οι αγγλοσαξονικοί λαοί έφεραν μαζί τις παγανιστικές συνήθειές τους εκτοπίζοντας τους εκχριστιανισμένους πληθυσμούς προς την περιοχή της σημερινής Ουαλίας. Ωστόσο, σύντομα η κατάσταση αναστράφηκε και ξεκίνησε η διαδικασία εκχριστιανισμού τους η οποία ακολούθησε δύο διαφορετικές πορείες: Η πρώτη ξεκίνησε από την Κελτική Εκκλησία η οποία με έδρα την Ιρλανδία τη Σκωτία και την Ουαλία έδρασε ιεραποστολικά από τον 5ο έως τον 7ο μ.Χ αιώνα. Από τη μονή της Αϊόνα που ιδρύθηκε το 563 μ.Χ από τον Άγιο Κολούμπα, ξεκίνησαν ιεραποστολές για τον προσυλητισμό των ειδωλολατρών Αγγλοσαξόνων με κατεύθυνση από βορρά προς νότο. Στα πλαίσια των ιεραποστολών αυτών, ο βασιλιάς της Νορθουμβρίας Όσβαλντ ασπάσθηκε το χριστιανισμό. Το δεύτερο κύμα εκχριστιανισμού προήλθε από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και ακολούθησε αντίθετη κατεύθυνση ξεκινώντας από το νότο. Ο πάπας Γρηγόριος Α' έστειλε τον βενεδικτίνο μοναχό Αυγουστίνο στην αυλή του βασιλιά του Κεντ Έθελμπερτ του οποίου η σύζυγος ήταν χριστιανή, για να προσυλητίσει τους Αγγλοσάξονες. Η πόλη του Καντέρμπουρυ έγινε έδρα της ρωμαιοκαθολικής ιεραποστολής και έδρα αρχιεπισκοπής με πρώτο αρχιεπίσκοπο τον Αυγουστίνο, ο οποίος έμεινε γνωστός ως Αυγουστίνος του Καντέρμπουρυ. Ανάμεσα στα δύο ρεύματα εκχριστιανισμού δημιουργήθηκαν αρκετές διαφορές. Η Εκκλησία της Αϊόνα, αφού προσηλύτισε τους Αγγλοσάξονες, διαφοροποιήθηκε από τη Ρώμη αναπτύσσοντας δικές της θεωρίες, παρόμοιες με τα δόγματα των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών. Έτσι οι Κέλτες παρέμεναν πιστοί στην αρχική παράδοση για τον εορτασμό του Πάσχα που είχε αναθεωρήσει η Ρώμη και χρησιμοποιούσαν την ελληνική και όχι τη λατινική γλώσσα στις τελετουργίες τους. Η κατάσταση ξεκαθάρισε το 664 μ.Χ στη Σύνοδο του Γουίτμπι, την μεγαλύτερη διαμάχη μεταξύ των αντιπροσώπων της Κελτικής και της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Σε αυτήν τα αγγλοσαξονικά βασίλεια απέρριψαν την Κελτική Εκκλησία και επέλεξαν τη Ρωμαϊκή, με αποτέλεσμα η ρωμαϊκή επιρροή να επεκταθεί βαθμιαία στις κελτικές χώρες: Κορνουάλη, Βρετάνη, Νησί Μαν, Ιρλανδία και Σκωτία.
πηγή Βικιπαιδεία|
Στις αρχές του 5ου μ.Χ αιώνα το δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα από τις επιδρομές βαρβαρικών λαών και ουσιαστικά βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο πριν την κατάρρευσή του. Το 410 μ.Χ αποσύρονται τα τελευταία ρωμαϊκά στρατεύματα από τη Βρετανία για να ενισχύσουν της άμυνα της Ρώμης ενάντια στους Βησιγότθους. Την εποχή αυτή η οποία σε γενικές γραμμές συμπίπτει χρονικά με την άφιξη των πρώτων Αγγλοσαξόνων, οι κύριοι κάτοικοι των νησιών είναι λαοί κελτικής προέλευσης όπως οι Σκώτοι και οι Πίκτοι στο βορρά και οι Βρετόνοι καθώς και κάποιοι εναπομείναντες ρωμαϊκοί πληθυσμοί στο νότο. Οι λαοί αυτοί, μετά την απόσυρση των ρωμαϊκών λεγεώνων άρχισαν να συγκρούονται μεταξύ τους. Στη σύγκρουση αυτή, οι Βρετόνοι με την βοήθεια μισθοφόρων από τις νεοφερμένες γερμανικές φυλές κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τους Πίκτους και τους Σκώτους. Ωστόσο, οι Αγγλοσάξονες, μετά τη νίκη τους αυτή και αφού δεν έμειναν ικανοποιημένοι από τα εδάφη που έλαβαν ως αποζημίωση, βρήκαν κάποιο πρόσχημα και εγκατέλειψαν τους Βρετόνους συμμαχόντας με τους Πίκτους. Από το σημείο αυτό, αρχίζουν να κατακτούν σταδιακά την ενδοχώρα. Η κατάκτηση αυτή θα είναι μια αργή διαδικασία που θα διαρκέσει πάνω από έναν αιώνα.
Στις περιοχές που εγκαταστάθηκαν οι Άγγλοι δηλαδή βόρεια, βορειοανατολικά και κεντρικά της σημερινής Αγγλίας δημιουργήθηκαν αργότερα τα βασίλεια της Μερκίας, της Νορθουμβρίας και της Ανατολικής Αγγλίας. Οι Σάξονες εγκαταστάθηκαν κύρια στο νότιο τμήμα όπου προέκυψαν αργότερα τα βασίλεια του Ουέσσεξ, του Έσσεξ και του Σάσσεξ. Τέλος, η περιοχή που κατείχαν οι Γιούτοι στο νοτιοανατολικό άκρο της Αγγλίας θα μετεξελιχθεί στο βασίλειο του Κεντ.
Κατά την άφιξή τους στη Βρεττανία οι αγγλοσαξονικοί λαοί έφεραν μαζί τις παγανιστικές συνήθειές τους εκτοπίζοντας τους εκχριστιανισμένους πληθυσμούς προς την περιοχή της σημερινής Ουαλίας. Ωστόσο, σύντομα η κατάσταση αναστράφηκε και ξεκίνησε η διαδικασία εκχριστιανισμού τους η οποία ακολούθησε δύο διαφορετικές πορείες: Η πρώτη ξεκίνησε από την Κελτική Εκκλησία η οποία με έδρα την Ιρλανδία τη Σκωτία και την Ουαλία έδρασε ιεραποστολικά από τον 5ο έως τον 7ο μ.Χ αιώνα. Από τη μονή της Αϊόνα που ιδρύθηκε το 563 μ.Χ από τον Άγιο Κολούμπα, ξεκίνησαν ιεραποστολές για τον προσυλητισμό των ειδωλολατρών Αγγλοσαξόνων με κατεύθυνση από βορρά προς νότο. Στα πλαίσια των ιεραποστολών αυτών, ο βασιλιάς της Νορθουμβρίας Όσβαλντ ασπάσθηκε το χριστιανισμό. Το δεύτερο κύμα εκχριστιανισμού προήλθε από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και ακολούθησε αντίθετη κατεύθυνση ξεκινώντας από το νότο. Ο πάπας Γρηγόριος Α' έστειλε τον βενεδικτίνο μοναχό Αυγουστίνο στην αυλή του βασιλιά του Κεντ Έθελμπερτ του οποίου η σύζυγος ήταν χριστιανή, για να προσυλητίσει τους Αγγλοσάξονες. Η πόλη του Καντέρμπουρυ έγινε έδρα της ρωμαιοκαθολικής ιεραποστολής και έδρα αρχιεπισκοπής με πρώτο αρχιεπίσκοπο τον Αυγουστίνο, ο οποίος έμεινε γνωστός ως Αυγουστίνος του Καντέρμπουρυ. Ανάμεσα στα δύο ρεύματα εκχριστιανισμού δημιουργήθηκαν αρκετές διαφορές. Η Εκκλησία της Αϊόνα, αφού προσηλύτισε τους Αγγλοσάξονες, διαφοροποιήθηκε από τη Ρώμη αναπτύσσοντας δικές της θεωρίες, παρόμοιες με τα δόγματα των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών. Έτσι οι Κέλτες παρέμεναν πιστοί στην αρχική παράδοση για τον εορτασμό του Πάσχα που είχε αναθεωρήσει η Ρώμη και χρησιμοποιούσαν την ελληνική και όχι τη λατινική γλώσσα στις τελετουργίες τους. Η κατάσταση ξεκαθάρισε το 664 μ.Χ στη Σύνοδο του Γουίτμπι, την μεγαλύτερη διαμάχη μεταξύ των αντιπροσώπων της Κελτικής και της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Σε αυτήν τα αγγλοσαξονικά βασίλεια απέρριψαν την Κελτική Εκκλησία και επέλεξαν τη Ρωμαϊκή, με αποτέλεσμα η ρωμαϊκή επιρροή να επεκταθεί βαθμιαία στις κελτικές χώρες: Κορνουάλη, Βρετάνη, Νησί Μαν, Ιρλανδία και Σκωτία.
πηγή Βικιπαιδεία|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου