«Όσοι γινούν πρωθυπουργοί όλοι τους θα πεθάνουν…»
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ ΠΡΟΚΑΤΟΧΩΝ ΤΟΥ, ΜΕΣΑ ΣΕ ΜΙΑ ΜΟΝΟ ΧΡΟΝΙΑ (1936)
Το ρεμπέτικο από τότε που έκανε την εμφάνισή του και μέχρι τα τέλη του 1981, όταν ουσιαστικά νομιμοποιήθηκε, εξέφραζε κάτι το απόκρυφο, το απαγορευμένο. Τις περισσότερες φορές με ισχυρές δόσεις πόνου, ενίοτε ελπίδας και «αραιά και πού» σάτιρας. Σχεδόν πάντοτε όμως εμπεριείχε το στοιχείο της παρανομίας. Σ? αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι στίχοι που ακολουθούν παρότι είναι ιδιαιτέρως «τραβηγμένοι», αφού πραγματεύονται ένα κορυφαίο γεγονός (το θάνατο), τον διακωμωδούν, λαϊκίζουν στη συνέχεια, και καταλήγουν στην προσφιλή (της πλειοψηφίας των δημιουργών) χασισοποτεία!
Το 1936 θα μείνει στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας και για το θάνατο… έξι πρωθυπουργών! Του εν ενεργεία και των πέντε προκατόχων του (αφαιρώντας έναν, τον Αλέξανδρο Οθωναίο ο οποίος όμως ήταν προσωρινός, τεσσάρων ημερών, 6-10 Μαρτίου 1933).
Πολιτική παρέμβαση
Μάρκου Βαμβακάρη
Τότε ο Μάρκος Βαμβακάρης, στα νιάτα του (ήταν 31 ετών) έγραψε, συνέθεσε και ερμήνευσε το:
«Πέθανε ο Κονδύλης μας
πάει και ο Βενιζέλος
την πούλεψε κι ο Δεμερτζής
που θα ?φερνε το τέλος.
Όσοι γινούν πρωθυπουργοί
όλοι τους θα πεθάνουν
τους κυνηγάει ο λαός
απ? τα καλά που κάνουν.
Βάζω υποψηφιότητα
πρωθυπουργός να γίνω
να κάθομαι τεμπέλικα
να τρώω και να πίνω.
Και ν? ανεβαίνω στη Βουλή
εγώ να τους διατάζω
να τους πατώ τον αργιλέ
και να τους μαστουριάζω».
Η πρώτη στροφή είναι σχεδόν άγνωστη γιατί απλούστατα δεν ηχογραφήθηκε (τουλάχιστον αρχικά) επειδή, προφανώς, αποτελούσε προσβολή μνήμης νεκρών.
Και… φιλοβασιλικός
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Βαμβακάρης παρενέβαινε στα πολιτικά πράγματα με τρόπο ευθύ. Το είχε πράξει και λίγους μήνες νωρίτερα, στα τέλη του 1935, όταν με το άκρως αμφισβητήσιμο ως προς την εγκυρότητά του δημοψήφισμα της 3ης Νοεμβρίου επανήλθε στη χώρα (με ποσοστό… 97,88%) ο βασιλεύς Γεώργιος Β?.
Τότε ο Μάρκος συνέθεσε το:
«Στην ξενιτιά κι αν ήσουνα
εσύ και οι δικοί σου
πάντα σε περιμέναμε
νά ?ρθείς με τη στολή σου.
Ξανάρθες τώρα βασιλιά
μέσα στην αγκαλιά μας
κανόνισέ τα όμορφα
να γιάνεις την καρδιά μας.
Μα τώρα που σε φέραμε
στους Έλληνες ξηγήσου
προσπάθησε για το καλό
κι η Παναγιά μαζί σου.
Για σένα όλοι οι Έλληνες
έχουνε την ελπίδα
να ενωθούμε όλοι μαζί
να σώσεις την πατρίδα».
Πολιτική μετατόπιση
Εύλογα τα ερωτήματα που προκαλούνται με κυρίαρχο τούτο: Πώς ο Βαμβακάρη από τους «πατεράδες» του ρεμπέτικου, άνθρωπος λαϊκός, καλλιτέχνης που με τα τραγούδια του εκινείτο στα όρια της… παρανομίας, φτάνει στο σημείο, από τη μια να υμνεί (ακόμα και) τη στολή του άνακτος κι από την άλλη να… ξετινάζει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα;
Κι αν στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος μπορούμε να υποθέσουμε ότι υιοθέτησε το σκεπτικό «δεν βαριέσαι, όλοι ίδιοι είναι» (που όμως στον τόπο μας αποτέλεσε και αποτελεί επιχείρημα προσώπων που κινούνται στις παρυφές του λεγόμενου συντηρητικού χώρου), στο πρώτο τι συνέβη;
Υπάρχει μια λογικοφανής εξήγηση: Σύμφωνα με μαρτυρία στον γράφοντα, το 1983, ενός Συριανού (από την πρωτεύουσα των Κυκλάδων καταγόταν κι ο συνθέτης), ο Μάρκος ήταν μέλος του ΚΚΕ αλλά διεγράφη από τις τάξεις του κόμματος επειδή με τα τραγούδια του υμνούσε τις απαγορευμένες ουσίες (κάνναβη και ναρκωτικά).
Επομένως, αν ασπαστούμε αυτή την πληροφορία, η αποπομπή του από τις τάξεις της Αριστεράς τον οδήγησε σε πλήρη πολιτική μεταστροφή με αποτέλεσμα να γίνει ακόμα και υμνητής του βασιλέως, του οποίου την επάνοδο, τότε, δεν επιθυμούσε ούτε καν το σύνολο της ηγεσίας του Λαϊκού Κόμματος που ήταν ο κύριος πυλώνας του χώρου της Δεξιάς.
«Ο Μάρκος υπουργός», όπως ονομάστηκε το πρώτο από τα προαναφερθέντα τραγούδια, έγινε ευρύτερα γνωστό την εποχή εκείνη. Ίσως -γιατί στοιχεία δεν υπάρχουν- να είχε και μια μερική ανοχή της κυβέρνησης Μεταξά που ορκίστηκε μετά το θάνατο του εν ενεργεία πρωθυπουργού Δεμερτζή και μετεξελίχθηκε σε δικτατορική από τις 4 Αυγούστου του ιδίου έτους.
Στιχουργική… επιστροφή
Στα πάλκα, πάντως, και λογικά ως αντίδραση για να μη θεωρηθεί το τραγούδι «μονόπλευρο», ακουγόταν λίγο μετά και μια άλλη στροφή, την οποία πιθανόν να πρόσθεσε ο ίδιος ο Βαμβακάρης:
«Και για προσέξετε καλά
Γιαννάκη και Σοφούλη
μην ξεμπουκάρει ο Σκλάβαινας
και σας μασήσει ούλοι».
Ως «Γιαννάκης» αναφέρεται ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς, ενώ ο Θεμιστοκλής Σοφούλης ήταν ο διάδοχος του Ελευθέριου Βενιζέλου στην ηγεσία του Κόμματος Φιλελευθέρων.
Όσο για τον (Στέλιο) Σκλάβαινα ήταν ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Παλλαϊκού Μετώπου, που ήταν το σχήμα με το οποίο κατήλθε το ΚΚΕ στις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936.
Αν ανήκει η τελευταία στροφή στον Μάρκο και αν ισχύει η πληροφορία που παραθέσαμε παραπάνω (περί των πολιτικών καταβολών του), διακρίνουμε μια (πρόσκαιρη;) επιστροφή στις ρίζες.
Οι έξι που «έφυγαν»
Εντός του 1936 απεβίωσαν:
? 31 Ιανουαρίου: Γεώργιος Κονδύλης, αρχηγός του Εθνικού Ριζοσπαστικού Κόμματος
? 18 Μαρτίου: Ελευθέριος Βενιζέλος
? 13 Απριλίου: Κωνσταντίνος Δεμερτζής
? 17 Μαΐου: Παναγής Τσαλδάρης, αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος
? 15 Σεπτεμβρίου: Αλέξανδρος Ζαΐμης
? 17 Νοεμβρίου: Αλέξανδρος Παπαναστασίου, αρχηγός του Αγροτικού και Εργατικού Κόμματος (Δημοκρατική Ένωσις).
Όλων οι θάνατοι και ειδικά των τεσσάρων πρώτων προκάλεσαν υποψίες. «Τους δηλητηριάζουν τον έναν μετά τον άλλον», συζητούσαν στα καφενεία. Αλλά τουλάχιστον κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε ποτέ…
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ, Ο ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΟΣ «ΚΕΡΑΥΝΟΣ»
Εκείνος που άνοιξε το «χορό του Χάρου»
Το πρώτο… σκαρί, που όχι μόνο ράγισε αλλά βυθίστηκε στην αιωνιότητα, ήταν το πιο ισχυρό. Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Γεώργιος Κονδύλης, η πολυκύμαντη αυτή προσωπικότητα, είχε αποκτήσει στο πεδίο των στρατιωτικών και πολιτικών μαχών το παρεπίθετο «κεραυνός».
Από τα 18 του (1897) στο Πεζικό, όπου κατετάγη ως εθελοντής, οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα, μαχητής των Βαλκανικών Πολέμων, πήρε μέρος στο Κίνημα της Εθνικής Αμύνης, συμμετείχε στις επιχειρήσεις της Ουκρανίας και της Μικράς Ασίας, εγκατέλειψε το στράτευμα μετά την ήττα του Ελευθέριου Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 και επανήλθε σε αυτό μετά την Επανάσταση του 1922.
Γνήσιος γλετζές, του άρεσαν οι γυναίκες και το ποτό αλλά και το διάβασμα. Πολλοί συμπολεμιστές του τον θυμούνταν, στο περιθώριο των μαχών, να μελετά, κυρίως αρχαίους συγγραφείς.
Την επόμενη χρονιά συνεισφέρει τα μέγιστα στην κατάπνιξη του φιλοβασιλικού (και… φιλομεταξικού) κινήματος των Λεοναρδόπουλου – Γαργαλίδη. Έφυγε από τις Ένοπλες Δυνάμεις με το βαθμό του υποστρατήγου και στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου (στις οποίες δεν πήραν μέρος οι οπαδοί του στέμματος) πολιτεύτηκε για πρώτη φορά και αναδείχθηκε πληρεξούσιος Ροδόπης.
Ιδρυτής κόμματος
Ίδρυσε το Εθνικόν Δημοκρατικόν Κόμμα και διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών (κυβέρνηση Παπαναστασίου) και υπουργός Εσωτερικών (κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου).
Το καλοκαίρι του 1926 ανέτρεψε τη δικτατορία Πάγκαλου και διετέλεσε πρωθυπουργός από τις 26 Αυγούστου ως τις 4 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους. Στη θητεία του διενεργήθηκαν οι εκλογές της 7ης Νοεμβρίου (με συμμετοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων και χωρίς να ευνοηθεί κάποια από την πλευρά της εξουσίας) στις οποίες -όπως είχε δεσμευτεί νωρίτερα- ο ίδιος και το κόμμα του δεν πήραν μέρος, για να μη θεωρηθεί ότι θα χρησιμοποιούσαν τον κρατικό μηχανισμό ως φέουδό τους. Επανήλθε στη Βουλή το 1928 ως βουλευτής Καβάλας (το κόμμα του έλαβε ποσοστό 2,71%) και επανεκλέχτηκε έπειτα από 4 χρόνια στα Τρίκαλα με το νέο του κόμμα, το Εθνικόν Ριζοσπαστικόν, το οποίο συγκέντρωσε το 4,07% των ψήφων. Σ? εκείνες τις εκλογές ουσιαστικά έμεινε «εκτός νυμφώνος», αφού ήλθε δεύτερος σε σταυρούς προτίμησης του κόμματός του στο νομό (1.640) κι εκείνο έβγαζε μία έδρα, την οποία καταλάμβανε ο πολιτικός του «υπασπιστής» Δημοσθένης Αναγνωστόπουλος (με 2.624), ο οποίος όμως πρόθυμα και απλόχερα του την παραχώρησε!
Πολιτική τράμπα
Στο σημείο εκείνο επισημοποιείται η απόσχισή του από το αντιμοναρχικό μέτωπο και η μεταπήδησή του στο φιλοβασιλικό στρατόπεδο. Γι? αυτό, εξάλλου, ορκίζεται υπουργός Στρατιωτικών της βραχύβιας κυβέρνησης Τσαλδάρη.
Δίπλα και μετά… πιο πάνω
Με τον τελευταίο και το Λαϊκό Κόμμα συνεργάστηκε στις εκλογές του 1933 και μετά τη νίκη τους επανήλθε στο προαναφερθέν υπουργείο, αναλαμβάνοντας παράλληλα (από τις 5 Απριλίου 1935, λίγο μετά την αντιμετώπιση του βενιζελικού κινήματος) και την αντιπροεδρία της κυβερνήσεως.
Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς πήγε ν? ανατρέψει τον Τσαλδάρη, αλλά τελευταία στιγμή «έκανε πίσω». Δεν άργησε να υλοποιήσει το σχέδιό του στις 10 Οκτωβρίου όταν, σε συνεννόηση μαζί του, οι τρεις αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων, ο μετέπειτα πρωθυπουργός Παπάγος (του Στρατού Ξηράς), ο Οικονόμου (του Ναυτικού) και ο Ρέππας (της Αεροπορίας) σταμάτησαν καθ? οδόν -από το σπίτι του προς το γραφείο του, στη Λεωφόρο Κηφισίας, στο ύψος του γηροκομείου της «Ελεήμονος Εταιρείας», το πρωθυπουργικό αυτοκίνητο και είπαν στον Τσαλδάρη: «Έχετε παραιτηθεί, κύριε πρόεδρε».
Ορκίστηκε πρωθυπουργός και αντιβασιλεύς και με συνοπτικές διαδικασίες (και το… γνωστό δημοψήφισμα) επανέφερε τον Γεώργιο Β?.
Όμως, όταν στις 25 Νοεμβρίου ο έκπτωτος μονάρχης επέστρεψε στην Ελλάδα, τον «άδειασε» από την πρώτη στιγμή.
Ενώ ο «Κεραυνός» ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο που θα τον μετέφερε από το Φάληρο στην Αθήνα, ο άναξ λειτούργησε ως… αλεξικέραυνο.
«Θα με συνοδεύσει μόνο ο διάδοχος (σ.σ.: ο αδελφός του Παύλος)», του είπε κόβοντάς του «τη φόρα». Την επομένη, δε, του ανακοίνωσε ότι θα του απομείνει το «Μεγαλόσταυρο του Σωτήρος», κάτι που εκ των πραγμάτων προϊδέαζε για… τιμητική αποστρατεία.
Τέσσερις ημέρες αργότερα, δε, αποχωρούσε κι από την πρωθυπουργία (τυπικά ο βασιλεύς στάθηκε στη διαφωνία του για την αμνήστευση των αποτάκτων «του κινήματος του ?35» για να τον αντικαταστήσει) βαθιά απογοητευμένος από τη συμπεριφορά του «ελέω Θεού»…
Επανεκλέχτηκε βουλευτής Τρικάλων στις 26 Ιανουαρίου 1936 και για την 1η Φεβρουαρίου όχι μόνο είχε ζητήσει ακρόαση από τον βασιλέα, αλλά σχεδίαζε να τοποθετήσει και πέριξ των Ανακτόρων οπαδούς του για να τον επευφημίσουν.
Προ της τελευτής
Τις τελευταίες στιγμές του, την παραμονή της συνάντησης, περιέγραψε γλαφυρά ο πιστός του συνεργάτης Σταμάτης Μερκούρης, ο πατέρας της Μελίνας, ο οποίος βρισκόταν στο σπίτι του Κονδύλη το απόγευμα της τελευτής:
«Ποιος ξεύρει, ποίαι σκέψεις και ποίαι προαισθήσεις τον εβασάνιζαν. Μου έκαμε νεύμα να πλησιάσω πολύ, ώστε να μη ακούη η παρισταμένη υπηρεσία, και γελών μου είπε μία φράσιν, αφορώσαν μίαν κυρία, η οποία τον είχεν ερωτευθή και προσεπάθει με κάθε τρόπον να τον συγκινήση, υπόθεσις, ήτις τον διασκέδαζεν εξαιρετικά και, όπως όλα τα πράγματα, έτσι και αυτό με την φυσικήν του ειρωνείαν το είχε διακωμωδήσει. Γελώντες και οι δύο απεχωρίσθημεν. Δεν είχα όμως φθάσει και πάλιν μέχρι της θύρας του δωματίου, οπότε πλέον με ανεκάλει να επιστρέψω όχι η φωνή του, αλλά η φωνή της τρομαγμένης υπηρεσίας. Σπεύσας τον εύρον ύπτιον επί της κλίνης. Έσπευσα, επλησίασα και ευρέθην προ του θεάματος, ο ανήρ, ο οποίος προ ολίγου είχεν αναπτύξει τόσας σοβαράς του αποφάσεις και κατόπιν είχε γελάσει από καρδίας, να ευρίσκεται ύπτιος και να με ατενίζη με τους μεγάλους του οφθαλμούς. Εις τας φωνάς εμού και της υπηρεσίας προσέτρεξεν ο εις το παραπλεύρως δωμάτιον ευρισκόμενος καθηγητής Ι. Χρυσικός.
Χάνουμε τον πρόεδρο. Και με ωδήγησε να του κάνωμε τεχνικήν αναπνοήν. Αλλά μέσα εις διάστημα δευτερολέπτων ο επιθανάτιος ρόγχος τον είχε καταλάβει. Ο Χάρος, όπως είχε προείπει, τον εκτύπησε όρθιον. Μετ? ολίγα λεπτά, και εν μέσω του πατρός μου, του αδελφού μου, του Δημοσθ. Αναγνωστοπούλου, του Ηλία Αποσκίτη, του ανεψιού του Φ. Κατσιάμπα, του ιατρού Χρυσικού και εμού, εκλείσθησαν οριστικώς οι σπινθηροβόλοι οφθαλμοί του. Από εκείνης της στιγμής ο Γεώργιος Κονδύλης απήρχετο εις την Αθανασία». (βλ. Σταμάτη Σ. Μερκούρη: «Γεώργιος Κονδύλης, ο Κεραυνός 1879-1936», εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, β? έκδοση, 2009, σελ. 269-270.)
Το κλίμα της εποχής
Την επομένη του θανάτου του έκπληκτοι οι αναγνώστες του πρωινού Τύπου ανέγνωσαν ένα δημοσίευμα που σήμερα θα χαρακτηριζόταν τουλάχιστον… αχαρακτήριστο αλλά, αν μη τι άλλο, δείχνει το κλίμα της εποχής.
Είχε τον τίτλο «Ζωή σε λόγου μας!» και το ακόλουθο περιεχόμενο:
«Πέθανε από φυσικό θάνατο ο δημόσιος κίνδυνος Νο 1, Κονδύλης. Αυτός που σαν απαίσιος, σίφουνας, πέρασε από την Ελλάδα. Που τουφέκισε δεκάδες φαντάρους και υπαξιωματικούς στη Μακεδονία. Που κρέμασε, τρύπησε κοιλιές και έκοψε τα στήθια των γυναικών της Χαλκιδικής. Που στο 45μερο διάστημα της ?κοσμογονίας? του έσπασε ρεκόρ σε τρομοκρατικά όργια, κραιπάλες και ακατανόμαστα αίσχη.
Δεν θα κάνουμε την νεκρολογία του. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε εδώ είνε να εκφράσουμε το κοινό αίσθημα ευχαρίστησης και ανακούφισης, που έννοιωσε ο λαός, μαθαίνοντας την είδηση για το θάνατό του. Το μόνο που πρέπει να λυπάται κανείς είνε ότι ο Κονδύλης πέθανε από φυσικό θάνατο, γλυτώνοντας έτσι το κρέμασμά του στην πλατεία του Συντάγματος από το λαό, τη μόνη δίκαιη τιμωρία που του αξίζει.
Έλειψε χτες από την Ελλάδα ένας εχθρός των εργαζομένων. Και γι? αυτό πολύ σωστά ο λαός σχολιάζει την είδηση του θανάτου με τις λέξεις: Ζωή σε λόγου μας!»
Διευκρινίζεται ότι η εφημερίδα ήταν ο «Ριζοσπάστης», ενώ ως «κοσμογονία» (στην οποία αναφερόταν το δημοσίευμα) απεκαλείτο το διάστημα της τελευταίας διακυβέρνησης του τόπου από τον Κονδύλη…
ΛΙΒΕΛΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Τους μικρούς «ουδείς εστηλίτευσεν μετά θάνατον»
Οι μεγάλοι διχάζουν και μετά το θάνατό τους. Όπως είχε γράψει κι ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος «ο α? ή ο β? πολλάκις εξεθειάσθη και πολλάκις κατεκριμνίσθη εις τα σκοτεινά της ιστορίας τάρταρα. Αλάνθαστον τούτο κριτήριο ότι δεν ήτο κοινός άνθρωπος. Διότι εγκώμια μεν εγράφησαν περί μετρίων, αλλ? ουδείς πεισματωδώς επροπηλάκισε τους τοιούτους, ουδ? εστηλίτευσεν αυτούς μετά θάνατον».
Με τα λόγια αυτά κατά νου αναγιγνώσκεται η ακόλουθη «νεκρολογία» του ανδρός, στο «Ελληνικό Μέλλον» του Νικολάου Π. Ευστρατίου (εφημερίδα-προμετωπίδα του Λαϊκού Κόμματος) την επομένη του «μοιραίου»:
«Ουδέποτε θάνατος πολιτικού ανεκούφισεν ένα λαόν τόσον πολύ όσον ανεκούφισε τον ελληνικόν λαόν ο θάνατος του Βενιζέλου. Ως μαύρον νέφος, εγκυμονούσε θυέλλας και καταστροφάς, εσκίαζεν η προσωπικότης του τον ελληνικόν πολιτικόν ορίζοντα. Ήτο ένας διαρκής κίνδυνος. Ένας ακαθόριστος τρόμος κατείχε τας τάξεις των Ελλήνων πολιτών και υπήρχον πολλοί, οι οποίοι συνεκλονίζοντο εκ πάθους και μίσους κατά του ανθρώπου, ο οποίος δεν υπάρχει πλέον εις την ζωήν, μόνον και επί τω ακούσματι του ονόματός του. Οι φίλοι του, όσοι ιδίως υπήρξαν δημιουργήματά του, τον κλαίουν, θρηνούν διά την απώλειά του και ευρίσκουν, ότι επήλθεν εις τον τόπον συμφορά εθνική, ενώ, όλως αντιθέτως η μοναδική φορά που εξυπηρέτησε θετικώς την πατρίδα του! Ακουσίως του βεβαίως αλλ? εν πάση περιπτώσει διά του θανάτου του έθεσεν οριστικόν τέρμα εις το παρελθόν. Έκλεισεν από χθες ερμητικώς η πύλη του χθες, η πλήρης αίματος αδελφικού, σπαραγμών, γόων και θρήνων αδελφικών, εξοριών, φυλακίσεων και τυφεκισμών αδελφικών. Από σήμερον ανοίγει διάπλατα η πύλη του μέλλοντος της χώρας, το οποίον δεν είνε δυνατόν, παρά να είνε δημιουργικόν και πλήρες ελπίδων πραγματικής ανορθώσεως του τόπου και αναγεννήσεως της Ελλάδος. Ο Βενιζέλος δεν ήθελε να παραδεχθή και να πιστεύση ότι εξεπροσώπει το προπολεμικόν παρελθόν, την τυραννίαν, το αιματοκύλισμα, την εκδίκησιν, το αίμα, την δολοφονίαν και την ανατροπήν. Καλώς ή κακώς, δικαίως ή αδίκως -καλώς και δικαίως και ορθώς δι? ημάς- ο Βενιζέλος είχε τερματίσει το πολιτικόν του στάδιον εις τον σταθμόν της Λυών, όπου δύο Έλληνες πατριώται τον επυροβόλησαν ως τύραννον και δικτάτορα της πατρίδας των. Παρ? όλον ότι αι σφαίρες των δύο εκείνων τιμίων Ελλήνων ηστόχησαν του σκοπού των και ο Βενιζέλος έζησεν, εν τούτοις, με τους πυροβολισμούς των το πολιτικόν στάδιον του Βενιζέλου ετερματίζετο. Την μεγάλην αυτήν αλήθειαν, ουδέποτε ηθέλησε να την πιστεύση. Αιχμάλωτος του οικτρού περιβάλλοντός του, δούλος των κολάκων του και υποχείριος των νεοπλούτων και μωροφιλοδόξων επιτελών του κόμματός του, ήλθεν εις την Ελλάδα πλήρης μίσους και πάθους κατά των πολιτών εκείνων, οι οποίοι ήσαν ψυχικώς, διανοητικώς και εθνικώς σύμφωνοι με τους υπερόχους εκείνους Έλληνας, οι οποίοι είχον αποπειραθή να τον φονεύσουν εις τον σταθμόν της Λυών. Ο Βενιζέλος απέθανε, ζήτω η Ελλάς!» (ολόκληρο το κείμενο δημοσιεύεται στο «Ελένη Γαρδίκα – Δασκαλάκη: Ο θάνατος του Ελευθερίου Βενιζέλου στον Αθηναϊκό Τύπο», Χανιά 2004, σελ. 407-408).
Αυτό ήταν το πολιτικό κλίμα της εποχής. Είκοσι χρόνια μετά τον «εθνικό διχασμό» κι ο διχασμός παραμένει. Στην πολιτική ζωή, στις συζητήσεις, στις γραφές…
Η τελευταία πολιτική πράξη
Και παρότι 9 ημέρες πριν από το θάνατό του με επιστολή του προς τον Λουκά Ρούφο-Κανακάρη (παλαιό συνεργάτη του, αργότερα βασιλικό και κατά κάποιον τρόπο σύνδεσμό του με το Παλάτι) προσπαθούσε να ρίξει «γέφυρες» προς τον Γεώργιο Β? επαινώντας τις αρχικές προσπάθειές του για γαλήνευση (δεν είχε έλθει ακόμα η… 4η Αυγούστου με την ενεργό ανάμειξή του στην εγκαθίδρυση και εδραίωση του καθεστώτος) και να βάλει ένα ακόμα λιθαράκι στην υπόθεση της εθνικής ενότητας.
Από το διαμέρισμα της οδού Μποζάν 22 στο Παρίσι, έγραφε:
«Δεν είναι ανάγκη να σου είπω πόσον ζωηρά είναι η χαρά μου διότι ο Βασιλεύς απεφάσισε να πατάξη επί τέλους τας διηνεκείς επεμβάσεις των στρατιωτικών παραγόντων, απομακρύνας από την Κυβέρνησιν, μετά την τελευταίαν αυθάδειά των, τους Παπάγον και Πλατήν και αναθέσας το υπουργείον των Στρατιωτικών εις τον Μεταξάν. Με την ενέργειάν του αυτήν ο Βασιλεύς ανέκτησε πλήρως ακέραιον το κύρος του, τόσον απαραίτητον διά την αποκατάστασιν της ψυχικής ενότητος του Ελληνικού Λαού και την οριστικήν επάνοδον της χώρας εις κανονικόν πολιτικόν βίον. Από μέσα από την καρδιά μου αναφωνώ! Ζήτω ο Βασιλεύς!»
Κι όμως το κλίμα του διχασμού, που τον κρατούσε στη γαλλική πρωτεύουσα από την αποτυχία του «Κινήματος του ?35» κι έπειτα δεν άφησε ούτε τη σωρό του να περάσει από την Αθήνα για λαϊκό προσκήνυμα.
Τετάρτη εξεμέτρησε το ζην ο Χανιώτης πολιτικός, την Κυριακή βρήκαν (δήθεν) την ευκαιρία ακραία στελέχη του Λαϊκού Κόμματος και οι Εθνικοσοσιαλιστές του Γεωργίου Μερκούρη (αδελφού του πατέρα της Μελίνας) να τελέσουν μνημόσυνο στον Άγιο Κωνσταντίνο της Ομόνοιας για να τιμήσουν την «ιερή μνήμη των βασιλέων Κωνσταντίνου, Σοφίας και Όλγας».
Αντι-μνημόσυνο
Και σαν να μην έφτανε αυτό, μετά το μνημόσυνο ξεχύθηκαν 5.000 άτομα-πορεία προς τη Βουλή εκτοξεύοντας ύβρεις κατά της μνήμης του τεθνεόντος και ύμνους υπέρ του βασιλικού θεσμού.
Η οικογένεια από το Παρίσι βρισκόταν σε διαβουλεύσεις για τον ερχομό της σορού και την τέλεση της νεκρώσιμης ακολουθίας τόσο με τις ελληνικές αρχές όσο και με την ηγεσία του Κόμματος Φιλελευθέρων.
Ο πρωθυπουργός Δεμερτζής και ο αρχηγός του κόμματος Θεμιστοκλής Σοφούλης φοβούνταν την πρόκληση ευρύτατων επεισοδίων στην πρωτεύουσα. Τα ίδια έλεγε κι ο δήμαρχος Κωνσταντίνος Κοτζιάς, σκληρός αντιβενιζελικός αυτός.
Το σχέδιο Μεταξά
Μόνο η «πονηρή αλεπού», ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Μεταξάς, έλεγε «όλα εδώ να γίνουν, σας διαβεβαιώνω ότι δεν θα ανοίξει… μύτη».
Είχε το σχέδιό του ο Κεφαλονίτης. Ήθελε να επιδείξει πυγμή και να σταθεί υπεράνω του «διχασμού», παρότι με επιστολές τους (ο Βενιζέλος στο «Ελεύθερον Βήμα» και ο Μεταξάς στην «Καθημερινή») την περίοδο 1934-1935 «μονομαχούσαν» για το ποιος είχε δίκιο τότε. Τώρα όμως είχαν αλλάξει τα δεδομένα. Πλασαριζόταν στον Γεώργιο Β? ως «παράγων ομαλότητας», υπεράνω των διενέξεων Φιλελευθέρων-Λαϊκών για το παρελθόν. Αρχηγός ενός μικρού κόμματος με μόλις 7 βουλευτές ήταν, επιχειρούσε να προσεταιριστεί τα «ορφανά του Κονδύλη» κι ό,τι άλλο μπορούσε…
Με τους Λαϊκούς ήξερε ότι δεν μπορούσε να συμπλεύσει έχοντας πρώτο ρόλο με τους αποστασιοποιημένους από εκείνους και ομαδάρχες στη Βουλή Τζον Θεοτόκη και Ιωάννη Ράλλη δεν μπορούσε να τα βρει. Έπρεπε να προβληθεί ως η «Τρίτη λύσις». Κι αυτό πάλευε…
Ο απλός λαός
Τελικά η κηδεία στην Αθήνα, ακόμα και το πέρασμα της σορού από κει δεν έγιναν. Τα αντιτορπιλικά «Κουντουριώτης» και «Ύδρα» (το ένα τη μετέφερε, το άλλο τιμητική συνοδεία) κατευθύνθηκαν από το Πρίντεζι της Ιταλίας (όπου την παρέλαβαν) προς τα Χανιά.
Άκρως συγκινητικό όμως ήταν το πέρασμα των δύο πολεμικών πλοίων από τον Ισθμό της Κορίνθου. Χωρικοί από τις γύρω περιοχές, αλλά κι άλλοι από την Αττική συγκεντρώθηκαν αυθόρμητα, ντυμένοι στα μαύρα και με δάκρυα στα μάτια τα έραναν με άνθη για να αποτίσουν φόρο τιμής στον μεγάλο νεκρό…
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΟΜΙΛΟΥΝ ΚΑΙ… ΝΕΚΡΟΙ, ΣΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΟΥΣ!
Οι τρεις απόπειρες δολοφονίας
Και τι δεν έκανε αυτός ο άνθρωπος στην πολυτάραχη, των 72 χρόνων, ζωή του! Πόσες φορές διετέλεσε πρωθυπουργός… (6 Οκτωβρίου 1910 25 Φεβρουαρίου 1915, 10 Αυγούστου – 24 Σεπτεμβρίου 1915, 14 Ιουνίου 1917 – 4 Νοεμβρίου 1920, 11 Ιανουαρίου – 6 Φεβρουαρίου 1924, 4 Ιουλίου 1928 – 26 Μαΐου 1932, 5 Ιουνίου – 4 Νοεμβρίου 1932 και 16 Ιανουαρίου – 6 Μαρτίου 1933). Τρεις, τουλάχιστον, απόπειρες δολοφονίας εναντίον…
Στην Κρήτη
Η πρώτη: Από ηλικίας μόλις 25 ετών (το 1889) είχε εκλεγεί βουλευτής Κυδωνιών στην Κρήτη, γεγονός που αποδεικνύει ότι το μικρόβιο του αγώνα και της πολιτικής είχε μπει νωρίς μέσα του. Οκτώ χρόνια αργότερα (3 Αυγούστου 1897) βρέθηκε στις Αρχάνες του Ηρακλείου μαζί με πληρεξούσιους από ολόκληρη την Κρήτη για τη δεύτερη επαναστατική συνέλευση. Από την πρώτη που είχε πραγματοποιηθεί στους Αρμένους των Χανίων (26 Ιουνίου του ιδίου έτους) είχε αναδειχθεί πρόεδρος του Σώματος. Στις τάξεις των Κρητών που διψούσαν για την ελευθερία τους είχαν διαμορφωθεί δύο κυρίαρχες απόψεις. Η πρώτη που ήθελε την κήρυξη της άμεσης αυτονόμησης της Μεγαλονήσου και η δεύτερη που ζητούσε εγγυήσεις και φυσικά την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων.
Υπέρμαχος της δεύτερης ήταν κι ο πρόεδρος της συνέλευσης, ο οποίος στεκόμενος στο γεγονός ότι δεν υπήρχε απαρτία επιχείρησε να τη λύσει.
«Αυτονομία χωρίς συγκεκριμένας εγγυήσεις των μεγάλων δυνάμεων δύναται να ερμηνευθεί ως συμφορά και να είμεθα πιο σκλάβοι υπό καθεστώς αυτονομίας, απ? ό,τι είμεθα σήμερα στον Σουλτάνο» ήταν το επιχείρημά του. Με το που ξεστόμισε τα λόγια αυτά ένας θερμόαιμος Ηρακλειώτης όρμηξε εναντίον του με μαχαίρι, αλλά ο 17χρονος Χανιώτης Σταθής Περουλής (μετέπειτα δήμαρχος Βάμου), μ? ένα αστραπιαίο χτύπημα στο χέρι του επιτιθέμενου, γλίτωσε τον Βενιζέλο την τελευταία στιγμή.
Στη Λυών
Η δεύτερη: Τον βρήκε εν ενεργεία πρωθυπουργό στη Γαλλία (30 Ιουλίου 1920) και μπορεί να θεωρηθεί ως θλιβερό επακόλουθο του Εθνικού Διχασμού ανάμεσα σε βενιζελικούς και βασιλικούς.
Ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδωσαν την επόμενη ημέρα: «Καθ? ην στιγμήν χθες εσπέραν ο κ. Βενιζέλος ανεχώρει διά την Μασσαλίαν, δύο Έλληνες αξιωματικοί επυροβόλησαν και ετραυμάτισαν τον κ. Βενιζέλον…..
Ο κ. Βενιζέλος, συνοδευόμενος υπό του κ. Ρωμάνου, κατέφθανεν εις τον σταθμόν της Λυών όπως μεταβή εις την Μασσαλίαν. Την στιγμήν καθ? ην διέσχιζε την οδό Μπιζέ, οι δολοφόνοι, δύο απότακτοι Έλληνες αξιωματικοί, εισελθόντες και αυτοί διά του διαδρόμου του σταθμού, επυροβόλησαν κατά του κ. Βενιζέλου οκτάκις επανειλημμένως.
Ο κ. Βενιζέλος έπεσε τραυματισθείς εις τον αριστερόν βραχίονα και εις το δεξιόν πλευρόν.
Οι δράσται συνελήφθησαν αμέσως και ονομάζονται Τσερέπης και Κυριάκης.
Οι συλληφθέντες, υποβληθέντες αμέσως εις ανάκρισιν είπον ότι προέβησαν εις την απόπειραν όπως αποδώσουν την ελευθερίαν εις την Ελλάδα.
Ο Τσερέπης ανακρινόμενος εδήλωσεν εις την ανάκρισιν, ότι ήτο αξιωματικός του ναυτικού επί Κωνσταντίνου, καταδικασθείς και εξορισθείς επί Βενιζέλου και εν τέλει απολυθείς μετέβη εις το Βερολίνον και κατόπιν εις το Στετίνον, όπου συνήντησε τον Κυριάκην.
Από μακρού χρόνου, είπαν οι Έλληνες αξιωματικοί του Κωνσταντινικού καθεστώτος, απεφάσισαν να φονεύσουν τον Βενιζέλον διότι εθυσίαζε τα συμφέροντα της Ελλάδος.
Χθες ο Τσερέπης προσεκάλεσε τον Κυριάκην να εφοδιασθή με δύο περίστροφα.
Την νύκτα εισέδυασν εις τον σταθμόν απαρατήρητοι. Ο Κυριάκης, κατά την αφήγηση του Τσερέπη, ευρισκόμενος παρά τον Βενιζέλον, επυροβόλησεν, αυτός δε όχι.
Εν τούτοις το περίστροφόν του ευρέθη τελείως κενόν σφραιρών».
Αρχικά στην Αθήνα έφτασε η είδηση ότι «δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός» κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο σωρεία επεισοδίων από βενιζελικούς σε σπίτια πολιτικών της αντιπολίτευσης (όπως του πρώην πρωθυπουργού Στέφανου Σκουλούδη), σε γραφεία εφημερίδων (όπως η «Καθημερινή»), σε θέατρα («Κοτοπούλη»), αλλά και τη δολοφονία του φερέλπιδος πολιτικού της αντιπολίτευσης Ίωνος Δραγούμη (31 Ιουλίου).
Ακολούθησαν ή ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, η Μικρασιατική Καταστροφή, η Επανάσταση του 1922, η θριαμβευτική επιστροφή του την τετραετία 1928-1932 και η οριστική ήττα του στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933 και το αποτυχημένο κίνημα του Νικολάου Πλαστήρα το ίδιο βράδυ…
Από Κηφισιά προς Αθήνα
Η τρίτη: Με την περιγραφή της δεύτερης συζύγου του Έλενας Σκυλίτση (η πρώτη, με την οποία απέκτησε τον Κυριάκο και τον Σοφοκλή ήταν η Μαρία Κατελούζου): «Εκείνο το βράδυ της 6ης Ιουνίου του 1933 είχαμε δεχθεί να δειπνήσουμε στους φίλους μας τους Δέλτα, στην Κηφισιά, είκοσι χιλιόμετρα από την Αθήνα. Ο σύζυγός μου αγαπούσε το ήρεμο σπίτι τους, όπου ανάμεσα στα δέντρα, στην ησυχία, ξεκουραζόταν από την εξαντλητική εργασία, μακριά από την κίνηση και τον θόρυβο. Στις έντεκα αποχαιρετίσαμε τους οικοδεσπότες. Επί ένα τέταρτο της ώρας το αυτοκίνητό μας διέσχιζε χωρίς δυσκολία το κοιμισμένο τοπίο μέσα σ? ένα μεγαλειώδες σεληνόφως. Τη στιγμή που φθάναμε στα όρια ενός μικρού δάσους από έλατα, που ονομάζεται Παράδεισος, ακούστηκε ένας ξερός ήχος. Ανήσυχος ο σύζυγός μου σήκωσε το κεφάλι. ?Πυροβολισμός?, είπε. Την ίδια στιγμή ο Κουφογιαννάκης, ιδιωτικός αστυνομικός που καθόταν δίπλα στον οδηγό, τον διέταξε να σταματήσει και κατέβηκε για να δει τι συμβαίνει. Τον είδαμε να γλιστράει και να πέφτει. ?Προχώρα Γιάννη?, φώναξε ο σύζυγός μου, ?θέλουν να μας σκοτώσουν?. Πιάνοντάς με από τον αυχένα με ανάγκασε να εξαφανιστώ στο βάθος της Packard, όπου κούρνιασα με το κεφάλι βουτηγμένο μέσα στη γούνα μου. Ένα δυνατό αμερικανικό αυτοκίνητο βγήκε από το δάσος, όπου περίμενε να περάσουμε και μπήκε ανάμεσα στο δικό μας και σ? εκείνο των σωματοφυλάκων που συνέχιζαν να μας ακολουθούν. Απ? αυτή τη θέση οι επιτιθέμενοι μπορούσαν να πυροβολούν ταυτόχρονα εναντίον και των δύο αυτοκινήτων. Ένα χαλάζι από σφαίρες έμοιαζε να πέφτει απ? όλες τις πλευρές. Η φρικτή αυτή καταδίωξη μέσα στη νύχτα κράτησε καμιά εικοσαριά λεπτά, κατά τη διάρκεια των οποίων θα νόμιζε κανείς ότι ολόκληρη συστοιχία από πυροβόλα μας είχε βάλει για στόχο. Τα τζάμια θρυμματίστηκαν και μας σκέπασαν με σωρούς από γυαλιά… Μερικές σφαίρες με βρήκαν στον αριστερό γοφό και κάτω από την καρδιά».
Σ? αυτή την απόπειρα ήταν σαφής η ανάμειξη κυβερνητικών – κρατικών οργάνων… Ακολούθησαν το αποτυχημένο Κίνημα του ?35, η εγκατάστασή του στο Παρίσι, το τέλος και το «τελευταίο αντίο» με την ταφή στο Ακρωτήρι (28 Μαρτίου 1936), με απόντες το βασιλέα (παρέστη ο διάδοχος του θρόνου), τον πρωθυπουργό αλλά και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ιωάννη Μεταξά.
Αντιδικτατορική εκδήλωση
Χαρακτήρα αντιδικτατορικής εκδήλωσης προσέλαβε το ετήσιο μνημόσυνο (21 Μαρτίου 1937) στη γενέτειρα, όταν ο Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου αναφερόταν στους αγώνες του Βενιζέλου κατά της τυραννίας. Μόλις τα άκουσε αυτά το δημοκρατικό πλήθος των Χανίων δεν ήθελε και πολύ για να ξεσπάσει: «Κάτω οι τύραννοι, κάτω η τυραννία».
«Δεν εννοώ την παρούσα», απάντησε ο Επίσκοπος, μπερδεύοντας τα λόγια του… Τότε ένας του «Αντιδικτατορικού Μετώπου» (ο Παλλήκαρης) τον διέκοψε εκ νέου και άρχισε να ομιλεί κατά του Μεταξά και του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.
Σύσσωμοι οι παρευρισκόμενοι τον επευφημούσαν εκτός από έναν που του είπε αυστηρά: «Μην τυμβορυχείτε στον τάφο του πατρός μου». Ήταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο οποίος είχε κάνει συζητήσεις με τον Μεταξά για ν? αναλάβει αντιπρόεδρος της κυβέρνησής του…
ΜΕΡΟΣ Β΄
«Διεκρίθη αλλά δεν έλαμψε, ανήλθε αλλά δεν εμεσουράνησε»
Βαρύ «θανατικό» και μια δικτατορία (4 Αυγούστου) σημάδεψαν το πολιτικό 1936, το οποίο με τις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου έδειχνε να ξεκινά με καλούς οιωνούς.
Κι όμως άρχισαν να πεθαίνουν ένας ένας οι πρωθυπουργοί. Ξεκινήσαμε την προηγούμενη εβδομάδα -κατά σειρά- με τους Γεώργιο Κονδύλη (31 Ιανουαρίου) και Ελευθέριο Βενιζέλο (18 Μαρτίου) και ολοκληρώνουμε σήμερα το ιστορικό μας αφιέρωμα με τους εν ενεργεία τότε Κωνσταντίνο Δεμερτζή (13 Απριλίου), Παναγή Τσαλδάρη (17 Μαΐου), Αλέξανδρο Ζαΐμη (15 Σεπτεμβρίου) και Αλέξανδρο Παπαναστασίου (17 Νοεμβρίου).
Τότε ήταν που ο Μάρκος Βαμβακάρης συνέθεσε το «…όσοι γινούν πρωθυπουργοί όλοι τους θα πεθάνουν…».
Tου ΛΑΖΑΡΟΥ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗ
Κάτι σαν… φαντομάς της πολιτικής ζωής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής.
Παρότι εισήλθε νέος σε αυτή (σε ηλικία 34 ετών, το 1910, πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής), πότε παρέμενε στους κόλπους της και πότε επέστρεφε στην έδρα του Πανεπιστημίου (Νομική, Οικογενειακό Δίκαιο).
Παρ? όλα αυτά ο θάνατος τον βρήκε πρωθυπουργό. Έστω και εξωκοινοβουλευτικό… Από τις 30 Νοεμβρίου του 1935 κατείχε το αξίωμα, με αποστολή να διενεργήσει τις εκλογές. Έλα όμως που αυτές δεν μπορούσαν να δώσουν κυβέρνηση, κι εκείνος παρέμενε στο «τιμόνι»…
Αρχικά ως υπηρεσιακός και στη συνέχεια (από τις 14 Μαρτίου) ως… κανονικός, αφού ετοιμαζόταν να πάρει και «ψήφο εμπιστοσύνης» από τη Βουλή.
Η σχεδόν… ισοψηφία σε έδρες των δημοκρατικών, από τη μια, κομμάτων και των φιλοβασιλικών από την άλλη (με ρυθμιστή το Παλλαϊκό Μέτωπο του ΚΚΕ) κατάφερε να βγάλει πρόεδρο της Βουλής τον Σοφούλη -βάσει του συμφώνου που υπογράφει ο αρχηγός των Φιλελευθέρων με τον Στ. Σκλάβαινα- αλλά όχι και πρωθυπουργό.
Στα… καλά καθούμενα
Έτσι ο Δεμερτζής, αφού ήταν στα πολιτικά αζήτητα επί μία επταετία (από τότε που ολοκλήρωσε τη θητεία του στη Βουλή του ?26), τώρα φάνταζε κάτι σαν… οικουμενικός!
Του ?χε «κοτσάρει» κι ο βασιλιάς από δίπλα τον αρχηγό του μικρού Κόμματος Ελευθεροφρόνων Ιωάννη Μεταξά ως αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Στρατιωτικών κι έτσι «έδενε το γλυκό» με πρόσωπα που (αν μη τι άλλο) δεν πρωταγωνιστούσαν -τουλάχιστον εκείνη την περίοδο- στην πολιτική ζωή. Συγχρόνως, δε, δεν προκαλούσαν όσο οι αρχηγοί των μεγαλύτερων κομμάτων…
Πιστοί μοναρχικοί και οι δύο, ανέκαθεν ο Μεταξάς και από τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα κι έπειτα ο Δεμερτζής. Από το 1914 είχε αποχωρήσει από το Κόμμα Φιλελευθέρων (με το οποίο είχε επανεκλεγεί βουλευτής Αττικοβοιωτίας στις εκλογές του 1912) και αργά κάπως αλλά σταθερά περνούσε στην «αντίπαλη όχθη», ο δεύτερος.
Πρόλαβε πρώτα να κάνει κι ένα χρόνο υπουργός Ναυτικών του Ελευθερίου Βενιζέλου (ένα χρόνο ακριβώς από 9 Νοεμβρίου 1913 μέχρι 9 Νοεμβρίου 1914!) κι ενάμιση μήνα, μερικά χρόνια αργότερα (21 Απριλίου – 14 Ιουνίου 1917) στο ίδιο πόστο, επί κυβερνήσεως Αλέξανδρου Ζαΐμη.
Ενωτικόν Προοδευτικόν Κόμμα
Στις 29 Μαρτίου 1924, ηγούμενος μιας ομάδας πολιτευτών, στην οποία συμμετείχαν οι Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Αθανάσιος Βότσαρης, Φίλιππος Δραγούμης, Λουκάς Ρούφος και Αγαμέμνων Σλήμαν, ανακοίνωσε την ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, του Ενωτικού Προοδευτικού Κόμματος.
Η γραμμή του βραχύβιου αυτού σχηματισμού εντοπιζόταν κυρίως στο Πολιτειακό. Εναντιώθηκε, δε, σφόδρα κατά της εγκαθιδρύσεως της αβασιλεύτου Δημοκρατίας βάσει Διατάγματος, διακηρύσσοντας:
«Ο νόμος ούτος είναι ο τάφος της πολιτικής ελευθερίας και πνίγει πάσαν πολιτικήν σκέψιν. Δικαιούμεθα να είπωμεν εις τους κρατούντας: Ρίπτετε πρώτοι τον λίθον κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, διότι διαιωνίζετε τα στρατοδικεία και επιβάλλετε ειρκτάς και υπερορίας και δημεύσεις κατά παντός, ο οποίος θα απεπειράτο οιανδήποτε συζήτησιν περί του παρελθόντος και του μέλλοντος της χώρας. Αποκλείετε πάσαν συζήτησιν, η οποία και μόνον δύναται να εδραιώσει το νέον πολίτευμα. Πολιτεύεσθε αντιδημοκρατικώς με την στενήν στρατοκρατική αντίληψην, ενώ είναι βέβαιον ότι ολόκληρον το Σώμα των αξιωματικών αποδοκιμάζει την ενέργειάν σας, διότι επιθυμεί να επανέλθει εις τα κύρια έργα του».
Σε περιόδους τέτοιων διχασμών είναι δύσκολο να στέκεις «στη μέση» κλίνοντας κάπως περισσότερο προς μία πλευρά. Έτσι, στις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 ο Δεμερτζής βρέθηκε στο συνδυασμό Αθήνας του βασικού πυλώνα της Δεξιάς, του Λαϊκού Κόμματος, και εξελέγη πρώτος βουλευτής του με 29.337 του (νέου) πολιτικού του φορέα στη συγκεκριμένη περιφέρεια.
Στο λόφο του Στρέφη
Στην περιοχή της Νεαπόλεως κατοικούσε ο Κων. Δεμερτζής, στην οδό Ειρήνης. Σε καλή ηλικία (59 ετών) έγινε πρωθυπουργός αλλά άρχισε να αντιμετωπίζει κάποια σοβαρά (όπως αποδείχθηκε) προβλήματα υγείας.
Οι ενοχλήσεις στο στομάχι αυξάνονταν μέρα με τη μέρα κι ενώ ο λαός προετοιμαζόταν για το Πάσχα Κυρίου (12 Απριλίου) κι εκείνος για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του που είχε προγραμματιστεί να αναγνωστούν στις 22 του μηνός, την Τετάρτη του Θωμά όταν θα άνοιγε και πάλι η Βουλή…
Όμως, τα ξημερώματα της Δευτέρας της Διακαινησίμου επήλθε το μοιραίον. Όχι από το στομάχι, αλλά από ανακοπή. Παρότι από το Μεγάλο Σάββατο αισθανόταν καλύτερα και το απόγευμα πριν από την Ανάσταση πήγε βόλτα με το αυτοκίνητό του μέχρι το Φάληρο.
Ακόμα περισσότερο ξεθάρεψε τη μέρα της Λαμπρής. Το πρωί διεύρυνε την «αυτοκινητάδα» μέχρι τη Βουλιαγμένη αυτή τη φορά, ενώ το απόγευμα έδωσε εντολή στον οδηγό για βόρεια προάστια, στο σπίτι της κόρης του Μαρίας στην Κηφισιά.
Από εκεί επέστρεψε το βράδυ, κατακλίθηκε και κατά τη διάρκεια του ύπνου, πέρασε στην αιωνιότητα.
Η σκιαγράφηση του πολιτικού ανδρός
Την επομένη (βλ. Βασίλη Τζανακάρη «Τότε που ξημέρωνε σκοτάδι», εκδόσεις Καστανιώτη, 2005, σελ. 258-259) η εφημερίδα «Ανεξάρτητος» έγραφε: «Ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής ως πολιτικός διεκρίθη αλλά δεν έλαμψε.
Ανήλθε αλλά δεν εμεσουράνησε. Τύπος ευρυμαθούς σκεπτικισμού και απαισιόδοξου φιλοσόφου της ελληνικής πραγματικότητος δεν ήτο δυνατόν να αποτελέσει ποτέ την εξαιρετικώς σημαίνουσα φυσιογνωμίαν εν τη πολιτική ζωή του τόπου. Ουδέποτε εγοητεύθη από τας ρευστάς εκδηλώσεις του πλήθους αλλά και διά τούτο ουδέποτε κατόρθωσε να πετάξει με τα πτερά των ωραίων ενθουσιασμών, τους οποίους εμπνέει μόνον η ψυχική συγγένεια με τας λαϊκάς μάζας. Ο πολιτικός του βίος υπήρξεν συμπτωματικός. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι ο εκλιπών πρωθυπουργός δεν προσέφερεν εις την χώραν πολύτιμους υπηρεσίας»…
ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ, Η ΦΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΓΟΥΝΑΡΗ, Η ΑΡΧΗΓΙΑ, Η ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΟ… ΤΕΛΟΣ
Η σειρά του Παναγή Τσαλδάρη
Νωπό ήταν ακόμα το χώμα της ελληνικής γης που είχε δεχθεί όχι μόνο τον Κονδύλη, τον Βενιζέλο και τον Δεμερτζή, αλλά και τους νεκρούς των μαγιάτικων απεργιών της Θεσσαλονίκης, όταν το ημερολόγιο έδειχνε 17 Μαΐου 1936. Την ημέρα εκείνη έφυγε από τη ζωή κι ο αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος Παναγής Τσαλδάρης. Είκοσι έξι χρόνια μετρούσε στην πολιτική ζωή και ήταν πολύ γεμάτα. Βουλευτής (Αργολιδοκορινθίας) εκλέχτηκε στα 32 του (8 Αυγούστου 1910) κι έκτοτε επανεκλέχτηκε σε όλες τις αναμετρήσεις, με εξαίρεση τις δεύτερες του ?10 και του ?23, στις οποίες η παράταξή του είχε επιλέξει την αποχή. Ηγήθηκε δύο κυβερνήσεων (4 Νοεμβρίου 1932 – 16 Ιανουαρίου 1933 και 10 Μαρτίου 1933 – 10 Οκτωβρίου 1935), ενώ είχε διατελέσει και υπουργός Δικαιοσύνης, Εσωτερικών και Συγκοινωνίας σε κυβερνήσεις άλλων, αλλά και Οικονομικών, Εξωτερικών και Αεροπορίας σε δικές του.
Στο Καμάρι Κορινθίας στις 5 Μαρτίου 1868 είδε το φως της ημέρας. Ήταν το πέμπτο παιδί της πολυμελούς οικογένειας, αλλά και το μόνο τυχερό, αφού μόνο εκείνος ευτύχησε να ενηλικιωθεί. Τα άλλα έφυγαν πολύ μικρά από τη ζωή. Άλλες, και κάτι περισσότερο από δύσκολες, εποχές τότε…
Το μικρόβιο της πολιτικής το κόλλησε στα φοιτητικά του χρόνια (νομικά στην Αθήνα και ακολούθως στο Γκέτιγκεν του Αννόβερου).
Εκεί, στη γερμανική πόλη, θα συγκατοικήσει στο ίδιο φοιτητικό δωμάτιο με τον Δημήτριο Γούναρη, με τον οποίο συνέπλεαν πολιτικά μέχρι το τέλος της ζωής του φίλου του («εκτέλεση των εξ»). Λίγο μετά, δε, τον διαδέχθηκε και στην ηγεσία του κόμματος.
Το απόγευμα της άφιξής του (7 Μαΐου 1980) στη νέα του φοιτητική εστία περιέγραψε ο ίδιος, με επιστολή του προς τους γονείς του, γράφοντας μεταξύ άλλων:
«Ο υιός του κ. Γούναρη, Δημήτριος, είναι εξαίρετος νέος, αξιοζήλευτος σε όλα. Με υπεδέχθη και με επεριποιήθη ως αδελφόν του. Χάρις εις αυτόν δεν εδοκίμασα ουδεμίαν δυσκολίαν. Συγκατοικούμεν διά να ευρισκώμεθα πάντοτε ο εις πλησίον του άλλου» (βλ. Δ.Κ. Σβολόπουλος «Παναγής Τσαλδάρης. Ο κήρυξ της νομιμότητος και ειρηνευτής του λαού», Αθήναι 1946, Τύποις Πυρσού Α.Ε., σελ. 31).
Μετά το Γκέτιγκεν ακολούθησαν σπουδές, διαδοχικά, στη Λειψία, στο Νεουσατέλ (Ελβετία) και, τέλος, στο Παρίσι. Χωριστά πλέον από τον Γούναρη, αλλά δεν έπαψαν ούτε στιγμή να αλληλογραφούν. Χρήματα για τόσο καλές και πολυδάπανες σπουδές δεν διέθετε η οικογένειά του. Ας είναι καλά όμως δύο πρώτα εξαδέλφια του πατέρα του, σταφιδέμποροι «με παράδες». Το ένα από τα εξαδέλφια αυτά ήταν ο Σταύρος Τσαλδάρης (πατέρας του Ντίνου, του μετέπειτα αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος και πρωθυπουργού της περιόδου 1946-1947). Τι σου είναι τελικά αυτές οι δύο μεγάλες πολιτικές παρατάξεις στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τα… κληρονομικά ζητήματα! Με μια διαφορά όμως, τη μία την παραλαμβάνουν γιοι, την άλλοι εξάδελφοι ή ανιψιοί…
Ο Γούναρης είχε ήδη οκτώ χρόνια εκεί όταν ο Π. Τσαλδάρης πέρασε το μέγαρο της (παλαιάς) Βουλής στην οδό Σταδίου. Ήταν όμως ο πιο πιστός βουλευτής του. Ο πάντοτε δε ευφυολόγος Ελευθέριος Βενιζέλος είχε πει στις 24 Φεβρουαρίου 1915, ημέρα κατά την οποία ορκιζόταν η κυβέρνηση του Πατρινού πολιτικού για τον βασιλέα Κωνσταντίνο Α?: «Τουλάχιστον να έδινε την εντολή σε ?πρώτο ανάστημα?, σε κάποιον αρχηγό κόμματος και πρώην πρωθυπουργό… Αλλά, διάλεξε τον Γούναρη, που μόνο τον Τσαλδάρη έχει οπαδό!» (βλ. Φοίβου Γρηγοριάδη «Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας», εκδόσεις Νεόκοσμος, σελ. 462).
Η πρώτη υπουργοποίηση
Τότε ήταν που κι ο παλιός συγκάτοικος του πρωθυπουργού έγινε υπουργός (Δικαιοσύνης), ενώ το κόμμα έγινε ισχυρό και με πιο πολλούς κοινοβουλευτικούς οπαδούς αφενός μεν με την άσκηση της εξουσίας από τον αρχηγό του, αλλά και αργότερα, στις 17 Οκτωβρίου 1920 (βλ. Ν.Π. Ευστρατίου «Λαϊκόν Κόμμα. Από της πρώτης μέχρι της τρίτης Αρχηγίας», Αθήναι 1948, εκδοτικός οίκος Ο Πλάτων, σελ. 43) μετενομάσθηκε, σε σύσκεψη στελεχών του, στην οικία Τσαλδάρη, από «Εθνικοφρόνων» σε «Λαϊκόν».
Την ημέρα που φόρεσε το πρώτο του… φράκο περιγράφει ο Δ. Κ. Σβολόπουλος (ό.π., σελ. 40):
«Ο ιδιαίτερος του αειμνήστου Γούναρη μετέβη εις την οικίαν του διά να συναντήσει (και) εύρε τον Παναγήν σκυμμένον επάνω εις τα βιβλία του και μελετώντα:
- Κύριε Τσαλδάρη, ο κ. πρόεδρος μου είπε να σας παρακαλέσω να περάσετε από το ?Τουρίστ? (ήτο το ξενοδοχείον, στο οποίον έμενε τότε ο Γούναρης).
- Μα τι συμβαίνει, βρε αδελφέ, τέτοια ώρα;
- Δεν ξεύρετε; Γίνεσθε υπουργός!».
Εξορία και σύντροφος ζωής
Τα… φράκα δεν κράτησαν πολύ και μετά την επικράτηση του κινήματος της Εθνικής Αμύνης και την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου Α? άρχισαν οι εκτοπίσεις των αντιβενιζελικών πολιτικών. Για τον Π. Τσαλδάρη επελέγησαν η Ύδρα και η Σκόπελος.
Στο νησί των Σποράδων, δε, θα κάνει μια γνωριμία ζωής, για την οποία ο ίδιος θα πει αργότερα: «Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη δι? εκείνους οι οποίοι με εξόρισαν στη Σκόπελον, όπου εγνώρισα την Λίναν».
Η Λίνα Λάμπρου (1887-1981) ήταν η κόρη του ιστορικού και πρώην πρωθυπουργού (27 Σεπτεμβρίου 1916 – 21 Απριλίου 1917) Σπυρίδωνος Λάμπρου (1851-1919) και είχε ακολουθήσει τον πατέρα της στην εξορία. Έγινε «κυρία Τσαλδάρη» το 1919 και από τις 29 Φεβρουαρίου 1956 ως τις 5 Μαρτίου 1958 ήταν η πρώτη Ελληνίδα υπουργός (Κοινωνικής Πρόνοιας), ως βουλευτής της ΕΡΕ, στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Ο νέος αρχηγός
Μετά την ήττα του Κόμματος Φιλελευθέρων (1920) και τη νίκη των Λαϊκών ξανάγινε υπουργός. Κι έπειτα ήλθαν η Μικρασιατική Καταστροφή και η Εκτέλεση των Εξ…
Η τελευταία τον βρίσκει να θρηνεί όχι μόνο τον αρχηγό του κόμματός του (αυτό είναι το λιγότερο), αλλά και το στενό προσωπικό του φίλο. Η πρώτη κίνηση μιας ομάδας ισχυρών παραγόντων των Λαϊκών ήταν να ορίσει μια προσωρινή πενταμελή διοικούσα επιτροπή αποτελούμενη από τον Αθανάσιο Αργυρό (τον Σερραίο, πολιτικό μέντορα του Κων. Καραμανλή), τον Κωνσταντίνο Κουμουνδούρο (παλιά «καραβάνα» του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου), τον Γεώργιο Μερκούρη (βλ. «Π+13», φύλλο 5ης Αυγούστου 2011), Βασίλειο Σαγιά (ανιψιό του αρχηγού), και Σ. Σωτηριάδη (γνωστό νομικό της εποχής και συνήγορο του Γούναρη στη δίκη).
«Εκτός παιχνιδιού» είχε τεθεί από τους παραπάνω ένας «βαρόνος» του κόμματος, ο Χαράλαμπος Βοζίκης. Ο τελευταίος ήταν τακτικός σε μια ομάδα των τριών, όπου πέραν του ιδίου συμμετείχαν ο Τσαλδάρης και ο Σπυρίδων Στάης (παλαιός υπουργός κι εκείνος, ο οποίος έπειτα από μονομαχία -τι εποχές τότε- είχε σκοτώσει το 1904 το συνάδελφό του βουλευτή Αλέξανδρο Χατζηπέτρου).
Ο Βοζίκης είχε πάρει «πάνω του» την ομάδα και με την ανοχή του Αργυρού (μετριοπαθής ο τελευταίος, γνώριζε ότι ο αρχηγός του κόμματος μάλλον θα πρέπει να είναι… παλαιοελλαδίτης, αφού εκεί ήταν η κύρια δύναμη των Λαϊκών, ενώ στη Μακεδονία η εγκατάσταση δεκάδων χιλιάδων προσφύγων ενίσχυε ακόμα περισσότερο το βενιζελογενές πολιτικό προσωπικό) κι έτσι στη συνέλευση που έγινε λίγες ημέρες μετά, αφού τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του Γούναρη και των υπόλοιπων πέντε εκτελεσθέντων, είπε με τη βροντερή του φωνή:
«Τι να κάμωμεν τώρα; Εγώ έχω την γνώμην να ορίσωμεν διευθυντήν του κόμματος του κ. Παναγήν Τσαλδάρην».
Έγνεψε «ναι» κι ο αρχηγός (ο οποίος εθεωρείτο κάτι σαν το αντίπαλον δέος) προς την πλευρά των δικών του, των Βορειοελλαδιτών, κι ορίστηκε ο «διευθυντής».
Διευθυντής, όχι αρχηγός. Αρχηγός χρίστηκε ουσιαστικά με την αδιαλλαξία του για την αποχή στις εκλογές του ?23. Κι ήταν αδιάλλακτος (σταθερά οπαδός του στέμματος) μέχρι την εκλογική του νίκη δέκα χρόνια μετά. Τότε ορκίστηκε πρωθυπουργός στο όνομα της Δημοκρατίας (και δεν ξέχασε και τον Βοζίκη που τον έκανε Πρόεδρο της Βουλής) με «υπ? αριθμόν δύο» στην κυβέρνησή του τον γενίτσαρο της Προεδρευομένης Κονδύλη, τον αρχηγό του Εθνικού Ριζοσπαστικού Κόμματος και εκλογικό συνεταίρο του.
Οι μανιώδεις υπόγειες διαδρομές του Κονδύλη υπέρ της άμεσης επαναφοράς του Γεωργίου Β? και οι ίδιες αξίες από την πλευρά του αρχηγού ενός κόμματος του ιδίου πολιτικού χώρου (του Μεταξά των Ελευθεροφρόνων) τον έκαναν διαλλακτικό, σε σημείο ν? αποδεχθεί το Πολίτευμα.
Πολιτικός εκείνος είχε να αντιμετωπίσει στην «πολυκατοικία της Δεξιάς» δύο… σώγαμπρους της πολιτικής. Δύο ακραίους στρατιωτικούς (Μεταξά και Κονδύλη) που είχαν εισέλθει στην πολιτική, έχοντας πάντα κατά νου τις… μπαλάσκες του.
Προς το τέλος
Μόλις προς τα τέλη του καλοκαιριού, μετά το αποτυχημένο «Κίνημα του ?35» (στην κατάπνιξη του οποίου συνέβαλλε τα μέγιστα ο Κονδύλης) και υπό τις απειλές των αδιάλλακτων της παράταξης αναγκάστηκε να κάνει δήλωση υπέρ της «επανόδου» του άνακτος. Αλλά εκείνος ήθελε δημοψήφισμα. Καθαρό, όχι σαν εκείνο που έκανε που έκανε ο Κονδύλης μόλις τον ανέτρεψε.
Κι η φωνή του Τσαλδάρη, όταν σίγησε, ίσως να ήταν χρήσιμη στην περαιτέρω ισχυροποίηση του πολιτικού κόσμου στη «λαίλαπα» των Γεωργίου Β? και Μεταξά που πήρε ολοκληρωτική μορφή από τις 4 Αυγούστου 1936…
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΖΑΪΜΗΣ, Ο «ΔΙΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ»: ΠΕΝΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ
Μέσα σε όλα χωρίς κόμμα!
Το να έχεις διατελέσει πρωθυπουργός σε έξι θητείες, άλλες δύο στην Προεδρία της Δημοκρατίας, πρόεδρος της Βουλής, πρόεδρος της Γερουσίας, υπουργός, διοικητής της Εθνικής Τράπεζας (και όχι μόνο) δεν είναι μικρό πράγμα!
Πολλώ δε μάλλον όταν:
- Ουσιαστικά δεν υπήρξες ποτέ αρχηγός κόμματος αλλά επικεφαλής μιας ολιγομελούς Κοινοβουλευτικής Ομάδας.
- Τις τέσσερις από τις έξι θητείες σου στην πρωθυπουργία τις κάνεις ως εξωκοινοβουλευτικός και σε μια περίοδο βρισκόσουν -κατά κάποιο τρόπο- στα πολιτικά αζήτητα.
- Γίνεσαι Πρόεδρος της Δημοκρατίας (σε μια πολύ σκληρή πολιτικά περίοδο, με έντονο το στοιχείο και τις μνήμες του Εθνικού Διχασμού) κι ουσιαστικά είσαι, κατ? επανάληψιν, ευνοούμενος των Ανακτόρων.
Αυτά είναι, σε μια πρώτη ανάγνωση τα ενδιαφέροντα αλλά και τα παράδοξα από την πολιτική καριέρα του Αλέξανδρου Ζαΐμη που είχε γεννηθεί σε μια ημερομηνία (28η Οκτωβρίου) που 85 ολόκληρα χρόνια μετά έμελλε να γίνει ιστορική για την Ελλάδα και ήταν ο πέμπτος κατά σειρά «πρωθυπουργός» από τους έξι που έσβησαν μέσα στο 1936. Για κείνον το νήμα της ζωής κόπηκε στις 15 Σεπτεμβρίου…
Από «τζάκι»
Βαστούσε από μεγάλο πολιτικό τζάκι. Ο παππούς του Ανδρέας Ζαΐμης (1791-1840) είχε διατελέσει κάτι σαν πρωθυπουργός (πρόεδρος του Εκτελεστικού), ενώ, «με τη βούλα» εκείνος, πρωθυπουργός αλλά για δυο μικρές θητείες είχε γίνει κι ο πατέρας του Θρασύβουλος Ζαΐμης (1825-1880).
Στη λογική της διαδοχής πολιτεύτηκε για πρώτη φορά μετά το θάνατο του πατέρα του κι εκλέχτηκε βουλευτής Καλαβρύτων στις 20 Δεκεμβρίου 1881. Συνολικά αναδείχθηκε μέλος της Εθνικής Αντιπροσωπείας 12 φορές, με τελευταία θητεία εκείνη της Βουλής του 1912.
Για πρώτη φορά υπουργοποιήθηκε σε ηλικία 35 ετών (υπουργός Δικαιοσύνης στις 24 Οκτωβρίου 1890), ενώ η πρώτη του θητεία στην προεδρία της κυβέρνησης ξεκίνησε στις 21 Σεπτεμβρίου 1897 και ολοκληρώθηκε στις 2 Απριλίου 1899.
Η πρώτη πρωθυπουργία
Με τη στήριξη του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, που διέθετε πολυμελή κοινοβουλευτική ομάδα θα γίνει πρωθυπουργός ο Αλ. Ζαΐμης, λίγο μετά τον «ατυχή πόλεμο» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Θα αναλάβει και το χαρτοφυλάκιο των Εξωτερικών (όπως έπραξε αργότερα και στις περισσότερες κυβερνήσεις του) και με την ιδιότητα αυτή μόλις το Νοέμβριο θα προχωρήσει σε σύμφωνο ειρήνης με τη γείτονα.
Παρότι κατείχε την εξουσία γνώρισε μεγάλη ήττα στις εκλογές του 1899, οι οποίες ανέδειξαν νικητή το Τρικουπικό Κόμμα, που πλέον είχε αρχηγό τον Γεώργιο Θεοτόκη.
Η τύχη όμως θα του χαμογελάσει σύντομα και πάλι. Η κρίση των «Ευαγγελικών» του 1901 (που προέκυψε από τις ανοικτές διαμάχες για τη μετάφραση του Ευαγγελίου) και ο βασιλεύς Γεώργιος Α?, μιας κι είχε αποκτήσει ο Ζαΐμης την εικόνα του μετριοπαθούς πολιτικού τον ξανακάνει πρωθυπουργό (12 Νοεμβρίου 1901 – 24 Νοεμβρίου 1902). Παρότι διενήργησε και πάλι εκλογές, καταποντίστηκε!
Το 1906, βουλευτής ων, καλείται από το παλάτι να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε άλλο πόστο. Ύπατος αρμοστής στην Κρήτη, αφού ο πρίγκιπας Γεώργιος (που κατείχε αυτό το πόστο) είχε φύγει… κακήν κακώς από τη Μεγαλόνησο, κυνηγημένος από τους επαναστάτες της. Δυο χρόνια θα διαρκέσει η θητεία του εκεί και μετά πάλι στην Αθήνα και στην Αχαΐα και στην Ήλιδα, όπου εκλεγόταν βουλευτής. Τα δεδομένα όμως είχαν αλλάξει. Είχε γίνει η Επανάσταση του Γουδή κι είχε ανατείλει πλέον το άστρο του Ελευθέριου Βενιζέλου. Το 1914 αλλάζει μερικώς το δημόσιο προσανατολισμό του. Έτσι στις 14 Δεκεμβρίου αναλαμβάνει καθήκοντα διοικητή στην Εθνική, θέση στην οποία θα παραμείνει επί έξι χρόνια, μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου 1920.
Σ? αυτό το διάστημα, θα προκύψει και η τρίτη πρωθυπουργία (24 Σεπτεμβρίου – 25 Οκτωβρίου 1915). Η ρήξη βασιλέως (Κωνσταντίνου Α?, πλέον) και Βενιζέλου θα οδηγήσει στη συμβιβαστική λύση Ζαΐμη, με ψήφο ανοχής και του Κόμματος Φιλελευθέρων. Σ? ένα μήνα έπεσε η κυβέρνηση, που έτσι κι αλλιώς στηριζόταν σε «ξύλινα πόδια» (ξένη πλειοψηφία) με αφορμή ένα επεισόδιο στη Βουλή για το οποίο ο μεν Βενιζέλος «έριξε νερό στο κρασί του», ο δε Γούναρης όχι. Τράβηξε τον δικό του οξύθυμο ο αρχηγός των Φιλελευθέρων, δεν έκανε όμως το ίδιο εκείνος των Λαϊκών όταν ξεκίνησε στη Βουλή το επεισόδιο που προκάλεσε την πτώση…
Τον Ζαΐμη διαδέχθηκε ένας άλλος τραπεζίτης, ο ακραιφνής αντιβενιζελικός Στέφανος Σκουλούδης, αλλά δεν θ? αντέξει για πολύ. Το Παλάτι προσφεύγει και πάλι στη μετριοπάθεια κι έτσι ο Καλαβρυτινός πολιτικός θα κάνει την τέταρτη θητεία του ως πρωθυπουργός από τις 9 Ιουνίου μέχρι τις 3 Σεπτεμβρίου 1916. Εν τω μεταξύ από τις 17 Αυγούστου είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη «της Αμύνης τα παιδιά»…
Στις 21 Απριλίου 1917 (άλλη μεταγενέστερη, σημαδιακή ημερομηνία) σχημάτισε ο Ζαΐμης την πέμπτη κυβέρνησή του. Όμως, δεν θ? αντέξει ούτε για δυο μήνες. Πέφτει στις 14 Ιουνίου, όταν υπάρχει πλήρης επικράτηση τόσο της Εθνικής Αμύνης όσο και των δυνάμεων της Αντάντ, οι οποίες είχαν καταλάβει τον φαληρικό όρμο και τον ισθμό της Κορίνθου. Την ίδια ημέρα έφτασε στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη, ενώ μόλις τρεις νωρίτερα αναχωρούσαν από την Ελλάδα ο βασιλεύς Κωνσταντίνος Α? με το διάδοχο Γεώργιο Α?, κατ? απαίτηση των συμμαχικών δυνάμεων, αφήνοντας το θρόνο στο δευτερότοκο Αλέξανδρο.
…και η έκτη
Πρωθυπουργός θα ξαναγίνει στις 4 Δεκεμβρίου 1926, όταν μετά τις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου, θα παρατηρηθεί μια σχεδόν ισοψηφία σε έδρες των δημοκρατικών με τα φιλοβασιλικά κόμματα. Έτσι Καφαντάρης, Μιχαλακόπουλος, Παπαναστασίου, Σοφούλης από τη μια και Τσαλδάρης – Μεταξάς από την άλλη θα συμφωνήσουν στο πρόσωπό του για τη λεγόμενη οικουμενική κυβέρνηση. Την ανασχηματίζει στις 17 Αυγούστου 1927 όταν αποχωρεί ο Τσαλδάρης με το Λαϊκόν Κόμμα, αλλά και στις 8 Φεβρουαρίου του επομένου έτους όταν έφυγε ο Παπαναστασίου με τους δικούς του.
Όταν, στις 4 Ιουλίου θα παραιτηθεί κι ο Καφαντάρης (αυτός ως τοποτηρητής του Βενιζέλου στην ηγεσία των Φιλελευθέρων είχε τα προβλήματά του όταν ο φυσικός αρχηγός του κόμματος επέστρεψε από την αυτοεξορία του στην Ελλάδα), θα τον ακολουθήσει κι ο Ζαΐμης. Σ? αυτή του τη θητεία, πάντως, ψηφίστηκε και το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας…
Τα υψηλότερα σκαλοπάτια
Στις 21 Απριλίου 1929 (να τη και πάλι η ημερομηνία, ακριβώς δέκα χρόνια μετά και σαράντα νωρίτερα πριν από τη… σημαδιακή) θα αναδειχθεί αριστίνδην γερουσιαστής και λίγο μετά θα εκλεγεί πρόεδρος του Σώματος.
Και στις 14 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου θ? ανέβει το υψηλότερο θεσμικό σκαλοπάτι. Τότε ο πρωθυπουργός (πλέον) Βενιζέλος θ? ακυρώσει μια παλαιά παραγγελία για ένα υπερσύγχρονο θωρηκτό και τον Υδραίο ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη θα τον πιάσει το… αρβανίτικο και θα παραιτηθεί από την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Σχεδόν έξι χρόνια (αυτή τη φορά πολλά) θα διατηρήσει τούτο το αξίωμα ο Ζαΐμης. Μέχρι τις 10 Οκτωβρίου 1935 όταν ο Κονδύλης κατήργησε θεσμούς και πρόσωπα κι ορκίστηκε ο ίδιος αντιβασιλεύς…
Ψάρια…
Ο Ζαΐμης ήταν ολιγομίλητος, αλλά και μανιώδης ερασιτέχνης ψαράς. Το πρώτο χαρακτηριστικό του, αλλά και το χόμπι του στάθηκαν αρκετά για τους δημοσιογράφους της εποχής του να τα πλέξουν αρμονικά και να του δώσουν το… παρεπίθετο «ιχθύς»!
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΔΟΞΗ ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΒΕΝΙΖΕΛΟ
Ο «Πατέρας της Δημοκρατίας» και άλλοι πατεράδες
Ούτε πέντε μήνες (κι αυτούς σε δύο θητείες) δεν έκανε πρωθυπουργός κι από την πρώτη του κιόλας θητεία εγκρίθηκε από τη Βουλή το ψήφισμα «περί εκπτώσεως της δυναστείας και ανακηρύξεως της Δημοκρατίας», κάτι που του έδωσε την ευκαιρία να πολιτογραφηθεί ως «πατέρας της Ελληνικής Δημοκρατίας».
Πότε μαζί και πότε… χώρια (και σε σκληρή κόντρα μαζί του στο δεύτερο διάστημα) κατάφερε να πρωταγωνιστήσει όχι μόνο στην πολιτική ζωή αλλά και στο χώρο των ιδεών. Καλοκαίρι του 1876 (8 Ιουλίου) ήλθε στη ζωή, γέννημα-θρέμμα της Αρκαδίας, από το Λεβίδι.
Κι αυτός από πολιτική οικογένεια, αφού ο πατέρας του Παναγιώτης κάθισε στα έδρανα της Βουλής, ως εκπρόσωπος της εκλογικής περιφέρειας Μαντινείας. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου σπούδασε τα… πάντα (νομικά, οικονομικά, φιλοσοφία και κοινωνιολογία) για την εποχή του, στην Αθήνα και στο εξωτερικό (Χαϊλδεβέργη, Βερολίνο, Λονδίνο και Παρίσι).
Στη Γερμανία ασπάστηκε το τότε σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο και κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, τριαντάρης πια, συνέστησε μαζί με τους Παναγιώτη Αραβαντινό, Αλέξανδρο Δελμούζο, Αλέξανδρο Μυλωνά και Θρασύβουλο Πετιμεζά την «Κοινωνιολογική Εταιρεία». Βουλευτής από το 1910, ως συνεργαζόμενος (βάσει απόφασης της Εταιρείας) με τους πρεσβευτές των νέων ιδεών, που μετεξελίχθηκαν σύντομα σε Κόμμα Φιλελευθέρων.
Υπουργοποίηση
Το κίνημα της «Εθνικής Αμύνης» τον συγκινεί, πάει στη Θεσσαλονίκη και η προσωρινή κυβέρνηση τον διορίζει γενικό διοικητή Ιονίων Νήσων. Με την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου Α? και την επιστροφή του Βενιζέλου στην Αθήνα γίνεται υπουργός Συγκοινωνίας (14 Ιουνίου 1917 – 4 Νοεμβρίου). Η ήττα των Φιλελευθέρων στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου και ο δικός του αποκλεισμός από τη Βουλή τον προβληματίζουν βαθύτατα. Μελετά το άκρατα πλειοψηφικό σύστημα της εποχής (που μπορεί να δώσει και το δεύτερο πανελλαδικά κόμμα σε ψήφους, πρώτο σε έδρες λόγω γεωγραφικής κατανομής) και υιοθετεί ανοικτά το αναλογικό, του οποίου -ουσιαστικά- υπήρξε ο εισηγητής.
Αρχηγός κόμματος, ιδέες και κόντρες
Ο Βενιζέλος δεν γύρισε στην Ελλάδα, ούτε καν ένα χρόνο μετά την Επανάσταση του 1922, όταν διενεργήθηκαν οι εκλογές. Τότε, παραμένοντας στον αυτό πολιτικό χώρο, ίδρυσε δικό του κόμμα, τη Δημοκρατική Ένωση, η οποία κατήλθε με δικά της ψηφοδέλτια και (σε συνδυασμό με την αποχή των σχηματισμών της Δεξιάς) αναδείχθηκε αξιωματική αντιπολίτευση.
Οι διαθέσεις του για εκείνη τη Βουλή είχαν αρχίσει να γίνονται ορατές από τις 12 Φεβρουαρίου 1922, όταν με τις αντίπαλες πολιτικά δυνάμεις στην εξουσία δημοσίευσε το «Δημοκρατικό Μανιφέστο», με το οποίο προειδοποιούσε:
«Αν, παρ? όλας τας επισωρευομένας συμφοράς, εξακολουθήση η κυβέρνησις αδιαφορούσα διά την έκπτωσιν της Ελλάδος από την συμμαχικήν της θέσιν, να τάσση το προσωπικόν βασιλικόν συμφέρον υπεράνω της γενικής σωτηρίας, θα γενικευθή η πεποίθησις, ήτις ήρχισε να ριζοβολή, αφ? ότου προ ολίγων ετών εματαιώθη η θέλησις του έθνους προς κανονισμόν της εξωτερικής του πολιτικής συμφώνως προς τας παραδόσεις, τα αισθήματα και τα συμφέροντά του, ότι ο θεσμός της βασιλείας τον οποίον εδέχθη και διατηρεί ο ελληνικός λαός, όπως τον έχη πρόμαχον των εθνικών δικαίων, εθνικόν συνδετικόν κρίκον και σύμβολον, γίνεται πρόξενος εθνικών συμφορών, συντελεί όχι εις την συνοχήν, αλλά εις την διάσπασιν του έθνους.
Σύμφωνα δε με την πεποίθησιν αυτήν, το βλέπομεν καθαρά, θα ρυθμίση όπως είναι φυσικόν τη δράσιν το έθνος άξιον σεβασμού μεγαλυτέρου και τύχης καλυτέρας». Ήταν η προειδοποίηση που υλοποιήθηκε και τυπικά επί πρωθυπουργίας του με το ψήφισμα της (συνειδητή η επιλογή της ημερομηνίας) 25ης Μαρτίου 1924, μετά τη δοξολογία στη Μητρόπολη. Για να γίνει αυτό πραγματικότητα όμως, έγιναν -μεταξύ άλλων- η καταδίκη του «Παπαναστάση» (έτσι τον έλεγε ο απλός λαός) και η φυλάκισή του για το Μανιφέστο, όπως και η σφοδρή αντιπαράθεσή του με τον Βενιζέλο στην Ολομέλεια της Εθνικής Αντιπροσωπείας.
Η…μονομαχία
Ο ιδρυτής των Φιλελευθέρων είχε γίνει και πάλι πρωθυπουργός από τις 11 Ιανουαρίου 1924, αλλά στο παλαιό ενιαίο κόμμα του είχαν αλλάξει πολλά. Πολλοί οι επίδοξοι αρχηγοί ή υπαρχηγοί του χώρου: Καφαντάρης, Μιχαλακόπουλος, Σοφούλης, Παπαναστασίου, οι παραδοσιακοί πολιτικοί κι από δίπλα οι άλλοτε στρατιωτικοί Γονατάς, Κονδύλης και Πάγκαλος. Οι δύο τελευταίοι, δε, πότε εμφανίζονται ως προμετωπίδα και πότε ως υπασπιστές του Παπαναστασίου. Γι? αυτούς θα τον προειδοποιήσει ο Βενιζέλος, στην περίφημη κόντρα τους που προκάλεσε την πτώση εκείνης της κυβέρνησής του. Όταν έψεξε τον πρωθυπουργό για την επανακυκλοφορία εφημερίδων που είχαν κλείσει μετά το αποτυχημένο κίνημα του Λεοναρδόπουλου – Γαργαλίδη, εκείνος του είπε:
«Θα μου επιτρέψετε, κύριε Παπαναστασίου, να σας είπω ότι αν ενεργείτε να εγκαθιδρύσετε την Δημοκρατία κατ? αυτόν τον τρόπο, δεν κάνετε καλά. Λυπούμαι διά τας αντιλήψεις τας οποίας έχετε διότι μας οδηγούν εις μίαν Στρατοκρατίαν και όχι Δημοκρατίαν».
Εκείνη την ημέρα, ο Αρκάς είχε αποφασίσει να τραβήξει στα άκρα και του απάντησε: «Με μέμφεσθε διά την συνεργασίαν μου με στρατιωτικούς. Λησμονείτε όμως ότι με τους ιδίους στρατιωτικούς, σεις πρώτος εκάματε επαναστάσεις».
Ο Βενιζέλος έπαθε καρδιακή κρίση και παραιτήθηκε, αφήνοντας «στο πόδι του» τον Καφαντάρη. Δικαιώθηκε όμως, ενάμιση χρόνο αργότερα, για τον Πάγκαλο και πιο μετά για τον Κονδύλη!
Τον Καφαντάρη διαδέχθηκε ως πρωθυπουργό ο Παπαναστασίου στις 12 Μαρτίου και παρέμεινε στο αξίωμα μέχρι τις 24 Ιουλίου παραδίδοντας στον Σοφούλη. Ενώ είχε λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή τον έριξαν τα… καμώματα του υπουργού του Χατζηκυριάκου («δεξί χέρι» τότε του Πάγκαλου και μετέπειτα του Κονδύλη) που ως παλαιός αξιωματικός του Ναυτικού προωθούσε έμπιστά του πρόσωπα, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τις παραιτήσεις δεκάδων επιτελικών στελεχών του κλάδου.
Εκλογικές επιδόσεις
Από τις εκλογές του 1926 η Δημοκρατική Ένωση θα καταστεί υπολογίσιμη αλλά όχι μεγάλη πολιτική δύναμη με ποσοστό 6,48%. Ο αρχηγός της θα γίνει υπουργός Γεωργίας στην κυβέρνηση Ζαΐμη (βλ. και διπλανή σελίδα). Το ίδιο και σ? εκείνες του 1928 (6,71%) ως Αγροτικό και Εργατικό Κόμμα πλέον. Για ένα δεκαήμερο (26 Μαΐου – 5 Ιουνίου 1932) έγινε πρωθυπουργός «στα τελειώματα» εκείνης της Βουλής μέχρι να ξαναπάρει το πηδάλιο ο Βενιζέλος.
Ακολούθησαν οι εκλογές (5,89%) και η συνεργασία του έπειτα από πολλά χρόνια με τον Χανιώτη πολιτικό, ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Γεωργίας της βραχύβιας κυβέρνησής του (16 Ιανουαρίου – 6 Μαρτίου 1933). Στις εκλογές εκείνης της χρονιάς το κόμμα του σημειώνει σημαντική μείωση (4,16% και ο ίδιος δεν θα εκλεγεί βουλευτής. Θα επανέλθει σύντομα όμως, με επαναληπτική εκλογή που προεκλήθη από την παραίτηση δικού του βουλευτή), ενώ δύο χρόνια μετά θα καταδικάσει το «Κίνημα του ?35» με το τουλάχιστον άκομψο για τον Βενιζέλο ότι «εκρημνίσθη οριστικώς από την πολιτική ζωή». Όταν στήθηκαν οι κάλπες του 1936 κατάφερε απλά να διασωθεί εκλογικά, λαμβάνοντας 4,21%, αλλά μαζί με τα κόμματα του Καφαντάρη και του Γεωργίου Παπανδρέου. Έκλεισε τα μάτια του για πάντα τελευταίος από τους «έξι πρωθυπουργούς» στις 17 Νοεμβρίου από ανακοπή καρδιάς στην Εκάλη…
ΛΑΖΑΡΟΣ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗΣ
πηγη http://www.paraskevi13.com/?p=23611
Το ρεμπέτικο από τότε που έκανε την εμφάνισή του και μέχρι τα τέλη του 1981, όταν ουσιαστικά νομιμοποιήθηκε, εξέφραζε κάτι το απόκρυφο, το απαγορευμένο. Τις περισσότερες φορές με ισχυρές δόσεις πόνου, ενίοτε ελπίδας και «αραιά και πού» σάτιρας. Σχεδόν πάντοτε όμως εμπεριείχε το στοιχείο της παρανομίας. Σ? αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι στίχοι που ακολουθούν παρότι είναι ιδιαιτέρως «τραβηγμένοι», αφού πραγματεύονται ένα κορυφαίο γεγονός (το θάνατο), τον διακωμωδούν, λαϊκίζουν στη συνέχεια, και καταλήγουν στην προσφιλή (της πλειοψηφίας των δημιουργών) χασισοποτεία!
Το 1936 θα μείνει στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας και για το θάνατο… έξι πρωθυπουργών! Του εν ενεργεία και των πέντε προκατόχων του (αφαιρώντας έναν, τον Αλέξανδρο Οθωναίο ο οποίος όμως ήταν προσωρινός, τεσσάρων ημερών, 6-10 Μαρτίου 1933).
Πολιτική παρέμβαση
Μάρκου Βαμβακάρη
Τότε ο Μάρκος Βαμβακάρης, στα νιάτα του (ήταν 31 ετών) έγραψε, συνέθεσε και ερμήνευσε το:
«Πέθανε ο Κονδύλης μας
πάει και ο Βενιζέλος
την πούλεψε κι ο Δεμερτζής
που θα ?φερνε το τέλος.
Όσοι γινούν πρωθυπουργοί
όλοι τους θα πεθάνουν
τους κυνηγάει ο λαός
απ? τα καλά που κάνουν.
Βάζω υποψηφιότητα
πρωθυπουργός να γίνω
να κάθομαι τεμπέλικα
να τρώω και να πίνω.
Και ν? ανεβαίνω στη Βουλή
εγώ να τους διατάζω
να τους πατώ τον αργιλέ
και να τους μαστουριάζω».
Η πρώτη στροφή είναι σχεδόν άγνωστη γιατί απλούστατα δεν ηχογραφήθηκε (τουλάχιστον αρχικά) επειδή, προφανώς, αποτελούσε προσβολή μνήμης νεκρών.
Και… φιλοβασιλικός
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Βαμβακάρης παρενέβαινε στα πολιτικά πράγματα με τρόπο ευθύ. Το είχε πράξει και λίγους μήνες νωρίτερα, στα τέλη του 1935, όταν με το άκρως αμφισβητήσιμο ως προς την εγκυρότητά του δημοψήφισμα της 3ης Νοεμβρίου επανήλθε στη χώρα (με ποσοστό… 97,88%) ο βασιλεύς Γεώργιος Β?.
Τότε ο Μάρκος συνέθεσε το:
«Στην ξενιτιά κι αν ήσουνα
εσύ και οι δικοί σου
πάντα σε περιμέναμε
νά ?ρθείς με τη στολή σου.
Ξανάρθες τώρα βασιλιά
μέσα στην αγκαλιά μας
κανόνισέ τα όμορφα
να γιάνεις την καρδιά μας.
Μα τώρα που σε φέραμε
στους Έλληνες ξηγήσου
προσπάθησε για το καλό
κι η Παναγιά μαζί σου.
Για σένα όλοι οι Έλληνες
έχουνε την ελπίδα
να ενωθούμε όλοι μαζί
να σώσεις την πατρίδα».
Πολιτική μετατόπιση
Εύλογα τα ερωτήματα που προκαλούνται με κυρίαρχο τούτο: Πώς ο Βαμβακάρη από τους «πατεράδες» του ρεμπέτικου, άνθρωπος λαϊκός, καλλιτέχνης που με τα τραγούδια του εκινείτο στα όρια της… παρανομίας, φτάνει στο σημείο, από τη μια να υμνεί (ακόμα και) τη στολή του άνακτος κι από την άλλη να… ξετινάζει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα;
Κι αν στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματος μπορούμε να υποθέσουμε ότι υιοθέτησε το σκεπτικό «δεν βαριέσαι, όλοι ίδιοι είναι» (που όμως στον τόπο μας αποτέλεσε και αποτελεί επιχείρημα προσώπων που κινούνται στις παρυφές του λεγόμενου συντηρητικού χώρου), στο πρώτο τι συνέβη;
Υπάρχει μια λογικοφανής εξήγηση: Σύμφωνα με μαρτυρία στον γράφοντα, το 1983, ενός Συριανού (από την πρωτεύουσα των Κυκλάδων καταγόταν κι ο συνθέτης), ο Μάρκος ήταν μέλος του ΚΚΕ αλλά διεγράφη από τις τάξεις του κόμματος επειδή με τα τραγούδια του υμνούσε τις απαγορευμένες ουσίες (κάνναβη και ναρκωτικά).
Επομένως, αν ασπαστούμε αυτή την πληροφορία, η αποπομπή του από τις τάξεις της Αριστεράς τον οδήγησε σε πλήρη πολιτική μεταστροφή με αποτέλεσμα να γίνει ακόμα και υμνητής του βασιλέως, του οποίου την επάνοδο, τότε, δεν επιθυμούσε ούτε καν το σύνολο της ηγεσίας του Λαϊκού Κόμματος που ήταν ο κύριος πυλώνας του χώρου της Δεξιάς.
«Ο Μάρκος υπουργός», όπως ονομάστηκε το πρώτο από τα προαναφερθέντα τραγούδια, έγινε ευρύτερα γνωστό την εποχή εκείνη. Ίσως -γιατί στοιχεία δεν υπάρχουν- να είχε και μια μερική ανοχή της κυβέρνησης Μεταξά που ορκίστηκε μετά το θάνατο του εν ενεργεία πρωθυπουργού Δεμερτζή και μετεξελίχθηκε σε δικτατορική από τις 4 Αυγούστου του ιδίου έτους.
Στιχουργική… επιστροφή
Στα πάλκα, πάντως, και λογικά ως αντίδραση για να μη θεωρηθεί το τραγούδι «μονόπλευρο», ακουγόταν λίγο μετά και μια άλλη στροφή, την οποία πιθανόν να πρόσθεσε ο ίδιος ο Βαμβακάρης:
«Και για προσέξετε καλά
Γιαννάκη και Σοφούλη
μην ξεμπουκάρει ο Σκλάβαινας
και σας μασήσει ούλοι».
Ως «Γιαννάκης» αναφέρεται ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς, ενώ ο Θεμιστοκλής Σοφούλης ήταν ο διάδοχος του Ελευθέριου Βενιζέλου στην ηγεσία του Κόμματος Φιλελευθέρων.
Όσο για τον (Στέλιο) Σκλάβαινα ήταν ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Παλλαϊκού Μετώπου, που ήταν το σχήμα με το οποίο κατήλθε το ΚΚΕ στις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936.
Αν ανήκει η τελευταία στροφή στον Μάρκο και αν ισχύει η πληροφορία που παραθέσαμε παραπάνω (περί των πολιτικών καταβολών του), διακρίνουμε μια (πρόσκαιρη;) επιστροφή στις ρίζες.
Οι έξι που «έφυγαν»
Εντός του 1936 απεβίωσαν:
? 31 Ιανουαρίου: Γεώργιος Κονδύλης, αρχηγός του Εθνικού Ριζοσπαστικού Κόμματος
? 18 Μαρτίου: Ελευθέριος Βενιζέλος
? 13 Απριλίου: Κωνσταντίνος Δεμερτζής
? 17 Μαΐου: Παναγής Τσαλδάρης, αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος
? 15 Σεπτεμβρίου: Αλέξανδρος Ζαΐμης
? 17 Νοεμβρίου: Αλέξανδρος Παπαναστασίου, αρχηγός του Αγροτικού και Εργατικού Κόμματος (Δημοκρατική Ένωσις).
Όλων οι θάνατοι και ειδικά των τεσσάρων πρώτων προκάλεσαν υποψίες. «Τους δηλητηριάζουν τον έναν μετά τον άλλον», συζητούσαν στα καφενεία. Αλλά τουλάχιστον κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε ποτέ…
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ, Ο ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΟΣ «ΚΕΡΑΥΝΟΣ»
Εκείνος που άνοιξε το «χορό του Χάρου»
Το πρώτο… σκαρί, που όχι μόνο ράγισε αλλά βυθίστηκε στην αιωνιότητα, ήταν το πιο ισχυρό. Δεν ήταν τυχαίο ότι ο Γεώργιος Κονδύλης, η πολυκύμαντη αυτή προσωπικότητα, είχε αποκτήσει στο πεδίο των στρατιωτικών και πολιτικών μαχών το παρεπίθετο «κεραυνός».
Από τα 18 του (1897) στο Πεζικό, όπου κατετάγη ως εθελοντής, οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα, μαχητής των Βαλκανικών Πολέμων, πήρε μέρος στο Κίνημα της Εθνικής Αμύνης, συμμετείχε στις επιχειρήσεις της Ουκρανίας και της Μικράς Ασίας, εγκατέλειψε το στράτευμα μετά την ήττα του Ελευθέριου Βενιζέλου στις εκλογές του 1920 και επανήλθε σε αυτό μετά την Επανάσταση του 1922.
Γνήσιος γλετζές, του άρεσαν οι γυναίκες και το ποτό αλλά και το διάβασμα. Πολλοί συμπολεμιστές του τον θυμούνταν, στο περιθώριο των μαχών, να μελετά, κυρίως αρχαίους συγγραφείς.
Την επόμενη χρονιά συνεισφέρει τα μέγιστα στην κατάπνιξη του φιλοβασιλικού (και… φιλομεταξικού) κινήματος των Λεοναρδόπουλου – Γαργαλίδη. Έφυγε από τις Ένοπλες Δυνάμεις με το βαθμό του υποστρατήγου και στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου (στις οποίες δεν πήραν μέρος οι οπαδοί του στέμματος) πολιτεύτηκε για πρώτη φορά και αναδείχθηκε πληρεξούσιος Ροδόπης.
Ιδρυτής κόμματος
Ίδρυσε το Εθνικόν Δημοκρατικόν Κόμμα και διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών (κυβέρνηση Παπαναστασίου) και υπουργός Εσωτερικών (κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου).
Το καλοκαίρι του 1926 ανέτρεψε τη δικτατορία Πάγκαλου και διετέλεσε πρωθυπουργός από τις 26 Αυγούστου ως τις 4 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους. Στη θητεία του διενεργήθηκαν οι εκλογές της 7ης Νοεμβρίου (με συμμετοχή όλων των πολιτικών δυνάμεων και χωρίς να ευνοηθεί κάποια από την πλευρά της εξουσίας) στις οποίες -όπως είχε δεσμευτεί νωρίτερα- ο ίδιος και το κόμμα του δεν πήραν μέρος, για να μη θεωρηθεί ότι θα χρησιμοποιούσαν τον κρατικό μηχανισμό ως φέουδό τους. Επανήλθε στη Βουλή το 1928 ως βουλευτής Καβάλας (το κόμμα του έλαβε ποσοστό 2,71%) και επανεκλέχτηκε έπειτα από 4 χρόνια στα Τρίκαλα με το νέο του κόμμα, το Εθνικόν Ριζοσπαστικόν, το οποίο συγκέντρωσε το 4,07% των ψήφων. Σ? εκείνες τις εκλογές ουσιαστικά έμεινε «εκτός νυμφώνος», αφού ήλθε δεύτερος σε σταυρούς προτίμησης του κόμματός του στο νομό (1.640) κι εκείνο έβγαζε μία έδρα, την οποία καταλάμβανε ο πολιτικός του «υπασπιστής» Δημοσθένης Αναγνωστόπουλος (με 2.624), ο οποίος όμως πρόθυμα και απλόχερα του την παραχώρησε!
Πολιτική τράμπα
Στο σημείο εκείνο επισημοποιείται η απόσχισή του από το αντιμοναρχικό μέτωπο και η μεταπήδησή του στο φιλοβασιλικό στρατόπεδο. Γι? αυτό, εξάλλου, ορκίζεται υπουργός Στρατιωτικών της βραχύβιας κυβέρνησης Τσαλδάρη.
Δίπλα και μετά… πιο πάνω
Με τον τελευταίο και το Λαϊκό Κόμμα συνεργάστηκε στις εκλογές του 1933 και μετά τη νίκη τους επανήλθε στο προαναφερθέν υπουργείο, αναλαμβάνοντας παράλληλα (από τις 5 Απριλίου 1935, λίγο μετά την αντιμετώπιση του βενιζελικού κινήματος) και την αντιπροεδρία της κυβερνήσεως.
Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς πήγε ν? ανατρέψει τον Τσαλδάρη, αλλά τελευταία στιγμή «έκανε πίσω». Δεν άργησε να υλοποιήσει το σχέδιό του στις 10 Οκτωβρίου όταν, σε συνεννόηση μαζί του, οι τρεις αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων, ο μετέπειτα πρωθυπουργός Παπάγος (του Στρατού Ξηράς), ο Οικονόμου (του Ναυτικού) και ο Ρέππας (της Αεροπορίας) σταμάτησαν καθ? οδόν -από το σπίτι του προς το γραφείο του, στη Λεωφόρο Κηφισίας, στο ύψος του γηροκομείου της «Ελεήμονος Εταιρείας», το πρωθυπουργικό αυτοκίνητο και είπαν στον Τσαλδάρη: «Έχετε παραιτηθεί, κύριε πρόεδρε».
Ορκίστηκε πρωθυπουργός και αντιβασιλεύς και με συνοπτικές διαδικασίες (και το… γνωστό δημοψήφισμα) επανέφερε τον Γεώργιο Β?.
Όμως, όταν στις 25 Νοεμβρίου ο έκπτωτος μονάρχης επέστρεψε στην Ελλάδα, τον «άδειασε» από την πρώτη στιγμή.
Ενώ ο «Κεραυνός» ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο που θα τον μετέφερε από το Φάληρο στην Αθήνα, ο άναξ λειτούργησε ως… αλεξικέραυνο.
«Θα με συνοδεύσει μόνο ο διάδοχος (σ.σ.: ο αδελφός του Παύλος)», του είπε κόβοντάς του «τη φόρα». Την επομένη, δε, του ανακοίνωσε ότι θα του απομείνει το «Μεγαλόσταυρο του Σωτήρος», κάτι που εκ των πραγμάτων προϊδέαζε για… τιμητική αποστρατεία.
Τέσσερις ημέρες αργότερα, δε, αποχωρούσε κι από την πρωθυπουργία (τυπικά ο βασιλεύς στάθηκε στη διαφωνία του για την αμνήστευση των αποτάκτων «του κινήματος του ?35» για να τον αντικαταστήσει) βαθιά απογοητευμένος από τη συμπεριφορά του «ελέω Θεού»…
Επανεκλέχτηκε βουλευτής Τρικάλων στις 26 Ιανουαρίου 1936 και για την 1η Φεβρουαρίου όχι μόνο είχε ζητήσει ακρόαση από τον βασιλέα, αλλά σχεδίαζε να τοποθετήσει και πέριξ των Ανακτόρων οπαδούς του για να τον επευφημίσουν.
Προ της τελευτής
Τις τελευταίες στιγμές του, την παραμονή της συνάντησης, περιέγραψε γλαφυρά ο πιστός του συνεργάτης Σταμάτης Μερκούρης, ο πατέρας της Μελίνας, ο οποίος βρισκόταν στο σπίτι του Κονδύλη το απόγευμα της τελευτής:
«Ποιος ξεύρει, ποίαι σκέψεις και ποίαι προαισθήσεις τον εβασάνιζαν. Μου έκαμε νεύμα να πλησιάσω πολύ, ώστε να μη ακούη η παρισταμένη υπηρεσία, και γελών μου είπε μία φράσιν, αφορώσαν μίαν κυρία, η οποία τον είχεν ερωτευθή και προσεπάθει με κάθε τρόπον να τον συγκινήση, υπόθεσις, ήτις τον διασκέδαζεν εξαιρετικά και, όπως όλα τα πράγματα, έτσι και αυτό με την φυσικήν του ειρωνείαν το είχε διακωμωδήσει. Γελώντες και οι δύο απεχωρίσθημεν. Δεν είχα όμως φθάσει και πάλιν μέχρι της θύρας του δωματίου, οπότε πλέον με ανεκάλει να επιστρέψω όχι η φωνή του, αλλά η φωνή της τρομαγμένης υπηρεσίας. Σπεύσας τον εύρον ύπτιον επί της κλίνης. Έσπευσα, επλησίασα και ευρέθην προ του θεάματος, ο ανήρ, ο οποίος προ ολίγου είχεν αναπτύξει τόσας σοβαράς του αποφάσεις και κατόπιν είχε γελάσει από καρδίας, να ευρίσκεται ύπτιος και να με ατενίζη με τους μεγάλους του οφθαλμούς. Εις τας φωνάς εμού και της υπηρεσίας προσέτρεξεν ο εις το παραπλεύρως δωμάτιον ευρισκόμενος καθηγητής Ι. Χρυσικός.
Χάνουμε τον πρόεδρο. Και με ωδήγησε να του κάνωμε τεχνικήν αναπνοήν. Αλλά μέσα εις διάστημα δευτερολέπτων ο επιθανάτιος ρόγχος τον είχε καταλάβει. Ο Χάρος, όπως είχε προείπει, τον εκτύπησε όρθιον. Μετ? ολίγα λεπτά, και εν μέσω του πατρός μου, του αδελφού μου, του Δημοσθ. Αναγνωστοπούλου, του Ηλία Αποσκίτη, του ανεψιού του Φ. Κατσιάμπα, του ιατρού Χρυσικού και εμού, εκλείσθησαν οριστικώς οι σπινθηροβόλοι οφθαλμοί του. Από εκείνης της στιγμής ο Γεώργιος Κονδύλης απήρχετο εις την Αθανασία». (βλ. Σταμάτη Σ. Μερκούρη: «Γεώργιος Κονδύλης, ο Κεραυνός 1879-1936», εκδοτικός οίκος αδελφών Κυριακίδη, β? έκδοση, 2009, σελ. 269-270.)
Το κλίμα της εποχής
Την επομένη του θανάτου του έκπληκτοι οι αναγνώστες του πρωινού Τύπου ανέγνωσαν ένα δημοσίευμα που σήμερα θα χαρακτηριζόταν τουλάχιστον… αχαρακτήριστο αλλά, αν μη τι άλλο, δείχνει το κλίμα της εποχής.
Είχε τον τίτλο «Ζωή σε λόγου μας!» και το ακόλουθο περιεχόμενο:
«Πέθανε από φυσικό θάνατο ο δημόσιος κίνδυνος Νο 1, Κονδύλης. Αυτός που σαν απαίσιος, σίφουνας, πέρασε από την Ελλάδα. Που τουφέκισε δεκάδες φαντάρους και υπαξιωματικούς στη Μακεδονία. Που κρέμασε, τρύπησε κοιλιές και έκοψε τα στήθια των γυναικών της Χαλκιδικής. Που στο 45μερο διάστημα της ?κοσμογονίας? του έσπασε ρεκόρ σε τρομοκρατικά όργια, κραιπάλες και ακατανόμαστα αίσχη.
Δεν θα κάνουμε την νεκρολογία του. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε εδώ είνε να εκφράσουμε το κοινό αίσθημα ευχαρίστησης και ανακούφισης, που έννοιωσε ο λαός, μαθαίνοντας την είδηση για το θάνατό του. Το μόνο που πρέπει να λυπάται κανείς είνε ότι ο Κονδύλης πέθανε από φυσικό θάνατο, γλυτώνοντας έτσι το κρέμασμά του στην πλατεία του Συντάγματος από το λαό, τη μόνη δίκαιη τιμωρία που του αξίζει.
Έλειψε χτες από την Ελλάδα ένας εχθρός των εργαζομένων. Και γι? αυτό πολύ σωστά ο λαός σχολιάζει την είδηση του θανάτου με τις λέξεις: Ζωή σε λόγου μας!»
Διευκρινίζεται ότι η εφημερίδα ήταν ο «Ριζοσπάστης», ενώ ως «κοσμογονία» (στην οποία αναφερόταν το δημοσίευμα) απεκαλείτο το διάστημα της τελευταίας διακυβέρνησης του τόπου από τον Κονδύλη…
ΛΙΒΕΛΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Τους μικρούς «ουδείς εστηλίτευσεν μετά θάνατον»
Οι μεγάλοι διχάζουν και μετά το θάνατό τους. Όπως είχε γράψει κι ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος «ο α? ή ο β? πολλάκις εξεθειάσθη και πολλάκις κατεκριμνίσθη εις τα σκοτεινά της ιστορίας τάρταρα. Αλάνθαστον τούτο κριτήριο ότι δεν ήτο κοινός άνθρωπος. Διότι εγκώμια μεν εγράφησαν περί μετρίων, αλλ? ουδείς πεισματωδώς επροπηλάκισε τους τοιούτους, ουδ? εστηλίτευσεν αυτούς μετά θάνατον».
Με τα λόγια αυτά κατά νου αναγιγνώσκεται η ακόλουθη «νεκρολογία» του ανδρός, στο «Ελληνικό Μέλλον» του Νικολάου Π. Ευστρατίου (εφημερίδα-προμετωπίδα του Λαϊκού Κόμματος) την επομένη του «μοιραίου»:
«Ουδέποτε θάνατος πολιτικού ανεκούφισεν ένα λαόν τόσον πολύ όσον ανεκούφισε τον ελληνικόν λαόν ο θάνατος του Βενιζέλου. Ως μαύρον νέφος, εγκυμονούσε θυέλλας και καταστροφάς, εσκίαζεν η προσωπικότης του τον ελληνικόν πολιτικόν ορίζοντα. Ήτο ένας διαρκής κίνδυνος. Ένας ακαθόριστος τρόμος κατείχε τας τάξεις των Ελλήνων πολιτών και υπήρχον πολλοί, οι οποίοι συνεκλονίζοντο εκ πάθους και μίσους κατά του ανθρώπου, ο οποίος δεν υπάρχει πλέον εις την ζωήν, μόνον και επί τω ακούσματι του ονόματός του. Οι φίλοι του, όσοι ιδίως υπήρξαν δημιουργήματά του, τον κλαίουν, θρηνούν διά την απώλειά του και ευρίσκουν, ότι επήλθεν εις τον τόπον συμφορά εθνική, ενώ, όλως αντιθέτως η μοναδική φορά που εξυπηρέτησε θετικώς την πατρίδα του! Ακουσίως του βεβαίως αλλ? εν πάση περιπτώσει διά του θανάτου του έθεσεν οριστικόν τέρμα εις το παρελθόν. Έκλεισεν από χθες ερμητικώς η πύλη του χθες, η πλήρης αίματος αδελφικού, σπαραγμών, γόων και θρήνων αδελφικών, εξοριών, φυλακίσεων και τυφεκισμών αδελφικών. Από σήμερον ανοίγει διάπλατα η πύλη του μέλλοντος της χώρας, το οποίον δεν είνε δυνατόν, παρά να είνε δημιουργικόν και πλήρες ελπίδων πραγματικής ανορθώσεως του τόπου και αναγεννήσεως της Ελλάδος. Ο Βενιζέλος δεν ήθελε να παραδεχθή και να πιστεύση ότι εξεπροσώπει το προπολεμικόν παρελθόν, την τυραννίαν, το αιματοκύλισμα, την εκδίκησιν, το αίμα, την δολοφονίαν και την ανατροπήν. Καλώς ή κακώς, δικαίως ή αδίκως -καλώς και δικαίως και ορθώς δι? ημάς- ο Βενιζέλος είχε τερματίσει το πολιτικόν του στάδιον εις τον σταθμόν της Λυών, όπου δύο Έλληνες πατριώται τον επυροβόλησαν ως τύραννον και δικτάτορα της πατρίδας των. Παρ? όλον ότι αι σφαίρες των δύο εκείνων τιμίων Ελλήνων ηστόχησαν του σκοπού των και ο Βενιζέλος έζησεν, εν τούτοις, με τους πυροβολισμούς των το πολιτικόν στάδιον του Βενιζέλου ετερματίζετο. Την μεγάλην αυτήν αλήθειαν, ουδέποτε ηθέλησε να την πιστεύση. Αιχμάλωτος του οικτρού περιβάλλοντός του, δούλος των κολάκων του και υποχείριος των νεοπλούτων και μωροφιλοδόξων επιτελών του κόμματός του, ήλθεν εις την Ελλάδα πλήρης μίσους και πάθους κατά των πολιτών εκείνων, οι οποίοι ήσαν ψυχικώς, διανοητικώς και εθνικώς σύμφωνοι με τους υπερόχους εκείνους Έλληνας, οι οποίοι είχον αποπειραθή να τον φονεύσουν εις τον σταθμόν της Λυών. Ο Βενιζέλος απέθανε, ζήτω η Ελλάς!» (ολόκληρο το κείμενο δημοσιεύεται στο «Ελένη Γαρδίκα – Δασκαλάκη: Ο θάνατος του Ελευθερίου Βενιζέλου στον Αθηναϊκό Τύπο», Χανιά 2004, σελ. 407-408).
Αυτό ήταν το πολιτικό κλίμα της εποχής. Είκοσι χρόνια μετά τον «εθνικό διχασμό» κι ο διχασμός παραμένει. Στην πολιτική ζωή, στις συζητήσεις, στις γραφές…
Η τελευταία πολιτική πράξη
Και παρότι 9 ημέρες πριν από το θάνατό του με επιστολή του προς τον Λουκά Ρούφο-Κανακάρη (παλαιό συνεργάτη του, αργότερα βασιλικό και κατά κάποιον τρόπο σύνδεσμό του με το Παλάτι) προσπαθούσε να ρίξει «γέφυρες» προς τον Γεώργιο Β? επαινώντας τις αρχικές προσπάθειές του για γαλήνευση (δεν είχε έλθει ακόμα η… 4η Αυγούστου με την ενεργό ανάμειξή του στην εγκαθίδρυση και εδραίωση του καθεστώτος) και να βάλει ένα ακόμα λιθαράκι στην υπόθεση της εθνικής ενότητας.
Από το διαμέρισμα της οδού Μποζάν 22 στο Παρίσι, έγραφε:
«Δεν είναι ανάγκη να σου είπω πόσον ζωηρά είναι η χαρά μου διότι ο Βασιλεύς απεφάσισε να πατάξη επί τέλους τας διηνεκείς επεμβάσεις των στρατιωτικών παραγόντων, απομακρύνας από την Κυβέρνησιν, μετά την τελευταίαν αυθάδειά των, τους Παπάγον και Πλατήν και αναθέσας το υπουργείον των Στρατιωτικών εις τον Μεταξάν. Με την ενέργειάν του αυτήν ο Βασιλεύς ανέκτησε πλήρως ακέραιον το κύρος του, τόσον απαραίτητον διά την αποκατάστασιν της ψυχικής ενότητος του Ελληνικού Λαού και την οριστικήν επάνοδον της χώρας εις κανονικόν πολιτικόν βίον. Από μέσα από την καρδιά μου αναφωνώ! Ζήτω ο Βασιλεύς!»
Κι όμως το κλίμα του διχασμού, που τον κρατούσε στη γαλλική πρωτεύουσα από την αποτυχία του «Κινήματος του ?35» κι έπειτα δεν άφησε ούτε τη σωρό του να περάσει από την Αθήνα για λαϊκό προσκήνυμα.
Τετάρτη εξεμέτρησε το ζην ο Χανιώτης πολιτικός, την Κυριακή βρήκαν (δήθεν) την ευκαιρία ακραία στελέχη του Λαϊκού Κόμματος και οι Εθνικοσοσιαλιστές του Γεωργίου Μερκούρη (αδελφού του πατέρα της Μελίνας) να τελέσουν μνημόσυνο στον Άγιο Κωνσταντίνο της Ομόνοιας για να τιμήσουν την «ιερή μνήμη των βασιλέων Κωνσταντίνου, Σοφίας και Όλγας».
Αντι-μνημόσυνο
Και σαν να μην έφτανε αυτό, μετά το μνημόσυνο ξεχύθηκαν 5.000 άτομα-πορεία προς τη Βουλή εκτοξεύοντας ύβρεις κατά της μνήμης του τεθνεόντος και ύμνους υπέρ του βασιλικού θεσμού.
Η οικογένεια από το Παρίσι βρισκόταν σε διαβουλεύσεις για τον ερχομό της σορού και την τέλεση της νεκρώσιμης ακολουθίας τόσο με τις ελληνικές αρχές όσο και με την ηγεσία του Κόμματος Φιλελευθέρων.
Ο πρωθυπουργός Δεμερτζής και ο αρχηγός του κόμματος Θεμιστοκλής Σοφούλης φοβούνταν την πρόκληση ευρύτατων επεισοδίων στην πρωτεύουσα. Τα ίδια έλεγε κι ο δήμαρχος Κωνσταντίνος Κοτζιάς, σκληρός αντιβενιζελικός αυτός.
Το σχέδιο Μεταξά
Μόνο η «πονηρή αλεπού», ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Μεταξάς, έλεγε «όλα εδώ να γίνουν, σας διαβεβαιώνω ότι δεν θα ανοίξει… μύτη».
Είχε το σχέδιό του ο Κεφαλονίτης. Ήθελε να επιδείξει πυγμή και να σταθεί υπεράνω του «διχασμού», παρότι με επιστολές τους (ο Βενιζέλος στο «Ελεύθερον Βήμα» και ο Μεταξάς στην «Καθημερινή») την περίοδο 1934-1935 «μονομαχούσαν» για το ποιος είχε δίκιο τότε. Τώρα όμως είχαν αλλάξει τα δεδομένα. Πλασαριζόταν στον Γεώργιο Β? ως «παράγων ομαλότητας», υπεράνω των διενέξεων Φιλελευθέρων-Λαϊκών για το παρελθόν. Αρχηγός ενός μικρού κόμματος με μόλις 7 βουλευτές ήταν, επιχειρούσε να προσεταιριστεί τα «ορφανά του Κονδύλη» κι ό,τι άλλο μπορούσε…
Με τους Λαϊκούς ήξερε ότι δεν μπορούσε να συμπλεύσει έχοντας πρώτο ρόλο με τους αποστασιοποιημένους από εκείνους και ομαδάρχες στη Βουλή Τζον Θεοτόκη και Ιωάννη Ράλλη δεν μπορούσε να τα βρει. Έπρεπε να προβληθεί ως η «Τρίτη λύσις». Κι αυτό πάλευε…
Ο απλός λαός
Τελικά η κηδεία στην Αθήνα, ακόμα και το πέρασμα της σορού από κει δεν έγιναν. Τα αντιτορπιλικά «Κουντουριώτης» και «Ύδρα» (το ένα τη μετέφερε, το άλλο τιμητική συνοδεία) κατευθύνθηκαν από το Πρίντεζι της Ιταλίας (όπου την παρέλαβαν) προς τα Χανιά.
Άκρως συγκινητικό όμως ήταν το πέρασμα των δύο πολεμικών πλοίων από τον Ισθμό της Κορίνθου. Χωρικοί από τις γύρω περιοχές, αλλά κι άλλοι από την Αττική συγκεντρώθηκαν αυθόρμητα, ντυμένοι στα μαύρα και με δάκρυα στα μάτια τα έραναν με άνθη για να αποτίσουν φόρο τιμής στον μεγάλο νεκρό…
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΟΜΙΛΟΥΝ ΚΑΙ… ΝΕΚΡΟΙ, ΣΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΟΥΣ!
Οι τρεις απόπειρες δολοφονίας
Και τι δεν έκανε αυτός ο άνθρωπος στην πολυτάραχη, των 72 χρόνων, ζωή του! Πόσες φορές διετέλεσε πρωθυπουργός… (6 Οκτωβρίου 1910 25 Φεβρουαρίου 1915, 10 Αυγούστου – 24 Σεπτεμβρίου 1915, 14 Ιουνίου 1917 – 4 Νοεμβρίου 1920, 11 Ιανουαρίου – 6 Φεβρουαρίου 1924, 4 Ιουλίου 1928 – 26 Μαΐου 1932, 5 Ιουνίου – 4 Νοεμβρίου 1932 και 16 Ιανουαρίου – 6 Μαρτίου 1933). Τρεις, τουλάχιστον, απόπειρες δολοφονίας εναντίον…
Στην Κρήτη
Η πρώτη: Από ηλικίας μόλις 25 ετών (το 1889) είχε εκλεγεί βουλευτής Κυδωνιών στην Κρήτη, γεγονός που αποδεικνύει ότι το μικρόβιο του αγώνα και της πολιτικής είχε μπει νωρίς μέσα του. Οκτώ χρόνια αργότερα (3 Αυγούστου 1897) βρέθηκε στις Αρχάνες του Ηρακλείου μαζί με πληρεξούσιους από ολόκληρη την Κρήτη για τη δεύτερη επαναστατική συνέλευση. Από την πρώτη που είχε πραγματοποιηθεί στους Αρμένους των Χανίων (26 Ιουνίου του ιδίου έτους) είχε αναδειχθεί πρόεδρος του Σώματος. Στις τάξεις των Κρητών που διψούσαν για την ελευθερία τους είχαν διαμορφωθεί δύο κυρίαρχες απόψεις. Η πρώτη που ήθελε την κήρυξη της άμεσης αυτονόμησης της Μεγαλονήσου και η δεύτερη που ζητούσε εγγυήσεις και φυσικά την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων.
Υπέρμαχος της δεύτερης ήταν κι ο πρόεδρος της συνέλευσης, ο οποίος στεκόμενος στο γεγονός ότι δεν υπήρχε απαρτία επιχείρησε να τη λύσει.
«Αυτονομία χωρίς συγκεκριμένας εγγυήσεις των μεγάλων δυνάμεων δύναται να ερμηνευθεί ως συμφορά και να είμεθα πιο σκλάβοι υπό καθεστώς αυτονομίας, απ? ό,τι είμεθα σήμερα στον Σουλτάνο» ήταν το επιχείρημά του. Με το που ξεστόμισε τα λόγια αυτά ένας θερμόαιμος Ηρακλειώτης όρμηξε εναντίον του με μαχαίρι, αλλά ο 17χρονος Χανιώτης Σταθής Περουλής (μετέπειτα δήμαρχος Βάμου), μ? ένα αστραπιαίο χτύπημα στο χέρι του επιτιθέμενου, γλίτωσε τον Βενιζέλο την τελευταία στιγμή.
Στη Λυών
Η δεύτερη: Τον βρήκε εν ενεργεία πρωθυπουργό στη Γαλλία (30 Ιουλίου 1920) και μπορεί να θεωρηθεί ως θλιβερό επακόλουθο του Εθνικού Διχασμού ανάμεσα σε βενιζελικούς και βασιλικούς.
Ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδωσαν την επόμενη ημέρα: «Καθ? ην στιγμήν χθες εσπέραν ο κ. Βενιζέλος ανεχώρει διά την Μασσαλίαν, δύο Έλληνες αξιωματικοί επυροβόλησαν και ετραυμάτισαν τον κ. Βενιζέλον…..
Ο κ. Βενιζέλος, συνοδευόμενος υπό του κ. Ρωμάνου, κατέφθανεν εις τον σταθμόν της Λυών όπως μεταβή εις την Μασσαλίαν. Την στιγμήν καθ? ην διέσχιζε την οδό Μπιζέ, οι δολοφόνοι, δύο απότακτοι Έλληνες αξιωματικοί, εισελθόντες και αυτοί διά του διαδρόμου του σταθμού, επυροβόλησαν κατά του κ. Βενιζέλου οκτάκις επανειλημμένως.
Ο κ. Βενιζέλος έπεσε τραυματισθείς εις τον αριστερόν βραχίονα και εις το δεξιόν πλευρόν.
Οι δράσται συνελήφθησαν αμέσως και ονομάζονται Τσερέπης και Κυριάκης.
Οι συλληφθέντες, υποβληθέντες αμέσως εις ανάκρισιν είπον ότι προέβησαν εις την απόπειραν όπως αποδώσουν την ελευθερίαν εις την Ελλάδα.
Ο Τσερέπης ανακρινόμενος εδήλωσεν εις την ανάκρισιν, ότι ήτο αξιωματικός του ναυτικού επί Κωνσταντίνου, καταδικασθείς και εξορισθείς επί Βενιζέλου και εν τέλει απολυθείς μετέβη εις το Βερολίνον και κατόπιν εις το Στετίνον, όπου συνήντησε τον Κυριάκην.
Από μακρού χρόνου, είπαν οι Έλληνες αξιωματικοί του Κωνσταντινικού καθεστώτος, απεφάσισαν να φονεύσουν τον Βενιζέλον διότι εθυσίαζε τα συμφέροντα της Ελλάδος.
Χθες ο Τσερέπης προσεκάλεσε τον Κυριάκην να εφοδιασθή με δύο περίστροφα.
Την νύκτα εισέδυασν εις τον σταθμόν απαρατήρητοι. Ο Κυριάκης, κατά την αφήγηση του Τσερέπη, ευρισκόμενος παρά τον Βενιζέλον, επυροβόλησεν, αυτός δε όχι.
Εν τούτοις το περίστροφόν του ευρέθη τελείως κενόν σφραιρών».
Αρχικά στην Αθήνα έφτασε η είδηση ότι «δολοφονήθηκε ο πρωθυπουργός» κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο σωρεία επεισοδίων από βενιζελικούς σε σπίτια πολιτικών της αντιπολίτευσης (όπως του πρώην πρωθυπουργού Στέφανου Σκουλούδη), σε γραφεία εφημερίδων (όπως η «Καθημερινή»), σε θέατρα («Κοτοπούλη»), αλλά και τη δολοφονία του φερέλπιδος πολιτικού της αντιπολίτευσης Ίωνος Δραγούμη (31 Ιουλίου).
Ακολούθησαν ή ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, η Μικρασιατική Καταστροφή, η Επανάσταση του 1922, η θριαμβευτική επιστροφή του την τετραετία 1928-1932 και η οριστική ήττα του στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933 και το αποτυχημένο κίνημα του Νικολάου Πλαστήρα το ίδιο βράδυ…
Από Κηφισιά προς Αθήνα
Η τρίτη: Με την περιγραφή της δεύτερης συζύγου του Έλενας Σκυλίτση (η πρώτη, με την οποία απέκτησε τον Κυριάκο και τον Σοφοκλή ήταν η Μαρία Κατελούζου): «Εκείνο το βράδυ της 6ης Ιουνίου του 1933 είχαμε δεχθεί να δειπνήσουμε στους φίλους μας τους Δέλτα, στην Κηφισιά, είκοσι χιλιόμετρα από την Αθήνα. Ο σύζυγός μου αγαπούσε το ήρεμο σπίτι τους, όπου ανάμεσα στα δέντρα, στην ησυχία, ξεκουραζόταν από την εξαντλητική εργασία, μακριά από την κίνηση και τον θόρυβο. Στις έντεκα αποχαιρετίσαμε τους οικοδεσπότες. Επί ένα τέταρτο της ώρας το αυτοκίνητό μας διέσχιζε χωρίς δυσκολία το κοιμισμένο τοπίο μέσα σ? ένα μεγαλειώδες σεληνόφως. Τη στιγμή που φθάναμε στα όρια ενός μικρού δάσους από έλατα, που ονομάζεται Παράδεισος, ακούστηκε ένας ξερός ήχος. Ανήσυχος ο σύζυγός μου σήκωσε το κεφάλι. ?Πυροβολισμός?, είπε. Την ίδια στιγμή ο Κουφογιαννάκης, ιδιωτικός αστυνομικός που καθόταν δίπλα στον οδηγό, τον διέταξε να σταματήσει και κατέβηκε για να δει τι συμβαίνει. Τον είδαμε να γλιστράει και να πέφτει. ?Προχώρα Γιάννη?, φώναξε ο σύζυγός μου, ?θέλουν να μας σκοτώσουν?. Πιάνοντάς με από τον αυχένα με ανάγκασε να εξαφανιστώ στο βάθος της Packard, όπου κούρνιασα με το κεφάλι βουτηγμένο μέσα στη γούνα μου. Ένα δυνατό αμερικανικό αυτοκίνητο βγήκε από το δάσος, όπου περίμενε να περάσουμε και μπήκε ανάμεσα στο δικό μας και σ? εκείνο των σωματοφυλάκων που συνέχιζαν να μας ακολουθούν. Απ? αυτή τη θέση οι επιτιθέμενοι μπορούσαν να πυροβολούν ταυτόχρονα εναντίον και των δύο αυτοκινήτων. Ένα χαλάζι από σφαίρες έμοιαζε να πέφτει απ? όλες τις πλευρές. Η φρικτή αυτή καταδίωξη μέσα στη νύχτα κράτησε καμιά εικοσαριά λεπτά, κατά τη διάρκεια των οποίων θα νόμιζε κανείς ότι ολόκληρη συστοιχία από πυροβόλα μας είχε βάλει για στόχο. Τα τζάμια θρυμματίστηκαν και μας σκέπασαν με σωρούς από γυαλιά… Μερικές σφαίρες με βρήκαν στον αριστερό γοφό και κάτω από την καρδιά».
Σ? αυτή την απόπειρα ήταν σαφής η ανάμειξη κυβερνητικών – κρατικών οργάνων… Ακολούθησαν το αποτυχημένο Κίνημα του ?35, η εγκατάστασή του στο Παρίσι, το τέλος και το «τελευταίο αντίο» με την ταφή στο Ακρωτήρι (28 Μαρτίου 1936), με απόντες το βασιλέα (παρέστη ο διάδοχος του θρόνου), τον πρωθυπουργό αλλά και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ιωάννη Μεταξά.
Αντιδικτατορική εκδήλωση
Χαρακτήρα αντιδικτατορικής εκδήλωσης προσέλαβε το ετήσιο μνημόσυνο (21 Μαρτίου 1937) στη γενέτειρα, όταν ο Μητροπολίτης Κυδωνίας και Αποκορώνου αναφερόταν στους αγώνες του Βενιζέλου κατά της τυραννίας. Μόλις τα άκουσε αυτά το δημοκρατικό πλήθος των Χανίων δεν ήθελε και πολύ για να ξεσπάσει: «Κάτω οι τύραννοι, κάτω η τυραννία».
«Δεν εννοώ την παρούσα», απάντησε ο Επίσκοπος, μπερδεύοντας τα λόγια του… Τότε ένας του «Αντιδικτατορικού Μετώπου» (ο Παλλήκαρης) τον διέκοψε εκ νέου και άρχισε να ομιλεί κατά του Μεταξά και του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.
Σύσσωμοι οι παρευρισκόμενοι τον επευφημούσαν εκτός από έναν που του είπε αυστηρά: «Μην τυμβορυχείτε στον τάφο του πατρός μου». Ήταν ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο οποίος είχε κάνει συζητήσεις με τον Μεταξά για ν? αναλάβει αντιπρόεδρος της κυβέρνησής του…
ΜΕΡΟΣ Β΄
«Διεκρίθη αλλά δεν έλαμψε, ανήλθε αλλά δεν εμεσουράνησε»
Βαρύ «θανατικό» και μια δικτατορία (4 Αυγούστου) σημάδεψαν το πολιτικό 1936, το οποίο με τις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου έδειχνε να ξεκινά με καλούς οιωνούς.
Κι όμως άρχισαν να πεθαίνουν ένας ένας οι πρωθυπουργοί. Ξεκινήσαμε την προηγούμενη εβδομάδα -κατά σειρά- με τους Γεώργιο Κονδύλη (31 Ιανουαρίου) και Ελευθέριο Βενιζέλο (18 Μαρτίου) και ολοκληρώνουμε σήμερα το ιστορικό μας αφιέρωμα με τους εν ενεργεία τότε Κωνσταντίνο Δεμερτζή (13 Απριλίου), Παναγή Τσαλδάρη (17 Μαΐου), Αλέξανδρο Ζαΐμη (15 Σεπτεμβρίου) και Αλέξανδρο Παπαναστασίου (17 Νοεμβρίου).
Τότε ήταν που ο Μάρκος Βαμβακάρης συνέθεσε το «…όσοι γινούν πρωθυπουργοί όλοι τους θα πεθάνουν…».
Tου ΛΑΖΑΡΟΥ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗ
Κάτι σαν… φαντομάς της πολιτικής ζωής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής.
Παρότι εισήλθε νέος σε αυτή (σε ηλικία 34 ετών, το 1910, πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής), πότε παρέμενε στους κόλπους της και πότε επέστρεφε στην έδρα του Πανεπιστημίου (Νομική, Οικογενειακό Δίκαιο).
Παρ? όλα αυτά ο θάνατος τον βρήκε πρωθυπουργό. Έστω και εξωκοινοβουλευτικό… Από τις 30 Νοεμβρίου του 1935 κατείχε το αξίωμα, με αποστολή να διενεργήσει τις εκλογές. Έλα όμως που αυτές δεν μπορούσαν να δώσουν κυβέρνηση, κι εκείνος παρέμενε στο «τιμόνι»…
Αρχικά ως υπηρεσιακός και στη συνέχεια (από τις 14 Μαρτίου) ως… κανονικός, αφού ετοιμαζόταν να πάρει και «ψήφο εμπιστοσύνης» από τη Βουλή.
Η σχεδόν… ισοψηφία σε έδρες των δημοκρατικών, από τη μια, κομμάτων και των φιλοβασιλικών από την άλλη (με ρυθμιστή το Παλλαϊκό Μέτωπο του ΚΚΕ) κατάφερε να βγάλει πρόεδρο της Βουλής τον Σοφούλη -βάσει του συμφώνου που υπογράφει ο αρχηγός των Φιλελευθέρων με τον Στ. Σκλάβαινα- αλλά όχι και πρωθυπουργό.
Στα… καλά καθούμενα
Έτσι ο Δεμερτζής, αφού ήταν στα πολιτικά αζήτητα επί μία επταετία (από τότε που ολοκλήρωσε τη θητεία του στη Βουλή του ?26), τώρα φάνταζε κάτι σαν… οικουμενικός!
Του ?χε «κοτσάρει» κι ο βασιλιάς από δίπλα τον αρχηγό του μικρού Κόμματος Ελευθεροφρόνων Ιωάννη Μεταξά ως αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Στρατιωτικών κι έτσι «έδενε το γλυκό» με πρόσωπα που (αν μη τι άλλο) δεν πρωταγωνιστούσαν -τουλάχιστον εκείνη την περίοδο- στην πολιτική ζωή. Συγχρόνως, δε, δεν προκαλούσαν όσο οι αρχηγοί των μεγαλύτερων κομμάτων…
Πιστοί μοναρχικοί και οι δύο, ανέκαθεν ο Μεταξάς και από τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα κι έπειτα ο Δεμερτζής. Από το 1914 είχε αποχωρήσει από το Κόμμα Φιλελευθέρων (με το οποίο είχε επανεκλεγεί βουλευτής Αττικοβοιωτίας στις εκλογές του 1912) και αργά κάπως αλλά σταθερά περνούσε στην «αντίπαλη όχθη», ο δεύτερος.
Πρόλαβε πρώτα να κάνει κι ένα χρόνο υπουργός Ναυτικών του Ελευθερίου Βενιζέλου (ένα χρόνο ακριβώς από 9 Νοεμβρίου 1913 μέχρι 9 Νοεμβρίου 1914!) κι ενάμιση μήνα, μερικά χρόνια αργότερα (21 Απριλίου – 14 Ιουνίου 1917) στο ίδιο πόστο, επί κυβερνήσεως Αλέξανδρου Ζαΐμη.
Ενωτικόν Προοδευτικόν Κόμμα
Στις 29 Μαρτίου 1924, ηγούμενος μιας ομάδας πολιτευτών, στην οποία συμμετείχαν οι Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Αθανάσιος Βότσαρης, Φίλιππος Δραγούμης, Λουκάς Ρούφος και Αγαμέμνων Σλήμαν, ανακοίνωσε την ίδρυση ενός νέου πολιτικού φορέα, του Ενωτικού Προοδευτικού Κόμματος.
Η γραμμή του βραχύβιου αυτού σχηματισμού εντοπιζόταν κυρίως στο Πολιτειακό. Εναντιώθηκε, δε, σφόδρα κατά της εγκαθιδρύσεως της αβασιλεύτου Δημοκρατίας βάσει Διατάγματος, διακηρύσσοντας:
«Ο νόμος ούτος είναι ο τάφος της πολιτικής ελευθερίας και πνίγει πάσαν πολιτικήν σκέψιν. Δικαιούμεθα να είπωμεν εις τους κρατούντας: Ρίπτετε πρώτοι τον λίθον κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, διότι διαιωνίζετε τα στρατοδικεία και επιβάλλετε ειρκτάς και υπερορίας και δημεύσεις κατά παντός, ο οποίος θα απεπειράτο οιανδήποτε συζήτησιν περί του παρελθόντος και του μέλλοντος της χώρας. Αποκλείετε πάσαν συζήτησιν, η οποία και μόνον δύναται να εδραιώσει το νέον πολίτευμα. Πολιτεύεσθε αντιδημοκρατικώς με την στενήν στρατοκρατική αντίληψην, ενώ είναι βέβαιον ότι ολόκληρον το Σώμα των αξιωματικών αποδοκιμάζει την ενέργειάν σας, διότι επιθυμεί να επανέλθει εις τα κύρια έργα του».
Σε περιόδους τέτοιων διχασμών είναι δύσκολο να στέκεις «στη μέση» κλίνοντας κάπως περισσότερο προς μία πλευρά. Έτσι, στις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 ο Δεμερτζής βρέθηκε στο συνδυασμό Αθήνας του βασικού πυλώνα της Δεξιάς, του Λαϊκού Κόμματος, και εξελέγη πρώτος βουλευτής του με 29.337 του (νέου) πολιτικού του φορέα στη συγκεκριμένη περιφέρεια.
Στο λόφο του Στρέφη
Στην περιοχή της Νεαπόλεως κατοικούσε ο Κων. Δεμερτζής, στην οδό Ειρήνης. Σε καλή ηλικία (59 ετών) έγινε πρωθυπουργός αλλά άρχισε να αντιμετωπίζει κάποια σοβαρά (όπως αποδείχθηκε) προβλήματα υγείας.
Οι ενοχλήσεις στο στομάχι αυξάνονταν μέρα με τη μέρα κι ενώ ο λαός προετοιμαζόταν για το Πάσχα Κυρίου (12 Απριλίου) κι εκείνος για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του που είχε προγραμματιστεί να αναγνωστούν στις 22 του μηνός, την Τετάρτη του Θωμά όταν θα άνοιγε και πάλι η Βουλή…
Όμως, τα ξημερώματα της Δευτέρας της Διακαινησίμου επήλθε το μοιραίον. Όχι από το στομάχι, αλλά από ανακοπή. Παρότι από το Μεγάλο Σάββατο αισθανόταν καλύτερα και το απόγευμα πριν από την Ανάσταση πήγε βόλτα με το αυτοκίνητό του μέχρι το Φάληρο.
Ακόμα περισσότερο ξεθάρεψε τη μέρα της Λαμπρής. Το πρωί διεύρυνε την «αυτοκινητάδα» μέχρι τη Βουλιαγμένη αυτή τη φορά, ενώ το απόγευμα έδωσε εντολή στον οδηγό για βόρεια προάστια, στο σπίτι της κόρης του Μαρίας στην Κηφισιά.
Από εκεί επέστρεψε το βράδυ, κατακλίθηκε και κατά τη διάρκεια του ύπνου, πέρασε στην αιωνιότητα.
Η σκιαγράφηση του πολιτικού ανδρός
Την επομένη (βλ. Βασίλη Τζανακάρη «Τότε που ξημέρωνε σκοτάδι», εκδόσεις Καστανιώτη, 2005, σελ. 258-259) η εφημερίδα «Ανεξάρτητος» έγραφε: «Ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής ως πολιτικός διεκρίθη αλλά δεν έλαμψε.
Ανήλθε αλλά δεν εμεσουράνησε. Τύπος ευρυμαθούς σκεπτικισμού και απαισιόδοξου φιλοσόφου της ελληνικής πραγματικότητος δεν ήτο δυνατόν να αποτελέσει ποτέ την εξαιρετικώς σημαίνουσα φυσιογνωμίαν εν τη πολιτική ζωή του τόπου. Ουδέποτε εγοητεύθη από τας ρευστάς εκδηλώσεις του πλήθους αλλά και διά τούτο ουδέποτε κατόρθωσε να πετάξει με τα πτερά των ωραίων ενθουσιασμών, τους οποίους εμπνέει μόνον η ψυχική συγγένεια με τας λαϊκάς μάζας. Ο πολιτικός του βίος υπήρξεν συμπτωματικός. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι ο εκλιπών πρωθυπουργός δεν προσέφερεν εις την χώραν πολύτιμους υπηρεσίας»…
ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ, Η ΦΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΓΟΥΝΑΡΗ, Η ΑΡΧΗΓΙΑ, Η ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΟ… ΤΕΛΟΣ
Η σειρά του Παναγή Τσαλδάρη
Νωπό ήταν ακόμα το χώμα της ελληνικής γης που είχε δεχθεί όχι μόνο τον Κονδύλη, τον Βενιζέλο και τον Δεμερτζή, αλλά και τους νεκρούς των μαγιάτικων απεργιών της Θεσσαλονίκης, όταν το ημερολόγιο έδειχνε 17 Μαΐου 1936. Την ημέρα εκείνη έφυγε από τη ζωή κι ο αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος Παναγής Τσαλδάρης. Είκοσι έξι χρόνια μετρούσε στην πολιτική ζωή και ήταν πολύ γεμάτα. Βουλευτής (Αργολιδοκορινθίας) εκλέχτηκε στα 32 του (8 Αυγούστου 1910) κι έκτοτε επανεκλέχτηκε σε όλες τις αναμετρήσεις, με εξαίρεση τις δεύτερες του ?10 και του ?23, στις οποίες η παράταξή του είχε επιλέξει την αποχή. Ηγήθηκε δύο κυβερνήσεων (4 Νοεμβρίου 1932 – 16 Ιανουαρίου 1933 και 10 Μαρτίου 1933 – 10 Οκτωβρίου 1935), ενώ είχε διατελέσει και υπουργός Δικαιοσύνης, Εσωτερικών και Συγκοινωνίας σε κυβερνήσεις άλλων, αλλά και Οικονομικών, Εξωτερικών και Αεροπορίας σε δικές του.
Στο Καμάρι Κορινθίας στις 5 Μαρτίου 1868 είδε το φως της ημέρας. Ήταν το πέμπτο παιδί της πολυμελούς οικογένειας, αλλά και το μόνο τυχερό, αφού μόνο εκείνος ευτύχησε να ενηλικιωθεί. Τα άλλα έφυγαν πολύ μικρά από τη ζωή. Άλλες, και κάτι περισσότερο από δύσκολες, εποχές τότε…
Το μικρόβιο της πολιτικής το κόλλησε στα φοιτητικά του χρόνια (νομικά στην Αθήνα και ακολούθως στο Γκέτιγκεν του Αννόβερου).
Εκεί, στη γερμανική πόλη, θα συγκατοικήσει στο ίδιο φοιτητικό δωμάτιο με τον Δημήτριο Γούναρη, με τον οποίο συνέπλεαν πολιτικά μέχρι το τέλος της ζωής του φίλου του («εκτέλεση των εξ»). Λίγο μετά, δε, τον διαδέχθηκε και στην ηγεσία του κόμματος.
Το απόγευμα της άφιξής του (7 Μαΐου 1980) στη νέα του φοιτητική εστία περιέγραψε ο ίδιος, με επιστολή του προς τους γονείς του, γράφοντας μεταξύ άλλων:
«Ο υιός του κ. Γούναρη, Δημήτριος, είναι εξαίρετος νέος, αξιοζήλευτος σε όλα. Με υπεδέχθη και με επεριποιήθη ως αδελφόν του. Χάρις εις αυτόν δεν εδοκίμασα ουδεμίαν δυσκολίαν. Συγκατοικούμεν διά να ευρισκώμεθα πάντοτε ο εις πλησίον του άλλου» (βλ. Δ.Κ. Σβολόπουλος «Παναγής Τσαλδάρης. Ο κήρυξ της νομιμότητος και ειρηνευτής του λαού», Αθήναι 1946, Τύποις Πυρσού Α.Ε., σελ. 31).
Μετά το Γκέτιγκεν ακολούθησαν σπουδές, διαδοχικά, στη Λειψία, στο Νεουσατέλ (Ελβετία) και, τέλος, στο Παρίσι. Χωριστά πλέον από τον Γούναρη, αλλά δεν έπαψαν ούτε στιγμή να αλληλογραφούν. Χρήματα για τόσο καλές και πολυδάπανες σπουδές δεν διέθετε η οικογένειά του. Ας είναι καλά όμως δύο πρώτα εξαδέλφια του πατέρα του, σταφιδέμποροι «με παράδες». Το ένα από τα εξαδέλφια αυτά ήταν ο Σταύρος Τσαλδάρης (πατέρας του Ντίνου, του μετέπειτα αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος και πρωθυπουργού της περιόδου 1946-1947). Τι σου είναι τελικά αυτές οι δύο μεγάλες πολιτικές παρατάξεις στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τα… κληρονομικά ζητήματα! Με μια διαφορά όμως, τη μία την παραλαμβάνουν γιοι, την άλλοι εξάδελφοι ή ανιψιοί…
Ο Γούναρης είχε ήδη οκτώ χρόνια εκεί όταν ο Π. Τσαλδάρης πέρασε το μέγαρο της (παλαιάς) Βουλής στην οδό Σταδίου. Ήταν όμως ο πιο πιστός βουλευτής του. Ο πάντοτε δε ευφυολόγος Ελευθέριος Βενιζέλος είχε πει στις 24 Φεβρουαρίου 1915, ημέρα κατά την οποία ορκιζόταν η κυβέρνηση του Πατρινού πολιτικού για τον βασιλέα Κωνσταντίνο Α?: «Τουλάχιστον να έδινε την εντολή σε ?πρώτο ανάστημα?, σε κάποιον αρχηγό κόμματος και πρώην πρωθυπουργό… Αλλά, διάλεξε τον Γούναρη, που μόνο τον Τσαλδάρη έχει οπαδό!» (βλ. Φοίβου Γρηγοριάδη «Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας», εκδόσεις Νεόκοσμος, σελ. 462).
Η πρώτη υπουργοποίηση
Τότε ήταν που κι ο παλιός συγκάτοικος του πρωθυπουργού έγινε υπουργός (Δικαιοσύνης), ενώ το κόμμα έγινε ισχυρό και με πιο πολλούς κοινοβουλευτικούς οπαδούς αφενός μεν με την άσκηση της εξουσίας από τον αρχηγό του, αλλά και αργότερα, στις 17 Οκτωβρίου 1920 (βλ. Ν.Π. Ευστρατίου «Λαϊκόν Κόμμα. Από της πρώτης μέχρι της τρίτης Αρχηγίας», Αθήναι 1948, εκδοτικός οίκος Ο Πλάτων, σελ. 43) μετενομάσθηκε, σε σύσκεψη στελεχών του, στην οικία Τσαλδάρη, από «Εθνικοφρόνων» σε «Λαϊκόν».
Την ημέρα που φόρεσε το πρώτο του… φράκο περιγράφει ο Δ. Κ. Σβολόπουλος (ό.π., σελ. 40):
«Ο ιδιαίτερος του αειμνήστου Γούναρη μετέβη εις την οικίαν του διά να συναντήσει (και) εύρε τον Παναγήν σκυμμένον επάνω εις τα βιβλία του και μελετώντα:
- Κύριε Τσαλδάρη, ο κ. πρόεδρος μου είπε να σας παρακαλέσω να περάσετε από το ?Τουρίστ? (ήτο το ξενοδοχείον, στο οποίον έμενε τότε ο Γούναρης).
- Μα τι συμβαίνει, βρε αδελφέ, τέτοια ώρα;
- Δεν ξεύρετε; Γίνεσθε υπουργός!».
Εξορία και σύντροφος ζωής
Τα… φράκα δεν κράτησαν πολύ και μετά την επικράτηση του κινήματος της Εθνικής Αμύνης και την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου Α? άρχισαν οι εκτοπίσεις των αντιβενιζελικών πολιτικών. Για τον Π. Τσαλδάρη επελέγησαν η Ύδρα και η Σκόπελος.
Στο νησί των Σποράδων, δε, θα κάνει μια γνωριμία ζωής, για την οποία ο ίδιος θα πει αργότερα: «Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη δι? εκείνους οι οποίοι με εξόρισαν στη Σκόπελον, όπου εγνώρισα την Λίναν».
Η Λίνα Λάμπρου (1887-1981) ήταν η κόρη του ιστορικού και πρώην πρωθυπουργού (27 Σεπτεμβρίου 1916 – 21 Απριλίου 1917) Σπυρίδωνος Λάμπρου (1851-1919) και είχε ακολουθήσει τον πατέρα της στην εξορία. Έγινε «κυρία Τσαλδάρη» το 1919 και από τις 29 Φεβρουαρίου 1956 ως τις 5 Μαρτίου 1958 ήταν η πρώτη Ελληνίδα υπουργός (Κοινωνικής Πρόνοιας), ως βουλευτής της ΕΡΕ, στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Ο νέος αρχηγός
Μετά την ήττα του Κόμματος Φιλελευθέρων (1920) και τη νίκη των Λαϊκών ξανάγινε υπουργός. Κι έπειτα ήλθαν η Μικρασιατική Καταστροφή και η Εκτέλεση των Εξ…
Η τελευταία τον βρίσκει να θρηνεί όχι μόνο τον αρχηγό του κόμματός του (αυτό είναι το λιγότερο), αλλά και το στενό προσωπικό του φίλο. Η πρώτη κίνηση μιας ομάδας ισχυρών παραγόντων των Λαϊκών ήταν να ορίσει μια προσωρινή πενταμελή διοικούσα επιτροπή αποτελούμενη από τον Αθανάσιο Αργυρό (τον Σερραίο, πολιτικό μέντορα του Κων. Καραμανλή), τον Κωνσταντίνο Κουμουνδούρο (παλιά «καραβάνα» του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου), τον Γεώργιο Μερκούρη (βλ. «Π+13», φύλλο 5ης Αυγούστου 2011), Βασίλειο Σαγιά (ανιψιό του αρχηγού), και Σ. Σωτηριάδη (γνωστό νομικό της εποχής και συνήγορο του Γούναρη στη δίκη).
«Εκτός παιχνιδιού» είχε τεθεί από τους παραπάνω ένας «βαρόνος» του κόμματος, ο Χαράλαμπος Βοζίκης. Ο τελευταίος ήταν τακτικός σε μια ομάδα των τριών, όπου πέραν του ιδίου συμμετείχαν ο Τσαλδάρης και ο Σπυρίδων Στάης (παλαιός υπουργός κι εκείνος, ο οποίος έπειτα από μονομαχία -τι εποχές τότε- είχε σκοτώσει το 1904 το συνάδελφό του βουλευτή Αλέξανδρο Χατζηπέτρου).
Ο Βοζίκης είχε πάρει «πάνω του» την ομάδα και με την ανοχή του Αργυρού (μετριοπαθής ο τελευταίος, γνώριζε ότι ο αρχηγός του κόμματος μάλλον θα πρέπει να είναι… παλαιοελλαδίτης, αφού εκεί ήταν η κύρια δύναμη των Λαϊκών, ενώ στη Μακεδονία η εγκατάσταση δεκάδων χιλιάδων προσφύγων ενίσχυε ακόμα περισσότερο το βενιζελογενές πολιτικό προσωπικό) κι έτσι στη συνέλευση που έγινε λίγες ημέρες μετά, αφού τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του Γούναρη και των υπόλοιπων πέντε εκτελεσθέντων, είπε με τη βροντερή του φωνή:
«Τι να κάμωμεν τώρα; Εγώ έχω την γνώμην να ορίσωμεν διευθυντήν του κόμματος του κ. Παναγήν Τσαλδάρην».
Έγνεψε «ναι» κι ο αρχηγός (ο οποίος εθεωρείτο κάτι σαν το αντίπαλον δέος) προς την πλευρά των δικών του, των Βορειοελλαδιτών, κι ορίστηκε ο «διευθυντής».
Διευθυντής, όχι αρχηγός. Αρχηγός χρίστηκε ουσιαστικά με την αδιαλλαξία του για την αποχή στις εκλογές του ?23. Κι ήταν αδιάλλακτος (σταθερά οπαδός του στέμματος) μέχρι την εκλογική του νίκη δέκα χρόνια μετά. Τότε ορκίστηκε πρωθυπουργός στο όνομα της Δημοκρατίας (και δεν ξέχασε και τον Βοζίκη που τον έκανε Πρόεδρο της Βουλής) με «υπ? αριθμόν δύο» στην κυβέρνησή του τον γενίτσαρο της Προεδρευομένης Κονδύλη, τον αρχηγό του Εθνικού Ριζοσπαστικού Κόμματος και εκλογικό συνεταίρο του.
Οι μανιώδεις υπόγειες διαδρομές του Κονδύλη υπέρ της άμεσης επαναφοράς του Γεωργίου Β? και οι ίδιες αξίες από την πλευρά του αρχηγού ενός κόμματος του ιδίου πολιτικού χώρου (του Μεταξά των Ελευθεροφρόνων) τον έκαναν διαλλακτικό, σε σημείο ν? αποδεχθεί το Πολίτευμα.
Πολιτικός εκείνος είχε να αντιμετωπίσει στην «πολυκατοικία της Δεξιάς» δύο… σώγαμπρους της πολιτικής. Δύο ακραίους στρατιωτικούς (Μεταξά και Κονδύλη) που είχαν εισέλθει στην πολιτική, έχοντας πάντα κατά νου τις… μπαλάσκες του.
Προς το τέλος
Μόλις προς τα τέλη του καλοκαιριού, μετά το αποτυχημένο «Κίνημα του ?35» (στην κατάπνιξη του οποίου συνέβαλλε τα μέγιστα ο Κονδύλης) και υπό τις απειλές των αδιάλλακτων της παράταξης αναγκάστηκε να κάνει δήλωση υπέρ της «επανόδου» του άνακτος. Αλλά εκείνος ήθελε δημοψήφισμα. Καθαρό, όχι σαν εκείνο που έκανε που έκανε ο Κονδύλης μόλις τον ανέτρεψε.
Κι η φωνή του Τσαλδάρη, όταν σίγησε, ίσως να ήταν χρήσιμη στην περαιτέρω ισχυροποίηση του πολιτικού κόσμου στη «λαίλαπα» των Γεωργίου Β? και Μεταξά που πήρε ολοκληρωτική μορφή από τις 4 Αυγούστου 1936…
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΖΑΪΜΗΣ, Ο «ΔΙΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ»: ΠΕΝΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΖΩΗ
Μέσα σε όλα χωρίς κόμμα!
Το να έχεις διατελέσει πρωθυπουργός σε έξι θητείες, άλλες δύο στην Προεδρία της Δημοκρατίας, πρόεδρος της Βουλής, πρόεδρος της Γερουσίας, υπουργός, διοικητής της Εθνικής Τράπεζας (και όχι μόνο) δεν είναι μικρό πράγμα!
Πολλώ δε μάλλον όταν:
- Ουσιαστικά δεν υπήρξες ποτέ αρχηγός κόμματος αλλά επικεφαλής μιας ολιγομελούς Κοινοβουλευτικής Ομάδας.
- Τις τέσσερις από τις έξι θητείες σου στην πρωθυπουργία τις κάνεις ως εξωκοινοβουλευτικός και σε μια περίοδο βρισκόσουν -κατά κάποιο τρόπο- στα πολιτικά αζήτητα.
- Γίνεσαι Πρόεδρος της Δημοκρατίας (σε μια πολύ σκληρή πολιτικά περίοδο, με έντονο το στοιχείο και τις μνήμες του Εθνικού Διχασμού) κι ουσιαστικά είσαι, κατ? επανάληψιν, ευνοούμενος των Ανακτόρων.
Αυτά είναι, σε μια πρώτη ανάγνωση τα ενδιαφέροντα αλλά και τα παράδοξα από την πολιτική καριέρα του Αλέξανδρου Ζαΐμη που είχε γεννηθεί σε μια ημερομηνία (28η Οκτωβρίου) που 85 ολόκληρα χρόνια μετά έμελλε να γίνει ιστορική για την Ελλάδα και ήταν ο πέμπτος κατά σειρά «πρωθυπουργός» από τους έξι που έσβησαν μέσα στο 1936. Για κείνον το νήμα της ζωής κόπηκε στις 15 Σεπτεμβρίου…
Από «τζάκι»
Βαστούσε από μεγάλο πολιτικό τζάκι. Ο παππούς του Ανδρέας Ζαΐμης (1791-1840) είχε διατελέσει κάτι σαν πρωθυπουργός (πρόεδρος του Εκτελεστικού), ενώ, «με τη βούλα» εκείνος, πρωθυπουργός αλλά για δυο μικρές θητείες είχε γίνει κι ο πατέρας του Θρασύβουλος Ζαΐμης (1825-1880).
Στη λογική της διαδοχής πολιτεύτηκε για πρώτη φορά μετά το θάνατο του πατέρα του κι εκλέχτηκε βουλευτής Καλαβρύτων στις 20 Δεκεμβρίου 1881. Συνολικά αναδείχθηκε μέλος της Εθνικής Αντιπροσωπείας 12 φορές, με τελευταία θητεία εκείνη της Βουλής του 1912.
Για πρώτη φορά υπουργοποιήθηκε σε ηλικία 35 ετών (υπουργός Δικαιοσύνης στις 24 Οκτωβρίου 1890), ενώ η πρώτη του θητεία στην προεδρία της κυβέρνησης ξεκίνησε στις 21 Σεπτεμβρίου 1897 και ολοκληρώθηκε στις 2 Απριλίου 1899.
Η πρώτη πρωθυπουργία
Με τη στήριξη του Θεόδωρου Δηλιγιάννη, που διέθετε πολυμελή κοινοβουλευτική ομάδα θα γίνει πρωθυπουργός ο Αλ. Ζαΐμης, λίγο μετά τον «ατυχή πόλεμο» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Θα αναλάβει και το χαρτοφυλάκιο των Εξωτερικών (όπως έπραξε αργότερα και στις περισσότερες κυβερνήσεις του) και με την ιδιότητα αυτή μόλις το Νοέμβριο θα προχωρήσει σε σύμφωνο ειρήνης με τη γείτονα.
Παρότι κατείχε την εξουσία γνώρισε μεγάλη ήττα στις εκλογές του 1899, οι οποίες ανέδειξαν νικητή το Τρικουπικό Κόμμα, που πλέον είχε αρχηγό τον Γεώργιο Θεοτόκη.
Η τύχη όμως θα του χαμογελάσει σύντομα και πάλι. Η κρίση των «Ευαγγελικών» του 1901 (που προέκυψε από τις ανοικτές διαμάχες για τη μετάφραση του Ευαγγελίου) και ο βασιλεύς Γεώργιος Α?, μιας κι είχε αποκτήσει ο Ζαΐμης την εικόνα του μετριοπαθούς πολιτικού τον ξανακάνει πρωθυπουργό (12 Νοεμβρίου 1901 – 24 Νοεμβρίου 1902). Παρότι διενήργησε και πάλι εκλογές, καταποντίστηκε!
Το 1906, βουλευτής ων, καλείται από το παλάτι να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε άλλο πόστο. Ύπατος αρμοστής στην Κρήτη, αφού ο πρίγκιπας Γεώργιος (που κατείχε αυτό το πόστο) είχε φύγει… κακήν κακώς από τη Μεγαλόνησο, κυνηγημένος από τους επαναστάτες της. Δυο χρόνια θα διαρκέσει η θητεία του εκεί και μετά πάλι στην Αθήνα και στην Αχαΐα και στην Ήλιδα, όπου εκλεγόταν βουλευτής. Τα δεδομένα όμως είχαν αλλάξει. Είχε γίνει η Επανάσταση του Γουδή κι είχε ανατείλει πλέον το άστρο του Ελευθέριου Βενιζέλου. Το 1914 αλλάζει μερικώς το δημόσιο προσανατολισμό του. Έτσι στις 14 Δεκεμβρίου αναλαμβάνει καθήκοντα διοικητή στην Εθνική, θέση στην οποία θα παραμείνει επί έξι χρόνια, μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου 1920.
Σ? αυτό το διάστημα, θα προκύψει και η τρίτη πρωθυπουργία (24 Σεπτεμβρίου – 25 Οκτωβρίου 1915). Η ρήξη βασιλέως (Κωνσταντίνου Α?, πλέον) και Βενιζέλου θα οδηγήσει στη συμβιβαστική λύση Ζαΐμη, με ψήφο ανοχής και του Κόμματος Φιλελευθέρων. Σ? ένα μήνα έπεσε η κυβέρνηση, που έτσι κι αλλιώς στηριζόταν σε «ξύλινα πόδια» (ξένη πλειοψηφία) με αφορμή ένα επεισόδιο στη Βουλή για το οποίο ο μεν Βενιζέλος «έριξε νερό στο κρασί του», ο δε Γούναρης όχι. Τράβηξε τον δικό του οξύθυμο ο αρχηγός των Φιλελευθέρων, δεν έκανε όμως το ίδιο εκείνος των Λαϊκών όταν ξεκίνησε στη Βουλή το επεισόδιο που προκάλεσε την πτώση…
Τον Ζαΐμη διαδέχθηκε ένας άλλος τραπεζίτης, ο ακραιφνής αντιβενιζελικός Στέφανος Σκουλούδης, αλλά δεν θ? αντέξει για πολύ. Το Παλάτι προσφεύγει και πάλι στη μετριοπάθεια κι έτσι ο Καλαβρυτινός πολιτικός θα κάνει την τέταρτη θητεία του ως πρωθυπουργός από τις 9 Ιουνίου μέχρι τις 3 Σεπτεμβρίου 1916. Εν τω μεταξύ από τις 17 Αυγούστου είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη «της Αμύνης τα παιδιά»…
Στις 21 Απριλίου 1917 (άλλη μεταγενέστερη, σημαδιακή ημερομηνία) σχημάτισε ο Ζαΐμης την πέμπτη κυβέρνησή του. Όμως, δεν θ? αντέξει ούτε για δυο μήνες. Πέφτει στις 14 Ιουνίου, όταν υπάρχει πλήρης επικράτηση τόσο της Εθνικής Αμύνης όσο και των δυνάμεων της Αντάντ, οι οποίες είχαν καταλάβει τον φαληρικό όρμο και τον ισθμό της Κορίνθου. Την ίδια ημέρα έφτασε στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη, ενώ μόλις τρεις νωρίτερα αναχωρούσαν από την Ελλάδα ο βασιλεύς Κωνσταντίνος Α? με το διάδοχο Γεώργιο Α?, κατ? απαίτηση των συμμαχικών δυνάμεων, αφήνοντας το θρόνο στο δευτερότοκο Αλέξανδρο.
…και η έκτη
Πρωθυπουργός θα ξαναγίνει στις 4 Δεκεμβρίου 1926, όταν μετά τις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου, θα παρατηρηθεί μια σχεδόν ισοψηφία σε έδρες των δημοκρατικών με τα φιλοβασιλικά κόμματα. Έτσι Καφαντάρης, Μιχαλακόπουλος, Παπαναστασίου, Σοφούλης από τη μια και Τσαλδάρης – Μεταξάς από την άλλη θα συμφωνήσουν στο πρόσωπό του για τη λεγόμενη οικουμενική κυβέρνηση. Την ανασχηματίζει στις 17 Αυγούστου 1927 όταν αποχωρεί ο Τσαλδάρης με το Λαϊκόν Κόμμα, αλλά και στις 8 Φεβρουαρίου του επομένου έτους όταν έφυγε ο Παπαναστασίου με τους δικούς του.
Όταν, στις 4 Ιουλίου θα παραιτηθεί κι ο Καφαντάρης (αυτός ως τοποτηρητής του Βενιζέλου στην ηγεσία των Φιλελευθέρων είχε τα προβλήματά του όταν ο φυσικός αρχηγός του κόμματος επέστρεψε από την αυτοεξορία του στην Ελλάδα), θα τον ακολουθήσει κι ο Ζαΐμης. Σ? αυτή του τη θητεία, πάντως, ψηφίστηκε και το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας…
Τα υψηλότερα σκαλοπάτια
Στις 21 Απριλίου 1929 (να τη και πάλι η ημερομηνία, ακριβώς δέκα χρόνια μετά και σαράντα νωρίτερα πριν από τη… σημαδιακή) θα αναδειχθεί αριστίνδην γερουσιαστής και λίγο μετά θα εκλεγεί πρόεδρος του Σώματος.
Και στις 14 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου θ? ανέβει το υψηλότερο θεσμικό σκαλοπάτι. Τότε ο πρωθυπουργός (πλέον) Βενιζέλος θ? ακυρώσει μια παλαιά παραγγελία για ένα υπερσύγχρονο θωρηκτό και τον Υδραίο ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη θα τον πιάσει το… αρβανίτικο και θα παραιτηθεί από την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Σχεδόν έξι χρόνια (αυτή τη φορά πολλά) θα διατηρήσει τούτο το αξίωμα ο Ζαΐμης. Μέχρι τις 10 Οκτωβρίου 1935 όταν ο Κονδύλης κατήργησε θεσμούς και πρόσωπα κι ορκίστηκε ο ίδιος αντιβασιλεύς…
Ψάρια…
Ο Ζαΐμης ήταν ολιγομίλητος, αλλά και μανιώδης ερασιτέχνης ψαράς. Το πρώτο χαρακτηριστικό του, αλλά και το χόμπι του στάθηκαν αρκετά για τους δημοσιογράφους της εποχής του να τα πλέξουν αρμονικά και να του δώσουν το… παρεπίθετο «ιχθύς»!
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΔΟΞΗ ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΒΕΝΙΖΕΛΟ
Ο «Πατέρας της Δημοκρατίας» και άλλοι πατεράδες
Ούτε πέντε μήνες (κι αυτούς σε δύο θητείες) δεν έκανε πρωθυπουργός κι από την πρώτη του κιόλας θητεία εγκρίθηκε από τη Βουλή το ψήφισμα «περί εκπτώσεως της δυναστείας και ανακηρύξεως της Δημοκρατίας», κάτι που του έδωσε την ευκαιρία να πολιτογραφηθεί ως «πατέρας της Ελληνικής Δημοκρατίας».
Πότε μαζί και πότε… χώρια (και σε σκληρή κόντρα μαζί του στο δεύτερο διάστημα) κατάφερε να πρωταγωνιστήσει όχι μόνο στην πολιτική ζωή αλλά και στο χώρο των ιδεών. Καλοκαίρι του 1876 (8 Ιουλίου) ήλθε στη ζωή, γέννημα-θρέμμα της Αρκαδίας, από το Λεβίδι.
Κι αυτός από πολιτική οικογένεια, αφού ο πατέρας του Παναγιώτης κάθισε στα έδρανα της Βουλής, ως εκπρόσωπος της εκλογικής περιφέρειας Μαντινείας. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου σπούδασε τα… πάντα (νομικά, οικονομικά, φιλοσοφία και κοινωνιολογία) για την εποχή του, στην Αθήνα και στο εξωτερικό (Χαϊλδεβέργη, Βερολίνο, Λονδίνο και Παρίσι).
Στη Γερμανία ασπάστηκε το τότε σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο και κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, τριαντάρης πια, συνέστησε μαζί με τους Παναγιώτη Αραβαντινό, Αλέξανδρο Δελμούζο, Αλέξανδρο Μυλωνά και Θρασύβουλο Πετιμεζά την «Κοινωνιολογική Εταιρεία». Βουλευτής από το 1910, ως συνεργαζόμενος (βάσει απόφασης της Εταιρείας) με τους πρεσβευτές των νέων ιδεών, που μετεξελίχθηκαν σύντομα σε Κόμμα Φιλελευθέρων.
Υπουργοποίηση
Το κίνημα της «Εθνικής Αμύνης» τον συγκινεί, πάει στη Θεσσαλονίκη και η προσωρινή κυβέρνηση τον διορίζει γενικό διοικητή Ιονίων Νήσων. Με την εκθρόνιση του Κωνσταντίνου Α? και την επιστροφή του Βενιζέλου στην Αθήνα γίνεται υπουργός Συγκοινωνίας (14 Ιουνίου 1917 – 4 Νοεμβρίου). Η ήττα των Φιλελευθέρων στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου και ο δικός του αποκλεισμός από τη Βουλή τον προβληματίζουν βαθύτατα. Μελετά το άκρατα πλειοψηφικό σύστημα της εποχής (που μπορεί να δώσει και το δεύτερο πανελλαδικά κόμμα σε ψήφους, πρώτο σε έδρες λόγω γεωγραφικής κατανομής) και υιοθετεί ανοικτά το αναλογικό, του οποίου -ουσιαστικά- υπήρξε ο εισηγητής.
Αρχηγός κόμματος, ιδέες και κόντρες
Ο Βενιζέλος δεν γύρισε στην Ελλάδα, ούτε καν ένα χρόνο μετά την Επανάσταση του 1922, όταν διενεργήθηκαν οι εκλογές. Τότε, παραμένοντας στον αυτό πολιτικό χώρο, ίδρυσε δικό του κόμμα, τη Δημοκρατική Ένωση, η οποία κατήλθε με δικά της ψηφοδέλτια και (σε συνδυασμό με την αποχή των σχηματισμών της Δεξιάς) αναδείχθηκε αξιωματική αντιπολίτευση.
Οι διαθέσεις του για εκείνη τη Βουλή είχαν αρχίσει να γίνονται ορατές από τις 12 Φεβρουαρίου 1922, όταν με τις αντίπαλες πολιτικά δυνάμεις στην εξουσία δημοσίευσε το «Δημοκρατικό Μανιφέστο», με το οποίο προειδοποιούσε:
«Αν, παρ? όλας τας επισωρευομένας συμφοράς, εξακολουθήση η κυβέρνησις αδιαφορούσα διά την έκπτωσιν της Ελλάδος από την συμμαχικήν της θέσιν, να τάσση το προσωπικόν βασιλικόν συμφέρον υπεράνω της γενικής σωτηρίας, θα γενικευθή η πεποίθησις, ήτις ήρχισε να ριζοβολή, αφ? ότου προ ολίγων ετών εματαιώθη η θέλησις του έθνους προς κανονισμόν της εξωτερικής του πολιτικής συμφώνως προς τας παραδόσεις, τα αισθήματα και τα συμφέροντά του, ότι ο θεσμός της βασιλείας τον οποίον εδέχθη και διατηρεί ο ελληνικός λαός, όπως τον έχη πρόμαχον των εθνικών δικαίων, εθνικόν συνδετικόν κρίκον και σύμβολον, γίνεται πρόξενος εθνικών συμφορών, συντελεί όχι εις την συνοχήν, αλλά εις την διάσπασιν του έθνους.
Σύμφωνα δε με την πεποίθησιν αυτήν, το βλέπομεν καθαρά, θα ρυθμίση όπως είναι φυσικόν τη δράσιν το έθνος άξιον σεβασμού μεγαλυτέρου και τύχης καλυτέρας». Ήταν η προειδοποίηση που υλοποιήθηκε και τυπικά επί πρωθυπουργίας του με το ψήφισμα της (συνειδητή η επιλογή της ημερομηνίας) 25ης Μαρτίου 1924, μετά τη δοξολογία στη Μητρόπολη. Για να γίνει αυτό πραγματικότητα όμως, έγιναν -μεταξύ άλλων- η καταδίκη του «Παπαναστάση» (έτσι τον έλεγε ο απλός λαός) και η φυλάκισή του για το Μανιφέστο, όπως και η σφοδρή αντιπαράθεσή του με τον Βενιζέλο στην Ολομέλεια της Εθνικής Αντιπροσωπείας.
Η…μονομαχία
Ο ιδρυτής των Φιλελευθέρων είχε γίνει και πάλι πρωθυπουργός από τις 11 Ιανουαρίου 1924, αλλά στο παλαιό ενιαίο κόμμα του είχαν αλλάξει πολλά. Πολλοί οι επίδοξοι αρχηγοί ή υπαρχηγοί του χώρου: Καφαντάρης, Μιχαλακόπουλος, Σοφούλης, Παπαναστασίου, οι παραδοσιακοί πολιτικοί κι από δίπλα οι άλλοτε στρατιωτικοί Γονατάς, Κονδύλης και Πάγκαλος. Οι δύο τελευταίοι, δε, πότε εμφανίζονται ως προμετωπίδα και πότε ως υπασπιστές του Παπαναστασίου. Γι? αυτούς θα τον προειδοποιήσει ο Βενιζέλος, στην περίφημη κόντρα τους που προκάλεσε την πτώση εκείνης της κυβέρνησής του. Όταν έψεξε τον πρωθυπουργό για την επανακυκλοφορία εφημερίδων που είχαν κλείσει μετά το αποτυχημένο κίνημα του Λεοναρδόπουλου – Γαργαλίδη, εκείνος του είπε:
«Θα μου επιτρέψετε, κύριε Παπαναστασίου, να σας είπω ότι αν ενεργείτε να εγκαθιδρύσετε την Δημοκρατία κατ? αυτόν τον τρόπο, δεν κάνετε καλά. Λυπούμαι διά τας αντιλήψεις τας οποίας έχετε διότι μας οδηγούν εις μίαν Στρατοκρατίαν και όχι Δημοκρατίαν».
Εκείνη την ημέρα, ο Αρκάς είχε αποφασίσει να τραβήξει στα άκρα και του απάντησε: «Με μέμφεσθε διά την συνεργασίαν μου με στρατιωτικούς. Λησμονείτε όμως ότι με τους ιδίους στρατιωτικούς, σεις πρώτος εκάματε επαναστάσεις».
Ο Βενιζέλος έπαθε καρδιακή κρίση και παραιτήθηκε, αφήνοντας «στο πόδι του» τον Καφαντάρη. Δικαιώθηκε όμως, ενάμιση χρόνο αργότερα, για τον Πάγκαλο και πιο μετά για τον Κονδύλη!
Τον Καφαντάρη διαδέχθηκε ως πρωθυπουργό ο Παπαναστασίου στις 12 Μαρτίου και παρέμεινε στο αξίωμα μέχρι τις 24 Ιουλίου παραδίδοντας στον Σοφούλη. Ενώ είχε λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή τον έριξαν τα… καμώματα του υπουργού του Χατζηκυριάκου («δεξί χέρι» τότε του Πάγκαλου και μετέπειτα του Κονδύλη) που ως παλαιός αξιωματικός του Ναυτικού προωθούσε έμπιστά του πρόσωπα, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τις παραιτήσεις δεκάδων επιτελικών στελεχών του κλάδου.
Εκλογικές επιδόσεις
Από τις εκλογές του 1926 η Δημοκρατική Ένωση θα καταστεί υπολογίσιμη αλλά όχι μεγάλη πολιτική δύναμη με ποσοστό 6,48%. Ο αρχηγός της θα γίνει υπουργός Γεωργίας στην κυβέρνηση Ζαΐμη (βλ. και διπλανή σελίδα). Το ίδιο και σ? εκείνες του 1928 (6,71%) ως Αγροτικό και Εργατικό Κόμμα πλέον. Για ένα δεκαήμερο (26 Μαΐου – 5 Ιουνίου 1932) έγινε πρωθυπουργός «στα τελειώματα» εκείνης της Βουλής μέχρι να ξαναπάρει το πηδάλιο ο Βενιζέλος.
Ακολούθησαν οι εκλογές (5,89%) και η συνεργασία του έπειτα από πολλά χρόνια με τον Χανιώτη πολιτικό, ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Γεωργίας της βραχύβιας κυβέρνησής του (16 Ιανουαρίου – 6 Μαρτίου 1933). Στις εκλογές εκείνης της χρονιάς το κόμμα του σημειώνει σημαντική μείωση (4,16% και ο ίδιος δεν θα εκλεγεί βουλευτής. Θα επανέλθει σύντομα όμως, με επαναληπτική εκλογή που προεκλήθη από την παραίτηση δικού του βουλευτή), ενώ δύο χρόνια μετά θα καταδικάσει το «Κίνημα του ?35» με το τουλάχιστον άκομψο για τον Βενιζέλο ότι «εκρημνίσθη οριστικώς από την πολιτική ζωή». Όταν στήθηκαν οι κάλπες του 1936 κατάφερε απλά να διασωθεί εκλογικά, λαμβάνοντας 4,21%, αλλά μαζί με τα κόμματα του Καφαντάρη και του Γεωργίου Παπανδρέου. Έκλεισε τα μάτια του για πάντα τελευταίος από τους «έξι πρωθυπουργούς» στις 17 Νοεμβρίου από ανακοπή καρδιάς στην Εκάλη…
ΛΑΖΑΡΟΣ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗΣ
πηγη http://www.paraskevi13.com/?p=23611
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου