Περί του πολιτικού μας προσωπικού…
Είναι σε όλους γνωστό, πως οι Έλληνες ηθοποιοί είναι για τα μπάζα. Τόσο στον κινηματογράφο όσο και στη τηλεόραση. Όπου τα ελληνικά σίριαλ φημίζονται για την σαχλότητα των σεναρίων τους και την υποκριτική ανυπαρξία των πρωταγωνιστών τους.
Άσχετα αν παρακολουθούνται μετά μανίας.
Σε σύγκριση μάλιστα με αντίστοιχα προϊόντα άλλων δυτικών κρατών, η χώρα μας θυμίζει Σομαλία στην καλύτερη των περιπτώσεων.
Αυτό είναι λογικό αφού όλα είναι θέμα μεγέθους, και στη συγκεκριμένη περίπτωση πληθυσμιακού.
Η Αμερική φερ’ ειπείν έχει περίπου 2-3 εκατομμύρια wannabe ηθοποιούς ανά πάσα στιγμή έτοιμους να παίξουν σε κάποιο ρόλο.
Φυσικό κι επόμενο είναι πως το 10% από αυτούς αν έχει πραγματικό ταλέντο, να βλέπουμε ακόμη και αμερικανικές ταινίες Γ’ διαλογής όπου η ηθοποιία είναι κλάσεις ανώτερη των δικών μας καλύτερων.
Πόσο δε μάλλον όταν μιλάμε για τα 40-50 περίπου ιερά τέρατα του χώρου, επιπέδου Πατσίνο, σε σχέση με τα οποία όλοι οι δικοί μας είναι τριτοκλασάτοι ερασιτέχνες επαρχιακού μπουλουκιού…
Κάτι ανάλογο όμως βλέπουμε και στο πολιτικό μας προσωπικό, κι εκεί ήθελα να καταλήξω…
Ένα πολιτικό προσωπικό που διαχρονικά, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, αποδεικνύεται κατώτερο των περιστάσεων.
Και όσο ξεχωριστές κι αν είναι αυτές οι σπάνιες εξαιρέσεις, δύσκολα να αλλάξουν το παιχνίδι.
Τι να σου κάνει ένας Μαραντόνα, ένας Μέσι, ακόμη και ένας Χατζηπαναγής, αν οι υπόλοιποι συμπαίκτες του είναι ξυλοκόποι;
Γι αυτό λοιπόν η χώρα μας είναι μια ζωή καταδικασμένη να σέρνεται πίσω από τις διεθνείς οικονομικές, κοινωνικές, και άλλες εξελίξεις, σαν τον σκύλο που ακολουθεί το καραβάνι (του πολιτισμού) στην έρημο.
Ο οποίος σκύλος πριν από 2 ή 3 χιλιάδες χρόνια οδηγούσε το καραβάνι, αλλά εδώ και πάρα πολλούς αιώνες έμεινε πίσω, ξύνοντας τα αυτιά του, και αλυχτώντας το φεγγάρι…
Και το δικό μας καραβάνι, αυτό που κάνει κύκλους γύρω από το ίδιο πάντα σημείο, το οδηγούν καμηλιέρηδες της πλάκας.
Οι πολιτικοί μας ταγοί δηλαδή… οι περισσότεροι εκ των οποίων μπήκαν από μικροί στην πολιτική, άλλος για να το παίζει παράγοντας, άλλος για να κονομήσει, κι άλλος επειδή είναι γόνος και άρα το μόνο «επάγγελμα» που ξέρει είναι να ψηφίζεται από τον σοφό λαό και να … νομοθετεί.
Εξ ου και η κατάντια μας.
Κάποιοι όντως πολιτεύονται για να μας σώσουν. Το πιστεύουν.
Αλλά και εδώ, αν πάρουμε τα ποσοστά (μη ξεχνάμε πως όλοι κι όλοι είμαστε πληθυσμιακά όση είναι και μια τριτεύουσα πόλη της Κίνας), οι αριθμοί δεν βγαίνουν.
Πόσοι από εκείνους που μπαίνουν στον πολιτικό στίβο αξίζουν;
Ένα 5%; Και πολύ βάζω.
Στην πλειοψηφία τους είναι κομματόσκυλα από τα μικράτα τους, με μόνη εμπειρία την αφισοκόλληση και τις εσωκομματικές ζυμώσεις. Ξέρετε κανέναν σοβαρό άνθρωπο να ασχολείται με αυτά;
Οι σοβαροί ιδιωτεύουν, και οι φαιδροί πολιτεύονται. Απλά πράγματα.
Για παράδειγμα, και για να εξετάσουμε (έστω και πρόχειρα) την ανθρωπογεωγραφία του πολιτικού μας προσωπικού εδώ και 50-60 χρόνια, αρκεί να σας πω πως όταν ήμουν παιδάκι, τη δεκαετία του ’60, είτε είχαμε δημοκρατία είτε χούντα, ένα και το αυτό.
Οι τότε πολιτικοί ήταν κάποιες απόμακρες σοβαροφανείς φιγούρες, ντυμένοι με μαύρα κοστούμια, που τους έβλεπες μόνο στα επίκαιρα των κινηματογράφων, να καταθέτουν κάποιο στεφάνι, ή να εγκαινιάζουν κάποιον δρόμο…
Μέχρι εκεί. Δεν τους άκουγες, ούτε μπορούσες να τους κρίνεις, αφού τηλεόραση δεν υπήρχε (ελάχιστες συσκευές, με 6ωρο πρόγραμμα), και οι εφημερίδες ήταν μουντές, πομπώδεις, με ασπρόμαυρες στημένες φωτογραφίες, και που αν τις ξεφύλλιζες έπρεπε να πλένεις τα χέρια σου μετά μπας και φύγει το μελάνι.
Καταλαβαίνετε λοιπόν, πως όσο στόκοι κι αν ήταν οι τότε κυβερνώντες μας, ο μέσος άνθρωπος δεν το έπαιρνε χαμπάρι.
Στη δεκαετία του ’70, στη μεταπολίτευση δηλαδή, σημειώθηκαν τεράστιες αλλαγές, αλλά όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων όχι προς το καλύτερο.
Απλά μπήκαν στο στημένο παιχνίδι, κυρίως της αντιπολίτευσης, και μπόλικοι μουσάτοι, με αμπέχονα και ζιβάγκο, αλλάζοντας λίγο τις ισορροπίες.
Οι δε εφημερίδες άλλαξαν και αυτές, παράγοντας πλέον κριτική, πολλές φορές άνευ λόγου και ουσίας, με στείρα άρνηση για την άρνηση, και με γνώμονα την αύξηση των πωλήσεων τους.
Όσο για τη τηλεόραση, μια από τα ίδια. Οι ειδήσεις ήταν σικέ (αναγνώσεις κυβερνητικών ανακοινώσεων) και ο πολύς κόσμος άνοιγε το χαζοκούτι μόνο για να δει τους Πανθέους, ή οι μικρότεροι τον Μπόλεκ και τον Λόλεκ…
Πάμε στη δεκαετία του ΄80, όπου οι τύποι με τα αμπέχονα έγιναν τώρα υπουργοί.
Ψηφισμένοι και λατρεμένοι από τους φρικτούς μικρομεσαίους (που έλεγε ο Νιόνιος).
Άλλαξε τίποτα; Άλλαξαν πάρα πολλά, με αποτέλεσμα οι πιο προσιτοί πλέον πολιτικοί να φέρουν την πλήρη ισοπέδωση ή όπως την αποκαλούσαν την «πλέρια δημοκρατία».
Σε πάρα πολλούς τομείς ήρθαν τα πάνω κάτω, ειδικά τα πρώτα χρόνια, του πρώιμου Πασόκ, μόνο που μετά από λίγο καιρό και εκείνοι οι «επαναστάτες» βολεύτηκαν στις καρέκλες και άρχισαν τα νταραβέρια με την «ντόπια ελίτ», τις διακοπές με κότερα εφοπλιστών, κ.ο.κ..
Με επιστέγασμα της «αλλαγής» τον Κοσκωτά, τα Πάμπερς, και την … Μιμή (που παρά λίγο να μας κυβερνούσε κιόλας).
Και φτάνουμε στη δεκαετία του ’90 όπου σιγά σιγά οι αντάρτες άρχισαν να φορούν γραβάτες, να δηλώνουν εκσυγχρονιστές, και ξαφνικά να μην βλέπεις καμιά διαφορά εκείνων του Πασόκ από τους αντίστοιχους της ΝΔ, οι οποίοι νεοδημοκράτες έψαχναν τώρα ένα νέο αφήγημα μπας και ξεχωρίσουν, αφού οι επιτήδειοι πρασινοφρουροί αποδείχθηκαν πιο γάτες στο παιχνίδι της μάσας, που οι «φλούφληδες» της ΝΔ είχαν μονοπώλιο (ή έτσι νόμιζαν) ως τότε.
Βάλτε και τα καζίνο, βάλτε και τα χρηματιστήρια… και καταλαβαίνετε τι έγινε τότε.
Η ουσία όμως της δεκαετίας του ’90 ήταν άλλη. Διότι είχαμε να κάνουμε με μια πραγματική επανάσταση.
Τα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια και τους ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Τα οποία, άσχετα πως εξελίχθηκαν στην πορεία, τότε έφεραν όχι μόνο μια φρεσκάδα αλλά επιτέλεσαν κι ένα σπουδαίο έργο.
Ποιο; Το να μπορέσουν να δείξουν στις μάζες τα πραγματικά πρόσωπα των πολιτικάντηδων που μας κυβερνούν.
Ήταν οι εποχές των ασύδοτων δελτίων ειδήσεων, των δεκάδων παραθύρων, των ατελείωτων πολιτικών τοκ σόου που κρατούσαν ως τα χαράματα, των αποκλειστικών και αποκαλυπτικών ρεπορτάζ των Τράγκα, Κακαουνάκη, Τριανταφυλλόπουλου, Ευαγγελάτου, και λοιπών τότε opinion makers, οι οποίοι όχι μόνο πλούτισαν αλλά έβγαλαν στη φόρα και την ανεπάρκεια των πολιτικών ταγών που λέγαμε.
Οι οποίοι ταγοί (κανονικά ανθρωπάκια) έδιναν γη και ύδωρ προκειμένου να εμφανιστούν έστω και για λίγα λεπτά σε κάποιο δελτίο ειδήσεων ή σε κάποιο πάνελ.
Δεν είναι τυχαίο πως σχεδόν όλοι όσοι είχαν πιάσει μόνιμο στασίδι στη Ζούγκλα, ή στον Κίτρινο Τύπο του Μάκη, στη συνέχεια απαξάπαντες έγιναν βουλευτές, κάποιοι μέχρι και υπουργοί.
Όπως έγιναν διάσημοι και περιζήτητοι όσοι πολιτικάντηδες είχαν το χάρισμα της ατάκας.
Το νέο τηλεοπτικό τοπίο, διαφημίσεις δηλαδή με ενδιάμεσα διαλείμματα εκπομπών, δεν σήκωνε πολλά πολλά.
Δεν υπήρχε χρόνος για εμβριθείς αναλύσεις, οπότε οι νουνεχείς και σώφρονες πολιτικοί εξοβελίστηκαν, ενώ προέκυψαν νέα αστέρια (όπως π.χ. ο Ψωμιάδης, κ.ά), οι οποίοι πετούσαν μια κορώνα, όσο το δυνατόν πιο προκλητική, και άρα ανέβαινε η τηλεθέαση, μαζί με τις πολιτικές τους μετοχές.
Το αποτέλεσμα ήταν διττό.
Από την μια αρχίσαμε να στέλνουμε στη βουλή φρούτα με ανερμάτιστη πολιτική σκέψη, και αμφίβολο επίπεδο νοημοσύνης, από την άλλη το κάναμε εν γνώσει μας. Τους βλέπαμε και τους ξέραμε…
Το ίδιο σκηνικό συνεχίστηκε και αργότερα, στον νέο αιώνα, άσχετα αν μπήκαν κάποιοι κανόνες και κάποιες νόρμες στο επίπεδο των τηλεοπτικών εκπομπών.
Συνδυαστικά και με το ότι οι τηλεθεατές βαρέθηκαν τα ίδια και τα ίδια, άρχισε να ευδοκιμεί ένα νέο φρούτο πολιτικών: Οι σελέμπριτις.
Αυτοί δηλαδή οι μαϊντανοί, ηθοποιοί, τραγουδιστές, μπασκετμπολίστες, μοντέλα, κλπ. οι οποίοι έγιναν διάσημοι πολιτικοί επειδή απλά ήταν διάσημοι σε άλλο χώρο, ή απλά μαϊντανοί, διάσημοι δηλαδή επειδή είναι διάσημοι.
Και από ουσία ή πολιτική σκέψη «μηδέν εις το πηλίκιον», όπως θα έλεγε και ο ΓΑΠ.
Βέβαια οι εποχές ήταν ανώδυνες. Μιλάμε για τα χρόνια της επίπλαστης ευμάρειας, του ευρώ, των ΧΑΜΕΡ, του Λαναρά, της φαντεζί Ολυμπιάδας, του Κυπέλλου Ευρώπης… τότε που μόνο οι ουρανοί ήταν το όριο, και η πολιτική πέρασε σε δεύτερη μοίρα, αφού το μόνο που ενδιέφερε τον λαό ήταν η αύξηση των εισοδημάτων του, τα διακοποδάνεια με 72 άτοκες δόσεις, κι ας μας κυβερνούσαν χαμχαλέκοι, αφού έτσι κι αλλιώς διεκπεραιωτές των δανεικών της ΕΕ ήταν… λογιστές.
Και ας είχαμε και κάποιους γελωτοποιούς στη βουλή για να περνάει η ώρα.
Αυτοί την πλάκα τους κάνανε, την ώρα που οι «σοβαροί» πολιτικοί κοιτούσαν να φτιάξουν κομπόδεμα, κάνοντας πως μας κυβερνούν, κι εμείς κάνοντας πως κυβερνιόμαστε.
Και έτσι, με αυτά και με αυτά φτάσαμε στο σήμερα, έχοντας περάσει μνημόνια, παρά λίγο χρεοκοπία, Τσίπρα, Μπαρουφάκη… ουρές στα ΑΤΜ, φλερτάρισμα με την άβυσσο, και με ένα σύγχρονο πολιτικό προσωπικό σε σχέση με το οποίο ακόμη κι εκείνο της χούντας φαντάζει πιο σοβαρό.
Και μιας και το θυμήθηκα, η μόνη διαφορά μεταξύ χούντας και δημοκρατίας αναφορικά με το ποιοι μας κάνουν κουμάντο είναι ότι στη χούντα οι υπουργοί είναι εξίσου ηλίθιοι και ανεπαρκείς με εκείνους της δημοκρατίας, μόνο που απαγορεύεται να το πούμε δημοσίως.
Και που βρισκόμαστε τώρα;
Στα χέρια μαθητευόμενων μάγων, οι οποίοι άγονται και φέρονται από τις εξελίξεις, πουλώντας φύκια για μεταξωτές κορδέλες, με την αγαστή σύμπνοια των «ανεξάρτητων» ΜΜΕ, που παίζουν τον σκοπό που θέλουν, κι εμείς ακολουθούμε ζαλισμένοι, ή μάλλον μαγεμένοι, τη φλογέρα του (γόνου) αρχηγού.
Απόδειξη των παραπάνω το γεγονός ότι μέχρι πριν δυο εβδομάδες όλοι ετοιμαζόμασταν για πόλεμο, με αφορμή το ΟΡΟΥΤ ΡΕΙΣ, ενώ τώρα όλοι ετοιμαζόμαστε για την εντατική με αφορμή τα κρούσματα του κορονοϊού (την ίδια ώρα που το ΟΡΟΥΤ ΡΕΙΣ συνεχίζει κανονικά τις βόλτες του στην υφαλοκρηπίδα μας), και με ενδιάμεσο διάλειμμα τον σεισμό των 6.9 ρίχτερ στη Σάμο, ο οποίος ξεχάστηκε κι αυτός…
Τόσο καλά.
Με τελικό συμπέρασμα το γνωστό κλισέ «έχουμε τους ηγέτες που μας αξίζουν».
Θα μου πείτε δεν φταίνε αυτοί, τόσοι ήταν…
Strange Attractor
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου