ΑΣΙΑΤΙΚΗ ΜΑΓΓΑΝΕΙΑ ……[αφιερώνεται στον Μ.Κ.]
.....Οι ανατολικοί μυστικισμοί έρχονται λοιπόν να γεμίσουν τα κενά της ιδιωτικής ηθικής του σύγχρονου ανθρώπου. Και εδώ είναι το πρώτο μεγάλο παράδοξο: φιλοσοφίες ζωής που συνδέονται με κοινωνίες οι οποίες αγνοούν το άτομο, με τη δυτική έννοια του υπεύθυνου υποκειμένου και φορέα δικαιωμάτων, του ατόμου ως αυταξίας και μοναδικότητας, ανακαλύπτονται για να καλύψουν τις πνευματικές ανάγκες αυτού του ατόμου! Παράδοξο που ωστόσο δεν είναι τόσο ανεξήγητο αν σκεφτεί κανείς δυο πράγματα:
Πρώτον, ότι ο μεταμοντέρνος καπιταλισμός την ίδια στιγμή που δοξολογεί τον ατομικισμό εγκαταλείπει το άτομο ως ιδιαιτερότητα και μοναδικότητα. Στη θέση τοu αναγνωρίζει μόνο τον οικονομικό δρώντα, το μέλος της παγκόσμιας αγοράς.
Δεύτερον, ότι η παρακμή των θεσμών και συμβόλων κύρους ευνοεί τον άγονο υποκειμενισμό και τις μορφές έκφρασης που έχουν θολό ή αυθαίρετο θεσμικό χαρακτήρα.
Υπάρχει λοιπόν μια συνάφεια μεταξύ του σύγχρονου καπιταλιστικού λόγου και της διαρκούς εμφύτευσης του ανατολικού μυστικισμού στη δυτική κουλτούρα. Η αμοιβαία έλξη των δυο φαινομένων έχει να κάνει με μια ιδέα της ευδαιμονίας αποσπασμένης από το πρόβλημα της ελευθερίας και της πολιτικής ζωής. Σαν να βρισκόμαστε εδώ στον αντίποδα της κλασικής σοφίας που συνοψίζεται στα λόγια του Περικλή προς τους Αθηναίους: ευδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον κρίναντες,
Και στις Ικετιδες του Ευριπίδη, όταν ο Θηβαίος κήρυκας ψέγει τον Θησέα για την «πολυπραγμοσύνη» της Αθήνας που ανακατεύεται σε ξένες υποθέσεις, εκείνος απαντά:
ταγάρ πονούσα πολλά πόλλ ’ ευδαιμονεί, δηλαδή ακριβώς επειδή γνοιάζεται και φροντίζει για πολλά πράγματα, για πολλές υποθέσεις, γι’ αυτό και η πόλη είναι πολλαπλώς ευδαίμων.
Στο πρότυπο ενός ανθρώπου ή μιας πολιτείας που κατακτούν την ευδαιμονία (προσωρινά βέβαια, γιατί των γάρ εν βροτοίς ούκ εστιν διά τέλους ευδαιμονειν, στους θνητούς κανένας δεν είναι για πάντα ευδαίμων) μέσα από την ελεύθερη πράξη, τον πόνο και το κουράγιο της κρίσης, η ασιατική-καπιταλιστική σοφία απαντά:
Σήμερα δεν θα κρίνω τίποτα από όσα θα δω να μου συμβαίνουν.
Το ερώτημα για μένα είναι απλό: γιατί ο Ντίπακ Τσόπρα (από τον οποίο και η ως άνω ρήση) είναι θεμελιωδέστερος για την κουλτούρα των συγχρόνων από τον Ευριπίδη; Ξέρω φυσικά ότι υπάρχουν απαντήσεις στο ερώτημα. Από τις πιο κοινωνιολογίζουσες (η εμπορική, σλογκανοειδής και απλοϊκή φόρμουλα των συνταγολογίων της ευτυχίας) έως τις πιο φιλοσοφικές. Μια από αυτές τις τελευταίες είναι η περίφημη διαφορά μεταξύ αρχαίου και μοντέρνου μοντέλου ελευθερίας. Είναι μια επισήμανση που τη χρωστάμε σε κλασικά φιλελεύθερα πνεύματα όπως ο Γάλλος Μπενζαμέν Κονστάν και ο Τοκεβίλ. Τι μας λέει αυτή η διαφορά; Ότι το αρχαίο πρότυπο ελευθερίας στηριζόταν στην έννοια της συμμετοχής στην πολιτεία, της σύμπραξης των πολιτών στην πόλη. Ενώ, αντιθέτως, η νεότερη αστική ελευθερία εστιάζεται στην ανεξαρτησία των ατόμων από την κεντρική σφαίρα του κράτους, στο κυνήγι των ιδιωτικών απολαύσεων, στην απόσπασή τους από τις δημόσιες έγνοιες.
Έτσι, ο Περικλής και ο Ευριπίδης, εφόσον συνάπτουν την ευδαιμονία με την ελευθερία της πόλεως και την πολιτική αντίσταση στους υβριστές -στους εχθρούς της αυτονομίας της πόλεως— είναι «αρχαίοι» και ο... Ντίπακ Τσόπρα ή ο Σκοτ Πεκ μοιάζουν, παραδόξως, «μοντέρνοι» αφού, γι’ αυτούς, τυπικούς εκπροσώπους της νεοεποχικής φιλολογίας, το θέμα είναι η μη-κρίση, η αποδοχή του παντός ως καλού, κοινώς... η αποφυγή της ιστορίας.
Θέλω εδώ να γίνω πιο συγκεκριμένος. Θεωρώ τη διάκριση που κάνει ο Κονστάν ανάμεσα στις δυο εκδοχές ελευθερίας, την αρχαία και τη μοντέρνα, μια δικαιολογημένη διάκριση. Πραγματικά, η αρχαία ή μάλλον η κλασική αντίληψη της ελευθερίας στηρίζεται σε μια πολιτική θρησκεία, στην ιδέα της πολιτικής αρετής και ευψυχίας. Αλλά η τομή ανάμεσα σε αρχαία και μοντέρνα έννοια της ελευθερίας δεν είναι τόσο απόλυτη όσο φαντάστηκαν κάποιοι και ίσως κι ο ίδιος ο Κονστάν. Κατ’ ουσίαν και η νεότερη, αστική και δημοκρατική ιδέα της ελευθερίας διατηρεί τη μέριμνα για το δημόσιο πνεύμα, την ποιότητα της κοινωνικής ζωής και την ιστορική πραγματικότητα. Και τούτο παρά το ότι δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις δυνατότητες των ατόμων να απολαμβάνουν μια σχετική ανεξαρτησία μακριά από τις σκοτούρες του κράτους και τις πολιτειακές ευθύνες. Στη δημοκρατική ελληνοδυτική παράδοση, όσα ρήγματα και αντιφάσεις και αν γνωρίζει με το πέρασμα των αιώνων, ο άνθρωπος δεν θεωρείται ποτέ αποκλειστικά ιδιωτικό ή μονόπλευρα δημόσιο ον. Είναι ο κοινωνικός άνθρωπος ή καλύτερα το κοινωνικό άτομο που τα αιτήματα ευτυχίας τα οποία έχει, συναντούν, με τον ένα ή άλλο τρόπο, την ιστορία, την πολιτική, την τέχνη, του έρωτα, όλες τις συμβολικές σφαίρες που δίνουν νόημα στην ύπαρξη του θνητού. Ο ακρωτηριασμός του κοινωνικού ατόμου, η μετάλλαξή του σε καθαρό «άτομο» ή σε γενική «κοινωνία», σε εγωκεντρική μονάδα ή απλό όργανο και ανάκλαση της κοινωνίας προσβάλλει και τις δυο σημασίες της ελευθερίας, τόσο αυτή του πολίτη όσο και εκείνη του ατομικού προσώπου.
Μια άβυσσος χωρίζει λοιπόν τον άνθρωπο της μη-κρίσης από τον δημοκρατικό άνθρωπο. Και αυτή η άβυσσος δεν αφορά μόνο τη δημόσια αρετή, την πολιτική ευψυχία αλλά και την υπαρξιακή ανάπτυξη, την άνθηση του προσωπικού και ευαισθησιακού χώρου. Υποστηρίζω δηλαδή ότι μια ηθική της μη-κρίσης και της αποδοχής του παντός είναι ξένη και εχθρική προς την ίδια τη δυνατότητα της προσωπικής ευδαιμονίας εντός της κοινωνίας. Προτάσεις σαν αυτές: «να αναγνωρίζετε ότι κάθε στιγμή είναι όπως ακριβώς πρέπει να είναι, αφού ολόκληρο το σύμπαν είναι όπως ακριβώς πρέπει να είναι... Όταν αντιμάχεστε αυτή τη στιγμή, στην ουσία αντιμάχεστε ολόκληρο το σύμπαν... έχετε λοιπόν απαλλαγεί από την ανάγκη να πείσετε τους άλλους για τις απόψεις σας... όποτε αντιμετωπίζετε έναν τύραννο, βασανιστή, έναν δάσκαλο, φίλο ή εχθρό να υπενθυμίζετε το ίδιο πράγμα στον εαυτό σας: αυτή η στιγμή είναι έτσι ακριβώς όπως πρέπει να είναι...» δεν είναι τίποτα λιγότερο από προτάσεις ζωής ενός νέου ολοκληρωτισμού. Και ωστόσο, ανάλογες προτάσεις επηρεάζουν περισσότερους συγχρόνους από όσο μια πρόταση από τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη ή την Κριτική του Πρακτικού Λόγου του Καντ. Αυτό είναι το σκάνδαλο με τις κωδικοποιημένες συνταγές της ευτυχίας και της σοφίας: εκφράζουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο το διαζύγιο του μεταμοντέρνου καπιταλισμού από τον δυτικό πολιτισμό και την ίδια την αστική κουλτούρα.
Η ιδεολογική απλότητα και διαφάνεια της ανατολίζου- σας σοφίας δεν πρέπει έτσι να μας ξεγελά. Πίσω από τις ασκητικές, πειθαρχικές ή ησυχαστικές της εντολές υπάρχει μια έννοια του Νόμου στην οποία αναγνωρίζουμε τον αιώνιο ολοκληρωτισμό. Ο Τσόπρα για παράδειγμα δίνει τον εξής ορισμό στο Νόμο: «Νόμος είναι η διαδικασία μέσω της οποίας ο παρατηρητής γίνεται το αντικείμενο της παρατήρησής του». Αυτό, αν έχουμε την υπομονή να διαβάσουμε την «ανάλυση» του Τσόπρα, καταλήγει σε μια λατρεία της «εσω-αναφοράς», στον Εαυτό που ισούται με τον εαυτό του και τις άπειρες δυνατότητές του. Η εσω-ανα- φορά που στο μεταφυσικό μίξερ του Τσόπρα και του κάθε Τσόπρα περιγράφεται με το παμπάλαιο λεξιλόγιο του μυστικισμού (σιωπή, παθητικότητα, άσκηση, διαιτητική, στροφή στο κενό), δεν έρχεται όμως να καταλύσει αλλά να συμπληρώσει το ιδεώδες της «επιτυχίας», το αμερικανικό όνειρο. Οι νέοι ασιάτες και «εξωτικοί» φροντίζουν να παράγουν μια φιλοσοφία της ζωής για λογαριασμό αυτών που δεν έχουν καιρό και όρεξη για φιλοσοφίες. Αυτό που προσέφεραν στον πρώιμο φιλελεύθερο καπιταλισμό οι πουριτανικές και αναβαπτιστικές σέκτες, στην αυγή του 2000 φαίνεται πως έχει πέσει στους ώμους του ανατολικού μυστικισμού.
Πρόκειται όμως απλώς για μια αμερικανική ιστορία που δεν αγγίζει την Ευρώπη και πολύ περισσότερο την ιδιόμορφη, και πάντα μόνη, Ελλάδα; Μιλάμε άραγε για μια περιθωριακή ζώνη του Λυκόφωτος που δεν απειλεί τη δική μας υγιή και στέρεα «καθ’ ημάς Ανατολή»; Είπαμε όμως πιο πάνω πως το χαρακτηριστικό γνώρισμα της νεοασιατικής «σοφίας» είναι ότι έρχεται να τιμωρήσει τη Δύση, να στηλιτεύσει το Διαφωτισμό, να δώσει την εντύπωση μιας βαθύτερης, εναλλακτικής, θεμελιακότερης πνευματικότητας για χάρη των ανθρώπων της μεταμοντέρνας εποχής. Αυτή η αναθεωρητική τάση έχει μια εμμονή: τη σχηματική ταύτιση του Λόγου της Δύσης με το στεγνό ορθολογισμό και την ψυχρή μηχανοκρατία.
«Ο Λόγος της Δύσης είναι ένας Λόγος που αποστερεί το άτομο από την καθολικότητά του, στερώντας από τον άνθρωπο το πρόσωπό του ως της ενοποιητικής σχέσης ανάμεσα σε αυτόν και τον κόσμο γύρω του —το σώμα και το όλο του σώμα. (...) Η Δύση —θεολογούσα ή απο- θεολογικοποιημένη- είναι οικοδομημένη σε ένα σύστημα μοναξιάς, ένα σύστημα ανέραστο όπου ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος στη μοναξιά του — όπως διαπίστωσε μετά τον Νίτσε και ο Χάιντεγκερ».
Να, το νέο πεδίο όπου η καθ’ ημάς Ανατολή συναντά τον Νίτσε, τον Χάιντεγκερ και μαζί με αυτούς, όλους τους σαρωτικούς επικριτές της «Δύσης». Φυσικά δεν θέλω να ταυτίσω τον Κωστή Μοσκώφ που έγραψε αυτές τις γραμμές με τον Ντίπακ Τσόπρα και τους νεογκουρού. Θα ήταν σαν να αντέστρεφα απλώς τον δογματικό στόμφο όλων εκείνων που μιλούν, ακρίτως, για «Λόγο της Δύσης» και θεωρούν τον Καρτέσιο περίπου ως προπομπό του μάνατζερ της Τζόνσον και Τζόνσον ή τον γαλλικό Διαφωτισμό ως πρώιμο εγκόλπιο του άγριου και κυνικού καπιταλιστή! Σε δογματικό επίπεδο άλλωστε υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ εντόπιας νεο-ορθόδοξης σοφίας και νεοα- σιατισμού: οι νεο-ορθόδοξοι, παρά το ότι παγιδεύονται σε μια, κατά την άποψή μου, άγονη και παραπλανητική διάζευξη (ελληνικός άνθρωπος/ δυτικός άνθρωπος, ελληνικός Λόγος/ δυτικός Λόγος) δεν αρνούνται, ευτυχώς, τη διάσταση της ατομικότητας. Μιλούν για άτομο και πρόσωπο, θεωρώντας όμως, τελείως αυθαίρετα, πως η «Δύση» γνωρίζει μόνο το άτομο και η καθ’ ημάς Ανατολή —δηλαδή, κατ’αυτούς, μόνον ο ελληνισμός/ορθοδοξία— τα συναμφότερα, και το άτομο και το πρόσωπο. Ζητούν, τέλος, να υπερβούν τόσο τον «απρόσωπο ατομισμό -το θετικισμό και οικονομισμό της Δύσης— όσο και την απρόσωπη, διάχυτη μέσα σε μια δίχως σάρκα καθολικότητα της Ανατολής»".
Αυτό όμως που ξεχνούν ή δεν θέλουν να θυμούνται είναι πως η «Δύση» εδώ και τριακόσια χρόνια συγκροτεί ακριβώς εκείνον τον πολιτισμικό χώρο που επέτρεψε την κριτική σε επιμέρους ενσαρκώσεις του ιστορικού —και του δυτικού- ανθρώπου. Αν υπάρχει μια κριτική παράδοση που αποκαλύπτει τα όρια του οικονομικού ανθρώπου, του θετικιστή επιστήμονα, της καταναλωτικής μονάδας ή του ιδιωτικοποιημένου Εγώ θα την βρούμε μέσα σε τούτον τον αντιφατικό, τραγικό, ανοιχτό Λόγο που ζει από τις ίδιες του τις αντιφάσεις και παλινωδίες. Αν υπάρχει μια κριτική των δυτικών κακών, αυτή αναπτύσσεται και καλλιεργείται εδώ και καιρό στην ίδια τη «Δύση». Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο που αγνοείται συστηματικά από τους νεοέλληνες ορθοδοξιστές: ότι απέναντι στην επικίνδυνη και αλαζονική καθαρότητα του σύγχρονου οικονομικού ειδώλου και στη μυστικιστική απάτη της εξωτικής σοφίας χρειαζόμαστε τον Καρτέσιο, χρειαζόμαστε τον Καντ με τον ίδιον τρόπο που χρειαζόμαστε τους Τραγικούς ή τους ορθόδοξους Πατέρες της Εκκλησίας. Η απειλή σήμερα στρέφεται αδιακρίτως και εξίσου εναντίον του κριτικού, τραγικού και δημοκρατικού ατόμου που κατανοήθηκε ως πρόσωπο, ως σχέση με τον άλλον άνθρωπο. Πάντοτε; Όχι βέβαια. Υπάρχει και ένας Σαντ, ένας Στίρνερ ή κάποιοι νεώτεροι Φον Χάγιεκ και Φον Μίζες, υπάρχουν κάμποσοι, μετρημένοι στα δάχτυλα, ιεροφάντες του απόλυτου και δίχως αγάπη ατομισμού. Μπορούν αυτοί οι ελάχιστοι υπερφιλελεύθεροι και υπερατομιστές να ακυρώσουν την όλη ευρωπαϊκή πνευματικότητα; Αν το πιστεύαμε, θα ήταν σαν να θεωρούσαμε τον Πολ-Ποτ ή τον Κιμ Ιλ Σούνγκ -αυτές τις τερατώδεις αποφύσεις του κομμουνισμού— αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις μαρξιστών του εικοστού αιώνα. Έτσι, όσοι αναφέρονται αορίστως στο «δυτικό άτομο» σαν να πρόκειται για μια κλειστή, εγωιστική και ανέραστη μονάδα, μοιάζουν να θεωρούν τους ήρωες του Μαρκήσιου Ντε Σαντ ή τους σύγχρονους Γερμανούς τραπεζίτες προϊόντα της αυγουστίνειας θεολογίας ή του φιλελευθερισμού ενός Μοντεσκιέ και ενός Τζων Λοκ. Με τέτοιες όμως πολεμικές απλουστεύσεις και μικροψυχίες η «νεο-ορθόδοξη σοφία», εδώ και δεκαπέντε χρόνια, κλείνει άθελά της το μάτι σε όλα τα αντιμοντέρνα, αντιδημοκρατικά και αυταρχικά μοντέλα της νέας εποχής η οποία τελικά κηρύσσει, μέσα στην καρδιά της Δύσης, το θάνατο της Δύσης!
Νικόλας Σεβαστάκης – Η αλχημεία της ευτυχίας (Δοκίμιο για τη σοφία της εποχής)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου