Η συνωμοσία πίσω από την ιστορία των UFO
Η επιστημονική μελέτη του σύμπαντος δεν συμφωνεί με αυτό που οι κοινοί άνθρωποι εννοούν με τον όρο ‘κοινή λογική’. Όταν ασχολούμαστε με την επιστημονική μελέτη του σύμπαντος στην ολότητά του, και όχι τοπικά (π.χ. στον κοντινό χώρο που περιβάλλει τη Γη), τότε η σχέση μεταξύ του λογικού και του παραλόγου, όπως την εννοεί στην καθημερινότητά του ο κοινός άνθρωπος, ανατρέπεται και μάλιστα αντιστρέφεται. Εξ αιτίας της βιολογικής δομής του, ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντιληφθεί με τις αισθήσεις του μορφές και σχήματα που δεν περιγράφονται από την Ευκλείδεια γεωμετρία και που υπερβαίνουν τις τρεις διαστάσεις. Με άλλα λόγια, αν υπάρχει ένα αντικείμενο που η γεωμετρία του είναι μη Ευκλείδεια και συγχρόνως οι διαστάσεις του είναι πάνω από τρεις, τότε οι βιολογικοί οφθαλμοί μας δεν μπορούν να το δουν.
Στον 20ό αιώνα, η φυσική επιστήμη απέδειξε ότι το σύμπαν ως ολότητα δεν περιγράφεται από την Ευκλείδεια γεωμετρία και ότι οι διαστάσεις του είναι τουλάχιστον τέσσερεις (οι τρεις χωρικές διαστάσεις και η χρονική διάσταση). Συνεπώς, οι μορφές και τα σχήματα που δημιουργούνται μέσα στο σύμπαν δεν γίνονται σε ολικό επίπεδο αντιληπτά από τον βιολογικό οφθαλμό. Ειδικότερα, η Θεωρία της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν (Albert Einstein) συνίσταται σε μια ολική μελέτη του σύμπαντος με βάση τη γεωμετρία Ρίμαν (Riemann), δηλαδή μια μη Ευκλείδεια γεωμετρία, και στην ερμηνεία του σύμπαντος ως μιας τετραδιάστατης πολλαπλότητας Ρίμαν[12] (Riemannian manifold).
Μόνο τοπικά, δηλαδή σε πολύ μικρή κλίμακα, σε κλίμακα μεγεθών που χαρακτηρίζουν την καθημερινή ζωή του κοινού ανθρώπου, ο κόσμος υπακούει στην Ευκλείδεια γεωμετρία και μπορεί να γίνει αντιληπτός μόνο με τρεις διαστάσεις (μήκος, πλάτος, ύψος), ενώ μόνο τότε μπορεί ο χρόνος να γίνει κατανοητός σαν ο χρόνος που μετράνε τα ρολόγια μας (αφού, στην κοσμολογία, ο χρόνος είναι μια διάσταση του σύμπαντος και όχι αυτό που μετράνε τα ρολόγια μας στη γήινη καθημερινότητά μας). Το σύμπαν, λοιπόν, ολικά συμπεριφέρεται κατά μη Ευκλείδειο τρόπο και προσδιορίζεται από περισσότερες των τριών διαστάσεις, αλλά τοπικά (σε απειροστικό επίπεδο) το σύμπαν συμπεριφέρεται με τρόπο που μπορεί να προσεγγιστεί, σε απολύτως ικανοποιητικό βαθμό, με τους όρους ενός Ευκλείδειου τρισδιάστατου χώρου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας ορισμένα αντικείμενα μέσα στο σύμπαν. Επειδή, στο επίπεδο ενός απειροελάχιστου κομματιού του συνόλου, το σύμπαν συμπεριφέρεται (χωρίς να είναι) σαν Ευκλείδειος τρισδιάστατος χώρος, μπορούμε, σε αυτό το επίπεδο, να αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας υλικά αντικείμενα, ενώ ολικά το σύμπαν, ως μη Ευκλείδειο σύστημα άνω των τριών διαστάσεων, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό από τις αισθήσεις μας.
Οι γνωσιολογικές ανατροπές και δυσκολίες που επιφέρει η κοσμολογία για τον κοινό άνθρωπο σε συνδυασμό με τους αντιληπτικούς περιορισμούς που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη βιολογία έχουν οδηγήσει πολλούς ανθρώπους στην επιστημονική φαντασία. Οι ιστορικοί της επιστημονικής φαντασίας εντοπίζουν συνήθως τις καταβολές αυτού του είδους λογοτεχνίας στις αρχές του 19ου αιώνα. Μερικοί προτιμούν ειδικότερα να βλέπουν την αρχή αυτού του λογοτεχνικού είδους στις ιστορίες του Έντγκαρ Άλαν Πόε (Edgar Allan Poe), οι οποίες συνδυάζουν ένα ύφος το οποίο χαρακτηρίζεται από πειστικό ρεαλισμό με ένα θέμα-υλικό που πάντοτε είναι χρωματισμένο με το μυστήριο και το απόκρυφο. Άλλοι αποφαίνονται ότι η πρώτη συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας ήταν η σύγχρονη του Πόε, Μαίρη Σέλεϊ (Mary Wollstonecraft Shelley), η οποία συνέγραψε το μυθιστόρημα Φρανκενστάιν (έναν νεώτερο προμηθεϊκό μύθο), που συνδυάζει φανταστική επιστήμη και αποκρυφισμό. Η τυπική ιστορία επιστημονικής φαντασίας, πάντως, οφείλεται στον Ιούλιο Βερν (Jules Verne) και στον Χέρμπερτ Γουέλς (Herbert George Wells).
Από τότε, η επιστημονική φαντασία ‘ενηλικιώθηκε’ μέσα από μια σειρά φθηνών λαϊκών περιοδικών με ιστορίες επιστημονικής φαντασίας τα οποία εκδόθηκαν στις ΗΠΑ στα μέσα του 20ού αιώνα και, στη συνέχεια, μέσα από κινηματογραφικές ταινίες, όπως λ.χ. «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» και «Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου», καθώς και μέσα από τηλεοπτικές σειρές, όπως λ.χ. «Σταρ Τρεκ». Γράφοντας για τον θρύλο του Ρεν-λε-Σατό, ο Ντέιβιντ Γουντ (David Wood), στο βιβλίο του με τίτλο Genesis: The First Book of Revelations (Εκδ. UNKNO, 1986), αναπτύσσει μια νεοναϊτική μυθολογία η οποία καταλήγει στον ισχυρισμό ότι η Γαλλία υπήρξε αποικία των Ατλάντων και ότι το ανθρώπινο είδος απέκτησε εν μέρει εξωγήινη φύση από τότε που αδελφοί μας από το Διάστημα έκαναν πειράματα γενετικής μηχανικής στη Γη και παρουσιάσθηκαν ως θεοί στη Βιβλική Γένεση! Επιπλέον, μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της επιστημονικής φαντασίας έδωσε η Εκκλησία της Σαηεντολογίας (Church of Scientology), την οποία δημιούργησε ο Ρον Χάμπαρντ (Ron Hubbard, 1911-1986), ο οποίος ήταν συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας και είχε επηρεαστεί από το αποκρυφιστικό σύστημα του Άλιστερ Κρόουλι.
Η επιστημονική φαντασία, ως φορέας νοητικού χάους, έχει προετοιμάσει τους ανθρώπους για την ‘εμφάνιση’ των UFO. Ο αστροφυσικός Ζακ Βαλέ (Jacques Vallee) έχει παρατηρήσει ότι, αν και η εμφάνιση παράξενων ιπταμένων αντικειμένων έχει επισημανθεί και σε παλαιότερες εποχές, η σύγχρονη ιστορία τους ως μαζικό φαινόμενο αρχίζει στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αμέσως μετά απ’ αυτόν (βλ. J. Vallee, UFO in Space: Anatomy of a Phenomenon, Εκδ. Ballantine Books, 1977, σελ. 45-53). Επίσης, ο Βαλέ στο βιβλίο του The Invisible College (Εκδ. E.P. Dutton, Inc., 1975, σελ. 207) τονίζει ότι «έχει γίνει πολύ σημαντικό για μεγάλο αριθμό ανθρώπων να περιμένουν επισκέπτες από το εξώτερο διάστημα». Πρόκειται για μια αναζήτηση ελπίδας στον υλικό κόσμο από ανθρώπους που βιώνουν την τραγικότητα ενός υλιστικού πολιτισμού, από τον οποίο προσπαθούν να φύγουν μέσα από τα παράθυρα της φαντασίας τους.
Ο Χίνεκ συνεργάστηκε με τον Βαλέ στη μεθοδική διερεύνηση των UFO και αποφαίνονται ότι τα UFO αποτελούν «ένα φαινόμενο που έχει υλικές συνέπειες αλλά έχει επίσης τα χαρακτηριστικά του ψυχικού κόσμου» (J.A. Hynek and J. Vallee, The Edge of Reality: A Progress Report on Unidentified Flying Objects, Εκδ. Henry Regency Co., 1975, σελ. 259). Όπως έχει επισημάνει ο Βαλέ, στο βιβλίο του The Invisible College (Εκδ. E.P. Dutton, Inc., 1975, σελ. 202), τα UFO «είναι δομημένα τόσο ως υλικά σκάφη όσο και ως ψυχικές επινοήσεις των οποίων οι ακριβείς ιδιότητες μένουν να καθοριστούν».
Επίσης, ο Μπραντ Στάιγκερ (Brad Steiger), καθηγητής του Πανεπιστημίου της Aϊόβα, με μεγάλο συγγραφικό έργο επάνω στα UFO, αφού μελέτησε μεθοδικά το αρχείο της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας όπου είναι καταγεγραμμένες οι περιπτώσεις επαφής ανθρώπων με UFO, συμπέρανε ότι «έχουμε να κάνουμε με ένα πολυδιάστατο παραφυσικό φαινόμενο, το οποίο είναι κατά μεγάλο μέρος γηγενές στον πλανήτη γη» (Canadian UFO Report, Καλοκαίρι 1977). Σε παρόμοια συμπεράσματα έχει καταλήξει και η ερευνητική εργασία του Τζον Κιλ (John Keel) στο πεδίο των UFO: «η πραγματική ιστορία των UFO…είναι μια ιστορία με πνεύματα και φαντάσματα και παράξενες νοητικές αποπλανήσεις· ενός αόρατου κόσμου που μας περιβάλλει και περιστασιακά μας καταπίνει...Είναι ένας κόσμος παραίσθησης...όπου η ίδια η πραγματικότητα διαστρεβλώνεται από παράξενες δυνάμεις που φαινομενικά μπορούν να χειριστούν τον χώρο, τον χρόνο, και την ύλη...οι εκδηλώσεις UFO μοιάζουν να είναι, συνολικά, μονάχα μικρότερες παραλλαγές του αρχαίου δαιμονολογικού φαινομένου» (J.A. Keel, UFOS: Operation Trojan Horse, Εκδ. G.P. Putnam’s Sons, 1970, σελ. 46, 299).
Ο Βαλέ (όπ.π.) καλεί τη λογική ανθρωπότητα να σκεφθεί και μια ακόμη διάσταση της UFOλογίας, στις περιπτώσεις που η εμφάνιση UFO δεν είναι αμιγώς ψυχικής υφής φαινόμενο: οι περιπτώσεις αυτές μπορεί να κρύβουν την επιδιώξεις ισχυρών κέντρων πολιτικής εξουσίας να καλύψουν πίσω από ιστορίες για UFO τη διαχείριση υψηλής τεχνολογίας από τα ίδια αυτά τα κέντρα εξουσίας και επίσης να διασπείρουν στις μάζες τον φόβο ή το δέος της ‘εξωγήινης ζωής’, ώστε να τις καταστήσουν περισσότερο ψυχικά εξαρτημένες από την ‘προστασία’ και την ‘καθοδήγηση’ που προσφέρουν οι κυβερνώντες. Συγκεκριμένα, ο Βαλέ ρωτάει, εύλογα, εάν η ιδέα «επισκεπτών από το εξώτερο διάστημα» δεν θα μπορούσε «να εξυπηρετεί ακριβώς έναν ρόλο αντιπερισπασμού στο να καλύπτει την αληθινή, απείρως πολυπλοκότερη φύση της τεχνολογίας που προκαλεί τις θεάσεις» (The Invisible College, σελ. 28). Ο Βαλέ ισχυρίζεται ότι «δεν έχουμε να κάνουμε με διαδοχικά κύματα επισκέψεων από το διάστημα. Έχουμε να κάνουμε με ένα σύστημα ελέγχου» (όπ.π., σελ. 195), και ότι «αυτό που λαμβάνει χώρα μέσω των στενών επαφών με UFO είναι ο έλεγχος των ανθρωπίνων δοξασιών» (όπ.π., σελ. 3). «Με κάθε νέο κύμα UFO, ο κοινωνικός αντίκτυπος γίνεται μεγαλύτερος. Περισσότεροι νέοι άνθρωποι γοητεύονται από το διάστημα, από ψυχικά φαινόμενα, από νέα σύνορα στη συνειδητότητα. Περισσότερα βιβλία και άρθρα εμφανίζονται, αλλάζοντας τον πολιτισμό μας» (όπ.π., σελ. 197, 198). Παράλληλα, με αυτόν τον τρόπο, καλλιεργείται μια ιδέα ‘συμπαντικής συνείδησης’ την οποία διαχειρίζονται οι παγκοσμιοποιητές για να προωθήσουν τη δική τους πολιτική στρατηγική, εξαλείφοντας τις ιδιοπροσωπίες των διαφορετικών ανθρώπων και των διαφορετικών πολιτιστικών κοινοτήτων.
Η επιστημονική μελέτη του σύμπαντος δεν συμφωνεί με αυτό που οι κοινοί άνθρωποι εννοούν με τον όρο ‘κοινή λογική’. Όταν ασχολούμαστε με την επιστημονική μελέτη του σύμπαντος στην ολότητά του, και όχι τοπικά (π.χ. στον κοντινό χώρο που περιβάλλει τη Γη), τότε η σχέση μεταξύ του λογικού και του παραλόγου, όπως την εννοεί στην καθημερινότητά του ο κοινός άνθρωπος, ανατρέπεται και μάλιστα αντιστρέφεται. Εξ αιτίας της βιολογικής δομής του, ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντιληφθεί με τις αισθήσεις του μορφές και σχήματα που δεν περιγράφονται από την Ευκλείδεια γεωμετρία και που υπερβαίνουν τις τρεις διαστάσεις. Με άλλα λόγια, αν υπάρχει ένα αντικείμενο που η γεωμετρία του είναι μη Ευκλείδεια και συγχρόνως οι διαστάσεις του είναι πάνω από τρεις, τότε οι βιολογικοί οφθαλμοί μας δεν μπορούν να το δουν.
Στον 20ό αιώνα, η φυσική επιστήμη απέδειξε ότι το σύμπαν ως ολότητα δεν περιγράφεται από την Ευκλείδεια γεωμετρία και ότι οι διαστάσεις του είναι τουλάχιστον τέσσερεις (οι τρεις χωρικές διαστάσεις και η χρονική διάσταση). Συνεπώς, οι μορφές και τα σχήματα που δημιουργούνται μέσα στο σύμπαν δεν γίνονται σε ολικό επίπεδο αντιληπτά από τον βιολογικό οφθαλμό. Ειδικότερα, η Θεωρία της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν (Albert Einstein) συνίσταται σε μια ολική μελέτη του σύμπαντος με βάση τη γεωμετρία Ρίμαν (Riemann), δηλαδή μια μη Ευκλείδεια γεωμετρία, και στην ερμηνεία του σύμπαντος ως μιας τετραδιάστατης πολλαπλότητας Ρίμαν[12] (Riemannian manifold).
Μόνο τοπικά, δηλαδή σε πολύ μικρή κλίμακα, σε κλίμακα μεγεθών που χαρακτηρίζουν την καθημερινή ζωή του κοινού ανθρώπου, ο κόσμος υπακούει στην Ευκλείδεια γεωμετρία και μπορεί να γίνει αντιληπτός μόνο με τρεις διαστάσεις (μήκος, πλάτος, ύψος), ενώ μόνο τότε μπορεί ο χρόνος να γίνει κατανοητός σαν ο χρόνος που μετράνε τα ρολόγια μας (αφού, στην κοσμολογία, ο χρόνος είναι μια διάσταση του σύμπαντος και όχι αυτό που μετράνε τα ρολόγια μας στη γήινη καθημερινότητά μας). Το σύμπαν, λοιπόν, ολικά συμπεριφέρεται κατά μη Ευκλείδειο τρόπο και προσδιορίζεται από περισσότερες των τριών διαστάσεις, αλλά τοπικά (σε απειροστικό επίπεδο) το σύμπαν συμπεριφέρεται με τρόπο που μπορεί να προσεγγιστεί, σε απολύτως ικανοποιητικό βαθμό, με τους όρους ενός Ευκλείδειου τρισδιάστατου χώρου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας ορισμένα αντικείμενα μέσα στο σύμπαν. Επειδή, στο επίπεδο ενός απειροελάχιστου κομματιού του συνόλου, το σύμπαν συμπεριφέρεται (χωρίς να είναι) σαν Ευκλείδειος τρισδιάστατος χώρος, μπορούμε, σε αυτό το επίπεδο, να αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας υλικά αντικείμενα, ενώ ολικά το σύμπαν, ως μη Ευκλείδειο σύστημα άνω των τριών διαστάσεων, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό από τις αισθήσεις μας.
Οι γνωσιολογικές ανατροπές και δυσκολίες που επιφέρει η κοσμολογία για τον κοινό άνθρωπο σε συνδυασμό με τους αντιληπτικούς περιορισμούς που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη βιολογία έχουν οδηγήσει πολλούς ανθρώπους στην επιστημονική φαντασία. Οι ιστορικοί της επιστημονικής φαντασίας εντοπίζουν συνήθως τις καταβολές αυτού του είδους λογοτεχνίας στις αρχές του 19ου αιώνα. Μερικοί προτιμούν ειδικότερα να βλέπουν την αρχή αυτού του λογοτεχνικού είδους στις ιστορίες του Έντγκαρ Άλαν Πόε (Edgar Allan Poe), οι οποίες συνδυάζουν ένα ύφος το οποίο χαρακτηρίζεται από πειστικό ρεαλισμό με ένα θέμα-υλικό που πάντοτε είναι χρωματισμένο με το μυστήριο και το απόκρυφο. Άλλοι αποφαίνονται ότι η πρώτη συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας ήταν η σύγχρονη του Πόε, Μαίρη Σέλεϊ (Mary Wollstonecraft Shelley), η οποία συνέγραψε το μυθιστόρημα Φρανκενστάιν (έναν νεώτερο προμηθεϊκό μύθο), που συνδυάζει φανταστική επιστήμη και αποκρυφισμό. Η τυπική ιστορία επιστημονικής φαντασίας, πάντως, οφείλεται στον Ιούλιο Βερν (Jules Verne) και στον Χέρμπερτ Γουέλς (Herbert George Wells).
Από τότε, η επιστημονική φαντασία ‘ενηλικιώθηκε’ μέσα από μια σειρά φθηνών λαϊκών περιοδικών με ιστορίες επιστημονικής φαντασίας τα οποία εκδόθηκαν στις ΗΠΑ στα μέσα του 20ού αιώνα και, στη συνέχεια, μέσα από κινηματογραφικές ταινίες, όπως λ.χ. «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» και «Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου», καθώς και μέσα από τηλεοπτικές σειρές, όπως λ.χ. «Σταρ Τρεκ». Γράφοντας για τον θρύλο του Ρεν-λε-Σατό, ο Ντέιβιντ Γουντ (David Wood), στο βιβλίο του με τίτλο Genesis: The First Book of Revelations (Εκδ. UNKNO, 1986), αναπτύσσει μια νεοναϊτική μυθολογία η οποία καταλήγει στον ισχυρισμό ότι η Γαλλία υπήρξε αποικία των Ατλάντων και ότι το ανθρώπινο είδος απέκτησε εν μέρει εξωγήινη φύση από τότε που αδελφοί μας από το Διάστημα έκαναν πειράματα γενετικής μηχανικής στη Γη και παρουσιάσθηκαν ως θεοί στη Βιβλική Γένεση! Επιπλέον, μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της επιστημονικής φαντασίας έδωσε η Εκκλησία της Σαηεντολογίας (Church of Scientology), την οποία δημιούργησε ο Ρον Χάμπαρντ (Ron Hubbard, 1911-1986), ο οποίος ήταν συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας και είχε επηρεαστεί από το αποκρυφιστικό σύστημα του Άλιστερ Κρόουλι.
Η επιστημονική φαντασία, ως φορέας νοητικού χάους, έχει προετοιμάσει τους ανθρώπους για την ‘εμφάνιση’ των UFO. Ο αστροφυσικός Ζακ Βαλέ (Jacques Vallee) έχει παρατηρήσει ότι, αν και η εμφάνιση παράξενων ιπταμένων αντικειμένων έχει επισημανθεί και σε παλαιότερες εποχές, η σύγχρονη ιστορία τους ως μαζικό φαινόμενο αρχίζει στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αμέσως μετά απ’ αυτόν (βλ. J. Vallee, UFO in Space: Anatomy of a Phenomenon, Εκδ. Ballantine Books, 1977, σελ. 45-53). Επίσης, ο Βαλέ στο βιβλίο του The Invisible College (Εκδ. E.P. Dutton, Inc., 1975, σελ. 207) τονίζει ότι «έχει γίνει πολύ σημαντικό για μεγάλο αριθμό ανθρώπων να περιμένουν επισκέπτες από το εξώτερο διάστημα». Πρόκειται για μια αναζήτηση ελπίδας στον υλικό κόσμο από ανθρώπους που βιώνουν την τραγικότητα ενός υλιστικού πολιτισμού, από τον οποίο προσπαθούν να φύγουν μέσα από τα παράθυρα της φαντασίας τους.
Ο Χίνεκ συνεργάστηκε με τον Βαλέ στη μεθοδική διερεύνηση των UFO και αποφαίνονται ότι τα UFO αποτελούν «ένα φαινόμενο που έχει υλικές συνέπειες αλλά έχει επίσης τα χαρακτηριστικά του ψυχικού κόσμου» (J.A. Hynek and J. Vallee, The Edge of Reality: A Progress Report on Unidentified Flying Objects, Εκδ. Henry Regency Co., 1975, σελ. 259). Όπως έχει επισημάνει ο Βαλέ, στο βιβλίο του The Invisible College (Εκδ. E.P. Dutton, Inc., 1975, σελ. 202), τα UFO «είναι δομημένα τόσο ως υλικά σκάφη όσο και ως ψυχικές επινοήσεις των οποίων οι ακριβείς ιδιότητες μένουν να καθοριστούν».
Επίσης, ο Μπραντ Στάιγκερ (Brad Steiger), καθηγητής του Πανεπιστημίου της Aϊόβα, με μεγάλο συγγραφικό έργο επάνω στα UFO, αφού μελέτησε μεθοδικά το αρχείο της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας όπου είναι καταγεγραμμένες οι περιπτώσεις επαφής ανθρώπων με UFO, συμπέρανε ότι «έχουμε να κάνουμε με ένα πολυδιάστατο παραφυσικό φαινόμενο, το οποίο είναι κατά μεγάλο μέρος γηγενές στον πλανήτη γη» (Canadian UFO Report, Καλοκαίρι 1977). Σε παρόμοια συμπεράσματα έχει καταλήξει και η ερευνητική εργασία του Τζον Κιλ (John Keel) στο πεδίο των UFO: «η πραγματική ιστορία των UFO…είναι μια ιστορία με πνεύματα και φαντάσματα και παράξενες νοητικές αποπλανήσεις· ενός αόρατου κόσμου που μας περιβάλλει και περιστασιακά μας καταπίνει...Είναι ένας κόσμος παραίσθησης...όπου η ίδια η πραγματικότητα διαστρεβλώνεται από παράξενες δυνάμεις που φαινομενικά μπορούν να χειριστούν τον χώρο, τον χρόνο, και την ύλη...οι εκδηλώσεις UFO μοιάζουν να είναι, συνολικά, μονάχα μικρότερες παραλλαγές του αρχαίου δαιμονολογικού φαινομένου» (J.A. Keel, UFOS: Operation Trojan Horse, Εκδ. G.P. Putnam’s Sons, 1970, σελ. 46, 299).
Ο Βαλέ (όπ.π.) καλεί τη λογική ανθρωπότητα να σκεφθεί και μια ακόμη διάσταση της UFOλογίας, στις περιπτώσεις που η εμφάνιση UFO δεν είναι αμιγώς ψυχικής υφής φαινόμενο: οι περιπτώσεις αυτές μπορεί να κρύβουν την επιδιώξεις ισχυρών κέντρων πολιτικής εξουσίας να καλύψουν πίσω από ιστορίες για UFO τη διαχείριση υψηλής τεχνολογίας από τα ίδια αυτά τα κέντρα εξουσίας και επίσης να διασπείρουν στις μάζες τον φόβο ή το δέος της ‘εξωγήινης ζωής’, ώστε να τις καταστήσουν περισσότερο ψυχικά εξαρτημένες από την ‘προστασία’ και την ‘καθοδήγηση’ που προσφέρουν οι κυβερνώντες. Συγκεκριμένα, ο Βαλέ ρωτάει, εύλογα, εάν η ιδέα «επισκεπτών από το εξώτερο διάστημα» δεν θα μπορούσε «να εξυπηρετεί ακριβώς έναν ρόλο αντιπερισπασμού στο να καλύπτει την αληθινή, απείρως πολυπλοκότερη φύση της τεχνολογίας που προκαλεί τις θεάσεις» (The Invisible College, σελ. 28). Ο Βαλέ ισχυρίζεται ότι «δεν έχουμε να κάνουμε με διαδοχικά κύματα επισκέψεων από το διάστημα. Έχουμε να κάνουμε με ένα σύστημα ελέγχου» (όπ.π., σελ. 195), και ότι «αυτό που λαμβάνει χώρα μέσω των στενών επαφών με UFO είναι ο έλεγχος των ανθρωπίνων δοξασιών» (όπ.π., σελ. 3). «Με κάθε νέο κύμα UFO, ο κοινωνικός αντίκτυπος γίνεται μεγαλύτερος. Περισσότεροι νέοι άνθρωποι γοητεύονται από το διάστημα, από ψυχικά φαινόμενα, από νέα σύνορα στη συνειδητότητα. Περισσότερα βιβλία και άρθρα εμφανίζονται, αλλάζοντας τον πολιτισμό μας» (όπ.π., σελ. 197, 198). Παράλληλα, με αυτόν τον τρόπο, καλλιεργείται μια ιδέα ‘συμπαντικής συνείδησης’ την οποία διαχειρίζονται οι παγκοσμιοποιητές για να προωθήσουν τη δική τους πολιτική στρατηγική, εξαλείφοντας τις ιδιοπροσωπίες των διαφορετικών ανθρώπων και των διαφορετικών πολιτιστικών κοινοτήτων.
[1] Η παρούσα μελέτη αποτελεί σύνοψη ευρύτερης έρευνας και υπομνήματος που συνέταξε ο Νικόλαος Λάος για λογαριασμό και χάριν Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών προς τον σκοπό της δημιουργίας ενός ειδικού εκκλησιαστικού κέντρου πληροφοριών. Ο συγγραφέας δημοσίευσε σχετικό υλικό στο βιβλίο του με τίτλο 40 Μυστικοί Φάκελοι που το σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης δεν θα ήθελε να γνωρίζεις (Αθήνα: Εκδόσεις Λεξίτυπον, 2013). Σε συνεργασία με τον Μητροπολίτη Μεξικού και Πάσης Λατινικής Αμερικής κ. Daniel de Jesús Ruiz Flores της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και άλλους λογίους από την Αμερική συγκέντρωσε εις χείρας του τη γραμματεία των Βαυαρών Illuminati και μεγάλο μέρος των αρχείων διαφόρων μυστικών υπηρεσιών περί του Ελευθεροτεκτονισμού και έτσι διενεργήθηκε μια ‘βαθιά’ και μακράς διαρκείας επιχείρηση με σκοπό αφενός τη μεθοδική διερεύνηση των συστημάτων και των κυρίαρχων παικτών του μυστικιστικού ιμπεριαλισμού της Δύσης, αφετέρου την αναδιάρθρωση του Δυτικού εσωτερισμού και την αποτροπή της επέκτασης διαφόρων αιρέσεων και Δυτικών μυστικιστικών οργανώσεων στην Ανατολική Ευρώπη.
[2] Η Ελισάβετ Α’ επέβαλλε τη θρησκευτική Μεταρρύθμιση, διαμορφώνοντας ουσιαστικά την Αγγλικανική Εκκλησία στη σύγχρονη μορφή της ως βρετανικό θρησκευτικό θεσμό ανεξάρτητο από την Εκκλησία της Ρώμης. Υπό τη βασιλεία της Ελισάβετ Α’, πρώτος Αρχιεπίσκοπος του Αγγλικανισμού και του Καντέρμπουρι χειροτονήθηκε ο Ματθαίος Parker, ο οποίος, το 1552, οριστικοποίησε τα θεμελιώδη δογματικά κείμενα της Αγγλικανικής Εκκλησίας.
[3] Από το 1603 μέχρι το 1688, την Αγγλία κυβερνούσε ο Βασιλικός Οίκος των Στιούαρτ (Stuart). Πριν βασιλεύσουν και στην Αγγλία, οι Στιούαρτ είχαν βασιλεύσει στη Σκωτία επί 232 χρόνια (από το 1371), με πρώτο βασιλέα τον Ρόμπερτ Β’, εγγονό του Ρόμπερτ Μπρους (Robert the Bruce), ο οποίος είχε εξασφαλίσει την ανεξαρτησία της Σκωτίας από την Αγγλία. Όταν η Βασίλισσα Ελισάβετ Α’ του Οίκου των Τυδώρ (Tudor) της Αγγλίας πέθανε άκληρη το 1603, ο στενότερος συγγενής της, ο Βασιλέας Ιάκωβος ΣΤ’ Στιούαρτ των Σκώτων, έλαβε το διπλό Στέμμα (ως βασιλέας Σκωτίας και Αγγλίας) και προσκλήθηκε στο Λονδίνο ως «Ιάκωβος Α’» της Αγγλίας. Τον Ιάκωβο διαδέχθηκε ο υιός του με το όνομα «Κάρολος Α’» της Μεγάλης Βρετανίας το 1625. Όμως, μετά από την εξέγερση των Πουριτανών με αρχηγό τον επαναστάτη βουλευτή Όλιβερ Κρόμγουελ (Oliver Cromwell) και τον Εμφύλιο Πόλεμο που ακολούθησε, ο Κάρολος εκτελέστηκε το 1649. Ακολούθησε μια σύντομη περίοδος Κοινοπολιτείας, στη διάρκεια της οποίας ο υιός του Καρόλου και διάδοχος του θρόνου στέφθηκε Βασιλέας Κάρολος Β’ των Σκώτων την 1η Ιανουαρίου του 1651. Αργότερα, στη διάρκεια του 1651, ο στρατός του Κρόμγουελ νίκησε τα στρατεύματα του νέου βασιλέα στο Γουεστμίνιστερ της Αγγλίας, και ο Κάρολος Β’ διέφυγε στη Γαλλία, όπου θα ήταν ασφαλής, ενώ ο Κρόμγουελ επέβαλε το Προτεκτοράτο του. Μετά από την πτώση του καθεστώτος Κρόμγουελ, επειδή ο Κάρολος Β’ της Αγγλίας πέθανε χωρίς να αφήσει διάδοχο, τον διαδέχθηκε στον θρόνο, το 1685, ο αδελφός του, Δούκας της Υόρκης, ο οποίος έγινε ο Βασιλέας Ιάκωβος Β’ (Στιούαρτ) της Αγγλίας, όντας ταυτόχρονα και «Ιάκωβος Ζ’» των Σκώτων. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, εκδηλώθηκαν στην Αγγλία σημαντικές θρησκευτικές έριδες. Η μεγαλύτερη κόρη του Ιακώβου Β’ είχε παντρευτεί τον Πρίγκιπα Γουλιέλμο της Οράγγης, Αρχιδικαστή των Κάτω Χωρών. Με την έγκριση της Αγγλικανικής Εκκλησίας, ο Γουλιέλμος συγκέντρωσε μια στρατιωτική δύναμη εισβολής στην Αγγλία, σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία το Κοινοβούλιο του Γουεστμίνιστερ, στο Λονδίνο, είχε αρνηθεί να παραχωρήσει στον Βασιλέα Ιάκωβο Β’ τους οικονομικούς πόρους για να διατηρεί μόνιμο στρατό σε καιρό ειρήνης. Στις 5 Νοεμβρίου 1688, ο Γουλιέλμος της Οράγγης έκανε απόβαση με δύναμη περίπου 6.000 στρατιωτών στο Torbay της νοτιοδυτικής Αγγλίας και απείλησε τον Ιάκωβο Β’ ότι, αν δεν υπέβαλε την παραίτησή του από τον θρόνο, η ζωή της οικογένειάς του θα βρισκόταν σε κίνδυνο. Ο Ιάκωβος –μη γνωρίζοντας ότι η δεύτερη σύζυγός του Μαρία ντε Μοντίνα (μεταμφιεσμένη σε Ιταλίδα πλύστρα) και ο βρεφικής ηλικίας υιός τους είχαν προλάβει να φυγαδευθούν νύκτα από το Λονδίνο (στις 21 Δεκεμβρίου) και ότι ζούσαν ασφαλείς στο Ανάκτορο Germain-en-Layle στη Γαλλία υπό την προστασία του Βασιλέα Λουδοβίκου– πέταξε τη βασιλική σφραγίδα στον Ποταμό Τάμεση και έφθασε κι αυτός στο Παρίσι, όπου έζησε στο Παλάτι των Στιούαρτ στο Σεν Ζερμέν. Με την υποστήριξη των Αγγλικανών Ουίγων αριστοκρατών (Whigs), ο Πρίγκιπας Γουλιέλμος συγκάλεσε μια παράνομη κοινοβουλευτική σύνοδο στο Γουεστμίνιστερ, στις 26 Δεκεμβρίου 1688, στην οποία, υπό την απειλή στρατιωτών, οι πολιτικοί (με μικρή πλειοψηφία, πάντως) ψήφισαν υπέρ της αλλαγής Δυναστείας. Για να εξασφαλισθεί η ανωτερότητα του αγγλικανικού Κοινοβουλίου επί της Μοναρχίας για το υπόλοιπο της βασιλείας του Γουλιέλμου, ψηφίστηκε, το 1701, ο Νόμος περί Διαδοχής, σύμφωνα με τον οποίο, στη Μεγάλη Βρετανία, μπορεί να βασιλεύσει μόνο Προτεστάντης στο θρήσκευμα. Το 1713, ο Γεώργιος, Εκλέκτορας του Ανοβέρου της Γερμανίας, ήλθε, μετά από πρόσκληση του Κοινοβουλίου του Γουεστμίνιστερ, για να στεφθεί Βασιλέας Γεώργιος Α’ της Μεγάλης Βρετανίας. Έτσι, έγινε ο πρώτος στη σειρά από τη Δυναστεία των Ανοβεριανών, η οποία διαδέχθηκε εκείνες των Στιούαρτ και της Οράγγης.
[4] Η πρώτη μεγάλη ιστορική περίοδος του ιπποτισμού είναι εκείνη που καλύπτει τα χρόνια από το 1100 έως περίπου το 1350. Πρόκειται για την περίοδο των Σταυροφοριών, στην οποία αναπτύχθηκαν στη Δύση πολλά στρατιωτικά-μοναστικά τάγματα. Με τον όρο ‘τάγμα’, αρχικά, η Δύση εννοούσε αδελφότητες μοναχών που ακολουθούσαν κάποιον Κανόνα (π.χ. τον Κανόνα του Αυγουστίνου οι Αυγουστινιανοί, του Φραγκίσκου οι Φραγκισκανοί κ.ο.κ.). Όταν δε μέλη μοναστικών αδελφοτήτων (ταγμάτων) εξοπλίζονταν και αναλάμβαναν, για λογαριασμό της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, αποστολές ως ένοπλοι στρατιώτες, τότε δημιουργούσαν ‘ιπποτικά τάγματα’. Συν τω χρόνω, μέλη ιπποτικών ταγμάτων γίνονταν και άνδρες που δεν ήταν μοναχοί, και μάλιστα δημιουργήθηκαν ιπποτικά τάγματα των οποίων ο ρόλος ήταν να αποδίδουν τιμητικά παράσημα σε πρόσωπα που κρίνονταν άξια. Η επόμενη φάση της ιστορίας των ιπποτικών ταγμάτων είναι, περίπου, από το 1335 έως το 1470. Σ’ αυτήν τη φάση, οι Σταυροφορίες έχουν πλέον τελειώσει και οι Άγιοι Τόποι βρίσκονται υπό μουσουλμανικό έλεγχο. Έτσι, τα ιπποτικά τάγματα αυτής της περιόδου μετατρέπονται σε οργανισμούς που έχουν ως σημείο αναφοράς τους όχι πλέον τους Αγίους Τόπους, αλλά έναν ηγεμόνα (μονάρχη) –πρόκειται λοιπόν για μοναρχικά ιπποτικά τάγματα, τα οποία αποσκοπούν στην υπεράσπιση της κεντρικής εξουσίας ενός μονάρχη απέναντι στους τοπικούς άρχοντες (φεουδάρχες) του βασιλείου του. Σταδιακά, ο ιπποτισμός συνδέθηκε περισσότερο με την ευγένεια του ανθρωπίνου προσώπου, παρά με τυπικά και κληρονομικά προνόμια. Έτσι, τα ιπποτικά τάγματα λειτουργούν περισσότερο ως τίτλοι απόδοσης τιμής σε πρόσωπα που υπηρετούν υψηλά ιδεώδη. Ειδικότερα από το 1560 και μετά, αρχίζει μια νέα εποχή για τα ιπποτικά τάγματα, πολλά από τα οποία είναι σαφώς πλέον τιμητικά ιπποτικά τάγματα.
[5] Αξίζει να διερευνήσουμε τους ειδικούς λόγους για τους οποίους ο Πάπας Κλήμης Ε’ συναίνεσε στην πολιτική τού Γάλλου Βασιλέα Φιλίππου Δ’ εναντίον των Ναϊτών. Ο Βασιλέας Φίλιππος Δ’ είχε δώσει στον εαυτό του το δικαίωμα να φορολογεί τους κληρικούς στη Γαλλία και προσπάθησε να πείσει τον Πάπα Βονιφάτιο Η’ να αφορίσει τους Ναΐτες, προκειμένου να ιδιοποιηθεί την περιουσία τους. Ο Πάπας Βονιφάτιος Η’ όχι μόνο αρνήθηκε αλλά εξέδωσε, το 1302, μια Παπική Βούλα στην οποία τόνιζε ότι ο Πάπας είχε απόλυτη υπεροχή έναντι της επίγειας εξουσίας, ακόμη κι εκείνης του βασιλέα, και αφόρισε τον Βασιλέα Φίλιππο Δ’. Ο Βασιλέας Φίλιππος Δ’ έστειλε, τον Σεπτέμβριο του 1303, τον καγκελάριό του, τον Γκιγιόμ ντε Νογκαρέτ (Guillaume de Nogaret) να απαγάγει τον Πάπα Βονιφάτιο Η’ από το παπικό κάστρο στην Ανάνι (Anagni) της Ιταλίας, κατηγορώντας τον με πληθώρα κατηγοριών, όπως σοδομία και αίρεση. Αυτό και έγινε. Μάλιστα, αυτή η συνταρακτική εξέλιξη ενέπνευσε τον ποιητή Δάντη Αλιγκέρι (Dante Alighieri) να γράψει το έργο Θεία Κωμωδία. Οι κάτοικοι της Ανάνι εξεγέρθηκαν και τελικά κατόρθωσαν να ελευθερώσουν τον Πάπα Βονιφάτιο Η’, ο οποίος όμως, μετά από λίγους μήνες, πέθανε λόγω της ψυχικής έντασης και της κακομεταχείρισης που βίωσε. Ο διάδοχος του Βονιφάτιου Η’, ο Πάπας Βενέδικτος ΙΑ’, ήρε τον αφορισμό του Βασιλέα Φίλιππου Δ’ αλλά αρνήθηκε να δώσει συγχώρηση στον Νογκαρέτ. Στις 7 Ιουνίου 1304, ο Πάπας Βενέδικτος ΙΑ’ αφόρισε τον Νογκαρέτ και τους συνεργούς του στην απαγωγή του Βονιφάτιου Η’. Μετά από οκτώ μήνες, ο Πάπας Βενέδικτος ΙΑ’ έπεφτε νεκρός στην Περούτζια, έχοντας πέσει θύμα δηλητηρίασης, πιθανόν από πράκτορα του Νογκαρέτ. Ακολούθησε περίπου ένας χρόνος αντιθέσεων και δολοπλοκιών μεταξύ Γάλλων και Ιταλών καρδιναλίων για το ποιος θα εκλεγόταν νέος Πάπας. Τον Ιούνιο του 1305, εξελέγη Πάπας ο Κλήμης Ε’, παιδικός φίλος του Βασιλέα Φιλίππου Δ’. Λόγω της προσωπικής του σχέσης με τον Γάλλο βασιλέα, αλλά και υπό το κράτος του φόβου που είχε επέλθει μετά από τη δολοφονία του Πάπα Βενέδικτου ΙΑ’, ο Πάπας Κλήμης Ε’ απέσυρε τις Παπικές Βούλες του Βονιφάτιου Η’ οι οποίες είχαν δυσαρεστήσει τον Βασιλέα Φίλιππο Δ’ και χειροτόνησε εννέα ακόμη Γάλλους καρδιναλίους για να ενισχύσει τη θέση του στην Εκκλησία. Όταν οι Ναΐτες Ιππότες απέρριψαν το σχέδιο του Πάπα Κλήμη Ε’ να συγχωνεύσει το Τάγμα των Ναϊτών με το Τάγμα των Οσπιταλιέρων του Αγίου Ιωάννη (δηλαδή με τους λεγόμεννους Ιωαννίτες ή Ιππότες της Μάλτας), ο Πάπας Κλήμης Ε’ αποδέχθηκε την απαίτηση του Φιλίππου Δ’ να διενεργήσει έρευνα σε βάρος των Ναϊτών με τις κατηγορίες της αίρεσης και της σοδομίας. Επίσης, ο Πάπας Κλήμης Ε’ μετέφερε την παπική έδρα από την Ανάνι της Ιταλίας στην Αβινιόν της Γαλλίας. Το 1312, μετά από τη Σύνοδο της Βιέν (Vienne), ο Πάπας Κλήμης Ε’, ενδίδοντας στις πιέσεις του Βασιλέα Φιλίππου Δ’, εξέδωσε διάταγμα με το οποίο προέβαινε σε επίσημη διάλυση του Τάγματος των Ναϊτών.
[6] Η ονομασία της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος πέρασε από τις ακόλουθες φάσεις: το 1867, είχε τον τίτλο «Μεγάλη Ανατολή της Ελλάδος»· το 1896, έγινε «Γαληνοτάτη Μεγάλη Ανατολή της Ελλάδος»· το 1936, μετωνομάσθηκε σε «Μεγάλη Ανατολή (Μεγάλη Στοά) της Ελλάδος»· και το 1950, καθιερώθηκε επισήμως η ονομασία «Μεγάλη Στοά της Ελλάδος». Στο υπ’ αριθμ. 2 Φ.Ε.Κ. της 4ης Ιανουαρίου 1928 (Παράρτημα), δημοσιεύθηκε το Προεδρικό Διάταγμα που εγκρίνει το καταστατικό του εν Αθήναις Τεκτονικού Ιδρύματος. Το εν λόγω Διάταγμα προκλήθηκε μετά από σχετική αίτηση, με ημερομηνία 27 Αυγούστου 1927, των ιδρυτών του «Τεκτονικού Ιδρύματος» Μιλτ. Πουρή, Σπύρου Βελλή, Σπύρου Νάγου, Αθαν. Ιωάννου, Χρήστου Λαδά, Αντων. Αδριανόπουλου, Νικ. Νώε, Πάνου Χατζηπάνου, Δημ. Παπούλια και Γεωργίου Ράλλη, μετά από πρόταση του υπουργού Υγιεινής. Το προαναφερθέν Διάταγμα ορίζει ότι ο σκοπός του Τεκτονικού Ιδρύματος είναι «η ανέγερσις και διατήρησις Τεκτονικού Μεγάρου» στην Αθήνα και ότι αυτό διοικείται από ενδεκαμελές «Αδελφάτον» που αποτελείται από τα εκάστοτε μέλη της εδρευούσης στην Αθήνα Μεγάλης Ανατολής (Μεγάλης Στοάς) της Ελλάδος.
[7] Ο Ευμένης Καλούδης ανήλθε στο αξίωμα του Μεγάλου Προκαθημένου για ολόκληρη την Ευρώπη των Μεγάλων Περιστυλίων της Βασιλικής Αψίδος του Τύπου της Υόρκης και υπό αυτήν την ιδιότητά του συμμετείχε στην 7η Ετήσια Τακτική Μεγάλη Συνέλευση του Μεγάλου Περιστυλίου της Ελλάδος, όπου συμμετείχαν επίσης, μεταξύ άλλων, ο Μέγας Αρχηγός των Φρουρών της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος και διαπρεπής δικηγόρος Μαρίνος Μπερνίτσας, ο Μέγας Ελεονόμος της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος Ιωάννης Βαρβαρίγος, ο Μέγας Πρώτος Επόπτης της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος και γνωστός νομικός Χρύσανθος Κατσικόπουλος, ο Μέγας Καγκελάριος Μέγας Γενικός Γραμματέας του Υπάτου Συμβουλίου του 33ου της Ελλάδος Γεώργιος Χαλκιώτης, ο Ύπατος Μέγας Ταξιάρχης του Υπάτου Συμβουλίου του 33ου της Ελλάδος Μηνάς Λογοθέτης και ο Μέγας Προκαθήμενος του Μεγάλου Περιστυλίου των Τεκτόνων της Βασιλικής Αψίδος της Γερμανίας Gunter Kerres. Το 1983, εξελέγη επικεφαλής του Τάγματος της Υόρκης για την Ελλάδα ο δικηγόρος Ευστάθιος Λιακόπουλος, ο οποίος είχε παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην εγκαθίδρυση αυτού του Τεκτονικού συστήματος στην Ελλάδα. Προηγουμένως, το 1969, ο Ευστάθιος Λιακόπουλος είχε εκλεγεί Σεβάσμιος Διδάσκαλος (ήτοι πρόεδρος) της Συμβολικής Στοάς Αθηνών «Πυθαγόρας, υπ’ αριθμ. 8», υπό την αιγίδα της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος. Εκείνη την εποχή, στη Στοά Πυθαγόρας, ανήκαν σημαντικά πρόσωπα της ελληνικής κοινωνίας, όπως ο υπουργός και μετέπειτα πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης (με το τιμητικό αξίωμα του Προσθέτου Ρήτορα), οι Αρεοπαγίτες Παλαιολογόπουλος και Παπαϊωάννου (ο οποίος διετέλεσε και υπηρεσιακός υπουργός Εσωτερικών το 1963), ο Ναύαρχος Δενεζάκος, οι Στρατηγοί Χριστοβασίλης και Βασιλικόπουλος, ο διευθυντής της Σχολής Αναβρύτων Παπακωνσταντίνου κ.ά. (βλ. Ευστάθιος Λιακόπουλος, Το Τεκτονικό Σχίσμα, Εκδ. Ιόνιος Φιλοσοφική Εταιρεία, 2009, σελ. 197-198).
[8] Αντιγράφω αυτολεξί από το επίσημο Τυπικό του 32ου βαθμού του Αρχαίου και Αποδεδεγμένου Σκωτικού Τύπου, το οποίο εξέδωσε, το έτος 1975, το Ύπατο Συμβούλιο του 33ου της Ελλάδος, το οποίο τότε είχε την εξής σύνθεση: Ύπατος Μέγας Ταξιάρχης: Δημήτριος Τσήρος, Ανθύπατος Μέγας Ταξιάρχης: Αναστάσιος Τζαβάρας, Μέγας Καγκελάριος Μέγας Γενικός Γραμματεύς: Μηνάς Λογοθέτης, Μέγας Υπουργός της Επικρατείας Μέγας Ρήτωρ: Νικ. Οικονομόπουλος, Μέγας Θησαυροφύλαξ της Ιεράς Αυτοκρατορίας: Κωστ. Μελισσαρόπουλος, Μέγας Αρχειοφύλαξ: Αναστ. Κοφινιώτης, Μέγας Τελετάρχης: Παναγιώτης Ζέρβας, Μέγας Αρχηγός των Φρουρών: Αθάν. Παλλάντιος, Μέγας Δοκιμαστής: Μιλτ. Παπαδημητρίου.
[9] Ο Γνωστικισμός είναι ένα μυστικιστικό σύστημα που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στη διάρκεια του 1ου και του 2ου αιώνα μ.Χ. Το αρχικό, ή παλαιστινιακό, σύστημα του Γνωστικισμού ανέπτυξαν οι ακόλουθοι Ιουδαίοι μυστικιστές: Σίμων ο Μάγος, Μένανδρος, Δοσίθεος και Κήρινθος. Ο Γνωστικισμός δίδασκε, γενικά, ότι τη Γη κυβερνά ένας κατώτερος θεός, ο Ιαλνταμπαόθ, ο οποίος αντιστοιχεί στον Πλατωνικό Δημιουργό. Ο Δημιουργός είναι επικεφαλής των αρχόντων-κυβερνητών τού φυσικού κόσμου. Σύμφωνα με τους Γνωστικούς, το ανθρώπινο σώμα, αν και περιέχει το κακό στην ύλη του, περιέχει επίσης κι έναν θείο σπινθήρα (ή πνεύμα) που προέρχεται από την Πηγή, ή το Τίποτε, την πηγή εκπόρευσης όλων των πραγμάτων. Μια ιδιαίτερη μυστική Γνώση είναι εκείνη που σύμφωνα με τις αντιλήψεις των Γνωστικών βοηθεί τον θείο σπινθήρα να επιστρέψει στην πηγή από την οποία προήλθε. Συνεπώς, ο Γνωστικισμός δημιουργεί μια σύγχυση μεταξύ της άκτιστης Ουσίας του Θεού και της κτιστής ουσίας του κόσμου και αντιμετωπίζει την ύλη ως φυλακή του θείου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, αφενός αντιστρατεύεται το Ευαγγέλιο του Χριστού και αρνείται το έργο της Σάρκωσης του Λόγου, αφετέρου καλλιεργεί μια αρνησίκοσμη στάση. Ο Απόστολος Παύλος, στην επιστολή του Προς Κολασσαείς, ασχολείται μεθοδικά με την καταπολέμηση του Γνωστικισμού.
[10] Αντιγράφω αυτολεξί από το επίσημο Τυπικό του 30ού βαθμού του Αρχαίου και Αποδεδεγμένου Σκωτικού Τύπου, το οποίο εξέδωσε, το έτος 1957, το Ύπατο Συμβούλιο του 33ου της Ελλάδος, το οποίο τότε είχε την εξής σύνθεση: Ύπατος Μέγας Ταξιάρχης: Β. Κριμπάς, Ανθύπατος Μέγας Ταξιάρχης: Δ. Διάκος, Μέγας Καγκελάριος Μέγας Γενικός Γραμματεύς: Π. Αποστολόπουλος, Μέγας Υπουργός της Επικρατείας Μέγας Ρήτωρ: Ιωάννης Βασίλης, Μέγας Θησαυροφύλαξ της Ιεράς Αυτοκρατορίας: Κωνστ. Μελανίδης, Μέγας Τελετάρχης: Κωνστ. Ζαλοκώστας, Μέγας Αρχηγός των Φρουρών: Π. Αναγνωστόπουλος, Μέγας Αρχειοφύλαξ: Νικ. Μαλαγάρδης, Μέγας Δοκιμαστής: Δημήτριος Ιωαννίδης.
[11] Με τις Συμφωνίες του Όσλο, το 1994, δημιουργήθηκε η Ανεξάρτητη Παλαιστινιακή Αρχή, στην οποία πέρασε ο μερικός έλεγχος περιοχών της Λωρίδας της Γάζας και της Δυτικής Όχθης, και ο ηγέτης της PLO, Γιάσερ Αραφάτ αποκήρυσσε τη βία και αναγνώρισε επίσημα το κράτος του Ισραήλ.
[12] Ένα από τα αξιώματα της Ευκλείδειας γεωμετρίας είναι το εξής: ένα ευθύγραμμο τμήμα είναι η βραχύτερη απόσταση μεταξύ δύο σημείων. Αυτή είναι η θεμελιώδης υπόθεση για μια επίπεδη επιφάνεια, αλλά όμως, αν η καμπυλότητα μεταβληθεί (όπως συμβαίνει στο σύμπαν εξαιτίας της βαρύτητας), ποια είναι η βραχύτερη απόσταση μεταξύ δύο σημείων σε μια σφαιρική, ή σε μια κυλινδρική, ή σε μια ελλειψοειδή (ωοειδή) επιφάνεια; Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι βραχύτεροι δρόμοι μεταξύ δύο σημείων είναι καμπύλες διαφόρων τύπων και έτσι προκύπτουν διάφορες μη Ευκλείδειες γεωμετρίες. Η ιστορία της διαφορικής γεωμετρίας χώρων περισσοτέρων των τριών διαστάσεων άρχισε με μια επιστημονική εργασία σχετικά με τα θεμέλια της γεωμετρίας, την οποία ανακοίνωσε ο Γερμανός μαθηματικός Μπέρναρντ Ρίμαν (Bernhard Riemann) στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Göttingen το 1854. Βλ. M.J. Greenberg, Euclidean and Non-Euclidean Geometries: Development and History, Εκδ. W.H. Freeman and Company, 1993.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου