PERI TOU ARCHEIS,MEEDESTHAI TE (A)
ΜΕΡΟΣ Α΄
Τα κείμενα του Αρχιμήδη
Η ιστορία της μετάδοσης των χειρογράφων
Τ0 ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΗΔΗ (περ. 287-212 π.Χ.) περιλαμβάνει περί τα τριάντα οκτώ συγγράμματα. Από αυτά έχουν διασωθεί, ολόκληρα ή εν μέρει, τα δεκαέξι (βλ. τον πίνακα της σ. 16). Ορισμένα από αυτά τα δεκαέξι έργα είναι γνωστά μόνο από αραβικές ή λατινικές μεταφράσεις, που έγιναν κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, ενώ και εκείνα ακόμη που διασώζονται στην ελληνική γλώσσα δεν σώζονται όλα στην αρχική σικελική (δωρική) διάλεκτο, στην οποία έγραφε ο Αρχιμήδης. Συγκεκριμένα, τέσσερα έργα σώζονται μεταγραμμένα στην αττική διάλεκτο, σε μια μεταγραφή που έγινε πολλούς αιώνες μετά το θάνατο του Αρχιμήδη.
Τα ανωτέρω στοιχεία είναι ενδεικτικά της δαιδαλώδους διαδρομής που ακολούθησε στην πορεία των αιώνων η παράδοση των χειρογράφων του Αρχιμήδη, μέχρι να φτάσουμε στην τρίτομη έκδοση των Απάντων του, η οποία συνοδεύεται από την έκδοση των αρχαίων ελληνικών σχολίων επ’ αυτών, κατά τα έτη 1910-1915, από τον Γιόχαν Λούντβιχ Χάιμπεργκ (Johann Ludwig Heiberg, 1854-1928), διακεκριμένο καθηγητή των ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης. Σήμερα, έναν αιώνα μετά την έκδοση του Χάιμπεργκ, γράφεται ένα νέο, πολύ πλούσιο κεφάλαιο σ’ αυτή την πολυκύμαντη ιστορία, με την ανάγνωση νέων κειμένων του Αρχιμήδη, τα οποία έρχονται για πρώτη φορά στο φως από την αφάνεια στην οποία ήσαν καταδικασμένα για περισσότερα από 1.000 χρόνια.
Τα έργα του Αρχιμήδη δεν ήταν δυνατόν να αποκτήσουν στην Αρχαιότητα, ούτε πολύ περισσότερο στη διάρκεια του Μεσαίωνα, τη δημοσιότητα που είχαν τα Στοιχεία του Ευκλείδη, η Αριθμητική εισαγωγή του Νικόμαχου του Γερασηνού και άλλα έργα, τα οποία εντάχθηκαν στα εκπαιδευτικά προγράμματα και επομένως απευθύνονταν στο ευρύ -για τα μέτρα της εποχής εκείνης- αναγνωστικό κοινό. Αντίθετα, τα έργα του Αρχιμήδη, όπως προκύπτει ακόμη και από τους προλόγους που έχει προτάξει σε πολλά από αυτά, γράφτηκαν προς χάριν των συναδέλφων του, μαθηματικών και μηχανικών, του δεύτερου μισού του 3ου αιώνα π.Χ. και επομένως απευθύνονταν, από τη φύση τους, σ’ ένα περιορισμένο ακροατήριο. Βιβλία αυτού του είδους επιβιώνουν και μεταδίδονται από γενιά σε γενιά στο βαθμό που εξακολουθούν να ελκύουν το ενδιαφέρον των ειδικών και για όσο διάστημα η ερευνητική παράδοση στην οποία εντάσσονται παραμένει ζωντανή. Αυτοί οι δύο όροι άρχισαν βαθμιαία να εκλείπουν ήδη από την Ύστερη Αρχαιότητα, για να χαθούν οριστικά στη διάρκεια του Μεσαίωνα. Η διάσωση των έργων του Αρχιμήδη λοιπόν ήταν ευθύς εξαρχής εξαιρετικά επισφαλής και εξαρτιόταν από έναν πολύ περιορισμένο αριθμό λογίων, οι οποίοι -κυρίως στους πρώτους αιώνες μετά το θάνατο του-επεδείκνυαν ενδιαφέρον για το ένα ή το άλλο από τα έργα του.
Πάντως, κατά τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, οι λόγιοι της Αλεξάνδρειας είχαν πρόσβαση σε έργα του Αρχιμήδη, τα οποία δεν διασώζονται σήμερα.
Ο Πάππος, λόγου χάριν, μνημονεύει τις μελέτες του Αρχιμήδη για τα ημικανονικά πολύεδρα, ένα έργο με τίτλο Περί σφαι-ροποιΐας, καθώς και μια σειρά έργων μηχανικής (Περί Ισορροπιών, Περί ζυγών), οι οποίες μαζί με το σωζόμενο ‘Επιπέδων Ισορροπιών φαίνεται ότι αποτελούσαν μέρος μιας ευρύτερης πραγματείας με τίτλο Στοιχεία περί μηχανικών. Επίσης, ο Θέων αποδίδει στον Αρχιμήδη ένα έργο με τίτλο Κατοπτρικά, ενώ ένα έργο Περί πλιν-θίδων και κυλίνδρων μνημονεύεται από τον Ηρωνα. Οι προηγούμενες αναφορές δεν πρέπει να μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι το σύνολο των έργων του Αρχιμήδη κυκλοφορούσε ευρέως στην Αλεξάνδρεια κατά τον 3ο και τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αντίθετα, φαίνεται ότι ήδη από τις πρώτες δεκαετίες μετά το θάνατο του Αρχιμήδη η εύρεση πλήρων αντιγράφων ορισμένων τουλάχιστον από τα κείμενά του, κυρίως αυτών
διάλεκτο στην οποία ήταν γραμμένο, καθώς και από την αρχαϊκή ορολογία που χρησιμοποιούσε.
Μια πρώτη σημαντική μορφή στην ιστορία της μετάδοσης των έργων του Αρχιμήδη υπήρξε ο Ευ-τόκιος ο Ασκαλωνίτης. Ο Ευτόκι-ος αναζήτησε χειρόγραφα των έργων του Αρχιμήδη, αποκατέστησε το κείμενο όπου αυτό είχε υποστεί φθορές (όπως αναφέρθηκε προηγουμένως) και σχολίασε τρία έργα, το Περί σφαίρας και κυλίνδρου, το Κύκλου μέτρησις και το ‘Επιπέδων ισορροπιών. Το αρχείο του Ευτόκι-ου περιήλθε, στα μέσα του 6ου αιώνα, στα χέρια του Ισίδωρου του Μι-λήσιου, ενός από τους αρχιτέκτονες της Αγίας Σοφίας, και μέσω αυτού μεταφέρθηκε από την Αλεξάνδρεια στην Κωνσταντινούπολη. Εικάζεται δε ότι η μεταγραφή στην αττική γλώσσα μερικών έργων του Αρχιμήδη οφείλεται στον Ισίδωρο και στους μαθητές του. Πάντως, ούτε την εποχή του Ισίδωρου ούτε νωρίτερα υπήρχε κάποια πλήρης έκδοση του «συντάγματος» (corpus) των έργων του Αρχιμήδη.Έτσι, ήταν μοιραίο να μην επιζήσουν όσα από τα έργα αυτά διαβάζονταν λιγότερο.
Τίποτε δεν είναι γνωστό για την τύχη των έργων του Αρχιμήδη κατά την περίοδο από το θάνατο του Ευτόκιου έως τα μέσα του 9ου αιώνα. Τότε, στα τέλη της δεκαετίας του 850, ένας πολυμαθής λόγιος και συνάμα πρακτικός άνθρωπος, ο Λέων ο μαθηματικός, ορίστηκε διευθυντής της σχολής που ίδρυσε ο Καίσαρας Βάρδας στο συγκρότημα των ανακτόρων της Μαγναύρας. Η σχολή έγινε γρήγορα ένα πραγματικό κέντρο μάθησης, στο οποίο φοίτησαν πολλοί και επιφανείς μαθητές. Δύο από τα σωζόμενα χειρόγραφα με έργα του Αρχιμήδη περιέχουν παρασελίδιες σημειώσεις που επαινούν τον Λέοντα για τις γνώσεις του στη γεωμετρία.
Τον 9ο και το 10ο αιώνα η Βυζαντινή Αυτοκρατορία γνώρισε μεγάλη ευημερία. Η Κωνσταντινούπολη ήταν πολύ πλούσια και ασφαλής πόλη. Το παλάτι είχε γίνει κέντρο πολιτισμού και τα μοναστήρια ήκμαζαν. Οι συνθήκες λοιπόν ήταν ευνοϊκές για την άνθηση των γραμμάτων, ενώ τα εργαστήρια αντιγραφής και αποκατάστασης χειρογράφων (scriptoria) γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη. Σε αυτή την περίοδο, ίσως μάλιστα με πρωτοβουλία του ίδιου του Λέοντα, αναζητήθηκαν και συγκεντρώθηκαν στην Κωνσταντινούπολη αρκετά χειρόγραφα με έργα του Αρχιμήδη. Έτσι, διαμορφώθηκε -πιθανώς κατά τον 9ο αιώνα- ένας χειρόγραφος κώδικας (ο Χάιμπεργκ τον έχει ονομάσει Κώδικας Α), ο οποίος αποτέλεσε εν συνεχεία το αρχέτυπο του συνόλου της ελληνικής χειρόγραφης παράδοσης των έργων του Αρχιμήδη, με μία μόνο εξαίρεση: τον παλίμψηστο κώδικα, στον οποίο θα αναφερθούμε παρακάτω. Ο Κώδικας Α δεν διασώζεται, το περιεχόμενο του όμως μπορεί να ανασυγκροτηθεί από διάφορα αντίγραφα, που έγιναν στη διάρκεια της Ιταλικής Αναγέννησης, και από λατινικές μεταφράσεις του. Γνωρίζουμε έτσι ότι περιείχε τις εξής επτά πραγματείες: Περί σφαίρας καί κυλίνδρου. Κύκλου μέτρησις, ‘Επιπέδων ισορροπιών. Περί κωνοειδέων και σφαιροειδέων. Περί ελίκων, Ψαμμίτης και Τετραγωνισμός ορθογωνίου κώνου τομής. Επίσης, περιείχε τα σχόλια του Ευτόκιου στις τρεις πρώτες πραγματείες, καθώς και τα Μετρικά του Ηρωνα.
(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου