Το βαπόρι από την Περσία δοκιμάζει την εξωτερική πολιτική Ελλάδας και ΕΕ
Άρης Χατζηστεφάνου
Δοκιμασία για την εξωτερική πολιτική όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αποτελέσει το συνεχιζόμενο διπλωματικό θρίλερ με την πορεία του ιρανικού τάνκερ, το οποίο είχε κατασχεθεί στο Γιβραλτάρ με εντολή της Ουάσινγκτον.
Το δεξαμενόπλοιο αφέθηκε τελικά να αποπλεύσει και σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς κατευθύνεται προς την Καλαμάτα. Οι ΗΠΑ είχαν κατηγορήσει την Τεχεράνη ότι χρησιμοποιούσε το τάνκερ για τη μεταφορά πετρελαίου προς τη Συρία. Η ιρανική κυβέρνηση αρνείται τις κατηγορίες και σε αντίποινα προχώρησε στο έλεγχο και την κράτηση δεξαμενόπλοιου βρετανικών συμφερόντων.
Αν και τα διεθνή και τα ελληνικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για αντιπαράθεση μεταξύ της «Δύσης και του Ιράν», η υπόθεση είναι αρκετά πιο σύνθετη και θεωρητικά μπορεί αναδείξει πτυχές της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ.
Όπως είχαμε σημειώσει, ακόμη και τμήματα του βρετανικού κατεστημένου είχαν αντιδράσει στην κατάσχεση του δεξαμενόπλοιου, η οποία έγινε καθ’ υπόδειξη και κατ΄ εντολή των ΗΠΑ. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η ανησυχία και η δυσαρέσκεια σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και κυρίως στη Γερμανία και τη Γαλλία, οι οποίες έχουν ταχθεί ανοιχτά υπέρ της διατήρησης της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ – από την οποία αποσύρθηκε μονομερώς ο Ντόναλντ Τραμπ.
Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, με εξαίρεση την Βρετανία, είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές στη συμμετοχή σε νηοπομπές υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ που θα ελέγχουν την κίνηση των πλοίων στα στενά του Ορμούζ – μια μοναδική ευκαιρία για τους πιο σκληροπυρηνικούς συμβούλους του Τραμπ να πυροδοτήσουν ένα θερμό επεισόδιο με το Ιράν. Ήδη οι ΗΠΑ έχουν επιχειρήσει να προκαλέσουν ένα τέτοιο επεισόδιο, αποδίδοντας στο Ιράν επιθέσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σε ξένα δεξαμενόπλοια – χωρίς όμως να καταφέρουν να αποδείξουν τους ισχυρισμούς τους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βιώνει ήδη τις επιπτώσεις από τη συνέχιση του αμερικανικού αποκλεισμού του Ιράν, αν και πρόλαβε (έστω και για λίγο) να γευτεί τους προνομιακούς εμπορικούς όρους που θα μπορούσε να έχει με την Τεχεράνη. Οι αμερικανικές κυρώσεις πλήττουν πρωτίστως τα οικονομικά συμφέροντα ευρωπαϊκών χωρών (εκτός φυσικά από αυτά του Ιράν), ενώ στερούν από την Ευρώπη μια εναλλακτική πηγή ενεργειακού ανεφοδιασμού – μακριά από το πετρέλαιο χωρών του Περσικού Κόλπου, που ανήκουν στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ.
Η Ελλάδα ίσως έχει την κακή τύχη να βρεθεί στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ, καθώς η Ουάσινγκτον ζητά εκ νέου την κατάσχεση του ιρανικού δεξαμενόπλοιου. Θα κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη ένα ακόμη τραγικό λάθος στην εξωτερική πολιτική (μετά την αναγνώριση της πραξικοπηματικής ψευδοκυβέρνησης Γκουαϊδό στη Βενεζουέλα), το οποίο θα την απομακρύνει από την γραμμή της Ευρώπης;
Οι μενουμευρωπαίοι σε νέες περιπέτειες (και συγχύσεις).
Πηγή: info-war.gr
Η Αθήνα κάνει... Grexit στην εξωτερική πολιτική
Για κίνδυνο κρίσης στις σχέσεις της Αθήνας με την Ουάσιγκτον, έκαναν λόγο αρκετά ελληνικά και διεθνή ΜΜΕ μετά την δημοσίευση από το πρακτορείο Reuters της πληροφορίας ότι το ιρανικό δεξαμενόπλοιο Grace 1, που είχε κατασχεθεί με εντολή των ΗΠΑ, κατευθύνεται προς την Καλαμάτα.
Οι αποκλειστικές δηλώσεις ανώτατου Αμερικανού αξιωματούχου στο Sputnik ότι «οποιαδήποτε βοήθεια προς το ιρανικό δεξαμενόπλοιο -ή άλλα, παρεμφερή πλοία- θα μπορούσε να θεωρηθεί για την αμερικανική κυβέρνηση ως παροχή υλικής υποστήριξης σε τρομοκρατική οργάνωση» ενίσχυσαν εύλογα αυτή τη αίσθηση. Μήπως, όμως, στην πραγματικότητα η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά σύγκρουσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι με τις ΗΠΑ;
Οι σχέσεις της Ουάσιγκτον, με αυτό που οι Αμερικανοί διπλωμάτες αποκαλούν «παλαιό κόσμο» βρίσκονται ίσως στο χειρότερο σημείο από την εποχή της εισβολής στο Ιράκ (κάποιοι θα πουν από την εποχή πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο). Ίσως, η πιο συμβολική εικόνα αυτής της ρήξης να ήρθε στις αρχές της χρονιάς, όταν ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, ξεκίνησε την ομιλία του στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, μεταφέροντας τους χαιρετισμούς του Ντόναλντ Τραμπ. Η εκκωφαντική σιωπή στο ακροατήριο και η αμηχανία μερικών δευτερολέπτων από την πλευρά του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας ήταν τα πρώτα σημάδια ενός γεωπολιτικού διαζυγίου.
Έκτοτε, ακολούθησαν ιδιαίτερα σκληρές δηλώσεις της Άνγκελα Μέρκελ εναντίον της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Συρία, η πρωτοφανής απόφαση του Πομπέο να ακυρώσει απροειδοποίητα προγραμματισμένη συνάντησή του με την Γερμανίδα καγκελάριο και η πολύ πιο πρόσφατη σύγκρουση κορυφής Τραμπ - Μακρόν, όταν ο πρώτος αποκάλεσε «ηλιθιότητα» την απόφαση του δεύτερου να φορολογήσει τις αμερικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας.
Όσοι έσπευσαν όμως να αποδώσουν τη ρήξη στις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης μόνο στην προσωπικότητα του Τραμπ και τις άγαρμπες κινήσεις του στην εξωτερική πολιτική, φαίνεται πως αγνοούν τις βαθύτερες πολιτικές κινήσεις που απομακρύνουν την τεκτονική πλάκα της Ευρώπης από αυτή της Αμερικής.
Τα δυο οικονομικά και πολιτικά μπλοκ διαφωνούν πλέον, σχεδόν στο σύνολο των ζητημάτων οικονομικής και εμπορικής πολιτικής, με άμεση αντανάκλαση και στην πολιτική και διπλωματική στάση τους. Η σύγκρουση λαμβάνει πλέον χαρακτηριστικά επιβίωσης για την ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς απειλεί άμεσα τους πιο κερδοφόρους τομείς της οικονομίας της αλλά και την ενεργειακή αυτονομία της. Οι δασμοί που επιβάλλουν οι ΗΠΑ στην αυτοκινητοβιομηχανία και τις εξαγωγές χάλυβα, η λυσσαλέα αντίδρασή τους στην κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2, που θα μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο στη Γερμανία και οι ανοιχτές απειλές προς τις ευρωπαϊκές χώρες που θέλουν να συνεργαστούν με κινεζικές εταιρείες για την εγκατάσταση δικτύων 5G σημαίνουν ότι οι ΗΠΑ απειλούν τα θεμέλια κερδοφορίας των ευρωπαϊκών οικονομικών ελίτ. Η ενέργεια, οι υποδομές υψηλής τεχνολογίας και η προώθηση καταναλωτικών προϊόντων της Ευρώπης απειλούνται άμεσα.
Από την πλευρά τους, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ανεχθούν το τεράστιο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας.
Αυτή η αντιπαράθεση, η οποία έχει βάθος δεκαετιών και αποτελεί ένα νέο στάδιο στην εξέλιξη του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, προφανώς δεν εξαρτάται από το ποιος βάζει τα πόδια του πάνω στο μεγάλο τραπέζι στο οβάλ γραφείο του Λευκού Οίκου. Όπως εξηγούσε στους New York Times ο Νόρμπερτ Ρότγκεν, πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων του γερμανικού κοινοβουλίου, «ο Τραμπ δεν είναι η αιτία, αλλά το σύμπτωμα των τεκτονικών αλλαγών στις γεωπολιτικές ισορροπίες, οι οποίες επαναφέρουν την αντιπαράθεση των μεγάλων δυνάμεων».
Όταν ο πρώην σοσιαλδημοκράτης ηγέτης της Γερμανίας, Μάρτιν Σουλτζ, δήλωνε πρόσφατα ότι ο Αμερικανός πρέσβης στο Βερολίνο συμπεριφέρεται σαν ένας «ακροδεξιός αποικιοκράτης», περιέγραφε κάτι πολύ βαθύτερο από τις πρόσκαιρες αψιμαχίες του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Σε αυτό νέο σκηνικό, η Ελλάδα φαίνεται έτοιμη να «αυτομολήσει» από το ευρωπαϊκό μπλοκ, στο οποίο δηλώνει με υπερηφάνεια ότι ανήκει. Αν και θεωρούνταν για δεκαετίες ένας απλός δορυφόρος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, η εμβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, που ξεκίνησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζει η ΝΔ, ίσως να την φέρουν σύντομα σε αντιπαράθεση με το Βερολίνο και τους άλλους ισχυρούς πόλους της ΕΕ. Η αναμενόμενη, σύμφωνα με την εφημερίδα «το Βήμα», επίσκεψη του Μάικ Πομπέο στην Αθήνα για την υπογραφή μιας νέας αμυντικής συμφωνίας (βλ. κατασκευή νέων αμερικανικών βάσεων), θα αποτελέσει κομβικό σημείο σε αυτή την πορεία.
Η Ελλάδα θα καλείται να στηρίξει και ίσως να επιβάλλει τις αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν, τη στιγμή που η Ευρώπη τις αμφισβητεί ευθέως γνωρίζοντας ότι αυτές πλήττουν πρωτίστως ευρωπαϊκά προϊόντα και επιχειρήσεις. Η Αθήνα θα ενισχύει τις πολεμικές τις δαπάνες στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ (ήδη είναι από τις ελάχιστες χώρες της συμμαχίας που προσφέρουν ευλαβικά το 2% του ΑΕΠ τους σε αμερικανικούς εξοπλισμούς), τη στιγμή που οι ισχυρές χώρες της ΕΕ επιχειρούν να απαγκιστρωθούν από την αμερικανική πολεμική μηχανή. Η Αθήνα θα ικανοποιεί κάθε λογική η παράλογη απαίτηση της Ουάσιγκτον στην περιοχή των Βαλκανίων (όπως έδειξε με τη συνθήκη των Πρεσπών) όταν η Ευρώπη θα επιχειρεί να χαράξει τη δική της εξωτερική πολιτική.
Η πρόσφατη απόφαση αναγνώρισης του επίδοξου πραξικοπηματία της Βενεζουέλας, Χουάν Γκουαϊδό, σε μια στιγμή που το Βερολίνο επαναφέρει τις διπλωματικές του σχέσεις με το Καράκας, μπορεί να μην έχει ιδιαίτερο πολιτικό βάρος αλλά είναι ενδεικτική της διαφορετικής γραμμής που ακολουθεί η χώρα μας σε σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις που δήλωναν τυφλή πίστη στην ΕΕ, στα χρόνια πριν και μετά το δημοψήφισμα του 2015, είναι οι πρώτες που της γυρίζουν την πλάτη. Αν θέλουν Grexit στην εξωτερική πολιτική ας μας το πουν καθαρά.
Πηγή: sputniknews.gr
Δοκιμασία για την εξωτερική πολιτική όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αποτελέσει το συνεχιζόμενο διπλωματικό θρίλερ με την πορεία του ιρανικού τάνκερ, το οποίο είχε κατασχεθεί στο Γιβραλτάρ με εντολή της Ουάσινγκτον.
Το δεξαμενόπλοιο αφέθηκε τελικά να αποπλεύσει και σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς κατευθύνεται προς την Καλαμάτα. Οι ΗΠΑ είχαν κατηγορήσει την Τεχεράνη ότι χρησιμοποιούσε το τάνκερ για τη μεταφορά πετρελαίου προς τη Συρία. Η ιρανική κυβέρνηση αρνείται τις κατηγορίες και σε αντίποινα προχώρησε στο έλεγχο και την κράτηση δεξαμενόπλοιου βρετανικών συμφερόντων.
Αν και τα διεθνή και τα ελληνικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για αντιπαράθεση μεταξύ της «Δύσης και του Ιράν», η υπόθεση είναι αρκετά πιο σύνθετη και θεωρητικά μπορεί αναδείξει πτυχές της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ.
Όπως είχαμε σημειώσει, ακόμη και τμήματα του βρετανικού κατεστημένου είχαν αντιδράσει στην κατάσχεση του δεξαμενόπλοιου, η οποία έγινε καθ’ υπόδειξη και κατ΄ εντολή των ΗΠΑ. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η ανησυχία και η δυσαρέσκεια σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και κυρίως στη Γερμανία και τη Γαλλία, οι οποίες έχουν ταχθεί ανοιχτά υπέρ της διατήρησης της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ – από την οποία αποσύρθηκε μονομερώς ο Ντόναλντ Τραμπ.
Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, με εξαίρεση την Βρετανία, είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές στη συμμετοχή σε νηοπομπές υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ που θα ελέγχουν την κίνηση των πλοίων στα στενά του Ορμούζ – μια μοναδική ευκαιρία για τους πιο σκληροπυρηνικούς συμβούλους του Τραμπ να πυροδοτήσουν ένα θερμό επεισόδιο με το Ιράν. Ήδη οι ΗΠΑ έχουν επιχειρήσει να προκαλέσουν ένα τέτοιο επεισόδιο, αποδίδοντας στο Ιράν επιθέσεις που έχουν πραγματοποιηθεί σε ξένα δεξαμενόπλοια – χωρίς όμως να καταφέρουν να αποδείξουν τους ισχυρισμούς τους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βιώνει ήδη τις επιπτώσεις από τη συνέχιση του αμερικανικού αποκλεισμού του Ιράν, αν και πρόλαβε (έστω και για λίγο) να γευτεί τους προνομιακούς εμπορικούς όρους που θα μπορούσε να έχει με την Τεχεράνη. Οι αμερικανικές κυρώσεις πλήττουν πρωτίστως τα οικονομικά συμφέροντα ευρωπαϊκών χωρών (εκτός φυσικά από αυτά του Ιράν), ενώ στερούν από την Ευρώπη μια εναλλακτική πηγή ενεργειακού ανεφοδιασμού – μακριά από το πετρέλαιο χωρών του Περσικού Κόλπου, που ανήκουν στη σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ.
Η Ελλάδα ίσως έχει την κακή τύχη να βρεθεί στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ, καθώς η Ουάσινγκτον ζητά εκ νέου την κατάσχεση του ιρανικού δεξαμενόπλοιου. Θα κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη ένα ακόμη τραγικό λάθος στην εξωτερική πολιτική (μετά την αναγνώριση της πραξικοπηματικής ψευδοκυβέρνησης Γκουαϊδό στη Βενεζουέλα), το οποίο θα την απομακρύνει από την γραμμή της Ευρώπης;
Οι μενουμευρωπαίοι σε νέες περιπέτειες (και συγχύσεις).
Πηγή: info-war.gr
Η Αθήνα κάνει... Grexit στην εξωτερική πολιτική
Οι αποκλειστικές δηλώσεις ανώτατου Αμερικανού αξιωματούχου στο Sputnik ότι «οποιαδήποτε βοήθεια προς το ιρανικό δεξαμενόπλοιο -ή άλλα, παρεμφερή πλοία- θα μπορούσε να θεωρηθεί για την αμερικανική κυβέρνηση ως παροχή υλικής υποστήριξης σε τρομοκρατική οργάνωση» ενίσχυσαν εύλογα αυτή τη αίσθηση. Μήπως, όμως, στην πραγματικότητα η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά σύγκρουσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι με τις ΗΠΑ;
Οι σχέσεις της Ουάσιγκτον, με αυτό που οι Αμερικανοί διπλωμάτες αποκαλούν «παλαιό κόσμο» βρίσκονται ίσως στο χειρότερο σημείο από την εποχή της εισβολής στο Ιράκ (κάποιοι θα πουν από την εποχή πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο). Ίσως, η πιο συμβολική εικόνα αυτής της ρήξης να ήρθε στις αρχές της χρονιάς, όταν ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, ξεκίνησε την ομιλία του στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου, μεταφέροντας τους χαιρετισμούς του Ντόναλντ Τραμπ. Η εκκωφαντική σιωπή στο ακροατήριο και η αμηχανία μερικών δευτερολέπτων από την πλευρά του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας ήταν τα πρώτα σημάδια ενός γεωπολιτικού διαζυγίου.
Έκτοτε, ακολούθησαν ιδιαίτερα σκληρές δηλώσεις της Άνγκελα Μέρκελ εναντίον της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής στη Συρία, η πρωτοφανής απόφαση του Πομπέο να ακυρώσει απροειδοποίητα προγραμματισμένη συνάντησή του με την Γερμανίδα καγκελάριο και η πολύ πιο πρόσφατη σύγκρουση κορυφής Τραμπ - Μακρόν, όταν ο πρώτος αποκάλεσε «ηλιθιότητα» την απόφαση του δεύτερου να φορολογήσει τις αμερικανικές εταιρείες υψηλής τεχνολογίας.
Όσοι έσπευσαν όμως να αποδώσουν τη ρήξη στις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης μόνο στην προσωπικότητα του Τραμπ και τις άγαρμπες κινήσεις του στην εξωτερική πολιτική, φαίνεται πως αγνοούν τις βαθύτερες πολιτικές κινήσεις που απομακρύνουν την τεκτονική πλάκα της Ευρώπης από αυτή της Αμερικής.
Τα δυο οικονομικά και πολιτικά μπλοκ διαφωνούν πλέον, σχεδόν στο σύνολο των ζητημάτων οικονομικής και εμπορικής πολιτικής, με άμεση αντανάκλαση και στην πολιτική και διπλωματική στάση τους. Η σύγκρουση λαμβάνει πλέον χαρακτηριστικά επιβίωσης για την ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς απειλεί άμεσα τους πιο κερδοφόρους τομείς της οικονομίας της αλλά και την ενεργειακή αυτονομία της. Οι δασμοί που επιβάλλουν οι ΗΠΑ στην αυτοκινητοβιομηχανία και τις εξαγωγές χάλυβα, η λυσσαλέα αντίδρασή τους στην κατασκευή του αγωγού Nord Stream 2, που θα μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο στη Γερμανία και οι ανοιχτές απειλές προς τις ευρωπαϊκές χώρες που θέλουν να συνεργαστούν με κινεζικές εταιρείες για την εγκατάσταση δικτύων 5G σημαίνουν ότι οι ΗΠΑ απειλούν τα θεμέλια κερδοφορίας των ευρωπαϊκών οικονομικών ελίτ. Η ενέργεια, οι υποδομές υψηλής τεχνολογίας και η προώθηση καταναλωτικών προϊόντων της Ευρώπης απειλούνται άμεσα.
Από την πλευρά τους, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ανεχθούν το τεράστιο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας.
Αυτή η αντιπαράθεση, η οποία έχει βάθος δεκαετιών και αποτελεί ένα νέο στάδιο στην εξέλιξη του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, προφανώς δεν εξαρτάται από το ποιος βάζει τα πόδια του πάνω στο μεγάλο τραπέζι στο οβάλ γραφείο του Λευκού Οίκου. Όπως εξηγούσε στους New York Times ο Νόρμπερτ Ρότγκεν, πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων του γερμανικού κοινοβουλίου, «ο Τραμπ δεν είναι η αιτία, αλλά το σύμπτωμα των τεκτονικών αλλαγών στις γεωπολιτικές ισορροπίες, οι οποίες επαναφέρουν την αντιπαράθεση των μεγάλων δυνάμεων».
Όταν ο πρώην σοσιαλδημοκράτης ηγέτης της Γερμανίας, Μάρτιν Σουλτζ, δήλωνε πρόσφατα ότι ο Αμερικανός πρέσβης στο Βερολίνο συμπεριφέρεται σαν ένας «ακροδεξιός αποικιοκράτης», περιέγραφε κάτι πολύ βαθύτερο από τις πρόσκαιρες αψιμαχίες του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Σε αυτό νέο σκηνικό, η Ελλάδα φαίνεται έτοιμη να «αυτομολήσει» από το ευρωπαϊκό μπλοκ, στο οποίο δηλώνει με υπερηφάνεια ότι ανήκει. Αν και θεωρούνταν για δεκαετίες ένας απλός δορυφόρος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, η εμβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, που ξεκίνησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζει η ΝΔ, ίσως να την φέρουν σύντομα σε αντιπαράθεση με το Βερολίνο και τους άλλους ισχυρούς πόλους της ΕΕ. Η αναμενόμενη, σύμφωνα με την εφημερίδα «το Βήμα», επίσκεψη του Μάικ Πομπέο στην Αθήνα για την υπογραφή μιας νέας αμυντικής συμφωνίας (βλ. κατασκευή νέων αμερικανικών βάσεων), θα αποτελέσει κομβικό σημείο σε αυτή την πορεία.
Η Ελλάδα θα καλείται να στηρίξει και ίσως να επιβάλλει τις αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν, τη στιγμή που η Ευρώπη τις αμφισβητεί ευθέως γνωρίζοντας ότι αυτές πλήττουν πρωτίστως ευρωπαϊκά προϊόντα και επιχειρήσεις. Η Αθήνα θα ενισχύει τις πολεμικές τις δαπάνες στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ (ήδη είναι από τις ελάχιστες χώρες της συμμαχίας που προσφέρουν ευλαβικά το 2% του ΑΕΠ τους σε αμερικανικούς εξοπλισμούς), τη στιγμή που οι ισχυρές χώρες της ΕΕ επιχειρούν να απαγκιστρωθούν από την αμερικανική πολεμική μηχανή. Η Αθήνα θα ικανοποιεί κάθε λογική η παράλογη απαίτηση της Ουάσιγκτον στην περιοχή των Βαλκανίων (όπως έδειξε με τη συνθήκη των Πρεσπών) όταν η Ευρώπη θα επιχειρεί να χαράξει τη δική της εξωτερική πολιτική.
Η πρόσφατη απόφαση αναγνώρισης του επίδοξου πραξικοπηματία της Βενεζουέλας, Χουάν Γκουαϊδό, σε μια στιγμή που το Βερολίνο επαναφέρει τις διπλωματικές του σχέσεις με το Καράκας, μπορεί να μην έχει ιδιαίτερο πολιτικό βάρος αλλά είναι ενδεικτική της διαφορετικής γραμμής που ακολουθεί η χώρα μας σε σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις που δήλωναν τυφλή πίστη στην ΕΕ, στα χρόνια πριν και μετά το δημοψήφισμα του 2015, είναι οι πρώτες που της γυρίζουν την πλάτη. Αν θέλουν Grexit στην εξωτερική πολιτική ας μας το πουν καθαρά.
Πηγή: sputniknews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου