Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ 24-7-1923
Ἡ Μικρὰ Ἀσία χωρὶς Ἕλληνες, μετὰ ἀπὸ 2.700 χρόνια. Πόσο ὅμως θὰ μποροῦσε νὰ κρατήσει αὐτὸ τὸ καθεστώς, μὲ νησιὰ ἑλληνικὰ δίπλα σὲ μιὰ μὴ ἑλληνικὴ ἐνδοχώρα; Ὅπως φάνηκε ἀπὸ τὸ 2015 κ.ἑ., μὲ τὴν ἰσλαμοποίηση τῶν νησιῶν, λιγότερο ἀπὸ 100 χρόνια. Σὲ 92 χρόνια, τὰ νησιὰ τοῦ Ἀνατολικοῦ Αἰγαίου ξανάγιναν, πληθυσμιακά (δηλαδή, πιὸ σίγουρα), μουσουλμανικά. Καὶ πόσο θὰ μποροῦσε νὰ ἀντέξει ἕνα κράτος περιορισμένο στὸ Αἰγαῖο μπροστὰ σὲ ἕνα κράτος-γίγαντα, μὲ τεράστια ἐνδοχώρα, ποὺ ξεκινοῦσε ἀπὸ τὴ Σμύρνη καὶ τελείωνε στὸν Καύκασο;
Γιὰ πρώτη φορὰ ἀναγνωρίστηκε τελεσίδικα ὅτι τὸ 1453, τὸ 1176, τὸ 1071 δὲν ἦταν στιγμὲς καὶ γεγονότα ποὺ ἔπρεπε νὰ διορθωθοῦν, ὅταν κάποτε μὲ τὸ καλὸ οἱ Ἕλληνες δυναμώσουν. Ὁ Μεγαλοϊδεατισμὸς χλευάστηκε καὶ χλευάζεται, χρησιμοποιούμενος ὡς λέξη ὅπως (ἀκόμη) ὁ βυζαντινισμός. Γιὰ μερικούς, αὐτὸ σήμαινε ὅτι ἐπιτέλους οἱ Ἕλληνες προσγειώθηκαν στὴν Πραγματικότητα, ὅπως αὐτὴ ὑφίσταται ἐδῶ καὶ 800 χρόνια.
Ἡ συνέχεια τῶν γεγονότων ὡστόσο ἀπέδειξε ὅτι ἡ διαγραφὴ μιᾶς χιλιετίας δὲν ἦταν διαχειρίσιμη, κι ὅτι ἦταν ἁπλῶς ἡ ἀρχὴ τοῦ τέλους -νά ἡ μόνη Πραγματικότητα. Οἱ νέες μεγάλες ἰδέες ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη ἀποδείχτηκαν ἀκόμη πιὸ ἀνύπαρκτες (καραμανλικὴ-σημιτικὴ Εὐρώπη, κομμουνισμός, Μεταπολίτευση). Θὰ ἦταν καλύτερο νὰ δοῦμε τὸ 1923 ὡς τὴν ἀπαρχὴ μιᾶς νέας, ἀκόμη πιὸ δυσάρεστης Τουρκοκρατίας: Τῆς Τουρκοκρατίας στὰ μυαλά μας, ἀφοῦ πλέον «ἀπαγορεύεται» (μὲ ἢ χωρὶς εἰσαγωγικά -στὴν ἐκπαίδευση, στὰ ΜΜΕ, στὰ Πανεπιστήμια) νὰ σκεφτοῦμε ἕναν κόσμο ὅπως τὸν σκέφτονταν οἱ προπαπποῦδες μας: Χωρὶς Τοῦρκο στὰ μέρη μας. Στὴ ρουφήχτρα τοῦ νεροχύτη τῆς Ἱστορίας, τὸ καπάκι ἄνοιξε τὸ 1923, καὶ φτάσαμε στοὺς μικρότερους κύκλους. Ἢ θὰ κλείσει τὸ καπάκι ἢ θὰ βρεθοῦμε στὸν ὑπόνομο. ΄πηγή Χρονογραφίες
=======
Γράφει ο Παράσχος Ανδρούτσος
=======
Γράφει ο Παράσχος Ανδρούτσος
Στις 10 Αυγούστου 1920 στο παρισινό προάστιο των Σεβρών υπογράφτηκε η ομώνυμη Συνθήκη κάτι που θα ωφελούσε παρά πολύ την Ελλάδα. Από την επομένη όμως της Συνθήκης των Σεβρών ακολούθησαν μοιραία γεγονότα για την Ελλάδα. Η απόπειρα δολοφονίας του Ελ. Βενιζέλου στη Γαλλία, η ήττα του στις εκλογές του 1920, ο θάνατος του βασιλιά Αλέξανδρου, η επιστροφή του Κωνσταντίνου, η αλλαγή στάσης των συμμάχων (από υποστηρικτές - ουδέτεροι, μεσολαβητές), η πορεία στον Σαγγάριο, έβαλαν την σφραγίδα τους στην συμφορά της Ελλάδος. Η ήττα του ελληνικού στρατού στη Μ. Ασία που οφείλονταν στα δικά μας πολιτικά λάθη και όχι στα στρατιωτικά προτερήματα των Τούρκων είχε σαν αποτέλεσμα την απώλεια όλων αυτών των εδαφών της Ιωνίας κατά τρόπο εντελώς εξευτελιστικό και της Ανατολικής Θράκης την οποία ο Μουσταφά Κεμάλ ουδέποτε διανοήθηκε να διεκδικήσει.
Έτσι ο Αύγουστος του 1922 ήταν ένας μήνας τρομερός, καταλυτικός. Ο Μικρασιατικός Ελληνισμός έσβηνε μέσα στην απόγνωση, στους πυκνούς καπνούς, στα ερείπια και στο αίμα.
Μετά την καταστροφή αυτή και τον ξεριζωμό του Ελληνισμού από την προαιώνια κοιτίδα του, το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετώπιζε πλέον η Ελλάς, ήταν η σύναψη ανακωχής με τους Τούρκους και η τύχη της Ανατολικής Θράκης. Οι "σύμμαχοι" μας βλέποντας την βέβαια επικράτηση της Κεμαλικής Τουρκίας, στις 10 Σεπτεμβρίου 1922 έστειλαν στην Άγκυρα κοινή διακοίνωση να έλθει σε σύναψη ανακωχής με την Ελλάδα. Πράγματι η διάσκεψη άρχισε στις 20 Σεπτεμβρίου. Η Τουρκία με την βοήθεια των "συμμάχων" μας και με τον Βενιζέλο που το έκανε δεκτό άρχισαν να ισχύουν οι όροι της ανακωχής των Μουδανιών. Με την συμφωνία αυτή είχε καθορισθεί τα ελληνικά στρατεύματα να αποσυρθούν δυτικά του Έβρου ποταμού σε διάστημα 15 ημερών. Στις 2 Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός άρχισε την εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης. Ενώ δεν υπήρχε κανένας λόγος, μια και ήταν τότε πανίσχυρος, κάτι που αναφέρει και ο μετέπειτα νομπελίστας συγγραφέας Χέμινγουεϊ, που παρακολουθούσε ως δημοσιογράφος τα γεγονότα από κοντά.
Έτσι πίσω από τον στρατό ερχόταν ένα απέραντο ποτάμι, μυριάδων Ελλήνων κατοίκων που έπαιρναν απελπισμένοι το δρόμο της προσφυγιάς. Το αίμα της Ιωνίας άχνιζε ακόμα, ακόμα σφάζονταν εκεί Έλληνες, Αδριανούπολη, Σαράντα Εκκησιές, Λουλέ Μπουργκάζ, Ν. Πέτρα, Σκοπός, Σοφίδες, Βύζα, Σκεπαστό, Ραιδεστός, Μήδεια, Μάλγαρα, Σαμακόβι και τόσες άλλες.
Σαράντα μέρες και νύχτες, ακούγονταν αδιάκοπα οι τριγμοί των αραμπάδων που περνούσαν την Γέφυρα του Κάραγατς στον Έβρο. Το κύμα αυτό συμπαρέσυρε και όσους Μικρασιάτες είχαν καταφύγει στην Ανατολική Θράκη. Η φάλαγγα των αραμπάδων είχε μήκος 40 χιλιόμετρα που τις σέρναν βουβάλια και γελάδια, ενώ εξαντλημένοι, σερνάμενοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά, βάδιζαν έχοντας μαζί τους τα λιγοστά κινητά υπάρχοντά τους, κρατώντας σφιχτά και ένα εικόνισμά τους όπως και το κλειδί του σπιτιού τους πιστεύοντας ότι θα ξαναγυρίσουν πάλι πίσω. Ήταν μια πομπή σιωπηλή. Το μόνο που έκαναν περπατούσαν. Η θλίψη και η αγωνία ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Τελευταίοι έφυγαν οι χριστιανοί της Ανατολικής Θράκης από τις παραλιακές πόλεις περιμένοντας να τους σταλούν καράβια από την Ελλάδα.
Οι πρόσφυγες όταν φτάσανε στην γη της Θράκης τις πρώτες μέρες στήσανε τσαντίρια παραμένοντας εξαθλιωμένοι, πεινασμένοι. Το κράτος τους έδειξε στοργή, έκανε ότι μπορούσε. Σιγά - σιγά με σκληρή δουλειά κατόρθωσαν και άλλαξαν τον αφιλόξενο και ακαλλιέργητο τόπο που τους τοποθέτησαν. Έτσι μέσα από την μιζέρια, τις κακουχίες, το ζωντανό προσφυγικό στοιχείο έλαμψε και μεγαλούργησε. Αυτό τους έκανε όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά σε πολλές περιπτώσεις να επιβληθούν σε πολλούς τομείς στο ντόπιο πληθυσμιακό στοιχείο.
Η Ανατολική Θράκη χάθηκε κατά τρόπο εντελώς εξευτελιστικό, έμεινε όμως η Δυτική Θράκη ως ακραία έπαλξη. Έπρεπε να κρατηθεί πάση θυσία. Τον Απρίλιο του 1923 σε διάστημα επτά μηνών από την Μικρασιατική Καταστροφή η στρατιά του Έβρου ήταν αξιόμαχη.
Έτσι αυτή η αξιόμαχη στρατιά του Έβρου έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην διάσκεψη ειρήνης που είχε αρχίσει από τις 8 Νοεμβρίου στην Λωζάνη. Η διάσκεψη διήρκησε 9 μήνες με ενδιάμεση διακοπή 75 ημερών για να καταλήξει στις 24 Ιουλίου 1923 στην υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία επέβαλε ειρήνη στην Τουρκία, όχι μόνο με την Ελλάδα, αλλά και με τους άλλους συμμάχους (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία).
Η διάσκεψη αυτή προσέκρουσε στην τουρκική αδιαλλαξία (όπως πάντα) αν και τυπικά για τους συμμάχους ήταν χώρα ηττημένη. Οι αξιώσεις τους ήταν εντονότερες σε βάρος της Ελλάδος. Ζητούσαν πολεμική αποζημίωση πολλών εκατομμυρίων χρυσών λιρών, την παραχώρηση της Δυτικής Θράκης, την κατάργηση του ελληνικού στόλου, την απομάκρυνση του Πατριαρχείου και να φύγουν οι 150.000 Έλληνες της Πόλης.
Οι μεγάλες αυτές αξιώσεις της Τουρκίας στην Λωζάνη, έκανε την Ελλάδα να αποφασίσει την επέμβαση του στρατού που κακώς κατ' εμέ δεν επενέβη μια και ήμασταν ήδη πάλι ισχυρότεροι.
Στο τέλος βέβαια οι Τούρκοι δέχθηκαν να παραμείνει το Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη και τον Ιανουάριο του 1923 υπογράφηκε η σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών, των αιχμαλώτων και των πολιτικών ομήρων.
Έτσι θα ανταλλάσσονταν όλοι οι Έλληνες το γένος αλλά Τούρκοι υπήκοοι με τους μουσουλμάνους της Ελλάδος (εκτός των Αλβανών) που ήταν Έλληνες υπήκοοι. Θα εξαιρούνταν οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης από την μια μεριά και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης από την άλλη. Τα δύο άρθρα της σύμβασης αυτής που υπογράφηκε στις 30 Ιανουαρίου το 1923 έγραφαν τα εξής:
"Σύμβασις περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών πρωτοκόλλου υπογραφέντα την 3η Ιανουαρίου 1923. Η κυβέρνηση της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης της Τουρκίας και η Ελληνική Κυβέρνησις συνεφώνησαν επί των ακόλουθων όρων.
Άρθρο 1: Από 1 Μαΐου 1923 θέλει διενεργηθεί η υποχρεωτική ανταλλαγή των Τούρκων υπηκόων ελληνικού ορθόδοξου θρησκεύματος των εγκατεστημένων επί των τουρκικών εδαφών, και των Ελλήνων υπηκόων, μουσουλμανικού θρησκεύματος, των εγκατεστημένων επί των ελληνικών εδαφών. Τα πρόσωπα ταύτα δεν θα δύνανται να έλθωσι ίνα εγκατασταθώσιν εκ νέου εν Τουρκία ή αντιστοίχως εν Ελλάδα, άνευ της αδείας της τουρκικής κυβερνήσεως ή αντιστοίχως της ελληνικής κυβερνήσεως.
Άρθρο 2: Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένων ανταλλαγών: α) Οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, β) οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, θέλουσι θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη, προ τις 30ης Οκτωβρίου 1918,μ εν τη περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αυτή καθορίζεται δια του νόμου του 1912.
Θέλουσι θεωρηθή ως μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, πάντες οι μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης το 1913 δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου".
Η ανταλλαγή έκοβε τις γέφυρες της επιστροφής σε όλους τους Θρακιώτες και Μικρασιάτες πρόσφυγες αλλά έδινε μερική λύση αποκατάστασής τους στην Ελλάδα, χάρι στις περιουσίες που εγκατέλειπαν οι Τούρκοι πρόσφυγες.
Στις 4 Φεβρουαρίου όμως η διάσκεψη διακόπηκε και κράτησε εβδομήντα πέντε ημέρες. Εν το μεταξύ η στρατιά του Έβρου είχε πάρει τ' απάνω της, ο Θ. Πάγκαλος και ο Αρχηγός του στόλου Χατζηκυριάκος δυσφορούσαν για την διπλωματική λύση που θεωρούσε ως μοναδική ο Βενιζέλος.
Στις 26 Μαΐου 1923 η διάσκεψη ξανάρχισε. Η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις αξιώσεις της εκτός από την παραχώρηση του Κάραγατς (δίπλα στην Ορεστιάδα, τώρα στην Τουρκία). Η Ελλάς δέχθηκε τις τουρκικές προτάσεις και επήλθε συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών. Οι συζητήσεις κράτησαν μέχρι τις 24 Ιουλίου 1923 οπότε στις τρείς το απόγευμα εκείνης της μέρας, στην αίθουσα τελετών του πανεπιστημίου της Λωζάνης, υπογράφηκε η ομώνυμη συνθήκη, η οποία έθετε τέλος σε μια μακρό πολεμική περίοδο και έκλεινε η αυλαία του ελληνικού δράματος της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Η συνθήκη αυτή επισημοποιούσε την διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας περιορίζοντας την στα σημερινά της σύνορα. Υπογράφηκε μεταξύ της βρετανικής αυτοκρατορίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ελλάδας, Ιαπωνίας, Ρουμανίας του Σερβο-Κροατο-Σλοβένικου κράτους και της Τουρκίας αφ' ετέρου. Η Συνθήκη της Λωζάνης αναφέρεται και στις υποχρεώσεις της Τουρκίας που αναλάμβανε έναντι των Ελλήνων (εθνική μειονότητα) και των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων που θα παρέμειναν στο έδαφός της.
Τα 44 άρθρα της Συνθήκης ομιλούν για τις υποχρεώσεις της Τουρκίας λόγω του φόβου που είχαν για την μη τήρησή της και μόνο στο άρθρο 45 για τις υποχρεώσεις της Ελλάδας. Η Ελλάς αυτοβούλως αναλαμβάνει και αυτή να τηρήσει τους ίδιους όρους έναντι των μουσουλμάνων της Θράκης (θρησκευτική μειονότητα) δεδομένου ότι υπήρχαν και άλλες εκτός από μια εθνότητες που έμειναν ως μη ανταλλάξιμες όπως οι Πομάκοι, τσιγγάνοι, Κιρκάσιοι, Κιπτή, κλπ. Τους όρους αυτούς η Ελλάς τους δέχτηκε υπό τον όρο της αμοιβαιότητος. Ο Βενιζέλος πίστεψε τότε, ότι όσο θα υπήρχαν στην Ελλάδα οι μουσουλμάνοι μη ανταλλάξιμοι, η Τουρκία δεν θα τολμούσε να πειράξει τους Έλληνες κατοίκους που ζούσαν εκεί.....https://www.xronos.gr/
Έτσι ο Αύγουστος του 1922 ήταν ένας μήνας τρομερός, καταλυτικός. Ο Μικρασιατικός Ελληνισμός έσβηνε μέσα στην απόγνωση, στους πυκνούς καπνούς, στα ερείπια και στο αίμα.
Μετά την καταστροφή αυτή και τον ξεριζωμό του Ελληνισμού από την προαιώνια κοιτίδα του, το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετώπιζε πλέον η Ελλάς, ήταν η σύναψη ανακωχής με τους Τούρκους και η τύχη της Ανατολικής Θράκης. Οι "σύμμαχοι" μας βλέποντας την βέβαια επικράτηση της Κεμαλικής Τουρκίας, στις 10 Σεπτεμβρίου 1922 έστειλαν στην Άγκυρα κοινή διακοίνωση να έλθει σε σύναψη ανακωχής με την Ελλάδα. Πράγματι η διάσκεψη άρχισε στις 20 Σεπτεμβρίου. Η Τουρκία με την βοήθεια των "συμμάχων" μας και με τον Βενιζέλο που το έκανε δεκτό άρχισαν να ισχύουν οι όροι της ανακωχής των Μουδανιών. Με την συμφωνία αυτή είχε καθορισθεί τα ελληνικά στρατεύματα να αποσυρθούν δυτικά του Έβρου ποταμού σε διάστημα 15 ημερών. Στις 2 Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός άρχισε την εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης. Ενώ δεν υπήρχε κανένας λόγος, μια και ήταν τότε πανίσχυρος, κάτι που αναφέρει και ο μετέπειτα νομπελίστας συγγραφέας Χέμινγουεϊ, που παρακολουθούσε ως δημοσιογράφος τα γεγονότα από κοντά.
Έτσι πίσω από τον στρατό ερχόταν ένα απέραντο ποτάμι, μυριάδων Ελλήνων κατοίκων που έπαιρναν απελπισμένοι το δρόμο της προσφυγιάς. Το αίμα της Ιωνίας άχνιζε ακόμα, ακόμα σφάζονταν εκεί Έλληνες, Αδριανούπολη, Σαράντα Εκκησιές, Λουλέ Μπουργκάζ, Ν. Πέτρα, Σκοπός, Σοφίδες, Βύζα, Σκεπαστό, Ραιδεστός, Μήδεια, Μάλγαρα, Σαμακόβι και τόσες άλλες.
Σαράντα μέρες και νύχτες, ακούγονταν αδιάκοπα οι τριγμοί των αραμπάδων που περνούσαν την Γέφυρα του Κάραγατς στον Έβρο. Το κύμα αυτό συμπαρέσυρε και όσους Μικρασιάτες είχαν καταφύγει στην Ανατολική Θράκη. Η φάλαγγα των αραμπάδων είχε μήκος 40 χιλιόμετρα που τις σέρναν βουβάλια και γελάδια, ενώ εξαντλημένοι, σερνάμενοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά, βάδιζαν έχοντας μαζί τους τα λιγοστά κινητά υπάρχοντά τους, κρατώντας σφιχτά και ένα εικόνισμά τους όπως και το κλειδί του σπιτιού τους πιστεύοντας ότι θα ξαναγυρίσουν πάλι πίσω. Ήταν μια πομπή σιωπηλή. Το μόνο που έκαναν περπατούσαν. Η θλίψη και η αγωνία ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Τελευταίοι έφυγαν οι χριστιανοί της Ανατολικής Θράκης από τις παραλιακές πόλεις περιμένοντας να τους σταλούν καράβια από την Ελλάδα.
Οι πρόσφυγες όταν φτάσανε στην γη της Θράκης τις πρώτες μέρες στήσανε τσαντίρια παραμένοντας εξαθλιωμένοι, πεινασμένοι. Το κράτος τους έδειξε στοργή, έκανε ότι μπορούσε. Σιγά - σιγά με σκληρή δουλειά κατόρθωσαν και άλλαξαν τον αφιλόξενο και ακαλλιέργητο τόπο που τους τοποθέτησαν. Έτσι μέσα από την μιζέρια, τις κακουχίες, το ζωντανό προσφυγικό στοιχείο έλαμψε και μεγαλούργησε. Αυτό τους έκανε όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά σε πολλές περιπτώσεις να επιβληθούν σε πολλούς τομείς στο ντόπιο πληθυσμιακό στοιχείο.
Η Ανατολική Θράκη χάθηκε κατά τρόπο εντελώς εξευτελιστικό, έμεινε όμως η Δυτική Θράκη ως ακραία έπαλξη. Έπρεπε να κρατηθεί πάση θυσία. Τον Απρίλιο του 1923 σε διάστημα επτά μηνών από την Μικρασιατική Καταστροφή η στρατιά του Έβρου ήταν αξιόμαχη.
Έτσι αυτή η αξιόμαχη στρατιά του Έβρου έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην διάσκεψη ειρήνης που είχε αρχίσει από τις 8 Νοεμβρίου στην Λωζάνη. Η διάσκεψη διήρκησε 9 μήνες με ενδιάμεση διακοπή 75 ημερών για να καταλήξει στις 24 Ιουλίου 1923 στην υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, η οποία επέβαλε ειρήνη στην Τουρκία, όχι μόνο με την Ελλάδα, αλλά και με τους άλλους συμμάχους (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία).
Η διάσκεψη αυτή προσέκρουσε στην τουρκική αδιαλλαξία (όπως πάντα) αν και τυπικά για τους συμμάχους ήταν χώρα ηττημένη. Οι αξιώσεις τους ήταν εντονότερες σε βάρος της Ελλάδος. Ζητούσαν πολεμική αποζημίωση πολλών εκατομμυρίων χρυσών λιρών, την παραχώρηση της Δυτικής Θράκης, την κατάργηση του ελληνικού στόλου, την απομάκρυνση του Πατριαρχείου και να φύγουν οι 150.000 Έλληνες της Πόλης.
Οι μεγάλες αυτές αξιώσεις της Τουρκίας στην Λωζάνη, έκανε την Ελλάδα να αποφασίσει την επέμβαση του στρατού που κακώς κατ' εμέ δεν επενέβη μια και ήμασταν ήδη πάλι ισχυρότεροι.
Στο τέλος βέβαια οι Τούρκοι δέχθηκαν να παραμείνει το Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη και τον Ιανουάριο του 1923 υπογράφηκε η σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών, των αιχμαλώτων και των πολιτικών ομήρων.
Έτσι θα ανταλλάσσονταν όλοι οι Έλληνες το γένος αλλά Τούρκοι υπήκοοι με τους μουσουλμάνους της Ελλάδος (εκτός των Αλβανών) που ήταν Έλληνες υπήκοοι. Θα εξαιρούνταν οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης από την μια μεριά και οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης από την άλλη. Τα δύο άρθρα της σύμβασης αυτής που υπογράφηκε στις 30 Ιανουαρίου το 1923 έγραφαν τα εξής:
"Σύμβασις περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών πρωτοκόλλου υπογραφέντα την 3η Ιανουαρίου 1923. Η κυβέρνηση της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης της Τουρκίας και η Ελληνική Κυβέρνησις συνεφώνησαν επί των ακόλουθων όρων.
Άρθρο 1: Από 1 Μαΐου 1923 θέλει διενεργηθεί η υποχρεωτική ανταλλαγή των Τούρκων υπηκόων ελληνικού ορθόδοξου θρησκεύματος των εγκατεστημένων επί των τουρκικών εδαφών, και των Ελλήνων υπηκόων, μουσουλμανικού θρησκεύματος, των εγκατεστημένων επί των ελληνικών εδαφών. Τα πρόσωπα ταύτα δεν θα δύνανται να έλθωσι ίνα εγκατασταθώσιν εκ νέου εν Τουρκία ή αντιστοίχως εν Ελλάδα, άνευ της αδείας της τουρκικής κυβερνήσεως ή αντιστοίχως της ελληνικής κυβερνήσεως.
Άρθρο 2: Δεν θα περιληφθώσιν εις την εν τω πρώτω άρθρω προβλεπομένων ανταλλαγών: α) Οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως, β) οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, θέλουσι θεωρηθή ως Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως πάντες οι Έλληνες οι εγκατεστημένοι ήδη, προ τις 30ης Οκτωβρίου 1918,μ εν τη περιφέρεια της Νομαρχίας Κωνσταντινουπόλεως, ως αυτή καθορίζεται δια του νόμου του 1912.
Θέλουσι θεωρηθή ως μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης, πάντες οι μουσουλμάνοι οι εγκατεστημένοι εν τη περιοχή ανατολικώς της μεθορίου γραμμής της καθορισθείσης το 1913 δια της Συνθήκης του Βουκουρεστίου".
Η ανταλλαγή έκοβε τις γέφυρες της επιστροφής σε όλους τους Θρακιώτες και Μικρασιάτες πρόσφυγες αλλά έδινε μερική λύση αποκατάστασής τους στην Ελλάδα, χάρι στις περιουσίες που εγκατέλειπαν οι Τούρκοι πρόσφυγες.
Στις 4 Φεβρουαρίου όμως η διάσκεψη διακόπηκε και κράτησε εβδομήντα πέντε ημέρες. Εν το μεταξύ η στρατιά του Έβρου είχε πάρει τ' απάνω της, ο Θ. Πάγκαλος και ο Αρχηγός του στόλου Χατζηκυριάκος δυσφορούσαν για την διπλωματική λύση που θεωρούσε ως μοναδική ο Βενιζέλος.
Στις 26 Μαΐου 1923 η διάσκεψη ξανάρχισε. Η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις αξιώσεις της εκτός από την παραχώρηση του Κάραγατς (δίπλα στην Ορεστιάδα, τώρα στην Τουρκία). Η Ελλάς δέχθηκε τις τουρκικές προτάσεις και επήλθε συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών. Οι συζητήσεις κράτησαν μέχρι τις 24 Ιουλίου 1923 οπότε στις τρείς το απόγευμα εκείνης της μέρας, στην αίθουσα τελετών του πανεπιστημίου της Λωζάνης, υπογράφηκε η ομώνυμη συνθήκη, η οποία έθετε τέλος σε μια μακρό πολεμική περίοδο και έκλεινε η αυλαία του ελληνικού δράματος της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Η συνθήκη αυτή επισημοποιούσε την διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας περιορίζοντας την στα σημερινά της σύνορα. Υπογράφηκε μεταξύ της βρετανικής αυτοκρατορίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ελλάδας, Ιαπωνίας, Ρουμανίας του Σερβο-Κροατο-Σλοβένικου κράτους και της Τουρκίας αφ' ετέρου. Η Συνθήκη της Λωζάνης αναφέρεται και στις υποχρεώσεις της Τουρκίας που αναλάμβανε έναντι των Ελλήνων (εθνική μειονότητα) και των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων που θα παρέμειναν στο έδαφός της.
Τα 44 άρθρα της Συνθήκης ομιλούν για τις υποχρεώσεις της Τουρκίας λόγω του φόβου που είχαν για την μη τήρησή της και μόνο στο άρθρο 45 για τις υποχρεώσεις της Ελλάδας. Η Ελλάς αυτοβούλως αναλαμβάνει και αυτή να τηρήσει τους ίδιους όρους έναντι των μουσουλμάνων της Θράκης (θρησκευτική μειονότητα) δεδομένου ότι υπήρχαν και άλλες εκτός από μια εθνότητες που έμειναν ως μη ανταλλάξιμες όπως οι Πομάκοι, τσιγγάνοι, Κιρκάσιοι, Κιπτή, κλπ. Τους όρους αυτούς η Ελλάς τους δέχτηκε υπό τον όρο της αμοιβαιότητος. Ο Βενιζέλος πίστεψε τότε, ότι όσο θα υπήρχαν στην Ελλάδα οι μουσουλμάνοι μη ανταλλάξιμοι, η Τουρκία δεν θα τολμούσε να πειράξει τους Έλληνες κατοίκους που ζούσαν εκεί.....https://www.xronos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου