Τα έθνη/κράτη που αναδύθηκαν μετά την κατάρρευση της φεουδαρχίας και των αυτοκρατοριών, προσπάθησαν να ενισχύσουν την ομοιογένεια και τη συνεκτικότητα των εθνικών τους πληθυσμών, μέσα στα πλαίσια της κοινοβουλευτικής [βασιλευόμενης ή προεδρευόμενης] δημοκρατίας, έτσι ώστε να επιτύχουν σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από ότι οι δημοκρατίες των αρχαίων πόλεων, το ιδεατό όριο μιας θεσμίζουσας κοινωνίας.
Κι είναι γεγονός ότι ως ένα βαθμό και πριν αρχίσουν να κατρακυλάνε στις σύγχρονες απρόσωπες κοινωνίες των μαζών, τα έθνη/κράτη κατόρθωσαν να προσφέρουν στον άνθρωπο το ιστορικό μέγιστο ίσως, του δικαίου, της ασφάλειας, της ευημερίας και της ευνομίας.
Η ένσταση ότι ο εθνικισμός είναι υπεύθυνος για τις σφαγές των δύο παγκόσμιων πολέμων, δεν μπορεί να έχει ισχύ, από τη στιγμή όπου ουσιαστικά οι παγκόσμιοι πόλεμοι ήσαν κυρίως συγκρούσεις των υπολοίπων των αυτοκρατοριών ή του ολοκληρωτικού μεγαλοϊδεατισμού, μαύρου, κίτρινου ή κόκκινου, που οραματίζονταν την ίδρυση καινούριων αυτοκρατοριών.
Η Ιαπωνία για παράδειγμα δεν επιτέθηκε στο Περλ Χάρμπορ επειδή κινδύνευε η εθνική της υπόσταση και το μητροπολιτικό της έδαφος, αλλά επειδή ο αυτοκράτορας και οι σαμουράϊ του, βρισκόντουσαν ακόμα στην περίοδο των σογκούν, όπου ο ιδεατός στόχος της αυτοκρατορίας ήταν να εξουσιάζει όσο το δυνατόν περισσότερους λαούς, αντί να προσπαθεί να ομογενοποιήσει τον δικό της.
Σε αντίθεση με τον μεγαλοϊδεατισμό του Χίτλερ ή του Μουσσολίνι, άλλοι εθνικιστές ηγέτες όπως ο Κεμάλ, ο Βενιζέλος ή ο Φράνκο, σοφά ποιούντες,περιορίστηκαν να διαμορφώσουν συνεκτικά έθνη/κράτη, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εθνική ομοιογένεια, βάζοντας ένα λογικό όριο στην επέκταση των συνόρων τους.
Ένα από τα πρώτα έθνη/κράτη που δημιουργήθηκαν μετά από επανάσταση εναντίον μιας θνήσκουσας αυτοκρατορίας, ήταν το Ελληνικό.
Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη είχε αρχίσει να διακρίνει την εικόνα ενός μέλλοντος, όπου τον κυρίαρχο άξονα της ευημερίας θα τον αποτελούσαν κοινωνίες με εθνική ομοιογένεια, που θα επανέφεραν το αρχαίο ιδανικό του ανθρώπου ως μέτρον των πάντων.
Οι αρχές του διαφωτισμού με τις οποίες μάλιστα είχαν ζυμωθεί οι Έλληνες διανοούμενοι της διασποράς, έκαμαν λόγο για μια αναβίωση των κλασικών ελληνικών αξιών του Λόγου, της ατομικής ελευθερίας και της ατομικής ευθύνης του καθενός,για την επίγεια ζωή του. Στοχαστές όπως ο Κοραής συνέδεαν την εθνική αναγέννηση της Ελλάδας [αλλά και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών] με την επιστροφή στον ανθρωποκεντρικό πολιτισμό της αρχαιότητας, επιχειρώντας ένα ιστορικό άλμα δέκα περίπου αιώνων, αφού αφήνανε απέξω την περίοδο του βυζαντινού μεσαίωνα.
Η δημιουργία του νέου Ελληνικού έθνους/κράτους συγκίνησε στον καιρό της την ευρωαμερικανική κοινή γνώμη, που είχε ήδη προετοιμαστεί από τους διαφωτιστές για την αναγκαιότητα του τέλους των δεσποτικών αυτοκρατοριών, όπως η Οθωμανική ή η Αυστροουγγρική.
Το κίνημα του φιλελληνισμού έβλεπε στον αγώνα του μικρού Ελληνικού έθνους μια αναβίωση του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού τον οποίο επιπροσθέτως περιέβαλλε με τον ζωηρόχρωμο μανδύα του ρομαντισμού, δίνοντας στον Σταντάλ, στον Μπάϋρον και στον Ντελακρουά τις πηγές των καλύτερων εμπνεύσεων τους.
Εξίσου επηρεασμένοι από τον διαφωτισμό, προοδευτικοί μονάρχες της εποχής, όπως ο Λουδοβίκος της Βαυαρίας , δεν δίστασαν να υποστηρίξουν τους Έλληνες, πιστεύοντας ότι το μέλλον έτσι κι αλλιώς ανήκε στα έθνη/κράτη και σε ένα νέο ανθρωποκεντρισμό, όπου ο πολίτης θα είχε τη δυνατότητα, να αποφασίζει για τη ζωή του, έστω και μέσα από τη μεγαλοθυμία ενός φωτισμένου ηγεμόνα.
Η συλλογική επιθυμία των ευρωαμερικανών πολιτών να ανεξαρτητοποιηθεί η Ελλάδα,ήταν ένας από τους κύριους λόγους στους οποίους οφείλεται η τελική επιτυχία της επαναστάσεως του 1821.
Το γεγονός ότι η Ελληνική επανάσταση είχε με το μέρος της την ευρωαμερικανική κοινή γνώμη, οφείλονταν κυρίως στην πνευματική ισχύ του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού της κλασικής αρχαιότητας, έστω και αν αυτή πέρασε στην δυτική συλλογική συνείδηση μέσα από τα φίλτρα των συλλογικών φαντασιώσεων.
Ο Ελληνισμός ήταν ένα από τα συλλογικά οράματα της εποχής και οι Έλληνες καρπώθηκαν το φωτοστέφανο του.
Σε αντίθεση με ότι συνέβαινε σ τους αιώνες του διαφωτισμού και του τέλους των αυτοκρατοριών, ο 21ος αιώνας προβάλλει με το εφιαλτικό πρόταγμα της επιβολής ενός δεύτερου Μεσαίωνα.
Τη θέση του Μέτερνιχ, που υπεράσπιζε τα συμφέροντα της θνήσκουσας Αυστροουγγαρίας, την έχει καταλάβει σήμερα ο κ. Σόϊμπλε και οι όμοιοι του, οι οποίοι προετοιμάζουν έναν κόσμο, εντός του οποίου ο άνθρωπος θα αποτιμάται αποκλειστικά ως οικονομική/παραγωγική μονάδα.
Ο δεύτερος Μεσαίωνας της παγκοσμιοποιημένης αυτοκρατορίας των χρηματοπιστωτικών μεγαθήριων, που θα διανέμουν τον παραγόμενο πλούτο σύμφωνα με τη θεωρία του1/3, διατηρώντας στις τοπικές εξουσίες κάποιες απολύτως διεφθαρμένες ελίτ, έχει βάνει στο στόχαστρο τον Ελληνισμό, ως έλλογη προσπάθεια του ανθρώπου για να κατανοήσει τον κόσμο.
Τα έθνη/κράτη που εξασφάλισαν τον μέγιστο βαθμό ευημερίας και ισονομίας στους πολίτες τους, πρέπει να εξαφανιστούν και στη θέση τους να αναδυθούν πολυπολιτισμικά μορφώματα, όπου θα διαλύεται κάθε προσωπικός ή συλλογικός κώδικας αξιών και η ανθρώπινη εργασία, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ανθρώπινη ζωή, θα αξιολογούνται βάσει των τραπεζικών καταθέσεων ενός εκάστου.
Το «έδοξεν τη Βουλή και τω Δήμω», που επικύρωνε τον Νόμο στο όνομα του ανθρώπου, ήδη έχει αντικατασταθεί στην υπό εκκαθάρισιν Ελλάδα, από πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, που παρακάμπτουν τη βουλή και επικυρώνουν την ισχύ των νόμων, βάσει των επιθυμιών μιας δράκας τοκογλύφων δανειστών.
Ο Ελληνισμός διώκεται σήμερα με την ίδια μανία που οι χριστιανικοί όχλοι κατεδίωκαν τους εθνικούς ή τους γνωστικούς στην αυγή του πρώτου Μεσαίωνα.
Στη θέση του «πίστευε και μη ερεύνα» της παπαδίστικης ορθοδοξίας, εισάγεται πλέον η απόλυτη ισοπέδωση κάθε πίστης και κάθε στοχασμού, υπό τον πνευματικό οδοστρωτήρα της μετανεωτερικότητας[5].
Μια ζοφερή στρατιά εργατών/δούλων περιφέρεται στις ακριβοπληρωμένες οδούς της λαθρομετανάστευσης και μιλιούνια απελπισμένων ανθρώπων σωρεύονται στις παγκόσμιες φαβέλες χωρίς ελπίδα,χωρίς κώδικες αξιών, χωρίς κουλτούρα, χωρίς συλλογική ταυτότητα.
Οι Έλληνες πληρώνουμε το τίμημα ότι η εθνική μας ταυτότητα συνδέθηκε στην παγκόσμια πνευματική κληρονομιά με τις αξίες του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού. Δεν είμαστε βεβαίως εμείς ο πραγματικός στόχος των πρωτεργατών του δεύτερου μεσαίωνα αλλά είμαστε αυτοί που πρώτοι-πρώτοι πρέπει να εξαφανιστούν από το προσκήνιο της ιστορίας, ώστε να πραγματωθεί σε συμβολικό επίπεδο το τέλος του Ανθρώπου, με τη μορφή που ως σήμερα τον γνωρίζαμε.
Αν η λέξη έλληνας κατάντησε στον πρώτο Μεσαίωνα να σημαίνει υβριστικά τον ειδωλολάτρη, δεν θα είναι διόλου περίεργο αν σε δύο ή τρεις γενιές θα ξεπέσει στη σημασία του εθνικιστή, του φασίστα ή του μαχαιροβγάλτη.Γιατί το τέλος του Ανθρωποκεντρικού πολιτισμού, όπως όλοι οι ωραίοι θάνατοι, πρέπει να συμβεί και σε πραγματικό και σε συμβολικό επίπεδο.
Αλλιώς η πνευματική δύναμη του, μπορεί να ενεργοποιήσει για άλλη μια φορά τα ανακλαστικά του ανθρώπου, να σηκωθεί και να παλέψει για όλα όσα ορίζουν τη μοίρα του, σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο…
----------------------------
Χρήσιμες σημειώσεις
Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη είχε αρχίσει να διακρίνει την εικόνα ενός μέλλοντος, όπου τον κυρίαρχο άξονα της ευημερίας θα τον αποτελούσαν κοινωνίες με εθνική ομοιογένεια, που θα επανέφεραν το αρχαίο ιδανικό του ανθρώπου ως μέτρον των πάντων.
Οι αρχές του διαφωτισμού με τις οποίες μάλιστα είχαν ζυμωθεί οι Έλληνες διανοούμενοι της διασποράς, έκαμαν λόγο για μια αναβίωση των κλασικών ελληνικών αξιών του Λόγου, της ατομικής ελευθερίας και της ατομικής ευθύνης του καθενός,για την επίγεια ζωή του. Στοχαστές όπως ο Κοραής συνέδεαν την εθνική αναγέννηση της Ελλάδας [αλλά και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών] με την επιστροφή στον ανθρωποκεντρικό πολιτισμό της αρχαιότητας, επιχειρώντας ένα ιστορικό άλμα δέκα περίπου αιώνων, αφού αφήνανε απέξω την περίοδο του βυζαντινού μεσαίωνα.
Η δημιουργία του νέου Ελληνικού έθνους/κράτους συγκίνησε στον καιρό της την ευρωαμερικανική κοινή γνώμη, που είχε ήδη προετοιμαστεί από τους διαφωτιστές για την αναγκαιότητα του τέλους των δεσποτικών αυτοκρατοριών, όπως η Οθωμανική ή η Αυστροουγγρική.
Το κίνημα του φιλελληνισμού έβλεπε στον αγώνα του μικρού Ελληνικού έθνους μια αναβίωση του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού τον οποίο επιπροσθέτως περιέβαλλε με τον ζωηρόχρωμο μανδύα του ρομαντισμού, δίνοντας στον Σταντάλ, στον Μπάϋρον και στον Ντελακρουά τις πηγές των καλύτερων εμπνεύσεων τους.
Εξίσου επηρεασμένοι από τον διαφωτισμό, προοδευτικοί μονάρχες της εποχής, όπως ο Λουδοβίκος της Βαυαρίας , δεν δίστασαν να υποστηρίξουν τους Έλληνες, πιστεύοντας ότι το μέλλον έτσι κι αλλιώς ανήκε στα έθνη/κράτη και σε ένα νέο ανθρωποκεντρισμό, όπου ο πολίτης θα είχε τη δυνατότητα, να αποφασίζει για τη ζωή του, έστω και μέσα από τη μεγαλοθυμία ενός φωτισμένου ηγεμόνα.
Η συλλογική επιθυμία των ευρωαμερικανών πολιτών να ανεξαρτητοποιηθεί η Ελλάδα,ήταν ένας από τους κύριους λόγους στους οποίους οφείλεται η τελική επιτυχία της επαναστάσεως του 1821.
Το γεγονός ότι η Ελληνική επανάσταση είχε με το μέρος της την ευρωαμερικανική κοινή γνώμη, οφείλονταν κυρίως στην πνευματική ισχύ του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού της κλασικής αρχαιότητας, έστω και αν αυτή πέρασε στην δυτική συλλογική συνείδηση μέσα από τα φίλτρα των συλλογικών φαντασιώσεων.
Ο Ελληνισμός ήταν ένα από τα συλλογικά οράματα της εποχής και οι Έλληνες καρπώθηκαν το φωτοστέφανο του.
Σε αντίθεση με ότι συνέβαινε σ τους αιώνες του διαφωτισμού και του τέλους των αυτοκρατοριών, ο 21ος αιώνας προβάλλει με το εφιαλτικό πρόταγμα της επιβολής ενός δεύτερου Μεσαίωνα.
Τη θέση του Μέτερνιχ, που υπεράσπιζε τα συμφέροντα της θνήσκουσας Αυστροουγγαρίας, την έχει καταλάβει σήμερα ο κ. Σόϊμπλε και οι όμοιοι του, οι οποίοι προετοιμάζουν έναν κόσμο, εντός του οποίου ο άνθρωπος θα αποτιμάται αποκλειστικά ως οικονομική/παραγωγική μονάδα.
Ο δεύτερος Μεσαίωνας της παγκοσμιοποιημένης αυτοκρατορίας των χρηματοπιστωτικών μεγαθήριων, που θα διανέμουν τον παραγόμενο πλούτο σύμφωνα με τη θεωρία του1/3, διατηρώντας στις τοπικές εξουσίες κάποιες απολύτως διεφθαρμένες ελίτ, έχει βάνει στο στόχαστρο τον Ελληνισμό, ως έλλογη προσπάθεια του ανθρώπου για να κατανοήσει τον κόσμο.
Τα έθνη/κράτη που εξασφάλισαν τον μέγιστο βαθμό ευημερίας και ισονομίας στους πολίτες τους, πρέπει να εξαφανιστούν και στη θέση τους να αναδυθούν πολυπολιτισμικά μορφώματα, όπου θα διαλύεται κάθε προσωπικός ή συλλογικός κώδικας αξιών και η ανθρώπινη εργασία, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ανθρώπινη ζωή, θα αξιολογούνται βάσει των τραπεζικών καταθέσεων ενός εκάστου.
Το «έδοξεν τη Βουλή και τω Δήμω», που επικύρωνε τον Νόμο στο όνομα του ανθρώπου, ήδη έχει αντικατασταθεί στην υπό εκκαθάρισιν Ελλάδα, από πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, που παρακάμπτουν τη βουλή και επικυρώνουν την ισχύ των νόμων, βάσει των επιθυμιών μιας δράκας τοκογλύφων δανειστών.
Ο Ελληνισμός διώκεται σήμερα με την ίδια μανία που οι χριστιανικοί όχλοι κατεδίωκαν τους εθνικούς ή τους γνωστικούς στην αυγή του πρώτου Μεσαίωνα.
Στη θέση του «πίστευε και μη ερεύνα» της παπαδίστικης ορθοδοξίας, εισάγεται πλέον η απόλυτη ισοπέδωση κάθε πίστης και κάθε στοχασμού, υπό τον πνευματικό οδοστρωτήρα της μετανεωτερικότητας[5].
Μια ζοφερή στρατιά εργατών/δούλων περιφέρεται στις ακριβοπληρωμένες οδούς της λαθρομετανάστευσης και μιλιούνια απελπισμένων ανθρώπων σωρεύονται στις παγκόσμιες φαβέλες χωρίς ελπίδα,χωρίς κώδικες αξιών, χωρίς κουλτούρα, χωρίς συλλογική ταυτότητα.
Οι Έλληνες πληρώνουμε το τίμημα ότι η εθνική μας ταυτότητα συνδέθηκε στην παγκόσμια πνευματική κληρονομιά με τις αξίες του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού. Δεν είμαστε βεβαίως εμείς ο πραγματικός στόχος των πρωτεργατών του δεύτερου μεσαίωνα αλλά είμαστε αυτοί που πρώτοι-πρώτοι πρέπει να εξαφανιστούν από το προσκήνιο της ιστορίας, ώστε να πραγματωθεί σε συμβολικό επίπεδο το τέλος του Ανθρώπου, με τη μορφή που ως σήμερα τον γνωρίζαμε.
Αν η λέξη έλληνας κατάντησε στον πρώτο Μεσαίωνα να σημαίνει υβριστικά τον ειδωλολάτρη, δεν θα είναι διόλου περίεργο αν σε δύο ή τρεις γενιές θα ξεπέσει στη σημασία του εθνικιστή, του φασίστα ή του μαχαιροβγάλτη.Γιατί το τέλος του Ανθρωποκεντρικού πολιτισμού, όπως όλοι οι ωραίοι θάνατοι, πρέπει να συμβεί και σε πραγματικό και σε συμβολικό επίπεδο.
Αλλιώς η πνευματική δύναμη του, μπορεί να ενεργοποιήσει για άλλη μια φορά τα ανακλαστικά του ανθρώπου, να σηκωθεί και να παλέψει για όλα όσα ορίζουν τη μοίρα του, σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο…
----------------------------
Χρήσιμες σημειώσεις
[1] Η ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος και ονομάστηκε αργότερα Βυζάντιο, καθυστέρησε να μπει στο φεουδαλικό στάδιο, αφενός μεν εξαιτίας της σχετικής συνέχειας των ρωμαϊκών δομών, που διατηρήθηκαν για αρκετό διάστημα στην Κωνσταντινούπολη, σε αντίθεση με τις οικονομικές και κοινωνικές δομές της Ρώμης, οι οποίες κατέρρευσαν ολοκληρωτικά μετά τις βαρβαρικές κατακτήσεις, αφετέρου εξαιτίας της σωφροσύνης του Ηρακλείου και των εικονομάχων αυτοκρατόρων, που προσπάθησαν ευσυνείδητα να διατηρήσουν τη μικρή ιδιοκτησία γης και τον αστικό χαρακτήρα της βασιλεύουσας.
Ο καισαροπαπισμός του Βυζαντίου διέφερε σημαντικά από τις αντίστοιχες σχέσεις του Πάπα, με τους δυτικοευρωπαίους ηγεμόνες, ωστόσο οι βυζαντίνοι πατριάρχες,σπανίως είχαν το θάρρος να συγκρουστούν με τον αυτοκράτορα.
Μετά τη Μακεδονική δυναστεία πάντως, το Βυζάντιο διολίσθησε στη φεουδαρχία, με μια σειρά από ολέθρια αποτελέσματα, τόσο στη στρατιωτική και πολιτική ισχύ της αυτοκρατορίας,όσο και στην κοινωνική της συνοχή.
Ο καισαροπαπισμός του Βυζαντίου διέφερε σημαντικά από τις αντίστοιχες σχέσεις του Πάπα, με τους δυτικοευρωπαίους ηγεμόνες, ωστόσο οι βυζαντίνοι πατριάρχες,σπανίως είχαν το θάρρος να συγκρουστούν με τον αυτοκράτορα.
Μετά τη Μακεδονική δυναστεία πάντως, το Βυζάντιο διολίσθησε στη φεουδαρχία, με μια σειρά από ολέθρια αποτελέσματα, τόσο στη στρατιωτική και πολιτική ισχύ της αυτοκρατορίας,όσο και στην κοινωνική της συνοχή.
[2] Ο ιβηρικής καταγωγής Φλάβιος Θεοδόσιος ανετράφη ως ειδωλολάτρης αλλά στα 34 χρόνια του, βαπτίστηκε χριστιανός, μετά από μια σοβαρή ασθένεια, που τον έφερε κοντά στον θάνατο.
Με τον φανατισμό του νεοφώτιστου αλλά και την πεποίθηση ότι η αυτοκρατορία χρειάζονταν μια ενιαία και ομογενή θρησκεία, διέταξε διωγμούς κατά των εθνικών και πάντων των αιρετικών.
Είναι γνωστή η ιστορία της συμβολικής υποταγής του στον Πατριάρχη, όταν αυτός αρνήθηκε να τον μεταλάβει και ο αυτοκράτορας γονάτισε μπροστά του ζητώντας δημοσίως συγχώρεση, δείχνοντας έτσι ότι αναγνώριζε την πνευματική εξουσία ως ανώτερη της κοσμικής.
Οι ανηλεείς διωγμοί του κατά των μη ορθοδόξων χριστιανών έφεραν τελικώς αποτελέσματα, βάζοντας την αρχαία θρησκεία οριστικά στο περιθώριο της ιστορίας,παρά τη μάλλον καταδικασμένη προσπάθεια του προκατόχου του Ιουλιανού, να την αναβιώσει.
Το διάταγμα του Θεοδόσιου για την οριστική κατάργηση των ολυμπιακών αγώνων, στα τέλη του 4ου αιώνα, θεωρείται η ημερομηνία λήξης της δωδεκαθεϊκής θρησκείας.
Για τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην ορθοδοξία, οι παπάδες τον ονομάτισαν Μέγα,σε αντίθεση με τον κατοπινό συνονόματο του, που έμενε στην ιστορία με το θλιβερό προσωνύμιο Θεοδόσιος ο μικρός…
Με τον φανατισμό του νεοφώτιστου αλλά και την πεποίθηση ότι η αυτοκρατορία χρειάζονταν μια ενιαία και ομογενή θρησκεία, διέταξε διωγμούς κατά των εθνικών και πάντων των αιρετικών.
Είναι γνωστή η ιστορία της συμβολικής υποταγής του στον Πατριάρχη, όταν αυτός αρνήθηκε να τον μεταλάβει και ο αυτοκράτορας γονάτισε μπροστά του ζητώντας δημοσίως συγχώρεση, δείχνοντας έτσι ότι αναγνώριζε την πνευματική εξουσία ως ανώτερη της κοσμικής.
Οι ανηλεείς διωγμοί του κατά των μη ορθοδόξων χριστιανών έφεραν τελικώς αποτελέσματα, βάζοντας την αρχαία θρησκεία οριστικά στο περιθώριο της ιστορίας,παρά τη μάλλον καταδικασμένη προσπάθεια του προκατόχου του Ιουλιανού, να την αναβιώσει.
Το διάταγμα του Θεοδόσιου για την οριστική κατάργηση των ολυμπιακών αγώνων, στα τέλη του 4ου αιώνα, θεωρείται η ημερομηνία λήξης της δωδεκαθεϊκής θρησκείας.
Για τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην ορθοδοξία, οι παπάδες τον ονομάτισαν Μέγα,σε αντίθεση με τον κατοπινό συνονόματο του, που έμενε στην ιστορία με το θλιβερό προσωνύμιο Θεοδόσιος ο μικρός…
[3] Η σύγκρουση μεταξύ ορθόδοξου και γνωστικού χριστιανισμού εστιάστηκε κυρίως στο αν η πίστη θα έπρεπε να είναι μια προσωπική εσωτερική αναζήτηση, με κύριο άξονα την αυτογνωσία ή αν, αντιθέτως θα έπρεπε να είναι μία σαφώς οριοθετημένη λατρεία, με κύριο άξονα τις γραφές και τις εγκεκριμένες ερμηνείες του επίσημου χριστιανικού ιερατείου.
Κάτι ανάλογο δηλαδή με τη σημερνή σύγκρουση σουνιτών και αλεβιτών μουσουλμάνων,η οποία απηχεί την αρχαία διαμάχη μεταξύ γνωστικισμού και ορθοδοξίας.
Αξίζει να αναφέρω εδώ ότι αυτή η θανάσιμη σύγκρουση μεταξύ, της πίστης ως υπαρξιακής αγω νίας και της πίστης ως υπακοής σε ένα σύστημα ιεραρχημένων αξιών και κανόνων, επαναλαμβάνεται με διάφορες μορφές στην ιστορία των θρησκειών και δεν έχει λήξει ακόμα…
[4]Ο χορός ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του αρχαίου δράματος, είτε σατυρικού, είτε τραγικού. Ο ρόλος του όμως ήταν πολύ διαφορετικός από το ρόλο που διαδραματίζει στην όπερα η χορωδία ή το μπαλέτο.
Ο χορός ήταν ο ενδιάμεσος μεταξύ των υποκριτών και της κοινότητας. Συνέδεε δηλαδή την ατομική συνείδηση του ήρωα, με τη συλλογική συνείδηση των θεατών, οι οποίοι μέσω του χορού εισάγονταν στη δράση, ως δρώντα πρόσωπα.
Οι θεατρικές παραστάσεις συνδέονταν άμεσα με σημαντικά γεγονότα της κοινότητας και διδάσκονταν μόνο κατά τη διάρκεια μεγάλων εορτών. Ακριβώς λόγω του διττού χαρακτήρα τους ως ατομικού δράματος και συλλογικής τραγωδίας, οι θεατρικές παραστάσεις λογίζονταν ως τμήμα της θρησκευτικής και γνωστικής εκπαίδευσης των πολιτών και η παρακολούθηση τους επιδοτούνταν από το ταμείο της πόλης.
Η διαφορά με τη σύγχρονη σημασία του θεάτρου, στην καλύτερη περίπτωση ως ψυχαγωγικού θεάματος, όπου ο θεατής απομονωμένος στο σκότος της σκηνής παρακολουθεί σχεδόν λαθραία τα δρώμενα, είναι συντριπτική.
Τα μουσεία, οι γκαλερί, οι σκοτεινές αίθουσες κινηματογράφων και θεάτρων,φανερώνουν σε τι βαθμό ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αποξενωθεί από τη συλλογική συνείδηση της κοινότητας του. Ουσιαστικά και σε σύγκριση με τα αρχαία μέτρα, είμαστε όλοι μας λαθρομετανάστες του ίδιου μας του πολιτισμού…
[5] Ο όρος μετανεωτερικότητα ή μεταμοντερνισμός εμφανίστηκε καταρχήν για να περιγράψει τους βασικούς άξονες μιας καλλιτεχνικής αντίληψης, επεκτάθηκε ωστόσο στην κοινωνιολογία, στη φιλοσοφία, στην ψυχολογία και εν γένει σε όλους τους τομείς του σύγχρονου στοχασμού.
Ονομάστηκε μεταμοντερνισμός κυρίως επειδή εμφανίστηκε ως καλλιτεχνικό κόινημα, μετά την εκρηκτική παρουσία του μοντερνισμού, στην προ του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου περίοδο της ευρωαμερικανικής ιστορίας.
Με πολύ αδρές γραμμές ο μεταμοντερνισμός χαρακτηρίζεται από μια συνδυαστική αντίληψη, όπου τα πάντα μπορούν να συναρμοστούν σε ένα όλον, χωρίς να ιεραρχείται η πνευματική ή αισθητική τους αξία.
Ένα παράδειγμα μεταμοντέρνας καλλιτεχνικής πρακτικής μπορούμε να δούμε στη σημερνή μουσική των μαζών, που προβάλλεται ανηλεώς από τα ΜΜΕ και τα ευρωαμερικάνικα καθεστωτικά ιερατεία, με πιο λαμπρό από όλα το πανηγύρι της γιουροβίζιον.
Πολλά από τα τραγουδάκια που λανσάρονται σε τέτοιες μνημειώδεις τελετές του κιτς, είναι συρραφές παραδοσιακών, ροκ, τζαζ ή ηλεκτρονικών μοτίβων συνδυασμένων έτσι, ώστε ο καθενας θεατής να έχει να βρει κάτι που να του αρέσει.
Παραδοσιακά μουσικά όργανα, όπως το μπουζούκι, η γκάϊντα, το νέυ ή το λαγούτο, συναρμόζονται με ηλεκτρικές κιθάρες, συνθεσάϊζερ και ηλεκτρονικά βιολιά, σε έναν αχταρμά ανακατωμένων μορφών και ήχων, όπου το καθε τι χάνει τον χαρακτήρα του, την αξία του και την ιδιαίτερη αισθητική του λειτουργία.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον μεταμοντερνισμό στις σύγχρονες κοινωνίες.
Ιδεολογίες, στοχαστικές σχολές, ακαδημαϊκές μελέτες, φτηνές μπουρδολογίες, lifestyle, τηλεοπτικές αγριότητες ή λαϊκές υποκουλτούρες, μπουρδουκλώνονται όλα σε ένα σοβαροφανές χωνευτήρι και ενδοβάλλονται από τις οικιακές οθόνες, στα ταρακουνημένα μυαλά των καταναλωτών...
http://panusis.blogspot.gr/
Κάτι ανάλογο δηλαδή με τη σημερνή σύγκρουση σουνιτών και αλεβιτών μουσουλμάνων,η οποία απηχεί την αρχαία διαμάχη μεταξύ γνωστικισμού και ορθοδοξίας.
Αξίζει να αναφέρω εδώ ότι αυτή η θανάσιμη σύγκρουση μεταξύ, της πίστης ως υπαρξιακής αγω νίας και της πίστης ως υπακοής σε ένα σύστημα ιεραρχημένων αξιών και κανόνων, επαναλαμβάνεται με διάφορες μορφές στην ιστορία των θρησκειών και δεν έχει λήξει ακόμα…
[4]Ο χορός ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του αρχαίου δράματος, είτε σατυρικού, είτε τραγικού. Ο ρόλος του όμως ήταν πολύ διαφορετικός από το ρόλο που διαδραματίζει στην όπερα η χορωδία ή το μπαλέτο.
Ο χορός ήταν ο ενδιάμεσος μεταξύ των υποκριτών και της κοινότητας. Συνέδεε δηλαδή την ατομική συνείδηση του ήρωα, με τη συλλογική συνείδηση των θεατών, οι οποίοι μέσω του χορού εισάγονταν στη δράση, ως δρώντα πρόσωπα.
Οι θεατρικές παραστάσεις συνδέονταν άμεσα με σημαντικά γεγονότα της κοινότητας και διδάσκονταν μόνο κατά τη διάρκεια μεγάλων εορτών. Ακριβώς λόγω του διττού χαρακτήρα τους ως ατομικού δράματος και συλλογικής τραγωδίας, οι θεατρικές παραστάσεις λογίζονταν ως τμήμα της θρησκευτικής και γνωστικής εκπαίδευσης των πολιτών και η παρακολούθηση τους επιδοτούνταν από το ταμείο της πόλης.
Η διαφορά με τη σύγχρονη σημασία του θεάτρου, στην καλύτερη περίπτωση ως ψυχαγωγικού θεάματος, όπου ο θεατής απομονωμένος στο σκότος της σκηνής παρακολουθεί σχεδόν λαθραία τα δρώμενα, είναι συντριπτική.
Τα μουσεία, οι γκαλερί, οι σκοτεινές αίθουσες κινηματογράφων και θεάτρων,φανερώνουν σε τι βαθμό ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αποξενωθεί από τη συλλογική συνείδηση της κοινότητας του. Ουσιαστικά και σε σύγκριση με τα αρχαία μέτρα, είμαστε όλοι μας λαθρομετανάστες του ίδιου μας του πολιτισμού…
[5] Ο όρος μετανεωτερικότητα ή μεταμοντερνισμός εμφανίστηκε καταρχήν για να περιγράψει τους βασικούς άξονες μιας καλλιτεχνικής αντίληψης, επεκτάθηκε ωστόσο στην κοινωνιολογία, στη φιλοσοφία, στην ψυχολογία και εν γένει σε όλους τους τομείς του σύγχρονου στοχασμού.
Ονομάστηκε μεταμοντερνισμός κυρίως επειδή εμφανίστηκε ως καλλιτεχνικό κόινημα, μετά την εκρηκτική παρουσία του μοντερνισμού, στην προ του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου περίοδο της ευρωαμερικανικής ιστορίας.
Με πολύ αδρές γραμμές ο μεταμοντερνισμός χαρακτηρίζεται από μια συνδυαστική αντίληψη, όπου τα πάντα μπορούν να συναρμοστούν σε ένα όλον, χωρίς να ιεραρχείται η πνευματική ή αισθητική τους αξία.
Ένα παράδειγμα μεταμοντέρνας καλλιτεχνικής πρακτικής μπορούμε να δούμε στη σημερνή μουσική των μαζών, που προβάλλεται ανηλεώς από τα ΜΜΕ και τα ευρωαμερικάνικα καθεστωτικά ιερατεία, με πιο λαμπρό από όλα το πανηγύρι της γιουροβίζιον.
Πολλά από τα τραγουδάκια που λανσάρονται σε τέτοιες μνημειώδεις τελετές του κιτς, είναι συρραφές παραδοσιακών, ροκ, τζαζ ή ηλεκτρονικών μοτίβων συνδυασμένων έτσι, ώστε ο καθενας θεατής να έχει να βρει κάτι που να του αρέσει.
Παραδοσιακά μουσικά όργανα, όπως το μπουζούκι, η γκάϊντα, το νέυ ή το λαγούτο, συναρμόζονται με ηλεκτρικές κιθάρες, συνθεσάϊζερ και ηλεκτρονικά βιολιά, σε έναν αχταρμά ανακατωμένων μορφών και ήχων, όπου το καθε τι χάνει τον χαρακτήρα του, την αξία του και την ιδιαίτερη αισθητική του λειτουργία.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον μεταμοντερνισμό στις σύγχρονες κοινωνίες.
Ιδεολογίες, στοχαστικές σχολές, ακαδημαϊκές μελέτες, φτηνές μπουρδολογίες, lifestyle, τηλεοπτικές αγριότητες ή λαϊκές υποκουλτούρες, μπουρδουκλώνονται όλα σε ένα σοβαροφανές χωνευτήρι και ενδοβάλλονται από τις οικιακές οθόνες, στα ταρακουνημένα μυαλά των καταναλωτών...
http://panusis.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου