ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ – Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ, ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. ΜΕΡΟΣ ΙΕ΄
Ήρθε η ώρα σε ετούτη εδώ τη συνέχεια να μιλήσουμε για ένα θέμα το οποίο βασανίζει όσο κανένα άλλο την ιστοριογραφία της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης – και το οποίο ακόμα, εκ των προτέρων τονίζουμε, δεν έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα.
Πρόκειται για τις προστριβές του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με την ΕΚΚΑ, την τρίτη σε μέγεθος αντιστασιακή οργάνωση (μετά το ΕΑΜ και τον ΕΔΕΣ) και τη δεύτερη σε σπουδαιότητα της «αστικής», μη κομμουνιστικής αντίστασης.
Οι προστριβές του ΕΑΜ με τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, οι οποίες κατέληξαν και σε ένοπλες συγκρούσεις, ήταν κάτι συνηθισμένο… όμως στην περίπτωση της ΕΚΚΑ οι συνέπειες ήταν πολύ μεγάλες, διότι κατέληξαν στην δολοφονία του αρχηγού της τελευταίας, του συνταγματάρχη Δημητρίου Ψαρρού – ένα γεγονός που επηρέασε σαν «ρετσινιά» πάνω στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ τις μετέπειτα εξελίξεις.
Για την ΕΚΚΑ γράψαμε αναλυτικά στην έβδομη συνέχεια αυτού εδώ του ιστορικού σημειώματος, επειδή όμως έχει περάσει πολύς καιρός από τότε και προκειμένου να έχετε όσοι το διαβάζετε μια συνολική εικόνα χωρίς να ανατρέχετε στα προηγούμενα, επαναλαμβάνουμε τα σημαντικότερα.
Η οργάνωση λοιπόν αυτή, τα αρχικά της οποίας κατά τη «σοσιαλίζουσα» μόδα εκείνης της εποχής σήμαιναν «Εθνική Και Κοινωνική Απελευθέρωση» ιδρύθηκε αρκετά αργά σε σχέση με το ΕΑΜ και με τον ΕΔΕΣ, δηλαδή το Νοέμβρη του 1942. Όπως προαναφέραμε, ο στρατιωτικός αρχηγός της ήταν ο απότακτος βενιζελικός συνταγματάρχης του αποτυχημένου κινήματος του 1935, Δημήτριος Ψαρρός, ένας αξιωματικός με δημοκρατικά φρονήματα, «κεντροαριστερός» θα λέγαμε και ο πολιτικός σύμβουλός της ο νέος σε ηλικία προπολεμικός πολιτικός του Λαϊκού Κόμματος (δηλαδή του κόμματος της «καθώς πρέπει» προπολεμικής Δεξιάς), Γεώργιος Καρτάλης. – ο Καρτάλης μπορεί να ανήκε στο Λαϊκό Κόμμα, ήταν όμως ιδεολογικά πολύ κοντά στη σοσιαλδημοκρατία. Διότι το Λαϊκό Κόμμα πριν από τον πόλεμο είχε και την «αριστερή» τάση του, περίπου όπως αργότερα, μεταπολεμικά, το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της Ιταλίας!
Όπως γνωρίζουμε, το ΕΑΜ ιδρύθηκε τον Σεπτέμβρη του 1941, ενώ το Μάη του 1941 είχε προηγηθεί η Εθνική Αλληλεγγύη. Αυτή η χρονική διαφορά του ενάμιση περίπου χρόνου για τις συνθήκες εκείνης της εποχής ισοδυναμεί με καθυστέρηση δεκαετίας – τα γεγονότα στην Κατοχή έτρεχαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα.
Το πρόβλημα λοιπόν για την ΕΚΚΑ ήταν ακριβώς αυτή η καθυστέρηση στο χρόνο εμφάνισής της – και μάλιστα ότι μπήκε σφήνα ακριβώς στην περιοχή όπου είχε τη μεγαλύτερη δύναμή του το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ κι ο Άρης Βελουχιώτης, δηλαδή στην περιοχή της Ρούμελης και πιο συγκεκριμένα της Παρνασσίδας - Δωρίδας. Ακόμα περισσότερο μάλιστα καθυστέρησε να δημιουργηθεί το στρατιωτικό σκέλος της, δηλαδή μόλις στις 20 Απριλίου του 1943, όταν πλέον ο ΕΛΑΣ ήταν κυρίαρχος στην περιοχή εκείνη και στο μεγαλύτερο μέρος της απελευθερωμένης Ελλάδας, με δύναμη που αυξανόταν συνεχώς. Αυτό το στρατιωτικό σκέλος ονομάστηκε «5/42 Σύνταγμα Ευζώνων» σε ανάμνηση του ομώνυμου στρατιωτικού συντάγματος της μικρασιατικής εκστρατείας το οποίο είχε επικεφαλής τον Πλαστήρα.
Η ΕΚΚΑ έφτασε τον αριθμό των περίπου χιλίων μαχητών – ήταν μια σημαντική δύναμη στην περιοχή όπου δρούσε αλλά όχι σε πανελλαδικό επίπεδο. Ασφαλώς η προσπάθεια της ΕΚΚΑ να εδραιωθεί και να κυριαρχήσει σε μια περιοχή την οποία ο ΕΛΑΣ όχι απλώς τη θεωρούσε «δική του» αλλά κοιτίδα του, κάθε άλλο παρά ευμενώς δεκτή έγινε από το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ.
Αλλά εκτός από το γεγονός ότι το ΕΑΜ κι ο ΕΛΑΣ δεν έβλεπαν την ΕΚΚΑ με καλό μάτι θέτοντας στον Ψαρρό και στον Καρτάλη το δίλημμα «προσχώρηση στο ΕΑΜ ή διάλυση» και στην ίδια την ΕΚΚΑ δημιουργήθηκαν διαφορετικές τάσεις.
Μια μειοψηφία στελεχών της ΕΚΚΑ, όπως ο θρυλικός «κόκκινος συνταγματάρχης» (ονομάστηκε έτσι διότι αρθρογραφούσε προπολεμικά στον Ριζοσπάστη με αυτό το ψευδώνυμο) Ευριπίδης Μπακιρτζής, πρωταγωνιστής της Επανάστασης του 1922 και του βενιζελικού κινήματος του 1935 και ο αντισυνταγματάρχης Κώστας Λαγγουράνης ήταν υπέρ της συνεργασίας με το ΕΑΜ – όμως οι περισσότεροι από τους στρατιωτικούς που είχε στις τάξεις της, με επικεφαλής τους λοχαγούς Θύμιο Δεδούση και Γιώργο Καπετζώνη, ήταν δεξιοί αντικομμουνιστές, υπέρ της διακοπής των συνομιλιών με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ και διατεθειμένοι να υπακούουν μόνο στις διαταγές των Άγγλων. Ο Καρτάλης, άνθρωπος χωρίς μεγάλη πολιτική πείρα, ο οποίος από φυσικού του «έγερνε» προς τους Άγγλους καθώς και ο ίδιος ο Ψαρρός ήταν στο «κέντρο» αμφιταλαντευόμενοι διαρκώς και προσπαθούσαν να κρατήσουν τις ισορροπίες και να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα - αντιμετωπίζοντας πάντως με δυσφορία την προσπάθεια «καπελώματος» της ΕΚΚΑ από το ΕΑΜ.
Από την πλευρά του ΚΚΕ του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ τώρα, ο άνθρωπος στον οποίο είχε μπει στο μάτι περισσότερο από τον καθένα η ΕΚΚΑ, διότι τη θεωρούσε παρενοχλητικό δημιούργημα των Βρετανών στην καρδιά του ΕΛΑΣ δεν ήταν, όπως θα περίμενε κανείς, ο Άρης Βελουχιώτης, ο οποίος αρχικά μάλλον δεν της έδινε ιδιαίτερη σημασία αλλά ο γραμματέας του ΚΚΕ Γιώργης Σιάντος. Με τίποτα δεν μπορούσε να συμβιβαστεί με την ύπαρξή της.
Αλλά εκτός από τον Σιάντο, την ΕΚΚΑ έβλεπε με κακό μάτι και ο «μετριοπαθής» κατά τα άλλα στρατιωτικός ηγέτης του ΕΛΑΣ, ο Στέφανος Σαράφης, ο οποίος γνώριζε τον Ψαρρό από τα προπολεμικά κινήματα και όπως φαίνεται δεν του είχε εμπιστοσύνη.
Δεν πρόλαβε η ΕΚΚΑ να εμφανιστεί με το στρατιωτικό της τμήμα τον Απρίλη του 1943 όπως προαναφέραμε και στις 13 Μάη του 1943 διαλύθηκε για πρώτη φορά, αναίμακτα για εκείνο το «γύρο», από τον ΕΛΑΣ. Ο τελευταίος, όπως είχε γίνει και με τον Σαράφη, πρότεινε στον Ψαρρό να προσχωρήσει στις τάξεις του και να αναλάβει στρατιωτικός διοικητής Στερεάς Ελλάδας αλλά εκείνος αρνήθηκε, καθόλου απίθανο και με την προτροπή των Βρετανών. Με έντονες διαμαρτυρίες των τελευταίων το ΕΑΜ δέχτηκε να επιτρέψει την ανασυγκρότηση της ΕΚΚΑ και του 5/42 τότε.
Οι προστριβές όμως συνεχίστηκαν – έτσι στις 23 Ιουνίου 1943 έγινε αιφνιδιαστική επίθεση δύναμης του ΕΛΑΣ κατά της ΕΚΚΑ και μετά από κανονική μάχη αυτή τη φορά το στρατιωτικό τμήμα της ΕΚΚΑ, το «Σύνταγμα 5/42» διαλύθηκε ξανά.
Μόνο που αποδείχθηκε πως η ηγεσία του ΕΑΜ δεν είχε ιδέα για τη συγκεκριμένη επίθεση του ΕΛΑΣ κατά της ΕΚΚΑ, έτσι κάλεσε σε απολογία τον επικεφαλής του τμήματος του ΕΛΑΣ το οποίο είχε ενεργήσει την επίθεση, τον λοχαγό Φώτη Βερμαίο – ήταν το αντάρτικο ψευδώνυμο του Φοίβου Γρηγοριάδη, αργότερα γνωστού ιστορικού, με ακόμα πιο γνωστό ιστορικό τον αδελφό του Σόλωνα. Επρόκειτο για τους γιους του στρατηγού Νεόκοσμου Γρηγοριάδη, παλιού «αριστερόστροφου» βενιζελικού που είχε προσχωρήσει στο ΕΑΜ.
Όταν λοιπόν ο Βερμαίος παρουσιάστηκε, μέσα σε πολύ εχθρικό κλίμα όπως ο ίδιος γράφει στο ιστορικό βιβλίο του, προκειμένου να απολογηθεί, απέδειξε ότι δεν είχε ενεργήσει από μόνος του αλλά κατόπιν διαταγής του ανώτερού του ταγματάρχη Θύμιου Ζούλα – και έτσι έκπληκτοι οι «δικαστές» του σταμάτησαν τη «δίκη». Διότι όλοι γνώριζαν πως ο Ζούλας ήταν άνθρωπος του Γιώργη Σιάντου, του γραμματέα του ΚΚΕ και συνεπώς η διαταγή για εκείνη τη διάλυση της ΕΚΚΑ από τον Σιάντο προερχόταν στην πραγματικότητα!
Και μετά όμως από αυτή τη δεύτερη διάλυσή τους, τόσο η ΕΚΚΑ όσο και το Σύνταγμα 5/42 ξαναανασυγκροτήθηκαν ύστερα από νέες διαμαρτυρίες των Βρετανών. Μάλιστα αμέσως μετά η ΕΚΚΑ έγινε δεκτή στο εφήμερο «Κοινό Γενικό Στρατηγείο Ανταρτών», για το οποίο μιλήσαμε σε προηγούμενη συνέχεια.
Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρξε διαφωνία μέσα στο ΕΑΜ για το κατά πόσο η ΕΚΚΑ έπρεπε να γίνει δεκτή στο παραπάνω «Κοινό Στρατηγείο» - σύμφωνοι με την αποδοχή της, όπως έγραψε αργότερα ο Στέφανος Σαράφης, ήταν ο Άρης Βελουχιώτης και ο Ανδρέας Τζήμας (Σαμαρινιώτης), ο πολιτικός υπεύθυνος εκ μέρους του ΚΚΕ στην κορυφή του ΕΛΑΣ.
Αντίθετος ήταν ο ίδιος ο Σαράφης, ο οποίος έγραψε ότι είπε στους άλλους δυο τα εξής:
«Με τον Ψαρρό ήμαστε μαζί από το 1916 στο στρατό Εθνικής Άμυνας στη μεραρχία της Κρήτης και κατόπιν συνεργαστήκαμε στενά στους αγώνες για το χτύπημα του κινήματος βασιλοφρόνων 1923 και για τη δημοκρατία από το 1922 – 35. Ο Ψαρρός του 1935 έχει χάσει πολύ από τον Ψαρρό του 1916. Επιπλέον ο σύνδεσμός του με τους Άγγλους τον Τσιγάντε, τον Καρτάλη κι άλλους παράγοντες με έκαναν να σχηματίσω τη γνώμη, πως παρά τις προηγούμενες δημοκρατικές αριστερές ιδέες του, σιγά – σιγά γινόταν συντηρητικότερος και θα κατέληγε στο τέλος ασφαλώς να γίνει όργανο των αντιδραστικών Άγγλων».
Τελικά όμως πέρασε η γνώμη του Άρη και του Τζήμα – άλλωστε ο Σαράφης, πανέντιμος και με ορθή κρίση κατά τα άλλα, είχε αυτό το κουσούρι: δεν επέμενε στη σωστή γνώμη του και άφηνε τους άλλους να αποφασίζουν. Με μοιραία αποτελέσματα αργότερα.
Λίγο αργότερα άρχισαν οι συγκρούσεις ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ. Η περιοχή της ΕΚΚΑ βρισκόταν μακριά από αυτές – όμως η πόλωση που δημιουργήθηκε από το γεγονός αυτό, δεν την άφησε καθόλου ανεπηρέαστη.
Δηλαδή εντάθηκε η διαπάλη των δυο τάσεων που υπήρχαν μέσα της, της φιλοεαμικής, κυρίως όπως προαναφέραμε με τους συνταγματάρχες Ευριπίδη Μπακιρτζή και Κώστα Λαγγουράνη (και οι δυο τελικά προσχώρησαν στο ΕΑΜ κι ο Μπακιρτζής όπως είδαμε έγινε ο πρώτος, προσωρινός πρόεδρος της ΠΕΕΑ) και της αντικομμουνιστικής και φιλοβασιλικής με αρχηγό τον λοχαγό Θύμιο Δεδούση. Αυτός ανήκε σε μια οργάνωση με το… εύγλωττο όνομα «Βασιλική Ιεραρχία» και είχε προσχωρήσει τον Αύγουστο του 1943 στο Σύνταγμα 5/42 μαζί με 68 άλλους φιλοβασιλικούς αξιωματικούς – το περίεργο είναι ότι στη δήλωση προσχώρησης αυτοί τόνισαν ότι συμμετέχουν στο Σύνταγμα 5/42 αλλά… όχι στην ΕΚΚΑ, διότι τη θεωρούσαν πολύ «αριστερή»! Ο Ψαρρός έκανε το σφάλμα να δεχτεί αυτό τον όρο.
Έτσι λοιπόν, ο Ψαρρός κι ο Καρτάλης βρέθηκαν στη μέση, χωρίς πραγματικό στήριγμα: από τη μια τους «τραβούσε» το ΕΑΜ κι από την άλλη, μέσω του Δεδούση, ο αντικομμουνιστικός, φιλοβασιλικός κόσμος, ο οποίος όλο και περισσότερο άφηνε τα προσχήματα και συνεργαζόταν με τα Τάγματα Ασφαλείας και με την κατοχική κυβέρνηση του Ράλλη.
Ειδικά ο Καρτάλης είχε χάσει τη μπάλα… αρχικά δήλωσε υποστήριξη στον ΕΛΑΣ στη σύγκρουση του τελευταίου με τον ΕΔΕΣ προκαλώντας την οργή των δεξιών αξιωματικών της ΕΚΚΑ, στη συνέχεια όμως δήλωσε στους Άγγλους ότι όταν θα ερχόταν η ώρα της απελευθέρωσης, θα έπαιρνε το μέρος τους εναντίον του ΕΛΑΣ. Σε αυτή την αντιφατική και ταλαντευόμενη πολιτική παρέσυρε και τον Ψαρρό. Δεν σημαίνουν όλα αυτά ότι ο Καρτάλης δεν ήταν τίμιος. Ήταν και τίμιος και ευφυής - όμως επίσης ήταν εντελώς ακατάλληλος «καλαμαράς» για καθοδήγηση ανταρτών.
Στις 23 Φλεβάρη του 1944, λίγο μετά από την υπογραφή της Συμφωνίας της Πλάκας, στην οποία συμμετείχαν όπως έχουμε δει ΕΑΜ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ, έγινε στην ΕΚΚΑ ένα κανονικό εσωτερικό πραξικόπημα, δηλαδή ο Δεδούσης, χωρίς να αποκηρύξει τον Ψαρρό, ανέλαβε τον έλεγχο του Συντάγματος 5/42 αναγκάζοντας τους «αριστερόστροφους» αξιωματικούς του να προσχωρήσουν στο ΕΑΜ – αυτό όμως έγειρε τη ζυγαριά στην ΕΚΚΑ ακόμα περισσότερο προς τα δεξιά.
Ο Ψαρρός πλέον είχε χάσει τον έλεγχο και παρέμενε αρχηγός μόνο για τους τύπους – ο Δεδούσης, μαζί με τον ουσιαστικό υπαρχηγό του ταγματάρχη Καπετζώνη αλώνιζε και άρχισε να κλιμακώνει τις προκλήσεις κατά του ΕΑΜ. Αυτό δεν είναι θέση μόνο του συγγραφέα αυτού εδώ του ιστορικού σημειώματος αλλά σημειώνεται και από αντιεαμικούς, τίμιους ανθρώπους, όπως τον υπαρχηγό του ΕΔΕΣ Κομνηνό Πυρομάγλου και τον ίδιο τον αντισυνταγματάρχη του 5/42 Γεώργιο Καϊμάρα – ο οποίος μόνο για φιλοκομμουνισμό δεν μπορεί να κατηγορηθεί.
Οι προκλήσεις δεν περιορίστηκαν στα λόγια ή σε απλούς τραμπουκισμούς αλλά υπήρξαν και φόνοι ΕΑΜιτών - και πού; ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΤΙΔΑ ΤΟΥ ΕΛΑΣ! Με αποκορύφωμα τη δολοφονία του υπεύθυνου του ΕΛΑΣ στο χωριό Κροκύλιο, ο οποίος λεγόταν Βάρσος.
Όλο αυτό τον καιρό το ΕΑΜ διαμαρτυρόταν στους Άγγλους και τους ζητούσε να μεσολαβήσουν για να σταματήσει αυτή η συμπεριφορά του Δεδούση – οι τελευταίοι παρίσταναν ότι «προσπαθούσαν να ειρηνεύσουν την κατάσταση», όμως στην πραγματικότητα του έβαζαν πλάτη.
Μετά και τη δολοφονία του Βάρσου, η κατάσταση οξύνθηκε ιδιαίτερα. Το ΕΑΜ έθεσε τελεσίγραφο στον Ψαρρό να συλλάβει τον Δεδούση – αλλά ο Ψαρρός πλέον και να ήθελε να το κάνει, δεν είχε την παραμικρή δύναμη. Είχε απομονωθεί εντελώς και παραμείνει μονάχα ως διακοσμητικό στοιχείο.
Έτσι το ΕΑΜ, με απόφαση της ΠΕΕΑ αποφάσισε να δώσει μια οριστική λύση και να διαλύσει και την ΕΚΚΑ και το Σύνταγμα 5/42. Και αυτό έγινε με μια αιματηρή μάχη στο χωριό Κλήμα της Δωρίδας στις 17 Απρίλη του 1944.
Στη μάχη αυτή ανέλαβε τη στρατιωτική ηγεσία της επιχείρησης για λογαριασμό του ΕΛΑΣ ο Άρης Βελουχιώτης. Ήταν καθ’ οδόν για την Πελοπόννησο, όπου τον είχε στείλει η ηγεσία του ΚΚΕ για «να την ξεκαθαρίσει από τους αντιδραστικούς» - και εδώ η λέξη «αντιδραστικοί» δεν ήταν σχήμα λόγου, καθώς η Πελοπόννησος ήταν το μέρος της Ελλάδας που υπέφερε πιο πολύ από τα Τάγματα Ασφαλείας και με σημαντικό ποσοστό φιλοβασιλικού κόσμου. Όμως, ξεκάθαρα, η αποστολή του Άρη στην Πελοπόννησο ήταν παράλληλα και μια δυσμενής μετάθεση: ο Σιάντος και ο Ιωαννίδης ήθελαν να τον απομακρύνουν από το κέντρο αποφάσεων του ΕΛΑΣ για να πραγματοποιήσουν ανενόχλητοι όσα σχεδίαζαν – για τα οποία ήξεραν ότι ο Άρης αν τον είχαν στα πόδια τους, θα τους έφερνε μεγάλες αντιρρήσεις και θα ήταν απρόβλεπτος. Προαναφέραμε άλλωστε στην προηγούμενη συνέχεια ότι από πολιτικής άποψης ο Άρης είχε ήδη αρχίσει να παραμερίζεται με τη μη συμμετοχή του στις διαπραγματεύσεις που κατέληξαν στη Συμφωνία της Πλάκας.
Η διάθεση του Άρη δεν ήταν καθόλου καλή ύστερα απ’ όλα αυτά, ωστόσο λοξοδρόμησε για να βοηθήσει στην επιχείρηση κατά της ΕΚΚΑ και του 5/42 – κάτι το οποίο αύξησε την ορμητικότητα του ΕΛΑΣ.
Η νίκη του ΕΛΑΣ στη μάχη του Κλήματος ήταν ολοκληρωτική: το Σύνταγμα 5/42 διαλύθηκε και ουδέποτε ανασυγκροτήθηκε – μαζί με αυτό διαλύθηκε και η ΕΚΚΑ. Ο Δεδούσης κι ο Καπετζώνης μόλις πρόλαβαν να το σκάσουν – αργότερα ο Δεδούσης έγινε βουλευτής της Δεξιάς, στις εκλογές του 1946, ωστόσο παράτησε το βουλευτικό βόλεμα και πολέμησε ενεργά κατά του Δημοκρατικού Στρατού στον Εμφύλιο Πόλεμο, όπου σκοτώθηκε σε μάχη κοντά στο Λιδωρίκι στις 2 Απρίλη του 1947. Η ιστορική αλήθεια μας υποχρεώνει να επισημάνουμε ότι υπήρξε τίμιος και πιστός στην ιδεολογία του, όπως κι αν κρίνουμε αυτή την ιδεολογία.
Αυτή τη φορά όμως, ο ΕΛΑΣ δεν στάθηκε καθόλου ψύχραιμος απέναντι στην ΕΚΚΑ και στο Σύνταγμα 5/42: πολλοί από τους άντρες του τελευταίου που πιάστηκαν αιχμάλωτοι εκτελέστηκαν – ο ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ υπολογίζει τους εκτελεσμένους σε 66. Ανεξάρτητα από τον πραγματικό αριθμό, ήδη αυτή η πράξη του ΕΛΑΣ, όσο κι αν τα πάθη ήταν οξυμένα, μόνο δικαιολογημένη δεν ήταν.
Αλλά η τραγωδία με τις ανυπολόγιστες συνέπειες ξετυλίχθηκε γύρω από τον ίδιο τον Ψαρρό. Αυτός έμεινε ουσιαστικά μόνος του και παραδόθηκε στον ΕΛΑΣ – και συγκεκριμένα στον νεαρό τότε καπετάνιο Δημήτρη Δημητρίου (Νικηφόρο). Ο Νικηφόρος ήταν ψύχραιμος και μετριοπαθής άνθρωπος και δεν είχε καμιά πρόθεση να πειράξει τον Ψαρρό – αντίθετα προσπάθησε να τον μεταφέρει στο αρχηγείο του Συντάγματος του ΕΛΑΣ στον κοντινό Αη Λια με διοικητή τον συνταγματάρχη Γεώργιο Ρήγο, όπου σίγουρα ο Ψαρρός θα προστατευόταν.
Ο Νικηφόρος λοιπόν παρέδωσε τον Ψαρρό σε ένα έμπιστο απόσπασμα από αντάρτες του ΕΛΑΣ και έδωσε εντολή στον επικεφαλής του «να αποφύγει οπωσδήποτε να συναντήσει τον Άρη»!!! – διότι ο Άρης Βελουχιώτης όταν δεν βρισκόταν σε καλή διάθεση ήταν ιδιαίτερα παρορμητικός κι απρόβλεπτος.
Το απόσπασμα που μετέφερε τον Ψαρρό πράγματι δεν συνάντησε τον Άρη – όμως κατά κακή τύχη συνάντησε στο δρόμο του τον ταγματάρχη Θύμιο Ζούλα, εκείνον που είχε δώσει τη διαταγή για την προηγούμενη, δεύτερη διάλυση της ΕΚΚΑ, όπως προαναφέραμε! Ο Ζούλας ήταν εκτός των άλλων και προσωπικός εχθρός του Ψαρρού – λέγεται μάλιστα ότι είχαν χαλάσει τις σχέσεις τους λόγω ερωτικής αντιζηλίας για κάποια γυναίκα στην προπολεμική περίοδο!
Όταν λοιπόν συναντήθηκαν, ο Ζούλας με τον Ψαρρό άρχισαν να λογομαχούν και ξαφνικά ο Ζούλας τράβηξε το πιστόλι του, πυροβόλησε τον Ψαρρό και τον σκότωσε!...
Ήταν μια απαίσια πράξη, εντελώς αδικαιολόγητη – τόσο από ηθική άποψη (μιλάμε για εν ψυχρώ εκτέλεση αιχμαλώτου) όσο και από πολιτική άποψη. Όπως ήταν φυσικό η δολοφονία του Ψαρρού έγινε «σημαία» των αντιπάλων του ΕΑΜ ενώ τρόμαξε τα πιο μετριοπαθή στοιχεία μέσα σε αυτό – ίσως δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι από αυτό το σημείο και μετά το ΕΑΜ άρχισε σιγά-σιγά να χάνει σε επιρροή. Ενώ το γεγονός αυτό χρησιμοποιήθηκε κατάλληλα από τον Γεώργιο Παπανδρέου, πρωθυπουργό της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης, στο Συνέδριο του Λιβάνου, το οποίο κατέληξε στην ομώνυμη συμφωνία – θα αναφερθούμε σε αυτήν στην επόμενη συνέχεια.
Από εκείνη την αποφράδα μέρα της αποτρόπαιας δολοφονίας του Ψαρρού ως σήμερα δεν έχει πάψει η συζήτηση για το αν ο Θύμιος Ζούλας ενήργησε από μόνος του ή κατόπιν εντολών. Τα πράγματα είναι ιδιαίτερα μπερδεμένα και ίσως δεν θα μαθευτεί ποτέ η αλήθεια.
Ο Ζούλας ήταν άνθρωπος προσκείμενος στον Σιάντο – ο οποίος όπως έχουμε προαναφέρει από την αρχή δεν έβλεπε με καθόλου καλό μάτι την ύπαρξη της ΕΚΚΑ. Έτσι οι υποψίες για την εντολή της δολοφονίας έπεσαν κατ’ αρχάς σε εκείνον.
Όμως ο ίδιος ο Ζούλας σε μεταγενέστερη έκθεσή του προς την ηγεσία του ΚΚΕ το 1951 έγραψε ότι τη δολοφονία την οργάνωσε ο ίδιος μαζί με τον Άρη Βελουχιώτη «για να μην ξανασυσταθεί η ΕΚΚΑ» απενοχοποιώντας τον Σιάντο – είναι άγνωστο αν έλεγε την αλήθεια ή ήθελε να απαλλάξει τον νεκρό πλέον (από το 1947) Σιάντο από την ευθύνη. Την εποχή εκείνη (1951) τόσο ο Σιάντος όσο και ο Άρης Βελουχιώτης ήταν «αποκηρυγμένοι» από την ηγεσία του ΚΚΕ υπό τον Ζαχαριάδη.
Κατά τον βιογράφο πάλι και θαυμαστή του Άρη Βελουχιώτη, Διονύση Χαριτόπουλο, ο Άρης Βελουχιώτης μόλις πληροφορήθηκε τη δολοφονία του Ψαρρού «καθύβρισε έξαλλος» τον Ζούλα και είπε: «Αυτό θα το πληρώσουμε και θα το πληρώνουμε στον αιώνα τον άπαντα. Χάσαμε τον μισό αγώνα». Και αυτής της πληροφορίας η εγκυρότητα είναι αδύνατον να εξακριβωθεί εντελώς.
Μια άλλη έμμεση μαρτυρία, η οποία ωστόσο δεν φωτίζει τα γεγονότα, είναι εκείνη του Ευάγγελου Μαχαίρα, ο οποίος στο δικό του βιβλίο «50 χρόνια μετά» περιγράφει μια εκτενή συνομιλία του με τον Άρη όταν ο τελευταίος βρισκόταν πλέον στην Πελοπόννησο και ενώ ήδη είχε υπογραφεί η Συμφωνία του Λιβάνου – σύμφωνα με αυτή την περιγραφή ο πάντα μετριοπαθής Μαχαίρας είπε στον Άρη τη γνώμη του ότι η διάλυση της ΕΚΚΑ και του Συντάγματος 5/42 ήταν μεγάλο λάθος και ότι δεν υπήρχε χειρότερη πράξη από τη δολοφονία του Ψαρρού. Ο Άρης τον άκουσε προσεκτικά αλλά δεν αντέδρασε, του είπε «για έλα τώρα στο συνέδριο» (του Λιβάνου).
Την κατάσταση περιπλέκει ακόμα περισσότερο η μαρτυρία του Στέφανου Σαράφη: εκείνος στο δικό του βιβλίο γράφει «ο θάνατός του (του Ψαρρού) λύπησε τόσο εμένα όσο και τον Σιάντο».
Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το γεγονός ο ιδιαίτερα οξύθυμος στον χαρακτήρα του Ζούλας να ενήργησε τελικά από μόνος του – αλλά το θέμα είναι ότι έπρεπε αμέσως να συλληφθεί, να περάσει από ανταρτοδικείο και να εκτελεστεί. Μόνο έτσι θα μπορούσε εν μέρει να ξεπλυθεί αυτό το μεγάλο έγκλημα το οποίο στιγμάτισε το ΚΚΕ το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ. Όμως δεν τιμωρήθηκε, ούτε καν με απλή επίπληξη! Συνέχισε τη δράση του σα να μη συνέβαινε τίποτα, κάτι που πάλι μεταφέρει τις υποψίες προς τον Σιάντο, καθώς εκείνος ως ηγέτης του ΚΚΕ έπρεπε να διατάξει αν μη τι άλλο τη σύλληψη και δίκη του Ζούλα, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν ο πρόεδρος της ΠΕΕΑ Αλέξανδρος Σβώλος έγινε έξαλλος και ζητούσε την παραδειγματική τιμωρία του, χωρίς να του δίνει κανείς σημασία. Ο προσκείμενος στον Σιάντο Σόλων Γρηγοριάδης δίνει την εξήγηση ότι στο ΚΚΕ τα «αριστερά» λάθη αντιμετωπίζονταν με μεγαλύτερη επιείκεια από τα «δεξιά» και σε αυτό οφείλεται η έλλειψη τιμωρίας – μάλλον τελικά η αλήθεια δεν θα μαθευτεί ποτέ.
Για την Ιστορία, ο Ζούλας μετά από τον Εμφύλιο Πόλεμο όπου συμμετείχε στον Δημοκρατικό Στρατό κατέφυγε ως πολιτικός πρόσφυγας στο ανατολικό μπλοκ και όπως λέγεται παραφρόνησε και τελικά πέθανε σε ψυχιατρείο!
Ήταν βαρύ και δυσάρεστο αυτό το δέκατο πέμπτο μέρος αλλά δεν ήταν δυνατόν να το αποφύγουμε. Στο επόμενο μέρος θα μιλήσουμε για το Συνέδριο του Λιβάνου και την πολύ σημαντική ομώνυμη Συμφωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου