ΞΕΡΕΣ ΛΙΘΙΕΣ
ΠΕΤΡΕΣ ΠΟΥ ΤΟΙΧΟΥΝ ΚΙ ΑΝΑΣΑΙΝΟΥΝ...
Του Αντώνιου Β. Καπετάνιου
«...και στρέφοντας μέσα στο φως άξαφνα είδα
τέσσερα μελαψά στην όψη αγόρια
οπού φυσούσαν κι έσπρωχναν, έσπρωχναν κι έφερναν
κομμάτι γης φτενό ζωσμένο στην ξερολιθιά
όλο όλο εφτά ελαιόδεντρα
κι ανάμεσό τους γέροντας έμοιαζε βοσκός
το πόδι του ξυπόλυτο πάνω στην πέτρα»
(«Η αποκάλυψη», από τη «Μαρία Νεφέλη», Οδυσσέας Ελύτης)
Η αλήθεια της ζωής, πλέρια αποκαλύπτεται κει οπού ο άνθρωπος με τη γη ανατράφηκε κι έφτιαξε πολιτισμό. Κει που η ανάγκη και η λογική, το πνέμα κι ο σκοπός, τον έφεραν να συμπράξει με τη γη, γι' αυτήν να κοπιάσει και με τα στοιχεία της ν' αρμοστεί. Να κάμει ριζολίθι τα έργα του, και σ' αυτά να βαστηχτεί η ζωή -θεμέλιο της γης, ρίζα της, ο στεργιωμός τους. Η πέτρα, ζωντανή στον προορισμό της από τον άνθρωπο, σύντονη του σκοπού, γένεται θεόφορη στα χέρια του κι αποκτά αναπνοιά στα έργα του, που ενοιώστηκαν τη ζωή και την έφτιαξαν στο πάλε της. Στην πέτρα την ηλίβατη μιλάει η γης. στην ξερολιθιά, ο παλμός της αχαμνής ζωής...
Μια θάλασσα κυματισμένη γης -σα ζωγραφιά θαρρείς... (επιστολικό δελτάριο του χωριού Ποταμιά Τήνου, από το λεύκωμα «...και μη λησμόνει», του Στρατή Φιλιππότη)
Δυο λέξεις, μια έννοιαΛέξεις ταιριασμένες της γλώσσας μας, που στοιχούνται στο λίγο τους για να πουν πολλά. Ξ(η)ερή λιθιά: δυο μονάχα λέξεις -ιδού η αξία τους!.. Μιλούν μεστά για το δημιούργημα, περιλαμβάνοντας στην έννοια τους την άσκηση, την προσπάθεια, την πάλη του δημιουργού στο ακατάγραφτο -λόγω της ταπεινότητάς του- κραταίωμα της δημιουργίας. Κι έχουν τόσην ενότητα, τόση νοητική και ξήγηση, που στέκονται ως μία -ουχί στο σύνθετό τους, μα στην ουσία τους-, και λέγονται «ξερολιθιά», μιλώντας για το περσότερο του προκειμένου: για τη δημιουργία ως πράξη, καθώς σ' αυτήν ρυθμούνται και μ' αυτήν αποδίδονται τα σύστοιχα, η προσπάθεια και το έργο του ανθρώπου, που δίνει ζωή.
Όχι μόνο το φαίνεσθαι, αλλά και το γίγνεσθαι κλείεται στην καταλύτρα λέξη, που μακραίνει στην εννόησή της, φτιάχνοντας πνέμα, δίνοντας πνοή στα σύμβολα. Ως τέτοια, πλουτίζει με τη σπουδή της και φυσά ζωή, σπέρνοντας ιδέα στη χωραφιά της πλάσης. Και νοιώθεις στο μελέτημά της το δημιούργημα ως φυτιά της γεννήτρας γης, εν αναφύημά της που σκορπά ανάσα και κάμει την πλάση να πάλλεται. Και νοιώθεις, στο παραπέρα του, θέμελο το δημιούργημα κι άγια κλήρα τη δημιουργία που πνοεί. Η λέξη έτσι, η «ξερολιθιά», η απλή που τα εννοεί -που δεν πιστώνεται με τίτλους κι από τους σύγχρονους χαμηλά προφέρεται γιατί έχει κακήν ηχητική, μάλλον λόγω της μικρής αξίας της!-, έννοια γένεται, κι ας μην αναλύεται στα βαριά επεξηγηματικά λεξικά ως τέτοια, αφού κλείει στο βάθος της πλούσια ύλη, της αίστησης και του σκοπού, που αν αναλυθεί από τους θέλοντες, γένεται έννοια σπουδαστική του βίου.
Λογαριασμένη, το λοιπόν, η ταίριαξη των λόγων για την απόδοση των έργων. Μια σειρά δυο μοναχά λέξεων -ξ(η)ερή λιθιά-, ταπεινών στην αίστησή τους, όπως και το δημιούργημα π' αναφέρονται, που όμως φτάνουν για να τ' αποδώσουν κυριολεκτικά και με σημασία. Δυο λέξεις που φτιάχνουν έννοια, στην οποία περιλαμβάνεται όχι απλά το έργο, που σκοπεί στο να κρατηθεί η γης και να γονιμέψει, αλλά η ίδια η πράξη ως ολότητα. Είναι, τελικά, το άρμοσμα ορισμένων λέξεων τέτοιο, που δε μπορούν να σταθούν ξέχωρες, επιδιώκουν τη σύζευξη, αγωνιούν να ενωθούν και να γίνουν έννοια, ακριβώς επειδή μεγαλύνονται από το περιεχόμενό τους. Κι αυτό γιατί ο λαός ήβρε φλέβες λέξεις και τις ταίριαξε, κι είδε το δημιούργημα με σφυγμό κι αιμάτινη ροή. Μάζεψε λοιπόν το λόγο στην ουσία του, κάμοντάς τον έννοια. Είπε, έτσι, «ξερολιθιά» το γέννημα, περιλαμβάνοντας στην απόδοσή του το όλον της πράξης του.
(Αριστερά) Λιθόστρωτο στον Άγιο Λαυρέντιο Πηλίου (καλντερίμι, ή καλντρίμι κατά τη ντόπια λαλιά), (Δεξιά) Όλο πέτρα η γης, και τ' ανηφόρι στέργιο και στρωτό...
Δεν ήθελε -ως λαός πνοός- να μιλά βουβά, να βλέπει χωρίς να γέμει, γι' αυτό κι απέδωσε το έργο ως δημιουργία. Μίλησε για «λιθιά», την έκφραση/πράξη του ανθρώπου στο πεδίο της γης, που έδωσε ύψος στο φτωχό της ανάστημα, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία της: την πέτρα και το χώμα. Μα το σημαντικότερο τούτων είναι ότι, έφερε τη ζωή της γης στο ανθρώπινο έργο, κάμοντάς το ζωντανό και συνταφτιστό της -ένα της! Τούτο την κραταίωσε, την «έδεσε», την αναβίβασε ακόμη, κάμοντάς την νευρή και φλέβια. Ρίζες, έτσι τα έργα των ανθρώπων. σπορείς κι αργάτες ζωής, οι δημιουργοί τους... Είναι μια πράξη με συνέπεια αυτή, σύστοιχη της φύσης, αφού, πράττοντας με μέτρο κι έχοντας σκοπό ο δημιουργός, γένεται το έργο σοφισμένο. καθώς επίσης, λιτό και ψυχωμένο...
Τούτα στο μέγιστό τους συνέβαιναν, φέρνοντας συντάραξη εσωτερική, με το νοιώσιμο της δημιουργίας στ' άκουσμα των δυο παραπάνω λέξεων με την όμορφη ταίριαξη. Ξ(η)ερή λιθιά: ένα χαιρέτισμα, μια καληώρα της ζωής στην εννόησή της. Κι ας μην ήταν ιδωμένο το αντικείμενο, ας μην τώχες ακόμα μελετήσει -ίσως μάλιστα η εικόνα του, χωρίς προηγούμενη σπουδή, να το «αδυνατούσε»!.. Μόνον που το ένοιωθες: αυτό έπρεπε για να πλαστεί νοητικά και να γενεί η ιδέα της έννοιας, πράξη του σκοπού. Μιαν τέτοια καλουργία, συγκινούσε και πλάταινε τη ματιά, έδινε στο δημιούργημα ύψος κρατινό, έτσι που βλαβητικά τα εγκόσμια αποζητούνταν.
Κι είναι πράγματι μεγάλο τούτο το καλό, κι αξήγητο συγχρόνως για τον αγύμναστο νου, να εννοείς το πρωτογενές π' αναζητείς από την αλήθεια των στοιχείων του και να ορθείς με το νόημα της λιτής περιγραφής, διανοητικά, στα σύμβολά του! Με αυτά μιλείς μα κι εννοείς, έχοντας πλατιό, μακριό, βέβαιο προορισμό. και μιαν 'μπιστοσύνη στο δημιούργημα που τώχεις θεωρήσει να βολεί. Και σαν, κατόπιν, μπρος στο αντικείμενο σταθείς, δε θ' απογοητευτείς, μα θα επιβεβαιωθείς που το εννόησες με ιδέα. Γιατί, η σπουδή του σκοπού και η κατήχηση στ' απλά, σου έδωσε πλατυρρημοσύνη: για τη διανοητική σου ενάσκηση και την πρακτική σου κραταίωση. Έμαθες να βλέπεις προορισμό...
Δεν είχες, το λοιπόν, να περιμένεις πύργους, κτίρια οχυρά κει στα πλάγια, μα πέτρες της σειράς, στεργιώματα της γης, που τοίχους φτιάχνουν και μιλούν με καρδιά...
Τοίχοι ζωής
«ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ στο πέτρινο πεζούλι»
(«Το δοξαστικόν», από το «Άξιον Εστί», Οδυσσέας Ελύτης)
Οι ξερολίθινοι τοίχοι δεν είναι «ξεροί» ζωής. Έχουν περιεχόμενο, μιαν ιδέα, εν σκοπό κι επιδίωξη: να παραμείνει η γης κρατερή για να παράξει και να μιλήσει με τα στοιχεία της. Ώστε αποτελούν πηγές, εστίες, για την παραγωγή της ζώσας ύλης του δημιουργού: τον πηλό του. Έχουν επίσης ζων περιεχόμενο: την εντός τους ζωή. Αυτή που συντηρείται κει, σε μια σύνθεση της φύσης.
Δεν είναι συνεπώς νεκρό υλικό, τοποθετημένο με τέχνη από τον άνθρωπο, για την εξυπηρέτησή του. Είναι ξηρολιθοδομή, δηλαδή τοίχοι χωρίς συνδετική ύλη, με μόνο διάμεσο υλικό στήριξης τις σφήνες -όταν βέβαια απαιτούνται (π.χ. στους τοίχους αντιστήριξης)-, όχι όμως τοίχοι χωρίς περιεχόμενο. Και το περιεχόμενό τους, είναι το σημαντικότερο της πλάσης -πλάσης τ' ανθρώπου-, αν αναλογιστεί κανείς ότι είναι ζωή!.. Μια ζωή που στέργεται χάρη στον τρόπο που δομούνται, καθώς λείπουν από την κατασκευή οι αρμοί και τα γεμίσματα, που την αποκλείουν...
Είναι η ζωή του αμάραντου και του σαπουνόχορτου, του κισσού και της λειχήνας, της φραγκοσυκιάς και της κάππαρης, του θύμου και της ρίγανης, του πουρναριού και της γκορτσιάς, του άνθους της πέτρας και της σχισμής. Καθώς επίσης, της γο(υ)στέρας και του πετρόφιδου, του σκαντζόχοιρου και του ποντικού, του γκιώνη και της γαλιάντρας, της σουσουράδας και του σπουργιτιού, της μέλισσας και της πασχαλίτσας, των μύριων ασπόνδυλων. που όλα τους βιούν, βοούν και πράττουν κει, χρησιμοποιώντας τη συγκεκριμένη κατασκευή είτε ως μονιά ή καταφύγιο, είτε ως απάγκιο ή στασίδι.
Οι ξώτοιχοι με τις αρμοστά τοποθετημένες ασυγκόλητες πέτρες, τις αργασμένες ως σύνθεση του μέτρου κι όχι ως μόρφωμα της πλοκής, που σκοπός τους είναι να βαστάξουν τη γη, για τον ανασκωμό της, για την κήπευσή της, κι όχι να τη χωρίσουν, να τη μποδίσουν ή να τη χαρακώσουν, δεν υψώθηκαν, δεν ανεγέρθηκαν, δε στήθηκαν, μα αναφυήθηκαν ως έκφραση της γης, λες κι ο σφυγμός της πήρε ύψος στο παραπάνω της. Από μέσα τους η ανάβρα: το νερό κι ο αέρας της γης, που διαπερνά το σώμα τους και τις αιματίζει, ρέοντας από τα κενά των λίθων. Και γένεται φύση ηπιότερη, μαλακωμένη, καθώς οι τοίχοι αποστολή τους έχουν να πραΰνουν τη θέρμη, την ορμή της γης. Κι ως φρυμένη γλώσσα η τοιχισμένη γη εκράτει το υγρότερον του λίγου, κι έφτιαξε, αναμεσίς του ξήρου, κραταιώτη. γιατί, ασκημένη στην κράτη είν' η γλώσσα που διψά, και στην ξαίθρα ημερινά μαζώχνει δρόσο από το ανάβλεπτο, από το λιγοστό. Συγαναβράει έτσι η ζωή, κρατημένη στην ανάσα της, για να μπορεί να στέκει στο όριο που μετρήθη, και νευρή και με πυράδα αγωνιέται.
Στενοτόπια με ξερολίθινα τειχιά σε οδηγούν...
Με πρόνοια βαστάχτηκαν τα τειχιά του ανθρώπου, με έγνοια και φροντίδα του δημιουργού. Αυτός προορίσθηκε να στέρξει και να κρατήσει το δημιούργημα -για το καλό του. Η φύση ριζώθη κι έδωσε χυμό στη δρακοντιά, γάλα στη συκιά, ρυθμό στους τέττιγες, κραυγή στο γκιώνη, σούρσιμο στο σερπετό, θρο στη σχισματιά..., κι έκανε την πέτρα ξέχειλη ζωής. Και ψήλωσε η γης στο τόσο της, και σκίρτησε το σπλάχνο της. Κι εγνώστη με οσμές, με ήχους, με κοιτάγματα, μ' αισθήσεις και συναισθήματα. Κι έγινε στο ψήλος του, μικρή ολότη το φτενό δημιούργημα...
Ένα τέτοιο μικροπεριβάλλον, τόσο πλούσιο στο λίγο του!, είναι σημαντικό για την πληρότητα που του δίνει η λιγοσύνη του. Καθώς, όλα κει στριμώχνονται κι αρμόζουν στο ελάχιστό τους, στο λίγο τους, και γένεται θώκος το δημιούργημα, μια κιβωτός! Και τούτο είναι το σπουδαίο αυτήνης της ύπαρξης: ότι γένεται ολότητα και ξετάζεται στο όλο της, όχι στο στοιχείο της. Η θίξη όμως στοιχείου της, σημαίνει προσβολή του όλου, πωδηγεί σε υποβάθμιση, ίσως και την κατάρρευσή του. Μια κατάσταση στην οποία μπορεί να περιέλθει το μικροοικοσύστημα τούτο, όπως θα δούμε παρακάτω, ακόμη και με την εγκατάλειψή του: όχι μόνον προστασία και διαφύλαξή του λοιπόν, μα και διαχείριση, έγνοια και φροντίδα του.
Η εξάλειψη, συνεπώς, της ζωής στο μικροπεριβάλλον της ξερολιθιάς, και η γενικότερη καταστροφή που προκαλείται από την ενέργεια αυτή, αποτελεί γεγονός που συνταράζει τη φύση, έστω κι αν -λόγω άγνοιας ή ασυνειδητότητας- δεν συγκινεί συνήθως και δεν ταράζει τον άνθρωπο. Διότι, αν μη τι άλλο, αφορά στην απώλεια ζωής. Η οποία, σε βάθος χρόνου και με την εξέλιξη των πραγμάτων, μπορεί ν' αφορά και στην ανθρώπινη ζωή. Καθώς, εν φυσικό οικοδόμημα συγκροτήθη κει, με τον άνθρωπο ενεργό του και κάθε του θίξη, μοιραία (!) τον πληγώνει...
Η αναφορά ενός Δασάρχη το έτος 1968, καταγράφει ένα τέτοιο γεγονός, της εξάλειψης της ζωής σε μια ξερολιθιά. Το αντλούμε από την υπηρεσιακή αναφορά του: «Την 25η του μηνός Αυγούστου 1966 και περί ώραν 8οο πρωϊνήν, εξερράγη πυρκαϊά εις την αγροτικήν περιοχήν του συνοικισμού Αγίου Στεφάνου Κοινότητας Νομίων Μονεμβασιάς, προκληθείσα υπό του εν θέματι ... (το όνομα του εμπρηστή). Ο εμπρηστής έθεσε το πυρ, με σκοπόν να καταστρέψει φωλέαν του επιβλαβούς εντόμου σφιξ, κειμένην εντός ρωγμής ξηρολίθινης βαθμίδος, επί της οποίας εφύετο πλούσια βλάστηση και εκείντο εν αφθονία εύφλεκτα ξηρά χόρτα και κλάδοι δένδρων, προερχόμενα εκ καθαρισμού του κτήματός του... Ο απολογισμός της ως άνω πυρκαγιάς υπήρξεν βαρύτατος. Χίλια τετρακόσια (1.400) ελαιόδενδρα κατεστράφησαν ολοσχερώς. Έκτασις διακοσίων πενήντα (250) στρεμμάτων καλυπτομένης υπό δασικής βλαστήσεως, της διαπλάσεως των αειφύλλων πλατυφύλλων, αποτεφρώθη. Εκατό (100) πολίτες και πενήντα (50) στρατιώτες απησχολήθησαν με την κατάσβεσίν της επί τετραήμερον...» (από υπηρεσιακή αναφορά με ημερομηνία 30-9-1968).
Το παραπάνω γεγονός μπορεί να συνοψιστεί στα εξής: Η ζωή που καλά προφυλαγμένη συντηρείτο στην ξερολίθινη κατασκευή, οδήγησε τον αγρότη στο να βάλει φωτιά, για να την εξαλείψει. Και δημιούργησε μιαν ολοσχερή καταστροφή!.. Η ζωή τελικά, δε μιλά με συμβολισμούς, αλλά με τα σύμβολά της μάς μιλά! Γιατί να καταστρέψεις κάτι τόσο καλά προφυλαγμένο, κάτι τόσο όμορφα απλό, την ύπαρξη που θα έπρεπε να διαφυλάξεις; Η τιμωρία σου μην είναι μια γενικότερη καταστροφή;
Ω, του μάστορα της λιθιάς η τέχνη, η υψηλή!.. («Dry Stone» by Anna Tosney)
Ο πολιτισμός της πέτρας
«Η πέτρα είν' ο θάνατος
η πέτρα είν' η ζωή μου...»
(«Η πέτρα», Μάνος Χατζιδάκις)
Οι ξερολιθιές αποτελούν στοιχείο του ελληνικού τοπίου, αποτελούν χαρακτηριστικό της ελληνικής υπαίθρου, αποτελούν μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς (εκφραζόμενη ως τέχνη, ως τρόπος ζωής, ως πρακτική διαχείρισης του φυσικού χώρου, ως διαμορφωθέν φυσικό περιβάλλον). Χαρακτηρίζουν, στις περσότερες των περιπτώσεων, τοπιακά και πολιτιστικά το περιβάλλον μιας περιοχής, ενώ συμβάλλουν οικολογικά στη λειτουργία των αγροτικών συστημάτων, που συγκροτούνται και λειτουργούν με τις αρχές της πατροπαράδοτης (ορθότερη λέξη της «παραδοσιακής», τη θεωρώ) αειφορικής διαχείρισης, αποτελώντας βασικό στοιχείο των οικείων βιοτόπων. Η διαχρονική παρουσία τους και λειτουργικότητά τους στο φυσικό χώρο, σε συνδυασμό με τη λελογισμένη διαχείριση των εδαφών από τον άνθρωπο της υπαίθρου, διαμόρφωσε ισορροπίες στα ορεινά κι ημιορεινά οικοσυστήματα της χώρας, με τρόπο που, διατηρουμένης της φυσικότητας του χώρου αυτού, να ενισχύεται η βιοποικιλότητα και η αισθητική του αξία.
Η δημιουργία και συντήρηση των ξερολιθιών, ήταν παράδοση παλαιά, μια τέχνη που μεταβιβάζονταν από τον πατέρα στο γιο, μια παρακαταθήκη ζωής. Η διατήρησή τους κρατούσε το χώρο οπού οι άνθρωποι δραστηριοποιούνταν ζωντανό, αφού η τόσο πολύτιμη γη συντηρείτο χωρίς να χαρακώνεται, να παρασέρνεται από τις βροχές και τον άνεμο, και να χάνεται. Παράλληλα, η λεπτή γης, η πετρώδης κι άγονη, αναβαθμίζονταν (κι εμπλουτίζονταν) με τις μεθόδους, πρακτικές, τεχνικές ήπιας και λελογισμένης καλλιέργειάς της, που στηρίζονταν σε εμπειρικές αρχές φυσικής διαχείρισης (αμειψισπορά, κόπρισμα, επιφανειακή άροση κατά τις ισοϋψείς κ.ά.) Έτσι καθίστατο δυνατή η εκμετάλλευσή της, χωρίς να υποβαθμίζεται το έδαφος, το περιβάλλον, το τοπίο. Οι δε τοίχοι που χώριζαν ιδιοκτησίες ή χρήσεις, ήταν όριο ως προς τη διαχείριση της γης κι όχι χώρισμά της, αφού αυτή (η διαχείριση) γινόταν ενιαία, βάσει άτυπων αρχων και κανόνων, χωρίς μελέτες και βαριά σπουδή (!), με συμφωνημένο θαρρείς πρακτικό ως προς τη διαχείριση του όλου.
Ρείπιο ξερής λιθιάς: Παλαιόπολη Άνδρου. Ως μνημείο για το μεγαλείο της κατασκευής του, αρκεί... -που η ιστορία του!
Η όλη διαχείριση αυτού του χώρου ήταν αποτέλεσμα εμπειρίας, γνώσης, συμπεριφορών, φιλοσοφίας εντέλει των διαχειριστών του, που δείκνυε τον πολιτισμό τους. Έναν πολιτισμό με συγκεκριμένο τρόπο ζωής (παραδοσιακό τον λέγουν, κακώς νομίζω...), που απέρρεε από τις συνθήκες του τόπου, τις γενικότερες καταστάσεις και τα γεγονότα που τον επηρέαζαν (π.χ., ένας πόλεμος απομάκρυνε τους άντρες από τη γη, μ' αποτέλεσμα την εγκατάλειψή της και την υποβάθμιση/κατάρρευση των στοιχείων της), αλλά και τις ηθικές, πνευματικές, θρησκευτικές, συμβολικές κ.ά. αξίες που χαρακτήριζαν την κοινωνία της υπαίθρου. Όλα αυτά διαμόρφωναν την πολιτιστική ταυτότητα (και ποιότητα εν προκειμένω) του τόπου, οπού οι ξερολιθιές είχαν βασικό λόγο, με τη στήριξη θεμελιακώς (κυριολεκτικά ή αξιακά) του δημιουργήματος.
Η ιδέα τους ήταν φιλοσοφημένη, μα και η αρχιτεκτονική τους καλλιτεχνική. Δεν ήθελαν να ταράξουν τον τόπο, να τον αναστατώσουν, μα να τον μαζέψουν γύρω από το σκοπό και να τον κραταιώσουν γι' αυτό. Διότι, η συμπεριφορά των ανθρώπων της υπαίθρου προς τη γη, ήταν σεβαστική. Η κάθε πράξη τους μετρούνταν, για να μη γενεί καταχρηστική. Καθώς, με τούτο που ο Κάφκα είπε, φαίνεται να πνοούνταν -κι ας τούς ήταν ξένος, καθώς, ήταν η φιλοσοφία ανθρώπων κοντινών της γης, που τους έφερνε με ίδια σκέψη: «Καλοτυχία να καταλάβεις ότι το έδαφος όπου πατάς, δε γίνεται μεγαλύτερο να είναι απ' όσο τα δυο πόδια σου καλύπτουν» (Κάφκα Φρ., «Αφορισμοί», εκδ. Ερατώ, Αθήνα 1999, σελ.38).
Δε γένονταν έτσι φρούρια στη γης οι τοίχοι της, μα τεκτονήματά της. Οι πέτρες, ξώμυτες ή παράγωνες ταιριάζονταν, με πελέκησή τους ή χωρίς, γιατί αυτοσκοπός δεν ήταν το ίδιο το έργο, μα η επιδίωξη, δηλαδή η ύψωση της γης -μ' ότι τούτο σήμαινε... Αυτό βέβαια δε συνεπαγόταν υστέρηση της ποιότητας του έργου, αφού για την κατασκευή του ακολουθούνταν τα πατήματα και οι προδιαγραφές του μάστορα -πάντα βέβαια κάτω από ένα αυστηρό πλαίσιο αρχών-, καθώς, από την ορθότητά του (την εντέλειά του, τελικώς) εξαρτιόνταν η ακεραιότητα του δημιουργήματος. ή, για να μιλήσουμε οικολογικά, το αποτέλεσμά του καθόριζε τη λειτουργία του αγροτικού φυσικού συστήματος που δομούνταν σε νέα βάση, με το τοίχισμα της γης. Γι' αυτό κι υπήρχε μαστοριά στην κατασκευή, π' απέβλεπε στη στερεότη του, μια τεχνική της εμπειρικής που απέρρεε από την ανάγκη του σκοπού, τη δεξιοσύνη του δημιουργού, τη συσσωρευμένη πείρα ζωής και τη σοφισμένη θεώρηση του δημιουργήματος.
Η λογική της κατασκευής, ήταν του μέτρου και του μπορετού: τίποτα δε θα πεταχθεί, μα και ξώτερο, παράτερο, ανάρμοστο δε θα σταθεί. θ' ακεραιωθεί και θα ταιριασθεί για την ολότη. Ο αγρός θα καθαρισθεί από τους λίθους, μα και θα φτιαχτεί με τις λιθιές. Τούτο έδωσε στην κατασκευή μιαν ιδιαίτερη φιλοσοφία, όχι κατασκευαστική, μα μαστορική. Ο μάστορας ήταν ο αρχιτέκτονας του τόπου του, αφού τον δομούσε με τη σοφία του, με την έμπνευσή του, με τη δεξιοσύνη του, στήνοντάς τον με αρχές και ιδέα. Έφτιαχνε έργα και μαζί τόπους, τοπία, περιβάλλοντα, προορισμούς. όλα στέρεα -όσο τα πνοούσε-, γιατί είχε βέβαιο και σοφά μελετημένο σκοπό: να δώσει ολότη.
Θεώρησε αρμοστό ο Δημήτρης Πικιώνης να βάλει την ξερολιθιά στο μεγαλειώδες αρχαίο μνημείο (την Ακρόπολη), κατά τη διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου της...
Είπε για τούτα ο ποιητικός και στοχαστικός Κυριάκος Κρόκος, ο αρχιτέκτονας του μέτρου και των καθαρών γραμμών: «Όταν κάνω πολλές φορές τέτοιες σκέψεις, με ανακουφίζει η εικόνα μιας ξερολιθιάς, όταν ο νους μου ακουμπάει σε μια αρχιτεκτονική. Το ελληνικό τοπίο το χαρακτηρίζουν αυτές οι ξερολιθιές, που γράφουν τέλεια πάνω του την ανάγκη της ύπαρξής τους. Σκέφτομαι το ήθος που απαιτεί η σωστή άρθρωση ενός τοίχου, τον ρυθμό που επιβάλλει. Ένας καλοχτισμένος τοίχος είναι μια αρχιτεκτονική, με την έννοια ότι εντάσσεται στο φυσικό τοπίο. Η μορφή του με την τονικότητά της εναρμονίζεται με το περιβάλλον και ζει στο μεσόφωτο σαν πλαστικό έργο, σε αντίθεση με τις επιφάνειες των νέων κτιρίων, που μοιάζουν νεκρές. Σκέφτομαι τις ξερολιθιές των νησιών, όπως και άλλα ανώνυμα κτίσματα που η αληθινή ανάγκη υπαγόρευσε, και θέλω από εκεί να αρχίσω την αναζήτησή μου μέσα από το σχήμα που οι νέοι καιροί με τα υλικά τους επιβάλλουν. Θέλω εκεί να στηρίζω τις προσπάθειές μου. Η παράδοση με διδάσκει να βλέπω τις σχέσεις και όχι τα πράγματα από μόνα τους» (Κρόκος Κ., «Κυριάκος Κρόκος», «Αρχτεκτονικά Θέματα» 23/1989, σελ. 120, από το «Κυριάκος Κρόκος, ανθολόγηση κειμένων», GRA εκδόσεις, σελ. 18, 19, Αθήνα 2008).
Μα ο μάστορας, ο απλός τούτος αργάτης της γης, με την πρωτογενή σοφία και τη μέσα του επιστήμη, προχώρησε -ως ανήσυχη και βασανιστική ψυχή που ήταν- παραπέρα: Καλλιτέχνησε, έφτιαξε γλυπτά της φύσης, πλαστούργησε -ίσως τελικά η καλλιτεχνία νάναι μέρος της μαστορικής! Πελέκησε την πέτρα, της έδωσε σχήμα, ή την ταίριαξε για τούτο, κι έδωσε αφηρημένες μορφές και παραστάσεις της. Δέστε τες ως πορτάρια των τοιχισμένων αγρών, ως προβολές λίθων με φυσική ομοιώτη σε μορφές, ως στυλιστική παρουσία άλλων -ωσά στήλες, πύλες, παραθύρια κ.ά.-, ως αρχετυπική προβολή των δυνάμενων να νοηθούν λίθων στην πρωτογένειά τους, π' αναπέμπει στη ρίζα κατά τον επαναπροσδιορισμό της δημιουργίας. Ως παρουσία ακόμη εσωτερική της πέτρας, με μορφές της γονιμότητας, του κάλλους, της ευγένειας, αναπαριστώντας δυνάμεις ανώτερες κι ανεξήγητες, π' υποστήριζαν το δημιούργημα και το δυνάμωναν νοητά, τούδιναν ψυχή.
Δεν έμεινε δηλαδή ο μάστορας στο δημιούργημα ως καλλιτέχνημα: στο κέντημα της γης. Προχώρησε στην καλλιτεχνία του στοιχείου του (τη ξερολιθιά) -που, τελικώς, απέρρεε από την τέχνη της κατασκευής του- κι εφηύρε για τούτο τεχνήματα, για να το προσδιορίσει και να το αναβιβάσει αισθητικά, να του δώσει την προσωπική του ταυτότητα. Κι ως τέτοιο τόκαμε ιδιαίτερο, έργο της ματιάς και των αισθήσεων, έργο ευαίσθητου δημιουργού, πώδενε τη μαστοριά με την καλλιτεχνία. Κι αποκτούσε τελικώς η πέτρα μιαν αίσθηση κι ως αξία στέκουνταν, και πολιτισμός γίνονταν στο παραπέρα της. Διότι είχε πορεία κοινή με του ανθρώπου στη χρήση της, μα κι έκφρασή του συνάμα γένονταν στο δούλεμά της...
Πρωτογενής έτσι, αγρία, η ομορφιά της λιθιάς -και γι' αυτό τόσο υψηλή!..-, μα και καλλιτεχνική, όταν επέμβαινε γλυπτικά και την αισθητοποιούσε ο δημιουργός της. Άλλες Μυκήνες λες -σε άλλη, βέβαια, κλίμακα, και μ' άλλο σκοπό-, μνημείο κι αυτή ενός πολιτισμού, στα χνάρια του παλαιότερου...
Η μαστορική παντρεμένη με την καλλιτεχνία -ωσά αρχαίο μνημείο η λιθιά! Όλα τους μιαν αρχετυπική αρχιτεκτονική του τόπου...
Η οικολογία της λιθιάς
«Άνθη της πέτρας μπροστά στην πράσινη θάλασσα
με φλέβες που μου θύμιζαν άλλες αγάπες
γυαλίζοντας στ' αργό ψιχάλισμα,
άνθη της πέτρας φυσιογνωμίες
που ήρθαν όταν κανένας δε μιλούσε και μου μίλησαν
που μ' άφησαν να τις αγγίξω ύστερ' από τη σιωπή
μέσα σε πεύκα σε πικροδάφνες και σε πλατάνια»
(«Άνθη της πέτρας», Γιώργος Σεφέρης)
Εν σύμπαν στη ξερολιθιά: μια μάγα γη, του θρύλου, ανεξερεύνητη. αν και τόσο κοντά μας!.. Ο άνθρωπος, ο οικείος της, που τη θεώρησε στο είναι της κι όχι στο έχει της, δεν την είδε στο παραμέσα της, γιατί είχε δέος -μήπως και φόβο;- για το κρύφιο της ζωής στο ανάμεσο των λίθων, για το μυστήριο πώκρυβε η λίθινη κατασκευή. Γιατί, ακόμη, δεν ήθελε να την ταράξει, λογιάζοντας στο υποσυνείδητό του για την ακαταπόνητη προσπάθειά της ν' ακεραιωθεί στο λίγο της, να γενεί ελάχιστη, για να μπορεί να σκιρτήσει σε κενά και σχισματιές, σε πόρους κι οπές, σε ρηγματιές και κοιλότητες. Είχε μια σέβαση, και μιαν πατρική στοργή λες, για τη ζωή που γεννήθηκε με το δημιούργημά του, γιατί την ένοιωθε δική του, γέννημά του, αφού τη δημιούργησε το έργο του. Απολάμβανε την πλάση του για την προσφορά της, κι ας μην τη γνώριζε στο βάθος της, κι ας μην του δινόταν φανερή. Μόνο που τη νοούσε και τη γεύονταν στην ανάσα της, στο σκίρτημά της, στο λίγο της που του δινόταν: αυτό τού ήταν αρκετό για την απόλαψή της. Η μικρή, η αιρετική της ύλης φύση του τοίχου, απολαμβάνονταν με το συναίσθημα και την αίσθηση του βάθους της.
Για να κατανοήσουμε όμως το δημιουργό, πρέπει ν΄ ανατρέξουμε στην αρχή του, όταν συνειδητοποίησε ότι η γη υπό τη διαχείρισή του απαιτεί το μέτρο, τη σπουδή και τη σοφία του. Τότε έφτιαξε έργα της γης, που την ωφέλησαν, για το δικό του καλό. Κι εξαιτίας τους, μια νέα φύση δημιουργήθηκε, μια φύση πνοημένη από το δημιουργό, π' απαιτούσε για να κρατηθεί τη συνεχή άσκησή του εντός της. Σε μια τέτοια ολότη, δε μπορούσε ο άνθρωπος ξέχωρος από το όλον να σταθεί και να λειτουργήσει ως ανώτερος, μα όφειλε να πράξει ως λειτουργός της. Κι έπρεπε χορηγός να γένεται σε κάθε του πράξη, στο συλλείτουργο της φύσης του. Αν την εγκατέλειπε, αν την υπέσκαπτε, αν την αμελούσε, δε θα την είχε πλούσια σύμφωνα με το σκοπό -όπως τελικά κι έγινε, με την εγκατάλειψη και την κατάρρευσή της (όπως θα δούμε παρακάτω)! Είχε συνεπώς σοφία η αντιμετώπισή του, για την κραταιώτη του δημιουργήματος...
Περιποιημένες του λιοστασιού οι ξερολιθιές...(στη Λέσβο)
Η δημιουργία των ξερολιθιών ξεκίνησε από την ανάγκη να οριστούν οι βοσκές, οπότε χρησιμοποιήθηκε η πέτρα γι' αυτό, λόγω έλλειψης άλλου υλικού κατασκευής (π.χ. ξυλείας), αφού στον πετρώδη βοσκότοπο μόνον η πέτρα αφθονούσε, αλλά κι επειδή υπήρχε αδυναμία άλλης κατασκευής στα πετρώδη εδάφη (αφού, π.χ., η έμπηξη πασσάλων στην πετραία γη για τις περιφράξεις, ήταν εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη). Στη συνέχεια, η παραπάνω πρακτική επεκτάθηκε και στα εδάφη που καλλιεργούνταν, με την κατασκευή αναλημματικών τοίχων που αποσκοπούσαν στη συγκράτηση των εδαφών από τις βροχές και τον άνεμο. Οι πέτρες για την κατασκευή τους προέκυπταν συνήθως από τον καθαρισμό των χωραφιών, κάτι που σήμαινε διπλό όφελος: γινόταν καθαρισμός της γης και ταυτόχρονα ανευρίσκονταν στην πηγή του το υλικό (οι πέτρες) για την κατασκευή των τοίχων. Σε περιοχές της Ελλάδας, οι ξερολιθικοί τοίχοι αποσκοπούσαν αποκλειστικά στη στήριξη των εδαφών για τη γεωργική χρήση τους και χρονολογούνται από την Ελληνιστική εποχή. Για να γίνει αυτό, οι καλλιεργητές έκοβαν τα δέντρα της περιοχής, ξερίζωναν τα πρέμνα από τα δέντρα πούχαν κόψει την προηγούμενη χρονιά, κι έστηναν ξερολιθιές για τη συγκράτηση της γης για καλλιέργεια. Ακολουθούσε η ίδια διαδικασία για επόμενο κομμάτι γης, ανάλογα με τις δυνατότητες που υπήρχαν και τις ανάγκες της οικογένειας, μετατρέποντας δασικές εκτάσεις σε τοιχισμένους αγρούς. Όταν οι ανάγκες ήταν μεγάλες ή δε γινόταν σωστή διαχείριση της καλλιέργειας, μ' αποτέλεσμα την εξάντληση του εδάφους και την απώλεια εσοδείας λόγω της υποβάθμισης, οι ξερολιθιές επεκτείνονταν παραπέρα και σε μεγάλη ακτίνα κάλυπταν ευρείες περιφέρειες, ακόμη κι ολόκληρα νησιά -π' εμφανίζονταν τοιχισμένα! Τέτοιες ξερολιθιές εντοπίζονται στη Νότια Ρόδο (όταν η Ροδιακή Συμπολιτεία βρισκόταν σε ακμή), στη νήσο Κέα (στην περιοχή της Καρθαίας) κ.ά. Αυτά τα ξερολιθικά τοπία, ως έχοντα κι αρχαιολογική αξία, θα έπρεπε να θεωρούνται μνημεία της αρχαιότητας και να προστατεύονται (κάτι που δυστυχώς δε γίνεται).
Η χρήση υλικού του τόπου για την κατασκευή των τοίχων (λίθοι των ίδιων των χωραφιών), το μέγεθός τους, με ύψη στα μέτρα της γης, η προσαρμογή των λίθων χωρίς συνδετική ύλη, πώδινε στην κατασκευή τη δυνατότητα ν' «ανασαίνει» και να συντηρεί ζωή, φτιάχναν μια γήινη κατασκευή που δε χαλνούσε τη συνέχεια του τόπου και πρόσθετε στην αξία του. Έτσι διαμορφώθηκε ένα τοπίο προσαρμοσμένο στο φυσικό περιβάλλον, τα δομικά στοιχεία του οποίου προέρχονταν από τη φύση και δεν την αλλοίωναν. Οι τοίχοι δεν ακουμπούσαν απλά στη γη, αλλά δένονταν με αυτήν, την αγκάλιαζαν και την έσφιγγαν, αφού δομούνταν κυρίως πα στο μητρικό της πέτρωμα, το οποίο δεν ήταν δύσκολο ν' αποκαλυφθεί στα λιγνά εδάφη των πλαγιών και να «θεμελιωθεί» σ' αυτό η λιθιά. Η δε κατασκευή, με την τέτοια της δόμηση -ως έπαφη με το μητρικό βράχο και συντιθέμενη με ασύνδετες πέτρες-, αποκτούσε μιαν περίεργη στερεότη, αφού με την ευκαμψία και τις προσαρμογές της, ανταποκρίνονταν ως ζωντανή ύλη στις πιέσεις του νερού και του εδάφους, στεκάμενη όρθια, λες και με την ανάσα της κράτουσε το φόρτο της! Είναι χαρακτηριστικό ότι, με την πίεση που της ασκούνταν, μπορούσε να παραμορφώνεται, χωρίς όμως να ρωγμώνεται! Οι τοίχοι αυτοί, όσο συντηρούνταν (η συντήρησή τους έπαψε ουσιαστικά να υφίσταται από τη δεκαετία του ΄50 και κατόπιν), έμεναν στέρεοι και δεν επηρεάζονταν από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ούτε από την αιφνίδια εναλλαγή των κλιματολογικών συνθηκών (η παγωνιά δεν προξενούσε αλλοίωση της δομής τους, δηλαδή ρηγματώσεις, παραμορφώσεις κ.λπ.)
Παράλληλα, η ζωή πώβρισκε καταφύγιο στην ξερολιθιά, γινόταν σεβαστή από τον άνθρωπο που δραστηριοποιούνταν στην ύπαιθρο (τον αγρότη και τον κτηνοτρόφο). Διότι υπήρχε συνείδηση της σπουδαιότητάς της. καθώς, υπήρχε συνείδηση της γης. Ο σοφός πρόγονος ένοιωθε ότι ο «ανάξιος» τοίχος έκρυβε ένα σπάνιο μικρόκοσμο, ένα θησαυρό ζωής. Τον οποίο δεν ήθελε ν' αποκαλύψει, διότι έπρεπε να διατηρηθεί αναλλοίωτος στον κρύφιο βίο του, για να προσφέρει στο ανείδωτό του, για να υπάρχει ως αξία, ως ζωή!.. Μα κι ο ιδωμένος τέτοιος κόσμος, ίδια μυστήριος κι άγνωστος ήταν: η σφίγγα της ξερολιθιάς, δεν ήξερες αν θα σου επιτεθεί ή θα σε δεχθεί μετρώντας σε -το ίδιο κι η φραγκοσυκιά ή η οχέντρα!.. Η ζωή των ξερολίθινων τοίχων ήταν η ευαίσθητη κι ιδιαίτερη χλωρίδα και πανίδα της πετραίας γης, η οποία αποτελούσε μέρος ενός ανθρωπογενούς συστήματος (ξεταζόμενο στον τομέα της ανθρώπινης οικολογίας), εξαιρετικού για την απλότητα και την ιδιοτυπία του. Ήταν αγροτικό και συνάμα φυσικό, ήταν ήμερο και συνάμα άγριο...
Η φραγκοσυκιά, έρριζα της λιθιάς βρήκε γη!..
Οι τοίχοι αυτοί αποτέλεσαν, κι εξακολουθούν ν' αποτελούν (κείνοι που συντηρούνται), καταφύγια ζωής, οπού φυτά και ζώα διαβιούν στο δύσκολο περιβάλλον της πέτρας, μέσα σε ρωγμές και κοιλότητες, σε κενά και σχισματιές, ακόμη και σε πόρους κι οπές, αποτελώντας στοιχεία του αγροτικού/αγροτοδασικού περιβάλλοντος, στο οποίο εντάσσονται οι ξερολιθιές. Φυτά βυθίζουν τις ρίζες τους ανάμεσα στις πέτρες ή μέσα σε αυτές κι εποικούν χώρους «φυσικούς», «παρθένους». Ζωϊκοί οργανισμοί αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους σε νέα πεδία, κι αποχτιέται έτσι μια πληρότη από το τίποτα. Κι όλα τούτα συντελούνται με επιλογή αυστηρή, καθώς, μικρός και φτωχός είν' ο χώρος και λιγοστή ζωή μπορεί ν' αντέξει. Διαμορφώνονται έτσι οικολογικοί θώκοι, βιολογικά δίκτυα και νέοι βιότοποι, με χλωρίδα και πανίδα σημαντική, μοναδική στις περσότερες των περιπτώσεων, που περιλαμβάνουν ως και νέα υποείδη -αναφέρουμε την περίπτωση του πάρκου του Τσιλέντο στη Νότια Ιταλία, οπού εντοπίστηκαν νέα υποείδη ποωδών φυτών στα μικροπεριβάλλοντα των ξερολιθιών (Η περιοχή του Τσιλέντο στην νότια Ιταλία, έκτασης 1.810.000 στρεμμάτων περίπου, με την καταπληκτική φύση της, προστατεύεται ως Εθνικό Πάρκο. Περιλαμβάνει θαυμάσια αγροτοδασικά οικοσυστήματα, παραδοσιακά χωριά, πλούσια χλωρίδα και πανίδα, εξαιρετικά αγροτικά τοπία κ.ά. Όλα αυτά προστατεύονται με νόμο, ενώ παράλληλα επιχορηγούνται δραστηριότητες του απλού, πατροπαράδοτου τρόπου ζωής κι επιβραβεύονται ενέργειες που αποσκοπούν στη διατήρηση κείνων των στοιχείων που υποστηρίζουν, ενισχύουν κι αναδεικνύουν το συγκεκριμένο περιβάλλον).
Λεπιδόπτερα, ερπετά, πουλιά, ασπόνδυλα, μα και μικροσκοπικοί φυτικοί οργανισμοί ή μεγαλύτερα φυτά, θάμνοι και ημίδενδρα, συνθέτουν τη ζωή στις ξερολιθιές, μια ζωή που η μικρή της κλίμακα και οι εξαρτήσεις που υπάρχουν, την κάμουν εξαιρετικά ευάλωτη σε ανατροπές προερχόμενες από εξωγενείς παράγοντες. Από τα φυτικά είδη, κυριαρχούν οι λειχήνες. Πρόδρομοι εποικιστές, όπως ο αμάραντος, η κάππαρη, το σαπουνόχορτο, η μολόχα, η αγριοτσουκνίδα κ.ά., θα «καθίσουν» σε αυτήν, αναπτύσσοντας ρίζες στις κοιλότητές της. Άλλα, θαμνώδη, ημιδενδρώδη, ακόμη και μικρά δενδρώδη φυτικά είδη, θα συνοδεύσουν την ξερολιθιά και θα σταθούν σιμά της, αποτελώντας κατ' ουσίαν ένα της. Τέτοια είδη είναι η αραποσυκιά, η γκορτσιά, η αγριοκορομηλιά, ο αγριόκεδρος, ο πρίνος, το πεύκο ακόμη και η δρυς, κ.ά., είδη δηλαδή συμβατά με το γύρω φυσικό περιβάλλον -γι' αυτό και διαφορετικά σε περιοχές της χώρας οπού οι ξερολιθιές...-, που τα φέρνει ο άνεμος, το πουλί, το μικρό θηλαστικό, και βρίσκουν «απάγκιο» -ως σπόρος ή νιόφυτο- στις λιθιές. Και στην κοινωνία τούτη, σύντονα θαρθεί (με προσωρινή ή μόνιμη κατοίκηση) το μικρό θηλαστικό, το πουλί, το ερπετό, το έντομο, το ασπόνδυλο (κατά κύριο λόγο, λόγω της αντοχής του σε θερμοκρασίες έως και 60οC), και θα γενεί σύστημα ζωής (οικο-σύστημα) το άζωον. Κει θα βρεις τις πασχαλίτσες στη χειμέρια νάρκη τους, τις πεταλούδες στη μεταμόρφωσή τους, τις αράχνες στην αναζήτηση της τροφής τους, τα σαλιγκάρια στο καταφύγιό τους. Και μικρά θηλαστικά ακόμη, όπως το σκαντζόχοιρο ή τον ποντικό, να διεκδικούν μια σπιθαμή γης. Κι όλα αυτά -να σκεφτείς...- στριμώνονται στο μικρό χώρο της ξερολιθιάς!..
Ζώο της λιθιάς: σαύρα στο λιάσιμό της.
Το μικροκλίμα που διαμορφώνεται στις ξερολιθιές, το οποίο χαρακτηρίζεται από τη μικρή διαθεσιμότητα ύδατος και τη διαρκή κι έντονη ηλιακή ακτινοβολία (η οποία αποθηκεύεται την ημέρα, για ν' αποδοθεί τη νύχτα), δημιουργεί ένα μικροβιότοπο, όπου όλοι οι δείκτες του θα λέγαμε ότι βρίσκονται στο «κόκκινο». Μια αλλαγή αρκεί για να φέρει την ανατροπή, για να καταρρεύσει αυτός ο ευαίσθητος κόσμος. Μια αλλαγή που μπορεί να είναι η εγκατάλειψη της αειφορικής διαχείρισης του αγροτοδασικού περιβάλλοντος της περιοχής και, κατ' επέκταση, η μη συντήρηση των στοιχείων του (εν προκειμένω, των ξερολιθιών). Το περιβάλλον των ξερολιθιών συγκρίνεται ως προς τη σπουδαιότητα και την ιδιαιτερότητά του με αυτό των βραχωδών ορθοπλαγιών, με αυτό των ασβεστολιθικών πλακών, με αυτό των σαρών.
Οικονομία εδάφους
«Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τα αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως»
(«Ρωμιοσύνη», Γιάννης Ρίτσος)
Η ξερολιθιά ως αναλημματικός τοίχος, στηρίζει το έδαφος, αλλά και το κρατά μαζεμένο σε επιφάνειες (ζωνάρια), δημιουργώντας μικρά χωράφια γης. Το επαρκές βάθος του εδάφους τούτων, εξυπηρετεί -πέρα από τη δυνατότητα της καλλιέργειας- τη διατήρηση κατάλληλης υγρασίας, αφού το περισσότερο βαθύ χώμα συγκρατεί περισσότερο νερό. Επιπλέον, βοηθιέται αυτό με ειδική τεχνική κατά την κατασκευή των βαθμίδων, ώστε να διατηρείται η εδαφική υγρασία σε επιθυμητά επίπεδα, με τη δημιουργία κλίσης προς το εσωτερικό της βαθμίδας, και την κατασκευή αυλακιού ανά 1 μ. περίπου από την επόμενη ξερολιθιά, για να συγκρατείται το λιγοστό νερό της βροχής (για την ακρίβεια, συγκρατείται η περίσσεια του νερού μετά την αποστράγγισή του). Έτσι, παρά το γεγονός ότι το γύρωθε περιβάλλον είναι άνυδρο, η υγρασία του εδάφους είναι επαρκής για να συντηρήσει την καλλιέργεια, και το απόθεμα του νερού ικανό για να τη βοηθήσει. Στ' άνυδρα Κυκλαδονήσια, το παραπάνω αυλάκι ονομαζόταν ξερεματιστής κι οδηγούσε το νερό σε διπλανό πέτρινο κανάλι, που κατέληγε σε ρέμα, όπου υπήρχαν μικρά φράγματα με ξερολιθιά και λάσπη που συγκρατούσαν το περισσευούμενο νερό του χειμώνα, για τις καλοκαιρινές καλλιέργειες: μια σοφή (οικολογική) διαχείριση των φυσικών αγαθών από τους απλούς προγόνους, για «να τα έχουν», καθώς τους έλειπαν!..
Και κει, στ' απρόσιτο, νάσου λιθιές κι ένα φτενό λιοστάσι...
Η δε καλλιέργεια της γης στα εδάφη των ξερολιθιών -στις αναβαθμίδες ή τράφους ή αιμασιές ή πεζούλες-, έδινε στα τοτινά χρόνια, τροφή και εισόδημα σε πληθυσμούς, των οποίων, υπό άλλες συνθήκες, η επιβίωση στους τόπους αυτούς δε θα ήταν δυνατή. Καθώς, τόσο οι μεταφορές ήταν δύσκολες έως ανύπαρκτες, για να είναι δυνατή η αγορά προϊόντων, αλλά και η οικονομική κατάσταση των χωρικών δεν επέτρεπε την αγορά τους -όταν κι όπως έφθαναν στα μέρη τους. Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη για την ανάπτυξη τοπικής οικονομίας κλειστού τύπου, η οποία στηρίχθηκε στη φτωχή κι άνυδρη γη των πλαγιών, που καλλιεργήθηκαν χάρη στις ξερολιθιές. Η συγκράτηση επί των αναβαθμίδων των προϊόντων της αποσάθρωσης των πετρωμάτων και της διάβρωσης, οδήγησε στη διαμόρφωση παραγωγικών μικρών χωραφιών ή περβολιών, τα οποία «κρατήθηκαν» καρπερά χάρη στις σοφές πρακτικές που ο αγρότης εφάρμοσε -όπως την αμειψισπορά, το κόπρισμα των χωραφιών, την επιλογή καλλιεργειών με προσαρμοστικότητα στις συγκεκριμένες εδαφικές και κλιματικές συνθήκες, την επιφανειακή άροση κατά τις ισοϋψείς κ.ά. Παρήχθησαν έτσι προϊόντα της φτωχής γης, πολύτιμα για την επιβίωση των ντόπιων πληθυσμών, όπως φάβα, μελιτζάνες, ξυλάγγουρα, σταφύλια, φασόλια και φασολάκια, σύκα, ελιές, αμύγδαλα κ.ά. Προϊόντα που έφτιαξαν οικονομίες και στήριξαν κοινωνίες, κρατώντας τη ζωή στους τόπους τους υστερνούς.
Οι ενέργειες των ανθρώπων έτσι, περιορίστηκαν στο μέτρο της ανάγκης. Υπήρξε αυτό που ονομάζουμε «οικονομία εδάφους», δηλαδή μιαν άτυπη χωροταξική κατανομή χρήσεων γης, ανάλογα με τις ανάγκες και τις καταστάσεις, με στόχο την εξοικονόμηση του περισσότερου δυνατού εδάφους και τη διάσωσή του (αλλού οικισμός, αλλού χωράφι, αλλού λιβάδι). Κι όλα αυτά γινόταν με πολύ μέτρο και σπουδή, γιατί το σύστημα απαιτούσε πολλήν ισορροπία... Την ανάγκη της ορθής/ορθολογικής διαχείρισης του τόπου, σύμφωνα με τις δυνατότητές του, την εξυπηρέτησαν οι ξερολιθιές, αφενός οριοθετώντας τις χρήσεις (κι ιδιοκτησίες), για τη σωστή κατανομή τους στο χώρο, αφετέρου βοηθώντας την καλλιέργεια της γης στους αγρούς, με τη δημιουργία αναβαθμίδων. Σε άλλες περιπτώσεις, με τις εφαρμοζόμενες πρακτικές, είχαμε ακόμη και δημιουργία εδάφους (ή και δάσους). Η βόσκηση δε του ορεινού, του ημιορεινού, ακόμη και του νησιωτικού χώρου, γινόταν κατά τρόπο που ν' αποφεύγεται η εξάντληση των λιβαδιών, αφού υπήρχε περιοδικά εναλλαγή των βοσκήσιμων γαιών, με τη βοσκοϊκανότητα του τόπου να διατηρείται -κατά το μάλλον ή ήτον- σταθερή. Είναι χαρακτηριστική, ως προς τη μέριμνα διαφύλαξης του αγροτικού τούτου χώρου, η περίπτωση των ≪χωριτών≫ στα χρόνια των Ισαύρων, δηλαδή των χωρικών που νοιάζονταν για την ισορροπία μεταξύ του φυσικού περιβάλλοντος όπου δραστηριοποιούνταν και του οικιστικού όπου ζούσαν, λαμβάνοντας κατάλληλα μέτρα κι ακολουθώντας πρακτικές λελογισμένης διαχείρισής του.
Σοφός του πλάγιου αγρός: μια κεντησιά της γης!..
Βέβαια, καταχρηστική διαχείριση αυτού του χώρου (της υπαίθρου) γινόταν και τότε, από ασυνείδητους διαχειριστές, που πήγαιναν ενάντια στην κοινή λογική -εξάλλου, μια τέτοια διαχείριση, που γινόταν συστηματικά επί αιώνες, ήταν που διαμόρφωσε τα φτωχά κι υποβαθμισμένα περιβάλλοντα της χώρας, που απαιτούσαν ειδική διαχείριση για να σταθούν, όπως εν προκειμένω την καλλιέργειά τους με βαθμίδες. Όμως, πλέον τούτοι οι διαχειριστές αποτελούσαν την εξαίρεση στον κανόνα των σωστών διαχειριστών και στοχοποιούνταν για τις ενέργειές τους... Πρέπει δε να τονιστεί ότι, τ' αποτελέσματα της παραπάνω αρνητικής διαχείρισης, γίνονται άμεσα αντιληπτά και με συνέπειες επώδυνες, αφού έχουμε υποβάθμιση έως και κατάρρευση του συστήματος, σε σχέση με κείνα της λελογισμένης διαχείρισής τους, που ≪καθυστερούν≫ να φανούν, αφού με αυτήν γίνεται συντήρηση και σταδιακή επάνοδος του περιβάλλοντος σε ισορροπία. Σύγκριση επομένως ως προς τους χρόνους και τις προσπάθειες ανάμεσα σε τούτα, δε μπορεί να γενεί.
Ιδού η ωραία περιγραφή της διαχείρισης του νησιωτικού χώρου από τον φιλόσοφό του, τον Μανώλη Γλέζο, που αναφέρεται στην Τζιά: «Οι πετρόχτιστοι, χωρίς λάσπη κι όσο ένα μπόι, τοίχοι με τη στέψη τους, στεφανωμένοι από αγκαθωτά φύργανα (αχινοπόδια και αστοιβές και ασπαλάρθοι), όριζαν τα όρια της εγκαιριάς από την παραγκαιριά. Άλλο πάλι και τούτο. Δηλαδή; Οι εγκαιριές έμειναν οι αβόσκητοι τόποι, που πολλές φορές σπέρνονταν κιόλας με δημητριακά χορτονομής. Οι παραγκαιριές πάλι ήταν ο χώρος που μπορούσαν να βοσκήσουν τα κοπάδια με τα ζουλοπρόβατα. Την άλλη χρονιά άλλαζεν η λειτουργία του χώρου. Το κέρδος ήταν τριπλό. Πρώτον, οι χώροι που δε σπέρνονταν ξεκουράζονταν. Εφαρμογή της περιοδικής καλλιέργειας προς αγρανάπαυση. Δεύτερον, τα φυτά που φύτρωναν προλάβαιναν να βλαστήσουν, ν' αναπτυχθούν, ν' ανθίσουν και να καρπίσουν πριν τα καταβροχθίσουν οι λαίμαργες ζούλες. Ο σπόρος καβάλα στον άνεμο ταξίδευε παντού κι είχεν η γης ποώδη και θαμνώδη φυτοκάλυψη. Τρίτον, ο χωρισμός της γης σ' έγκαιρα και παράγκαιρα χωράφια αποσκοπούσε και στο να εξαλείψει το επικίνδυνο τσιμπούρι. Το φοβερό αυτό παράσιτο που αποζυμά το αίμα των θηλαστικών ζώων και εικοσαπλασιάζει το μέγεθός του...» (Γλέζος Μ., «Η συνείδηση της πετραίας γης. Κυκλαδογραφίες», εκδ. Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 1997, σελ. 238).
Έτσι, στα πλαίσια διαχείρισης του άγονου κι άνυδρου επικλινούς αγροτικού χώρου, οι αγρότες τον τοίχιζαν (με την κατασκευή ξερολίθινων τοίχων) ή τον φύτευαν (με είδη εδαφοσυγκρατητικά), για να τον κρατήσουν, ούτως ώστε να τον καλλιεργήσουν. Τούτο συνετέλεσε στην οχύρωσή του, αλλά και στην αισθητική του αναβάθμιση -η οποία ενισχύθηκε με τα στοιχεία του αγροτικού εκεινού φυσικού χώρου, που του έδωσαν αξία γιατί τον προήγαγαν και δεν τον υποβάθμισαν (π.χ. μάντρες, φυτοφράχτες, μικρές συστάδες, ντάμια, αυλάκια, μύλοι, γεφύρια κ.ά.) Τα θαυμαστά αγροτικά τοπία τού όχι πολύ μακρινού παρελθόντος, «χτίστηκαν» από τον Έλληνα αγρότη, κι αποτέλεσαν υψηλής οικολογικής αξίας φυσικά τοπία. Είναι χαρακτηριστική ως προς τούτο η παρατήρηση του καθηγητή της Δασολογικής Σχολής Πέτρου Κοντού, ο οποίος το 1930 ανέφερε ότι, «μόνον αγρότες τινές, ανεδάσωναν με κυπαρίσσια πολλές μικροεκτάσεις των, ώστε όχι μόνον η παραγωγή ξύλου ν' αυξήσει εκεί, αλλά και το τοπείον ν' αποβεί αισθητικώς πολύ ωραιότερον» (Κοντός Π., «Δασική Πολιτική, ιδία εν Ελλάδι, μετά στοιχείων αγροτικής πολιτικής», έκδοση δεύτερη, τύποις Μ. Τριανταφύλλου & Σίας, Θεσσαλονίκη 1932, σελ. 194).
Στα βραχοτόπια, μια ξερολιθιά! Όριζε ιδιοκτησία, εν λιβάδι ίσως;
* Στο παρόν δοκίμιο μελετούμε τους ξερολίθινους τοίχους, που τους λέμε ξερολιθιές, οι οποίοι κρατού(σα)ν το επικλινές έδαφος για να μη διαβρώνεται, και να μπορεί ταυτόχρονα να καλλιεργείται, καθώς κι αυτούς που οριοθετούσαν αγρούς, αγροικίες, λιβάδια κ.ά. (μάντρες-περιφράξεις). Ξερολίθινη όμως είναι και κάθε κατασκευή με πέτρες χωρίς συγκόλησή τους, που ο άνθρωπος της υπαίθρου χρησιμοποιεί για να εξυπηρετηθεί στο δύσκολο μεσογειακό περιβάλλον της πέτρας και της τραχιάς, στεγνής (συνήθως) γης οπού διαβιεί. Τέτοιες (άλλες) κατασκευές είναι οι λιθοσωροί από μικρές πέτρες, που παλαιότερα κάλυπταν το έδαφος στους ελαιώνες, για τη μείωση της φυσικής εξάτμισης του νερού απ' αυτό, οι υποστηρικτικές ή οι βοηθητικές κατασκευές της καλλιέργειας των αγρών (ντάμια, πηγάδια, αποθήκες κ.ά.), οι οριοθετήσεις μονοπατιών/δρομίσκων στους αγρούς, οι επιστρώσεις με ασύνδετους λίθους του εδάφους, τα καλντερίμια των οικισμών, τα αλώνια, οι μύλοι, τα αυλάκια κ.ά.
του Αντώνιου Καπετάνιου
Πηγές(Του επιστημονικού αντικειμένου του δοκιμίου. Του λογοτεχνικού, οι πηγές αναφέρονται στο κείμενο)
- Allen D., «Mediterranean Ecogeography», Pearson Education LTD, Essex, UK 2001.
- Biswell H. H., Λιάκος Λ. Γ., «Λιβαδοπονική», Α.Π.Θ., Θεσσαλονίκη 1962.
- Brooks Al., Adcock S., «Dry Stone Walling. A practical handbook», BTCV, 2004
- Centre Naturopa, «Farming and Wildlife», Council of Europe, Strasbouurg 1989.
- Darlington A., «The Ecology of Walls», Heinemann, 1981.
- Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, «Αγροτικό περιβάλλον και πουλιά», http://www.ornithologiki.gr/gr/kap/gr/agr/print.htm.
- Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αριθ. C 074 της 23ης-3-2005, σ. 0062-0067, Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η γεωργία στις περιαστικές περιοχές», http://europa.eu.int/eur-lex/lex/LexUriServ/LexUriServ.do/uri=CE.
- Ζαβιτσάνου Γ., «Ξερολιθιές: μικρά αρχιτεκτονικά θαύματα..., στα αζήτητα», περιοδ. ΟΙΚΟ της Καθημερινής, τεύχος 47ο, Αύγουστος 2006.
- Forman R.T.T., Godron M., «Landscape Ecology», Wiley, New York 1986.
- Garner L., «Dry Stone Walls», Shire Publications, 2001.
- Hart E., «The Dry Stone Wall Handbook», Thorsons, 1980.
- Hawkes J., «A Land», Penguin, 1951.
- Ισπικούδης Ι., «Ιστορική και πολιτισμική θεώρηση των δασογεωργικών συστημάτων», από τον συλλογικό τόμο «Δασογεωργικά συστήματα χρήσης γης», Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2005.
- Καπετάνιος Αντ., «Τοπιογράφοι, ελάτε γρήγορα σ' αυτή τη χώρα...», εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 2009.
- Καρακώστα Σ., «Συνέπειες της κρίσης της γεωργίας στη φύση και στην κοινωνία», επιστημονικό συνέδριο με θέμα «Προστασία περιβάλλοντος και γεωργική παραγωγή», πρακτικά, Θεσσαλονίκη 21-23 Μαρτίου 1989.
- Καρανδεινός Μ., Λεγάκις Α. (επιμέλεια), «Το κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων σπονδυλόζωων της Ελλάδας», έκδοση Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας & Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, Αθήνα 1992.
- Κατσαδωράκης Γ., «Γιατί προστατευόμενες περιοχές;», περιοδ. Οιωνός, τεύχος 25ο, Άνοιξη 2006.
- Κοντός Π., «Δασική Πολιτική, ιδία εν Ελλάδι, μετά στοιχείων αγροτικής πολιτικής», έκδοση δεύτερη, τύποις Μ. Τριανταφύλλου & Σίας, Θεσσαλονίκη 1932.
- Κρόκος Κ., «Κυριάκος Κρόκος, ανθολόγηση κειμένων», GRA εκδόσεις, Αθήνα 2008.
- MacDicken G.K., Vergana T.N., «Introduction to Agroforestry», John Wiley & sons, New York 1990.
- Μιχαήλ Γ., Παγκρατίου Ελ., Πουλογιάννη Ν., «Εγχειρίδιο ξερολιθικών κατασκευών: Τοίχοι», Ιωάννινα 2009.
- Murs de Pierres se ́ches: Manuel pour la construction et la refection, Fondation, Actions en Faveur de l' Environnement, Suisse 1996.
- Naveh Z., Lieberman A.S., «Landscape Ecology: Theory and Application», Springer-Verlag, New York 1984.
- Naveh Z. και Vernet J-L., «The Palaeohistory of the Mediterranean biota», Groves & Di Castri, 1991.
- OECD, Environmental Indicators for Agriculture: Volume 3 Methods and results - Paris, Organization for Economic Co-operation and Development, 2001.
- Παπαζαχαρίου Ζ., «Διασταυρούμενες διεκδικήσεις της υπαίθρου και της πόλης ορατές στο τοπίο», από το συλλογικό τόμο με τίτλο «Η διεκδίκηση της υπαίθρου. Φύση και κοινωνικές πρακτικές στη σύγχρονη Ελλάδα», Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας & εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα 2009.
- Παπαϊωάννου Τ., «Αρχέγονοι πέτρινοι τοίχοι», εφημ. Ελευθεροτυπία, φύλλο 26ης-8-2006.
- Παπαναστάσης Β., Νοϊτσάκης Β., «Λιβαδική οικολογία», εκδ. Γιαχούδη-Γιαπούλη, Θεσσαλονίκη 1992.
- Σαρλής Γ. Π.,»Βελτίωση και διαχείριση φυσικών βοσκοτόπων», τόμος Α, εκδ. Α. Σταμούλης, Αθήνα 1998.
- Σκουτέλης Ν., «Σχέσεις όσμωσης στις παρυφές της πόλης», από το συλλογικό τόμο με τίτλο «Η διεκδίκηση της υπαίθρου. Φύση και κοινωνικές πρακτικές στη σύγχρονη Ελλάδα», Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας & εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα 2009.
- Τρούμπης Ανδρ., «Οικολογικό τοπίο: το παιχνίδι της κλίμακας», επιστημονικό συμπόσιο για το Αγροτικό Τοπίο, Κτήμα Μερκούρη, Κορακοχώρι Ηλείας 19-7-2003.
- Tucker G. M. and J. Dixon, (1997) Agricultural and grassland habitats. Pq 267-325. In Tucker, G.M. and Evans, M.I. Eds. (1997) Habitats for Birds in Europe: A Conservation Strategy for the Wider Environment. Bird Life International, Cambridge (UK). (Bird Life Conservation Series No. 6).
- Van Dijk G., Biodiversity and multi-functionality in European agriculture: priorities, current initiatives and possible new directions. Paper presented at the ECNC seminar in Brussels in March 2001, Geneva, UNEP-ROE.
- Wilson E., «Το μέλλον της ζωής», τίτλος πρωτοτύπου: «The Future of Life», μετάφραση: Μιχάλης Μακρόπουλος, επιστημονική επιμέλεια: Σπύρος Σφενδουράκης, εκδ. Σύναλμα, Αθήνα 2002.
- Χατζηλάκου Δ. (επιμέλεια), «Επιπτώσεις έργων και δραστηριοτήτων στα πτηνά και τους βιοτόπους τους. Διαχείριση βιοτόπων ορνιθοπανίδας», έκδοση Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, Αθήνα 1999.πηγήwww.greekarchitects.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου