Γράφει ηSasha Chaitow.
Κάποια στιγμή στην ιστορία του πολιτισμού μας αναπτύχθηκαν δύο διαμετρικά αντίθετες κοσμοθεάσεις. Η μία εστίαζε στην ενότητα του Όλου, και αντιμετώπιζε την έννοια του «κακού» σαν την απλή απουσία της ύπαρξης, ή σαν τα τερτίπια ενός (ή πολλών) παιχνιδιάρικου Δημιουργού. Αν ο άνθρωπος ζούσε σύμφωνα με μέτρο και σύνεση, απελευθέρωνε συνειδητά τον εαυτό του από την επιθυμία και την ύλη, κάποια στιγμή θα μπορούσε να γλιτώσει από τις περιπέτειες που του επιφύλασσαν οι Μοίρες ή οι Θεοί με τη μορφή της υλικής ύπαρξης, και να πλησιάζει την Ψυχή του κόσμου. Η άλλη εστίαζε στις φανερές αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν την ύπαρξη και που συνοψίζονται στην πιο μεγάλη αντίθεση απ’όλες: ζωή και θάνατος. Γεννήθηκαν μύθοι, που έδιναν μια μορφή στους προβληματισμούς και εξηγήσεις για τους μυστήριους κύκλους της ζωής, ο άνθρωπος μυθοπλάστης άρχισε να επεμβαίνει μέσω της ιερουργίας στα μυστήρια της ύπαρξης, μύθοι που κάποια στιγμή σχημάτισαν την καρδιά μεγάλων μυστηρίων που επέτρεπαν στον άνθρωπο να νικήσει, ή έστω να κατανοήσει και να γεφυρώσει αυτές τις αντιθέσεις.
Μια τέτοια παράδοση ήταν ο Ορφισμός, από τις παλαιότερες καταγεγραμμένες δυαδικές παραδόσεις σύμφωνα με την οποία η υλική ύπαρξη απέκτησε αρνητική χροιά. Κατά την Ορφική κοσμογονία, ο Διονύσιος Ζαγρεύς, νόθο παιδί του Δία και της Περσεφόνης, δολοφονείται και καννιβαλίζεται από τους Τιτάνες κατόπιν εντολής της εξαγριωμένης Ήρας. Η Αθηνά σώζει την καρδιά του παιδιού, και ο Δίας καταστρέφει τους Τιτάνες με ένα αστροπελέκι. Από τη στάχτη τους, ανακατεμένη με τη στάχτη του νεκρού Διονύσου, γεννιέται η (αμαρτωλή) ανθρωπότητα. Το καλό στον άνθρωπο αποτελεί το Διονυσιακό στοιχείο, ενώ το κακό της ανθρώπινης φύσης αποτελεί κληροδότημα των Τιτάνων. Ως αποτέλεσμα, ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος σε τουλάχιστον δέκα μετενσαρκώσεις πριν του επιτραπεί η απελευθέρωση από την ύλη.
Ο μόνος τρόπος να συντομεύσει αυτόν τον αέναο κύκλο μετενσαρκώσεων ήταν μέσω της μύησης. Κάθε φορά που πέθαινε ένας αμύητος, έφτανε σε ένα σταυροδρόμι, περνούσε κάτω από τον θρόνο της Ανάγκης, και ο φύλακας τον οδηγούσε στην πηγή της Λήθης όπου πίνοντας, ξεχνούσε τα μαθήματα και τα συναισθήματα της προηγούμενης ζωής του κι έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή. Στον μυημένο όμως, δινόταν ένας κωδικός με τον οποίο μπορούσε να περάσει από τους φύλακες και να πιει από την πηγή της Μνημοσύνης, ώστε να συντομεύσει τη διαδρομή και να δείξει στους θεούς ότι γνώριζε την υπόστασή του και το δικαίωμά του στην αιωνιότητα. Η εισιτήριος φράση ξεκινούσε «Παις Γαός Είμι, και Ουρανού Αστερόεντος…» (Είμαι παιδί της Γης και του Έναστρου Ουρανού).
Αυτή η έννοια του δυαδισμού, μιας απαισιοδοξίας και απαξίωσης της υλικής ύπαρξης, και της έντονης λαχτάρας για την απελευθέρωση, ή την γεφύρωσή της με ένα ανώτερο πεδίο, υπήρξε κεντρικό χαρακτηριστικό πολλών θρησκειών και μυστηριακών παραδόσεων που αναπτύχθηκαν εντός και γύρω από τον Ελλαδικό χώρο, ιδιαίτερα στους Ελληνιστικούς χρόνους. Ο πρώιμος Γνωστικισμός ανήγαγε αυτή την έννοια σε μια τεράστια και περίπλοκη μυθολογία. Κατά τους Γνωστικούς, ο άνθρωπος ελευθερωνόταν από την ύλη μόνο μέσω της μύησης, μέσα από την οποία έπρεπε να ανακαλύψει (και να θυμάται) τις εισιτήριες λέξεις με τις οποίες θα περνούσε τα εμπόδια που θα του έθεταν οι εχθρικοί πλανητικοί φύλακες (Άρχοντες). Ουσία του Γνωστικισμού, όπως και του Ορφισμού, ήταν η ενθύμηση της ουράνιας καταγωγής τους.
Δεν μας έχουν απομείνει στοιχεία από τις τελετουργίες και μυητικές πρακτικές αυτών των παραδόσεων, αλλά γνωρίζουμε ότι τόσο οι Ορφικοί και οι Γνωστικοί, όσο και οι μυημένοι των Ελευσινίων μυστηρίων, είχαν ανακαλύψει κάτι, κάποια μυητική πρακτική, η οποία τους γεφύρωνε την υλική με την ουράνια πραγματικότητα και που συμφιλίωνε τον άνθρωπο με την έννοια του θανάτου σε τέτοιο βαθμό που λεγόταν: «Ως τρισόλβιοι κείνοι βροτών, οι ταύτα δερχθέντες τέλη μολωσ’ εις ‘Αδου, τοις δε γαρ μόνον εκεί ζήν εστίν, τοις δε άλλοισι παντ’ εκεί κακά.» (Πλούταρχος, Ηθικά). (Τρισευτυχής επιστρέφει ο θνητός που έχει περάσει τις δοκιμασίες του Άδη, γιατί γνωρίζει ότι εκεί υπάρχει μόνον ζωή, και όχι, όπως νομίζουν οι άλλοι, μόνο κακό).
Ό,τι και να ανακάλυψαν οι αρχαίοι, προφανώς υπήρχε κάποια γνώση, κάποιο μυστικό, που τους επέτρεπε μια άλλη οπτική απέναντι στο μεγαλύτερο εσχατολογικό μυστήριο, κάτι πιο ισχυρό από ψυχολογικό τέχνασμα, την απλή συμφιλίωση με τη θνητή φύση, ή την προσωρινή επιρροή κάποιας ενθεογόνου ουσίας, όπως έχουν ισχυριστεί πρόσφατα ερευνητές.
Ένα από τα μεγαλύτερα μυητικά συστήματα που επιβιώνει στις μέρες μας είναι ο Τεκτονισμός, ο οποίος σαφέστατα αντλεί το περιεχόμενό του από αρχαιότερες παραδόσεις, παρ’ότι δεν υπάρχει ξεκαθαρή τεκμηρίωση η οποία να επιβεβαιώνει κάποιες από τις ιστορικές συνδέσεις που συχνά ακούγονται. Αλλά είναι απορίας άξιον εάν ο Τεκτονισμός, όπως και κάποιες συγγενείς παραδόσεις, φυλάσσουν πράγματι το μυστικό εκείνο που επέτρεπε στους προγόνους μας τρισόλβιοι να επιστρέψουν μέσα από τις πύλες του Άδη, έχοντας πιει από την πηγή της Μνημοσύνης και γνωρίζοντας τα μυστικά του σύμπαντος. Ο Τεκτονισμός κάνει λόγο για την «Χαμένη Λέξη,» η Αλχημεία για τον χαμένο Λίθο, η Καμπαλά για το χαμένο Όνομα του Θεού…. Επίσης είναι απορίας άξιον αν τελικά έχει σημασία η ανεύρεση της χαμένης λέξης-λίθου-ονόματος, ή το ίδιο το ταξίδι αναζήτησης. Αλλά αυτό είναι θέμα για ένα άλλο άρθρο.
Οι απόψεις διίστανται για την προέλευση αυτής της παράδοσης: κάποιοι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Μίθρας ήταν Ζωροαστρική θεότητα, άλλοι ότι οι ρίζες του Μιθραϊσμου βρίσκονται κάπου στην Ινδία, ο Πλούταρχος γράφει πως ήταν λατρευτική παράδοση των πειρατών της Κιλικίας, και άλλοι ξεπήδησε αυτούσια μέσα από τον Ελληνο-Ρωμαϊκό πολιτισμό της Ελληνιστικής περιόδου. Το βέβαιο είναι ότι επιδεικνύει και Ορφικές καταβολές, αλλά και κάποια στοιχεία που – εφόσον μιλάμε για χαμένη γνώση, μάλλον αξίζουν τη προσοχή μας.
Όσα γνωρίζουμε για τον Μιθραϊσμό προέρχονται από τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης και τις – ελάχιστες – αναφορές των ιστορικών της εποχής, καθώς οι μυημένοι Μιθραϊστές δεσμεύονταν από όρκους άκρας μυστικότητας. Ήταν αμιγώς αντρική παράδοση, οπότε δεν διαδόθηκε μέσω οικογενειών ώστε να διατηρηθούν κάποια παραπάνω στοιχεία, αλλά μονάχα μεταξύ ανδρών που συχνά (αλλά όχι πάντα) θα ήταν λεγεωνάριοι – δηλαδή με μειωμένο προσδόκιμο ζωής ώστε να μεταδώσουν τις γνώσεις τους. Όσον αφορά τα ευρήματα, υπάρχουν τρεις παραστάσεις που εμφανίζονται επανειλημμένως, και οι οποίες είναι ολόιδιες είτε προέρχονται από την Μέση Ανατολή, είτε από τις Άλπεις, είτε την Αγγλία.
Η Ταυροκτονία κρύβει τεράστιο συμβολικό ενδιαφέρον, πέρα από την προφανή παραπομπή στα Μινωϊκά Ταυροκαθάρψια.. Ο
ταύρος συμβολιζει την εν δυνάμει γενεσιουργό δύναμη, και συνδέεται με τη Σελήνη, ως ετερόφωτη οντότητα που ενεργοποιείται μόνο μέσω του Ήλιου. Ο Μίθρας, ως Αήττητος Ήλιος (Sol Invictus) κλέβει τον ταύρο από τον Θεό-Ήλιο και το σκοτώνει για να δημιουργήσει τον κόσμο. Ακολουθεί ένας καυγάς μεταξύ του Μίθρα και του Ήλιου, αλλά στη συνέχεια συμφιλιώνονται και δίνουν τα χέρια. Η χειραψία αυτή μεταφέρθηκε στον Μιθραϊσμό ως σημείο αναγνώρισης μυημένων – ακριβώς όπως στον Τεκτονισμό – και μάλιστα έχει καταγραφεί η εξής αναφορά: «Μύστα βοοκλοπίης, συνδέξιε πατρός άγαυου» (Μυημένε της βοοκλοπής, που δίνεις χειραψία στον ένδοξο Πατέρα). Η προσφώνηση «συνδεξιός» αποτελούσε ονομασία των Μιθραϊκών νεοφύτων – αυτός που ήξερε να δώσει την χειραψία.
Τα Μιθραία είχαν κοινό γνώρισμα την σπηλαιόμορφη κατασκευή τους, αναπαριστούσαν ολόκληρο το σύμπαν, και οι τελετουργίες αναπαριστούσαν την δημιουργία και τους κύκλους της ζωής και των πλανητών. Την είσοδο του ναού πλαισίωναν οι μορφές του Καύτη και του Καυτοπάτη, και στο βάθος ο βωμός με τον Μίθρα Ταυροκτόνο.
Στο ταβάνι ζωγραφίζονταν αστερισμοί, ενώ τους τοίχους κοσμούσε ο ζωδιακός κύκλος. Επιπλέον ενδιαφέρουσα και μυστηριώδης συνάμα μορφή που απαντάται μόνο σε Μιθραϊκούς ναούς είναι ο Λεοντοκέφαλος θεός. Γνωρίζουμε ελάχιστα γι’αυτόν πέρα από αυτά που προδίδει η ίδια η μορφή του. Έχει θεωρηθεί ότι αντικατοπτρίζει τον Χρόνο, αλλά επίσης παρατηρούμε ότι κρατάει στα χέρια του οικοδομικά εργαλεία, είναι περιτυλιγμένος από φίδι (σύμβολο σοφίας μεταξύ άλλων) και δίπλα του βλέπουμε έναν αλέκτορα, ένα κηρύκειο, κι ένα κουκουνάρι. Όλα παραπέμπουν σε σύνθεση Διονυσιακών, Ορφικών και Γνωστικών παραδόσεων, αλλά τα οικοδομικά εργαλεία επίσης παραπέμπουν σε κάτι που μοιάζει με συμπαντικό αρχιτέκτονα…
[one_half]
[/one_half] [one_half_last][/ one_half_last]
Κοιτάζοντας την κάτοψη του Μιθραίου δίπλα στην κάτοψη του Τεκτονικού Ναού, βλέπουμε ότι οι ομοιότητες είναι τρομακτικές, τόσο στη δομή, όσο και στον συμβολισμό. Εκεί που στον Τεκτονικό ναό έχουμε δύο στήλες στην είσοδο, στο Μιθραίο συναντάμε τον Καύτη και τον Καυτοπάτη, ταυτόχρονα μυσταγωγοί, υπηρέτες και φύλακες που εκπροσωπούν δύο αντίθετες πολότητες. Συχνά δίπλα τους εμφανίζεται ένας αλέκτορας (=αφύπνιση) κι ένα κηρύκειο. Οι θέσεις του ναού ταυτόχρονα εκπροσωπούν τους κύκλους της ζωής και των εποχών, ενώ επίσης χρησιμοποιούταν για την αναπαράσταση του Δείπνου μεταξύ Μίθρα και Ήλιου, θυμίζοντας το «Τεκτονικό Συμπόσιο».
Οι βαθμοί, οι μυήσεις (που περιλάμβαναν μοτίβα θανάτου-αναγέννησης), πολλά από τα σύμβολα, οι ζωδιακές αναφορές και η στρατιωτική ιεραρχία φαινομενικά συνδέουν στενά τον Μιθραϊσμό με τον Τεκτονισμό. Όμως περισσότερο μας ενδιαφέρει το που διαφέρουν.
Ο Μίθρας είναι αυτογενή θεότητα-Δημιουργός, που ξεγελά τον ίδιο τον Ήλιο. Ο Μίθρας ως οντότητα παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με τον Αμπράξας των Γνωστικών, ο οποίος με τη σειρά του υιοθέτησε στοιχεία από τον Τυφώνα των Ελλήνων.
δεν είναι θεός του φωτός, του απόλυτου καλού, είναι ένας ενδιάμεσος θεός. Σαν τον Ιανό, φυλάει σταυροδρόμια. Ουσιαστικά ο Αμπράξας των Γνωστικών ήταν ισορροπητική δύναμη μεταξύ του καλού και του κακού, ήταν εκείνος – χάρη στη θεϊκή του φύση – που ενσωμάτωνε και διαφύλασσε τις ισορροπίες μεταξύ των εχθρικών δυνάμεων του «Τυφλού» Δημιουργού της ύλης, και των ψυχών – ψήγματα θείας υπόστασης – που επιχειρούσαν να δραπετεύσουν από την ύλη. Το μοτίβο τέτοιας ενδιάμεσης θεότητας που μπορεί να ελέγξει αυτή την κρίσιμη ισορροπία επαναλαμβάνεται ειδικά στην Ελληνιστική περίοδο – εποχή πολύπλευρων αναταραχών και αλλαγών, και το βλέπουμε τόσο στη μορφή του Χριστού όσο και του Μίθρα. Δεν είναι τυχαία η αναγωγή του Χριστιανισμού από άσημη αίρεση σε κυρίαρχη θρησκεία – ο κόσμος έψαχνε Σωτήρα. Την εποχή εκείνη συναγωνιζόταν τον Μιθραϊσμό – και ο τελευταίος είχε πολύ μεγαλύτερη διάδοση. Πιθανόν η αμιγώς αντρική του σύσταση και οι πολιτικές σκοπιμότητες των Ρωμαίων κυβερνητών να του έδωσαν την χαριστική βολή, και ο Μιθραϊσμός χάθηκε κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Μας άφησε όμως βουβούς μάρτυρες. Ποιο είναι το μήνυμά τους; Είναι ένα Προμήθειο μήνυμα, που μέσω των μυήσεων και των τελετών καλεί τον μυημένο να συμμετάσχει στην ίδια τη δημιουργία – όχι συμβολικά αλλά ουσιαστικά όπως αυτή αναπαρίσταται μέσα στον ναό. Ο Μιθραϊσμός όχι απλά δέχεται, αλλά χρησιμοποιεί την ύλη, το αίμα, το σπέρμα, το υφάδι της
ζωής. Καλεί τον μυημένο, σταδιακά, να ανέβει τα σκαλοπάτια της μύησης εώς ότου αποκτήσει, ( ή μέχρι να θυμηθεί και να συνειδητοποιήσει) μέσα από τις – όντως σκληρές – δοκιμασίες, την γενεσιουργό δύναμη που ήδη κατέχει, και μπορέσει ο ίδιος να σταθεί ως άλλος ισορροπιστής μεταξύ των πολοτήτων. Όχι μέσω ψυχολογικών τεχνασμάτων, ατέρμονων φιλοσοφιών, και παρασκηνιακών διαπλοκών, αλλά μέσω της αρχέγονης ανακάλυψης της υπόστασης που λέγεται Φύση και που κυβερνά τις υποστάσεις πέρα από την ύλη. Επίσης δεν είναι τυχαίο πως η υψηλότερη μυητική βαθμίδα έχει κυβερνήτη τον Κρόνο – θεό του Χρόνου ο οποίος όμως σε αρκετές παραδόσεις θεωρούταν και θεός της δημιουργίας (κι εδώ υπενθυμίζω την αλχημική πρίμα ματέρια – την χαώδη πρώτη ύλη που αποτελεί πηγή της ζωής).Πολλές φορές μιλάμε για την χαμένη γνώση, και παρ’ότι σαφώς και δεν προτείνω να αρχίσουμε να σφάζουμε ταύρους ή να επιστρέψουμε σε βαρβαρότητες (αν και βαρβαρότητες διαπράττουμε καθημερινά με το γάντι), αξίζει να αναρωτηθούμε οι απανταχού φίλοι του εσωτερισμού, κατά πόσο, αφού μιλάμε για βιωματικές εμπειρίες, μπορούν οι αστικοποιημένες και εξευγενισμένες διαδικασίες όπως τις βρίσκουμε, λόγου χάρη στον Τεκτονισμό και άλλα εσωτερικά συστήματα, μέσα σε αποστειρωμένο περιβάλλον πράγματι να μας φέρει σε επαφή με τις οντολογικές έννοιες που υποτίθεται ότι ενσωματώνουν ως παραδόσεις; Πως μιλάμε για αφύπνιση αν δεν βιώσουμε και μέσα στο υλικό μας σώμα την έννοια των αρχέτυπων που συνθέτουν την υπόστασή μας, αν δεν επιτρέψουμε στην υλική μας φύση να συμφιλιωθεί με τη νοητική και πνευματική φύση – μπορούμε όντως να πούμε ότι οδεύουμε προς το γνώθις εαυτόν ή ότι γινόμαστε κι εμείς δημιουργοί; Όχι συμβολικά, αλλά πραγματικά; Ζώντας τον ρόλο κι ενδυόμενοι τα (θεϊκά) αρχέτυπα της φύσης μας αντί να παραμένουμε συνειδητά ηθοποιοί. Πόσοι από εμάς πράγματι νιώθουν το σώμα τους; Πόσοι από εμάς πράγματι συνειδητοποιούμε την δημιουργική σπίθα που έχουμε ενσωματωμένη σε όλα τα επίπεδα της οντότητάς μας; Μέσα από την επαφή με τα στοιχεία, με τον αρχέγονο φόβο που προκαλεί μια θαλασσοταραχή, μια αναπάντεχη καταιγίδα, την αρχέγονη χαρά που προκαλεί μια πράξη ηρωισμού, την αρχέγονη δύναμη του ανίκητου ήλιου;
Στην πραγματικότητα, η γνώση δεν έχει χαθεί, τα σύμβολα, οι κινήσεις, οι τελετές αποτυπώνουν τις ίδιες έννοιες και δείχνουν τον ίδιο δρόμο με αυτόν του Μιθραϊσμού και άλλων μυστηριων.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΑΒΑΤΟΝ, τεύχος 107, Απρίλιος 2011, στον «φάκελο» με τίτλο «Η Χαμένη Γνώση των Μασόνων».http://sashachaitow.co.uk/matrix-%ce%bc%ce%b9%ce%b1-%ce%b3%ce%bd%cf%89%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%b2%ce%bf%ce%bb%ce%ae-%ce%b3%ce%b9%ce%b1-%cf%84%ce%bf%ce%bd-21%ce%bf-%ce%b1%ce%b9%cf%8e%ce%bd/
Κάποια στιγμή στην ιστορία του πολιτισμού μας αναπτύχθηκαν δύο διαμετρικά αντίθετες κοσμοθεάσεις. Η μία εστίαζε στην ενότητα του Όλου, και αντιμετώπιζε την έννοια του «κακού» σαν την απλή απουσία της ύπαρξης, ή σαν τα τερτίπια ενός (ή πολλών) παιχνιδιάρικου Δημιουργού. Αν ο άνθρωπος ζούσε σύμφωνα με μέτρο και σύνεση, απελευθέρωνε συνειδητά τον εαυτό του από την επιθυμία και την ύλη, κάποια στιγμή θα μπορούσε να γλιτώσει από τις περιπέτειες που του επιφύλασσαν οι Μοίρες ή οι Θεοί με τη μορφή της υλικής ύπαρξης, και να πλησιάζει την Ψυχή του κόσμου. Η άλλη εστίαζε στις φανερές αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν την ύπαρξη και που συνοψίζονται στην πιο μεγάλη αντίθεση απ’όλες: ζωή και θάνατος. Γεννήθηκαν μύθοι, που έδιναν μια μορφή στους προβληματισμούς και εξηγήσεις για τους μυστήριους κύκλους της ζωής, ο άνθρωπος μυθοπλάστης άρχισε να επεμβαίνει μέσω της ιερουργίας στα μυστήρια της ύπαρξης, μύθοι που κάποια στιγμή σχημάτισαν την καρδιά μεγάλων μυστηρίων που επέτρεπαν στον άνθρωπο να νικήσει, ή έστω να κατανοήσει και να γεφυρώσει αυτές τις αντιθέσεις.
Μια τέτοια παράδοση ήταν ο Ορφισμός, από τις παλαιότερες καταγεγραμμένες δυαδικές παραδόσεις σύμφωνα με την οποία η υλική ύπαρξη απέκτησε αρνητική χροιά. Κατά την Ορφική κοσμογονία, ο Διονύσιος Ζαγρεύς, νόθο παιδί του Δία και της Περσεφόνης, δολοφονείται και καννιβαλίζεται από τους Τιτάνες κατόπιν εντολής της εξαγριωμένης Ήρας. Η Αθηνά σώζει την καρδιά του παιδιού, και ο Δίας καταστρέφει τους Τιτάνες με ένα αστροπελέκι. Από τη στάχτη τους, ανακατεμένη με τη στάχτη του νεκρού Διονύσου, γεννιέται η (αμαρτωλή) ανθρωπότητα. Το καλό στον άνθρωπο αποτελεί το Διονυσιακό στοιχείο, ενώ το κακό της ανθρώπινης φύσης αποτελεί κληροδότημα των Τιτάνων. Ως αποτέλεσμα, ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος σε τουλάχιστον δέκα μετενσαρκώσεις πριν του επιτραπεί η απελευθέρωση από την ύλη.
Ο μόνος τρόπος να συντομεύσει αυτόν τον αέναο κύκλο μετενσαρκώσεων ήταν μέσω της μύησης. Κάθε φορά που πέθαινε ένας αμύητος, έφτανε σε ένα σταυροδρόμι, περνούσε κάτω από τον θρόνο της Ανάγκης, και ο φύλακας τον οδηγούσε στην πηγή της Λήθης όπου πίνοντας, ξεχνούσε τα μαθήματα και τα συναισθήματα της προηγούμενης ζωής του κι έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή. Στον μυημένο όμως, δινόταν ένας κωδικός με τον οποίο μπορούσε να περάσει από τους φύλακες και να πιει από την πηγή της Μνημοσύνης, ώστε να συντομεύσει τη διαδρομή και να δείξει στους θεούς ότι γνώριζε την υπόστασή του και το δικαίωμά του στην αιωνιότητα. Η εισιτήριος φράση ξεκινούσε «Παις Γαός Είμι, και Ουρανού Αστερόεντος…» (Είμαι παιδί της Γης και του Έναστρου Ουρανού).
Αυτή η έννοια του δυαδισμού, μιας απαισιοδοξίας και απαξίωσης της υλικής ύπαρξης, και της έντονης λαχτάρας για την απελευθέρωση, ή την γεφύρωσή της με ένα ανώτερο πεδίο, υπήρξε κεντρικό χαρακτηριστικό πολλών θρησκειών και μυστηριακών παραδόσεων που αναπτύχθηκαν εντός και γύρω από τον Ελλαδικό χώρο, ιδιαίτερα στους Ελληνιστικούς χρόνους. Ο πρώιμος Γνωστικισμός ανήγαγε αυτή την έννοια σε μια τεράστια και περίπλοκη μυθολογία. Κατά τους Γνωστικούς, ο άνθρωπος ελευθερωνόταν από την ύλη μόνο μέσω της μύησης, μέσα από την οποία έπρεπε να ανακαλύψει (και να θυμάται) τις εισιτήριες λέξεις με τις οποίες θα περνούσε τα εμπόδια που θα του έθεταν οι εχθρικοί πλανητικοί φύλακες (Άρχοντες). Ουσία του Γνωστικισμού, όπως και του Ορφισμού, ήταν η ενθύμηση της ουράνιας καταγωγής τους.
Δεν μας έχουν απομείνει στοιχεία από τις τελετουργίες και μυητικές πρακτικές αυτών των παραδόσεων, αλλά γνωρίζουμε ότι τόσο οι Ορφικοί και οι Γνωστικοί, όσο και οι μυημένοι των Ελευσινίων μυστηρίων, είχαν ανακαλύψει κάτι, κάποια μυητική πρακτική, η οποία τους γεφύρωνε την υλική με την ουράνια πραγματικότητα και που συμφιλίωνε τον άνθρωπο με την έννοια του θανάτου σε τέτοιο βαθμό που λεγόταν: «Ως τρισόλβιοι κείνοι βροτών, οι ταύτα δερχθέντες τέλη μολωσ’ εις ‘Αδου, τοις δε γαρ μόνον εκεί ζήν εστίν, τοις δε άλλοισι παντ’ εκεί κακά.» (Πλούταρχος, Ηθικά). (Τρισευτυχής επιστρέφει ο θνητός που έχει περάσει τις δοκιμασίες του Άδη, γιατί γνωρίζει ότι εκεί υπάρχει μόνον ζωή, και όχι, όπως νομίζουν οι άλλοι, μόνο κακό).
Ό,τι και να ανακάλυψαν οι αρχαίοι, προφανώς υπήρχε κάποια γνώση, κάποιο μυστικό, που τους επέτρεπε μια άλλη οπτική απέναντι στο μεγαλύτερο εσχατολογικό μυστήριο, κάτι πιο ισχυρό από ψυχολογικό τέχνασμα, την απλή συμφιλίωση με τη θνητή φύση, ή την προσωρινή επιρροή κάποιας ενθεογόνου ουσίας, όπως έχουν ισχυριστεί πρόσφατα ερευνητές.
Ένα από τα μεγαλύτερα μυητικά συστήματα που επιβιώνει στις μέρες μας είναι ο Τεκτονισμός, ο οποίος σαφέστατα αντλεί το περιεχόμενό του από αρχαιότερες παραδόσεις, παρ’ότι δεν υπάρχει ξεκαθαρή τεκμηρίωση η οποία να επιβεβαιώνει κάποιες από τις ιστορικές συνδέσεις που συχνά ακούγονται. Αλλά είναι απορίας άξιον εάν ο Τεκτονισμός, όπως και κάποιες συγγενείς παραδόσεις, φυλάσσουν πράγματι το μυστικό εκείνο που επέτρεπε στους προγόνους μας τρισόλβιοι να επιστρέψουν μέσα από τις πύλες του Άδη, έχοντας πιει από την πηγή της Μνημοσύνης και γνωρίζοντας τα μυστικά του σύμπαντος. Ο Τεκτονισμός κάνει λόγο για την «Χαμένη Λέξη,» η Αλχημεία για τον χαμένο Λίθο, η Καμπαλά για το χαμένο Όνομα του Θεού…. Επίσης είναι απορίας άξιον αν τελικά έχει σημασία η ανεύρεση της χαμένης λέξης-λίθου-ονόματος, ή το ίδιο το ταξίδι αναζήτησης. Αλλά αυτό είναι θέμα για ένα άλλο άρθρο.
Όψη Μιθραϊκού Ναού στο Σαν Κλεμέντε
Πέρα από αυτά τα μυστήρια, των οποίων τουλάχιστον οι βασικές αρχές είναι γνωστές, υπήρξε στην ύστερη αρχαιότητα μια άλλη μυστηριακή και μυητική παράδοση που κάποια στιγμή διαδόθηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη της Ευρώπης, αλλά για την οποία σώζονται ελάχιστες πληροφορίες, πέρα από κάποια σκόρπια αγάλματα και ναούς που άφησαν πίσω οι πιστοί της. Ο λόγος για τον Μιθραϊσμό, μια μυητική θρησκεία που υπήρξε εξαιρετικά δημοφιλής μεταξύ των Ρωμαίων λεγεωνάριων, και η οποία έχει θεωρηθεί ότι λόγω πολιτικών συμφερόντων δεν έγινε η κραταιά θρησκεία της Ευρώπης αντί για τον Χριστιανισμό καθώς στους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους γνώρισε μεγαλύτερη εξάπλωση απ’ό,τι ο Χριστιανισμός.Οι απόψεις διίστανται για την προέλευση αυτής της παράδοσης: κάποιοι ιστορικοί θεωρούν ότι ο Μίθρας ήταν Ζωροαστρική θεότητα, άλλοι ότι οι ρίζες του Μιθραϊσμου βρίσκονται κάπου στην Ινδία, ο Πλούταρχος γράφει πως ήταν λατρευτική παράδοση των πειρατών της Κιλικίας, και άλλοι ξεπήδησε αυτούσια μέσα από τον Ελληνο-Ρωμαϊκό πολιτισμό της Ελληνιστικής περιόδου. Το βέβαιο είναι ότι επιδεικνύει και Ορφικές καταβολές, αλλά και κάποια στοιχεία που – εφόσον μιλάμε για χαμένη γνώση, μάλλον αξίζουν τη προσοχή μας.
Όσα γνωρίζουμε για τον Μιθραϊσμό προέρχονται από τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης και τις – ελάχιστες – αναφορές των ιστορικών της εποχής, καθώς οι μυημένοι Μιθραϊστές δεσμεύονταν από όρκους άκρας μυστικότητας. Ήταν αμιγώς αντρική παράδοση, οπότε δεν διαδόθηκε μέσω οικογενειών ώστε να διατηρηθούν κάποια παραπάνω στοιχεία, αλλά μονάχα μεταξύ ανδρών που συχνά (αλλά όχι πάντα) θα ήταν λεγεωνάριοι – δηλαδή με μειωμένο προσδόκιμο ζωής ώστε να μεταδώσουν τις γνώσεις τους. Όσον αφορά τα ευρήματα, υπάρχουν τρεις παραστάσεις που εμφανίζονται επανειλημμένως, και οι οποίες είναι ολόιδιες είτε προέρχονται από την Μέση Ανατολή, είτε από τις Άλπεις, είτε την Αγγλία.
H γενεσιουργός Ταυροκτονία
Η πιο διαδεδομένη, η Ταυροκτονία, παρουσιάζει τον θεό Μίθρα, με Φρυγικό σκούφο και Ανατολική περιβολή, γονατισμένο στην πλάτη ενός εξουθενωμένου ταύρου. Με το αριστερό χέρι τραβάει τον ταύρο από τα ρουθούνια, με το δεξί ετοιμάζεται να τον σφάξει. Ο Μίθρας κοιτάζει πίσω του προς τον Θεό- Ήλιο (Sol), ενώ απέναντι παρακολουθεί τη σκηνή η Σελήνη. Ένας σκύλος κι ένα φίδι τεντώνονται προς το αίμα που χύνεται, ενώ ένας σκορπιός σφίγγει τους όρχεις του άτυχου ταύρου. Δεξιά και αριστερά είναι οι δύο συνοδοί του Μίθρα, ο Καύτης, με έναν αναμμένο και τεταμένο πυρσό, και ο Καυτοπάτης, με τον πυρσό σβησμένο και χαμηλωμένο. Σε ορισμένες απεικονίσεις, πλαισιώνεται από άλλες παραστάσεις, όπως τη γέννηση του Μίθρα μέσα από έναν βράχο. Επίσης διαδεδομένη εικόνα είναι το Δείπνο, οπού ο Μίθρας γευματίζει μαζί με τον Θεο-Ήλιο επάνω στο τομάρι του ταύρου, ενώ ένας από τους συνοδούς του Μίθρα ανάβει ένα τζάκι με ένα κηρύκειο. Άλλες παραστάσεις δείχνουν το «θαύμα του νερού», η πρώτη πράξη του Μίθρα μετά τη γέννησή του, όπου με ένα βέλος τρυπάει έναν βράχο και ξεπηδάει μια πηγή. Σε άλλες σκηνές συναντά τον Θεό Ήλιο που γονατίζει μπροστά του ή του δίνει το χέρι.Η Ταυροκτονία κρύβει τεράστιο συμβολικό ενδιαφέρον, πέρα από την προφανή παραπομπή στα Μινωϊκά Ταυροκαθάρψια.. Ο
Καυτης και Καυτοπατης προστατες και υπηρετες του Μιθρα |
Σύμφωνα με τον μύθο, η στιγμή του θανάτου του ταύρου είναι η στιγμή της δημιουργίας του κόσμου, και συμβαίνει κατά την εαρινή ισημερία, την εποχή της γένεσης της φύσης, ενώ η γέννηση του Μίθρα συνέβη το φθινόπωρο. Ο σκύλος, ο σκορπιός και το φίδι, όπως και κάποια στάχια που ξεφυτρώνουν μέσα από το αίμα του ταύρου, όλα επιβεβαιώνουν τον γενεσιουργό χαρακτήρα της «θυσίας» αυτής.
Εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ίδιο το Μιθραίο και οι τελετουργίες που λάμβαναν χώρα σε αυτό. Οι μυήσεις θεωρούνταν σκληρές δοκιμασίες, και τελούνταν υπό πλήρη μυστικότητα. Το δε μυητικό σύστημα του Μιθραϊσμού βασιζόταν σε ιεραρχία επτά βαθμών:
Βαθμός
|
Σύμβολα
|
Προστάτης πλανήτης/Θεότητα
|
Κόραξ
|
Κύπελλο, κηρύκειο
|
Ερμής
|
Νυμφίος
|
Λάμπα, διάδημα
|
Αφροδίτη
|
Μίλες (Στρατιώτης)
|
Πουγγί, περικεφαλαία, δόρυ
|
Άρης
|
Λέων
|
Φτυάρι, σείστρο, Αστροπελέκια
|
Δίας
|
Πέρσης
| ακινάκης (εγχειρίδιο), δρεπάνι |
Σελήνη/άστρα
|
Ηλιοδρόμος
|
Δαδί, φωτοστέφανο, μαστίγιο
|
Ήλιος
|
Πατήρ
|
Τελετουργικό κύπελλο, δαχτυλίδι, ραβδί, Φρυγικός σκούφος, δρεπάνι
|
Κρόνος
|
Στο ταβάνι ζωγραφίζονταν αστερισμοί, ενώ τους τοίχους κοσμούσε ο ζωδιακός κύκλος. Επιπλέον ενδιαφέρουσα και μυστηριώδης συνάμα μορφή που απαντάται μόνο σε Μιθραϊκούς ναούς είναι ο Λεοντοκέφαλος θεός. Γνωρίζουμε ελάχιστα γι’αυτόν πέρα από αυτά που προδίδει η ίδια η μορφή του. Έχει θεωρηθεί ότι αντικατοπτρίζει τον Χρόνο, αλλά επίσης παρατηρούμε ότι κρατάει στα χέρια του οικοδομικά εργαλεία, είναι περιτυλιγμένος από φίδι (σύμβολο σοφίας μεταξύ άλλων) και δίπλα του βλέπουμε έναν αλέκτορα, ένα κηρύκειο, κι ένα κουκουνάρι. Όλα παραπέμπουν σε σύνθεση Διονυσιακών, Ορφικών και Γνωστικών παραδόσεων, αλλά τα οικοδομικά εργαλεία επίσης παραπέμπουν σε κάτι που μοιάζει με συμπαντικό αρχιτέκτονα…
[one_half]
[/one_half] [one_half_last][/
Κοιτάζοντας την κάτοψη του Μιθραίου δίπλα στην κάτοψη του Τεκτονικού Ναού, βλέπουμε ότι οι ομοιότητες είναι τρομακτικές, τόσο στη δομή, όσο και στον συμβολισμό. Εκεί που στον Τεκτονικό ναό έχουμε δύο στήλες στην είσοδο, στο Μιθραίο συναντάμε τον Καύτη και τον Καυτοπάτη, ταυτόχρονα μυσταγωγοί, υπηρέτες και φύλακες που εκπροσωπούν δύο αντίθετες πολότητες. Συχνά δίπλα τους εμφανίζεται ένας αλέκτορας (=αφύπνιση) κι ένα κηρύκειο. Οι θέσεις του ναού ταυτόχρονα εκπροσωπούν τους κύκλους της ζωής και των εποχών, ενώ επίσης χρησιμοποιούταν για την αναπαράσταση του Δείπνου μεταξύ Μίθρα και Ήλιου, θυμίζοντας το «Τεκτονικό Συμπόσιο».
Οι βαθμοί, οι μυήσεις (που περιλάμβαναν μοτίβα θανάτου-αναγέννησης), πολλά από τα σύμβολα, οι ζωδιακές αναφορές και η στρατιωτική ιεραρχία φαινομενικά συνδέουν στενά τον Μιθραϊσμό με τον Τεκτονισμό. Όμως περισσότερο μας ενδιαφέρει το που διαφέρουν.
Ο Μίθρας είναι αυτογενή θεότητα-Δημιουργός, που ξεγελά τον ίδιο τον Ήλιο. Ο Μίθρας ως οντότητα παρουσιάζει πολλά κοινά σημεία με τον Αμπράξας των Γνωστικών, ο οποίος με τη σειρά του υιοθέτησε στοιχεία από τον Τυφώνα των Ελλήνων.
Αμπράξας
Ο Αμπράξας (και ο Τυφώνας) αποτελούσε ξεχωριστή θεότητα από τις υπόλοιπες μορφές:δεν είναι θεός του φωτός, του απόλυτου καλού, είναι ένας ενδιάμεσος θεός. Σαν τον Ιανό, φυλάει σταυροδρόμια. Ουσιαστικά ο Αμπράξας των Γνωστικών ήταν ισορροπητική δύναμη μεταξύ του καλού και του κακού, ήταν εκείνος – χάρη στη θεϊκή του φύση – που ενσωμάτωνε και διαφύλασσε τις ισορροπίες μεταξύ των εχθρικών δυνάμεων του «Τυφλού» Δημιουργού της ύλης, και των ψυχών – ψήγματα θείας υπόστασης – που επιχειρούσαν να δραπετεύσουν από την ύλη. Το μοτίβο τέτοιας ενδιάμεσης θεότητας που μπορεί να ελέγξει αυτή την κρίσιμη ισορροπία επαναλαμβάνεται ειδικά στην Ελληνιστική περίοδο – εποχή πολύπλευρων αναταραχών και αλλαγών, και το βλέπουμε τόσο στη μορφή του Χριστού όσο και του Μίθρα. Δεν είναι τυχαία η αναγωγή του Χριστιανισμού από άσημη αίρεση σε κυρίαρχη θρησκεία – ο κόσμος έψαχνε Σωτήρα. Την εποχή εκείνη συναγωνιζόταν τον Μιθραϊσμό – και ο τελευταίος είχε πολύ μεγαλύτερη διάδοση. Πιθανόν η αμιγώς αντρική του σύσταση και οι πολιτικές σκοπιμότητες των Ρωμαίων κυβερνητών να του έδωσαν την χαριστική βολή, και ο Μιθραϊσμός χάθηκε κατά τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Μας άφησε όμως βουβούς μάρτυρες. Ποιο είναι το μήνυμά τους; Είναι ένα Προμήθειο μήνυμα, που μέσω των μυήσεων και των τελετών καλεί τον μυημένο να συμμετάσχει στην ίδια τη δημιουργία – όχι συμβολικά αλλά ουσιαστικά όπως αυτή αναπαρίσταται μέσα στον ναό. Ο Μιθραϊσμός όχι απλά δέχεται, αλλά χρησιμοποιεί την ύλη, το αίμα, το σπέρμα, το υφάδι της
ζωής. Καλεί τον μυημένο, σταδιακά, να ανέβει τα σκαλοπάτια της μύησης εώς ότου αποκτήσει, ( ή μέχρι να θυμηθεί και να συνειδητοποιήσει) μέσα από τις – όντως σκληρές – δοκιμασίες, την γενεσιουργό δύναμη που ήδη κατέχει, και μπορέσει ο ίδιος να σταθεί ως άλλος ισορροπιστής μεταξύ των πολοτήτων. Όχι μέσω ψυχολογικών τεχνασμάτων, ατέρμονων φιλοσοφιών, και παρασκηνιακών διαπλοκών, αλλά μέσω της αρχέγονης ανακάλυψης της υπόστασης που λέγεται Φύση και που κυβερνά τις υποστάσεις πέρα από την ύλη. Επίσης δεν είναι τυχαίο πως η υψηλότερη μυητική βαθμίδα έχει κυβερνήτη τον Κρόνο – θεό του Χρόνου ο οποίος όμως σε αρκετές παραδόσεις θεωρούταν και θεός της δημιουργίας (κι εδώ υπενθυμίζω την αλχημική πρίμα ματέρια – την χαώδη πρώτη ύλη που αποτελεί πηγή της ζωής).Πολλές φορές μιλάμε για την χαμένη γνώση, και παρ’ότι σαφώς και δεν προτείνω να αρχίσουμε να σφάζουμε ταύρους ή να επιστρέψουμε σε βαρβαρότητες (αν και βαρβαρότητες διαπράττουμε καθημερινά με το γάντι), αξίζει να αναρωτηθούμε οι απανταχού φίλοι του εσωτερισμού, κατά πόσο, αφού μιλάμε για βιωματικές εμπειρίες, μπορούν οι αστικοποιημένες και εξευγενισμένες διαδικασίες όπως τις βρίσκουμε, λόγου χάρη στον Τεκτονισμό και άλλα εσωτερικά συστήματα, μέσα σε αποστειρωμένο περιβάλλον πράγματι να μας φέρει σε επαφή με τις οντολογικές έννοιες που υποτίθεται ότι ενσωματώνουν ως παραδόσεις; Πως μιλάμε για αφύπνιση αν δεν βιώσουμε και μέσα στο υλικό μας σώμα την έννοια των αρχέτυπων που συνθέτουν την υπόστασή μας, αν δεν επιτρέψουμε στην υλική μας φύση να συμφιλιωθεί με τη νοητική και πνευματική φύση – μπορούμε όντως να πούμε ότι οδεύουμε προς το γνώθις εαυτόν ή ότι γινόμαστε κι εμείς δημιουργοί; Όχι συμβολικά, αλλά πραγματικά; Ζώντας τον ρόλο κι ενδυόμενοι τα (θεϊκά) αρχέτυπα της φύσης μας αντί να παραμένουμε συνειδητά ηθοποιοί. Πόσοι από εμάς πράγματι νιώθουν το σώμα τους; Πόσοι από εμάς πράγματι συνειδητοποιούμε την δημιουργική σπίθα που έχουμε ενσωματωμένη σε όλα τα επίπεδα της οντότητάς μας; Μέσα από την επαφή με τα στοιχεία, με τον αρχέγονο φόβο που προκαλεί μια θαλασσοταραχή, μια αναπάντεχη καταιγίδα, την αρχέγονη χαρά που προκαλεί μια πράξη ηρωισμού, την αρχέγονη δύναμη του ανίκητου ήλιου;
Στην πραγματικότητα, η γνώση δεν έχει χαθεί, τα σύμβολα, οι κινήσεις, οι τελετές αποτυπώνουν τις ίδιες έννοιες και δείχνουν τον ίδιο δρόμο με αυτόν του Μιθραϊσμού και άλλων μυστηριων.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΑΒΑΤΟΝ, τεύχος 107, Απρίλιος 2011, στον «φάκελο» με τίτλο «Η Χαμένη Γνώση των Μασόνων».http://sashachaitow.co.uk/matrix-%ce%bc%ce%b9%ce%b1-%ce%b3%ce%bd%cf%89%cf%83%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%b2%ce%bf%ce%bb%ce%ae-%ce%b3%ce%b9%ce%b1-%cf%84%ce%bf%ce%bd-21%ce%bf-%ce%b1%ce%b9%cf%8e%ce%bd/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου