Ο Συντηρητισμός δεν είναι Συντηρητικός
Του Ραφαήλ Καλυβιώτη
Ένα ίσως από τα μεγαλύτερα προβλήματα του Πολιτικού Φιλελευθερισμού είναι ότι απουσιάζει η έννοια, αλλά και η πραγματικότητα, αυτού που οι Συντηρητικοί ονομάζουν «Κοινότητα». Για τον Πολιτικό Φιλελευθερισμό, η ανεξάρτητη αρχή της Κοινότητας και όλα αυτά που η τελευταία συνεπάγεται όπως η εθνικότητα, η διαχρονία της ιστορίας ως τρόπος ζωής και ως βίωμα που προσδίδει ιδιαίτερο νόημα, ο πολιτισμός, η θρησκεία και η ταυτότητα απουσιάζουν. Αλλά ακόμα και όταν η Κοινότητα καθίσταται παρούσα στις αναλύσεις του Πολιτικού Φιλελευθερισμού αντιμετωπίζεται ως κάτι το δευτερογενές, ως κάτι δηλαδή που πρέπει να διασφαλίζει ότι τα μέλη που ανήκουν σε αυτήν την Κοινότητα αντιμετωπίζονται ως ίσα και συνεπώς ως ελεύθερα. Επομένως, η Κοινότητα για τους θιασώτες του Πολιτικού Φιλελευθερισμού
1) είτε δεν έχει καμία απολύτως αξία διότι δεν πρέπει καν να υφίσταται ως δίλημμα η σύγκρουση Ατόμου – Κοινότητας (αφού το Άτομο και οι ελευθερίες του επουδενί δεν πρέπει να περιορίζονται από κάποια συλλογικότητα)
2) είτε αναγνωρίζεται ως αναγκαίο κακό και κατά αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζεται ως παράγωγο της ισότητας και της ελευθερίας (αφού ο μόνος λόγος ύπαρξης της Κοινότητας είναι για να διασφαλίζει ότι τα Άτομα εντός της θα παραμείνουν ελεύθερα).
Όπως μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό, ο Συντηρητισμός ως κίνημα, έννοια και αντίληψη απορρίπτει αυτήν την πρώτη από τις δύο θέσεις του Φιλελευθερισμού διότι απαξιώνει ολοκληρωτικά την Κοινότητα που αποτελεί το θεμέλιο συστατικό του πρώτου. Κεντρικός άξονας του Συντηρητισμού είναι η πεποίθηση ότι οι κοινές πρακτικές και οι κοινές κατανοήσεις που ενυπάρχουν σε κάθε κοινωνία πρέπει να τυγχάνουν μεγαλύτερης προσοχής. Η Κοινότητα για έναν Συντηρητικό είναι ανάγκη να γίνει αντικείμενο προστασίας και να τεθεί τουλάχιστον στην ίδια ευθεία με την ισότητα και την ελευθερία. Η προτεραιότητα του Ατόμου σε τέτοιο ακραίο βαθμό ώστε να απαξιώνεται οποιαδήποτε συλλογικότητα ως σχήμα εν δυνάμει καταπιεστικό είναι για τον Συντηρητισμό μία ακραία τοποθέτηση του Πολιτικού Φιλελευθερισμού και δεν μπορεί να βρεθεί κανένα κοινό έδαφος για συνύπαρξη αφού οδηγεί σε ένα ακραίο ατομισμό. Ο ακραίος αυτός ατομισμός με τη σειρά του οδηγεί τελολογικά στην Χομπσιανή παρατήρηση του «πολέμου των πάντων κατά πάντων» και άρα στην αναρχία.
Με την δεύτερη τοποθέτηση του Πολιτικού Φιλελευθερισμού ωστόσο, και είναι δυνατόν να υπάρξει κοινός τόπος και να συνυπάρξει ο Συντηρητισμός. Ο τελευταίος άλλωστε δέχεται την ατομική ελευθερία ως μία αδήριτη ανάγκη, ως μία κατάκτηση που οδήγησε τις κοινωνίες προς τα εμπρός και που παρεμπόδισε την κρατική αυθαιρεσία. Μέχρι αυτό το σημείο, Πολιτικός Φιλελευθερισμός και Συντηρητισμός συνταυτίζονται. Από εκεί και ύστερα όμως οι Συντηρητικοί θέτουν ένα επιπλέον υπαρξιακό ερώτημα: «Μπορεί το Άτομο να βρει νόημα στην ιδιωτεία σε μία σύγχρονη πολιτική κοινότητα»; Ενώ ο Πολιτικός Φιλελευθερισμός θεωρεί ως ύψιστο πρόταγμα αυτοπραγμάτωσης τον διαχωρισμό δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας, ο Συντηρητισμός ανθίσταται σε μία τέτοια αντίληψη ως ρηχή και κενή νοήματος. Όσο σημαντικό και εάν είναι να υφίσταται μία κοινωνία ελεύθερων ατόμων δεν επαρκεί από μόνη της για να εξηγήσει το γιατί αισθανόμαστε ένα ιδιαίτερο αίσθημα υποχρέωσης προς τους συμπολίτες μας εν σχέσει με τους πολίτες άλλων κρατών.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο υπεισέρχεται για τον Συντηρητισμό ένας ειδικότερος προσδιορισμός της έννοιας της Κοινότητας, η έννοια του «Έθνους» ή της «Εθνικότητας» (“nationhood”) που προτάσσει την κοινωνική ενότητα και αλληλεγγύη ως μορφές συνεισφοράς των ατόμων σε μία ενιαία πολιτική κοινότητα που διαθέτει ιδιαίτερα και διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τις άλλες κοινότητες. Για τον Συντηρητισμό η εθνότητα αποτελεί την κινητήριο δύναμη μέσω της οποίας ένας συγκεκριμένος λαός, μίας συγκεκριμένης εδαφικής επικράτειας και με μία συγκεκριμένη ιστορική πορεία ενώνεται για να χαράξει μία συγκεκριμένη διαδρομή. Τα άτομα τα οποία ενυπάρχουν στο έθνος εκτίθενται σε έναν κοινό εθνικό πολιτισμό, μετέχουν σε κοινούς εκπαιδευτικούς και πολιτικούς θεσμούς και μιλούν την ίδια γλώσσα. Η τελευταία αποτελεί το απαύγασμα του πολιτισμού ενός διακριτού έθνους και εμφιλοχωρεί τα διαχρονικά νοήματα τα οποία συγκροτούν την ιδιοπροσωπεία του συγκεκριμένου λαού. Το τί είδους ταυτότητα είναι αυτή που προαγάγεται σε κάθε ξεχωριστό έθνος είναι ζήτημα του ίδιου του λαού που το συγκροτεί. Στην Ελλάδα φερ ειπείν η αποδοχή της Ορθόδοξης παράδοσης αποτελεί συστατικό στοιχείο του ελληνισμού που προσδίδει μία ξεχωριστή ανάγνωση για το τί συγκροτεί τον τελευταίο. Ο πολίτης δηλαδή δεν αντιμετωπίζεται ως ένα απλό νομικό πρόσκομμα, αλλά ως «Πρόσωπο» που λογοδοτεί οικειοθελως στην Κοινότητα. Αυτή η διατήρηση της διαφορετικής ανάγνωσης της ταυτότητας του κάθε έθνους αποτελεί συστατική αξία της ιδεολογίας του Συντηρητισμού.
Η εγγενής ανησυχία του Συντηρητικού υποδείγματος για μία κοινωνία αποξενωμένων ατομιστών είναι ο λόγος που καλεί τους πολίτες να σηκώσουν το φορτίο της πολιτικής συμμετοχής. Ενώ το φιλελεύθερο ιδεώδες του ιδιωτικού βίου είναι να απελευθερωθεί η κοινωνία από τις πολιτικές παρεμβάσεις, ο Συντηρητισμός αξιώνει και υπενθυμίζει ότι η πολιτική αποτελεί πρωτίστως το μέσο για τον ιδιωτικό βίο. Το γεγονός ότι ο πολιτικός βίος κατασκευάζεται από τα μέσα ενημέρωσης, χειραγωγείται από το χρήμα και κυριαρχείται από τους «ειδικούς» αποτελεί το μεγαλύτερο κίνητρο να αυξηθούν τα δημόσια βήματα μικρότερης κλίμακας. Η αποκέντρωση επομένως σε ένα τοπικό, κοινοτιστικό ιδεώδες, και η ολοένα και μεγαλύτερη δυνατότητα πρόσβαση του πολίτη στην πολιτική, αποδυναμώνει την κουλτούρα εξάρτησης των παθητικών ατομιστών που δήθεν έχουν «ανάγκη από μία γραφειοκρατική καθοδήγηση». Από την άλλη, το γεγονός ότι η ελεύθερη αγορά εμφυσεί στα άτομα την ανάληψη πρωτοβουλίας δεν σημαίνει ότι διδάσκει και το αίσθημα της κοινωνικής ευθύνης. Αντίθετα, η μεταφορά μέρους της πολιτικής ευθύνης στα άτομα μέσω των τοπικών ενώσεων της κοινωνίας των πολιτών, αναγάγει σε ύψιστο αγαθό την ιδιότητα του πολίτη, τον κατά Walzer «κριτικό συνεργατισμό» (“critical associationalism”). Ο Συντηρητικός τοποθετείται επομένως ανάμεσα στην κουλτούρα της εξάρτησης από το κράτος και τον απρόσωπο χαρακτήρα των αγορών, προβάλλοντας ένα λησμονημένο χαρακτηριστικό αρετής, την ατομικά κοινωνική ευθύνη.
Εάν λοιπόν είναι κάτι που μπορεί να χαρακτηρίσει με πιο διαυγές τρόπο το τί πρεσβεύει η ιδεολογία του Συντηρητισμού είναι η έννοια της «Ισορροπίας». Διαφυλάσσει δηλαδή ο Συντηρητισμός την κοινωνική ειρήνη στην σύγκρουση Ατόμου – Κοινότητας επιδιώκοντας την ισορροπία ανάμεσα στην Ποικιλομορφία και την Ενότητα. Από τη μία αντιτίθεται στην «πολυπολιτισμική κοινωνία» ως ιδεολόγημα ακραίας Ποικιλομορφίας που διασαλεύει την ενότητα της κυριάρχου εθνικής κουλτούρας. Αλλά και από την άλλη, στον κάθε είδους «περφεξιονισμό» που απαγορεύει στους ανθρώπους να πράττουν αυτό που το κράτος θεωρεί κακή επιλογή ως ακραία έκφανση Ενότητας που εν τέλει συσσωρεύει τις εξουσίες στην κυβέρνηση. Ο Συντηρητισμός σε τελική ανάλυση, «αποθεώνει» την Αριστοτελική «μεσότητα» ως συστατικό αρμονίας αλλά και σταδιακής προόδου η οποία θα επιτυγχάνεται χωρίς ακραίες αντιδράσεις. Αποτελεί τον θεματοφύλακα των επιτυχώς δοκιμασμένων αξιών μίας κοινωνίας διατηρώντας τα καλύτερά της στοιχεία και μην επιδιώκοντας την πρόοδο για την πρόοδο. Η έννοια της προόδου λογοδοτεί στις ανάγκες της Κοινότητας. Χρόνια τώρα στην ελληνική κοινωνία ο Συντηρητικός χώρος φορτίζεται με αρνητικό πρόσημο σε μία κατ’ εξοχίν Εθνική Κοινωνία. Ήρθε η ώρα να αρθούν οι παρεξηγήσεις.
Μπλε Μήλο
Του Ραφαήλ Καλυβιώτη
Ένα ίσως από τα μεγαλύτερα προβλήματα του Πολιτικού Φιλελευθερισμού είναι ότι απουσιάζει η έννοια, αλλά και η πραγματικότητα, αυτού που οι Συντηρητικοί ονομάζουν «Κοινότητα». Για τον Πολιτικό Φιλελευθερισμό, η ανεξάρτητη αρχή της Κοινότητας και όλα αυτά που η τελευταία συνεπάγεται όπως η εθνικότητα, η διαχρονία της ιστορίας ως τρόπος ζωής και ως βίωμα που προσδίδει ιδιαίτερο νόημα, ο πολιτισμός, η θρησκεία και η ταυτότητα απουσιάζουν. Αλλά ακόμα και όταν η Κοινότητα καθίσταται παρούσα στις αναλύσεις του Πολιτικού Φιλελευθερισμού αντιμετωπίζεται ως κάτι το δευτερογενές, ως κάτι δηλαδή που πρέπει να διασφαλίζει ότι τα μέλη που ανήκουν σε αυτήν την Κοινότητα αντιμετωπίζονται ως ίσα και συνεπώς ως ελεύθερα. Επομένως, η Κοινότητα για τους θιασώτες του Πολιτικού Φιλελευθερισμού
1) είτε δεν έχει καμία απολύτως αξία διότι δεν πρέπει καν να υφίσταται ως δίλημμα η σύγκρουση Ατόμου – Κοινότητας (αφού το Άτομο και οι ελευθερίες του επουδενί δεν πρέπει να περιορίζονται από κάποια συλλογικότητα)
2) είτε αναγνωρίζεται ως αναγκαίο κακό και κατά αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζεται ως παράγωγο της ισότητας και της ελευθερίας (αφού ο μόνος λόγος ύπαρξης της Κοινότητας είναι για να διασφαλίζει ότι τα Άτομα εντός της θα παραμείνουν ελεύθερα).
Όπως μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό, ο Συντηρητισμός ως κίνημα, έννοια και αντίληψη απορρίπτει αυτήν την πρώτη από τις δύο θέσεις του Φιλελευθερισμού διότι απαξιώνει ολοκληρωτικά την Κοινότητα που αποτελεί το θεμέλιο συστατικό του πρώτου. Κεντρικός άξονας του Συντηρητισμού είναι η πεποίθηση ότι οι κοινές πρακτικές και οι κοινές κατανοήσεις που ενυπάρχουν σε κάθε κοινωνία πρέπει να τυγχάνουν μεγαλύτερης προσοχής. Η Κοινότητα για έναν Συντηρητικό είναι ανάγκη να γίνει αντικείμενο προστασίας και να τεθεί τουλάχιστον στην ίδια ευθεία με την ισότητα και την ελευθερία. Η προτεραιότητα του Ατόμου σε τέτοιο ακραίο βαθμό ώστε να απαξιώνεται οποιαδήποτε συλλογικότητα ως σχήμα εν δυνάμει καταπιεστικό είναι για τον Συντηρητισμό μία ακραία τοποθέτηση του Πολιτικού Φιλελευθερισμού και δεν μπορεί να βρεθεί κανένα κοινό έδαφος για συνύπαρξη αφού οδηγεί σε ένα ακραίο ατομισμό. Ο ακραίος αυτός ατομισμός με τη σειρά του οδηγεί τελολογικά στην Χομπσιανή παρατήρηση του «πολέμου των πάντων κατά πάντων» και άρα στην αναρχία.
Με την δεύτερη τοποθέτηση του Πολιτικού Φιλελευθερισμού ωστόσο, και είναι δυνατόν να υπάρξει κοινός τόπος και να συνυπάρξει ο Συντηρητισμός. Ο τελευταίος άλλωστε δέχεται την ατομική ελευθερία ως μία αδήριτη ανάγκη, ως μία κατάκτηση που οδήγησε τις κοινωνίες προς τα εμπρός και που παρεμπόδισε την κρατική αυθαιρεσία. Μέχρι αυτό το σημείο, Πολιτικός Φιλελευθερισμός και Συντηρητισμός συνταυτίζονται. Από εκεί και ύστερα όμως οι Συντηρητικοί θέτουν ένα επιπλέον υπαρξιακό ερώτημα: «Μπορεί το Άτομο να βρει νόημα στην ιδιωτεία σε μία σύγχρονη πολιτική κοινότητα»; Ενώ ο Πολιτικός Φιλελευθερισμός θεωρεί ως ύψιστο πρόταγμα αυτοπραγμάτωσης τον διαχωρισμό δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας, ο Συντηρητισμός ανθίσταται σε μία τέτοια αντίληψη ως ρηχή και κενή νοήματος. Όσο σημαντικό και εάν είναι να υφίσταται μία κοινωνία ελεύθερων ατόμων δεν επαρκεί από μόνη της για να εξηγήσει το γιατί αισθανόμαστε ένα ιδιαίτερο αίσθημα υποχρέωσης προς τους συμπολίτες μας εν σχέσει με τους πολίτες άλλων κρατών.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο υπεισέρχεται για τον Συντηρητισμό ένας ειδικότερος προσδιορισμός της έννοιας της Κοινότητας, η έννοια του «Έθνους» ή της «Εθνικότητας» (“nationhood”) που προτάσσει την κοινωνική ενότητα και αλληλεγγύη ως μορφές συνεισφοράς των ατόμων σε μία ενιαία πολιτική κοινότητα που διαθέτει ιδιαίτερα και διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τις άλλες κοινότητες. Για τον Συντηρητισμό η εθνότητα αποτελεί την κινητήριο δύναμη μέσω της οποίας ένας συγκεκριμένος λαός, μίας συγκεκριμένης εδαφικής επικράτειας και με μία συγκεκριμένη ιστορική πορεία ενώνεται για να χαράξει μία συγκεκριμένη διαδρομή. Τα άτομα τα οποία ενυπάρχουν στο έθνος εκτίθενται σε έναν κοινό εθνικό πολιτισμό, μετέχουν σε κοινούς εκπαιδευτικούς και πολιτικούς θεσμούς και μιλούν την ίδια γλώσσα. Η τελευταία αποτελεί το απαύγασμα του πολιτισμού ενός διακριτού έθνους και εμφιλοχωρεί τα διαχρονικά νοήματα τα οποία συγκροτούν την ιδιοπροσωπεία του συγκεκριμένου λαού. Το τί είδους ταυτότητα είναι αυτή που προαγάγεται σε κάθε ξεχωριστό έθνος είναι ζήτημα του ίδιου του λαού που το συγκροτεί. Στην Ελλάδα φερ ειπείν η αποδοχή της Ορθόδοξης παράδοσης αποτελεί συστατικό στοιχείο του ελληνισμού που προσδίδει μία ξεχωριστή ανάγνωση για το τί συγκροτεί τον τελευταίο. Ο πολίτης δηλαδή δεν αντιμετωπίζεται ως ένα απλό νομικό πρόσκομμα, αλλά ως «Πρόσωπο» που λογοδοτεί οικειοθελως στην Κοινότητα. Αυτή η διατήρηση της διαφορετικής ανάγνωσης της ταυτότητας του κάθε έθνους αποτελεί συστατική αξία της ιδεολογίας του Συντηρητισμού.
Η εγγενής ανησυχία του Συντηρητικού υποδείγματος για μία κοινωνία αποξενωμένων ατομιστών είναι ο λόγος που καλεί τους πολίτες να σηκώσουν το φορτίο της πολιτικής συμμετοχής. Ενώ το φιλελεύθερο ιδεώδες του ιδιωτικού βίου είναι να απελευθερωθεί η κοινωνία από τις πολιτικές παρεμβάσεις, ο Συντηρητισμός αξιώνει και υπενθυμίζει ότι η πολιτική αποτελεί πρωτίστως το μέσο για τον ιδιωτικό βίο. Το γεγονός ότι ο πολιτικός βίος κατασκευάζεται από τα μέσα ενημέρωσης, χειραγωγείται από το χρήμα και κυριαρχείται από τους «ειδικούς» αποτελεί το μεγαλύτερο κίνητρο να αυξηθούν τα δημόσια βήματα μικρότερης κλίμακας. Η αποκέντρωση επομένως σε ένα τοπικό, κοινοτιστικό ιδεώδες, και η ολοένα και μεγαλύτερη δυνατότητα πρόσβαση του πολίτη στην πολιτική, αποδυναμώνει την κουλτούρα εξάρτησης των παθητικών ατομιστών που δήθεν έχουν «ανάγκη από μία γραφειοκρατική καθοδήγηση». Από την άλλη, το γεγονός ότι η ελεύθερη αγορά εμφυσεί στα άτομα την ανάληψη πρωτοβουλίας δεν σημαίνει ότι διδάσκει και το αίσθημα της κοινωνικής ευθύνης. Αντίθετα, η μεταφορά μέρους της πολιτικής ευθύνης στα άτομα μέσω των τοπικών ενώσεων της κοινωνίας των πολιτών, αναγάγει σε ύψιστο αγαθό την ιδιότητα του πολίτη, τον κατά Walzer «κριτικό συνεργατισμό» (“critical associationalism”). Ο Συντηρητικός τοποθετείται επομένως ανάμεσα στην κουλτούρα της εξάρτησης από το κράτος και τον απρόσωπο χαρακτήρα των αγορών, προβάλλοντας ένα λησμονημένο χαρακτηριστικό αρετής, την ατομικά κοινωνική ευθύνη.
Εάν λοιπόν είναι κάτι που μπορεί να χαρακτηρίσει με πιο διαυγές τρόπο το τί πρεσβεύει η ιδεολογία του Συντηρητισμού είναι η έννοια της «Ισορροπίας». Διαφυλάσσει δηλαδή ο Συντηρητισμός την κοινωνική ειρήνη στην σύγκρουση Ατόμου – Κοινότητας επιδιώκοντας την ισορροπία ανάμεσα στην Ποικιλομορφία και την Ενότητα. Από τη μία αντιτίθεται στην «πολυπολιτισμική κοινωνία» ως ιδεολόγημα ακραίας Ποικιλομορφίας που διασαλεύει την ενότητα της κυριάρχου εθνικής κουλτούρας. Αλλά και από την άλλη, στον κάθε είδους «περφεξιονισμό» που απαγορεύει στους ανθρώπους να πράττουν αυτό που το κράτος θεωρεί κακή επιλογή ως ακραία έκφανση Ενότητας που εν τέλει συσσωρεύει τις εξουσίες στην κυβέρνηση. Ο Συντηρητισμός σε τελική ανάλυση, «αποθεώνει» την Αριστοτελική «μεσότητα» ως συστατικό αρμονίας αλλά και σταδιακής προόδου η οποία θα επιτυγχάνεται χωρίς ακραίες αντιδράσεις. Αποτελεί τον θεματοφύλακα των επιτυχώς δοκιμασμένων αξιών μίας κοινωνίας διατηρώντας τα καλύτερά της στοιχεία και μην επιδιώκοντας την πρόοδο για την πρόοδο. Η έννοια της προόδου λογοδοτεί στις ανάγκες της Κοινότητας. Χρόνια τώρα στην ελληνική κοινωνία ο Συντηρητικός χώρος φορτίζεται με αρνητικό πρόσημο σε μία κατ’ εξοχίν Εθνική Κοινωνία. Ήρθε η ώρα να αρθούν οι παρεξηγήσεις.
Μπλε Μήλο