ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χορός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χορός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 17 Αυγούστου 2025

ΤΑΝΓΚΟ Ο ΑΡΓΕΝΤΙΚΟΣ ΧΟΡΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΗΡΙΚΗ ΛΕΞΗ ΤΕΤΑΓΩΝ

Ἔρευνα & συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης

  Τὸ Τάνγκο ἢ Ταγκὸ εἶναι ὁ ἐθνικὸς χορὸς τῆς Ἀργεντινῆς καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ δημοφιλὴς σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ χορογραφία του Ταγκὸ βασίζεται σ’ ἕναν διμερὴς ἢ τετραμερὴς 4/4 γοργὸ σκοπὸ (Μάρς)[1].
  Οἱ ὁμοιότητες τοῦ Ταγκὸ μὲ τὸν ποντιακὸ χορὸ Τοῦστεπ, ποὺ παράλληλα φέρει τὴν ὀνομασία τὸ "Ταγκὸ τοῦ Πόντου", ἀναδεικνύουν τὴν κοινὴ ρίζα προέλευσης τῶν δύο χορογραφιὼν ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα. 
  Ὁ Τοῦστεπ εἶναι ἕνας ζευγαρωτὸς χορός. Ἡ χορογραφία τοῦ ἐκτελεῖται, μὲ τὸ ζευγάρι ἐναγκαλισμένο νὰ κινεῖται σὲ εὐθεῖα γραμμὴ πότε ἀριστερὰ καὶ πότε δεξιά. Ὁ ρυθμικὸς πόδας τοῦ Τοῦστεπ εἶναι δίσημος καὶ χορεύεται σὲ τέσσερα βήματα.   Ἡ ὁμοιότητα τοῦ Τοῦστεπ μὲ τὸν ταγκό, ἔγκειται στὸν τρόπο της ζευγαρωτὴς χορογραφίας καὶ τῆς γοργῆς πυρρίχιας ρυθμικῆς ἀγωγῆς. Τὸ ρυθμικὸ μέλος τοῦ Τοῦστεπ προέρχεται ἀπὸ τὶς Σπαρτιατικὲς ἀθλοπαιδίες καὶ τὰ γυμναστικὰ ὑπορχήματα, ἐμβατηριακοῦ χαρακτῆρα.
 Ὁ χορὸς Τοῦστεπ, τῶν Ἑλλήνων ποντίων, ἐμφανίζει μιὰ πιὸ συντηρητικὴ χορογραφία διατηρῶντας τὸ ἔθος τῶν παλαιῶν θεσμῶν τῆς κλασσικῆς παιδεύσεως.

 Ὁμοίως, στὴν πρωτογενῆ χορογραφία του Ταγκό, ὑπῆρξαν στοιχεῖα πολεμικοῦ ἀντρικοῦ χοροῦ[2] και σύμφωνα μὲ τὰ λεγόμενα τῶν παλαιῶν χορευτῶν του Ταγκό, ἡ μουσική του προέρχεται ἀπὸ τὰ σαμανιστικὰ μυστήρια. 
 Πιὸ συγκεκριμένα, στὸ Μπουένος Ἄιρες, διατηρεῖται ἡ παλαιὰ παράδοση τῆς χορογραφίας Ταγκὸ ἀπὸ δύο ἄνδρες, ὅπου ἀνῆκαν σὲ διαφορετικὲς συμμορίες πρὶν τὸ ξεκαθάρισμα τῶν λογαριασμῶν. 
Οἱ τοπικοὶ σχολιασμοί, τῆς πρωτεύουσας τῶν Ἀργεντινῶν περιγράφουν τὰ ἑξῆς: «Τὸ ταγκὸ ἦταν ἀρχικὰ ἕνας χορὸς ποὺ χορευόταν μεταξὺ ἀνδρῶν. Τὸ μαρτυροῦν καὶ κάποιοι στίχοι του Ἐβαρίστο Καρέγιο«...στὸ τέμπο ἑνὸς ταγκό, τοῦ «La morochaφιγοῦρες σβέλτες κάνουν δυὸ μάγκες» [ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακὴ 29 Φεβρουαρίου 2004]
  Κατὰ τὴν ἐξελικτικὴ πορεία του, τὸ ταγκὸ μετατράπηκε σ’ ἕναν ἀστικὸ ἀγοραῖο χορὸ μὲ σκοπὸ τὴν συνεύρεση τῶν συμμοριτῶν μὲ τὶς ἱερόδουλες στοὺς οἴκους ἀνοχῆς, διασκεδάζοντας τὸν ἐλεύθερο χρόνο τους. 
 Ἔτσι, διαφαίνεται ξεκάθαρα στὸ ταγκό, ἡ προσπάθεια τῆς γυναίκας νὰ ἀποφύγει τὴν πρόκληση τοῦ ἄντρα, εἰσάγοντας στὴν χορογραφία μιὰ πιὸ ἐρεθιστικὴ τάση μὲ ἐπιπρόσθετα στοιχεῖα ρομαντισμοῦ.
 Ἐν τέλει, ὅμως, ἡ γυναῖκα πάντα κάμπτεται – μαλακώνει, μπρὸς στὶς ἐρωτικὲς διαθέσεις – κινήσεις τοῦ ἄντρα χορευτῆ, σπάζοντας εὔκολα τὸ προσωπικό της ἀπαράβατο (ταμπού)[3]. 
  Ἡ ἑλληνικὴ ἔκφραση ποὺ ἐφάπτεται σὲ αὐτὸ τὸ στιγμιότυπο τῆς Ταγκὸ χορογραφίας εἶναι τὸ ρῆμα τέγγω [Γέρ. Μαρκαντώνης, Θ. Μοσχόπουλος, Ε. Χωραφάς, Λεξικὸ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς]. Τὸ ρῆμα τέγγω, σημαίνει κάμπτω κάποιον μὲ τὴν ἔννοια τοῦ βρέχω κάποιον καὶ τὸν μαλακώνω ἢ τὸν λυγίζω.
 Συνάμα, στὴν λατινικὴ γλῶσσα, ἐκ τῶν ἀρχαιοελληνικῶν λέξεων τάγω καὶ τεταγών, γεννήθηκαν οἱ φράσεις: tango carmina= ἅπτεσθαι ὠδῶν, ἐπιχειρεῖν ποιήμασι δηλ. λυρικὸ τραγούδισμα & tango cordas= ἅπτεσθαι χορδῶν, πλήττειν καὶ κρούειν χορδὰς δηλ. ἐκτελῶ κιθαρισμὸ (Στέφ. Κουμανούδη, Λεξικὸν Λατινοελληνικὸν τὸ μὲν πρῶτον συνταχθὲν καὶ ἐκδοθὲν ὑπὸ τοῦ ἐκ Βρέμης τῆς Γερμανίας Ἑρρίκου Οὐλέριχου 1972, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα, 1993). 
 Ὅμως, στὴν κυριολεξία ἡ λέξη τοῦ χοροῦ τανγκὸ δείχνει νὰ προέρχεται, ἀπὸ τὴν Ἑλληνίδα Ὁμηρικὴ λέξη Τεταγῶν (στὰ λατινικὰ tango, tetigiΔες Ομηρικόν Λεξικὸν Ι. Πανταζίδου) ποὺ σημαίνει λαβῶν, συλλαβῶν, πιάσας,[4] ἐξὸν καὶ ἡ φράση «ποδὸν τεταγὼν» (Ἰλιάδα, Α΄ 591, Ο΄ 23). 
 Ἡ ὀνομασία λοιπόν, τοῦ Ταγκό, ἔχει τὴν ρίζα του στὴν ἀρχαία Ἑλληνικὴ γλῶσσα κι ὁ λόγος εἶναι ὅτι, ἡ χορογραφία τοῦ ἐκτελεῖται μὲ λαβὲς καὶ πιασίματα τῶν ποδιῶν σὰν μιὰ ἁψιμαχία, παρόμοια μὲ αὐτὴ τῶν Βακχικῶν χορῶν τῆς Διονυσιακῆς λατρείας (δὲς τὸν παραλληλισμό της  κάτωθι εἰκόνα).

Στὴν εἰκόνα ἕνα σύγχρονο ζευγάρι του Τανγκὸ ἐκτελεῖ τὴν κίνηση τεταγὼν δηλ. τοῦ πιασίματος τοῦ ποδιοῦ ἐξὸν καὶ Tango λατινιστί. Παρόμοια χορογραφικὴ κίνηση βλέπουμε καὶ στὴν εἰκόνα 2, ὅπου ὁ ἀρχαῖος ἀγγειογράφος Δούρις ζωγράφισε αὐτήν την κύλικα τὸν 4ο αἰῶνα π.Χ. μὲ τὴν ἀναπαράσταση χοροῦ Σατύρου καὶ Μαινάδας (βρίσκεται στὸ μουσεῖο του Λούβρου). Ἡ ὁμοιότητα τοῦ ἀργεντίνικου Ταγκὸ μὲ τὴν Βακχικὴ ὀρχήση, ἔγκειται παραδόξως στὸ πιάσιμο τοῦ ποδιοῦ. Ὅπως βλέπουμε στὴν ἀρχαία ἀγγειογραφία τὸ πόδι του Σατύρου σφίγγει τὸ κορμὶ τῆς ἐκστατικῆς χορεύτριας. Ἂντ’ αὐτοῦ στὸ ἀργεντίνικο ταγκὸ τὸ πιάσιμο ἢ τὴν λαβὴ τοῦ ποδιοῦ τὴν ἐκτελεῖ ἡ γυναῖκα - ἔνδειξη ἐπικυριαρχίας.

 Πάραυτα, ἡ αἴσθηση τῆς μουσικῆς του Ταγκὸ εἶναι τόσο νοσταλγική, οὕτως ὥστε νὰ σὲ γεμίζει μὲ θλίψη καὶ μὲ πένθος, ἐνῷ ἄλλες φορὲς νὰ ἀντηχεῖ τὴν μοναξιὰ καὶ τὴν ἀπελπισία τῶν ἀνθρώπων τῆς πόλης.   Ἡ μελωδική του δομή, κατὰ τὴν τοπικὴ παράδοση, προῆλθε ἀπὸ τὴν πρόσμιξη τριῶν εἰδῶν μουσικῆς: την Μιλόγκα των ἀγελαδάρηδων Γκάουτσος, τὴν Ἀβανέρα του Κάντον Μπλὲ τῶν νέγρων σκλάβων καὶ τέλος τὴν Εὐρωπαϊκὴ μουσική.
 Τὸ μουσικὸ ὄργανο ποὺ παίζει τὸν κυρίαρχο ρόλο στὸ ταγκό, εἶναι τὸ παραδοσιακὸ μπαντονεὸν ἕνα εἶδος ἀκορντεὸν χωρὶς πλῆκτρα ἀλλὰ μικρὰ κομβία. Γιὰ τὴν προέλευση τοῦ μπαντονεὸν ὑποδεικνύεται ἡ μεταφορὰ στὴν Ἀργεντινὴ πρὶν 200 χρόνια ἀπὸ ἕνα γερμανὸ ναυτικό[5].
 Τὸ τάνγκο συμβολίζει τὴν συνάντηση ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν στὴν πόλη. Οἱ γυναῖκες αὐτὲς ἦταν μετανάστες ἱερόδουλες. Ἡ συνάντηση τῶν ἀντιμαχόμενων ἀνδρῶν, θυμίζει τοὺς ἀγοραίους ἰθυφαλλικοὺς χοροὺς στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα μὲ πρωταγωνιστὲς τοὺς Ἰδαίους Δακτύλους, οἱ θεωρηθέντες πολεμικοὶ καὶ γονιμοποιοὶ θεοὶ τῆς φύσης.
 Οἱ λέξεις τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας, ὅπως τὸ τέγγω, τὸ ταγεύω, ἢ τὸ ταγός, τῆς ἰδίας φωνητικῆς ἀξίας μὲ τὴν ὀνομασία ταγκό, μᾶς ὁδηγοῦν στὴν μυθολογικὴ διαμάχη τοῦ ἀρνητικοῦ καὶ τοῦ θετικοῦ ἢ τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ καλοῦ, ὅπως, τὸ Γὶνγκ ἐν Γιανγκ γιὰ τοὺς Κινέζους, ὁ Ἄριαν καὶ ὁ Ζαρατούστρα γιὰ τοὺς Πέρσες καὶ οἱ Διόσκουροι Βοιωτοὶ καὶ Λακεδαίμονες γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἕλληνες. Αὐτὸς εἶναι κι ὁ διαχωρισμός του ἄρρεν ἀπὸ τὸ θῆλυ ποὺ ἀντιπαλεύει καὶ συζευγνύεται δημιουργῶντας τὴ ζωή.
  Ἡ ἱστορία του Ταγκὸ ἂν καὶ φαινομενικὰ εἶναι καινοφανὴς στὰ χορευτικὰ δρώμενα θεωρεῖται δημιούργημα τῶν ἱσπανῶν, ἰταλῶν καὶ ἑβραίων τῆς Ἀργεντινής[6].   Σύμφωνα ὅμως μὲ τὴν μαρτυρία τοῦ Ἑλληνοαμερικανοῦ χοροδιδασκάλου Sokrates A. Charos (President of NATIONAL DANCE TEACHERS ASSOCIATION OF GREECE), οἱ Μικρασιᾶτες Ἕλληνες μετανάστες τῆς Ἀργεντινῆς χόρευαν μὲ σπαθιὰ ἀντικριστὰ τὸν solo Tango, ὡς μία ἔκφανση τοῦ ζεϊμπέκικου χοροῦ ἀπομεινάρι των Διόσκουρων ποὺ δίδαξαν στοὺς ἀνθρώπους τὴν πολεμικὴ τέχνη.   Ὁμοίως, ἐντοπίζουμε καὶ στὴν τελετὴ Κάντον μπλέ της Μπαχίας, στὴν Βραζιλία, νὰ ἐκτελοῦν ἀντίθετους χορούς, ἀποδιδόμενους στὰ ἱερὰ πνευμάτα Ἄτσουν καὶ Ἀτσέλε, ὅπου ὁμοῦ χοροστατοῦν στὴν πολεμικὴ ὄρχηση τῆς Καπουέρα.
 Περαιτέρω πληροφορίες, γιὰ τὸν χορὸ ταγκό ποὺ μᾶς ὁδηγοῦν σὲ μία ἄλλη ἀναλυτικὴ προσέγγιση, ἀνακαλύπτουμε στὴν Νεότερη ἐγκυκλοπαίδεια τοῦ Ἡλίου, μὲ τὰ ἑξῆς σχόλια: «Γενικὴ ὀνομασία λαϊκῶν χορῶν τῆς Ἱσπανίας[7], της Κούβας, τοῦ Μεξικοῦ, τῆς Βραζιλίας καὶ τῆς Ἀργεντινῆς Δημοκρατίας. Ὁ χορὸς οὗτος πιθανολογεῖται ὡς ἕλκων τὴν καταγωγὴ ἐκ τῶν Μαυριτανῶν τροποποιηθεῖς δὲ ἀπὸ τῶν τσιγγάνων της Ἀνδαλουσίας διεδόθη ὑπὸ τῶν ἀποίκων εἰς τὴν Ἀργεντινή. Ἐκ τῆς Ἀμερικῆς ὅπου ἔσχε καταπληκτικὴν διάδοσιν ἰδία μεταξὺ τῶν Μαύρων ἐπανεισήχθη περὶ τὸ 1912 εἰς τὴν Εὐρώπη ὅπου ὅμως ἀπηλλάγη ἐν μέρει ἀπὸ τὴν ἐν πολλοῖς ἄσεμνον μιμικὴν ἀπολήξας εἰς κυματιστὸν χορὸν διμεροῦς ρυθμοῦ μὲ ἁπλοῦς βηματισμοὺς»  (λῆμμα Ταγκό). 
 Ἄρα τὸ ταγκὸ προέρχεται ἀπὸ τὴν Μαυριτανία ἢ μήπως οἱ ρίζες του χάνονται στὶς γυμναστικὲς ὀρχήσεις τῶν λαῶν τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου; 
 Ἡ ἔρευνα γιὰ τὶς τυχὸν ἐπαφές των Μαυριτανῶν μὲ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες, ἀπέδειξε ὅτι, στὴν περιοχή της Μαυριτανίας ὑπῆρχε ἕνας λαός, ποὺ ὁ Ἡρόδοτος τοὺς ὀνομάζει Μάζυας. Γιὰ τοὺς Μάζικες παίρνουμε καὶ πάλι πληροφορίες ἀπὸ τὸ ἐγκυκλοπαιδικὸ λεξικὸ τοῦ Ἡλίου«Μαυριτανικὸς λαὸς τῆς ἀρχαιότητας ἐγκατεστημένος εἰς τὰς νοτίους κλιτῦς τοῦ Ζουλάκου ὅρους ὅπου τὸ σημερινὸ Ἀλγέριον. Ὁ Πτολεμαῖος τοὺς ἀναφέρει ὡς Μάζικας εἰς τὰ βορειοδυτικὰ παράλια τῆς Μαυριτανίας(Μαρόκον) κατοικοῦντας. Σημερινοὶ δὲ ἐρευνηταί τους ταυτίζουν πρὸς τοὺς Μάζυας τοῦ Ἡροδότου γείτονος τῶν Αὐσέων – κατοικοῦντας δυτικῶς τοῦ Τρίτωνος ποταμοῦ – οἱ ὁποῖοι αὐτοδιεφημίζοντο ὡς ἀπόγονοι τῶν Τρώων, ἔκειρον μόνο τὸ δεξιὸν μέρος τῆς κεφαλῆς των ἄλειφον διὰ μίς του τὸ σῶμα των»
 Ἡ ὕπαρξη πελασγικῶν φύλων στὴν δυτικὴ Ἀφρική, μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν Τροία, ἀποδεικνύει τὴν συγγένεια τῆς χορογραφίας τοῦ χοροῦ ταγκὸ μὲ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ ὄρχηση. Ἄλλωστε, ὁ Τίτος Ἀθανασίου ἀναφέρει ὅτι: «ἀπόγονος τῶν Πτολεμαίων τῆς Αἰγύπτου θεωρεῖται καὶ ὁ γιὸς τῆς βασίλισσας τῆς Νουμιδίας Κλεοπάτρας – Σελήνης καὶ τοῦ Ἰόβα, Πτολεμαῖος ὁ Μαυριτανός, ὁ ὁποῖος ὀνομάστηκε ἔτσι μετὰ τὴν ἐπέκταση τοῦ βασιλείου της Νουμιδίας στὴ Μαυριτανία» (Ἀπογευματινὴ Ἱστορία, Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2004). 
 Ὡστόσο, τὴν ρυθμικὴ ἀγωγὴ τοῦ χοροῦ Ταγκὸ τὴν συναντᾶμε σὲ μιὰ πρωτόγονη μορφὴ ἀκόμη καὶ στὰ Νησιὰ τοῦ Πάσχα. Ὁ χορὸς τῶν ἰθαγενῶν παίζεται στὸ ρυθμὸ τοῦ ἱσπανικοῦ ταγκὸ Κομπαρσίτα. Ἡ Κομπαρσίτα χορεύεται ἀπὸ δύο ἄτομα, ἕναν ἄντρα καὶ μία γυναῖκα, κι ὅλα θυμίζουν μιὰ γονιμικὴ βακχικὴ ὄρχηση μεταξὺ Σατύρων καὶ Μαινάδων. Ἡ γυναῖκα χορεύτρια, στὸ κέντρο του χοροστασίου, λικνίζει τοὺς γοφούς της αἰσθησιακὰ προκαλῶντας τὸν ἄντρα χορευτὴ ποὺ τὴν περιτριγυρίζει μὲ ἔντονες κινήσεις ὅπως τοῦ ἰθυφάλλου Κονίσαλη
 Τέλος, γιὰ τὴν Ἑλληνική ἀρχαϊκὴ προέλευση τῶν κατοίκων τῶν νησιῶν τοῦ Πάσχα συνέγραψε σχετικὰ πρόσφατα εἰδικὴ μελέτη ὁ πρύτανης τοῦ Πανεπιστημίου της Χαϊδεμβέργης Nors Sigurd Josephson.
 Ἐν τέλει, τὸ ταγκό, διαπιστώνεται μετὰ πολλαπλῶν ἀποδείξεων ὅτι, εἶναι ἀρχαιοελληνικῆς προελεύσεως ἐφόσον ἡ ὀνομασία του ἐτυμολογικὰ προκύπτει ἐκ τῆς ὁμηρικῆς λέξεως Τεταγῶν ἤτοι καὶ τέγγω, τὸ δὲ χορογραφικὸ τοῦ ὕφος ἀναπαράχθηκε καὶ ἐξελίχθηκε βάση τῶν λαϊκῶν χορῶν τῆς Μεσογείου[8] καὶ τοῦ Πόντου μὲ ἐλάχιστες προσμίξεις τοῦ ἀφροϊνδιάνικου τοπικοῦ στοιχείου τῆς Ἀργεντινῆς καὶ τρίτον καὶ κυριότερον, ἡ ρυθμικὴ ἀγωγὴ τῶν δύο τετάρτων 2/4 ἐμβατηριακοῦ χαρακτῆρος του ταγκὸ ταυτίζεται μὲ τὸ ρυθμικὸ μέτρο τοῦ δίσημου ἡγεμονικοῦ πόδα, ἑνὸς παναρχαίου ἑλληνικοῦ μετρικοῦ συστήματος τῶν πολεμικῶν ἐμβατηρίων τοῦ στρατοῦ καὶ κυρίως τῶν ἐπαπειλούμενων ἡγεμόνων - ταγῶν. 
 Κι ἐπειδή, ὅλα τὰ ἑλληνικὰ στοιχεῖα τοῦ ἀρχαίου πολιτισμοῦ ἦταν ἀφιερωμένα εἰς τοὺς εὐεργέτες θεούς, ἥρωες καὶ ἡμιθέους ὁ ἡγεμονικὸς πόδας ἦταν ἀφιερωμένος εἰς τὸν Ζεύς


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 
[1]Ἡ λέξη Μὰρς εἶναι μουσικὸς ὅρος ταυτιζόμενη μὲ τὰ ἐμβατήρια. Σύμφωνα μὲ τὸ ἀγγλοελληνικὸ λεξικὸ τοῦ Ἄρνολντ Μάντεσον [Arnold Mandenson] ταυτίζεται μὲ τὴν φράση Μὰρτς[March] = ὁδοιπορῶ, βηματίζω καὶ ἐμβατήριο. Ὡστόσο, τὸ Μὰρτς σημαίνει καὶ μῆνας Μάρτιος. Ὅπως φαίνεται ἡ ταύτιση δὲν εἶναι τυχαία ἀφοῦ συνδέεται παράλληλα μὲ τοὺς ἀποκριάτικους χοροὺς τοῦ μῆνα Μάρτιου, καθὼς ὀνομάζονται κῶμοι, πατινάδες ἢ δρομικά. 
[2]Ἡ χορογραφία αὐτὴ ταυτοποιεῖται μὲ τὴν λέξη ταγὸς ποὺ σημαίνει ἡγεμόνας, κυβερνήτης. Ὁπότε, οἱ δύο χορευτὲς ἐκτελοῦν τὸ χορὸ τῆς μονομαχίας ὑπὲρ τῆς ἐπικράτησης τοῦ ἡγεμόνα - Ταγῶν ἢ Τεταγῶν. 
[3]Ὁ σύγχρονος χορογράφος του Ταγκό, Μίτσελ Ἄνχελ Ζότο ἀναφέρει γιὰ αὐτό: «... τὸ Ταγκὸ εἶναι ὅπως ἡ ζωή, ὁ ἄντρας προτείνει καὶ ἡ γυναῖκα διαλέγει. Τὸν ἀκολουθεῖ ἢ ρὸν ἀρνεῖται». Διαπιστώνετε λοιπόν ἐξ αὐτοῦ, ὅτι τὸ ἐρωτικὸ παιχνίδι της χορογραφία Τάγκο, ἕλκει της ρίζες του ἀπὸ τὶς χορευτικὲς παραινέσεις των Σατύρων πρὸς τὶς Μαινάδες. 
[4]Ομηρικόν Λεξικὸν, Ἰωάννου Πανταζίδου, εκδ. Ι. Σιδέρης 
[5]Κατὰ τὴν δεκαετία τοῦ '80 ἡ ἐπανάσταση γιὰ τὸ ταγκὸ ἔρχεται ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν Μιγκὲλ Ἄνχελ Ζότο καὶ τὴν ἐπὶ δεκαπέντε ἔτει συνχορεύτρια τοῦ Μιλένα Πλὲμπς μὲ τὴν ἵδρυση τῆς ὁμάδας Tango Por Dos, μιὰ ἐνσωμάτωση στοιχείων τοῦ σύγχρονου χοροῦ στὸ σῶμα τοῦ παλαιοῦ λαϊκοῦ τάγκὸ. Ὁ χορὸς στηρίζετε κατ' ἐξοχὴν στὴν στενὴ ἐπαφὴ τοῦ ἄνδρα καὶ τῆς γυναίκας, ἐνῷ, στοὺς κυρίαρχους ἤχους του μπαντονεὸν καὶ τοῦ βιολιοῦ προστίθεται καὶ τὸ σαξόφωνο. Ἡ ἐπιτυχία εἶναι μεγάλη καὶ μετατρέπει τοὺς Tango Por Dos στοὺς δημοφιλέστερους πρεσβευτὲς τῆς Ἀργεντινῆς στὸν κόσμο. 
[6]Ἡ χορογραφία του Ταγκὸ μὲ τὶς λαϊκές του ρίζες στὴν κεντρικὴ καὶ ἀνατολικὴ Μεσόγειο, ἐπανασυστάθηκε στὴν συνοικία Βόκα ἢ Μπόκα, τῆς περιοχῆς του Μπουένος Ἄιρες, ποὺ τὴν ἵδρυσαν οἱ Ἰταλοὶ ἀπ' την Νάπολη καὶ ἀπ' την Γένοβα. Οἱ κάτοικοι τῆς Μπόκα ἦταν τῆς ἐργατικῆς τάξης καὶ συνυπῆρχαν μαζὶ μὲ τὶς πόρνες τῆς περιοχῆς. Περιττὸ δέ, νὰ εἴπωμεν ὅτι, καὶ οἱ δύο πόλεις τῆς Ἰταλίας σφύζουν ἀπὸ αἷμα ἑλληνικὸ ἀφοῦ ὑπῆρξαν στὸ παρελθὸν ἑλληνικὲς ἀποικίες. Στὴν Νάπολη, χορεύεται ὁ χορὸς Ταραντέλα Ταμπουριάτα μὲ ἐμφανεῖς τὸ ἐρωτικὸ κυνήγι τοῦ ἄντρα πρὸς τὴν γυναῖκα στὴν χορογραφία του. Ὁ χορευτὴς κρατάει κρόταλα καὶ ἡ χορεύτρια δύο φοῦντες (θύσανοι τοῦ Διονύσου) ἐνῷ ὁ ρυθμὸς εἶναι ἔντονος ὅπως στὸν Κάντον Μπλὲ ποὺ θεωρεῖται μουσικὸς πρόγονος τοῦ Ταγκὸ σύμφωνα μὲ κάποιους Ἀργεντίνους μελετητές...ὅσο καὶ νὰ θέλουν νὰ ἀφρικανοποιήσουν τοὺς λατινικοὺς χοροὺς δὲν δύνανται νὰ τὸ καταφέρουν... φωνάζουν ἀπὸ μόνοι τους ὅτι εἶναι διονυσιακοί... 
[7]Ἐδῶ πρόκειται γιὰ τὸν χορὸ Φλαμένκο Φαντάγκο, ποὺ παραδόξως τὸ δεύτερο ὄνομα ἠχεῖ παρόμοια μὲ τὴν ἀρχαία πόλη τῆς Ἱσπανίας Καρθαγένη ἢ Καρτάγκο. 
[8] Ὅταν τὸ ταγκὸ ἐπαναπατρίστηκε στὴν Ἑλλάδα τῆς καλῆς & ρομαντικῆς ἐποχῆς (μπέλε πὸκ) ὁρισμένοι Ἕλληνες συνθέτες συνδύασαν τὸ εἶδος αὐτὸ μὲ τὸ καλλιφωνικὸ τραγούδι τὸ ἐπονομαζόμενο μπὲλ κάντο μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προκύψει μιὰ πλειάδα ἀπὸ ἐξαιρετικὰ τραγούδια, μὲ ἑρμηνευτὲς, τὸν Νῖκο Γούναρη, τὸν Τώνη Μαρούδα, τὸν Φώτη Πολυμέρη καὶ ἄλλους πολλούς, ποὺ ξεπερνοῦσαν ἀκόμα καὶ τὸν θρῦλο του ἀργεντίνικου ταγκὸ Κάρλος Γκαρδέλ... φαίνεται πὼς μίλησε τὸ ἑλληνικὸ κύτταρο... 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•Ὁμήρου Ἰλιάς 
•Ηροδότου Ιστορία
•Νεότερο ἐγκυκλοπαιδικὸ λεξικὸ τοῦ ΗΛΙΟΥ 
•Λουκιανὸς "περὶ ὀρχήσεως" 
Στέφ. Κουμανούδη, Λεξικὸν Λατινοελληνικὸν τὸ μὲν πρῶτον συνταχθὲν καὶ ἐκδοθὲν ὑπὸ τοῦ ἐκ Βρέμης τῆς Γερμανίας Ἑρρίκου Οὐλέριχου 1972, ἐκδ. Γρηγόρη, Ἀθήνα, 1993
Ομηρικόν Λεξικὸν, Ἰωάννου Πανταζίδου, εκδ. Ι. Σιδέρης
Τίτος Αθανασίου, Ἀπογευματινὴ Ἱστορία, Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2004
Γέρ. Μαρκαντώνης, Θ. Μοσχόπουλος, Ε. Χωραφάς, Λεξικὸ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς, ἐκδόσεις Gudenberg, Ἀθῆναι, 2001 
•NORS SIGURD JOSEPHSON, "Ἕνας ἀρχαϊκός - ἑλληνικὸς πολιτισμὸς στὴ νῆσο τοῦ Πάσχα" Ἀθήνα, ἐκδ. Νέα Θέσις, 2003 
πηγή            Ὀδυσσέως παῖδες

 **Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Tarantella: ο χορός της απελευθέρωσης.....

 

Η ταραντέλα είναι παραδοσιακός χορός της Κάτω Ιταλίας και συνδέεται με τον Τάραντα, μια αρχαία ελληνική αποικία της Μεγάλης Ελλάδας (MagnaGrecia), που βρίσκεται πολύ κοντά στο Πρίντεζι και στο Λέτσε και στον πυρήνα των ελληνόφωνων χωριών του Σαλέντο. Είναι χαρακτηριστικός τελετουργικός χορός της Κάτω Ιταλίας και χορός έκστασης με βαθύτατα διονυσιακή διάσταση.
Η ταραντέλα χορεύεται από ζευγάρια σε γρήγορο ρυθμό (6/8 ή 18/8 ή και 4/4).
Τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνται είναι: μαντολίνο και ακορντεόν, κιθάρα, φλάουτο, φλογέρα και κλαρίνο. Το βασικότερο όμως μουσικό όργανο της ταραντέλα είναι το ταμπορέλλο που είναι το ντέφι.
Οι χορευτές και οι χορεύτριες παίζουν παρά πολύ με τα χρώματα. Κάθε πανί διαφορετικού χρώματος που κρατάνε αναφέρεται σε αράχνη διαφορετικού χρώματος.
Το φαινόμενο και οι συμβολισμοί του
Η ταραντέλα γεννήθηκε μέσα από το φαινόμενο του «ταραντισμού» στα χρόνια του Μεσαίωνα. Ο «ταραντισμός» ήταν μια μορφή κρίσης, μανίας που θεωρούσαν ότι οφειλόταν στο τσίμπημα μιας αράχνης γι’ αυτό και ονομάζεται και ταραντέλα πίτσικα, από το πιτσικάρε (=τσιμπάω). Η Λικόσα ταραντούλα θεωρούσαν ότι τσιμπούσε κάποιον χωρικό μέσα στα χωράφια και για να θεραπευτεί γινόταν ένας μουσικός εξορκισμός. Συγκεκριμένα, ειδικοί οργανοπαίχτες πήγαιναν στο σπίτι του άρρωστου και άρχιζαν να παίζουν 12 διαφορετικά μοτίβα στην αντίστοιχη μελωδία που θεωρούσαν ότι αντιστοιχεί στο μέγεθος και στο χρώμα της αράχνης που τον τσίμπησε. Τότε, ο άρρωστος άρχιζε να χτυπιέται και ξεκινούσε έναν ξέφρενο μιμητικό χορό που μιμούνταν τις κινήσεις της αράχνης. Αυτό μπορούσε να κρατήσει και 3 ολόκληρες μέρες χωρίς διακοπή. Αυτός έπεφτε στο πάτωμα κουρασμένος και εξουθενωμένος αλλά θεραπευμένος.
Ο «ταραντισμός» όμως, που τώρα πια αντιμετωπίζεται ως έθιμο με θεραπευτική χροιά, ήταν επιδημία που τις περισσότερες φορές οδηγούσε στο θάνατο, αφού οι μανιακοί χορευτές χόρευαν εκστασιασμένοι μέχρι θανάτου. Ήδη από τον 11ο αιώνα, υπήρχαν μαρτυρίες για φαινόμενα «ασθενών» που συμπεριφέρονταν σαν μανιακοί. Φαντάζονταν ότι άκουγαν φωνές και ήχους, ενώ σε περίπτωση που άκουγαν το αγαπημένο τους μουσικό όργανο, άρχιζαν να χορεύουν σαν τρελοί και να περιφέρονται στην ύπαιθρο. Οι άνθρωποι αυτοί εκδήλωναν μια ανεξέλεγκτη απέχθεια ή λατρεία για ορισμένα αντικείμενα ή χρώματα σε ρούχα, έναν αινιγματικό πόθο για τη θάλασσα και μια ακατανίκητη ανάγκη να ξεφύγουν από την ανελέητη μελαγχολία τους μέσω της αγαπημένης τους μουσικής.
Απλά, στην περίπτωση του ταραντισμού της Ιταλίας, τα συμπτώματα της κρίσης αποδόθηκαν στο τσίμπημα της αράχνης ταραντούλας. Η θεωρία αυτή «ρίζωσε» στις συνειδήσεις των ανθρώπων για πολλούς αιώνες, αν και ήδη από το 1770 είχε αποδειχθεί ότι το δάγκωμα της ταραντούλας είναι ακίνδυνο, και έτσι πέρασε στις επόμενες γενιές ως συμβολικός χορός. Η αράχνη συμβόλιζε, σύμφωνα με κάποιες εξηγήσεις, την καταπίεση των γυναικών. Συγκεκριμένα, οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν τη δικαιολογία του τσιμπήματος για να μπορούν να χορέψουν ελεύθερα, ενώ κάτι τέτοιο απαγορευόταν αυστηρά από την κοινωνία. Μία άλλη εξήγηση αναφέρεται στις υστερικές αντιδράσεις των γυναικών και σύμφωνα με αυτή «ταραντισμός» είναι η διαδικασία απελευθέρωσης του γυναικείου προσώπου από την επίδραση του κακού.
Την περίοδο εμφάνισης του, το φαινόμενο πήρε την ονομασία «χορός του Αγίου Ιωάννη» (εορτάζεται στις 24 Ιουνίου), εξαιτίας των βακχικών αλμάτων, στα οποία οδηγούσε ο παροξυσμός των προσβληθέντων. Η ημερομηνία ήταν ιδιαίτερα σημαντική, επειδή αποτελούσε μια χριστιανική «σφραγίδα» πάνω στις παγανιστικές εορτές του θερινού ηλιοστασίου. Οι εξαθλιωμένοι πληθυσμοί είχαν ανάγκη να ξορκίσουν τις σκοτεινές δυνάμεις, εκμεταλλευόμενοι κάθε ευκαιρία για ξεφάντωμα. Οι άνθρωποι πρόσμεναν με ανυπομονησία την γιορτή του Αγίου Ιωάννη, ελπίζοντας πως χορεύοντας θα απελευθερώνονταν από τις οδύνες.
Το ίδιο παρατήρησε ο εθνογράφος ErnestodeMartino και στη γιορτή των Πέτρου και Παύλου (29 Ιουνίου). Ο Martino ανέφερε ότι η ταραντέλα και το φαινόμενο του ταραντισμού αποτελούν μια μυθικο – τελετουργική αναφορά στις κρίσιμες στιγμές της ανθρώπινης ζωής. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια έντονη πολιτισμική σύγκρουση που είχε την αφετηρία της στην ισχυρή χριστιανική πίεση πάνω στις παγανιστικές οργιαστικές λατρείες. Η καταπίεση που επέβαλε ο χριστιανισμός ως νεοφερμένος οδήγησε στην ανάγκη δημιουργίας συμβολικών χορών, όπως η ταραντέλα, που επέτρεπαν έστω και για λίγο την επανασύνδεση με τις παγανιστικές τελετές.
Μέχρι και σήμερα λοιπόν ο χορός ταραντέλα συμβολίζει την απελευθέρωση του πνεύματος από τις εκάστοτε καταπιέσεις και οδύνες που βιώνει ο άνθρωπος.
Τραγούδια ταραντέλας
Στα τραγούδια της συνήθως χρησιμοποιείται η διάλεκτος γκρίκο. Η γκρίκο είναι κατωιταλική ή γραικάνικη διάλεκτος της ελληνικής που περιλαμβάνει ιταλικά στοιχεία και ομιλείται από κατοίκους της Κάτω Ιταλίας.
Παρακάτω ακολουθεί το τραγούδι «Καληνύχτα» (Kalinifta) και οι στίχοι του γραμμένοι σε γκρίκο και σε ελληνικά για να δείτε ότι η γκρίκο μπορεί να είναι κατανοητή τις περισσότερες φορές από τους έλληνες.

Γκρίκο                                                                        Ελληνικά
Tiengliceatusiniftatien òria                                                Τι γλυκιά που είν’ η νύχτα, τι ωραία
Cevò è pplonnopenseontassesena,                                δεν κοιμάμαι μα σκέφτομαι εσέναcettù-mpistiffenestrassu, agàpimu                                πίσω απ’ το παραθύρι σου αγάπη μου
tiskardiammusuniftotippena.                                           της καρδιάς μου τον πόνο σου λέω.

Lallarallarallallero                                                                    Λαριλό λαριλό λολαλέρο
Evò panta se sena penseo,                                             Έχω πάντα το νου μου σε σένα
jati sen, fsixi-mmu, gapò,                                                 γιατί εσένα ψυχή μου αγαπώ
ce pu pao, pu sirno, pu steo                                         κι όπου πάω όπου είμαι όπου στέκω
sti kardia mu panta sena vastò.                                   στην καρδιά μου πάντα εσένα βαστώ.
Lallarallarallallero                                                                 Λαριλό λαριλό λολαλέρο
Kali nifta! Se finno ce pao,                                            Καληνύχτα, σ’ αφήνω και φεύγω
plaia su ti vo pirta prikò,                                                Συ κοιμάσαι κι εγώ υποφέρω
ma pu-pao, pu sirno, pu steo                                        Μα όπου πάω όπου φεύγω όπου στέκω
s ti kkardia mu panta sena vastò.                                Στην καρδιά μου πάντα εσένα βαστώ.
Lallarallarallallero                                                              Λαριλό λαριλό λολαλέρο


Και αυτό είναι ένα τραγούδι με τίτλο «Απόστολος Παύλος» (
SantuPaulu) προς τιμήν των χορευτικών εκδηλώσεων που γίνονται κάθε χρόνο στη γιορτή του. Τραγουδούν οι encardia, ένα ελληνικό συγκρότημα που έχει ασχοληθεί πολύ με τα τραγούδια των ελληνόφωνων χωριών της Κάτω Ιταλίας.




Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

ΤΑΡΑΝΤΕΛΑ « Ταραντέλα Πίτσικα »


Ταραντέλα  « Ταραντέλα Πίτσικα »

   Η «Ταραντέλα Πίτσικα» είναι ο πιο χαρακτηριστικός τελετουργικός χορός και χορός της έκστασης της κάτω Ιταλίας. Ο παραδοσιακός χορός της κάτω Ιταλίας, η ταραντέλα, συνδέεται μα την αρχαία ελληνική αποικία του Τάραντα και στον πυρήνα των ελληνόφωνων χωριών του Σαλέντο.
Συνδέεται λοιπόν με ένα φαινόμενο που ονομαζόταν ταραντισμός. Ο ταραντισμός ήταν μια μορφή κρίσης μανίας που θεωρούσαν ότι οφειλόταν στο τσίμπημα μιας αράχνης για αυτό και ονομάζεται και ταραντέλα πίτσικα από το πιτσικάρε - τσιμπάω. Η Λικόσα ταραντούλα θεωρούσαν ότι τσιμπούσε κάποιον χωρικό μέσα στα χωράφια. Και για να θεραπευτεί κάποιος που τον είχε τσιμπήσει γινόταν ένας μουσικός εξορκισμός.
Ειδικοί οργανοπαίχτες πήγαιναν στο σπίτι του άρρωστου και άρχιζαν να παίζουν 12 διαφορετικά μοτίβα. Στην αντίστοιχη μελωδία που θεωρούσαν ότι αντιστοιχεί στο μέγεθος και στο χρώμα της αράχνης που τον τσίμπησε ο άρρωστος άρχιζε να χτυπιέται και ξεκινούσε έναν ξέφρενο μιμητικό χορό που μιμούνταν τις κινήσεις της αράχνης. Αυτό μπορούσε να κρατήσει και 3 ολόκληρες μέρες χωρίς διακοπή. Αυτός έπεφτε στο πάτωμα κουρασμένος και εξουθενωμένος αλλά θεραπευμένος.
Το φαινόμενο του ταραντισμού παρουσίασε πολύ μεγάλη έξαρση στο χορό της κάτω Ιταλίας και κυρίως με επίκεντρο τα ελληνόφωνα χωριά. Αρκετές κινήσεις θυμίζουν εικόνες από αρχαία αγγεία σε χορό και οι γυναίκες κυρίως είναι αυτές που παίρνουν το ταμπορέλλο το ντέφι, το οποίο στην αρχαία Ελλάδα το έπαιζαν οι βακχίδες οι ακόλουθες του Διόνυσου.





Αγγείο του 6ου αι.
Στα ελληνόφωνα χώρια συμπτώματα του ταραντισμού αναφέρονται μέχρι και την δεκαετία του 60 και οι κοινωνικές συνθήκες στα επόμενα χρόνια έπαψαν να ευνοούν τέτοιου είδους δρώμενα.
Στις 29 Ιουνίου κάθε χρόνο στη γιορτή του αγίου Παύλου, θα ακούσουμε στο τραγούδι να αναφέρεται «ο άγιος Παύλος». Συγκεντρώνονταν στην Στερνατία οι γεροντότεροι Ταραντάτοι όλοι αυτοί που χόρεψαν παλαιά και είχαν αυτή τη μορφή κρίσης και κάνουν ένα λαϊκό προσκύνημα στην περιοχή της ελληνόφωνης περιοχής.
Οι χορευτές και χορεύτριες παίζουν παρά πολύ με τα χρώματα κάθε πανί διαφορετικού χρώματος που κρατάνε αναφέρεται σε αράχνη διαφορετικού χρώματος.
Όμως τι υποδηλώνει το τσίμπημα της αράχνης;
Η χερσόνησος του Σαλέντο είναι η γη του επαναλαμβανόμενου τσιμπήματος σύμφωνα με τον ιταλό εθνογράφο Ernesto de Martino. Μία γη με τόσα προβλήματα αδύναμη να  προσφέρει ασφάλεια και προστασία στον πληθυσμό της. 




Οι Ταμπουρελίστοι του Τορεπαντούλι

Τραγούδια της Grecia Salentina (Ελλάδα του Σαλέντο) στα ελληνόφωνα χωριά της κάτω Ιταλίας.
 
Ποιος ξέρει χελιδόνι μου (Aremu Rintineddha)

Παραδοσιακή μουσική                                       Στίχοι του Τζιουζέπε Απρίλε

Ποιος ξέρει χελιδόνι μου
Ποια θάλασσα σε φέρνει
Από πούθε φτάνεις
Με τον καλό καιρό

Έχεις το στήθος άσπρο
Και μαύρα τα φτερά
Σταυρό χρώμα της θάλασσας
Και την ουρά ανοιχτή

Μπρος στη θάλασσα εγώ
Στέκομαι και σε κοιτώ
Λίγο σηκώνεσαι ψηλά, λίγο γέρνεις χαμηλά
Λίγο αγγίζεις το νερό

Σε ρωτώ για τη μάνα μου
Και για όλη τη γειτονιά
Αν είχες μιλιά    
Πόσα θα ‘χες να μου πεις.

Μα συ τίποτα δε μου λες
Όσο κι αν σε ρωτώ
Λίγο σηκώνεσαι ψηλά, λίγο γέρνεις χαμηλά
Λίγο αγγίζεις το νερό


 
 Καληνύχτα (Kali nifta)

Παραδοσιακή μουσική                                     στίχοι του Βίτο Ντομένικο Παλούμπο

Διασκευή Πιερ πάολο Ντε Τζόρτζι και Τζίνο Ινγκρόσο                                                      

Τι γλυκιά που είν’ η νύχτα, τι ωραία
δεν κοιμάμαι μα σκέφτομαι εσένα
πίσω απ’ το παραθύρι σου αγάπη μου
της καρδιάς μου τον πόνο σου λέω.
Λαριλό λαριλό λολαλέρο

Έχω πάντα το νου μου σε σένα
γιατί εσένα ψυχή μου αγαπώ
κι όπου πάω όπου είμαι όπου στέκω
στην καρδιά μου πάντα εσένα βαστώ.
Λαριλό λαριλό λολαλέρο

 Μα εσύ δε μ’ αγάπησες μάτια μου,
Συ δεν πόνεσες ποτέ σου για μένα
Τα ωραία σου χείλη δεν άνοιξες
Να μου πεις λόγια αγάπης βλογημένα
Λαριλό λαριλό λολαλέρο

Καληνύχτα, σ’ αφήνω και φεύγω
Συ κοιμάσαι κι εγώ υποφέρω
Μα όπου πάω όπου φεύγω όπου στέκω
Στην καρδιά μου πάντα εσένα βαστώ.

Λαριλό λαριλό λολαλέρο

oikonomou-travel.blogspot.com/p/blog-page_2.html


 

 
 
 
                    

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2018

Το ευρωπαϊκό βάλς είναι ο αρχαιοελληνικός χορευτικός βαλλισμός ή στρόβιλος με το βαλλιστικό άσμα.....

Το ευρωπαϊκό βάλς είναι ο αρχαιοελληνικός 
χορευτικός βαλλισμός ή στρόβιλος με το βαλλιστικό άσμα
Έρευνα & συγγραφή Ιωάννης Γ. Βαφίνης
 Το βαλς είναι ένα μουσικοχορευτικό είδος ορχηστρικής τέχνης με παλαιότατη προέλευση. Οι σύγχρονες αναφορές της ιστορικής του καταγωγής περιορίζονται, δυστυχώς, εις την πρόσφατη ευρωπαϊκή παρουσία των τριών με τεσσάρων τελευταίων αιώνων.
 Είναι αλήθεια ότι, το είδος αυτό του βαλς, άνθισε κατά κόρον στην Ευρωπαϊκή μουσική. Ωστόσο, ανιχνεύντας το παρελθόν του βαλς ανακαλύπτουμε τις ρίζες, τόσο του ρυθμού όσο και του χορού στην αρχαία ελληνική και βυζαντινή εποποιία.
 Ο ρυθμός του βαλς είναι ο τρίσημος πόδας ¾ ο οποίος συναντάτε συχνά στην χριστιανική ψαλμωδία αλλά και σε αρχαία Ελληνικά λυρικά άσματα. Ένα από τα αρχαιότερα σωζόμενα τραγούδια της ελληνικής μουσικής - με τρίσημη ή εξάσημη ρυθμική αγωγή όπως το βαλς ή το συγγενικό είδος της βαρκαρόλας - είναι ο επιτάφιος του Σεικίλου. Στα κάτωθι εικονίδια βλέπουμε τη μελωδική γραμμή σημειωμένη σε αλφαβητική παρασημαντική του αρχαιοελληνικού συστήματος και στην γραμμική του ευρωπαϊκού.


  Στην χριστιανική υμνωδία έχουμε πολλές περιπτώσεις τρισήμων ρυθμών, όπως επί παραδείγματι το κοντάκιο των Χριστουγέννων, " Η Παρθένος σήμερον".
 Επίσης, σε τρίσημο ρυθμό εγράφθησαν και οι υμνωδίες: "Πλούσιοι επτώχευσαν", "Ο Κύριος εβασίλευσεν", "Θου Κύριε" & "Αγνή Παρθένε Δέσποινα". Οι βυζαντινοί υμνωδοί έκαναν ιδιαίτερα χρήση του τρίσημου πόδα θεωρώντας ότι, ο αριθμός τρία συσχετίζεται με την Παναγία Τριάδα. Πράγματι, ο τρίσημος ρυθμός - που κατά τους αρχαίους μετρικούς πόδες ταυτίζονταν με τον τροχαϊκό και τον δακτυλικό εξάμετρο - έχει μια ουράνια ρυθμοποιία. Δια τούτο τον λόγο ο Όμηρος, χρησιμοποίησε τον δακτυλικό εξάμετρο στα έπη και στους ύμνους του. Οι χριστιανοί ψαλμωδοί - υμνωδοί στηριζόμενοι στην ομηρική και στην λυρική τέχνη των αρχαίων Ελλήνων οικοδόμησαν την μουσικοποιητική τους δημιουργία. Έτσι, με αυτή την μετάγγιση, ο τρίσημος ρυθμός πέρασε απευθείας στα μουσικοχορευτικά δρώμενα του βυζαντινού κόσμου.
  Ωστόσο, σήμερα, η γνωστότερη χορογραφική έκφανση του τρίσημου ρυθμού, στη σύγχρονη μουσική, είναι το βαλς. Το βαλς περιγράφεται ως ένας περιστρεφόμενος - στροβιλιζόμενος ζευγαρωτός χορός. Κατά κυριολεξία η ονομασία του προέρχεται από ένα αρχαιοελληνικό μουσικοχορευτικό δρώμενο που αποκαλούνταν, βαλισμός
Ο βαλισμός ήταν μια μουσικοποιητικοχορετική μορφή έκφρασης ερωτικών συναισθημάτων, συναρτόμενη με την βαλιστική πορεία του τοξευόμενου βέλους. Το τόξο με το οπλισμένο βέλος, ήταν το σύμβολο του θεού Έρωτα, κατά την ελληνική μυθολογία.
  Έτσι λοιπόν, διαφαίνεται ότι, οι ρίζες του χορού βαλς έλκονται από την μακρινή αρχαιότητα. Λαμπρό παράδειγμα ενυπάρχει στην κωμωδία "Σφήκες" του Αριστοφάνη, όπου βλέπουμε να γίνεται εκτενέστερη αναφορά για τους στροβιλιζόμενους χορούς. Οι περιγραφές γίνονται στους εξής στίχους:
Ξανθίας
τάχα βαλλήσεις. (στιχ. 1482 σύμφωνα με το Aristophanis Comoediae. Accedunt perditarum fabularum fragmenta, Τόμος 4, η λέξη βαλλήσεις ετυμολογείτε ως ορχούμενος χορευόμενος).
Χορός
ἵν᾽ ἐφ᾽ ἡσυχίας ἡμῶν πρόσθεν βεμβικίζωσιν ἑαυτούς...
στρόβει, παράβαινε κύκλῳ καὶ γάστρισον σεαυτόν,

 Σύμφωνα με το εγκυκλοπαιδικό λεξικό του ΗΛΙΟΥ (λήμμα Στρόβιλος, του τόμου 17) η εξηγήση που δίδεται για την λέξη είναι η εξής: 
"ΣΤΡΟΒΙΛΟΣ.Παν το συνεστραμμένον ή περιδινούμενον. Ο στρόβος ή βέμβιξ (κοινώς σβούρα). Η δίνη (ανέμου ή ύδατος). Είδος ορχήσεως, συνισταμένης εις ταχείαν περιστροφήν (βαλς). Ο κώνος της πίτυος (κοινώς κουκουνάρα)."
   Όπως προκύπτει, από τα σχόλια της εγκυκλοπαίδειας του ΗΛΙΟΥ, το βαλς είναι συνώνυμο των αρχαίων ελληνικών λέξεων: στρόβος, στρόβιλος, βέμβιξ, στρογγύλη, βάλλω, βαλισμός κλπ. 
  Μετά ταύτα, επιπλέον, ιδού τι λέγουν κι άλλα λεξικά περί της ετυμολογίας της λέξεως βαλς (valse ή walse):


Στο "Επίτομον εγκυκλοπαιδικό λεξικόν της πρωΐας" αναλύεται διεξοδικά η προέλευση και η ονοματολογία του χορού προερχόμενη από την αρχαία ετυμολογική ρίζα των λέξεων βαλλισμός (μπαλλάντα) και στρόβιλος. Επιπλέον, εξηγείται η αλληλένδετη σχέση του χορού βαλς με την μπαλλάντα. Η μπαλλάντα προέρχεται ωσαύτως από τον βαλισμό, του οποίου οι ρίζες ανάγονται στον θρησκευτικό παιάνα των αρχαίων Ελλήνων. Ο Παιάνας μετεξελίχθηκε σε βαλιστικό ερωτοτράγουδο, πρόδρομος της μουσικοποιητικής γραμμής του βαλς.


Το Λεξικόν Γαλλοελληνικό της τσέπης του οποίου 
η επεξήγηση της λέξης βαλς είναι η εξής:
Valse (βαλς) >στρόβιλος (χορός).


Σκηνή απ' την ταινία "Πόλεμος και Ειρήνη (War and Peace) 1956του Λέο Τολστόι, όπου η Όντρεϊ Χέπμπορν(Νατάσα) χορεύει στροβιλιζόμενη με τον συγχορευτή της Μελ Φίρερ (Αντρέι) στην μουσικοχορευτική μορφή του Βαλς.



Ο Σάτυρος και η Μαινάδα, σε αττικό μελανόμορφο αγγείο
του 4ου αιώνος π.Χ., παρουσιάζει ένα χορό που αν συγκριθεί
το συγκεκριμένο στιγμιότυπο με το σκηνικό του χορού
Μενουέτο, γαλλικού χορού πρόγονου του βαλς.



Παρατίθεται αρχείο με την ομιλεία του τραγουδοποιού κιθαρωδού Ιωάννη Γ. Βαφίνη, το έτος 1998, στην εκπομπή του ελληνοαμερικανού χορευτή Σώκρατες, απ' την τηλεοπτική συχνότητα του ΤΗΛΕΤΩΡΑ. Παρόλο που η έρευνα περί της προέλευσης του βαλς ήταν σε πρώιμο στάδιο, δίδεται μια εξήγηση, το πως  μεταλαμπαδεύτηκε το βαλς από το βυζάντιο στις χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Είναι δε γνωστό το ότι, οι βυζαντινές βασίλισσες, που μετανάστευσαν στις ευρωπαϊκές χώρες δια να παντρευτούν ομότιτλους άρχοντες, μετέφεραν στην συνοδεία τους και πλήθος καλλιτεχνών. Αυτοί καθιέρωσαν τα βυζαντινά δρώμενα στα ήθη των Βαυαρών και Αυστριακών πληθυσμών τα οποία εν συνεχεία τα οικειοποιήθησαν συντοχρόνω.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
-Εγκυκλοπαιδικό λεξικό του ΗΛΙΟΥ
-Aristophanis Comoediae. Accedunt perditarum fabularum fragmenta, τόμος 4ος
-Αριστοφάνης, Σφήκες