ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περικλής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Περικλής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 3 Αυγούστου 2025

“Αλλοίμονο Περικλή Αθηναίε!”

 

  Αλλοίμονο Περικλή Αθηναίε!

  Ο Επιτάφιος του Περικλή του Αθηναίου, του μέγιστου αυτού Έλληνα ηγεμόνα, όπως μας τον διέσωσε ο Θουκυδίδης, αποτελεί ένα μνημειώδες έργο του λόγου, που αποδεικνύει την ανωτερότητα του Ελληνικού πνεύματος.

Είναι ένας «εγκωμιαστικός λόγος επιδεικτικής ρητορείας», που εκφωνήθηκε από τον Περικλή το έτος 430 π.Χ. προς τιμήν της πόλης των Αθηνών και των νεκρών που έπεσαν κατά τον πρώτο χρόνο του Πελοποννησιακού πολέμου.

Στο κεφάλαιο 42 του Επιταφίου, ο Περικλής αναφέρεται «στην παράδοση της σκυτάλης», δηλ. το χρέος κάθε γενιάς να παραδώσει καλύτερη πατρίδα από αυτήν που παρέλαβε, με τα παρακάτω λόγια: «Αυτοί γαρ οικούντες την χώραν μέχρι τούδε παρέδωσαν ελευθέραν δι’ αρετήν. Ημείς δε επηυξήσαμεν τα πλείω αυτής και παρασκευάσαμεν αυτήν τοις πάσιν αυταρκεστάτην και ες πόλεμον και ες ειρήνην», δηλαδή: «Γιατί αυτοί (οι πεσόντες) κατοικώντας την χώρα αυτή, από γενεά σε γενεά μέχρι των ημερών μας, μας την παρέδωσαν ελεύθερη χάρις στην ανδρεία τους. Εμείς δε τους περισσότερους τομείς αυξήσαμε και την προετοιμάσαμε σε όλα, ώστε να είναι αυταρκέστατη και για πόλεμο και για ειρήνη».

Δεν υπάρχει πιο γλαφυρό παράδειγμα παράδοσης της εθνικής σκυτάλης, όπου αυτός που παραδίδει έχει κουραστεί και έχει δώσει τον αγώνα του, ενώ αυτός που παραλαμβάνει ξεκούραστος, επιταχύνει για να αγωνιστεί κατ’ ελάχιστον ισάξια και να πετύχει τον καλύτερο δυνατό χρόνο για τη νίκη!

Τολμώντας να συγκρίνουμε το τότε με το τώρα και απευθυνόμενοι στον μέγιστο πολιτικό ηγέτη της κλασσικής ελληνικής δημοκρατίας, μία λέξη προκύπτει να προταχθεί της προσφώνησης: Αλλοίμονο!

  Αλλοίμονο Περικλή Αθηναίε!

  Σήμερα, στη χώρα του ιερού πτολιέθρου, της τότε Αθήνας, δεν υπάρχουν πλέον εγκωμιαστικοί λόγοι ειλικρινούς ρητορείας. Δεν υπάρχουν αγνοί ύμνοι προς την ελευθερία, την δημοκρατία, την αρετή, το πνεύμα, την ηθική.

Σήμερα δεν έχουμε πολιτεία «ου ζηλούση τους νόμους των πέλας»!  Κατ’ όνομα μεν κέκληται δημοκρατία, πλην όμως αναρχία και τρομοκρατία βιώνουμε καθημερινά στην πράξη.

  Αλλοίμονο Περικλή Αθηναίε!

  Σήμερα, κυριαρχεί παντού ο ψυχρός υπολογισμός του ατομικού συμφέροντος, ενώ απουσιάζουν το θάρρος και η θυσία για την πατρίδα ως εσωτερικό συναίσθημα του θαυμασμού και του έρωτα προς αυτήν και το μεγαλείο της.

  Σήμερα δεν υφίσταται εξισορροπημένος συνδυασμός θεωρίας και πράξης, με θεμέλια την κοινωνική αρετή και το ήθος, που ανυψώνει τους ανθρώπους σε ανώτερο πνευματικό επίπεδο.

Σήμερα, «το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον», δηλ. «ευτυχία χωρίς ελευθερία δεν υπάρχει και η ελευθερία αποκτάται με αγώνες που απαιτούν γενναιοψυχία», έπαψε να αποτελεί φράση-προσταγή και δίδαγμα προς τους νέους.

Αλλοίμονο Περικλή Αθηναίε!

Σήμερα ο σοφότερος των νόμων της δημοκρατίας, το Σύνταγμα, βιάζεται από αυτούς που τάχθηκαν για να το υπηρετήσουν.

Σήμερα οι εκπρόσωποι του λαού, τα κόμματα, άνευ συνειδήσεως του χρέους που έχουν αναλάβει, εξυπηρετούν αποκλειστικά την αρρωστημένη και αμαρτωλή κομματοκρατία.

Σήμερα ο πολιτικός χώρος έχει μετατραπεί σε πολιτική παλαίστρα, η οποία συντρίβει, ατιμάζει, καταστρέφει και δολοφονεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Σήμερα, κυριαρχούν οι ανεπάγγελτοι επαγγελματίες της πολιτικής, οι οποίοι χρησιμοποιώντας την καταλυτική δύναμη των ΜΜΕ, σαρώνουν κάθε αξία και κάθε αρετή, στο βωμό του ατομικού και κομματικού συμφέροντος.

Σήμερα, οι πολιτικοί μας ταγοί παραδίδουν στις νέες γενεές μια Ελλάδα χρεωκοπημένη ηθικά, πνευματικά, εθνικά, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά. Παραδίδουν μια Ελλάδα του μέχρι πρότινος 97% Ελλήνων το γένος Ορθοδόξων Χριστιανών, γεμάτη από -ων ουκ έστιν αριθμός- αλλοεθνείς και αλλόθρησκους.

Περικλή!

Εσύ, παρέλαβες την Αθήνα, την οδήγησες στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της και την κατέστησες το πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαίου κόσμου, κατονομάζοντας τον 5ο π.Χ. αιώνα ως «χρυσούν αιώνα» της ελληνικής ιστορίας.

Αυτοί, οι σημερινοί ταγοί της χώρας, διέλυσαν κάθε πολιτική, οικονομική και κοινωνική δομή και κατάντησαν την δοξασμένη αυτή χώρα ένα ασήμαντο προτεκτοράτο, γεμάτο φοβίες και ανασφάλεια στο εγγύς και στο ευρύτερο περιβάλλον.

Αλλά, να μην επαναπαύονται, νοιώθοντας ήσυχοι και δυνατοί, περιτυλιγμένοι με τον μανδύα της ισχύος της εξουσίας. Να ξέρουν ότι εκεί στη γωνία παραμονεύουν οι τιμωροί τους. Οι πιο σκληροί και θηριώδεις τιμωροί, για εγκλήματα κατά της φυσικής και ηθικής τάξης των πραγμάτων, οι «επίκουροι της δίκης». Οι Ερινύες! Κι αυτές κανείς φρουρός δεν σταματά, σ’ αλαζονεία κι έγκλημα φυτεύουν θεία μαχαιριά!

Νικόλαος Ταμουρίδης

  Αντγος (ε.α)-Επίτιμος Α’ Υπαρχηγός ΓΕΣ    - Ορθόδοξος Τύπος


**Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΥΣΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΑΙΩΝΑ[μέρος Β΄]

ΜΕΡΟΣ Β΄

Αποτέλεσμα εικόνας για περικλης
Η εξέλιξη αυτή, που ξεπήδησε μέσα απο τον χώρο του ιερατείου της Κέας, είχε σαν επακόλουθο τη μελοποίηση και τη μουσική επένδυση των στίχων, δηλαδή βασικό στοιχείο που αποτέλεσε κίνητρο για την παραπέρα ενδοσκόπηση της "Θείας Ομφής". Την ίδια περίοδο έρχεται στο προσκήνιο και το κίνημα των σοφιστών. Όσο και αν η αρχαία παράδοση δεν χαρακτηρίζει σαν φιλοσόφους τους στοχαστές που προηγήθηκαν του Σωκράτη και τους αποκαλεί σοφιστές, οι διανοούμενοι που ανήκαν στην ενδιάμεση αυτή σχολή, πρόσφεραν πολλά στη πνευματική κίνηση του 5ου π.Χ. αιώνα. Ειδικά στον χώρο που εξετάζουμε, εμβάθυναν στους παράγοντες που διαμόρφωναν την ψυχοσωματική ισορροπία. Επαγγελματικά, ήταν δάσκαλοι της ρητορικής τέχνης. Ταξίδευαν απο περιοχή σε περιοχή, μιλούσαν στις δημόσιες γιορτές και τελετές, εκφωνούσαν πανηγυρικούς λόγους και επιταφίους για τις πόλεις, καθώς επίσης και εγκωμιαστικούς λόγους, σε πρόσωπα που είχαν δημόσια δράση. Στον χώρο αυτό ανήκε και ο Πρόδικος ο Κείος, ο οποίος περιόδευσε σε όλη την Ελλάδα και μετά δημιούργησε σχολή ρητορικής στην Αθήνα. Μαθητές του επίσης υπήρξαν και οι: Ευριπίδης, Ισοκράτης, Θουκυδίδης, Ξενοφώντας, καθώς επίσης και οι μουσικοί Αγάθωνας και Δάμωνας. Μάλιστα, ο τελευταίος, που ταυτόχρονα ήταν και σοφιστής, διετέλεσε σύμβουλος του Περικλή στα θέματα της μουσικής. Απο τη σοφιστική του Πρόδικου μέχρι τη μουσική σχολή του Πυθοκλείδη, ο χώρος κυριαρχείται απο μία ομάδα μυστών.Είναι φανερό οτι η αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση των έργων τους, δημιούργησε τη συνισταμένη πάνω στην οποία ο Περικλής στήριζε την πολιτική δραστηριότητά του με τη δυναμική των οπτικοακουστικών μέσων.
Ένας διακεκριμένος μαθητής του Πυθοκλείδη ήταν ο Αγαθοκλής (τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα), ο οποίος μετέδωσε τις γνώσεις του Κείου μουσικού στον Λαμπροκλή (Πλούταρχος "Περί Μουσικής" 1136, 16). Ο Λαμπροκλής (αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα) έγινε γνωστός απο τη σύνθεσή του "Ύμνος στην Αθηνά", που δυστυχώς σώθηκε μόνο η αρχή. Πολλοί ιστορικοί τον ταυτίζουν με τον μουσικό Λάμπρο (Αθήναιος "Δειπνοσοφιστές" 11 491, 80).

Ο Λάμπρος, που δεν γνωρίζουμε πότε έζησε, χαρακτηρίζεται απο τον Αριστόξενο σαν διάσημος λυρικός ποιητής και δημιουργικός μουσικοσυνθέτης. Στον Αθήναιο αναφέρεται σαν δάσκαλος του Σοφοκλή, στη μουσική και την όρχηση (Αθήναιος "Δειπνοσοφιστές" Α 20, 37), ενώ ο Φρύνιχος τον κατατάσσει στους ποιητές των θρηνητικών μελωδιών. Κοντά στον Λαμπροκλή διδάχτηκε τα μυστικά του ήχου και ο διανοούμενος Δάμωνας, που έζησε και έδρασε γύρω στο 430 π.Χ.
Ο Δάμωνας, που διδάχτηκε και τη σοφιστική τέχνη κοντά στον Πρόδικο, επέλεξε μεταξύ των μαθητών, στους οποίους δίδασκε τα μυστικά του ήχου, τον Περικλή τον Σωκράτη και τον μουσικό Δράκοντα. Αυτός, ο τελευταίος, υπήρξε μουσικοδιδάσκαλος του Πλάτωνα (Πλούταρχος, "Περί Μουσικής" 1136, 17). Ο Δάμωνας ήταν εξαιρετικά και πλατιά καλλιεργημένος και άσκησε μεγάλη επίδραση στους σοφούς της εποχής του.
Στην "Πολιτεία", ο Σωκράτης, σε μια ιδιαίτερης προσοχής παρατήρηση, που αναφέρεται στην ηθική αξία της μουσικής, γράφει για τον Δάμωνα:

"Γιατι πουθενά δε θα μπορούσαν να αλλάξουν οι τρόποι της μουσικής, χωρίς να κλονιστούν οι θεμελιώδεις νόμοι της πολιτείας, όπως λέει ο Δάμωνας και το πιστεύω και εγώ" (Πλάτων "Πολιτεία" Δ, 424).   
Ο Αθήναιος επίσης αναφέρει τις απόψεις του Δάμωνα σχετικά με την εσωτερική σχέση της μουσικής προς την ψυχή (Αθήναιος, "Δειπνοσοφιστές" 14, 164), ενώ ο Πλούταρχος στη βιογραφία του Περικλή μας δίνει κι άλλες πληροφορίες, στις οποίες διαβάζουμε:
"Οι πιο πολλοί λένε πως δάσκαλός του (του Περικλή) στη μουσική ήταν ο Δάμωνας, για τον οποίο μάλιστα λένε οτι το όνομά του πρέπει να προφέρεται χωρίς να τονίζεται η πρώτη συλλαβή. Ο Αριστοτέλης όμως αναφέρει πως ο Περικλής σπούδασε τη μουσική κοντά στον Πυθοκλείδη. Ωστόσο φαίνεται πως ο Δάμωνας ήταν εξαιρετικός φιλόσοφος και παρίστανε τον μουσικοδιδάσκαλο, απλά για να κρύβει απο τους ανθρώπους την πραγματική του ειδικότητα. Με τον Περικλή όμως συναναστρεφόταν όπως συναναστρέφεται ο προπονητής με τον αθλητή του. Τελικά όμως, ο Δάμωνας, με το κάλυμμα αυτό της λύρας δεν μπόρεσε να κρυφτεί" (Πλούταρχος "Περικλής" 4).
Στο ίδιο κείμενο διαβάζουμε και την παρακάτω, σοφιστικού τύπου, παρατήρηση του Πλούταρχου:
"Όσο γι' αυτούς που υποστηρίζουν πως όταν βρούμε την αιτία ενός φαινομένου, τότε τα σημάδια δεν έχουν καμιά αξία, αυτοί δεν καταλαβαίνουν πως έτσι παραγνωρίζουν όχι μόνο τα σημάδια που στέλνουν οι θεοί αλλά και αυτά που δημιουργεί ο άνθρωπος, όπως για παράδειγμα ο ήχος του δίσκου (του δισκοβόλου)" (Πλούταρχος "Περικλής" 6).
Όπως βλέπουμε, η σοφιστική και ρητορική ήταν αλληλένδετες με τη μουσική. Τη σχέση αυτή θα είχε υπόψη του ο Πλάτωνας όταν έγραφε οτι, "η ρητορική είναι αυτή που χειραγωγεί τις διαθέσεις των ανθρώπων και το πιο σπουδαίο έργο της είναι η μέθοδος με την οποία αντιμετωπίζονται οι συνήθειες και τα πάθη τους".

Για το ίδιο θέμα, αργότερα, ο Πλούταρχος, αναφερόμενος στα πάθη και τις συνήθειες, παρομοίασε τις δύο αυτές εκδηλώσεις σαν "χορδές της ψυχής που πρέπει κανείς να ξέρει να τις αγγίζει και να τις χτυπάει".
Όλα τα αναφερόμενα παραπάνω αποκαλύπτουν μία απο τις σπουδαιότερες πτυχές της μυστικής γνώσης των αρχαίων Ελλήνων. Για την πανάρχαια αυτή παρακαταθήκη, ο μεγάλος σοφός Πλάτωνας δίνει το στίγμα της διαχρονικότητας σε μια ευρύτερη νομική έννοια:
"Δεν επιτρέπεται σε οποιονδήποτε καλλιτέχνη, ζωγράφο ή σε οποιονδήποτε άλλο που ασχολείται με σχήματα (εικόνες) και άλλα παρόμοια ή με οτιδήποτε αφορά τη μουσική γενικά, ούτε να καινοτομεί ούτε να παραβλέπει την παράδοση" (Πλάτωνας "Νόμοι" Β, 656 d-e).



ΗΧΟΣ ΚΑΙ ΦΩΣ


Η ΑΡΧΑΪΚΗ ΑΤΡΑΠΟΣ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ


Η ταυτότητα της ηχητικής αρμονίας που κατά τον Πλάτωνα ανάγεται στις θεϊκές τέχνες (βλέπε αναλυτικά το έργο "Φαίδων" 36, 85e όπου αναφέρεται "η μεν αρμονία αόρατόν τι και ασώματον και πάγκαλόν τι και θείόν τι έστι"), καθώς και ο αφορισμός των "Νόμων" (Β, 656 d-e) για τους ζωγράφους και τους ασχολούμενους με τα σχήματα (εικόνες), είναι αποκαλυπτικά στοιχεία μιας βαθύτερης γνώσης.
Αυτό θα το αντιληφθούμε καλύτερα αν προσδιορίσουμε την υποκρυπτόμενη ερμηνεία του πλατωνικού ρήματος "διαζωγραφώ" (βλέπε "Τίμαιος" 55 c) και τη σχέση του με τους ζωγράφους και τους ασχολούμενους με τα σχήματα (εικόνες).
Μια απο τις ερμηνείες ανάγεται στην κατασκευή του πέμπτου πλατωνικού στερεού, δηλαδή του δωδεκαέδρου, και την οπτική υπόσταση της κοσμικής εφαρμογής του, είτε αυτή είναι αιθέρας του Ξενοκράτη ("Τίμαιος" 58 c-d), είτε το σχήμα της Γης (της χθονός), που σε ένα σκοτεινό εδάφιο του Πλάτωνα παρομοιάζεται με πολύχρωμο, διακοσμημένο σφαιρικό δωδεκάεδρο ("Φαίδων" 110 b 7-8). Πίσω απο την έννοια του "διαζωγραφείν" υποκρύπτεται η κατασκευή τελείων κοσμικών οντοτήτων, δηλαδή άστρων, στα οποία οι πέντε πλατωνικές αρχές εκφράζονται σαν εικόνες (Πλούταρχος "Περί του Ε του εν Δελφοίς", 15).
Υπάρχει μια αναφορά στον Αριστοτέλη που δηλώνει οτι "τα χρώματα μπορούν να εκφραστούν με αριθμητικές αναλογίες" και πως "οι αναλογίες αυτές των χρωμάτων είναι ανάλογες με τις συμφωνίες των ήχων" ("Περί Αισθήσεως και Αισθητών", 3, 440 b).
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία γιατι το αλληλένδετο της σχέσης του ήχου και του φωτός στο χώρο της ηχοδονητικής και του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος (αυτό που ονομάζουμε "ορατό φως"), υπολανθάνει στις ιδιότητες του Απόλλωνα που λατρευόταν σαν θεός του φωτός (Σείριος) και της μουσικής (του ήχου).
  
Οι τελευταίες ανακαλύψεις της μετατροπής των μορίων ορισμένων υγρών σε φωτεινή ακτινοβολία (απο τα πρακτικά ειδικής έρευνας του 1988 των Kenneth Suslick και Edward Flint του Πανεπιστημίου του Illinois), υπολανθάνουν κι αυτές στις ετυμολογικές ταυτότητες του Απόλλωνα και της Άρτεμης που σημαίνουν τις πρώτες χημικές διαδικασίες και τη φυσική των άστρων της πρώτης γενιάς.
Στη σχολή του Πυθοκλείδη, μεταξύ άλλων, κωδικοποιούνται:
α) ο Απόλλων-Σείριος στην ετυμολογία της ομηρικής ονομασίας της Κέας που ήταν Σειρίη,
β) τα σειριακά λατρευτικά μυστήρια που καθιέρωσε εκεί ο γενάρχης των Κυνίδων και γιoς του Απόλλωνα Αρισταίος
και γ) η αναφορά του Αριστοτέλη για τις αριθμητικές αναλογίες των χρωμάτων και η σχέση τους με τον ήχο.
Μια παραπέρα διερεύνηση των στοιχείων αυτών μας οδηγεί στον αριθμό του ήχου 878, στον οποίο ενυπάρχει η θεία οκτάβα (η θεία "ομφή") ή κατά τη διατύπωση του Πλάτωνα, το "αόρατον" και "ασώματον" και "πάγκαλον της αρμονίας" ("Νόμοι" Β, 656).
Αν τώρα αναζητήσουμε ένα απο τα "εκατό άρρητα ονόματα του Κυρίου", ο αριθμός 878 θα μας οδηγήσει στον 8,78 που δηλώνει την απόσταση του Σειρίου απο τη Γη (878 προς 100). Η ιερότητα του αριθμού αυτού, που διαβάζεται βουστροφηδόν, διακρίνεται στην ομηρική ονομασία της Κέας που είναι Σειρίη και οποία διατυπώνεται με την απόλυτη σχέση τριαδικότητας του αριθμού 333.
{(σημείωση αντιγραφέως:
"Σείριος" είναι πρώτα γενικά "Ήλιος" και "Άστρο", και ως σημασία σημαίνει "ο σχετικός με σειρά" -όλοι οι Ήλιοι είναι σε σειρά (!) σε έναν Αστερισμό, λέμε "ο α' αστέρας", ο "β' αστέρας", "ο γ' αστέρας"... της τάδε Ομάδας Αστέρων- και "ο καυτός", και μετά είναι ειδικά ο Α' Αστέρας του Μεγάλου Κυνός, αυτός που λέμε και σήμερα Σείριο. Δηλαδή Σείριο μπορούμε να λέμε και τον εδώ Ήλιο. Και όλα τα Άστρα. Όταν βεβαίως δεν κάνουμε χρήση της λέξεως "Σείριος" ως προσδιοριστικό Όνομα για τον Σείριο.)}


Γιώργος Χαραλαμπόπουλος
Lefteris Paliginis 

Ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΥΣΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΑΙΩΝΑ[μέρος Α΄]

Ο Περικλής και οι Μυστικοί του Χρυσού Αιώνα

τό κείμενο είναι του Γιώργου Χαραλαμπόπουλου [Η μεταφορά και επιμέλεια από Lefteris Paliginis ]

ΜΕΡΟΣ Α΄
Ο θεμελιωτής της Αθηναϊκής Δημοκρατίας του Χρυσού Αιώνα Περικλής, σύμφωνα με τα γραπτά του ιστορικού Ξενοφώντα, ο μεγάλος αυτός πολιτικός, ήταν γνώστης των υποβλητικών ιδιοτήτων της μουσικής και χρησιμοποίησε αυτή "κατά κόρον" στα μεγάλα οπτικοακουστικά προγράμματα της θητείας του.
Στα κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας, υπάρχουν υπολανθάνοντες κώδικες, ορισμένα στοιχεία των οποίων προσδιορίζουν τις ατραπούς της αρχαϊκής επαφής με το θείο. Στο κείμενο που ακολουθεί γίνεται μια πρώτη προσέγγιση στον χώρο της ηχοδονητικής και στην αντίληψη που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες για την εσωτερική διάσταση του ήχου. Διαδοχικά αποκαλύπτονται, η "εσωτερική σχολή" του Πυθοκλείδη του Κείου και η σχέση του Περικλή με αυτή, η πατροπαράδοτη καταγραφή της ιερατικής γνώσης, οι "μυστικοί" ήχοι των επωδών, η καθιέρωση των σειριακών μυστηρίων, η κοσμική σημασία του πέμπτου πλατωνικού στερεού και οι αριθμητικές διαστάσεις του ήχου.
Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα, στα χρόνια του Σόλωνα, σε ορισμένες συντηρητικές πόλεις η απαγγελία των αρχαίων επών ήταν απαγορευμένη. Συγκεκριμένη μαρτυρία συναντάμε στα γραπτά του Ηροδότου ("Ιστορίες" Ε, 67) όπου αναφέρεται οτι ο τύραννος της Σικυώνας Κλεισθένης, απαγόρεψε να απαγγέλονται απο τους ραψωδούς στις δημόσιες γιορτές τα ομηρικά έπη. Βέβαια ο Κλεισθένης δικαιολόγησε την απαγοευτική του διαταγή λέγοντας οτι, αυτό το έκανε γιατι στα έπη του Ομήρου εξυμνούνταν μόνο οι Αργείοι και το Άργος. Όμως, δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Κλεισθένης χρησιμοποιούσε κάποια δικαιολογία για να εκφράσει την αντίθεσή του. Σε συμπόσιο που παρέθεσε στους μνηστήρες της κόρης του συνέβη ένα ανάλογο περιστατικό. Μετά το φαγητό, οι μνηστήρες άρχισαν να συζητούν ζωηρά για ένα θέμα μουσικής που τέθηκε προς συζήτηση. Ενώ ο διάλογος συνεχιζόταν, ο Ιπποκλείδης, ο γιος του Τείσανδρου, "που υπερείχε απ' όλους τους άλλους" (Ηρόδοτος "Ιστορίες" Ζ, 129), πρόσταξε τον αυλητή να παίξει κάποιον σκοπό και αυτός άρχισε να χορεύει. Ο Κλεισθένης που παρακολουθούσε τη σκηνή δεν έδειχνε ευχαριστημένος. Στη συνέχεια ο Ιπποκλείδης, αφού ξεκουράστηκε λίγο ζήτησε να του φέρουν ένα τραπέζι, πάνω στο οποίο χόρεψε αττικούς και λακωνικούς χορούς. Στο τέλος, έβαλε το κεφάλι του κάτω και με τα πόδια στον αέρα λικνιζόταν στον ρυθμό της μουσικής. Ωστόσο, ο Κλεισθένης τον απέρριψε για γαμπρό του θεωρώντας τις ενέργειές του άσεμνες.
Το περιστατικό αυτό καθ' αυτό δεν θα είχε μεγάλη σημασία αν δεν γνωρίζαμε το ιστορικό των απογόνων του και τη σχέση τους με τα μυστικά του ήχου. Στην έρευνα που ξετυλίγεται στη συνέχεια, διαπιστώνεται οτι ο Κλεισθένης θα πρέπει να ήταν κάτοχος απορρήτων γνώσεων, σε θέματα που αφορούσαν την εσωτερική διάσταση του ήχου. Επί της εποχής του, την ίδια περίοδο, καταργήθηκε η αυλωδία γιατι, σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Παυσανία "δημιουργούσε πρόβλημα" στους ακροατές αφού οι θρήνοι και τα πένθιμα και παρακλητικά τραγούδια συντάρασσαν τον συναισθηματικό κόσμο των ανθρώπων (Παυσανίας "Φωκικά", 7,5 οπου αναφέρεται "Αυλωδίαν τε κατέλυσαν, καταγνόντες ουκ ειναι το άκουσμα εύφημον. Η γαρ αυλωδία μέλη τε ην αυλών τα σκυθρωπότατα, και ελεγεία (και θρήνοι) προσαδόμενα τοις αυλοίς", δηλαδή, "κατάργησαν το τραγούδι με συνοδεία αυλού γιατι θεωρούσαν το άκουσμα δυσοίωνο. Πραγματικά η μελωδία των αυλών είναι η πιο μελαγχολική και τα λόγια των τραγουδιών πένθιμα"). Απο τη μαρτυρία αυτή διαπιστώνεται οτι οι ιδιότητες της βιοσυνήχησης ήταν πατροπαράδοτη γνώση που μεταδιδόταν απο γενιά σε γενιά, κάτω απο ένα πέπλο μυστικότητας.
Στο περιστατικό του Κλεισθένη, το συμπόσιο των μνηστήρων τέλειωσε με την επιλογή του Αλκμαιωνίδη Μεγακλή, ο οποίος παντρεύτηκε την κόρη του Κλεισθένη, Αγαρίστη. Απο τον γάμο αυτό η γενιά των Αλκμαιωνιδών έγινε γνωστή σε όλη την Ελλάδα. Απο τον Μεγακλή και την Αγαρίστη γεννήθηκε ο Κλεισθένης, αυτός που χώρισε σε φυλές τους Αθηναίους και παγίωσε τη δημοκρατία του Χρυσού Αιώνα. Το όνομά του το πήρε απο τον παππού του της Σικυώνας. Αργότερα γεννήθηκε ο Ιπποκράτης, που και αυτός με τη σειρά του απόκτησε ένα γιο, έναν άλλο Μεγακλή και μία κόρη, μια άλλη Αγαρίστη, που πήρε το όνομα της γιαγιάς της, κόρης του Κλεισθένη. Η νέα αυτή Αγαρίστη παντρεύτηκε τον Ξάνθιππο του Αρίφρονα. Απο το ζευγάρι αυτό κατάγεται ο Περικλής, ο αναμορφωτής της Αθήνας και θεμελιωτής του λεγόμενου Χρυσού Αιώνα.
Στις γενιές αυτές διαφαίνονται οι θεματοφύλακες της ιερής παράδοσης στο θέμα της εσωτερικής διάστασης της μουσικής. Όσο παράξενο και αν φαίνεται αυτό, υπάρχουν μερικές μαρτυρίες των συγχρόνων του Περικλή που μας δίνουν μία ιδιαίτερη "ταυτότητα" του μεγάλου αυτού πολιτικού. Ήταν ο Περικλής αποδέκτης μυστικών γνώσεων του Κλεισθένη, οι οποίες αναφέρονταν σε άγνωστες ιδιότητες του ήχου και την επίδρασή τους πάνω στον ανθρώπινο οργανισμό; Οι μαρτυρίες των ιστορικών και η ίδια η ιστορία της οπτικοακουστικής το επιβεβαιώνουν αφού πίσω απο τον Περικλή διαπιστώνεται η ύπαρξη μιας "εταιρίας", μιας ιδιόρρυθμης "εσωτερικής σχολής". Πράγματι στον Ξενοφώντα υπάρχει μια αναφορά του Σωκράτη που αξίζει ιδιαίτερης προσοχής. Καταμαρτυρεί λοιπόν ο Σωκράτης την ύπαρξη ορισμένων επωδών που γνώριζαν μόνο οι μυημένοι. Μάλιστα αναφέρεται οτι όταν τις τραγουδούσαν, μπορούσαν να δημιουργούν φίλους (Ξενοφώντας "Απομνημονεύματα" Β, 6, 1-12). Ένα απο τα μέλη της "σχολής" αυτής ήταν και ο Περικλής, ο οποίος θα πρέπει να γνώριζε οτι ο ήχος και ο ανθρώπινος οργανισμός συνδέονται με σχέση αλληλεξάρτησης, δηλαδή, με άλλα λόγια, θα πρέπει να γνώριζε τους παράγοντες που δημιουργούσαν τις καταστάσεις που σήμερα εκφράζονται με τη θεωρία της βιοσυνήχησης. Η ιδιαιτερότητα και οι ενασχολήσεις αυτές του Περικλή επιβεβαιώνονται απο την ενεργό συμμετοχή του σε ένα "κλειστό κύκλωμα" μυστών, στο οποίο συμμετείχαν επίσης ο αρχιτέκτονας και πολεοδόμος Ιππόδαμος, ο Φιλόσοφος Πρωταγόρας, ο Ηρόδοτος, ο ιεροκράτης Λάμπων, οι μουσικοί Δάμωνας (Δαμωνίδης) και Πυθοκλείδης και άλλοι διανοούμενοι της εποχής του Χρυσού Αιώνα. Απο την παραπάνω αλληλοσύνδεση των γεγονότων, όπως καταγράφονται αυτά απο τους ιστορικούς της εποχής, είναι βέβαιο πως οι ιδιότητες της εσωτερικής διάστασης του ήχου ήταν γνωστές μόνο σε λίγους. Η τακτική της ελεγχόμενης ηχοβολίας, η οποία στόχευε στον συναισθηματικό κόσμο των ανθρώπων, είναι φανερό πως στην εποχή του Χρυσού Αιώνα αποτελούσε μέσον πολιτικοθρησκευτικής και όχι μόνο καθοδήγησης. Κάτω απο το πρίσμα αυτό θα πρέπει να δούμε και τις επωδές του Περικλή (τα γοητευτικά τραγούδια), που ήταν γνωστές στον Πλάτωνα, τον Πρωταγόρα, τον Σωκράτη και τον Ξενοφώντα.

Η Φιλοσοφία των Επωδών


Σιμωνίδης ο Κείος
 
Η παρουσία των επωδών στα κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας είναι αρκετά παλιά και συνδέεται με τις υποκρυπτόμενες αλληγορίες των Σειρήνων που κατά μία εκδοχή ήταν συγγενείς των Μουσών. Σε ένα αποκαλυπτικό εδάφιο του Ξενοφώντα διαβάζουμε μια ενδιαφέρουσα στιχομυθία μεταξύ του Κριτόβουλου και του Σωκράτη, σχετικά με τις ιδιότητες των επωδών. Ας δούμε πως μεταδίδει το μήνυμα ο παραπάνω ιστορικός:
"Απο πού λοιπόν (Σωκράτη), ρώτησε ο Κριτόβουλος είναι δυνατό να μάθουμε;
-Εκείνες τις επωδές που οι Σειρήνες τραγουδούσαν στον Οδυσσέα τις ξέρεις απο τον Όμηρο.
Αρχίζουν έτσι περίπου: "Εμπρός λοιπόν, έλα σε μας ξακουστέ Οδυσσέα των Αχαιών καμάρι".
Αυτή λοιπόν την επωδή, Σωκράτη, ψάλλοντας οι Σειρήνες και στους άλλους ανθρώπους, τους κρατούσαν, έτσι ώστε να μην απομακρύνονται απο κοντά τους όσοι γοητεύθηκαν απο το τραγούδι τους.
-Όχι, έτσι τραγουδούσαν σε όσους υπερηφανεύονταν για την αρετή τους.
Εννοείς, Σωκράτη, αν καταλαβαίνω καλά, οτι πρέπει να τραγουδά κανείς στον καθένα τέτοια τραγούδια που, όταν εκείνος τα ακούει, να μη νομίζει οτι εκείνος που τον επαινεί, τα λέει για να τον περιπαίξει.
-Ναι, γιατι αλλιώς εχθρός μάλλον θα γινόταν
" (Ξενοφώντας "Απομνημονεύματα" Β, 6, 1-12). 
Σύμφωνα με τους μουσικογράφους του Χρυσού Αιώνα, η επωδή ήταν στίχος ή ολόκληρη στροφή, που επαναλαμβανόταν πολλές φορές μετά απο μια στροφή, δηλαδή ένα είδος ρεφρέν, που απέβλεπε στη γοητεία και την υποβολή των ακροατών. Γι' αυτό και ο Πλάτωνας πρότεινε ειδικούς στιχουργούς ώστε τα λόγια να ανταποκρίνονται στην ουσία του μουσικού μηνύματος (Πλάτωνας, "Νόμοι" Γ, 90, 3β). Οι γνώσεις του Περικλή για τις υποβλητικές ιδιότητες των επωδών δεν ήταν τυχαίες ούτε πρόσφατες. Απο την ομηρική ακόμα εποχή, ο μαγικός ήχος των Σειρήνων ασκούσε απεριόριστη γοητεία και υποβολή στους ακροατές. Ο ποιητής της Οδύσσειας δίνει σε έξι στίχους την "ακουστική συχνότητα" των επωδών των Σειρήνων ως εξής:

"Και πρώτα στο ταξίδι σου θα φτάσεις στις Σειρήνες που όλους μαγεύουν τους θνητούς, όσοι κοντά τους έλθουν. Και όποιος φτάσει άθελα, κι ακούσει των Σειρήνων τον ήχο, δεν θα τον δουν τα τρυφερά παιδιά του, ολόχαρα, και η σύντροφός του, να φτάσει στην πατρίδα. Γιατι, οι Σειρήνες με γλυκό τραγούδι τον μαγεύουν" (Όμηρος "Οδύσσεια" μ, 39-44). Το περιστατικό των Σειρήνων στην Οδύσσεια απηχεί τις απόψεις του Ομήρου για τη μυστική δύναμη των επωδών. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει απο τη συγκριτική αντιπαράθεση των αναφορών που κάνουν οι αρχαίοι συγγραφείς. Η καταγραφή της γενεαλογίας των Σειρήνων, όπως παρουσιάζεται στην "Επιτομή" της "Βιβλιοθήκης" του ιστορικού Απολλόδωρου, αντικατοπτρίζει τις αντιλήψεις προηγούμενων απο αυτόν ιστορικών, όπως του Ακουσίλαου του Αργείου και του Φερεκύδη του Λέριου (5ος π.Χ. αιώνας). Σύμφωνα λοιπόν με τον Απολλόδωρο, οι Σειρήνες ήταν οι κόρες του Αχελώου και της μούσας Μελπομένης, Πεισινόη, Αγλαόπη και Θελξιέπεια. Η μια έπαιζε κιθάρα, η άλλη τραγουδούσε και η τρίτη έπαιζε αυλό. Με τις μελωδίες τους μάγευαν τους ναυτικούς και γενικά όσους τις πλησίαζαν (Απολλόδωρος "Βιβλιοθήκη, Επιτομη", 7, 18-19).
Οι υποκρυπτόμενες έννοιες στο παραπάνω εξάστιχο του Ομήρου, αποσαφηνίζονται με την αποκωδικοποίηση των ονομάτων των Σειρήνων και, όπως θα δούμε στη συνέχεια, με την ευρύτερη ετυμολογική εννοιολογία των ονομάτων των εννέα Μουσών, του Διόνυσου, της τραγωδίας και της μουσικής σχέσης που υπήρχε μεταξύ τους. Στην Πεισινόη διακρίνουμε τη θεότητα Πειθώ, που ήταν η προσωποποίηση της πείθουσας ευγλωττίας. Στην Αγλαόπη, τη διορατικότητα της δόξας και του μουσικού κάλλους (παράβαλε, Αγλαΐα = Μια των τριών Χαρίτων, προσωποποίηση της εύθυμης ζωής) και στη Θελξιέπεια τη μουσική γοητεία.
Ο Σουίδας τις παρομοιάζει σαν μουσικές και εναρμόνιες δυνάμεις της ψυχής και, χωρίς ερμηνεία, καταχωρεί στο λεξικό του και το λήμμα "σειρήνιο μέλος". Σύμφωνα με την παράδοση, στον δήμο Άπτερα της Κρήτης συναγωνίσθηκαν με τις Μούσες και νικήθηκαν στον μεταξύ τους αγώνα. Το περιστατικό αυτό ενέπνευσε, αργότερα, τον Θηβαίο γλύπτη Πυθόδωρο να κατασκευάσει ένα περίτεχνο άγαλμα της Ήρας, η οποία κρατούσε στο χέρι της τις Σειρήνες και να το αφιερώσει στον ομώνυμο ναό της βοιωτικής Κορώνειας, αποκαθιστώντας έτσι τη σχέση των Σειρήνων με την Ήρα, η οποία τις παρακίνησε να κάνουν αυτό το μουσικό αγώνα.

Ήχος και Έκσταση
Στα έργα των τραγικών ποιητών του 5ου π.Χ αιώνα, συναντάμε και άλλες διαφωτιστικές πληροφορίες για το έργο των Σειρήνων. Κατά τον Ευριπίδη, όταν η Ελένη απελπίστηκε και αποφάσισε να τερματίσει τη ζωή της, επικαλέστηκε τις Χθόνιες Θεότητες. Τις παρακάλεσε να ενώσουν τους εναρμόνιους ήχους τους με τους στεναγμούς και τα δάκρυά της και να συνοδέψουν με τη μουσική τους τον πένθιμο θρήνο της, τον οποίο ήθελε να στείλει προσφορά στην Περσεφόνη:
"Ω κόρες της γης, χθόνιες θυγατέρες, Σειρήνες, να ερχόσαστε με λυβικές φλογέρες
και φόρμιγγες στριγγόλαλες να μου παρασταθείτε, στους μαύρους θρήνους που θρηνώ
και σεις να ακολουθείτε.
Τα πάθη σας, τα πάθη μου να σμίξουμε και οι πόνοι
με πικραναστενάγματα να παν στην Περσεφόνη, κι έτσι απο μένα αντίχαρη
να πάρει πενθοφόρα, στα μαύρα τα παλάτια της
για όσους δε ζουν τώρα
"
(Ευριπίδης "Ελένη" 167-179).
Στις Θρηνητικές μελωδίες των Σειρήνων αναφέρεται και ένα απόσπασμα του Σοφοκλή στα "Ηθικά" του Πλούταρχου, όπου παρουσιάζονται αυτές σαν κόρες του Φόρκου, γιου του Πόντου και εκφραστή της θαλασσοταραχής. Στο απόσπασμα αυτό, ο Σοφοκλής μας πληροφορεί οτι οι Σειρήνες τραγουδούσαν τον ύμνο του Άδη. Στην αρχαία αγγειογραφία και τη γλυπτική, η εικόνα των Σειρήνων βρίσκεται συχνά στις ταφικές αφιερώσεις, όπως στους τάφους του Σοφοκλή και του Ισοκράτη. Έτσι, λοιπόν, ο Όμηρος, ο Απολλόδωρος, ο Σωκράτης, ο Ευριπίδης, ο Ξενοφώντας και ο Σοφοκλής, μας δίνουν στα κείμενά τους μια κοινή συνισταμένη της σχέσης των Σειρήνων με τις επωδές. Στη σχέση αυτή κωδικοποιούνται οι θρηνητικές μελωδίες, τα πένθιμα τραγούδια και η υποβλητική και εκστασιακή ηχοβολία. Το είδος αυτό της μουσικής, όπως ξέρουμε υπήρχε στους Πυθικούς αγώνες, με την ταυτότητα της αυλωδίας, αλλά αποσύρθηκε αμέσως γιατι άγγιζε τις συγκινησιακές χορδές των ανθρώπων, κάτι που δεν άρεσε στους κρατούντες. Όπως φαίνεται, οι επωδές των Σειρήνων απηχούν κάποια πραγματικά γεγονότα που έχουν σχέση με τη χρήση όλων των συχνοτήτων του ήχου. Μια άλλη ενδιαφέρουσα πληροφορία που προέρχεται απο τον Παυσανία μας διαφωτίζει ακόμα περισσότερο. Ο μεγάλος αυτός λαογράφος και περιηγητής, όταν επισκέφθηκε τον Κεραμικό έκανε λόγο για τον "Διόνυσο τον επονομαζόμενο Μελπόμενο" και αναφερόμενος στο επίθετο του θεού λέει οτι τον ονόμασαν έτσι "για τον ίδιο λόγο που ονόμασαν και τον Απόλλωνα Μουσηγέτη" (Παυσανίας, "Αττικά" 2, 5). Υπενθυμίζουμε εδώ οτι η Μελπομένη, ήταν μητέρα των Σειρήνων και οτι το όνομά της (απο το ρήμα μέλπω που σημαίνει άδω, τραγουδώ) συνδέεται με τον ρυθμό και την αρμονία του Πλάτωνα (μέλος = μελωδία ή λυρικό άσμα). Με την ίδια λογική, ο "Μελπόμενος Διόνυσος" και η Μούσα Μελπομένη, αντιπροσωπεύουν την εκστατική υποβολή του δρώντος λόγου και της ηχητικής του ταυτότητας (μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας), δηλαδή της τραγωδίας.
Ο Περικλής ήταν κάτοχος όλων αυτών των μυστικών και μαζί με αυτόν, φυσικά, όλοι οι μουσικοί και οι διανοούμενοι με τους οποίους συναναστρεφόταν. Ρίχνοντας μια ματιά στους ανθρώπους αυτούς, διαπιστώνουμε οτι επρόκειτο για μια ομάδα, ιδιόμορφη "εσωτερική σχολή" στην οποία διδάσκονταν μουσική, σοφιστική και πολιτική. Στους ηγέτες της συναντάμε, έναν αρχηγό, ο οποίος καθιέρωσε το είδος και την πορεία της μουσικής έρευνας (τον Πυθοκλείδη), έναν μουσικοσυνθέτη και θρηνοποιό (τον Λάμπρο), έναν διθυραμβοποιό (τον Λαμπροκλή), έναν σύμβουλο για θέματα ήχου και ακουστικής (τον Δάμωνα) και, πάνω απο όλα, τους δασκάλους του Πλάτωνα, του Σωκράτη, του Σοφοκλή, του Αριστείδη και του Περικλή.

Η Εσωτερική Σχολή του Πυθοκλείδη
Ένα απο τα βασικά στηρίγματα της αθηναϊκής δημοκρατίας της εποχής του Χρυσού Αιώνα, ήταν η μέριμνα για την αγωγή των πολιτών στον χώρο της οπτικοακουστικής. Μάλιστα, ο τομέας αυτός θεωρήθηκε τόσο ευαίσθητος ώστε, ο ίδιος ο ηγέτης της Αθήνας, ο Περικλής, ανέλαβε προσωπικά την αναβάθμιση των μουσικών και των θεατρικών παραστάσεων. Με επιχορηγήσεις και ειδικά κονδύλια δημιούργησε μια πρωτότυπη μουσικοθεατρική αντίληψη του "ευ ζειν".
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Πλάτωνα και άλλων αξιόλογων συγγραφέων και ιστορικών, η πρωτοβουλία αυτή προέρχεται απο τις μουσικές αρχές μιας πρωτοποριακής σχολής αρχηγός της οποίας ήταν ο σοφιστής και αυλητής Πυθοκλείδης ο Κείος. Μια διερεύνηση της σχολής αυτής σε βάθος, μας οδηγεί στα αρχαϊκά συμπεράσματα των προγόνων μας, οπου η μουσική ήταν φιλοσοφικός, θρησκευτικός αλλά και πολιτικός τρόπος ζωής. Η ύπαρξη της "μυστικής σχολής" του Πυθοκλείδη και των φορέων της γνώσης της εσωτερικής διάστασης του ήχου, αποτελεί Κοσμικό Κλειδί και οδηγεί στα απώτατα αρχεία της προϊστορικής Κέας.
Μια σκιαγράφηση των χαρακτήρων των ανθρώπων που συναναστρεφόταν ο Περικλής, θα μας οδηγήσει στην αθηναϊκή μουσική σχολή του Πυθοκλείδη του Κείου και σε μια "αλυσίδα μουσικών κλειδιών" που άνοιγαν τις πόρτες της σοφιστικής τέχνης, της ψυχοσωματικής κάθαρσης και της "Θείας Ομφής" (του Θείου Ήχου).  Στο δυσνόητο κείμενο του Πλάτωνα με τον τίτλο "Πρωταγόρας", αποκαλύπτεται οτι ο Όμηρος, ο Ησίοδος και ο Σιμωνίδης χρησιμοποιούσαν την ποίηση, οι μαθητές του Ορφέα και του Μουσαίου τις τελετουργίες και τις προφητείες, και ο Ίκκος ο Ταραντίνος και ο Ηρόδικος ο Μεγαρεύς τη γυμναστική, μόνο και μόνο σαν πρόσχημα για να περάσουν στους μαθητές τους μια ιδεολογία "συνειδητότητας", η οποία ανήκε στον εξίσου δυσνόητο χώρο της σοφιστικής. Με το στόμα του Πρωταγόρα, ο Πλάτωνας αναφέρεται στον χώρο του ήχου και των ιδιοτήτων του, όταν ο Αβδηρίτης σοφιστής λέει στον Σωκράτη και την παρέα του:
"Τη μουσική την πρόβαλε σαν πρόσχημα και ο Αγαθοκλής ο δικός σας (δηλαδή ο Αθηναίος), που ήταν μεγάλος σοφιστής, καθώς και ο Πυθοκλείδης ο Κείος και πολλοί άλλοι. Όλοι αυτοί, όπως είπα, επειδή φοβήθηκαν τον φθόνο, άσκησαν τις τέχνες αυτές για προπετάσματα. Όσο γι' αυτό όμως, εγώ δε συμφωνώ με όλους αυτούς, γιατι νομίζω οτι αυτοί καθόλου δεν κατάφεραν να ξεγελάσουν εκείνους που έχουν πολιτική δύναμη στις πόλεις, για τους οποίους ακριβώς προορίζονται αυτά τα πράγματα" (Πλάτων "Πρωταγόρας", 8).
Στα αρχαία κείμενα δίνεται μόνο μία πληροφορία σχετικά με τη μουσική προσφορά του Πυθοκλείδη (535-472 π.Χ.), σύμφωνα με την οποία, ο Κείος μουσικός δάσκαλος εισήγαγε τη μιξολυδική αρμονία στην τραγωδία (δηλαδή το οκτάχορδο SI-LA-SOL-FA-MI-RE-DO-SI στο διατονικό γένος), μετασχηματίζοντας έτσι τη σαπφική μιξολυδική αρμονία (SOL-SOL). Ωστόσο, υπήρξε ιδρυτής μιας απο τις σπουδαιότερες αθηναϊκές σχολές μουσικής στην οποία φοίτησαν, μεταξύ άλλων, ο Αγαθοκλής και ο Περικλής. Ο Αγαθοκλής (τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα) δίδαξε με τη σειρά του μουσική στον Λαμπροκλή (αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα) και σύμφωνα με μερικούς συγγραφείς και τον Πίνδαρο. Μαθητής του Λαμπροκλή υπήρξε ο φίλος και σύμβουλος του Περικλή Δάμωνας (5ος π.Χ. αι.), ο οποίος παρέδωσε μαθήματα μουσικής στον Σωκράτη (Διογένης Λαέρτιος Β 5, 19) και στον Δράκοντα (τέλος 5ου-αρχές 4ου π.Χ. αιώνα). Ο Δράκοντας, που δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη ζωή του, αναφέρεται απο τον Πλούταρχο σαν μουσικοδιδάσκαλος του Πλάτωνα.
Όλοι αυτοί οι πνευματικοί άνδρες είναι φορείς μιας αρχαιότερης μουσικής κατάρτισης που, όπως φαίνεται στον "Πρωταγόρα", ανάγεται στην εποχή του Μουσαίου και του Ορφέα (Γ. Χαραλαμπόπουλος, "Ο ορφικός Ύμνος στον Απόλλωνα" Ήχος 248, 40 1993). Με βάση τα στοιχεία που μας παραδίδουν τα ιστορικά κείμενα, μπορούμε να υποθέσουμε οτι οι αρχαίες αυτές γνώσεις διατηρήθηκαν σε ορισμένα ιερατικά κέντρα, και κάποια συγκεκριμένη περίοδο διοχετεύτηκαν κατάλληλα στους σωστούς αποδέκτες.
Ένα τέτοιο ιερατικό κέντρο υπήρχε στην Κέα απο την εποχή του Αρισταίου, στα μέσα της 2ης π.Χ. χιλιετίας, και, όπως αναφέρει ο ποιητής Απολλώνιος ο Ρόδιος, συνέχιζε να λειτουργεί μέχρι τις μέρες του, τον 2ο π.Χ. αιώνα. Το κέντρο αυτό, χτισμένο στην κορυφή του ψηλότερου βουνού του νησιού, ήταν αφιερωμένο στον Ικμαίο Δία και στον χώρο του τελούνταν κάθε χρόνο θυσίες στον Απόλλωνα-Κύνα (Σείριο) με την υπόκρουση παρακλητικής μουσικής. Σύμφωνα με τα ευρήματα των τελευταίων ανασκαφών, στην Ιούλη της Κέας, επιβεβαιώνεται η ύπαρξη προϊστορικού πολιτισμού, ο οποίος άνθισε την 5η π.Χ. χιλιετία. Όλα αυτά τα στοιχεία, που παραδίδονται απο τον Ηρακλείδη τον Ποντικό (4ος π.Χ. αιώνας), το ημερολόγιο του Γκαίτε (Johann Peter Eckermann "Conversations with Goethe", 213, Ιανουάριος 1827) και τις έρευνες του Γάλλου ιστορικού Ζαν Ρισέρ, σε αντιπαράθεση με τα κυκλαδικά μουσικά ειδώλια της 2ης π.Χ. χιλιετίας, είναι μερικές απο τις ενδείξεις που στηρίζουν τον άγνωστο πλούτο των γνώσεων του Πυθοκλείδη. Αν και δεν γνωρίζουμε πολλά για τη μορφή και το είδος της προϊστορικής κυκλαδικής μουσικής, η σχολή του Πυθοκλείδη και η παρακαταθήκη των πολιτιστικών επιτευγμάτων της Κέας, μας δίνουν κάποια ιδέα για την εξέλιξή της.
Το ζητούμενο στην έρευνά μας, ωστόσο, δηλαδή οι παρακαταθήκες της γνώσης που επέτρεψαν στον Πυθοκλείδη να μεταλαμπαδεύσει όλες τις γνώσεις γύρω απο τον ήχο και την ακουστική στην Αθήνα του Χρυσού Αιώνα, είναι αρκετά πολύπλοκο και έχει τις ρίζες του στη σοφιστική και στο ιερατικό κέντρο της Κέας. Ο σοφιστής Πρόδικος ο Κείος και ο θρηνωδός Σιμωνίδης ο Λεωπρέπους, είναι δύο απο τους κύριους παράγοντες που καθόρισαν τη φύση της πυθοκλείδιας σχολής.

Η Σοφιστική και οι Συνθέτες
Η τρίτη πολιτιστική ακμή της Κέας συμπίπτει με την εμφάνιση σπουδαίων ανδρών όπως ο Πυθοκλείδης, οι ποιητές και συνθέτες Σιμωνίδης και Βακχυλίδης και ο σοφιστής Πρόδικος. Στους τέσσερις αυτούς διανοουμένους, που έδρασαν στο τέλος του 6ου και στη διάρκεια του 5ου π.Χ. αιώνα, προσδιορίζεται η αναγέννηση και η νέα ταυτότητα της Κέας στον χώρο της οπτικοακουστικής. Η χρονολογική απόσταση μεταξύ τους, ήταν τόσο περιορισμένη, ώστε η δράση τους ταυτιζόταν.
Ο Πυθοκλείδης (535-472 π.Χ.) ήταν σύγχρονος του Σιμωνίδη (566-467 π.Χ.) και κατά είκοσι χρόνια μικρότερός του (Πλάτωνας "Πρωταγόρας" 8, 316). Σύγχρονοι επίσης ήταν μεταξύ τους ο ποιητής Βακχυλίδης (518-431 π.Χ.) και ο σοφιστής Πρόδικος, ο οποίος γεννήθηκε την ίδια εποχή με το Βακχυλίδη και ζούσε ακόμα, όταν ο Σωκράτης πέθαινε στη φυλακή (399 π.Χ.). Μάλιστα ο Βακχυλίδης, που ήταν ανιψιός του Σιμωνίδη, έζησε για ένα διάστημα μαζί με τον θείο του στην αυλή του Ιέρωνα των Συρακουσών, γύρω στο 472 π.Χ. Στη συγγενή σχέση του Βακχυλίδη με το Σιμωνίδη, προηγείται ο παππούς του τελευταίου Σιμωνίδης ο Πρεσβύτερος, τα ποιητικά έργα του οποίου λέγεται οτι χάθηκαν.
Η ταυτόχρονη ακμή των παραπάνω ανδρών ήταν φυσικό να δημιουργήσει την πνευματική ακμή της Κέας, απο την οποία προήλθαν, η μουσική σχολή του Πυθοκλείδη, η σχολή χορού του Σιμωνίδη, η σχολή μελοποιητικής τέχνης του Βακχυλίδη και η σχολή ρητορικής του Πρόδικου.
Ο Σιμωνίδης προερχόταν απο ιερατική οικογένεια και κατείχε κληρονομικό αξίωμα σχετικά με τη λατρεία του Διονύσου. Για το λόγο αυτό φοίτησε απο μικρός στο ιερατικό κέντρο του θεού, απο τις γιορτές του οποίου αργότερα τιμήθηκε με δεκάδες βραβεία (56 τρίποδες και 56 ταύρους). Σε ένα επίγραμμά του, μας πληροφορεί οτι διδάχτηκε την ποίηση και τη μουσική και οτι ασκούσε το επάγγελμα του χοροδιδασκάλου, προετοιμάζοντας τη χορωδία που έψαλλε στις γιορτές του Απόλλωνα. Υπήρξε ένας απο τους μεγαλύτερους λυρικούς ποιητές της αρχαίας Ελλάδας και ένας γόνιμος συνθέτης ύμνων, εγκωμίων, παιάνων, υπορχημάτων, ελεγειών, παρθενίων, επιγραμμάτων και θρήνων. Θεωρείται απο τους ιστορικούς σαν εφευρέτης του επινίκιου και εισηγητής και εισηγητής του θρήνου στο χορικό τραγούδι. Στο τελευταίο οφείλει την ιδιότητά του σαν συνθέτη, γιατι κατά την όρχηση, οι αρχαίοι συνήθιζαν να εκφράζουν τα αισθήματά τους πρώτα με αναφωνήσεις, ύστερα με ολόκληρες φράσεις και στο τέλος με τραγούδια. Το χορικό τραγούδι εξελίχθηκε στο πλαίσιο των θρησκευτικών τελετών προς τιμήν διαφόρων θεών και περιλάμβανε και κάποια μιμική όρχηση. Έτσι παρέμεινε βασικός παράγοντας του διθυράμβου και του δράματος. Η θρηνητική μελωδία και οι παρακλητικές ωδές που προέρχονται απο τη 2η π.Χ. χιλιετία, στις συνθέσεις του Σιμωνίδη, φαίνεται να είναι αλληλένδετες με την εξέλιξη του χορικού μέρους του δράματος (πάροδος, στάσιμο, εξόδιο), των χορικών ωδών, της χορωδιακής μουσικής και των χορικών αυλών.
Απο τις συνθέσεις του Σιμωνίδη, τις περισσότερες απο τις οποίες έψαλλε μόνος του, σπουδαιότερες θεωρούνται, η θρηνητική μελωδία του μύθου της Δανάης και το επιτάφιο επίγραμμα των πεσόντων στις Θερμοπύλες: "Ω ξειν αγγέλειν Λακεδαιμονίοις οτι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι", που τον καθιέρωσε σαν εθνικό ποιητή της αρχαίας Ελλάδας. Ο ανταγωνισμός, και σε μερικές περιπτώσεις η έχθρα, του συγχρόνου Θηβαίου συνθέτη Πίνδαρου κατά των Κείων συνθετών, δεν μείωσε καθόλου τη φήμη των τελευταίων. Μάλιστα αναφέρεται οτι ο Σιμωνίδης πρόσθεσε την όγδοη χορδή στη λύρα (λεξικό Σουϊδα), προσθήκη που διεκδικούν και οι Σάμιοι Πυθαγόρας και Λυκάονας, ενώ στον ποιητικό αγώνα που έγινε μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, νίκησε τον τραγικό ποιητή Αισχύλο. 
Τα έργα του Βακχυλίδη που βρέθηκαν μόλις τον περασμένο αιώνα (1896), δικαίωσαν κάποιο επίγραμμά του στο οποίο αυτοαποκαλείται "λάλος σειρήν". Η σχέση του με τον Σιμωνίδη, η αδελφή του οποίου ήταν μητέρα του, ήταν φυσικό να τον στρέψει στον ίδιο χώρο δράσης και να τον κάνει κορυφαίο θρηνοποιό και μελοποιό. Στο "Εγκώμιο της Ειρήνης" διαβάζουμε: 
"Η Ειρήνη είναι πρόξενος μεγάλων καλών στους ανθρώπους, σε αυτήν ανήκουν ο πλούτος και τα άνθη των μελίγλωσσων ασμάτων... Οι νέοι μόνο μέλημα έχουν τη γυμναστική τους αυλούς και τους κωμούς... Οι χάλκινες σάλπιγγες δεν ηχούν πλέον, τους δρόμους τους γεμίζουν τα τερπνά συμπόσια και οι ύμνοι των νέων ηχούν στον αέρα".
Αξίζει να σημειώσουμε οτι ο σχολιαστής του Πινδάρου, αναφέρει τις προτιμήσεις του Ιέρωνα των Συρακουσών στις συνθέσεις του Βακχυλίδη. Αν θυμηθούμε οτι ο Ιέρωνας δημιούργησε στην αυλή του το ονομαστότερο για την εποχή του πανεπιστήμιο (5ος π.Χ. αιώνας), στο οποίο βρέθηκαν οι δυο Κείοι συνθέτες, ή την επίδραση του Βακχυλίδη στον Οράτιο, θα καταλάβουμε ευκολότερα το πνεύμα μέσα στο οποίο κυοφορήθηκε η σχολή του Πυθοκλείδη.
{συνεχίζεται...}

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

ΑΛΚΜΑΙΩΝΙΔΕΣ....ΣΥΜΒΟΛΑ ΑΛΚΜΑΙΩΝΙΔΩΝ

 

ΣΥΜΒΟΛΑ ΑΛΚΜΑΙΩΝΙΔΩΝ (ΑΛΚΜΑΙΩΝ, ΜΕΓΑΚΛΗΣ,
ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ, ΞΑΝΘΙΠΠΟΣ, ΠΕΡΙΚΛΗΣ, ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ)
Η τρίτη μεγάλη φρατρία Πυλίων, η φρατρία των Αλκμαιωνιδών, που ανάγει
την καταγωγή της στον δισέγγονο του Νέστορος, Αλκμαίωνα (Παυσανίας: ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ, ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ, ΙΙ, 18.7), δεν εμφανίζεται να εμπλέκεται ενεργά στην
πρώϊμη πολιτική ζωή της Αττικής, με εξαίρεση τους δύο ισόβιους άρχοντες
Μεγακλή I και Αλκμαίωνα I (ο τελευταίος κατά την περίοδο 755 π.Χ. - 753 π.Χ.), οι
οποίοι συνδέονται λόγω επιγαμίας με την φρατρία των Μεδοντιδών. Η κρίσιμη
καμπή, που συνιστά ορόσημο στην μεταγενέστερη εξέλιξή της και καθορίζει
ουσιαστικά την δράση της στην πολιτική κονίστρα των Αθηνών, σηματοδοτείται
από το πραξικόπημα του Κύλωνος.
Ο Κύλων, ένας διάσημος Αθηναίος αριστοκρατικής καταγωγής, κερδίζει το
αγώνισμα του διαύλου (διπλός δρόμος) στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 640 π.Χ.,
αποκτώντας μεγάλη αίγλη και μετά τον γάμο του με την κόρη του τυράννου των
Μεγάρων, Θεαγένους, αποκτά και δυσανάλογα μεγάλη πολιτική ισχύ, στοιχείο
που τον οδηγεί στην απόπειρα να καταλάβει πραξικοπηματικά την εξουσία στην
Αττική, εγκαθιδρύοντας τυραννίδα, χάρη στην υποστήριξη πολυάριθμων οπαδών
του, που προέρχονται κατά κύριο λόγο από την παράταξη των Πεδινών, δηλαδή
των ευγενών της Αττικής. Το εγχείρημα υλοποιείται κατά την διάρκεια των
μεγαλύτερων εορτών προς τιμήν του Διός, δηλαδή των Ολυμπιακών Αγώνων του
620 π.Χ. κατά τον Clinton (Ηenry Fynes Clinton: FASTI HELLENICI, Oxford, 1830-1834) ή
του 612 π.Χ. κατά τον Corsini (Odoardo Corsini: FASTI ATTICI, Florence, 1744-1756) με
πιθανώτερη την δεύτερη χρονολόγηση. Όμως τα Διάσια είναι η μεγαλύτερη εορτή
του Διός στην Αττική και σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (ΙΣΤΟΡΙΩΝ, Ι.126), προκαλούν
κατά την περίοδο της εκδήλωσης του πραξικοπήματος του Κύλωνος, την μοιραία
παρεξήγηση που οδηγεί τους πραξικοπηματίες στην παταγώδη τους αποτυχία και
στον τραγικό τους θάνατο, καθώς όταν ο ηγέτης τους Κύλων, επισκέπτεται το
Μαντείο, προκειμένου να λάβει μία απάντηση για την πλέον ευοίωνη ημέρα για την
απόπειρα του τολμηρού εγχειρήματος, η Πυθία του προσδιορίζει ως κατάλληλη
την ημέρα της μεγαλύτερης εορτής του Διός. Ο Κύλων ως Ολυμπιονίκης, θεωρεί
ότι ο χρησμός αναφέρεται στην περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά το
Μαντείο εξαπατά τον ανυποψίαστο αλαζόνα, καθώς όπως εξηγεί ο Θουκυδίδης, τα
Διάσια αποτελούν για την Αττική την μεγαλύτερη εορτή του Διός Μειλιχίου, την
οποία και υπαινίσσεται η Πυθία (Lewis Richard Farnell: CULTS OF THE GREEK STATE,
Vol. I, σελίδες 171-172).
Ο Μεγακλής ΙΙ, ο ηγέτης της πανίσχυρης φρατρίας των Αλκμαιωνιδών και
Άρχων Επώνυμος εκείνη την εποχή, καταπνίγει με αιματηρό και ειδεχθέστατο
τρόπο το πραξικόπημα, καθώς ίσως είναι ενήμερος για τις προθέσεις του Κύλωνος
μέσω των Δελφών, με τους οποίους η φρατρία διατηρεί εξαιρετικά στενές σχέσεις.
Τα γεγονότα εξελίσσονται στο διαβόητο Κυλώνειον Ἄγος, καθώς ο δήμος
κινητοποιείται και ο Μεγακλής II με τους ακολούθους του, υποστηρίζοντας πως αν
και οι πραξικοπηματίες προσφεύγουν σε καθεστώς ικεσίας, η ίδια η Αθηνά
απορρίπτει το αίτημα, με συνέπεια να επιτεθούν στους συνωμότες, σφαγιάζοντας
ακόμη και τον Κύλωνα μαζί με τον αδελφό του (ΛΕΞΙΚΟΝ ΣΟΥΔΑ, Ada Adler, 1928-
1938 & B.G. Teubner, Stuttgart, 1971, Λήμμα Κυλώνειον Άγος), παρά το γεγονός ότι τα
θύματά τους καταφεύγουν επάνω στον βωμό των Ευμενίδων με την ελπίδα να
διασωθούν.
Η φρατρία γίνεται διάσημη για τον ανένδοτο αγώνα της εναντίον του
Πεισιστράτου και των διαδόχων του, όπως και για τις σαρωτικές μεταρρυθμίσεις
του Κλεισθένους, του ηγέτη της κατά τα τέλη του VI προχριστιανικού αιώνα, αλλά
και όταν ο Περικλής πρωταγωνιστεί επί τρείς δεκαετίες στην πολιτική σκηνή της
Αττικής, σε μία από τις χειρότερες περιόδους του ελλαδικού χώρου λόγω των
Πελοποννησιακών Πολέμων. Στην φρατρία, της οποίας το μέγεθος, ακόμη και για
τα δεδομένα της εποχής είναι τεράστιο, καθώς αποτελείται από 700 και πλέον
οικογένειες (Ηρόδοτος: ΙΣΤΟΡΙΑΙ, V.121- V.131) ανήκει επίσης και ο Αλκιβιάδης, η

αινιγματικότερη ίσως πολιτική προσωπικότητα της κλασσικής περιόδου.
1 2

1: Η Τρισκελὶς, το κυρίαρχο ἐπίσημον (σύμβολο) των Αλκμαιωνιδών, όπως
εμφανίζεται σε πάμπολλα αγγεία και νομίσματα της φρατρίας από τον VI
προχριστιανικό αιώνα. Η ταυτοποίησή του με την διάσημη φρατρία βασίζεται u963 σε
απόσπασμα του Αριστοφάνους (ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ, 665-670), που παρουσιάζει χορό
γηραλέων Αθηναίων να προτρέπουν ο ένας τον άλλον να αισθανθούν για μία ακόμη
φορά νέοι, αποβάλλοντας το γηραλέο σαρκίο τους, χαρακτηρίζοντας τους εαυτούς
τους ως τους Λευκόποδες που έχουν βαδίσει εναντίον του Λειψυδρίου,
σημειώνοντας πως…
ἀλλ᾽ ἄγετε λευκόποδες, οἵπερ επὶ Λείψύδριον ἤλθομεν ὅτ᾽ ἦμεν ἔτι, 665
νῦν δεῖ νῦν ἀνηβῆσαι πάλιν κἀναπτερῶσαι
πᾶν τὸ σῶμα κἀποσείσασθαι τὸ γῆρας τόδε. 670
Το Λειψύδριον, μία λοφώδης περιοχή στην Παιανία της Αττικής, καταλαμβάνεται
και περιτειχίζεται το 513 π.Χ. από την φρατρία των Αλκμαιωνιδών και άλλους
Αθηναίους πολίτες κατά την διάρκεια αποτυχημένης εξέγερσης κατά των
Πεισιστρατιδών (Ηρόδοτος: ΙΣΤΟΡΙΑΙ, V.62). Ο αρχαίος σχολιαστής του
αριστοφανικού κειμένου (SCHOLIA AD ARISTOPHANES: LYSISTRATA, 664-670, F.
Dubner, Didot, Paris, 1842), δηλώνει απερίφραστα πως Λευκόποδες είναι αυτοί που
φέρουν λευκά σκέλη στις ασπίδες τους και συμπεραίνει πως ο Αριστοφάνης εννοεί
με την έκφραση αυτή την φρατρία, τονίζοντας πως…τινὲς δὲ λευκόποδας διὰ το
ἔχειν ἐπὶ τῶν ἀσπίδων ἐπίσημον λευκὸν· ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἔφη τοὺς νῦν
λεγομένους Ἀλκμαιονίδας (Εικονογραφικές Πηγές: Παναθηναϊκός αμφορέας, 1523,
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Υδρία, Εργαστήριο Αντιόπης, 63.473, Μuseum of Fine Arts2: Η Τετρασκελὶς, ἐπίσημον (σύμβολο) των Αλκμαιωνιδών, μία παραλλαγή της
Τρισκελίδος των αρχών του VI προχριστιανικού αιώνα, κατά την περίοδο της
εμπλοκής τους στον Ιερό Πόλεμο (Κιρραίος Πόλεμος) για την προστασία των
Αμφικτυονικών θεσμών και του Μαντείου των Δελφών (595 π.Χ. – 585 π.Χ.), όπου η
προσθήκη του τετάρτου σκέλους, παραπέμπει πλέον άμεσα σε ηλιακό σύμβολο,
αλλά και στην απόλυτη ταύτιση της φρατρίας με την λατρεία του Απόλλωνος, με
κύριο μοχλό τον ηγέτη της και πολέμαρχο των Αθηναίων, Αλκμαίωνα ΙΙ. Η
πορφυρή ταινία στο εσωτερικό όριο της άντυγας συμβολίζει τον τελετουργικό
κεφαλόδεσμο των προσκυνητών που ταξιδεύουν στους Δελφούς για να τιμήσουν
τον Απόλλωνα, προφέροντας δώρα. Περίπου έναν αιώνα αργότερα, το σύμβολο
εμφανίζεται απλοποιημένο στην Λυκία, αλληγορώντας τον Απόλλωνα Λύκιο, την
κυρίαρχη θεότητα των τοπικών πληθυσμών (Εικονογραφικές Πηγές: Παναθηναϊκός
αμφορέας, 1701, Berlin Antikensammlung ,George Henry Chase, SHIELD DEVICES OF THE
GREEKS IN ART AND LITERATURE, Harvard Studies in Classical Philology, Boston, 1902 &

Αργυρά Δίδραχμα, Numismatic Chronicle, ii, British Museum, 1897/ Ψηφιακή Αποκατάσταση-
Αναπαράσταση: Νίκος Πάνος).
3 4

3: Η Μονοσκελὶς, ἐπίσημον (σύμβολο) των Αλκμαιωνιδών στην Φωκίδα, κατά την
περίοδο της εξορίας τους, περί το 530 π.Χ. Το σύμβολο αλληγορεί μάλλον την
εκδίωξή τους από την Αττική το 546 π.Χ. από τον Πεισίστρατο, με την έναρξη της
τρίτης περιόδου της τυραννίας, όταν στην Παλλήνη επικρατεί αποφασιστικά
έναντι των αντιπάλων του, με συνέπεια η φρατρία που ηγείται της αντίστασης, να
εγκαταλείψει μαζικά την Αττική μετά την ήττα και να εγκατασταθεί στην Φωκίδα,
όπου από τους Δελφούς εγκαινιάζει έναν ανένδοτο αγώνα κατά του τυράννου. Στο
αβυσσαλέο πλέον μίσος των Αλκμαιωνιδών, συντελεί το γεγονός ότι ο
Πεισίστρατος και οι οπαδοί του καταστρέφουν όλα τους τα οικήματα στην Αττική
και ανασκάπτουν τα πατρώα τους (Ισοκράτης: ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΖΥΓΟΥ, 26), ενέργεια που
τελικά οδηγεί σε μία μακροχρόνια σύγκρουση, χωρίς καμμία προοπτική
διαπραγματεύσεων ή ανακωχής μεταξύ των δύο πλευρών, τουλάχιστον έως τονθάνατό του1700, Staatliche Antikensammlungen und Glyptothek, München, Αμφορέας, F 1851, Berlin4: Ο Τρίπους, ἐπίσημον (σύμβολο) του ιερατικού γένους των Κυννιδών, των ιερέων
του Απόλλωνος (οι ιερείς δεν εξαιρούνται από τις στρατιωτικές τους
υποχρεώσεις), που συνδέεται με την φρατρία των Αλκμαιωνιδών μέσω επιγαμιών,
αλλά και λόγω του αγώνα τους κατά του Πεισιστράτου. Το 548 π.Χ. μετά την
καταστροφική πυρκαγιά στους Δελφούς και την καταστροφή του ναού του
Απόλλωνος, οι Αμφικτύονες αποφασίζουν την ανοικοδόμησή του, αναθέτοντας στην
φρατρία των Αλκμαιωνιδών το συμβόλαιο κατασκευής με προϋπολογισμό 300
ταλάντων, από τα οποία τα 75 προβλέπεται να συγκεντρωθούν από τους
κατοίκους της περιοχής και τα υπόλοιπα από τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο
(Ηρόδοτος: ΙΣΤΟΡΙΑΙ, ΙΙ.180). Από την περίοδο αυτή οι ήδη ισχυροί δεσμοί της
φρατρίας με τους Δελφούς, μετεξελίσσονται σε μία αμφίδρομη και αδιάρρηκτη
σχέση με τον Απόλλωνα, όπου από την μία πλευρά τα μέλη της αποτελούν πλέον
τους λαϊκούς εκφραστές της θέλησής του, και από την άλλη το Δελφικό Ιερατείο
συνιστά τον βασικό μοχλό της ισχύος τους, παρεμβάλλοντας στις επίσημες
χρησμοδοτήσεις, τις εκάστοτε πολιτικές τους προθέσεις. Από τον V
προχριστιανικό αιώνα το σύμβολο καλύπτει γενικά τους ιερείς του Απόλλωνος και
τους πιστούς οπαδούς της λατρείας του (Εικονογραφικές Πηγές: Αμφορέας, F.55,
Musée du Louvre, Αμφορέας, 726, Staatliche Antikensammlungen und Glyptothek, München /

Ψηφιακή Αποκατάσταση-Αναπαράσταση: Νίκος Πάνος).
5 6

5: Ο αρχαϊκός Τροχὸς του άρματος (πριν από τα μέσα του VI προχριστιανικού
αιώνα), ἐπίσημον (σύμβολο), επιφανών μελών φρατριών της Αττικής που
αλληγορεί νίκη σε αγώνες τεθρίππων στην Ολυμπία, τους Δελφούς ή τα Ίσθμια.
Για τους Αθηναίους της εποχής, οι αρματοδρομίες αποτελούν το αγαπημένο
άθλημα των ισχυρών φρατριών τους, με συνέπεια την κυριαρχία τους στους
σχετικούς αγώνες, καθώς μόνον στην Ολυμπία για την περίοδο από το 592 π.Χ. έως
το 492 π.Χ., οι αρματοδρόμοι της αποσπούν τουλάχιστον 14 από τις συνολικά 25
πρώτες νίκες, από τις οποίες 5 ανήκουν στην φρατρία των Αλκμαιωνιδών
(Αλκμαίων ΙΙ 1, Μεγακλής ΙΙ 3, Μεγακλής ΙΙΙ 1). Για την νίκη που αποσπά στην
Ολυμπία ο εγγονός του Μεγακλέους ΙΙ, υιός του διάσημου πολιτικού και
μεταρρυθμιστή Κλεισθένους, Μεγακλής ΙΙΙ, που επίσης είναι νικητής στο τέθριππο
άλλες πέντε φορές στα Ίσθμια και δύο φορές στα Πύθια, εξυμνείται από τον
Πίνδαρο με τους στίχους…ἄγοντι δὲ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι, μία δ’ ἐκπρεπὴς
Ὀλυμπιὰς, δύο δ’ ἀπὸ Κίρρας (Πίνδαρος: ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΙ, vii.13-16). Ο άλικος δακτύλιος
στην περίμετρο του θόλου συμβολίζει τις άλικες ταινίες των πρωταθλητών
(Εικονογραφικές Πηγές: Αμφορέας, British Musum Catalogue of Vases, ii, Plate III, No B.134,
London, 1893 & Αργυρά Δίδραχμα, Paris, Luynes, B.T. II, i, Plate XXXIII, 17 / Ψηφιακή
Αποκατάσταση/Αναπαράσταση: Νίκος Πάνος).
6: Ο εξελιγμένος και ελαφρότερος Τροχὸς του άρματος περί τα τέλη του VI
προχριστιανικού αιώνα, ἐπίσημον (σύμβολο), επιφανών μελών φρατριών της
Αττικής που αλληγορεί νίκη σε αγώνες τεθρίππων στην Ολυμπία, τους Δελφούς ή
τα Ίσθμια. Ο τελευταίος μεγάλος πρωταθλητής των Αλκμαιωνιδών στις
αρματοδρομίες, ο Αλκιβιάδης (Πλούταρχος: ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ, 11.1),
εγκωμιάζεται απροκάλυπτα από τον Ευριπίδη για τις νίκες του στους
Ολυμπιακούς Αγώνες τεθρίππων (μάλλον του 424 π.Χ.), σύμφωνα με κάποιο
εντελώς άγνωστο απόσπασμα που διασώζει ο Πλούταρχος, στο οποίο ο μεγάλος
τραγωδός τον εκθειάζει υπερτονίζοντας το μεγαλείο να καλείται κάποιος τρείς
φορές από τον Κήρυκα των αγώνων για νίκες στο ίδιο αγώνισμα, με τους στίχους…
σὲ δ᾽ ἀείσομαι, ὦ Κλεινίου παῖ. καλὸν ἁ νίκα· κάλλιστον δ᾽, ὃ μηδεὶς ἄλλος
Ἑλλάνων, ἅρματι πρῶτα δραμεῖν καὶ δεύτερα καὶ τρίτα, βῆναί τ᾽ ἀπονητί, Διὸς
στεφθέντα τ᾽ ἐλαία κάρυκι βοᾶν παραδοῦναι· Ο άλικος δακτύλιος στην περίμετρο
του θόλου συμβολίζει και στην περίπτωση αυτή τις άλικες ταινίες των
πρωταθλητών (Εικονογραφικές Πηγές: Λήκυθος, MNB 911, Musée du Louvre & Κρατήρ,
Ζωγράφος Ευφρόνιος, Metropolitan Museum of Art, New York, USA, επί δανείω από την
κυβέρνηση της Ιταλίας από τον Οκτώβριο του 2006 & Αργυρά Δίδραχμα Paris, Luynes, B.T.

II, i, Plate XXXIII, 17 / Ψηφιακή Αποκατάσταση/Αναπαράσταση: Νίκος Πάνος).
7 8

7&8: Επίσημον (έμβλημα) των Αλκμαιωνιδών του 510 π.Χ. από ψυκτήρα του
ζωγράφου Όλτου. Πρόκειται για παραλλαγή της τρισκελίδος με πανηγυρικό
χαρακτήρα, λόγω της ανατροπής των Πεισιστρατιδών και της τελικής u957 νίκης της
φρατρίας, όπου τα τρία μυθικά όντα αντιπροσωπεύουν τους συμμάχους της, με τον
Γρύπα να συμβολίζει τους Δελφούς, τον Πήγασο την Κόρινθο και την Χίμαιρρα την
Σικυώνα. Το αγγείο απεικονίζει πομπή οπλιτών που ιππεύουν δελφίνια,
αλληγορώντας τον Δελφίνιο, μία θεότητα της Εποχής του Χαλκού που
ενσωματώνεται στην προσωπικότητα του Απόλλωνος και θεωρείται η δύναμη που
παρέχει την ικανότητα της χρησμοδότησης. Η εικόνα της πομπής παραπέμπει
μάλλον στην πανηγυρική πομπή των ιππέων των Μεγάλων Παναθηναίων του 510
π.Χ. αμέσως μετά την ανατροπή του Ιππία, με το σύμβολο του Απόλλωνος
Δελφινίου να τονίζει την προστάτιδα δύναμη των επαναστατών (Εικονογραφικές
Πηγές: Ψυκτήρ, Ζωγράφος Όλτος, 281.69.1969, Norbert Schimmel Trust, Metropolitan Museum

of Art, New York, USA/ Ψηφιακή Αποκατάσταση/Αναπαράσταση: Νίκος Πάνος).
9 10

9: Οι Σφαιρωτῆρες, ἐπίσημον (σύμβολο) οπαδών της φρατρίας των Αλκμαιωνιδών,
που προέρχεται από την περίοδο της σύγκρουσής τους με τον Πεισίστρατο και
εικονίζονται σε αγγείο του 530 π.Χ., όταν η φρατρία εντείνει από τους Δελφούς
τον αγώνα της για την ανατροπή του. Την περίοδο αυτή αξιοποιεί το
νομισματοκοπείο των Δελφών, μαζί με ηγετικά μέλη άλλων φρατριών,
προχωρώντας στην κοπή νομισμάτων, μέσω της αξιοποίησης των μεγάλων
αποθεμάτων σε ήλεκτρο (κράμα χρυσού και αργύρου) των Δελφών, θέτοντας σε
κυκλοφορία δίδραχμα ηλέκτρου (μάλλον από τον θησαυρό του Κροίσου), για την__χρηματοδότηση των ανθρώπων της στην Αττική. Οι σφαίρες αποτελούν σαφέστατα
ηλιακό σύμβολο που παραπέμπει στον Απόλλωνα και στο κέντρο του στους
Δελφούς, όπου είναι εγκατεστημένη η φρατρία, ενώ η ταύτιση με τον ανένδοτο
αγώνα των Αλκμαιωνιδών δηλώνεται με τον αριθμό τους (3), που αλληγορεί
αριθμητικά την Τρισκελίδα (Εικονογραφικές Πηγές: Παναθηναϊκός Αμφορέας,
Ζωγράφος Ευφίλητος, Η.24, Metropolitan Museum of Art, New York, USA/ Ψηφιακή
Αποκατάσταση/Αναπαράσταση: Νίκος Πάνος).
10: Ο Σειληνὸς, ἐπίσημον (σύμβολο) του κλάδου των Μεγακλειδών της φρατρίας
των Αλκμαιωνιδών, που ταυτοποιείται από τον H. R. W. Smith (Η. R. W. Smith: NEW
ASPECTS OF THE MENON PAINTER, University of California Publications in Classical
Archaeology I, 1929, σελίδες 54-57), όταν εντοπίζει νέο σύμβολο των Αλκμαιωνιδών,
εντελώς διαφορετικό από την πατροπαράδοτη Τρισκελίδα. Η πρώτη απεικόνιση
προέρχεται από κύλικα του ζωγράφου Όλτου της περιόδου 525 π.Χ.-520 π.Χ. και
ανακλά το γεγονός ότι μετά από μία πρόσκαιρη συμφιλίωση το 526 π.Χ. των
Αλκμαιωνιδών και των Φιλαϊδών με τον Ιππία, μετά τον θάνατο του
Πεισιστράτου, που προδίδεται από την εκλογή ως Αρχόντων Επωνύμων του
Κλεισθένους και αμέσως κατόπιν του Μιλτιάδου ΙΙ (525 π.Χ. – 523 π.Χ.), ο
Μεγακλής ΙΙ επιχειρεί να απαλλάξει με την απόσχιση της οικογενείας του την
φρατρία από το μίασμα του δαβόητου Κυλώνειου Άγους, υιοθετώντας σύμβολο του
Διονύσου (William Bell Dinsmoor: THE ATHENIAN ARCHON LIST IN THE LIGHT OF
RECENT DISCOVERIES, Columbia University Press, 1939 & 1974 reprint). Το σύμβολο
επανεμφανίζεται και σε ασπίδα οπλιτοδρόμου περί το 515 π.Χ., στοιχείο που
επιβεβαιώνει την απόσχιση του κλάδου των Μεγακλειδών πριν από την δολοφονία
του Ιππάρχου κατά το 514 π.Χ. Εμφανίζεται επίσης σε πίνακα που απεικονίζει τον
Ολυμπιονίκη Μεγακλή ΙΙΙ, αλλά μετά τον εξοστρακισμό του 486 π.Χ., το όνομά του
αντικαθίσταται μετά από μερική απόξεση του μαρμάρου με το όνομα ενός άλλου
μέλους της οικογένειάς του, του Γλαυκύτου (Εικονογραφικές Πηγές: Κύλιξ, Ζωγράφος
Όλτος, Αγγειοπλάστες Ισχύλος & Νικοσθένης, CA.3662, Musèe du Louvre, Κύλιξ, Ζωγράφος
Ευεργίδης, BH 0630C, Royal Athena Galleries, London-New York & Πίνακας, Ζωγράφος
Ευθυμίδης, 1037, Μουσείον Ακροπόλεως/ Ψηφιακή Αποκατάσταση/Αναπαράσταση: Νίκος

Πάνος).
11 12

11&12: Ο Κεραυνοφόρος Ἔρως, προσωπικό ἐπίσημον (σύμβολο) που επιλέγεται
από τον Αλκιβιάδη κατά πάσα πιθανότητα όταν εκλέγεται στρατηγός το 419 π.Χ.
και ανακλά την δυνατότητα των πολιτών να αντικαθιστούν τα σύμβολα των
φρατριών τους, με κάποια εντελώς προσωπικά, μετά από κάποια εξέχουσα κατά
κοινήν αποδοχή πράξη τους (για τον Αλκιβιάδη πρόκειται για τις ανδραγαθίες του
στην Ποτείδαια το 432 ή το 429 π.Χ. και στο Δήλιον το 424 π.Χ.) και αυτό συνιστά
το βασικό αίτιο που περιορίζει τα προσωπικά σύμβολα σε πολύ μικρό αριθμό σε
σχέση με τα υπόλοιπα. Ταυτοποιείται χάρη σε απόσπασμα από το απωλεσθέν έργο
του ιστορικού και περιπατητικού φιλοσόφου Σατύρου, που εξηγεί πως όταν ο
Αλκιβιάδης εκλέγεται στρατηγός, εγκαταλείπει το έμβλημα της φρατρίας του
(Αλκμαιωνιδών) και χρησιμοποιεί σε μία πολυτελέστατη ασπίδα καλυμμένη με
ελεφαντόδοντο και χρυσό, την εικόνα του Έρωτος εξαπολύοντας κεραυνούς. Ο
Σάτυρος αναδεικνύεται ως φιλόσοφος στην Αλεξάνδρεια στις αρχές του ΙΙΙ
προχριστιανικού αιώνα και απέχει χρονικά μία εκατονταετία και πλέον από το
γεγονός (E. Jacoby: DIE FRAGMENTE DER GRIECHISCHEN HISTORIKER, Satyrus, F. 22, iii,
Berlin, 1923-1931). Πάντως και ο Πλούταρχος (ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ, ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ, 16.1-
2), τονίζει πως ο Αλκιβιάδης εγκαταλείπει το σύμβολο της φρατρίας του,
σημειώνοντας...<16.1> …ἀσπίδος τε διαχρύσου ποίησιν οὐδὲν ἐπίσημον τῶν πατρίων
ἔχουσαν, <16.2> ἀλλ᾽ Ἔρωτα κεραυνοφόρον,... (Εικονογραφικές Πηγές: Λήκυθος,
Ζωγράφος Δούρις, 66.114, Cleveland Museum of Art, Cleveland USA & Αργυρά Δίδραχμα
Ηλείας, V προχριστιανικός αιώνας, SNG The Trustees of British Museum / Ψηφιακή
Αποκατάσταση/Αναπαράσταση: Νίκος Πάνος).

 Η ΤΡΙΣΚΕΛΙΣ ΤΩΝ ΑΛΚΜΑΙΩΝΙΔΩΝ





Η περίφημη Τρισκελὶς των Αλκμαι-
ωνιδών, ένα από τα ἐπίσημα (σύμβολα) που
αναγνωρίζονται, λόγω των πολλών ιστορικών
και εικονογραφικών πληροφοριών, σχεδόν με
απόλυτη βεβαιότητα, απεικονίζει τρία σκέλη
σε κίνηση, ενωμένα στο ύψος του γοφού.
Εμφανίζεται σε πολλά αγγεία και
χαρακτηρίζεται ως σύμβολο κίνησης,
όπως ο αγκυλωτός σταυρός, αντιπροσω-

πεύοντας με μία πρώτη ερμηνεία την κίνηση
του ηλίου στο στερέωμα, συνιστώντας έμβλημα
του Απόλλωνος, στοιχείο που πιστοποιεί μία αμφίδρομη σχέση μεταξύ του βασικού
συμβόλου της φρατρίας και της θεότητας.
Στην κωμωδία του με τίτλο ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ, o Αριστοφάνης παρουσιάζει τα
μέλη του χορού ως Λυκόποδες ή Λευκόποδες (ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ, 664-670). Ο αρχαίος
σχολιαστής του κειμένου του Αριστοφάνους, δηλώνει απερίφραστα πως
Λευκόποδες είναι αυτοί που φέρουν λευκά σκέλη στις ασπίδες τους και
συμπεραίνει πως ο Αριστοφάνης εννοεί με την έκφραση αυτή τους Αλκμαιωνίδες.
Όμως οι φθορές του αρχαίου κειμένου που αρχικά οδηγούν τον άγνωστο
αντιγραφέα στην γραφή Λυκόποδες στο συγκεκριμένο σημείο, οδηγούν αρκετούς
στην σύγχυση ότι ο Αριστοφάνης γράφει Λυκόποδες και όχι Λευκόποδες, όπως
εκτιμά ο σχολιαστής του που αποκαθιστά το κείμενο, εννοώντας προφανώς τους
μισθοφόρους των τυράννων που φορούν ενδρομίδες (μπότες) από δέρματα λύκων,
έχοντας ίσως και στις ασπίδες τους ως έμβλημα τον λύκο (μάλλον πρόκειται για
τους Θεσσαλούς ιππείς του Κινέα), άποψη όμως που δεν ισχύει πλέον.
Όσον αφορά την φρατρία των Αλκμαιωνιδών, είναι γνωστή η σχέση τους με
τους Δελφούς και η υιοθέτηση συμβόλου του Απόλλωνος ως εμβλήματος της
φρατρίας (Ηρόδοτος: ΙΣΤΟΡΙΑΙ, V.63-65 & SCHOLIA AD ARISTOPHANES: LYSISTRATA,
664-670, F.Dubner, Didot, Paris, 1842), όχι μόνον σε μορφή τρισκελίδος, αλλά και σε
παραλλαγές με ένα ή και με τέσσερα σκέλη, όπως αποκαλύπτεται από αρκετά
αγγεία και νομίσματα.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα αρχέγονο σύμβολο, το οποίο
νεώτεροι ερευνητές του ΧΧ αιώνα συνδέουν με αστρονομικά δεδομένα,
συνδυάζοντας τις σχετικές θέσεις των αστερισμών του Ωρίωνος και του Λαγωού
κατά την Πρώϊμη Εποχή του Χαλκού (όπως είναι ορατές από το βόρειο ημισφαίριο),
αλλά και τις έννοιες της σύγκρουσης, του ανταγωνισμού, της ταχύτητας, της
ισχύος, της ανεξαρτησίας, της ανδρείας και της νίκης. Ήδη πάντως από τα μέσα
του ΧΙΧ αιώνα ο διάσημος Γάλλος φιλόλογος και αρχαιολάτρης Michel Brèal,
εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η σημειολογική ερμηνεία δεν επαρκεί και
συχνά οδηγεί σε λανθασμένα συμπεράσματα στις απόπειρες ερμηνείας συμβόλων,
αν δεν συνδυασθεί με την συγκριτική ετυμολογία που παραπέμπει στην αρχική
χρήση των όρων, εντοπίζοντας τις πρωτογενείς έννοιες. Ο χαρισματικός Γάλλος
(στον οποίο οφείλεται η έμπνευση της εισαγωγής του Μαραθωνίου δρόμου προς
τιμήν του Φειδιππίδου στους Ολυμπιακούς Αγώνες και η αποδοχή της από τον
στενό του φίλο βαρώνο de Coubertin), επισημαίνει την μαγική σημασία του
αριθμητικού τρίς στην αρχέγονη Ευρώπη και την τελετουργική χρήση του από
τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς σε τεράστια γεωγραφική έκταση, ένα πεδίο με το
οποίο ασχολείται αργότερα συστηματικά και εξαντλητικά ο διάσημος
γλωσσολόγος, φιλόλογος και ιστορικός George Dumezil, είτε ως προς το θέμα της
τριαδικότητας των κοινωνικών λειτουργιών, είτε ως προς την χρήση των τριπλών
διαιρέσεων για ιερατικούς, τελετουργικούς, πολιτικούς και εθιμικούς σκοπούς. O
Brèal μέσω της διαδικασίας της αναγωγής (πρακτική σύγκρισης ομόρριζων λέξεων
που προέρχονται από διάφορα ευρωπαϊκά ιδιώματα, ώστε να εντοπισθεί η αρχική
σημασία και χρήση τους), πιστοποιεί την ύπαρξη της αρχέγονης θεοποίησης των
υδάτινων όγκων στην Ευρώπη που χαρακτηρίζεται με τον όρο *Trita, στοιχείο που
συμβαδίζει με τον αρχαϊκό αιολικό όρο Τριτὼ που διασώζει ο Ησύχιος και
υποδηλώνει το υδάτινο ρεύμα (Michel Jules Alfred Brèal: HERCULE ET CACUS, Paris, 1863,
σελίς 17 & Ησύχιος Αλεξανδρεύς: LEXIKON, J. Albertum rec. Schmidt, i, ii, iii, iv, v, Jena,
1858-1868, Λήμμα Τριτώ).
Το δεδομένο αυτό εξηγεί την ενσωμάτωσή του σε πολλές θεότητες στον
ελλαδικό χώρο που συσχετίζονται με το υγρό στοιχείο, όπως Τρίτων ή Αμφιτρίτη,
αλλά κυρίως στην Αθηνά, που εμφανίζεται ως Τριτογένεια, Τριτωνὶς και Τριτωνία,
εξηγώντας την γέννησή της από τα ουράνια ύδατα μέσω της παρέμβασης του Διός,
του θείου στοιχείου u964 των ουρανών (δηλαδή η κόρη του Τρίτου, γεννημένη από τον
Τρίτο), καθώς σε γένος αρσενικό ο όρος Τρίτων χαρακτηρίζει ποταμούς, ενώ σε
θηλυκό ο όρος Τριτωνίς ή Τριχωνὶς, προσδιορίζει λίμνες. Αυτή η πρωταρχική
σημασία του επιθέτου Τριτογένεια είναι άγνωστη στους Αλεξανδρινούς λογίους, οι
οποίοι στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν μία ικανοποιητική ερμηνεία,
ανακαλύπτουν τον αρχαϊκό όρο τριτὼ που δηλώνει και κεφαλή, κάρα, συνάδοντας
με τον μύθο της γέννησης της θεάς από την κεφαλή του Διός, χάρη στον Νίκανδρο
τον Κολοφώνιο, που διασώζει την ερμηνεία αυτή από τους Αθαμάνες (Ησύχιος
Αλεξανδρεύς: LEXIKON, J. Albertum rec. Schmidt, i, ii, iii, iv, v, Jena, 1858-1868, Λήμμα Τριτώ,
SCHOLIA AD ARISTOPHANES: NEPHELAE, 989, F.Dubner, Didot, Paris, 1842 &
ETYMOLOGICUM MAGNUM, Th. Gaisford, Oxonii, 1848 & Amstrdam, 1967, Σελίδες 767, 43).
Αλλά και ΣΑΝΣΚΡΙΤΙΚΑ: trita/υδάτινος όγκος, ΠΡΩΤΟΚΕΛΤΙΚΑ: triaton/
θάλασσα, ΑΡΧΑΪΚΑ ΙΡΛΑΝΔΙΚΑ: triath, trethan-γενική ενικού/θάλασσα (J. B.
Hofmann: ETYMOLOGISCHES WÖRTERBUCH DES GRIECHISCHEN, R. Oldenburg,
München, 1950, Λήμμα Τρίτων), όροι που προδίδουν την μαγική σχέση του
αριθμητικού τρίς με το υγρό στοιχείο, παραπέμποντας κατά πάσα πιθανότητα
στην συνεχή ροή και την αειζωεία των υδάτων, την οποία εκφράζει σημειολογικά η
τρισκελίς που εμφανίζεται από τον VII προχριστιανικό αιώνα ως επίσημον των
Αλκμαιωνιδών, αλλά και διαφόρων πόλεων από τα τέλη του VI προχριστιανικού
αιώνα στην μητροπολιτική Ελλάδα, την Σικελία, την νότιο Ιταλία, την Τρωάδα, την
Καρία, την Λυκία, την Παμφυλία, όπως πιστοποιείται από την απεικόνισή της σε
νομίσματα, κομμένα για λογαριασμό των πόλεων σε νομισματοκοπεία της Αίγινας
(που ελέγχει εκείνη την περίοδο τα ορυχεία αργύρου της Σίφνου) ή σε τοπικά
εργαστήρια που υιοθετούν την τεχνοτροπία της Αίγινας. Επίσης εμφανίζεται κατά
την ίδια περίοδο στην Ετρουρία, στους Κέλτες, στους Κίμβρους, στους Τεύτονες,
στους Σκύθες, στους Πέρσες και από τον ΙΙΙ προχριστιανικό αιώνα στην Ινδία επί
Αsoka (ίσως μέσω ελληνιστικών και σκυθικών επιδράσεων). Όμως η ομοιοπαθητική
μαγεία που επιχειρείται μέσω της χρήσης του αριθμητικού, ήδη εντοπίζεται στον
κόσμο των Αχαιών, όπου συνδέται η αειζωεία του υγρού στοιχείου με την
αθανασία των θεοποιημένων προγόνων, όπως στοιχειοθετείται από κατάλογο
προσφορών της Πύλου (ΠΥΛΟΣ, Tn 316), με την εμφάνιση σε δοτική ενικού της
έκφρασης triseroe/i →Τρισερώει →Τρισηρώει (δηλαδή στον Τρισήρωα). Ανάλογη
πρόθεση αποκαλύπτεται στον αρχαϊκό σλαβικό θεό των ποταμών Triglav
(τρικέφαλος) ή στον θρυλικό ήρωα της Κορνουάλλης που έρχεται από την
θάλασσα, τον Tristram, που ως Τριστάνος εξακολουθεί να σαγηνεύει τους φίλους
της όπερας.
Οι μνήμες του κόσμου των Αχαιών επιβιώνουν και στον τρισίαμβο
(θρίαμβο), μία τιμητική τελετουργική πομπή με επωδές, σε ρυθμό τριών
συνεχόμενων ιάμβων που ακολουθούνται από παύση πριν επαναληφθούν, αλλά και
σε ονόματα θεοποιημένων ηρώων, όπως Τρίοπας, Τριπτόλεμος, Τριέσπερος (για
τον Ηρακλή), Τριβαλλός, Τρικόλωνος, Τρικάρανος και άλλα. Ανάλογη πρακτική
προδίδουν οι ονομασίες Τριβαλλοί (Ιλλυριοί), Τριήρες (Θράκες), Τριζοί (Σκύθες)
(Στέφανος Βυζάντιος: ΕΘΝΙΚΑ, ΠΕΡΙ ΠΟΛΕΩΝ, Akademie und Verlagsanstellung, Graz, 1958,
Λήμματα Τριβαλλοί, Τριήρες, Τριζοί), Trinovantes (Κέλτες της Βρεταννίας), Triboci
(Γερμανοί) και άλλες (Julius Caesar: DE BELLO GALLICO, I.51, V.20-22) …
ΤΕΛΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: Γ. Ζ. ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΡΕΥΝΑ: Γ. Ζ. ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ, Ν. ΠΑΝΟΣ, Γ. ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ, Τ. ΤΣΙΠΛΑΚΟΣ
ΨΗΦΙΑΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ-ΣΧΕΔΙΑΣΗ-ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ: NPDesignWorks
(panicon@otenet.gr), Vipeproductions (mailto:info@vipeproductions.com)__πηγή.safem.gr)__πηγή