ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΜΥΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΜΥΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 1 Ιουλίου 2025

Θεωρία Παιγνίων και Γεωπολιτική: ΗΠΑ, Ισραήλ, Ιράν, Κίνα, Ρωσία, Ουκρανία, Τουρκία και BRICS

 


Του Δρα Δημ. Σταθακόπουλου 
Η θεωρία παιγνίων, ως εργαλείο ανάλυσης στρατηγικών αλληλεπιδράσεων, προσφέρει σημαντικές ερμηνευτικές δυνατότητες στον τομέα της σύγχρονης γεωπολιτικής.
Στη διεθνή σκηνή, δρώντες όπως οι ΗΠΑ, Ισραήλ, Ιράν, Κίνα, Ρωσία, Ουκρανία και Τουρκία εμπλέκονται σ’ ένα περίπλοκο παιχνίδι ισχύος, όπου κάθε απόφαση προκαλεί αντιδράσεις και δημιουργεί νέες ισορροπίες.
   Οι ΗΠΑ και το Ισραήλ δρουν ως στενοί στρατηγικοί σύμμαχοι, με κοινή στόχευση την ανάσχεση της ιρανικής επιρροής. Το Ιράν επιδιώκει ρόλο περιφερειακής δύναμης, χρησιμοποιώντας την αβεβαιότητα γύρω από το πυρηνικό του πρόγραμμα ως διαπραγματευτικό όπλο. Η σχέση μεταξύ αυτών των τριών κρατών μπορεί να αναλυθεί μέσω του chicken game, όπου κάθε πλευρά κλιμακώνει την ένταση ελπίζοντας ότι ο αντίπαλος θα υποχωρήσει πρώτος.
Στην Ευρασία, η Ρωσία και η Κίνα διαμορφώνουν ένα διαφορετικό παίγνιο. Η Ρωσία, μέσω της εισβολής στην Ουκρανία, επιδιώκει την αλλαγή της μεταψυχροπολεμικής τάξης, θεωρώντας τη σύγκρουση μηδενικού αθροίσματος.     Αντίθετα, η Κίνα εφαρμόζει πιο σύνθετες στρατηγικές μέσω της οικονομικής διείσδυσης, της τεχνολογικής υπεροχής και της σταδιακής ενίσχυσης των BRICS. Η Κίνα αντιλαμβάνεται το παγκόσμιο σύστημα ως παίγνιο θετικού αθροίσματος, όπου οι ισχυροί μπορούν να κερδίζουν χωρίς απαραίτητα να ηττώνται οι υπόλοιποι.
  Η Ουκρανία αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στο ευρωπαϊκό στρατηγικό παίγνιο. Αν και εμφανίζεται ως πιόνι, έχει ενισχυθεί μέσω της δυτικής υποστήριξης, επηρεάζοντας τη δυναμική μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ. Η θεωρία παιγνίων προβλέπει πως σε καταστάσεις με υψηλό κόστος σύγκρουσης μπορεί να αναδειχθεί ένα «ισοζύγιο Nash», όπου καμία πλευρά δεν επιλέγει μονομερή κλιμάκωση.
   Η Τουρκία παίζει ρόλο «ρυθμιστή», συμμετέχοντας στο ΝΑΤΟ αλλά διατηρώντας σχέσεις με Ρωσία, Ιράν και Κίνα. Λειτουργεί ως μεταβλητός παίκτης, αυξάνοντας τη στρατηγική της αξία.
   Η θεωρία παιγνίων μας βοηθά να κατανοήσουμε όχι μόνο τις κινήσεις, αλλά και τη λογική πίσω από τη στρατηγική των δρώντων σε έναν πολυπολικό, αβέβαιο κόσμο.
ΠΗΓΗ:https://www.militaire.gr/theoria-paignion-kai-geopolitiki-ipa-israil-iran-kina-rosia-oykrania-toyrkia-kai-brics/

**Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων.

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2025

Γιατί η Ευρώπη δεν “καλεί στο τραπέζι” την Ελλάδα με τις τρίτες σε μέγεθος ένοπλες δυνάμεις του ΝΑΤΟ;

 


Χρήστος Γ. Κτενάς

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα για την αμυντική ισχύ της χώρας μας, είναι ο πράγματι τεράστιος για το μέγεθος μας, αριθμός αρμάτων, τεθωρακισμένων, αυτοκινούμενων πυροβόλων κ.ο.κ. που διαθέτουμε, όπως και το μεγάλο αριθμητικά στρατό μας σε προσωπικό, που μας κατατάσσουν ως την 3η δύναμη (σε τέτοια μετρήματα) εντός ΝΑΤΟ. Με πρώτες τις ΗΠΑ (αναμενόμενο) και δεύτερη την Τουρκία.

Το επιχείρημα αυτό συνδυάζεται με τις τελευταίες σημαντικές κινήσεις εντός Ευρώπης, όπου οι “μεγάλες” χώρες συγκαλούν συνεχώς συσκέψεις και κάνουν μια εργώδη συζήτηση για να μελετήσουν πως θα οργανωθεί τόσο η ευρωπαϊκή άμυνα, όσο και η περαιτέρω στήριξη της Ουκρανίας. Ενώ στην Ελλάδα, διαμαρτυρόμαστε γιατί “δεν μας καλούν” και γιατί η χώρα μας δεν μετέχει σε αυτές αν και το “αξίζει”.

Να αναλύσουμε όμως γιατί συμβαίνει αυτό, πριν καταφύγουμε στις αγαπημένες πολλών θεωρίες συνωμοσίας και εθνικού δράματος: Αρχικά καταρρίπτοντας το επιχείρημα πως η Ελλάδα έχει “μεγάλο στρατό εντός ΝΑΤΟ” και κυρίως εντός Ευρώπης. Όπου π.χ. διαθέτουμε πάνω από 1.300 κύρια άρματα μάχης και η Γερμανία ούτε 300. Σε γεωπολιτική θεώρηση όμως, οι έλληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είναι από τις μικρότερες εντός Ευρώπης! Γιατί αυτό το μεγάλο δυναμικό, δεν είμαστε διατεθειμένοι να το προσφέρουμε σε μια ευρωπαϊκή άμυνα. Το αντίθετο συμβαίνει: η Ελλάδα εδώ και δεκαετίες δηλώνει πως μιας και “κινδυνεύει από την ακόμη μεγαλύτερη στρατιωτικά Τουρκία, έχει ανάγκη από εξοπλιστική και συμμαχική βοήθεια”.

Έτσι το ελληνικό “μεγάλο” μικραίνει απότομα, καθώς ζητάμε το εξής αντιφατικό: Να μετέχουμε σε ένα “κοινό τραπέζι άμυνας”, αλλά να μην προσφέρουμε σε αυτό, παρά μόνο να εισπράξουμε. Όττι κάνουμε και με τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου εδώ και δεκαετίες κάθε κυβέρνηση (από όλο το πολιτικό φάσμα), διαφημίζει πόσα “πακέτα” κατάφερε να εξασφαλίσει από κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, με μεγάλο μέρος από αυτά βέβαια να σκορπίζεται στον άνεμο, σε έργα άνευ σημασίας, σε επιδοτήσεις στο κενό και βέβαια σε σκάνδαλα διαφθοράς και κακοδιαχείρισης.


O αριθμός των αρμάτων μάχης χωρών του ΝΑΤΟ το 2024.

Γιατί λοιπόν ο ευρωπαϊκός πυρήνας να μας αναβαθμίσει πολιτικά; Και γιατί -πιθανά – να μην προτιμήσει την Τουρκία ως πιθανό πάροχο και προμηθευτή στρατιωτικής ισχύος όπως αναρωτιέται η Γερμανία; Μιας και η Άγκυρα έχει αποδείξει -με τον πιο κυνικό και επιθετικό τρόπο βέβαια- την ευχέρεια της να στέλνει στρατό σε γειτονικές χώρες, για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της. Διατηρώντας σήμερα στρατιωτική εισβολή στην Συρία (με νέο κύκλο αιματοχυσίας), στρατωτική παρουσία στη Λιβύη, στο Κατάρ, στη Σομαλία, ακόμη στο Κόσοβο ως ειρηνευτική δύναμη και μετέχοντας με σημαντικές δυνάμεις της σε πολυεθνικές ασκήσεις. Ενώ διαθέτει πλέον και μια ισχυρή αμυντική βιομηχανία, που έχει να προσφέρει όγκο παραγωγής και ποικιλία όπλων στην Ευρώπη, που τόσο τα χρειάζεται αυτή την περίοδο.

Η εικόνα αυτή έρχεται σε αντιπαραβολή με την ελληνική, καθώς όποτε τα περασμένα χρόνια είχαμε αποτολμήσει να στείλουμε μικρές δυνάμεις σε διεθνείς αποστολές, αυτό έγινε με μεγάλη προσπάθεια να διασφαλίσουμε πως θα μέναμε μακριά από υψηλού κινδύνου επιχειρήσεις, πόσο μάλλον από εμπλοκές. Έτσι στο Αφγανιστάν, η ελληνική δύναμη κάπου 200 ανδρών που εστάλη το 2002, ήταν κυρίως Μηχανικού και βοήθησε σε έργα ανοικοδόμησης. Στην Σομαλία όπου πήγαμε το 1993, εστάλησαν κάπου 100 άνδρες, για παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας (εκεί δυστυχώς είχαμε και ένα νεκρό, τον Λοχία Μιχαήλ Σούμπουρο). Ενώ στο Κόσοβο όπου και σήμερα έχουμε ειρηνευτική παρουσία, αυτή είναι μικρή αριθμητικά και εντός ενός πολυεθνικού σχηματισμού. Και βέβαια η χώρα μας δεν διαθέτει υψηλής παραγωγικότητας αμυντική βιομηχανία -μια δύο οριακά οι εξαιρέσεις- ώστε να συνεισφέρει σε πανευρωπαϊκό εξοπλισμό.

Η παραπάνω ελληνική “αδυναμία” δεν πηγάζει βέβαια από τις στρατιωτικές μας δυνατότητες. Αλλά αποτελεί μια πάγια ελληνική πολιτική η οποία συναντά και εκφράζει την κοινωνική απαίτηση. Να θυμίσουμε πως ακόμη και τις λιγοστές φορές που εστάλησαν ελληνικά στρατεύματα στο εξωτερικό, σε αποστολές τέτοιου τύπου, ανθρωπιστικές/ειρηνευτικές, είχαμε έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό από κάποιους κομματικούς σχηματισμούς, χωρίς όμως να περιορίζεται εκεί η γενική δυσφορία. Και ακόμη και η πρόσφατη αποστολή μιας φρεγάτας στην Ερυθρά Θάλασσα σε πράγματι πολεμική δράση, κι αυτή αντιμετωπίστηκε με μεγάλο σκεπτικισμό, άρνηση και “ετοιμότητα για κατακεραύνωση” αν συνέβαινε κάποια απώλεια. Γενικότερα, η ελληνική κοινωνία, διακομματικά δεν είναι πρόθυμη για τέτοιες συμμετοχές, προσφορές και διεθνείς δράσεις. Θεωρώντας τις είτε περιττές, είτε πολύ επικίνδυνες, είτε -το κυριότερο- υπονομευτικές της εθνικής μας άμυνας.

Τα παραπάνω έχουν ιστορική βάση, καθώς αρχής-εξαρχής η συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ ποτέ δεν θεωρήθηκε ως ενίσχυση μας εθνική. Αντίθετα και σε μεγάλο βαθμό ορθά, ερμηνεύθηκε ως αναγκαία σύμπλευση σε ένα μεταπολεμικό διαμοιρασμό ισχύος, όπου η χώρα μας ευρισκόμενη στο Δυτικό στρατόπεδο, “όφειλε” να ενταχθεί στον εκεί μηχανισμό ασφαλείας. Ο οποίος ναι μεν μας τροφοδοτούσε με εξοπλισμούς (πάρα πολλές οι δωρέες και οι παραχωρήσει ειδικά τις δεκαετίες 50-60), αλλά δεν μας κάλυψε απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Κάτι που είδε την κορύφωση του στο κυπριακό δράμα.

Όπου εκεί, ακόμη και οι πιο πολιτικά φιλονατοϊκές δυνάμεις, είδαν το αδιέξοδο της νατοϊκής νομιμότητας αλλά και κυρίως την αδράνεια των συμμάχων μας να παρέμβουν σε μια εισβολή η οποία αντιμετωπίστηκε κυρίως ως διμερές πρόβλημα. Κάτι στο οποίο -για να είμαστε ειλικρινείς- σοβαρή ευθύνη έχει και η ελληνοκυπριακή πλευρά, η οποία λίγες μέρες μετά τις εισβολές του Αττίλα, αποδέχθηκε εκεχειρία και εμφανίστηκε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία. Άρα έδωσε το δικαίωμα στην διεθνή κοινότητα απλώς να μας “παροτρύνει” σε μια συνέχιση των συνομιλιών. Κάτι που έκανε και η τότε ΕΣΣΔ, εκτός βέβαια από ΗΠΑ και ΝΑΤΟ.

Η Ελλάδα μπροστά στον Τραμπ

Ένας δεύτερος λόγος της ελληνικής σμίκρυνσης, που σχετίζεται με τον πρώτο, είναι η τρέχουσα έλλειψη εγχώριας εξελιγμένης πολιτικής γραμμής για την ευρωπαϊκή άμυνα και το πολιτικό μέλλον της Ευρώπης. Όπου παρά τις δηλώσεις, τις διαβεβαιώσεις πως είμαστε “ταγμένοι” σε μια τέτοια εξέλιξη και συσπείρωση, η παρέμβαση μας γίνεται προς το παρόν σε δύο άξονες: Να υπάρξει ευρωπαϊκή χρηματοδότηση αμυντικών προγραμμάτων (π.χ. η πρόταση Μητσοτάκη-Τουσκ για κοινή αεράμυνα), και να διαχωριστούν οι αμυντικές δαπάνες από την ρήτρα χρέους και ελλειμμάτων του Συμφώνου Σταθερότητας.

Να όμως που και τα δύο πλέον φαίνονται να ικανοποιούνται από την πρόταση της φον ντερ Λάιεν για το πρόγραμμα ReArm Europe, δηλαδή του ευρωπαϊκού επανεξοπλισμού, κάτι που στην Ελλάδα ήδη ερμηνεύεται/πλασσάρεται πως “ικανοποιήθηκαν τα ελληνικά αιτήματα στα οποία πρωταγωνιστήσαμε”. Άρα το ερώτημα μπαίνει, ποια θα είναι τώρα η επόμενη ελληνική συμμετοχή στην πολιτική διεργασία για την ευρωάμυνα και στην διαμόρφωση νέου περιβάλλοντος ασφαλείας;

Είναι χαρακτηριστικό πως στα εξωφρενικά που διατυπώνονται από την άλλη πλευρά, από το τραμπικό στρατόπεδο, η Ελλάδα δεν έχει απαντήσει. Όπου δεν σχολιάζουμε κάτι που μπορεί να προκαλέσει τον “θυελλώδη θυμό” του πορτοκαλόχρωμου αγκιτάτορα, έτοιμου να καταβαραθρώσει κάθε δομή ατλαντικής ασφαλείας, παράγοντας σημαντικά νέα ζητήματα και για την Ελλάδα, τόσο πολιτικής ανασφάλειας όσο και εξωφρενικού οικονομικού κόστους προσαρμογής σε νέες συμμαχικές συσπειρώσεις.

Ακόμη, η προ ημερών συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών, Γ. Γεραπετρίτη με τον ομόλογο του Μάρκο Ρούμπιο, που έχει κάποια αξία, δεν μπορεί να καλύψει την πραγματικότητα. Ότι ο φιλικών αισθημάτων προς την Ελλάδα Ρούμπιο είναι σε τρίτο ρόλο εντός ΗΠΑ και προσπαθεί να “μαζέψει” τις τραμπικές μεγαλοστομίες. Ενώ η εξωτερική πολιτική της χώρας του αποφασίζεται με μικρή δική του συμμετοχή και των μηχανισμών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που έχουν υποβαθμιστεί (στην καλύτερη περίπτωση).

Η τακτική του “βλέποντας και κάνοντας”

Άρα μια επίκαιρη ελληνική διπλωματική και γεωπολιτική δράση και ανάλυση ακόμη δεν έχει διαφανεί. Ενώ, σε αμηχανία μάλλον από το ραγδαίο των εξελίξεων, επιστρέφουμε στην γνωστή μας πρακτική, της “παρακολούθησης των εξελίξεων”, όπου επιχειρούμε εκ νέου να ισορροπήσουμε στις δύο βάρκες: της αμερικανικής ευμένοιας -παραμένει κρίσιμη, ας μην βαυκαλιζόμαστε – αλλά πλέον και στην ταχέως απομακρυνόμενη της ευρωπαϊκής μετεξέλιξης, στην οποία όμως πρέπει να έχουμε θέση, πολιτικά, οικονομικά και γεωγραφικά.

Έτσι η ελληνική πολιτική “διεθνούς χώρου”, πάντα προς το παρόν, αν και το επιθυμεί δεν μετέχει στις νέες οριοθετήσεις, ίσως δεν μπορεί λόγω μικρού μεγέθους, κοινωνικής άρνησης και πολιτικής φοβικότητας να διατυπώσει καν άποψη ορίων και μεγεθών. Και δεν μπορεί να συνεισφέρει ούτε πρακτικά (σε δυνάμεις), ούτε μοχλευτικά (απαιτώντας δια της φερέγγυας συμπόρευσης).

Το αντιπαράδειγμα; Η μικρότερη από εμάς φιλορωσική Ουγγαρία, με τις μικρές ένοπλες δυνάμεις να έχει πολλαπλάσια πολιτική παρέμβαση, γιατί ακριβώς κινητοποιεί τολμηρά τους ευρωμηχανισμούς υπέρ της Μόσχας. Ενώ και και οι ελάχιστες στρατιωτικά -συγκριτικά με εμάς- Δανία και Ολλανδία, είναι τώρα ομοτράπεζες της Γαλλίας και της Γερμανίας, γιατί και ανήκαν πάντα στο πυρήνα της ηπείρου μας, αλλά και έχουν ταχθεί ολόθερμα υπέρ μιας ευρωπαϊκής πολιτικοστρατιωτικής σύγκλισης και είναι από τις κορυφαίες παρόχους βοήθειας στην Ουκρανία.

Έτσι η Ελλάδα που παραμένει αμυντικά εσωστρεφής, που δεν εμπιστεύθηκε ποτέ τις πολυεθνικές συμμαχίες, στις οποίες μετέχει μεν αλλά με πρόθεση “αποφυγής κινδύνου”, που δηλώνει αμυνόμενη άρα ανήμπορη να συνεισφέρει σε ένα κοινό κορβανά άμυνας, που ζητά κονδύλια αλλά δεν παρέχει εγγυήσεις ελέγχου έστω της περιφέρειας της, που εξοπλίζεται μεν, αλλά με ένα τρόπο που δεν εξασφαλίζει την γεωγραφική αναγκαιότητα “λίγο πέρα από τα 6 μίλια”, που φραστικά στηρίζει αλλά δεν δεσμεύεται, μάλλον αναμενόμενα μένει στον προθάλαμο των εξελίξεων, σε ρόλο είτε παρατηρητή ή ίσως και χειρότερα, παρασυρόμενου από αυτές.

Όταν το “τρένο” των εξελίξεων μας ξεπερνά

Θα μπορούσε να υπάρξει μια άλλη εξέλιξη; Μια άλλη πολιτική; Ισως ναι. Αν αποτολμούσε η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη, της οποίας “έλαχε το λαχείο της παγκόσμιας αναταραχής”, να εξηγούσε στην κοινωνία και το διακύβευμα και την αναγκαιότητα συμμετοχής, με όλα τα ρίσκα. Αναζητώντας κάποια πολιτική συναίνεση και παρουσιάζοντας το αδιέξοδο, που τώρα ωραιοποιούμε ως “ψύχραιμη στάση”. Δεν το επεδίωξε όμως. Και καν εδώ -ας μας επιτραπεί η υπερέκταση κριτικής- δεν κατάφερε να διαχειριστεί μια εθνική τραγωδία σύγκρουσης τρένων, μεταθέτοντας επίμονα το ζήτημα σε αόριστες διαχρονικές ευθύνες, άρα καμμία ειδικά δική της. Ενώ φρόντισε να ασκηθεί σε μικροπολιτική τακτοποίηση, διάσωσης κομματικών της βαρώνων και παράλληλα εξαφάνισης της “εικόνας των νεκρών”. Και μετά, χρόνια αργότερα, όταν η κοινωνική οργή έχει ξεχειλίσει, προβάλλει μια διάθεση επιλεκτικής ανθρωποθυσίας παρακοιμώμενων, που κι αυτοί στο τέλος θα επιπλεύσουν, έστω με κάποια ταλαιπωρία.

Παρόλα αυτά η Ελλάδα της “Ατζέντας 2030” εξοπλίζεται και με υπερένταση, αλλά πάλι με τις πάγιες επιλογές μας. Λίγο από εδώ, λίγο από εκεί, με σαλαμοποιήσεις και διαμοιρασμούς συμβολαίων χωρίς σημαντική εθνική παραγωγή, με “διασώσεις” ξένων εταίρων, με αδυναμία στήριξης κρίσιμων γεωπολιτικά υποδομών (Αλεξανδρούπολης, ηλεκτρικής σύνδεσης με Κύπρο-Ισραήλ, λιμένων με ικανότητα διαχείρισης μεγάλης διεθνούς κίνησης κ.α.), που περιμένουμε “άλλοι” να τις σπρώξουν, και όχι εμείς. Κάπως έτσι ο “3ος μεγαλύτερος στρατός του ΝΑΤΟ” αντικατοπτρίζεται ως ο μικρότερος, καθώς δεν μπορεί ως γεωπολιτικό επιχείρημα να διαβεί τα… σύνορα.  https://flight.com.gr/

Τρίτη 2 Ιουλίου 2024

Απόρρητα έγγραφα για F-35: Σκανδαλωδώς πανάκριβη και άχρηστη αγορά, επειδή το θέλουν οι ΗΠΑ

 


Απόρρητα έγγραφα των υπουργείων Εξωτερικών και Αμυνας αποκαλύπτουν ότι, ήδη από το 2017, επιτακτική ντιρεκτίβα των Αμερικανών προς τους Ευρωπαίους ήταν να αγοράσουν το μαχητικό αεροσκάφος F-35. Κι’ αυτό, παρ’ ότι στις ΗΠΑ το αεροσκάφος δεχόταν -και δέχεται- σφοδρές επικρίσεις για τα προβλήματά του. Τώρα, η ελληνική κυβέρνηση θέλει να προωθήσει την αγορά του.

Διαστάσεις σκανδάλου, τείνει να λάβει η πανάκριβη και -σε μεγάλο βαθμό, στην παρούσα, εξαιτίας των πολλών τεχνικών και επιχειρησιακών προβλημάτων που αντιμετωπίζει το αεροσκάφος- άχρηστη για τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις αγορά των αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς, F-35.

Την προμήθεια, σε πρώτη φάση, 20 αεροσκαφών, F-35, ενέκρινε την προηγούμενη εβδομάδα η Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων της Βουλής, κάνοντας δεκτή την εισήγηση του υπουργού Άμυνας, Νίκου Δένδια. Θετική γνώμη εξέφρασαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, ενώ αρνητική διατύπωσαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση και η Νίκη.

Οι εξοπλιστικές «λυπητερές» για τους φορολογούμενους

Το κόστος απόκτησης αυτών των αεροσκαφών, σύμφωνα με πληροφορίες που κατά καιρούς έχουν δοθεί στη δημοσιότητα, ανέρχεται σε τουλάχιστον 3,5 – 4 δισεκατομμύρια. Χωρίς οπλικά συστήματα, και χωρίς να υπολογίζονται οι νέες εγκαταστάσεις στάθμευσής τους και υποστήριξής τους. Δίχως επίσης να υπολογίζεται το κόστος συντήρησής τους, το οποίο, ως όλα δείχνουν θα γίνεται στο εξωτερικό, πιθανώς στην Ιταλία στις εκεί εγκαταστάσεις της αμερικανικής κατασκευάστριας, Lockheed Martin, αφού δεν θα επιτρέπεται ούτε βίδα να βάλουν πάνω σε αυτής της νέας τεχνολογίας αεροσκάφος οι Ελληνες τεχνικοί.

Εκτιμάται ότι το τελικό κόστος του ενδεχομένως να ξεπεράσει τα 8 δισ. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν και τα φαραωνικά κυβερνητικά σχέδια για συνολική αντικατάσταση της αεράμυνας της χώρας, τα οποία ενδέχεται να ξεπεράσουν τα δέκα δισ. Μόνον δύο νέα εξοπλιστικά προγράμματα, δηλαδή, πλησιάζουν τα 20 δισ. Εάν σε αυτά προστεθούν και τα υπάρχοντα που κλείστηκαν τα τελευταία χρόνια (μικρά και μεγάλα), η «λυπητερή» για την εξαιρετικά προβληματική οικονομία της Ελλάδας δεν αποκλείεται να πλησιάσει τα 40 δισ. Πάντως, εσχάτως οι αρχικές, μεγαλεπήβολες διακηρύξεις περί νέου, πολλαπλού «αντιαεροπορικού θόλου», έδωσαν τη θέση τους στην αγορά μόνο «αντι-drone θόλου», το πιθανότερο από το Ισραήλ. Πάλι καλά που κάπως μαζεύτηκαν. Τα δισεκατομμύρια δεν είναι στραγάλια. Ειδικά για μια πτωχευμένη χώρα.

Αεροπορικά παραμύθια υπεροπλίας στο Αιγαίο

Παρουσιάζοντας στους βουλευτές αυτή την αγορά, ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Ν. Δένδιας την διαφήμισε ως ολοκληρωτική ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων στο Αιγαίο. Επανειλημμένως η κυβέρνηση, προκειμένου να εντυπωσιάσει την κοινή γνώμη, επαναλαμβάνει αυτό το αφήγημα. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι εντελώς διαφορετική.

Στην Ειδική Διαρκή Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής (27 Ιουνίου 2024), ο υπουργός Αμυνας έκανε λόγο για «απόκτηση F-35, των πιο εξελιγμένων αεροσκαφών που πετάνε αυτή τη στιγμή. Ένα σημαντικό όπλο που θα δώσει μια μεγάλη δυνατότητα στην ελληνική Πολεμική Αεροπορία. Θα διασφαλίσει την δυνατότητά της αποτροπής οποιασδήποτε απειλής κατά της χώρας μας από οπουδήποτε και αν προέρχεται». Ποια, άραγε, είναι η «οποιαδήποτε απειλή» από «οπουδήποτε», την οποία δεν κατονόμασε ο Ν. Δένδιας;

Στην Ειδική Διαρκή Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων και Συμβάσεων της Βουλής για τα F-35

Σε πρόσφατη συνέντευξή του, επίσης, είχε πει ότι «έχουμε κερδίσει έναντι της συνολικής στήριξης (σ.σ. που παρέχει η Ελλάδα στις ΗΠΑ) μια αντίστοιχη συμπεριφορά των Ηνωμένων Πολιτειών». Ετσι, «η Ελλάδα παίρνει F-35, η Τουρκία δεν μπορεί να πάρει F-35. (…) Πράγματι, πρόκειται για ένα πρόγραμμα με υψηλό κόστος, όπως άλλωστε είναι και τα Rafale, αλλά με τεράστια επιχειρησιακή αξία, καθώς είναι μια πλατφόρμα εξαιρετικών δυνατοτήτων και όχι απλώς ένα μαχητικό αεροσκάφος».

Ναυτικά παραμύθια στο Αιγαίο

Παρ’ ότι στις ΗΠΑ, τόσο στο Κογκρέσο και ειδικά στην Επιτροπή Αμυνας, όσο και στα Μέσα Ενημέρωσης, αλλά ακόμα και στον Λευκό Οίκο, υπήρξε και υπάρχει προβληματισμός ως προς το πρόγραμμα, για τον Ν. Δένδια και την κυβέρνηση όλα είναι … ρόδινα. Οπως το ίδιο και για το πρόγραμμα της φρεγάτας του «μέλλοντος» των ΗΠΑ, Constellation, στο οποίο θέλει να βάλει την Ελλάδα η ελληνική κυβέρνηση.

Ο Ν. Δένδιας, στη Βουλή, μίλησε για «την έναρξη διερεύνησης συμμετοχής στο πρόγραμμα ναυπήγησης, στην Ελλάδα, με προδιαγραφές ειδικές, της φρεγάτας Constellation, της νέας γενιάς φρεγάτας του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού. Μιας φρεγάτας που εφόσον αποφασίσουμε την ναυπήγηση της, μετά από αυτό το αρχικό στάδιο θα αποτελέσει ένα πολύ σημαντικό όπλο για το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό».

Να σημειωθεί ότι μόλις πρόσφατα στις ΗΠΑ εγέρθηκαν εντονότατες ενστάσεις ως προς το πρόγραμμα Constellation, όπως επισήμανε το neostrategy.gr σε αναλυτικό δημοσίευμά του. Παρά ταύτα, η κυβέρνηση πουλάει χάντρες προς ιθαγενείς!

Αμερικανική ντιρεκτίβα για τη Ρωσία

Σήμερα, το neostrategy.gr αποκαλύπτει εκθέσεις των υπουργείων Εξωτερικών και Αμυνας, από τις οποίες προκύπτει σαφώς ότι οι ΗΠΑ, ήδη από το 2017, υποχρέωναν τους Ευρωπαίους να αγοράσουν F-35. Κάτι που έχει να κάνει αφενός με τα σχέδια ανάπτυξης του αεροσκάφους απέναντι από τη Ρωσία, αφετέρου με αυτή καθεαυτή την χρηματοδότηση του προγράμματος, η οποία έχει ξεφύγει πέραν κάθε ορίου.

Παρ’ ότι, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση παρουσιάζει ως επίτευγμα το ότι θα μπορέσει η -πτωχευμένη- χώρα μας να αγοράσει F-35, και άρα θα αποκτήσει υπεροπλία έναντι της Τουρκίας, η πραγματικότητα είναι ότι, αντίθετα, οι ΗΠΑ επέβαλαν στις χώρες του ΝΑΤΟ να αγοράσουν αυτό το αεροσκάφος, κυρίως ως αιχμή του δόρατος απέναντι στη Ρωσία. Είναι μάλιστα αμφίβολο κατά πόσον θα δοθεί στην Ελλάδα η δυνατότητα να έχει τον «εθνικό έλεγχο» των αεροσκαφών που ενδεχομένως θα αρχίσει να παραλαμβάνει από το τέλος της δεκαετίας και μετά.

Ως γνωστόν, η Τουρκία «πετάχτηκε» εκτός του προγράμματος F-35 (ήταν συμπαραγωγός, και όχι απλά αγοραστής), με πρόσχημα τα πάρε – δώσε, εξοπλιστικά, οικονομικά και πολιτικά, του Ερντογάν με τον Πούτιν, καθώς και τις πολιτικές και διπλωματικές ρήξεις της Αγκυρας με την Ουάσιγκτον τα τελευταία χρόνια. Τώρα, η προσφορά F-35 προς την Ελλάδα, λειτουργεί ως ένας ακόμη μοχλός πίεσης της Ουάσιγκτον προς την Αγκυρα.

Για πυρηνικό πλήγμα

Σύμφωνα, λοιπόν, με τις απόρρητες εκθέσεις Ελλήνων κρατικών αξιωματούχων, στην Εαρινή Σύνοδο των υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ, στις 29 Ιουνίου 2017, ο τότε υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ (επί Τράμπ), Τζέιμς Μάτις, αφού χαρακτήρισε τη Ρωσία ως «κύρια άμεση και έμμεση απειλή», εστίασε στα εξής:

-«Μνημόνευσε εν τάχει τις εν εξελίξει αξιολογήσεις (reviews) πυρηνικής και βαλλιστικής πολιτικής των ΗΠΑ που θα ολοκληρωθούν εντός του έτους (2017), προϊδεάζοντας ότι η Nuclear Policy Review (NPR) θα επιβεβαιώσει την ανάγκη διατήρησης της αμερικανικής “πυρηνικής τριάδας” (nuclear triad), χερσαίων, θαλασσίων και εναέριων πυρηνικών δυνατοτήτων».

-»Οσον αφορά τα αεροσκάφη διττών δυνατοτήτων (Dual Capability Aircraft – DCA) υποστήριξε την ανάγκη εξασφάλισης της αξιοπιστίας και της ευελιξίας προς όφελος της αποτελεσματικής αποτροπής, ενώ όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό τους υπενθύμισε την προώθηση των F-35, τα οποία προβλέπεται να πιστοποιηθούν ως DCA το 2025 και να αποτελέσουν το κύριο μέσον του ΝΑΤΟ για χρήση των υπό εκσυγχρονισμό πυρηνικών κεφαλών Β-61».

-»Υπογράμμισε την ανάγκη επαρκούς προετοιμασίας για κάθε ενδεχόμενο, που σε συνάρτηση με την ενότητα και τη συνοχή των Συμμάχων, στέλνει σαφές και αξιόπιστο προτρεπτικό μήνυμα προς τον αντίπαλο ότι υφίσταται ενδεχόμενο χρήσης πυρηνικών δυνατοτήτων, και στο πλαίσιο αυτό χρειάζεται διασύνδεση συμβατικών με πυρηνικές δυνατότητες και ασκήσεις».

-»Συνέδεσε τη μεταφορά των αεροσκαφών DCA εγγύτερα του πεδίου της μάχης με αποτελεσματικότερη αποτροπή πυρηνικής κλιμάκωσης, υπό το πρίσμα ότι ελαχιστοποιεί τα περιθώρια της παρερμηνείας των προθέσεων εν είδει εξαναγκασμού αποκλιμάκωσης».

Τότε, από τη μεριά του, «σε εισαγωγική παρέμβασή του ο γενικός γραμματέας, Γενς Στόλτεμπεργκ, τόνισε ότι για πρώτη φορά περιλαμβάνεται στη συνεδρίαση ανταλλαγή απόψεων σε υπουργικό επίπεδο επί τη βάσει του υποθετικού σεναρίου κρίσης του άρθρου 5 με πυρηνική πτυχή (Nuclear Planning Group – NPG)».

Τους αμερικανικούς σχεδιασμούς προώθησης του F-35 στους Ευρωπαίους τους γνώριζαν καλά οι ελληνικές κυβερνήσεις από εποχής ΣΥΡΙΖΑ μέχρι και επί Νέας Δημοκρατίας. Εξάλλου, σε εκείνη την κλειστή σύσκεψη του ΝΑΤΟ, παρών ήταν ο τότε υπουργός Αμυνας, και συνεταίρος του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Καμμένος. Φανταζόμαστε ότι κάτι θα πήρε το αυτί του!

Ο Π. Καμμένος στην «οικογενειακή φωτογραφία» της εαρινής Συνόδου των υπουργών Αμυνας του ΝΑΤΟ, το 2017

Σήμερα, άραγε, οι ΗΠΑ, πουλώντας F-35 στη χώρα μας, την εντάσσουν σε τέτοιους σχεδιασμούς σαν και αυτούς που εξέθετε ο Τ. Μάτις στους υπουργούς Αμυνας του ΝΑΤΟ; Πόσο θα βρίσκονται υπό τον έλεγχο της Ουάσιγκτον τα ελληνικά αεροσκάφη και πόσο υπό ελληνικό έλεγχο;

Επιμονή

Αποτέλεσμα των αμερικανικών ντιρεκτιβών είναι ότι σήμερα F-35 έχουν αποκτήσει ή αγοράζουν οι: Ολλανδία, Δανία, Βρετανία, Νορβηγία, Βέλγιο, Πολωνία, Φινλανδία, Γερμανία, Τσεχία, Ιταλία. Επίσης, όπως επισήμως αναφέρει στις ανακοινώσεις της η Lockheed Martin, «τα F-35A της ΠΑ των ΗΠΑ αναπτύσσονται στην Πολωνία», ενώ «νορβηγικά F-35 αναχαίτισαν (5 Απριλίου) ρωσικά βομβαρδιστικά πάνω από το Μπάρεντς και τη Νορβηγική Θάλασσα».

Πάντως, εκτός των κεντρικών σχεδιασμών και ντιρεκτίβων της Ουάσιγκτον, η επιμονή να «ψωνίσει» η Ελλάδα F-35 είχε εκφραστεί πολλάκις δημόσια αρκετά χρόνια πριν, όταν ήταν ακόμη εν ζωή ο αντιπρόσωπος της Lockheed Martin στη Νοτιοανατολική ΕυρώπηΝτένης Πλέσσας. Και δεν είναι μόνο η ΝΔ που επιμένει. Όταν ήταν υπουργός Άμυνας ο Πάνος Καμμένος, επίσης προσπαθούσε να προωθήσει αυτή την αγορά.

Ο πρώην αντιπρόσωπος της Lockheed Martin στην Ελλάδα, Ντένης Πλέσσας

Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι τα στρατιωτικά Επιτελεία εκτιμούσαν ότι η εκδοχή αυτή πρέπει να εξεταστεί όταν έρθει η ώρα της. Την οποία εκτιμούσαν περί το 2025, και αφού προηγουμένως είχε γίνει ο -άκρως αναγκαίος και κρίσιμος για την επιχειρησιακή ικανότητα της ΠΑ- εκσυγχρονισμός των ελληνικών F-16 σε Viper. Πρόγραμμα, το οποίο ναι μεν «περπατάει» σήμερα, αλλά με προβληματικούς ρυθμούς

Νορβηγία: F-35 γεμάτα «κοριούς»

Το σκάνδαλο που ξέσπασε στη Νορβηγία, από τις πρώτες χώρες που απέκτησε F-35, το 2017, εύλογα γεννά προβληματισμούς ως προς το εάν η Ελλάδα θα μπορέσει να έχει τον πραγματικό έλεγχο επί των μαχητικών 5ης γενιάς που θέλει να αποκτήσει. Στην περίπτωση, για παράδειγμα, που ξεσπάσει κάποιου είδους αντιπαράθεση με την Τουρκία.

Τον Νοέμβριο του 2017, λοιπόν, όπως στα ψιλά γράφτηκε στον ξένο και ελληνικό Τύπο, έκπληκτοι έμειναν στη Νορβηγία από τα τρία F-35 που παρέλαβαν. Τα αεροσκάφη διαθέτουν εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας, αλλά έχουν ένα μειονέκτημα, καθώς στέλνουν ευαίσθητα δεδομένα στον κατασκευαστή τους, στις ΗΠΑ (!).

Η αγορά από τη Νορβηγία κλείστηκε με την καθοριστική συμβολή του τότε υφυπουργού Αμυνας, Εσπεν Μπάρθ Αϊντα, όπως αποκάλυψε το Wikileaks. Ο ίδιος μετέπειτα διετέλεσε ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για το Κυπριακό. Πρόσωπο που διόλου φημιζόταν για την αντικειμενική προσέγγισή του στην επίλυση του προβλήματος. Τουναντίον, έκλινε σαφώς υπέρ της Τουρκίας.

Αξιωματικοί της νορβηγικής Πολεμικής Αεροπορίας, λοιπόν, διαπίστωσαν ότι τα F-35 μεταδίδουν αυτομάτως τα ευαίσθητα δεδομένα τους στους διακομιστές της Lockheed Martin στο Fort Worth του Τέξας μετά από κάθε πτήση. Σύμφωνα με το νορβηγικό ABC Nyheter, ο ανώτερος σύμβουλος του υπουργείου Άμυνας, Lars Gjemble, αν και χαρακτήρισε το F-35 ως σημαντική αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της Νορβηγίας, τόνισε ότι τα δεδομένα που μεταδίδονται στο Fort Worth θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ασφάλεια του πιλότου (!). Παρομοίασε τα δεδομένα που στέλνονταν στην Lockheed με την «ενημέρωση των κατασκευαστών του iPhone από τη συσκευή σας».

«Τέλειο όπλο» στα λόγια

Το F-35, όπως η ίδια η αμερικανική Βουλή των Αντιπροσώπων έχει επισημάνει στην έκθεσή της, το 2022, αντιμετωπίζει τεχνικά προβλήματα, ενώ έχει απορροφήσει δυσανάλογα μεγαλύτερα ποσά σε σχέση με το αποτέλεσμά του ως οπλικό σύστημα. Η Επιτροπή Άμυνας, μάλιστα, έχει προειδοποιήσει με «ποινές» και «πρόστιμα» την κατασκευάστρια, Lockheed Martin, εάν δεν δώσει το «προϊόν» που έχει υποσχεθεί.

Κοντολογίς, το F-35 θεωρείται «τέλειο όπλο» περισσότερο σε επίπεδο διαφήμισης, παρά στην πραγματικότητα. Εκτιμάται, πάντως, ότι εξελισσόμενο μέσα από τη χρήση του, τα επόμενα χρόνια, ενδεχομένως θα μετατραπεί σε ένα ικανό οπλικό σύστημα. Ολα τα οπλικά συστήματα, εξάλλου, στην πράξη, μέσα από την επιχειρησιακή χρήση τους, εξελίσσονται, και είτε απορρίπτονται, είτε παραλαμβάνονται.

Ο πρώην αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Κ. Φλώρος, προ ετών, μπροστά από ένα F-35 στις εγκαταστάσεις της Lockheed Martin, στις ΗΠΑ

Ως εκ τούτου, είναι απορίας άξια η πρεμούρα της ηγεσίας του υπουργείου Άμυνας να αποκτήσει εδώ και τώρα αυτό το όπλο η Ελλάδα, και μάλιστα να διαγκωνίζονται οι αξιωματούχοι τους για το ποιος θα πρωτοφωτογραφηθεί με φόντο το αεροσκάφος και τα στελέχη της Lockheed Martin. Κάτι που ξεκίνησε ο πρώην αρχηγός ΓΕΕΘΑ, Κώστας Φλώρος, ο οποίος, προ ετών, ευρισκόμενος στις ΗΠΑ, έσπευσε να φωτογραφηθεί, μαζί με τον Ν. Πλέσσα και άλλα στελέχη της αμερικανικής εταιρείας, μπροστά από το F-35.

Η ταραγμένη ιστορία του F-35

Στην Ελλάδα, βέβαια, απειροελάχιστες είναι οι αναφορές πολιτικών και ΜΜΕ στα προβλήματα που αντιμετώπισαν και εξακολουθούν να έχουν τα F-35. Ως γνωστόν, αίφνης πέφτουν τέτοια αεροσκάφη και κανείς δεν εξηγεί τι συμβαίνει. Στις ΗΠΑ, αντίθετα, ουκ ολίγες είναι οι αποκαλύψεις και οι επικρίσεις για αυτόν το αεροσκάφος.

Τον Φεβρουάριο του 2023, η αμερικανική εφημερίδα «The Week», έκανε μια εκτεταμένη παρουσίαση του θέματος, με τον τίτλο «η ταραγμένη ιστορία του F-35 – Γιατί το πιο ακριβό όπλο στην ανθρώπινη ιστορία εξακολουθεί να μένει κολλημένο στο έδαφος;».

Το neostrategy.gr παρουσιάζει ορισμένες από τις σημαντικότερες επισημάνσεις του δημοσιεύματος. «Το F-35 αντιμετωπίζει ξανά προβλήματα. Το Bloomberg αναφέρει ότι η παραγωγή του έχει «αμαυρωθεί από υπερβολικά ελαττώματα και επανελέγχους του», με συνέπεια να μειωθεί η αεροπορική ετοιμότητα των ΗΠΑ, αν και η Lockheed Martin έχει ήδη κατασκευάσει και παραδώσει περισσότερα από 800 τέτοια αεροσκάφη.

Τα κράτη που συμμετέχουν στο πρόγραμμα του F-35 και οι χώρες που το έχουν προμηθευτεί

Πρόκειται για σειρά αποτυχιών που ταλαιπωρούν το μαχητικό από τότε που ξεκίνησε το πρόγραμμα, το 2006. Το πρόγραμμα “βρίσκεται υπό το βάρος άσημων μαντάτων”, ανέφεραν οι New York Times το 2019, εγείροντας ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα και το κόστος του. Η National Interest χαρακτήρισε το αεροσκάφος “το πιο ακριβό οπλικό σύστημα στην ανθρώπινη ιστορία”».

Συνολικά, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Lockheed Martin για το πρόγραμμα «F-35 Lightning II», μέχρι τον Ιούνιο του 2024, «είχαν παραδοθεί (σ.σ. στις Ενοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ και στο εξωτερικό) 990+ μαχητικά αεροσκάφη, έχουν ολοκληρωθεί 824.000 ώρες πτήσης, έχουν εκπαιδευτεί παγκοσμίως 2.390+ πιλότοι και 15.900+ τεχνικοί».

Και συνεχίζει το δημοσίευμα του «The Week»:

Πότε ξεκίνησαν τα προβλήματα του F-35;

Από την αρχή. Το 2013, το Vanity Fair ανέφερε ότι το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2001 με χρονοδιάγραμμα να βρίσκονται στον αέρα, μέχρι το 2010, ολόκληρες μοίρες αεροπλάνων. Τότε, το κόστος του προγράμματος ανερχόταν στα 233 δισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, μετά από τουλάχιστον μια δεκαετία, το πρόγραμμα «είχε το λιγότερο επτά χρόνια καθυστέρηση σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα, η ανάπτυξή του χαρακτηριζόταν από αυξημένο ρίσκο, γινόταν κακή διαχείριση, δεν υπήρχε επίβλεψη, τα ελαττώματα σχεδιασμού ήταν αμέτρητα και το κόστος του είχε εκτοξευθεί».

Χαρακτηριστικά, τρία χρόνια μετά την έναρξή του, το κόστος του έργου είχε διπλασιαστεί σε σχέση με τις αρχικές του εκτιμήσεις, ενώ το CNN ανέφερε ότι ο εκλιπών γερουσιαστής, Τζον Μακέιν, χαρακτήρισε το πρόγραμμα ως «σκάνδαλο και τραγωδία σε σχέση με το κόστος, το χρονοδιάγραμμα και την απόδοση».

Ποια είναι τα προβλήματα του F-35;

Από πού να αρχίσω; Εδώ είναι μια σύντομη λίστα. Το F-35 έχει «προβλήματα με την επίστρωση stealth, την υπερηχητική πτήση, την οθόνη που είναι τοποθετημένη στο κράνος του πιλότου, τους υπερβολικούς κραδασμούς από το πυροβόλο του, παρουσιάζει ακόμη και “ευαισθησία” σε χτυπήματα από κεραυνό», αναφέρει το Business Insider. Η ειρωνεία; Το επίσημο … ψευδώνυμο του F-35 είναι … “Lightning II” (σ.σ. «αστραπή» – F-35 Lightning II, είναι η ονομασία του).

Υπήρξαν ακόμη και προβλήματα στην κατασκευή του προσομοιωτή για την εκπαίδευση των πιλότων. Λόγω προβλημάτων με τμήμα του ουραίου του, το Πεντάγωνο περιόρισε τον χρόνο πτήσης του αεροσκάφους σε υπερηχητικές ταχύτητες.

Το πρόγραμμα αντιμετωπίζει, επίσης, έλλειψη ανταλλακτικών για τους κινητήρες του. Τον Φεβρουάριο του 2022, αναφέρει το The Drive, “36 αεροσκάφη από τον στόλο των περίπου 450 F-35 -ή περίπου το 8%- δεν μπορούσαν να πετάξουν επειδή ο κινητήρας τους δεν λειτουργούσε”. Τον Αύγουστο, το Πεντάγωνο διέκοψε προσωρινά τις παραδόσεις μαχητικών επειδή ανακάλυψε ότι ένα ανταλλακτικό κινεζικής κατασκευής χρησιμοποιήθηκε στην παραγωγή. Και τον Δεκέμβριο, οι παραδόσεις σταμάτησαν ξανά μετά τη συντριβή ενός F-35 στο Τέξας (ο πιλότος εκτινάχθηκε με ασφάλεια).

Πόσο κοστίζει;

Πολύ. Το F-35 “παραμένει το πιο ακριβό πρόγραμμα οπλικών συστημάτων του υπουργείου Αμυνας. Υπολογίζεται ότι κοστίζει πάνω από 1,7 τρισεκατομμύρια δολάρια για την αγορά, τη λειτουργία και τη συντήρηση”, ανέφερε το Κυβερνητικό Γραφείο Λογοδοσίας τον Απρίλιο. Το 2018, οι New York Times ανέφεραν ότι «η πτήση ενός F-35A κόστιζε περίπου 44.000 δολάρια την ώρα κατά μέσο όρο. Δηλαδή, περίπου το διπλάσιο του κόστους λειτουργίας του Boeing F/A-18E/F Super Hornet του Πολεμικού Ναυτικού».

Αλλά τα παραπάνω δεν αντικατοπτρίζουν όλο το κόστος. Σε μια έκθεσή του, τον Δεκέμβριο του 2022, το Λογιστήριο του αμερικανικού κράτους (U.S. Government Accountability Office – U.S. GAO) επεσήμαινε ότι η Πολεμική Αεροπορία και το Πολεμικό Ναυτικό έχουν αυξήσει τους προϋπολογισμούς τους, προκειμένου να εκσυγχρονίσουν παλαιότερα μαχητικά όπως τα F-16 και τα F-18, ούτως ώστε να μπορούν να έχουν τους πιλότους στον αέρα. Αλλά αυτό επηρεάζει την ετοιμότητα της ΠΑ και του ΠΝ: «Η τακτική ικανότητα αεροσκαφών του Πενταγώνου, και το μέγεθος της διαθέσιμης δύναμης του για να καλύψει τις επιχειρησιακές απαιτήσεις του, μπορούν να επηρεαστούν αρνητικά από παρατεταμένες περιόδους που τα αεροσκάφη μένουν σταθμευμένα, συντηρούνται ή και αποσύρονται», αναφερόταν σε εκθέσεις.

Τότε, γιατί δεν ακυρώνεται το πρόγραμμα;

Αυτό είναι δύσκολο να γίνει από στρατιωτικής, οικονομικής και πολιτικής άποψης. Πόσο μάλλον που η Ρωσία και η Κίνα ετοιμάζουν τα δικά τους stealth μαχητικά αεροσκάφη. Η ακύρωση του προγράμματος θα κόστιζε χιλιάδες θέσεις εργασίας στη Lockheed Martin. Θα ήταν, επίσης, δύσκολο να γίνει για πολιτικούς λόγους. Όταν, το 2016, ο τότε πρόεδρος, Ντόναλντ Τράμπ, θύμωσε για τις υπερβάσεις του κόστους των F-35, γερουσιαστές ασκούσαν πιέσεις στον Λευκό Οίκο να αφήσουν ανέγγιχτο το πρόγραμμα F-35.