ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βελισάριος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βελισάριος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

ΒΟΥΚΕΛΛΑΡΙΟΙ

Τι γνωρίζουμε για το Μυστηριώδες Τάγμα των Βουκελλαρίων, το οποίο υπήρξε ο κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος
της Βυζαντινής Ιπποσύνης, το προνομιούχο “Corpe d’ Elite” (= Επίλεκτο Σώμα) της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας,
ο πρόδρομος και το πρότυπο όλων των Δυτικών Ιπποτικών Ταγμάτων του Μεσαίωνα?

Η «Αυτοκρατορική, Επίλεκτος, Ομοτράπεζος, Σύμμικτος, Καβαλλαρική (=Ιπποτική) Τάξη των ΒΟΥΚΕΛΛΑΡΙΩΝ»
αποτελούσε το πλέον ηρωικό, επίλεκτο και αξιόμαχο Καβαλλαρικό σώμα της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, είχε αρχικώς
ιδρυθεί το 514 μ.Χ. από τον τότε 14ετή μαθητή και μετέπειτα πολυνίκη θρυλικό Στρατηγό του Αυτοκράτορος
Ιουστινιανού, Βελισάριο, ο οποίος ήτο Έλλην, εκ της Γερμανικείας της Θράκης, Ευγενής και Συγκλητικής καταγωγής.

Οι Βουκελλάριοι απετέλεσαν την προσωπική του σωματοφυλακή και ήσαν τιμητικώς ομοτράπεζοί του. Συνέτρωγαν δε τον
ίδιο άρτο, ο οποίος ονομαζόταν “Βουκέλλα”, από τον οποίο προέρχεται και η ονομασία τους.
Η Βουκέλλα ήταν ένα είδος «Κρικέλλας», δηλ. Μεγάλου Άρτου σχήματος κρίκου τον οποίον μοιράζονταν πολλοί ομοτράπεζοι.
Ποιοτικώς ήταν ανώτερος από εκείνον τον οποίον έτρωγε το υπόλοιπο στράτευμα και για την ακρίβεια ήταν το είδος
εκείνο το οποίο χρησιμοποιείτο ως «Βούκα» (από την οποία ετυμολογείται η λέξη Βουκέλλα, δηλ. μεγάλη «Βούκα»), που
σημαίνει μπουκιά εμβαπτισμένη στον άκρατο οίνο της Θείας Ευχαριστίας, η οποία τότε ονομαζόταν «Βουκάκρατον». Η
Βούκα ήταν επομένως ο Άρτος της Θείας Ευχαριστίας, ο οποίος συμβόλιζε το «Σώμα του Χριστού».
ΔΟΡΑΤΟΦΟΡΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΦΡΑΚΤΟΥ ΔΙΑΦΟΡΑΣ ΟΠΛΙΣΕΩΣ ΤΗΣ "ΙΕΡΑΣ, ΕΠΙΛΕΚΤΟΥ, ΟΜΟΤΡΑΠΕΖΟΥ, ΣΥΜΜΙΚΤΟΥ ΚΑΒΑΛΛΑΡΙΚΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΤΩΝ ΒΟΥΚΕΛΛΑΡΙΩΝ".ΦΕΡΟΥΝ ΤΟ ΠΟΛΕΜΙΚΟ "ΔΡΑΚΟΝΤΕΙΟ ΦΛΑΜΜΟΥΛΟ" ΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ. ΑΠΟ ΜΙΚΡΟΓΡΑΦΙΑ Η ΟΠΟΊΑ ΤΟΥΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΖΕΙ ΟΠΩΣ ΗΤΑΝ ΠΙΘΑΝΩΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΙΜΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟ.
Αξίζει να μνημονευθεί ότι η λέξη «Βουκελλάριος» ετυμολογείται από τη λέξη «Βουκάκρατον» (Θεία Ευχαριστία) που
ετυμολογείται από τις λέξεις «Βούκα», δηλ. μπουκιά (μικρό τεμάχιο Βουκέλλας), που συμβολίζει το Σώμα του Κυρίου
και «Άκρατος» δηλ. ανόθευτος οίνος, που συμβολίζει το Αίμα της Αιωνίου Ζωής του Αναστάντος Κυρίου, το μη
προσμεμιγμένο με το ύδωρ του θανάτου που έρευσε όταν ο Ιησούς παρέδωσε το Πνεύμα Του επάνω στο σταυρό, καθώς και
από την λέξη «Κελλάριος» που σημαίνει Φύλακας. «Βουκελλάριος» επομένως σημαίνει, σύμφωνα με λεξικό του 17ου αι.,
«Φύλακας του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας» ή «Φύλακας του (Αναστάντος ή Αθανάτου) Σώματος του Χριστού».
"ΚΑΤΑΦΡΑΚΤΟΣ ΔΟΡΑΤΟΦΟΡΟΣ" ΤΗΣ "ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΗΣ, ΕΠΙΛΕΚΤΟΥ, ΟΜΟΤΡΑΠΕΖΟΥ, ΣΥΜΜΙΚΤΟΥ, ΚΑΒΑΛΛΑΡΙΚΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΤΩΝ ΒΟΥΚΕΛΛΑΡΙΩΝ".
Οι Βουκελλάριοι μνημονεύονται επίσης και ως μυστικοσύμβουλοι, σωματοφύλακες και ομοτράπεζοι των Συγκλητικών με τους
οποίους μοιράζονταν την «Βουκέλλα», η οποία είχε μεγάλο κυκλικό σχήμα, πιθανώς γιατί την συνέτρωγαν, ως ομοτράπεζοι
των Συγκλητικών, από κοινού με τους τελευταίους, παρακαθήμενοι στην ίδια Στρογγυλή Τράπεζα.
Αναφέρονται επίσης και ως οι πρόδρομοι των Ιπποτών της Στρογγυλής Τραπέζης, καθώς και ως εκείνοι οι οποίοι
πρώτοι μετέδωσαν τα Ιπποτικά ιδεώδη στην Δύση όταν υπηρέτησαν ως μισθοφόροι τους Δυτικούς Ευγενείς και Φεουδάρχες
του Μεσαίωνα. Και ήταν αυτά ακριβώς τα Ιπποτικά ιδεώδη των Βουκελλαρίων τα οποία ενστερνίστηκε 5-6 αιώνες αργότερα
το σύνολο ίσως των δυτικών Ιπποτικών Ταγμάτων. Ενίοτε τα μεταγενέστερα δυτικά Ιπποτικά Τάγματα, εκτός από τα ιδεώδη
τους, υιοθέτησαν μεταξύ άλλων και την όπλιση, τα σύμβολα, καθώς και τη δομή των Βουκελλαρίων.
Ενδεικτικώς ο επισείων των Βουκελλαρίων ήταν αρχικώς λευκός, ενώ αργότερα έφερε ερυθρό σταυρό επί λευκού πεδίου,
έμβλημα που υιοθέτησε μετά από 6 αιώνες στην Γαλλία και το Τάγμα των Ιπποτών του Ναού, καθώς και το κατά 3 περίπου
αιώνες μεταγενέστερο Τάγμα της Περικνημίδος!…
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι «Ιατροί-Σκρίβονες-Δηποτάτοι» του Τάγματος των Βουκελλαρίων, δηλ. οι
Ιατροί-Σωματοφύλακες/Διασώστες-Τραυματιοφορείς, που μετέφεραν τους ασθενείς και τους τραυματίες των μαχών στα
«Οσπίτια», δηλ. στα κέντρα περιθάλψεως, νοσηλείας και υποδοχής του Τάγματος που ίδρυσε ο Άγ. Ιωάννης ο Ελεήμων,
μετεξελίχθηκαν και αυτονομήθηκαν στο πέρασμα 5,5 περίπου αιώνων, στην Παλαιστίνη, στο αυτοτελές Τάγμα των Οσπιταλίων
ή Οσπιταλιέρων Ιωαννιτών Ιπποτών της Ρόδου ή της Μάλτας!…
Οι Βουκελλάριοι, εκτός από «Φύλακες του (Αθανάτου) Σώματος του Χριστού», είχαν ως οι κατ’ εξοχήν “λαμπρυνθέντες επί
προσωποπαγή Ευ – γενεία” μεταξύ άλλων και τα προνομιούχα καθήκοντα των «Προστατών των Πριγκίπων», των «Ακολούθων»,
των «Ιπποκόμων», των «Οικονόμων» καθώς και των «Παραμυθούντων» δηλ. των «Συμβούλων» (εκ του «Παραμυθέομαι» =
συμβουλεύω, προτρέπω, ενθαρρύνω, παρηγορώ, καθησυχάζω, παρακινώ, παροτρύνω, ανακουφίζω, παραινώ, υποδεικνύω)
εκείνων που τους προσελάμβαναν στην υπηρεσία τους.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι Βουκελλάριοι διέφεραν ριζικώς από τους «Scurrae» ή “Πολιτικούς”, οι οποίοι, χωρίς να
διαθέτουν καταγωγή, επίσης γίνονταν δεκτοί στους κύκλους των Ευγενών, αλλά μόνον ως διασκεδαστές των τελευταίων.
Η σωματοφυλακή ή φρουρά, που αποτελείτο από Βουκελλαρίους και η οποία ήταν ουσιαστικώς ο ιδιωτικός στρατός
στρατηγών ή/και υψηλών αξιωματούχων (δηλ. Ευγενών ή/και Αριστοκρατών οι οποίοι ex officio «κατελέγοντο» και
«συνηριθμούντο» στην «Λογάδα» των Συγκλητικών), καταχρηστικώς δε και ορισμένων ευπόρων ιδιωτών, οι οποίοι την
συγκροτούσαν, μεριμνώντας για την οργάνωση και συντήρησή της, απεκαλείτο – ανεξαρτήτως αριθμητικής δυνάμεως -
«Οικία».
Ως «Οικείοι» ή «Οικειακοί» άνθρωποι οι Βουκελλάριοι ανήκαν στο περιβάλλον των Δυνατών, μεταξύ των οποίων ιδίως των
Συγκλητικών, με τους οποίους τους συνέδεε εκδούλευση και πίστη, μεγαλύτερη μεν από εκείνη του υπηρέτη («Οικέτου»),
του δούλου, του παροίκου ή του κρατικού υπαλλήλου, αλλά ανεξάρτητη των συνηθειών υποτελείας.
Για τους Δυνατούς (Τάξη στην οποία περιλαμβάνονται από κοινού οι Ευ-γενείς και οι οικονομικά ισχυροί), «Οικείος»
σήμαινε κάποιον απολύτως έμπιστο και σταθερό, ο οποίος αν και δεν ανήκε στις προαναφερθείσες κατηγορίες υποτελών,
εντούτοις γινόταν δεκτός, για την Αξία του, ως ομοτράπεζος, στο στενό περιβάλλον των Δυνατών (που ήταν ως επί το
πλείστον Συγκλητικοί), τους οποίους – ως Βουκελλάριος – οικειοθελώς, αυτοβούλως και με υπέρμετρη ανδρεία υποστήριζε
και προστάτευε, για ιδεολογικούς κυρίως λόγους, διακινδυνεύοντας πολλές φορές τη ζωή του, ενώ τους ακολουθούσε ακόμα
και στην εξορία.
Η «Αυτοκρατορική, Επίλεκτος, Ομοτράπεζος, Σύμμικτος Καβαλλαρική Τάξις των Βουκελλαρίων», ήταν Σύμμικτος επειδή
αποτελείτο από δύο κύριες εντός αυτής Ιεραρχικές Τάξεις, ήτοι την Καβαλλαρική (ανωτάτη προηγουμένη) και την Πεζική
των Υπασπιστών (επομένη), οι οποίες με τη σειρά τους υποδιαιρούνταν αντιστοίχως σε «Διαφορές Οπλίσεως» και σε «Είδη»,
διαφόρων ιεραρχικών βαθμών.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Ομοτράπεζος Τάξις των Βουκελλαρίων δεν υπήρξε ούτε είναι Πατριαρχική, αλλά
αποκλειστικώς Καβαλλαρική, ήταν δε η μόνη Καβαλλαρική Τάξις που η ίδρυσή της συμφώνως προς την Βυζαντινή
νομοθεσία, την ιστορική τεκμηρίωση και τις παραδόσεις, δεν εξαρτιόταν ούτε από τον Αυτοκράτορα, ούτε από τον
Πατριάρχη, αλλά απ’ ευθείας και μόνον από τους Οίκους.
Πηγές:http://pneymatiko.wordpress.com/2009/11/25/%CF%84%CE%B9-%CE%B3%CE%BD%CF%89%CF%81%CE%B9%CE%B6%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B5-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF-%CE%BC%CF%85%CF%83%CF%84%CE%B7%CF%81%CE%B9%CF%89%CE%B4%CE%B5%CF%83-%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%BC/

Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

ΔΡΑΚΟΝΤΕΙΟ ΦΛΑΜΜΟΥΛΟ..........


Δρακόντειο Φλάμμουλο-Dragon Standard

[ευχαριστώ θερμά τήν Εραλδική εταιρεία για την παραχώρηση τού αρθρου]

Το “Δρακόντειο Φλάμμουλο” ήταν το κατ’ εξοχήν είδος σημαίας των επιλέκτων μονάδων του Βυζαντινού Ιππικού εν γένει και της Τάξεως των “Βουκελλαρίων” ιδιαιτέρως, η οποία πιθανώς να ήταν και οι πρώτοι που το χρησιμοποίησαν.
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για τετράγωνη σημαία που κατέληγε σε πέντε μακρόστενες και συμμετρικά ανισομήκεις υφασμάτινες γλώσσες εκ των οποίων η μεσαία ήταν πιο μακρυά από τις υπόλοιπες, όλες δε μαζί σχημάτιζαν την οπτική εντύπωση πυραμίδος.
Πυραμειδοειδούς σχήματος ήταν και οι «λαμπρές» (= λευκές) “καλύπτρες” (= καπέλα) με ανακλεινόμενο γείσο, «μεταφρενίους ολκούς» και «λευκόλινον καταυχένιον» των “Λαμπροτάτων” (= Συγκλητικών).
Η πυραμίς συμφώνως προς τον “Τίμαιο” του Πλάτωνος είναι το σύμβολο του στοιχείου του “Πυρός” και από άποψη Χριστιανικής συμβολικής παραπέμπει στα Χαρίσματα ή Δωρεές του Αγίου Πνεύματος που απεικονίζονται στην Αγιογραφία με τη μορφή των πυρίνων γλωσσών της Πεντηκοστής.
Στους “Δορατοφόρους/Δορυφόρους” που αποτελούσαν την κορυφαία ιεραρχική ειδικότητα της ανωτάτης “Καταφράκτου Διαφοράς Οπλίσεως” της “Ιεράς, Επιλέκτου, Ομοτραπέζου, Συμμίκτου, Καβαλλαρικής Τάξεως των Βουκελλαρίων”, είχε παραχωρηθεί το προνόμιο να αναρτούν “Δρακόντεια Φλάμμουλα” στα “Μέναυλά” (μακρυά, σκληρά, ξύλινα δόρατα) τους .
Το χρώμα του ιδρυτικού “Φλαμμούλου” των “Βουκελλαρίων” ήταν “Λαμπρό”, δηλ. λευκό.
Πιθανολογείται ότι ο ιδρυτής των “Βουκελλαρίων” Ενδοξότατος και Μεγαλοπρεπέστατος Ιλλούστριος Άρχων Κυρ Φλάβιος, Μάγιστρος της Ανατολής και Στρατηγός, ο Βελισσάριος επέλεξε το “Λαμπρό” ως εραλδικό χρώμα του “Φλαμμούλου” της νεοσυστάτου Τάξεως των “Βουκελλαρίων”, για να υποδηλώσει την “Λαμπροτάτη” (= Συγκλητική) προέλευσή της.
Στην πορεία το εν λόγω “Φλάμμουλο” κοσμήθηκε από έναν Ελληνικό (= με ισομήκεις κεραίες/δοκούς) ερυθρό Σταυρό, ενώ οι πέντε υφασμάτινες γλώσσες του από “Λαμπρές” (= λευκές) έγιναν “Οξείες” (= ερυθρές).
Το ιδρυτικό “Λαμπρό” (= Λευκό) Φλάμμουλο παρέμεινε μεν σε ισχύ, αλλά μόνο για να απονέμεται ως ανωτάτη τιμητική διάκριση της Τάξεως των “Βουκελλαρίων”, μαζί με την “Αργυρά Κασσίδα” (= Ασημένιο Κράνος), η οποία αποτελούσε έμβλημα που συμβόλιζε την “γενναιότητα”, δηλ. την υψίστη εκείνη πνευματική  κατάσταση ορισμένου επιγόνου η οποία εκδηλώνεται με ανδρεία και ηρωική συμπεριφορά κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του και είναι αντάξια, ισάξια ή ακόμα και ανώτερη από εκείνη που σε παρόμοιες περιστάσεις επέδειξαν οι πρόγονοί του που κατήγοντο από κάποιο “Λαμπρότατο” (= Συγκλητικό) “Γένος”.
Ο ίδιος ο Κυρ Φλάβιος ο Βελισσάριος απένειμε την Ανωτάτη αυτή Τιμητική Διάκριση στον “Σαγματάριο” (= κατώτατο Ιπποκόμο) του “Τούλδου” (= των Μεταγωγικών και Διοικητικής Μέριμνας) του Ανδρέα, μετά την μάχη της Δάρρας, για το ηρωικό του κατόρθωμα να υπερασπίσει, με απαράμιλλο ηρωισμό και αυταπάρνηση, την Τιμή των Ρωμαίων (= Ελλήνων Χριστιανών της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας) εν γένει και της Τάξεως των “Βουκελλαρίων” ιδιαιτέρως (για περισσότερες πληροφορίες βλ. παλαιότερο μήνυμα στην παρούσα Διαδικτυακή Λέσχη), ανοίγοντας έτσι τις πόρτες της “Καβαλλαρικής Τάξεως” και σε μη “Λαμπρυνομένους επ’ Ευγενεία” “Υπασπιστές” τους οι οποίοι διακρίθηκαν επ’ ανδραγαθία σαν να ήταν και οι ίδιοι “Λαμπρότατοι”.
Καθιερώθηκαν έτσι – και μεταξύ άλλων – τα προνόμια του “Ομοτραπέζου” (= το να παρακάθηνται κατόπιν προσκλήσεως σαν να ήταν και οι ίδιοι Ευγενείς σε “Κλητώριο”, δηλ. σε επίσημο τελετουργικό δείπνο “Λαμπροτάτων”, δηλ. Συγκλητικών), καθώς και της εξ αυτού απορρεούσης “Οικειότητος” (= στενής σχέσεως με “Λαμπρότατο”, δηλ. Συγκλητικό Οίκο).





Όταν οι “Κατάφρακτοι Δορατοφόροι” των “Βουκελλαρίων” κάλπαζαν και στα “Μέναυλά” τους ανέμιζαν τα “Φλάμμουλά” τους, οι υφασμάτινες ερυθρές γλώσσες τους έδιναν την οπτική και ηχητική εντύπωση φλογών.
Η φλόγα στα λατινικά λέγεται “flamma” και ετυμολογείται από τη λέξη “flagma” εκ της ρίζης “flag”, η οποία αποτελεί λατινική απόδοση της Ελληνικής ρίζης “φλέγ” (εκ της οποίας και το ρ. “φλέγω”, το ουσ. “φλοξ” κλπ).
Η λέξη “flamma” σημαίνει: α) φλόγα, β) φλογερό βλέμμα, γ) φλόγα του Έρωτος και δ) Έρως.
Από την λέξη “flamma” ετυμολογείται επίσης και το ρ. “flammo” που σημαίνει: α) φλέγομαι, β) απαστράπτω (= είμαι “Λαμπρότατος”), γ) καταφλέγω, δ) καίω, ε) θερμαίνω, στ) παροξύνω κλπ.
Από άποψη Χριστιανικού συμβολισμού το ρ. “flammο”, παραπέμπει – μεταξύ άλλων – στην Ουράνια Τάξη των “Σεραφείμ”.
Συμφώνως προς τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη η λέξη Σεραφείμ  σημαίνει: α) Αυτούς που καίουν και β) Όσους θερμαίνουν.
Συγκεκριμένα στο Έργο του «Περί Ουρανίας Ιεραρχίας», αναφέρει μεταξύ άλλων ότι το όνομα Σεραφείμ « υποδεικνύει εξηγητικά την αεικινησία τους σχετικά με τα θεϊκά που δε σταματά και τη θερμότητα και την οξύτητα και την υπερβολική φλόγα της πλησιεστάτης και ανυποχώρητης και αταλάντευτης αεικινησιάς αλλά και την ανυψωτική και έντονη δύναμη να αφομοιώνουν τα κατώτερα, καθώς τα ξαναθερμαίνουν και τα ξαναφλογίζουν προς την ίδια με τη δική τους θερμότητα και τη φλογερή και ολοκαυτωτική ικανότητα της καθάρσεωςκαι την απερικάλυπτη και άσβεστη και ίδια πάντοτε με τον εαυτό της φωτεινή και φωτιστική ιδιότητα που απομακρύνει και αφανίζει κάθε άφεγγο σκότος».
Επίσης το ρ. “flammo” παραπέμπει στην «Ιερατική Μυστική Ευχή» της Ορθοδόξου Χριστιανικής Τάξεως των «Πιστών» από τη Θεία Λειτουργία του Λαμπροτάτου Κυρού Ιωάννου, Αγίου, Αρχιεπισκόπου Κων/λεως και Δικηγόρου, Σεκούνδου, του Χρυσοστόμου:
«Χριστέ κατάφλεξον Πυρί αΰλωι τας αμαρτίας μου» (= Χριστέ κάψε τελείως με άυλη Φωτιά τις αμαρτίες μου).
Η λέξη “flamma” είναι επίσης ομόριζη με την λατ. λέξη “Flamen” που σημαίνει “ο καίων θύματα”, υποδηλώνουσα τον Ιερέα ορισμένης θεότητος.
Συμφώνως προς την ορθόδοξη δογματική μετέχει της Ιερωσύνης του Χριστού εκείνος ο βαπτισθείς και χρισθείς «Πιστός» ο οποίος προσφέρει αναίμακτες θυσίες προς τον Ύψιστο επικαλούμενος (εδώ και τώρα, από στιγμή σε στιγμή) τον Χριστό προκειμένου να του κάψει τελείως με άυλη φωτιά τις αμαρτίες του.
Για την ακρίβεια μόνον αυτός δικαιούται του προνομίου να μεταλάβει του Συνεχούς μεταστοιχειωτικού και Σωτηρίου Θαύματος των Αχράντων Μυστηρίων.
Στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία υπήρχαν: α) 3 “Flamines Μajores” (= Μείζονες Ιερείς) οι οποίοι προήρχοντο από την Τάξη των “Πατρικίων” (δηλ. των “Λαμπροτάτων”/Συγκλητικών) και ήταν οι Ιερείς του Διός, του Άρεως και του Ρωμύλου και β) 12 “Flamines Minores” (Ελάσσονες Ιερείς) οι οποίοι προέρχονταν από την Τάξη των “Πληβείων”.
Από την λέξη “Flamen” που σημαίνει «Κατακαίων Ιερεύς» ετυμολογείται και το όνομα του ιδρυτή της Τάξεως των «Βουκελλαρίων» Κυρ Φλαβίου του Βελισαρίου.
Για την ακρίβεια «Φλάβιος» σημαίνει κυριολεκτικώς «Ιερεύς εκ της Φλαβίας Γενεάς».
Υποκοριστικό της λέξεως «flamma», που σημαίνει «φλόγα», είναι η λέξη «flammula», που για την ακρίβεια σημαίνει «φλογίτσα» και από την οποία ετυμολογείται απ’ ευθείας η λέξις «Φλάμμουλον».
Ας μην ξεχνούμε άλλωστε ότι ολόκληρη η Αυτοκρατορία της Ρωμανίας (δηλ. της εδαφικής επικράτειας των Ελλήνων Χριστιανών) ιδρύθηκε ως Χριστιανική για να αποτελέσει μικρογραφία, αντανάκλαση, επίγειο σκέλος και τύπο, δηλ. προτύπωση του Ουρανίου Βασιλείου, με το οποίο βρισκόταν θεουργικώς συνδεδεμένη, μέσωι της Συγκλητικής Εθιμοτυπίας της Βυζαντίου Αυλής, συμφώνως προς τον ερμητικό νόμο της συμπαθητικής αναλογίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ολόκληρη η ιδέα της συστάσεως της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, η οποία βρίσκεται συμπυκνωμένη στον συμβολισμό του «Φλαμμούλου» της Τάξεως των «Βουκελλαρίων», προσομοιάζει στο 2ο άρθρο του «Σμαραγδίνου Πίνακος» του Ερμού του Τρισμεγίστου το οποίο αναφέρει: «Το προς τα κάτω αναλογεί στο προς τα άνω και το προς τα άνω είναι ανάλογο με το προς τα κάτω, προς επιτέλεσιν των θαυμασίων του Ενός μόνου Πράγματος».
Προσομοιάζει επίσης και στο Χαλδαϊκό Λόγιο (Χρησμό) που είχε σχολιάσει ο Ενδοξότατος Ιλλούστριος Άρχων Κυρ Μιχαήλ, Σοφώτατος Πρωτοπρόεδρος απάσης της Συγκλήτου ο Ψελλός, στο έργο του «Εξήγησις εις τα αυτά Λόγια – Χαλδαϊκόν Λόγιον» «Το είδωλο (= το «προς τα κάτω») έχει και αυτό το μερίδιό του σε ένα τόπο ολοφώτιστο (= στο «προς τα άνω»), ή με άλλα λόγια το «προς τα κάτω» αποτελεί τύπο (= προτύπωση) του προς τα άνω».
Όταν δε το «προς τα κάτω» μιμείται, στο μέτρο που του αναλογεί, το «προς τα άνω», τότε συμφώνως προς τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη τείνει να αφομοιωθεί από αυτό.

Από το “Φλάμμουλο” ετυμολογείται επίσης και η αγγλική λέξη “flag”, που σημαίνει σημαία.
Η ίδια η σημαία αποτελεί μετεξέλιξη του “Φλαμμούλου”, επειδή το τελευταίο έφερε επάνω του το διακριτικό “Σήμα” (από το οποίο ετυμολογείται η λέξη σημαία) του “Οίκου” του “Δυνατού” (= Ευ-γενούς) στον οποίο είχε απονεμηθεί με αντίστοιχο προνόμιο και το οποίο δεν είναι άλλο από το γνωστό “Οικόσημο”.
Π.χ. η γνωστή σημαία με τον μαύρο εστεμμένο δικέφαλο επί κιτρίνου (απο εραλδική άποψη το κίτρινο συμβολίζει το χρυσό) πεδίου που κυματίζει σήμερα σε όλες τις Ελληνορθόδοξες Εκκλησίες, τον 13ο αι. υπήρξε η επίσημη σημαία της “Αυτοκρατορίας της Νικαίας”, παραφυάδος της “Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας”, η οποία συνεστήθη μετά από την κατάληψη της τελευταίας από τους Λατίνους.
Η σημαία αυτή στην πραγματικότητα δεν ήταν άλλη από το Οικόσημο του “Λαμπροτάτου” (= Συγκλητικού) Οίκου των Λασκαριδών.


Επανερχόμενοι στο θέμα του “Φλαμμούλου”, αξίζει να αναφέρουμε ότι οι «πύρινες γλώσσες» του είναι πέντε, αριθμός ο οποίος παραπέμπει, μεταξύ άλλων, στην «Χρυσή Τομή» της Ιεράς Αρχιτεκτονικής, στην πεντάδα των Πλατωνικών Αρετών, στα πέντε ριζώματα, στην εξήγηση του Θεοδοσιανού Κώδικος «εν τη πεντάδι ευρίσκεται πάσα Αρετή», αναφορικά με τον λόγο για τον οποίο απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον 50 Συγκλητικών για να επιτευχθεί απαρτία προκειμένου να συνεδριάσει ο «Κομβέντος» (= Γενική Συνέλευση) της «Γερουσίας Λογάδος του Λαμπροτάτου Τάγματος της Ενδοξοτάτης, Βασιλικής, Ιεράς Συγκλήτου Βουλής», τους 5 Άρτους που ευλόγησε ο Χριστός  (Ματθ. ιδ΄19-20), τα 5 πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης (Πεντάτευχος/Τορά) που συμβολίζουν την αποκάλυψη του Θεϊκού Νόμου, τις 5 πληγές του Εσταυρωμένου Θεανθρώπου, τα 50 πρώτα (Ελληνικής καταγωγής) «Γένη» της Ρωμαϊκής Συγκλήτου κλπ.
Οι 5 «πύρινες γλώσσες» του «Φλαμμούλου» αθροιζόμενες με τις 4 κεραίες του Σταυρού επ’ αυτού (ή τις 4 πλευρές του τετραγώνου υφάσματος, ή τα 4 τεταρτημόρια  που συμβολίζουν τα 4 σημεία του ορίζοντος καθώς και τα 4 Ευαγγέλια στα οποία ορκίζονταν οι Συγκλητικοί κλπ.), δίνουν το άθροισμα 9, που αντιστοιχεί στις 9 Ουράνιες Τάξεις στις οποίες αναφέρεται ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης.
Η οπτική και ηχητική εντύπωση του ανεμίζοντος «Φλαμμούλου» που κρεμόταν από το «μέναυλο» των «Καταφράκτων Δορατοφόρων» της «Καβαλλαρικής Τάξεως των Βουκελλαρίων» προσομοίαζε με έναν ερυθρό «Δράκοντα» (= φίδι).
Ο ίδιος ο Ιησούς στο κατά Ιωάν.  γ΄  14-15, ερμηνεύοντας το σύμβολο του όφεως που ύψωσε ο Μωυσής στην έρημο, λέγει ότι «έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιωνίως».
Επομένως το «Δρακόντειο Φλάμμουλο» είναι ένας «επί ξύλου κρεμάμενος Πύρινος Όφις», που αποτελεί προτύπωση και Αναστάσιμο και Σωτηριώδες σύμβολο Νίκης επί του θανάτου και άρα Βασιλικό έμβλημα, το οποίο υποδηλώνει τον «επί ξύλου κρεμάμενο» Ιησού.
Άλλωστε και η πολεμική ιαχή των «Βουκελλαρίων» δεν ήταν άλλη από την επίκληση της Νίκης του Σταυρού, ομού με την Αλαλά, την θυγατέρα του θεού του πολέμου: «Σταυρός Νικά, Αλαλά».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Άρχων (= αξιωματούχος) εκείνος της «Καβαλλαρικής Τάξεως των Βουκελλαρίων» ο οποίος το έφερε και με αυτό μετέδιδε οπτικά σήματα διαταγών στο πεδίο της μάχης ονομαζόταν «Δρακονάριος».
Από τους «Δρακοναρίους» των «Βουκελλαρίων» ετυμολογείται και τα κατά πολλούς αιώνες μεταγενέστερα επίλεκτα, ως επί το πλείστον δυτικά ιππικά, στρατιωτικά σώματα των «Δραγόνων», οι οποίοι μεταξύ άλλων έφεραν κράνη με μακρύ θύσανο, προσομοιάζοντα στο «τουφίο» (= λοφίο, κατόπιν παραχωρήσεως αντιστοίχου προνομίου, το οποίο ήταν υποδηλωτικό επιλέκτου Καβαλλαρικής Τάξεως της Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας) της «κασσίδας» (= κράνους) των «Βουκελλαρίων».
Άλλο ένα προνόμιο των «Βουκελλαρίων» ήταν να φέρουν «Φλαμμουλίσκια», δηλ. μινιατούρες «Φλαμμούλων» στους ώμους τους, από τα οποία έλκουν την καταγωγή τους οι σύγχρονες στρατιωτικές επωμίδες.
Το λαμπρό (= λευκό) «Φλαμμουλίσκιο» ήταν υποδηλωτικό παρασημοφορήσεως με την ανώτατη διάκριση της Τάξεως συμφώνως προς τα προαναφερθέντα.
Στο ψηφιδωτό του Ναού του Αγίου Βιταλίου της Ραβέννας το οποίο φιλοτεχνήθηκε το 548, απεικονίζεται εκ δεξιών του Αυτοκράτορος Ιουστινιανού ο Κυρ Φλάβιος ο Βελισάριος σε ηλικία 48 ετών με «πλατεία αλλάξιμη» (= Βυζαντινότροπη επίσημη στολή Συγκλητικού) ο οποίος φέρει επί του δεξιού ώμου του λαμπρό «Φλαμμουλίσκιο» με το έμβλημα της «Τάξεως του Μελχισεδέκ»
Το έμβλημα αυτό αποτελείται από ένα οκτάγωνο σύμπλεγμα ρόμβου επί κύβου, συμβόλου της 8ης ημέρας, δηλ. της Αναστάσεως, στο κέντρο του οποίου 5 αναστάσιμα σημεία συνθέτουν τον Χρησμό (= Χριστόγραμμα) Χ, υποδηλωτικό της Ιερής Δεκάδος (Τετρακτύος), του Σταυρού του Αγίου και Αποστόλου Ανδρέου, ιδρυτού του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς και των Ουρανίων Τάξεων, των οποίων ιδίως οι Αρχάγγελοι απεικονίζονται στις Αγιογραφίες φέροντες «Ακοές», δηλ. δύο ταινίες που ανεμίζουν δεξιά και αριστερά από το κεφάλι τους, σύμβολο του Προφητικού Χαρίσματος, δηλ. της ικανότητος ερμηνείας των Αγίων Γραφών, η οποία αποτελεί προϋπόθεση ορθής «Αγγελίας» δηλ. μεταδόσεως της (Αγιο)Πνευματικής τροφής του Σωτηρίου Αγγέλματος το οποίο σερβίρουν σε δίσκο που έχει χαραγμένο το «Χριστόγραμμα» Χ