Τα στρατηγικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ενδέχεται να μην εξυπηρετούνται πλέον με τον καλύτερο δυνατό τρόπο από τη συμμαχία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής – ειδικά υπό την ολοένα και πιο επικίνδυνη ατζέντα του προέδρου Τραμπ. Ίσως πλησιάζει η ώρα που η Γηραιά ‘Ηπειρος αξίζει να αναβαθμίσει την σχέση της με την Κίνα των «κόκκινων καπιταλιστών». Και μάλιστα με πυξίδα μια ισχυρή μελλοντική στρατηγική συμμαχία, υποβαθμίζοντας δεσμούς αιώνων με τις ΗΠΑ.
Την «αιρετική» αυτή άποψη διατυπώνουν σε άρθρο τους στον ιστότοπο του Al Jazeera ο Ισπανός Σαντιάγο Σαμπάλα, καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Pompeu Fabra της Βαρκελώνης και ο Ιταλός δημοσιογράφος Κλαούντιο Γκάλο, πρώην αρχισυντάκτης διεθνών ειδήσεων της εφημερίδας La Stampa.
Καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ βαδίζει με δυσκολία στη δεύτερη θητεία του στον Λευκό Οίκο, η Ευρώπη αντιμετωπίζει ένα ερώτημα που απέφευγε εδώ και καιρό, λένε οι δύο αναλυτές. Έχει νόημα να συνεχίσει να προσκολλάται στη συμμαχία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες; Ή μήπως είναι καιρός να χαράξει μια νέα πορεία – ίσως μια πορεία προς τα ανατολικά;

Υπενθυμίζουν ότι μόλις τον περασμένο Απρίλιο ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ προέτρεψε τον Ισπανό πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ να ενθαρρύνει την ΕΕ να «αντισταθεί από κοινού με την Λαϊκή Κίνα στον μονομερή καταναγκασμό που θέλει να επιβάλλει η Ουάσιγκτον».
Αυτός ο καταναγκασμός δεν περιορίζεται στο εμπόριο με πιο χαρακτηριστική περίπτωση την εμμονή του Τραμπ σε εξωφρενικά υψηλούς δασμούς στα προϊόντα που εισάγουν οι ΗΠΑ από το εξωτερικό. Επεκτείνεται στην πολιτική, την παγκόσμια στρατηγική ασφαλείας και τον πολιτισμό. Για την Ευρώπη, το ζήτημα δεν είναι απλώς αν οι ΗΠΑ παραμένουν ένας ισχυρός σύμμαχος, αλλά αν εξακολουθούν να είναι ο κατάλληλος.
Αλλεργία στη δημοκρατία
Προκύπτουν εύλογα ερωτήματα. Το καθεστώς του Πεκίνου είναι αλλεργικό στη δημοκρατία. Η Κίνα έχει μεν μακρά και σπουδαία Ιστορία, αλλά δεν έχει βιώσει περιόδους ανάλογες της Αναγέννησης ή, πολύ περισσότερο, του Διαφωτισμού. Δεν έχει παράδοση ανοχής στις μειονότητες, αλλά παράδοση δυναστών και δυναστευόμενων. Η δε ευρωπαϊκή στάση απέναντι στην Κίνα παραμένει επιφυλακτική, όπως αποδεικνύεται από τους πρόσφατους δασμούς που στοχεύουν σε εισαγωγές χαμηλού κόστους από δημοφιλέστατες κινεζικές πλατφόρμες όπως η Temu και η Shein.
Ο γεωστρατηγικός προσανατολισμός της Ευρώπης εξακολουθεί να είναι στραμμένος προς τις ΗΠΑ, ειδικά στον τομέα των χρηματοοικονομικών και της άμυνας. Όμως αυτός ο προσανατολισμός, ισχυρίζονται οι συγγραφείς του άρθρου, είναι ολοένα και πιο ασύμβατος με τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της ΕΕ.
Οι ΗΠΑ επιδιώκουν έναν δύσκολα επιτεύξιμο στόχο: να διατηρήσουν τη θέση τους ως η μοναδική υπερδύναμη στον κόσμο, όπως αυτή προέκυψε για ένα χρονικό διάστημα μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου το μακρινό 1989.
Αλλά υπό τον Τραμπ η ηγεμονία των ΗΠΑ έχει μια σκοτεινή πλευρά. Βασικές δημοκρατικές αρχές πλήττονται από τον ακροδεξιό βραχίονα εξουσίας του σημερινού Λευκού Οίκου. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι πανεπιστημιακές ελευθερίες και η κοινωνική δικαιοσύνη υφίστανται ισχυρές επιθέσεις.
Από την άνευ όρων υποστήριξη της γενοκτονικής πολιτικής του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας μέχρι το πράσινο φως στο Τελ Αβίβ για πόλεμο με το Ιράν, τις απελάσεις μεταναστών και την χρήση της εθνοφρουράς για κοινωνική καταστολή, οι ΗΠΑ του Τραμπ έχουν κάνει κουρελόχαρτο τις φιλελεύθερες αξίες του άλλοτε Νέου Κόσμου.
Οικονομικό και πολιτικό μοντέλο
Η Κίνα, φυσικά, έχει αναπτύξει τεράστιους μηχανισμούς ελέγχου των μαζών. Δεν διαθέτει ελευθερία του Τύπου, λογοκρίνει κάθε διαφωνία, ο Μεγάλος Αδελφός καθοδηγεί τον δημόσιο λόγο.
Αλλά είναι πλέον τόσο διαφορετική η σημερινή δημοκρατική Δύση; Σε ένα διαδικτυακό τοπίο που κυριαρχείται από μια χούφτα δισεκατομμυριούχων της τεχνολογίας, πλατφόρμες όπως το X και το Facebook ενισχύουν την παραπληροφόρηση και τις θεωρίες συνωμοσίας, ενώ περιθωριοποιούν τον σοβαρό δημόσιο διάλογο. Η μεταχείριση των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος όπως ο Τζούλιαν Ασάνζ, η Τσέλσι Μάνινγκ και ο Έντουαρντ Σνόουντεν δείχνει ότι η αλήθεια θεωρείται απειλή για την αμερικανική δημοκρατία, όχι θεμέλιό της.
Η Ευρώπη πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει το οικονομικό και πολιτικό μοντέλο που ακολουθεί μαζί με τις ΗΠΑ. Η δημοκρατία, κάποτε πηγή υπερηφάνειας, λειτουργεί ολοένα και περισσότερο ως ιδεολογική κάλυψη για την ολιγαρχία, την διακυβέρνηση από και για τους λίγους. Ο Τραμπ ενσαρκώνει αυτή τη μετατόπιση, αντιμετωπίζοντας τους κανόνες της δημοκρατίας ως εμπόδια στην ατελείωτη συσσώρευση πλούτου. Δεν είναι ο μόνος. Σε όλη τη Δύση, ο πλούτος συγκεντρώνεται ολοένα και περισσότερο στα χέρια λίγων ανθρώπων και εταιρειών, ενώ η πολιτική δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες των λαών, αφήνοντας ανοικτό πεδίο δράσης για τους λαϊκιστές της Ακροδεξιάς.
Η διαφορά μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου στη διεθνή σκηνή χρήζει επίσης προσοχής. Η Κίνα διατηρεί μία στρατιωτική βάση στο εξωτερικό, στο Τζιμπουτί αν και οι ένοπλες δυνάμεις της αυξάνονται και εκσυγχρονίζονται διαρκώς, απειλώντας ανοικτά με απόβαση για την (ανα)κατάληψη της Ταϊβάν. Από την άλλη πλευρά οι ΗΠΑ διαθέτουν περισσότερες από 750 στρατιωτικές βάσεις παγκοσμίως.
3.000 πανεπιστήμια
Η Κίνα γίνεται επίσης ένας ολοένα και πιο ελκυστικός προορισμός για την εκπαίδευση. Με περισσότερα από 3.000 πανεπιστήμια όπου σπουδάζουν σήμερα πάνω από 40 εκατομμύρια φοιτητές, το σύστημά της είναι τόσο εκτεταμένο όσο και προσβάσιμο. Τα δίδακτρα κυμαίνονται από 1.500 έως 3.000 δολάρια ετησίως, σε αντίθεση με τα 40.000 δολάρια που χρεώνουν πολλά αμερικανικά ιδρύματα. Πανεπιστήμια όπως το Tsinghua κερδίζουν διεθνή αναγνώριση για έρευνα υψηλού επιπέδου. Αν και αυτά τα ιδρύματα λειτουργούν υπό αυστηρή λογοκρισία, παραμένουν μια σοβαρή εναλλακτική λύση – ειδικά καθώς οι αμερικανικές πανεπιστημιουπόλεις αντιμετωπίζουν πλέον απροκάλυπτες πολιτικές παρεμβάσεις.

«Γιατί, λοιπόν, η ΕΕ παραμένει συνδεδεμένη με μια διατλαντική συμμαχία που υπονομεύει ολοένα και περισσότερο τις αξίες και τα συμφέροντά της;» διερωτώνται ο Σαμπάλα και ο Γκάλο.
Η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη δεν είναι ακόμη πολιτικά κυρίαρχη. Της λείπει μια πραγματικά ενοποιημένη οικονομία και αγορά εργασίας, κοινό φορολογικό σύστημα, κοινός ευρωστρατός και κοινή πολιτική ασφάλειας. Η ήπειρος είναι κατακερματισμένη γλωσσικά, πολιτισμικά και πολιτικά. Σε μια ομιλία του 2017 στη Σορβόννη, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μίλησε για «ευρωπαϊκή κυριαρχία». Αλλά αυτό ακριβώς είναι που εξακολουθεί να λείπει από την Ευρώπη: η ικανότητα να αξιολογεί τα συμφέροντά της ανεξάρτητα και να συμπράττει ανάλογα σε συμμαχίες.
«Μέχρι να γίνει αυτή η κυριαρχία πραγματικότητα κάθε συζήτηση για αλλαγή συμμαχιών – όσο επείγουσα κι αν είναι – παραμένει θεωρητική. Η Κίνα είναι έτοιμη για μια νέα εποχή συνεργασίας με την ΕΕ. Η Ευρώπη όμως, παραλυμένη από εσωτερικές διαιρέσεις και φθαρμένους ιστορικούς δεσμούς, δεν είναι έτοιμη. Οι Ηνωμένες Πολιτειες του Τραμπ κάνουν ό,τι μπορούν για να ξεκαθαρίζει καθημερινά, όλο και περισσότερο, η ανάγκη μιας νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής επιλογής» καταλήγουν οι συγγραφείς του άρθρου. https://neostrategy.gr/
**Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου