ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πύρ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πύρ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Ο ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣ

Το πυρ-φωτιά αποτελεί ίσως την απλούστερη και βασικότερη μορφή ενέργειας, που συνοδεύει τον άνθρωπο απ’ τις απαρχές της ύπαρξής του εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Οι πυρκαϊές, που προέρχονταν απ’ τα πυρακτωμένα ποτάμια λάβας ενός ηφαιστείου, οι πτώσεις των κεραυνών στην γη και οι τυχαίες αυταναφλέξεις λόγω ξηρασίας και υψηλών θερμοκρασιών, αποτέλεσαν το φυσικό φαινόμενο, που πολύ αργότερα ο έλλογος άνθρωπος ονόμασε πυρ η φωτιά. Ο φόβος, η απορία και ο θαυμασμός του για το φυσικό και ανεξέλεγκτο αυτό φαινόμενο χάραξαν ανεξίτηλα σημάδια στα βαθιά στρώματα του ψυχισμού του, αλλά και μνήμες, που τον συνοδεύουν σε όλη την διάρκεια της εξέλίξής του. Ο πρωτόγονος άνθρωπος αρχικά προσπαθούσε να συντηρεί ζωντανή την φωτιά και να την αναζωπυρώνei κατά βούληση, διατηρώντας την στις κρύες περιόδους και στα παγωμένα σκοτάδια της νύκτας, αποκτώντας έτσι το φως και την θερμότητα. Όμως η ανακάλυψη της δημιουργίας της φωτιάς απετέλεσε το μεγαλύτερο βήμα στην εξέλιξη και στην πορεία της ανθρωπότητας.

Ετυμολογικά οι ρίζες «πυ-ρ», «φυ-ρ», «φυ-σ», «φω-σ», «φω-τ», «φα-ο» είναι κοινές (Λεξικό Σκαρλάτου Βυζαντίου). Απ’ την ρίζα πυ- γεννιούνται οι λέξεις πυρά, πυραμίς («το της φλογός σχήμα πυραμοειδές εστι», Δημόκριτος), πύργος, πυρήν, πύθων (ο δράκος που φυσά φωτιά). Από την ρίζα φυ- γεννιούνται οι λέξεις φύσις (κατά τον Αριστοτέλη «πάσα ουσία φύσις λέγεται»), φύσα (ενέργεια, εισπνοή), φύω, φυτόν (αυτό που γεννιέται-ζη), φυλή (γενεά-γέννησις), φύλον, φύλαξις κ.α. Επίσης οι λέξεις φως, φωτιά, φωνή παράγονται από την ίδια ρίζα. Από όλες αυτές τις λέξεις γεννιώνται χιλιάδες άλλες σύνθετες λέξεις στην Ελληνική και τη Λατινική Γλώσσα, όπως πυρκαϊά, πυροβασία, φύραμα, φυσιολογικός, φυσάω, φυτόν, φωνόγραφος, φωστήρ, φωσφόρος, φάος, φαιδρόν και fire (φωτιά), fur (γούνα), physic (φυσικό), physiology (φυσιολογία) και άλλες αντίστοιχα. Ο Πλάτων στον «Κρατύλο» εκ στόματος Σωκράτους μας λέει, ότι πιθανόν η λέξη πυρ να είναι αντιδάνειο, που επανήλθε στην Ελληνική Γλώσσα, απ’ τους Φρύγες. Ίσως και η λαϊκή ρήση «στο πι και φι», δηλαδή κάτι που γίνεται πολύ γρήγορα, να συμβολίζει την ταχύτατη ανάφλεξη και εμφάνιση του πυρός.

Στην τριλογία του Αισχύλου «Προμηθεύς» ο Τιτάνας Προμηθέας εμφανίζεται ως ο δωρητής της φωτιάς, των τεχνών και των επιστημών στους ανθρώπους. Ο Ζευς τιμώρησε τον Προμηθέα σταυρώνοντάς τον στον Καύκασο. Ο Προμηθέας, αν και είχε καλές και αγνές προθέσεις έναντι των ανθρώπων, άνοιξε το κουτί της Πανδώρας, απ’ όπου ξεπήδησε το πιο χρήσιμο μα και επικίνδυνο αγαθό, το «πυρ». [Ο εικονιζόμενος πίνακας είναι του Γάλλου ζωγράφου Γκυστάβ Μορώ (1826-1898).]
Σε όλες τις αρχαίες θρησκείες το πυρ αποτέλεσε την βασική συμβολική απεικόνιση των θεών. Η Ελληνική Μυθολογία βρίθει από ιστορίες θεών και μυθικών ανθρώπων, που σχετίζονται με την φωτιά. Ο Ήφαιστος είναι ο θεός της φωτιάς, που κατασκεύασε τα πύρινα όπλα των Ολυμπίων για την μεγάλη αναμέτρησή τους με τους Τιτάνες. Οι τρεις Κύκλωπες Βρόντης (βροντή), Στερόπης (αστραπή) και Άργης (φως) δώρισαν τις δεξιότητές τους στον Δία. Γι’ αυτό ο Ζευς χαρακτηρίζεται στον Oρφικό Ύμνο του «φλογόεις», «βρονταίος», «κεραύνιος» και «πυρίδρομος». Εκείνος με όπλο του το «ουράνιο πυρ», δηλαδή τον κεραυνό, κατατρόπωσε τους Τιτάνες και έγινε κυρίαρχος του Ολύμπου. Ο Διόνυσος γεννήθηκε μέσα απ’ την φωτιά του κεραυνού του πατέρα του Δία, γι’ αυτό και ονομάζεται «πυρίσπορος», «πυριφεγγής», «πυρόεις», «πυρίπαις» και «πυριγενής» στον Ορφικό του Ύμνο. Η κόρη του Κρόνου και αδελφή του Διος, Εστία, είναι η θηλυκή θεϊκή εκδοχή του πυρός. Στον Ορφικό Ύμνο της αναφέρεται ως εκείνη, η οποία κατέχει τον «μέσο οίκο του αιωνίου και μεγίστου πυρός». Αλλά και οι Κάβειροι, οι Τελχίνες και οι Κουρήτες ήταν οι τεχνίτες της φωτιάς, που έδωσαν τα επιτεύγματά τους στους ανθρώπους.

Κατά την εποχή του Παυσανία στο Άργος υπήρχε βωμός, που έκαιγε άσβεστο πυρ, προς τιμή του πανάρχαιου ήρωα και δημιουργού της πόλης, Φορωνέως. Σύμφωνα με την Μυθολογία των Αργείων ο Φορωνεύς ήταν εκείνος, που ανακάλυψε το πυρ και το έδωσε στους ανθρώπους. Στις παραδόσεις όλων των λαών της αρχαιότητας το πυρ υπήρχε σε πολλούς μύθους και τελετουργικά. Στους Ρωμαίους η Vesta-Εστία, το αιώνιο πυρ, ήταν ο αγγελιαφόρος μεταξύ των θεών και των ανθρώπων, η δε φωτιά έπρεπε να διατηρείται άσβεστη από τις Εστιάδες παρθένες ιέρειες της φωτιάς. Οι λαμπαδηδρομίες, που τελούνταν βράδια σε όλη την Μεσόγειο, ήταν πομπές, που συμβόλιζαν την εμφάνιση του πρωταρχικού ουρανίου πυρός μέσα στο έρεβος και τη νύχτα.

Οι λαμπαδηδρομίες ήταν πομπές, που συμβόλιζαν την εμφάνιση του πρωταρχικού ουρανίου πυρός μέσα στο έρεβος και τη νύχτα.

Οι περισσότερες θρησκείες των αρχαίων πολιτισμών ήταν ηλιολατρικές. Ο Ήλιος, ως ο πύρινος και αισθητός δημιουργός της ζωής, λατρεύτηκε όσο κανείς άλλος θεός. Στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο η ηλιολατρεία αντιπροσωπεύεται απ’ τους θεούς: Ήλιο-Sol, Απόλλωνα, Άδωνι, Διόνυσο-Βάκχο, Ηρακλή στην Ελληνική Επικράτεια, τον Όσιρι στην Αίγυπτο, τον Οντίν στην Βόρειο Ευρώπη, τους Μίθρα, Μπελ, Θαμμούζ και Σαμάς στην Μέση Ανατολή και Μεσοποταμία και την Αματεράσου στην Ιαπωνία. Στην Αμερικανική Ήπειρο ανάμεσα στους λαούς των Ίνκας, Μάγιας, Αζτέκων και των λοιπών Ινδιάνων ο θεός Ήλιος κατείχε την σημαντικότερη θέση λατρείας. Στην Σκανδιναβική Μυθολογία ο Θωρ είναι γυιός της Γιορτ και του θεού Ηλίου Οντίν και είναι ο πολεμιστής θεός της φωτιάς και των κεραυνών. Στην αρχαία ιρανική Ζωροαστρική θρησκεία ο μέγιστος θεός Αχούρα Μάζντα συμβολιζόταν από το πυρ. Στον Μιθραϊσμό επικράτησε η περσική πυρολατρία και η λατρεία του πυρφόρου θεού Ηλίου-Μίθρα. Στην ινδική θρησκεία ο Άγκνι είναι ο θεός της φωτιάς, που γεννήθηκε απ’ την τριβή δύο ξύλων και καταβρόχθισε τους γονείς του και έκτοτε τρέφεται απ’ τις προσφερόμενες θυσίες.

H φιλοσοφική έννοια και η Κοσμολογία του πυρός

Στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφική Σκέψη η έννοια και ο συμβολισμός του πυρός έχουν εξέχουσα θέση. Στα φιλοσοφικά κείμενα όμως, υφίσταται ένας θεμελιακός διαχωρισμός δύο διαφορετικών ειδών πυρός. Ο διαχωρισμός αυτός αναφέρεται καθαρά στον Περιπατητικό φιλόσοφο Θεόφραστο: «Αυτό είναι που έλεγαν και οι παλαιοί, ότι το πυρ ζητεί πάντοτε τροφή και δεν ενδέχεται να διατηρήται χωρίς την καύσιμη ύλη. Γι’ αυτό φαίνεται άτοπο να το χαρακτηρίζουμε πρωταρχική ουσία και αρχή, αν δεν μπορή να υπάρξη χωρίς ύλη. Διότι ούτε ως απλό στοιχείο ούτε προηγούμενο του υποκειμένου και της καύσιμης ύλης μπορεί να είναι (το πυρ), εκτός αν υπάρχη τέτοια φύσις στην πρώτη σφαίρα, η οποία είναι αμιγής και καθαρή θερμότητα. Έτσι δεν θα καίη καθόλου. Αυτή όμως είναι η φύσις του πυρός (το να καίη), πλην εάν υπάρχουν πολλές και διαφορετικές φύσεις του πυρός. Και η μεν πρώτη φύσις είναι καθαρή και αμιγής, η δε περί την γήινη σφαίρα είναι αναμεμειγμένη (με άλλα στοιχεία) και πάντοτε σε διαδικασία γενέσεως» («Περί Πυρός», παρ. 4).

Αλλά και ο δάσκαλός του, ο Αριστοτέλης, κάνει τον ίδιο διαχωρισμό: «Από μίαν άποψη υπάρχει το πυρ ως στοιχείον (που είναι ίσως αυτό καθ’ εαυτό το άπειρον ή κάτι άλλο παρόμοιο), από μίαν άλλη άποψη όχι, διότι πυρ δεν είναι το ίδιο στοιχείο. Το πυρ είναι στοιχείο θεωρούμενο σαν κάτι το φυσικό, το όνομα όμως σημαίνει το τι έχει συμβεί σ’ αυτό, δηλαδή γίνεται κάτι εξ αυτού ως πρώτου ενυπάρχοντος.» («Μετά τα Φυσικά», 1052, παρ. 9.) Δηλαδή το πρώτο «ενυπάρχον πυρ» του Αριστοτέλους η «η θερμότητα της πρώτης σφαίρας» του μαθητή του Θεοφράστου μας δίνουν ξεκάθαρα μίαν άλλη, διαφορετική ποιότητα του πυρός ως ενέργειας, ως κάτι που προϋπήρχε.

Κατά τον Ηράκλειτο το «αείζωον πυρ» είναι αυτό το κοσμογονικό στοιχείο, που «εποίησε» τον κόσμο και όχι κάποιος θεός η άνθρωπος. «Κόσμον τόνδε των αυτών απάντων ούτε τις θεών ούτε τις ανθρώπων εποίησεν, αλλά ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα.» (Μετ.: «Τον κόσμο τούτο τον κοινό για όλους μήτε θεός μήτε άνθρωπος τον εποίησε, μα ήταν, είναι και θα είναι πυρ αείζωον, που ανάβει και σβήνει με μέτρο.») Ο Αριστοτέλης στο έργο του «Μετά τα Φυσικά», 984 α, αναφέρει για την Κοσμολογία του Ηρακλείτου: «Ο Ίππασος ο Μεταποντίνος και ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος λένε, ότι το Σύμπαν είναι ένα, κινούμενο και πεπερασμένο, και το πυρ θεωρούν ως την αρχή των όλων αλλά και των όντων, και δημιουργούνται τα όντα από την φωτιά με πύκνωση και αραίωση, ενώ διαλύονται και πάλι στο πυρ, ως αυτή να είναι μία υποκείμενη φύση που υπάρχει. Θεωρούν, ότι τα πάντα μεταβάλλονται με την φωτιά, και υπάρχει κάποια τάξη και καθωρισμένος χρόνος της μεταβολής του κόσμου, που διέπεται από ειμαρμένη – ανάγκη.»

Ο Αριστοτέλης ήταν εκείνος, που τεκμηρίωσε τις Ηρακλείτειες απόψεις περί του πρωταρχικού πυρός, υποστηρίζοντας, ότι το πυρ ως στοιχείο συνιστά κοσμολογική αρχή, καθ’ ότι είναι το περισσότερο ασώματο στοιχείο σε σχέση με τ’ άλλα στοιχεία, ενώ είναι αυτό που κινείται συνεχώς και κινεί τα υπόλοιπα πρωτίστως.

«Κόσμον τόνδε των αυτών απάντων ούτε τις θεών ούτε τις ανθρώπων εποίησεν, αλλά ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα.»

Ηράκλειτος


(«Τον κόσμο τούτο τον κοινό για όλους μήτε θεός μήτε άνθρωπος τον εποίησε, μα ήταν, είναι και θα είναι πυρ αείζωον, που ανάβει και σβήνει με μέτρο.»)

Ο Διογένης Λαέρτιος στο έργο του («Βίοι Φιλοσόφων», βιβλίο 9, παρ. 7-1) μας λέει για τον Ηράκλειτο: «Εκ του πυρός τα πάντα συνέστησαν και σε αυτό τα πάντα διαλύονται. Τα πάντα τελούνται συμφώνως προς τους νόμους της ειμαρμένης και δια της αντιθέσεως τελείται η αρμονία του κόσμου (…). Το πυρ είναι στοιχείο και δια της μετατροπής του γεννώνται τα πάντα, δια της αραιώσεως και της πυκνώσεως. Ωστόσο δεν ξεκαθαρίζει (ο Ηράκλειτος) τελείως την σκέψη του. Λέει, ότι τα πάντα γίνονται δια της εναντιώσεως και ότι τα πάντα ρέουν ως ποταμός. Το Σύμπαν είναι πεπερασμένο και ένας μόνο κόσμος υπάρχει, εγεννήθη δε εκ πυρός και στο πυρ θα επανέλθη μετά από κάποιες περιόδους εναλλάξ, αιωνίως, συμφώνως προς τους νόμους της ειμαρμένης. Μεταξύ των αντιθέτων υφίσταται ένας αγών, και όταν το αποτέλεσμα της διαμάχης πηγαίνει προς την γένεση καλείται πόλεμος και έρις, όταν δε προς την εκπύρωση ομόνοια και ειρήνη. Η κίνηση προς τα άνω και προς τα κάτω παράγει τον κόσμο κατά τον εξής τρόπο: Το πυρ συμπυκνούμενο υγροποιείται και καθίσταται ύδωρ, το δε ύδωρ, όταν πήζη, μετατρέπεται σε γη, αυτή δε είναι η προς τα κάτω πορεία. Αντιθέτως η γη μεταβάλλεται σε ύδωρ, και από αυτό παράγονται τα λοιπά, διότι ανάγει σχεδόν τα πάντα σε αναθυμίαση (εξάτμιση) της θαλάσσης. Αυτή δε είναι η πορεία προς τα άνω.»
Εδώ βλέπουμε μία ακριβή περιγραφή της φυσικής δημιουργίας από το κοσμογονικό πυρ μέσω της μετατροπής του στα τρία άλλα στοιχεία: ύδωρ, γη, αέρα, αλλά και την μεταβολή του ξανά σε πυρ. Επομένως το «άπειρον» του Αναξιμάνδρου, το «ύδωρ» του Θαλή, ο «αήρ» του Αναξιμένη και παρόμοιες τέτοιες αναφορές έχουν να κάνουν με πρωταρχικές κοσμογονικές καταστάσεις, που μόνο οι «Δήλιοι κολυμβητές» της σκέψης θα μπορέσουν ν’ αποκρυπτογραφήσουν. Αλλά και ο Πλούταρχος στο «Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς», 388 Ε, αναφέρει: «Τα πάντα προκύπτουν απ’ την ανταμοιβή της φωτιάς και με την σειρά τους όλα φωτιά γίνονται, όπως το χρυσάφι γίνεται χρήμα και το χρήμα χρυσάφι.»
Ο Αέτιος υπήρξε ένας Έλληνας δοξογράφος, που έζησε κατά το τέλος του α΄ έως τις αρχές του β΄ μ.Χ. αιώνα. Απ’ το έργο του «Περί των αρεσκόντων τοις φιλοσόφοις φυσικών δογμάτων, Επιτομή», μπορούμε να δούμε γενικά διάφορες φιλοσοφικές απόψεις περί πυρός: Στο «Περί θεού», 302, 13, μας λέει, ότι ο Δημόκριτος αποκαλεί τον θεό νου πύρινο και σφαιροειδή: «Δημόκριτος νουν τον θεόν εν πυρί σφαιροειδεί.» Για την ψυχή ο Δημόκριτος λέει, ότι είναι πύρινο κράμα εκ θεωρητών λόγων, όπου φέρει σφαιρικές τις ιδέες της, πύρινη την δύναμή της, η οποία σώμα (άυλο) αποτελεί: «Δημόκριτος πυρώδες σύγκριμα εκ λόγων θεωρητών, σφαιρικάς μεν εχόντων τας ιδέας, πυρίνην δε την δύναμιν, όπερ σώμα είναι.» («Περί ψυχής», 388, 5.)
Οι Πυθαγόρειοι, λέει, ότι θεωρούσαν το Σύμπαν ως σφαιρικό αποκύημα των τεσσάρων στοιχείων. Το δε πυρ ήταν ανώτατο των άλλων στοιχείων και είχε σχήμα κώνου. Αυτό μπορούμε να το δούμε και από το σχήμα της φλόγας, που ομοιάζει με πυραμίδα. «Οι από Πυθαγόρου τον κόσμον σφαίραν κατά σχήμα των τεττάρων στοιχείων. Μόνον δε το ανώτατον πυρ κωνοειδές.» («Περί ελαχίστου», 312, 14.) Για τους Πυθαγορείους η αρχή της γένεσης του Σύμπαντος έγινε απ’ το πυρ και το πέμπτο στοιχείο μαζί, τον αιθέρα. «Άρξασθαι δε την γένεσιν του κόσμου από πυρός και του πέμπτου στοιχείου.» («Πόθεν τρέφεται ο κόσμος», σελ. 333, 19.)
Όπως ο Αέτιος μας πληροφορεί, παρόμοια άποψη περί της πυρώδους φύσης της ψυχής φέρουν και οι Παρμενίδης, Ίππασος, Ηρακλείδης, Λεύκιππος και οι Στωικοί. Κατά τον Παρμενίδη το γήρας επέρχεται από την έλλειψη του θερμού στοιχείου: «Παρμενίδης γήρας γίνεσθαι παρά την του θερμού υπόλειψιν.» («Περί τροφής», σελ. 443, 8.) Στο «Περί βροντών, αστραπών, κεραυνών, πρηστήρων, τυφώνων», 367-70, 19-22, αναφέρει και για ένα άλλο είδος πυρός, που εκδηλώνεται και στην φύση, τον «πρηστήρα», που είναι ένας θερμός και ορμητικός ανεμοστρόβιλος, που κατέρχεται ως θύελλα και εκτονώνεται μέσω κεραυνών.
Ο Αριστοτέλης στα «Μετεωρολογικά», 371a, 16-19, αναφέρει για τον πρηστήρα: «Όταν δε κατασπώμενον εκπυρωθή (τούτο δ’ εστίν εάν λεπτότερον το πνεύμα γένηται) καλείται πρηστήρ.» Δηλαδή όταν κατερχόμενο (το πνεύμα) σπάσει και εκπυρωθεί (και αυτό γίνεται, εάν το πνεύμα γίνει λεπτότερο) καλείται πρηστήρ. Πάλι εδώ βλέπουμε μία διαφορετική πρωταρχική έννοια του πρηστήρος.
Ο Πυθαγόρας δίδασκε, ότι όλα τα ουράνια σώματα περιστρέφονται γύρω από ένα «κεντρικό πυρ» με αρμονία. Σύμφωνα με το κοσμολογικό πρότυπο του Πυθαγόρειου Φιλόλαου, στο κέντρο του κόσμου βρίσκεται η κεντρική Εστία. Στην εικονιζόμενη μεσαιωνική ζωγραφιά απεικονίζεται ο Πυθαγόρας με τον Φιλόλαο να πειραματίζονται στις σχέσεις μουσικής και αριθμών.

Οι Πυθαγόρειοι θεωρούσαν, ότι όλα τα ουράνια σώματα περιστρέφονται κυκλικά και με αρμονία γύρω από ένα «κεντρικό πυρ». Ο Ιωάννης Στοβαίος στο «Ανθολόγιο», βιβλίο 1, παρ. 22, 1, αναφέρει: «Ο Φιλόλαος τοποθετεί το πυρ στο μέσον, στο κέντρο. Το ονομάζει εστία των πάντων, οίκον του Διος, μητέρα των θεών, βωμό και συνοχή και μέτρο φύσεως. Επίσης τοποθετεί ένα δεύτερο πυρ, ανώτατο όλων, που περιέχει μέσα του τον κόσμο. Το κέντρο, λέει, είναι από την φύση του πρώτο, γύρω απ’ αυτό τα δέκα διαφορετικά σώματα εκτελούν τον ομαδικό τους χορό.»

Η ύπαρξη ενός τέτοιου πυρώδους κέντρου συμβολιζόταν από την ιερή και άσβεστη εστία κάθε βωμού και ναού, αποτελώντας την έδρα της τιμώμενης θεότητος σε κάθε οικία με την κεντρική εστία, όπου η οικογένεια μαζευόταν γύρω απ’ την φωτιά-τζάκι, αλλά και απ’ το τιμητικό και άσβεστο πυρ του Πρυτανείου.

Κατά την Ελληνική φιλοσοφική Σκέψη τα φαινόμενα, που εξελίσσονται στο φυσικό Σύμπαν, είναι προϊόντα αντανάκλασης αντιστοίχων διεργασιών που συμβαίνουν σε ένα κοσμογονικό επίπεδο. Πρόκειται για την αντιστοιχία του μικρόκοσμου και του μακρόκοσμου.
Βασίλειος Μαυρομμάτης

Συμβολισμός του Πυρός



: http://ixnilasia.blogspot.com

Κυριακή 5 Ιουνίου 2011

ΤΑ ΠΥΡΑΥΝΑ ΤΟΥ ΕΞΑΓΝΙΣΜΟΥ

Μιάς και διανύουμε τόν μήνα τον συνδεδεμένο με το πύρ,τόν Ιούνιο,επιλέγω ενα κειμενο σχετικό ,του Ν.Ζερβονικολάκη,ωστε να κλεισουμε τήν ενότητα περί νήσου Τήνου..ελπίζω κάποιοι από εσας να εντάξετε το ομορφο αυτο νησι στούς μελλοντικούς προορισμούς σας[αν εξακολουθει βεβαίως να ανήκει στην Ελληνική επικράτεια...μέ τόσα που μάς συμβαίνουν  τελευταία ,ολα ειναι πιθανά..αλλά ελπίζουμε και μαχόμαστε για τον πανέμορφο τόπο και τό εθνος μας....]

ΙΕΡΕΣ ΦΩΤΙΕΣΤα Πύραυνα του Εξαγνισμού
ΚΕΙΜΕΝΟ/ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ
«Εδώ και χιλιάδες χρόνια, η φωτιά δοκιμάζει το φόβο και τις ελπίδες των ανθρώπων, με τρόπο που κάποτε καθόριζε τη ζωή τους για πολλούς αιώνες»
«Ο ήλιος, είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού με τις φωτιές, αφού ανάβουν προς τιμήν του, με τους ανθρώπους να υπακούν σε αρχεγονικές δοξασίες, για τη ζωή»

.
Το Ξώμπουργο είναι ο μεγάλος πέτρινος όγκος που δεσπόζει στο κέντρο του νησιού της Τήνου και
στις νότιες υπόρειές του φιλοξενεί τον αρχαιολογικό χώρο με την πόλη των Γεωμετρικών χρόνων.
Οι φωτιές του καλοκαιριού, είναι η αρχαιότερη γιορτή στον κόσμο, που εξακολουθεί να γιορτάζεται χωρίς διακοπή και με όλο το παγανιστικό της μυθολόγιο, ζωντανό και σχεδόν απείραχτο, στο πέρασμα χιλιετιών. Από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια, ο άνθρωπος υποδέχεται το καλοκαίρι με φωτιές τη νύχτα του ηλιοτρόπιου, την πιο μικρή νύχτα του χρόνου για το Βόρειο Ημισφαίριο, με τον ήλιο να στρέφεται προς το καλοκαίρι, ενώ αντίστοιχα, την ίδια νύχτα στο Νότιο Ημισφαίριο, ο ήλιος στρέφεται προς το χειμώνα. Θερινό Ηλιοστάσιο στο Βορρά και ταυτόχρονα Χειμερινό Ηλιοστάσιο στο Νότο. Η νύχτα της 21ης Ιουνίου, είναι αυτή που ανάβουν οι φωτιές, στο κατώφλι του καλοκαιριού.  

Μια παράξενη, φτερωτή μορφή, με πλαστική απόδοση σε αγγείο από την ανασκαφή
στο Ξώμπουργο της Τήνου.
Η ΦΩΤΙΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
Εδώ και χιλιάδες χρόνια, η φωτιά δοκιμάζει το φόβο και τις ελπίδες των ανθρώπων, με τρόπο που κάποτε καθόριζε τη ζωή τους για πολλούς αιώνες, όπως φαίνεται. Το φως του ήλιου από την άλλη, στάθηκε για τον άνθρωπο ένα θεμέλιο ζωής, αλλά καθώς εναλασσόταν το φως της μέρας με το σκοτάδι της νύχτας, ο άνθρωπος των προϊστορικών χρόνων, έτρεφε πάντοτε μέσα του το φόβο μήπως ένα πρωί ο ήλιος δεν ξαναφανεί, να οδηγήσει με το φως του την «καινούρια μέρα». Και οι φωτιές, τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου, έχουν σκοπό να εξαγνίσουν κάθε κακή τροπή, εξασφαλίζοντας στον ήλιο, τον αιώνιο δρόμο στο δώμα του ουρανού. Στην αρχαιότητα, η Θερινή Τροπή του ήλιου, σήμαινε πολυήμερους εορτασμούς και κάθε λαός, επένδυε πάνω τους με τον τρόπο του, μύθους πολλούς και δοξασίες, που έχουν να κάνουν με τη ζωή.
Στην Αρχαία Ελλάδα, ήταν η γιορτή μιας ερωτικής μαγείας, με τους νέους να ανταλλάσσουν ερωτικούς όρκους και να πηδούν πάνω από τις φωτιές, για να εξαγνίσουν αυτούς τους όρκους, αποδιώχνοντας κάθε επιβουλή. Ήταν οι φωτιές της τύχης, πηδώντας πάνω από τις φλόγες τρεις φορές. Οι Δρυϊδες, την ίδια νύχτα, γιόρταζαν τις «Φωτιές της ακτής». Στη Ρώμη, γιόρταζαν τα «Βεστάλια», μια γιορτή προς τιμήν της Θεάς Βεστά, που είναι η Εστία, και αυτές οι γιορτές της φωτιάς, διαρκούσαν μια ολόκληρη εβδομάδα. Οι Γαλάτες, γιόρταζαν την Επόνα, μια θηλυκή θεότητα,  που την απεικόνιζαν συνήθως να καβαλά μια φοράδα. Αυτή η θεότητα, ήταν η προσωποποίηση της. Οι Κέλτες της Ευρώπης, υποδέχονταν και εκείνοι με φωτιές το καλοκαίρι, τη νύχτα του Ηλιοτρόπιου. Νεαρά ζευγάρια, πηδούσαν πάνω από τις φωτιές και πίστευαν πως όσο πιο ψηλά πηδήσουν πάνω από τις φλόγες, τόσο πιο πολύ θα μεγάλωναν τα σπαρτά. Στην αρχαία Κίνα, αυτή η νύχτα, ήταν αφιερωμένη στις θηλυκές δυνάμεις της γης. Στη σημερινή Ελλάδα, υπάρχουν ακόμη στη θέση εκείνης της γιορτής, οι Φωτιές του Αη-Γιαννιού, του Κλήδονα, που σε κάποιες περιοχές, τις λένε «του Αη-Γιαννιού του ηλιοτροπιού», προσδιορίζοντας επακριβώς την καταγωγή του εορτασμού, που αντί για τις 21 Ιουνίου, γίνεται την παραμονή του Αη-Γιάννη, δηλαδή τη νύχτα της 23ης Ιουνίου. Και σήμερα, ακόμη, σε πολλά μέρη της Ελλάδας, οι φωτιές ανάβουν με τη δύση του ήλιου και στις φλόγες τους ρίχνονται τα ξερά στεφάνια της πρωτομαγιάς, ενώ αυτοί που πηδούν, ύστερα, πάνω από τις φωτιές, κάνουν κρυφές ευχές μέσα τους, ελπίζοντας να ευοδωθούν.

Η αρχαιολόγος και ανασκαφέας του χώρου με τις φωτιές, στο Ξώμπουργο, Νότα Κούρου,
στέκεται στο δάπεδο με τα πολλά πύραυνα και έχει μπροστά της αυτό που υποψιάζεται
ότι ενδέχεται να είναι ένας Βαίτυλος, μέσα σε ένα λαξευτό κοίλωμα του φυσικού βράχου...
ΜΙΑ ΙΕΡΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Εκ των πραγμάτων, από καταβολής τους, αυτές οι γιορτές με τις φωτιές του Ηλιοτρόπιου, έχουν ένα εξαγνιστικό χαρακτήρα, αλλά και έναν αποκρυφισμό, καθώς οι τελετουργοί που μετέχουν, πηδώντας πάνω από τις φωτιές, κρατούν καλά κρυμμένες τις ευχές που κάνουν. Είναι -εκτός των άλλων- και φωτιές μύησης. «Μυώ», θα πει, ότι κρατώ το στόμα μου κλειστό. Το «αμίλητο νερό» στη γιορτή του Κλήδονα, που συμπίπτει με τις φωτιές του ηλιοτρόπιου, αλλά και οι κρυφές σκέψεις που κάνουν όσοι παίρνουν μέρος στα δρώμενα της πρώτης νύχτας του καλοκαιριού, οι μαντικές και μαγικές ιδιότητες του «αμίλητου νερού», σε συνδυασμό με τη δύναμη της φωτιάς να κάνει τις ευχές πραγματικότητα, είναι στοιχεία που έχουν μυητικό χαρακτήρα.
Οι φωτιές αυτές, το δίχως άλλο, περιβάλλονται από μια ιερότητα, μια ιεροπρακτική διαδικασία, που μας διασώζει απλά, κάποια ίχνη από το προϊστορικό της παρελθόν.
Ο καθηγητής Δημ. Λουκάτος, αποφαίνεται ότι  η γιορτή του Αη-Γιάννη, στις 24 Ιουνίου, είναι από τις «ειδωλολατρικότερες» στο σύγχρονο εορτολόγιο, γιατί, όπως επισημαίνει: «μαζί με τον αη-Γιάννη, λατρεύεται, με παλιά υποσυνείδητη εθιμολογία, ο Ήλιος των θερινών τροπών, ανάβονται διαβατήριες και καθαρτήριες πυρές, για τον κρίσιμο χρόνο, ασκούνται με τελετουργική δεξιοτεχνία η μαντεία και η μαντική, εκβιάζεται σχεδόν η καλή τύχη, επιδιώκεται η υγεία και το σωματικό κάλλος, με τη συγκομιδή θεραπευτικών και αρωματικών ανθόφυτων».


Ο ήλιος ήταν πάντοτε στο επίκεντρο λογής ανθρώπινων δοξασιών, που έχουν να
κάνουν με τη ζωή και με το θάνατο. Ο φόβος και ο πόθος για το φως της επόμενης μέρας!
Ο ήλιος, είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού με τις φωτιές, αφού ανάβουν προς τιμήν του, με τους ανθρώπους να υπακούν σε αρχεγονικές δοξασίες, για τη ζωή.
Φαίνεται, ότι ούτε η χριστιανική πίστη δεν κατάφερε τελικά να ξεριζώσει αυτές τις αρχαιότροπες δοξασίες, ακόμη και όταν οι τελετουργοί, απειλήθηκαν με διωγμούς από την 6η Οικουμενική Σύνοδο.
Το 680 μ.Χ., η εν Τρούλλω, 6η Οικουμενική Σύνοδος, με την απειλή αφορισμού, απαγόρευσε τις φωτιές του ηλιοτρόπιου: «τας εν ταις νουμηνίαις υπό τινων προ των οικείων εργαστηρίων ή οίκων αναπτομένας πυράς, ας και υπεράλλεσθαί τινες κατά τι έθος αρχαίον επιχειρούσιν, από του παρόντος καταργηθήναι προστάσσομεν. Όστις ουν τοιούτό τι πράξει αφοριζέσθω».

Η θέα προς τα Βορειοδυτικά, από το χώτο της ανασκαφής με τις πολλές φωτιές στο Ξώμπουργο.
«Η φωτιά, είναι το εργαλείο της λατρείας», λέει η καθηγήτρια Αρχαιολογίας των πρώιμων ιστορικών χρόνων,  Νότα Κούρου, που είναι παράλληλα και ανασκαφέας ενός εξαιρετικά σημαντικού αρχαιολογικού χώρου, στη Νότια πλευρά του Εξωμβούργου (Ξώμπουργου) της Τήνου.
Ο χώρος αυτός, είναι γεμάτος από αρχαίες φωτιές, που έχουν αφήσει τα σημάδια τους σε μια πληθώρα από λαξευμένα πύραυνα, στο φυσικό βράχο.
Βλέποντας αυτή την ανασκαφή, με τόσες «Ιερές φωτιές», όπως θα αποτολμούσα να τις πω, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται να σας ρωτήσω είναι τι επεδίωκαν με αυτές τις φωτιές, οι άνθρωποι που κατοίκησαν αυτό το χώρο;
Χρησιμοποιήσατε τον όρο Ιερές φωτιές και θέλω να πω, ότι η φωτιά, έχει μια ιερότητα, σα στοιχείο λατρείας ή εξαγνισμού. Πιο σωστά, θα έλεγα, ότι η φωτιά είναι το εργαλείο της λατρείας. Μέσα από τη φωτιά, αυτοί οι άνθρωποι που κατοίκησαν αυτό το χώρο, λάτρευαν τους θεούς τους.
Ο χώρος αυτός, με τα πλήθος πύραυνα που είναι λαξεμένα στο φυσικό βράχο, είναι ένας τόπος λατρείας, ένα ανοιχτό, υπαίθριο ιερό;
Είναι προφανές, ότι σ' αυτό το χώρο, έρχονται για να λατρέψουν. Δε θα έλεγα ότι πρόκειται για ιερό. Αυτό που συμβαίνει εδώ, είναι σε μια μικρή κλίμακα, ό,τι γίνεται και με τους βωμούς. Ανάβει κανείς φωτιά, για να κάνει μια τελετουργία που θέλει.

Σε εντυπωσιακή θέση ο αρχαιολογικός χώρος του Ξώμπουργου, βλέπει στο Νότο τη Δήλο του Απόλλωνα και τη Νάξο του Διόνυσου. Διακρίνεται δεξιά η διαδρομή του Κυκλώπειου τείχους.
Άρα, πρόκειται για μια ιεροπραξία, μια εκδήλωση λατρείας...
Ασφαλώς και οι φωτιές αυτές, έχουν λατρευτικό χαρακτήρα...
Βρίσκονται, ωστόσο, έξω από τα τείχη της πόλης.
Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Είναι μια υπαίθρια λατρεία, πολύ πρωτόγονη, και αυτές οι λατρείες είναι ανεικονικές.
Για ποιά εποχή μιλάμε;
Το παλιότερο ίχνος εδώ, είναι το Κυκλώπειο Τείχος, που ανάγεται στον 11ο π.Χ. αιώνα. Δε θα με εξέπληττε, ωστόσο, αν βρίσκαμε κάποια στιγμή και κάτι παλιότερο. Θα μπορούσαν, δηλαδή, να βρεθούν και κάποια Κυκλαδικά. Από τον 11ο αιώνα και μετά, μέχρι και τα Ελληνιστικά χρόνια, αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα, έχουμε διαπιστώσει διαρκή χρήση αυτού του χώρου. Μετά, κάτι συμβαίνει και πάμε στις «Πόλες», που βρίσκονται πίσω από το σημερινό Ναό της Παναγίας και στα «Κιόνια», με το ιερό του Ποσειδώνα.

Μια παράξενη μορφή χαραγμένη σε πήλινο αγγείο που βρέθηκε στο Ξώμπουργο Τήνου.
Ανάμεσα σε αυτά τα πύραυνα, υπάρχει και κάτι που ξεχωρίζει. Αυτό, που σας βάζει απ' ό,τι ξέρω σε σκέψεις, όπως είχατε πει και σε μια ομιλία σας, πριν από μερικούς μήνες, αν είναι «Βαίτυλος» ή όχι.
Ναι, υπάρχει ένας τέτοιος προβληματισμός. Το εύρημα αυτό, χρονολογείται στις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα. Θα μπορούσε να είναι μια τράπεζα προσφορών. Ο Βαίτυλος, συναντάται βασικά στην Κρήτη και σπανιότατα αλλού.
Βαίτυλος, είναι ένας λατρευτικός λίθος, που θεωρείται ότι εμπεριέχει τη θεότητα. Μια θεότητα, που δεν έχει συγκεκριμένο όνομα. Δεν ξέρω κατά πόσο έχω αποδώσει σωστά την έννοια του Βαίτυλου. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, οι φωτιές αυτές, είναι ικεσίες προς κάποιους ανώνυμους θεούς.
Πρόκειται για μια πρωτόγονη λατρεία. Στην αρχή, οι πυρές αυτές, είναι ατομικές ή οικογενειακές. Αργότερα, παρατηρούμε ότι οι φωτιές μεγαλώνουν και ενδέχεται να είναι φωτιές φατριών. Αργότερα, πάλι, πάμε στην εσχάρα, που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι φωτιές αυτές είναι πιο οργανωμένες, είναι δηλαδή φωτιές της πόλης-κράτους. Ίσως, αυτή η εσχάρα που βλέπουμε εδώ, να μετακομίζει αργότερα, λίγες δεκάδες μέτρα από αυτό το χώρο, στο Ιερό Της Δήμητρας.
Χάλκινες ψηφίδες από το Ξώμπουργο Τήνου, με τα ονόματα
ΦΑΕΘΩΝ και ΑΝΗΣΤΟΣ, όπως και κομμάτια από χάλκινα εργαλεία.
Είπατε, ότι η φωτιά, είναι το εργαλείο της λατρείας. Ποιός ακριβώς είναι ο ρόλος αυτού του εργαλείου; Είναι ένα «εργαλείο» για θυσίες, είναι ένα «εργαλείο» εξαγνισμού», είναι και κάτι άλλο, ακόμη, ενδεχομένως;
Και οι δυο αυτές εκδοχές που αναφέρατε, νομίζω ότι ανιχνεύονται εδώ. Έχουν εντοπισθεί φωτιές, με λυγισμένα και αχρηστεμένα σπαθιά, που είναι μια μορφή θυσίας ή αφιερώματος, για κάποια αιτία. Υπάρχουν και φωτιές, που υποδηλώνουν εξαγνισμό.

Φαλλικό κιονόκρανο από τις ανασκαφές στο Ξώμπουργο της Τήνου.
Αφ' εαυτής, η φωτιά είναι εξαγνιστική, με την κυριολεκτική σημασία του εξαγνίζω.
Ασφαλώς. Ίσως αυτός να ήταν και ο κατ' εξοχήν ρόλος, όλων αυτών των πυραύνων. Φωτιές, εξευμενιστικές και εξαγνιστικές.
Υπάρχουν και πολλών ειδών πύραυνα. Πολλές μορφές πυραύνων.
Είναι σωστή και αυτή η παρατήρηση. Υπάρχουν πράγματι πολλά πύραυνα λαξεμένα στο βράχο. Υπάρχουν όμως και πύραυνα που είναι περιτοιχισμένα και πιο φροντισμένα από τα απλά λαξεύματα. Υπάρχουν άλλα πύραυνα που έχουν σκεπαστεί με πέτρες. Υπάρχουν και φωτιές με τράπεζες προσφορών. Ο άνθρωπος είχε πάντοτε ένα δέος απέναντι στη φωτιά, αλλά και ένα σεβασμό.
Αυτά τα δυο συναισθήματα, ενδεχομένως να καθορίζουν και τον λατρευτικό χαρακτήρα της φωτιάς. Και σήμερα, ακόμη, ο άνθρωπος περνά μέσα από τις φλόγες, πηδώντας στις φωτιές του Αη-Γιάννη, κάνοντας μέσα του ευχές, που πιστεύει ότι θα εισακουστούν. Έχει την αίσθηση, ότι η φωτιά τον κάνει δυνατό, καθώς φαίνεται να πιστεύει ότι οι φλόγες τον εξαγνίζουν από κάθε τι που μπορεί να τον βλάψει. Αυτή είναι η λαϊκή δοξασία.
Αυτά τα έθιμα, φαίνεται να ακολουθούν αρχαίους δρόμους...

Πύραυνα, που για κάποια αιτία έχουν καταργηθεί και έχουν σκαπαστεί με επιμελέστατα κατασκευασμένα πέτρινα προστατευτικά καλύμματα (ανασκαφή στο Ξώμπουργο Τήνου).
Η ίδια η φωτιά, θα μπορούσε να πει κάποιος, ότι είναι ένας ασφαλής αρχαίος δρόμος, για φόβους ανθρώπινους και δοξασίες, που φτάνουν μέχρι τις μέρες μας. Τα πύραυνα, στην πόλη των Γεωμετρικών χρόνων, στο Ξώμπουργο της Τήνου, είναι φειδωλά στις λεπτομέρειες όσων προσπαθούν να «αφηγηθούν», ωστόσο, στη βασική τους «διατύπωση», προσδιορίζουν την καταφυγή του ανθρώπου στην υπέρτατη δύναμη, όπως εκφράζεται μέσα από ένα φυσικό στοιχείο, τη φωτιά.

Οι φωτιές την παραμονή του Αη-Γιάννη, στις 23 ιουνίου, έρχονται από ένα μεγάλο βάθος χρόνου και ήταν κάποτε φωτιές αφιερωμένες στο θερινό ηλιοστάσιο.πηγήhttp://www.os3.gr

Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ ΠΥΡΟΣ

H Φιλοσοφική έννοια και Κοσμολογία του Πυρός



Το πυρ-φωτιά αποτελεί ίσως την απλούστερη και βασικότερη μορφή ενέργειας, που συνοδεύει τον άνθρωπο απ’ τις απαρχές της ύπαρξής του εδώ και εκατομμύρια χρόνια. Οι πυρκαϊές, που προέρχονταν απ’ τα πυρακτωμένα ποτάμια λάβας ενός ηφαιστείου, οι πτώσεις των κεραυνών στην γη και οι τυχαίες αυταναφλέξεις λόγω ξηρασίας και υψηλών θερμοκρασιών, αποτέλεσαν το φυσικό φαινόμενο, που πολύ αργότερα ο έλλογος άνθρωπος ονόμασε πυρ η φωτιά. Ο φόβος, η απορία και ο θαυμασμός του για το φυσικό και ανεξέλεγκτο αυτό φαινόμενο χάραξαν ανεξίτηλα σημάδια στα βαθιά στρώματα του ψυχισμού του, αλλά και μνήμες, που τον συνοδεύουν σε όλη την διάρκεια της εξέλίξής του. Ο πρωτόγονος άνθρωπος αρχικά προσπαθούσε να συντηρεί ζωντανή την φωτιά και να την αναζωπυρώνei κατά βούληση, διατηρώντας την στις κρύες περιόδους και στα παγωμένα σκοτάδια της νύκτας, αποκτώντας έτσι το φως και την θερμότητα. Όμως η ανακάλυψη της δημιουργίας της φωτιάς απετέλεσε το μεγαλύτερο βήμα στην εξέλιξη και στην πορεία της ανθρωπότητας.

Σε όλες τις αρχαίες θρησκείες το πυρ αποτέλεσε την βασική συμβολική απεικόνιση των θεών. Η Ελληνική Μυθολογία βρίθει από ιστορίες θεών και μυθικών ανθρώπων, που σχετίζονται με την φωτιά. Ο Ήφαιστος είναι ο θεός της φωτιάς, που κατασκεύασε τα πύρινα όπλα των Ολυμπίων για την μεγάλη αναμέτρησή τους με τους Τιτάνες. Οι τρεις Κύκλωπες Βρόντης (βροντή), Στερόπης (αστραπή) και Άργης (φως) δώρισαν τις δεξιότητές τους στον Δία. Γι’ αυτό ο Ζευς χαρακτηρίζεται στον Oρφικό Ύμνο του «φλογόεις», «βρονταίος», «κεραύνιος» και «πυρίδρομος». Εκείνος με όπλο του το «ουράνιο πυρ», δηλαδή τον κεραυνό, κατατρόπωσε τους Τιτάνες και έγινε κυρίαρχος του Ολύμπου. Ο Διόνυσος γεννήθηκε μέσα απ’ την φωτιά του κεραυνού του πατέρα του Δία, γι’ αυτό και ονομάζεται «πυρίσπορος», «πυριφεγγής», «πυρόεις», «πυρίπαις» και «πυριγενής» στον Ορφικό του Ύμνο. Η κόρη του Κρόνου και αδελφή του Διος, Εστία, είναι η θηλυκή θεϊκή εκδοχή του πυρός. Στον Ορφικό Ύμνο της αναφέρεται ως εκείνη, η οποία κατέχει τον «μέσο οίκο του αιωνίου και μεγίστου πυρός». Αλλά και οι Κάβειροι, οι Τελχίνες και οι Κουρήτες ήταν οι τεχνίτες της φωτιάς, που έδωσαν τα επιτεύγματά τους στους ανθρώπους.

Κατά την εποχή του Παυσανία στο Άργος υπήρχε βωμός, που έκαιγε άσβεστο πυρ, προς τιμή του πανάρχαιου ήρωα και δημιουργού της πόλης, Φορωνέως. Σύμφωνα με την Μυθολογία των Αργείων ο Φορωνεύς ήταν εκείνος, που ανακάλυψε το πυρ και το έδωσε στους ανθρώπους. Στις παραδόσεις όλων των λαών της αρχαιότητας το πυρ υπήρχε σε πολλούς μύθους και τελετουργικά. Στους Ρωμαίους η Vesta-Εστία, το αιώνιο πυρ, ήταν ο αγγελιαφόρος μεταξύ των θεών και των ανθρώπων, η δε φωτιά έπρεπε να διατηρείται άσβεστη από τις Εστιάδες παρθένες ιέρειες της φωτιάς. Οι λαμπαδηδρομίες, που τελούνταν βράδια σε όλη την Μεσόγειο, ήταν πομπές, που συμβόλιζαν την εμφάνιση του πρωταρχικού ουρανίου πυρός μέσα στο έρεβος και τη νύχτα.

Οι περισσότερες θρησκείες των αρχαίων πολιτισμών ήταν ηλιολατρικές. Ο Ήλιος, ως ο πύρινος και αισθητός δημιουργός της ζωής, λατρεύτηκε όσο κανείς άλλος θεός. Στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο η ηλιολατρεία αντιπροσωπεύεται απ’ τους θεούς: Ήλιο-Sol, Απόλλωνα, Άδωνι, Διόνυσο-Βάκχο, Ηρακλή στην Ελληνική Επικράτεια, τον Όσιρι στην Αίγυπτο, τον Οντίν στην Βόρειο Ευρώπη, τους Μίθρα, Μπελ, Θαμμούζ και Σαμάς στην Μέση Ανατολή και Μεσοποταμία και την Αματεράσου στην Ιαπωνία. Στην Αμερικανική Ήπειρο ανάμεσα στους λαούς των Ίνκας, Μάγιας, Αζτέκων και των λοιπών Ινδιάνων ο θεός Ήλιος κατείχε την σημαντικότερη θέση λατρείας. Στην Σκανδιναβική Μυθολογία ο Θωρ είναι γυιός της Γιορτ και του θεού Ηλίου Οντίν και είναι ο πολεμιστής θεός της φωτιάς και των κεραυνών. Στην αρχαία ιρανική Ζωροαστρική θρησκεία ο μέγιστος θεός Αχούρα Μάζντα συμβολιζόταν από το πυρ. Στον Μιθραϊσμό επικράτησε η περσική πυρολατρία και η λατρεία του πυρφόρου θεού Ηλίου-Μίθρα. Στην ινδική θρησκεία ο Άγκνι είναι ο θεός της φωτιάς, που γεννήθηκε απ’ την τριβή δύο ξύλων και καταβρόχθισε τους γονείς του και έκτοτε τρέφεται απ’ τις προσφερόμενες θυσίες.

H φιλοσοφική έννοια του πυρός στην Αρχαία Ελλάδα

Στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφική σκέψη, η έννοια και ο συμβολισμός του πυρός έχουν εξέχουσα θέση. Στα φιλοσοφικά κείμενα όμως, υφίσταται ένας θεμελιακός διαχωρισμός δύο διαφορετικών ειδών πυρός. Ο διαχωρισμός αυτός αναφέρεται καθαρά στον Περιπατητικό φιλόσοφο Θεόφραστο: «Αυτό είναι που έλεγαν και οι παλαιοί, ότι το πυρ ζητεί πάντοτε τροφή και δεν ενδέχεται να διατηρήται χωρίς την καύσιμη ύλη. Γι’ αυτό φαίνεται άτοπο να το χαρακτηρίζουμε πρωταρχική ουσία και αρχή, αν δεν μπορή να υπάρξη χωρίς ύλη. Διότι ούτε ως απλό στοιχείο ούτε προηγούμενο του υποκειμένου και της καύσιμης ύλης μπορεί να είναι (το πυρ), εκτός αν υπάρχη τέτοια φύσις στην πρώτη σφαίρα, η οποία είναι αμιγής και καθαρή θερμότητα. Έτσι δεν θα καίη καθόλου. Αυτή όμως είναι η φύσις του πυρός (το να καίη), πλην εάν υπάρχουν πολλές και διαφορετικές φύσεις του πυρός. Και η μεν πρώτη φύσις είναι καθαρή και αμιγής, η δε περί την γήινη σφαίρα είναι αναμεμειγμένη (με άλλα στοιχεία) και πάντοτε σε διαδικασία γενέσεως» («Περί Πυρός», παρ. 4).

Αλλά και ο δάσκαλός του, ο Αριστοτέλης, κάνει τον ίδιο διαχωρισμό: «Από μίαν άποψη υπάρχει το πυρ ως στοιχείον (που είναι ίσως αυτό καθ’ εαυτό το άπειρον ή κάτι άλλο παρόμοιο), από μίαν άλλη άποψη όχι, διότι πυρ δεν είναι το ίδιο στοιχείο. Το πυρ είναι στοιχείο θεωρούμενο σαν κάτι το φυσικό, το όνομα όμως σημαίνει το τι έχει συμβεί σ’ αυτό, δηλαδή γίνεται κάτι εξ αυτού ως πρώτου ενυπάρχοντος.» («Μετά τα Φυσικά», 1052, παρ. 9.) Δηλαδή το πρώτο «ενυπάρχον πυρ» του Αριστοτέλους η «η θερμότητα της πρώτης σφαίρας» του μαθητή του Θεοφράστου μας δίνουν ξεκάθαρα μίαν άλλη, διαφορετική ποιότητα του πυρός ως ενέργειας, ως κάτι που προϋπήρχε.

Κατά τον Ηράκλειτο το «αείζωον πυρ» είναι αυτό το κοσμογονικό στοιχείο, που «εποίησε» τον κόσμο και όχι κάποιος θεός η άνθρωπος. «Κόσμον τόνδε των αυτών απάντων ούτε τις θεών ούτε τις ανθρώπων εποίησεν, αλλά ην αεί και έστιν και έσται πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα.» (Μετ.: «Τον κόσμο τούτο τον κοινό για όλους μήτε θεός μήτε άνθρωπος τον εποίησε, μα ήταν, είναι και θα είναι πυρ αείζωον, που ανάβει και σβήνει με μέτρο.»)

Ο Αριστοτέλης στο έργο του «Μετά τα Φυσικά», 984 α, αναφέρει για την Κοσμολογία του Ηρακλείτου: «Ο Ίππασος ο Μεταποντίνος και ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος λένε, ότι το Σύμπαν είναι ένα, κινούμενο και πεπερασμένο, και το πυρ θεωρούν ως την αρχή των όλων αλλά και των όντων, και δημιουργούνται τα όντα από την φωτιά με πύκνωση και αραίωση, ενώ διαλύονται και πάλι στο πυρ, ως αυτή να είναι μία υποκείμενη φύση που υπάρχει. Θεωρούν, ότι τα πάντα μεταβάλλονται με την φωτιά, και υπάρχει κάποια τάξη και καθωρισμένος χρόνος της μεταβολής του κόσμου, που διέπεται από ειμαρμένη – ανάγκη.»
Ο Αριστοτέλης ήταν εκείνος, που τεκμηρίωσε τις Ηρακλείτειες απόψεις περί του πρωταρχικού πυρός, υποστηρίζοντας, ότι το πυρ ως στοιχείο συνιστά κοσμολογική αρχή, καθ’ ότι είναι το περισσότερο ασώματο στοιχείο σε σχέση με τ’ άλλα στοιχεία, ενώ είναι αυτό που κινείται συνεχώς και κινεί τα υπόλοιπα πρωτίστως.

Ο Διογένης Λαέρτιος στο έργο του («Βίοι Φιλοσόφων», βιβλίο 9, παρ. 7-1) μας λέει για τον Ηράκλειτο: «Εκ του πυρός τα πάντα συνέστησαν και σε αυτό τα πάντα διαλύονται. Τα πάντα τελούνται συμφώνως προς τους νόμους της ειμαρμένης και δια της αντιθέσεως τελείται η αρμονία του κόσμου (…). Το πυρ είναι στοιχείο και δια της μετατροπής του γεννώνται τα πάντα, δια της αραιώσεως και της πυκνώσεως. Ωστόσο δεν ξεκαθαρίζει (ο Ηράκλειτος) τελείως την σκέψη του. Λέει, ότι τα πάντα γίνονται δια της εναντιώσεως και ότι τα πάντα ρέουν ως ποταμός. Το Σύμπαν είναι πεπερασμένο και ένας μόνο κόσμος υπάρχει, εγεννήθη δε εκ πυρός και στο πυρ θα επανέλθη μετά από κάποιες περιόδους εναλλάξ, αιωνίως, συμφώνως προς τους νόμους της ειμαρμένης. Μεταξύ των αντιθέτων υφίσταται ένας αγών, και όταν το αποτέλεσμα της διαμάχης πηγαίνει προς την γένεση καλείται πόλεμος και έρις, όταν δε προς την εκπύρωση ομόνοια και ειρήνη. Η κίνηση προς τα άνω και προς τα κάτω παράγει τον κόσμο κατά τον εξής τρόπο: Το πυρ συμπυκνούμενο υγροποιείται και καθίσταται ύδωρ, το δε ύδωρ, όταν πήζη, μετατρέπεται σε γη, αυτή δε είναι η προς τα κάτω πορεία. Αντιθέτως η γη μεταβάλλεται σε ύδωρ, και από αυτό παράγονται τα λοιπά, διότι ανάγει σχεδόν τα πάντα σε αναθυμίαση (εξάτμιση) της θαλάσσης. Αυτή δε είναι η πορεία προς τα άνω.»

Εδώ βλέπουμε μία ακριβή περιγραφή της φυσικής δημιουργίας από το κοσμογονικό πυρ μέσω της μετατροπής του στα τρία άλλα στοιχεία: ύδωρ, γη, αέρα, αλλά και την μεταβολή του ξανά σε πυρ. Επομένως το «άπειρον» του Αναξιμάνδρου, το «ύδωρ» του Θαλή, ο «αήρ» του Αναξιμένη και παρόμοιες τέτοιες αναφορές έχουν να κάνουν με πρωταρχικές κοσμογονικές καταστάσεις, που μόνο οι «Δήλιοι κολυμβητές» της σκέψης θα μπορέσουν ν’ αποκρυπτογραφήσουν. Αλλά και ο Πλούταρχος στο «Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς», 388 Ε, αναφέρει: «Τα πάντα προκύπτουν απ’ την ανταμοιβή της φωτιάς και με την σειρά τους όλα φωτιά γίνονται, όπως το χρυσάφι γίνεται χρήμα και το χρήμα χρυσάφι.»

Ο Αέτιος υπήρξε ένας Έλληνας δοξογράφος, που έζησε κατά το τέλος του α΄ έως τις αρχές του β΄ μ.Χ. αιώνα. Απ’ το έργο του «Περί των αρεσκόντων τοις φιλοσόφοις φυσικών δογμάτων, Επιτομή», μπορούμε να δούμε γενικά διάφορες φιλοσοφικές απόψεις περί πυρός: Στο «Περί θεού», 302, 13, μας λέει, ότι ο Δημόκριτος αποκαλεί τον θεό νου πύρινο και σφαιροειδή: «Δημόκριτος νουν τον θεόν εν πυρί σφαιροειδεί.» Για την ψυχή ο Δημόκριτος λέει, ότι είναι πύρινο κράμα εκ θεωρητών λόγων, όπου φέρει σφαιρικές τις ιδέες της, πύρινη την δύναμή της, η οποία σώμα (άυλο) αποτελεί: «Δημόκριτος πυρώδες σύγκριμα εκ λόγων θεωρητών, σφαιρικάς μεν εχόντων τας ιδέας, πυρίνην δε την δύναμιν, όπερ σώμα είναι.» («Περί ψυχής», 388, 5.)

Όπως ο Αέτιος μας πληροφορεί, παρόμοια άποψη περί της πυρώδους φύσης της ψυχής φέρουν και οι Παρμενίδης, Ίππασος, Ηρακλείδης, Λεύκιππος και οι Στωικοί. Κατά τον Παρμενίδη το γήρας επέρχεται από την έλλειψη του θερμού στοιχείου: «Παρμενίδης γήρας γίνεσθαι παρά την του θερμού υπόλειψιν.» («Περί τροφής», σελ. 443, 8.) Στο «Περί βροντών, αστραπών, κεραυνών, πρηστήρων, τυφώνων», 367-70, 19-22, αναφέρει και για ένα άλλο είδος πυρός, που εκδηλώνεται και στην φύση, τον «πρηστήρα», που είναι ένας θερμός και ορμητικός ανεμοστρόβιλος, που κατέρχεται ως θύελλα και εκτονώνεται μέσω κεραυνών.

Ο Αριστοτέλης στα «Μετεωρολογικά», 371a, 16-19, αναφέρει για τον πρηστήρα: «Όταν δε κατασπώμενον εκπυρωθή (τούτο δ’ εστίν εάν λεπτότερον το πνεύμα γένηται) καλείται πρηστήρ.» Δηλαδή όταν κατερχόμενο (το πνεύμα) σπάσει και εκπυρωθεί (και αυτό γίνεται, εάν το πνεύμα γίνει λεπτότερο) καλείται πρηστήρ. Πάλι εδώ βλέπουμε μία διαφορετική πρωταρχική έννοια του πρηστήρος.

Οι Πυθαγόρειοι, λέει, ότι θεωρούσαν το Σύμπαν ως σφαιρικό αποκύημα των τεσσάρων στοιχείων. Το δε πυρ ήταν ανώτατο των άλλων στοιχείων και είχε σχήμα κώνου. Αυτό μπορούμε να το δούμε και από το σχήμα της φλόγας, που ομοιάζει με πυραμίδα. «Οι από Πυθαγόρου τον κόσμον σφαίραν κατά σχήμα των τεττάρων στοιχείων. Μόνον δε το ανώτατον πυρ κωνοειδές.» («Περί ελαχίστου», 312, 14.) Για τους Πυθαγορείους η αρχή της γένεσης του Σύμπαντος έγινε απ’ το πυρ και το πέμπτο στοιχείο μαζί, τον αιθέρα. «Άρξασθαι δε την γένεσιν του κόσμου από πυρός και του πέμπτου στοιχείου.» («Πόθεν τρέφεται ο κόσμος», σελ. 333, 19.) Θεωρούσαν, ότι όλα τα ουράνια σώματα περιστρέφονται κυκλικά και με αρμονία γύρω από ένα «κεντρικό πυρ». Ο Ιωάννης Στοβαίος στο «Ανθολόγιο», βιβλίο 1, παρ. 22, 1, αναφέρει: «Ο Φιλόλαος τοποθετεί το πυρ στο μέσον, στο κέντρο. Το ονομάζει εστία των πάντων, οίκον του Διος, μητέρα των θεών, βωμό και συνοχή και μέτρο φύσεως. Επίσης τοποθετεί ένα δεύτερο πυρ, ανώτατο όλων, που περιέχει μέσα του τον κόσμο. Το κέντρο, λέει, είναι από την φύση του πρώτο, γύρω απ’ αυτό τα δέκα διαφορετικά σώματα εκτελούν τον ομαδικό τους χορό.» Η ύπαρξη ενός τέτοιου πυρώδους κέντρου συμβολιζόταν από την ιερή και άσβεστη εστία κάθε βωμού και ναού, αποτελώντας την έδρα της τιμώμενης θεότητος σε κάθε οικία με την κεντρική εστία, όπου η οικογένεια μαζευόταν γύρω απ’ την φωτιά-τζάκι, αλλά και απ’ το τιμητικό και άσβεστο πυρ του Πρυτανείου.

Κατά την Ελληνική φιλοσοφική σκέψη, τα φαινόμενα, που εξελίσσονται στο φυσικό Σύμπαν, είναι προϊόντα αντανάκλασης αντιστοίχων διεργασιών που συμβαίνουν σε ένα κοσμογονικό επίπεδο. Πρόκειται για την αντιστοιχία του μικρόκοσμου και του μακρόκοσμου.

πηγή
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ