Το Neostrategy.gr επανειλημμένως έχει εστιάσει στις εξαιρετικά σύνθετες συνθήκες που διαμορφώνονται στην εγγύς περιοχή μας, και αφορούν άμεσα την Ελλάδα, εξαιτίας των έως τώρα τεταμένων σχέσεων Ισραήλ – Τουρκίας. Το θέμα επανήλθε με ιδιαίτερη ένταση, λόγω των εσωτερικών συγκρούσεων στη Συρία, των επιθέσεων που δέχθηκαν πρόσφατα οι Δρούζοι από πιστούς στην κυβέρνηση – μαριονέτα της Τουρκίας, στη Δαμασκό, των βομβαρδισμών που έκανε το Ισραήλ ακόμα και σε κτήρια, όπως του συριακού υπουργείου Αμυνας, μέσα στην πρωτεύουσα της χώρας, και τις δηλώσεις υποστήριξης των Δρούζων εκ μέρους του Τελ Αβίβ.
Κατά την άποψη της Ασλί Αϊντιντασμπάς (Aslı Aydıntaşbaş – γεννημένη στη Σμύρνη), η οποία είναι αναλυτής στο Ινστιτούτο Brookings (Center on the United States and Europe at Brookings), καθώς και διευθύντρια του προγράμματος Turkey Project, η ρήξη Τουρκίας – Ισραήλ φαίνεται πως λαμβάνει χαρακτηριστικά ανταγωνισμού για την κυριαρχία τους στην περιφέρειά μας.
Και οι δύο δείχνουν να διεκδικούν ρόλο περιφερειακής ηγεμονικής δύναμης. Το Ισραήλ γεμάτο αυτοπεποίθηση, φαίνεται πως είναι αποφασισμένο να αλλάξει την περιοχή, κάτι που ενοχλεί τον Ερντογάν, ο οποίος για χρόνια επιδιώκει να πετύχει ηγεμονικό ρόλο. Η αντιπαράθεση έχει γεωπολιτικό χαρακτήρα, αλλά έχει ενδυθεί και ιδεολογικούς μανδύες. Κατά την Α. Αϊντιντασμπάς, αυτά τα ανταγωνιστικά ιδεολογικά σχήματα δεν αφήνουν περιθώριο για συμβιβασμό.
Αναλυτικά, στο άρθρο της στους Financial Times, αναφέρει: «Ο πόλεμος των δώδεκα ημερών μεταξύ Ισραήλ – Ιράν άλλαξε την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή. Ένα Ισραήλ γεμάτο αυτοπεποίθηση και αποφασισμένο να αλλάξει την περιοχή, ένα αποδυναμωμένο Ιράν που προσπαθεί να επιβιώσει, και οι αναποφάσιστες ΗΠΑ που δεν επιθυμούν να εμπλακούν σε άλλη μία παρατεταμένη σύγκρουση.
Ωστόσο, ίσως το πιο επικίνδυνο επακόλουθο δεν είναι η συνέχιση της σύγκρουσης με το Ιράν, αλλά η οξεία αντιπαλότητα που αναδύεται μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ. Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν, μιλώντας πρόσφατα στη Σύνοδο του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας, περιέγραψε το νέο κλίμα που επικρατεί στην Άγκυρα: «Δεν υπάρχει Παλαιστινιακό, Λιβανικό, Συριακό, Υεμενικό, Ιρανικό προβλήματα. Υπάρχει πρόβλημα με το Ισραήλ». Αυτή η δήλωση αντικατοπτρίζει μια μετατόπιση στην τουρκική αντίληψη για τον ρόλο του Ισραήλ στην περιοχή. Από σύμμαχος, κατέληξε ανταγωνιστής, και πλέον το Ισραήλ ολοένα περισσότερο αντιμετωπίζεται ανοικτά ως εχθρός.

Στην Άγκυρα υπάρχει εμφανής ενόχληση από το Ισραήλ και τον νέο του ρόλο ως περιφερειακής ηγεμονικής δύναμης. Ρόλο που για χρόνια επεδίωκε ο Ταγίπ Ερντογάν. Ο εκ των κύριων συμμάχων του Τούρκου προέδρου, ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί (σ.σ. ακροδεξιός, «γκρίζος λύκος»), κατηγόρησε πρόσφατα το Ισραήλ ότι προσπαθεί να «περικυκλώσει την Ανατολία» και να αποσταθεροποιήσει την Τουρκία. Ιδέες που παλαιότερα συναντούσε κανείς μόνο στον ταμπλόϊντ κίτρινο Τυπο, πλέον έχουν πάψει να θεωρούνται περιθωριακές ακόμη και στους κύκλους του τουρκικού κρατικού μηχανισμού και των κυρίαρχων Μέσων Ενημέρωσης.
Οι ίδιες ακριβώς απόψεις υπάρχουν και στο Ισραήλ, όπου ειδικά κύκλοι παραγόντων των Υπηρεσιών Ασφαλείας (σ.σ. Υπηρεσιών Πληροφοριών και Ενόπλων Δυνάμεων) θεωρούν την περιφερειακή επιρροή της Τουρκίας ως μακροπρόθεσμη απειλή. «Πιο επικίνδυνη και από το Ιράν».
Ως γνωστόν, η δημόσια υποστήριξη του Ερντογάν στη Χαμάς προκαλεί έντονες αντιδράσεις από την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, όπως αντίστοιχες λεκτικές επιθέσεις εκ μέρους της Αγκυρας προκαλεί η ενίσχυση των δεσμών του Ισραήλ με τους Κούρδους της Συρίας, τους οποίους η Άγκυρα παραδοσιακά θεωρεί απειλή. Σε μια ήδη εύθραυστη περιοχή, η αντιπαράθεση μεταξύ δύο από τους ισχυρότερους στρατούς της Μέσης Ανατολής (και οι δύο σύμμαχοι των ΗΠΑ) θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την κατάσταση.
Η σύγκρουση έχει τόσο ιδεολογικό όσο και γεωπολιτικό χαρακτήρα. Η κυβέρνηση Ερντογάν παντρεύει το σουνιτικό Ισλάμ με τον τουρκικό εθνικισμό, ενώ κορωνίδα της είναι η διακήρυξη του «Αιώνα της Τουρκίας», μια εποχή τουρκικής ισχύος παγκοσμίως. Την ίδια στιγμή, στο Ισραήλ κυβερνά μια ακροδεξιά συμμαχία με σκληρές, μεσιανικές αντιλήψεις για το μέλλον του Ισραήλ, επιδιώκοντας μεταξύ άλλων τη στρατιωτική κυριαρχία σε Λίβανο, Γάζα και Συρία. Αυτά τα ανταγωνιστικά ιδεολογικά σχήματα δεν αφήνουν περιθώριο για συμβιβασμό.
Η Συρία έχει μετατραπεί στο το πιο πιθανό πεδίο σύγκρουσης. Μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, στα τέλη του 2024, και οι δύο χώρες επιδιώκουν να διαμορφώσουν εκεί μια νέα μεταπολεμική τάξη. Η Τουρκία ενίσχυσε την επιρροή της στηρίζοντας συμμάχους της, που πλέον βρίσκονται στην εξουσία, και επιδιώκει την ισχυροποίηση μιας συγκεντρωτικής κυβέρνησης προσανατολισμένης προς την Άγκυρα.
Ηδη η Τουρκία ελέγχει σημαντικά εδάφη στη βόρεια Συρία και προσπαθεί να επεκτείνει την οικονομική και στρατιωτική παρουσία της. Το Ισραήλ, από την άλλη πλευρά, έχει εντείνει τις αεροπορικές του επιδρομές και έχει εκφράσει στήριξη στην αυτονομία των Κούρδων και των Δρούζων, αντιμετωπίζοντας με καχυποψία τη νέα συριακή ηγεσία λόγω του τζιχαντιστικού παρελθόντος της.

Η ένταση κορυφώθηκε τον Απρίλιο, όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε πλήγματα σε εγκατάσταση όπου σχεδιαζόταν η ανέγερση τουρκικής στρατιωτικής βάσης. Παρόλο που υπάρχει ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας στρατιωτικών μεταξύ των δύο χωρών, οι ουσιαστικές διπλωματικές σχέσεις έχουν παγώσει. Στο μεταξύ, η Τουρκία παίρνει τα μαθήματά της από την εκστρατεία (σ.σ. ΗΠΑ – Ισραήλ) κατά του Ιράν. Τα πλήγματα στην ηγεσία των ιρανικών Ενόπλων Δυνάμεων από το Ισραήλ αποτέλεσε μια ξεκάθαρη επίδειξη υπεροχής σε επίπεδο αεροπορίας και πληροφοριών. Η Άγκυρα έχει ήδη τρέχει για να διορθώνει τις δικές της αδυναμίες.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, πρέπει να αξιοποιήσει τις καλές σχέσεις του τόσο με τον Νετανιάχου όσο και με τον Ερντογάν για να διαχειριστεί αυτήν την αντιπαράθεση. Η λήξη του πολέμου στη Γάζα ίσως αμβλύνει τις τουρκικές βλέψεις, αλλά το μακροπρόθεσμο κλίμα ανταγωνισμού ανάμεσα στο Ισραήλ και την Τουρκία δύσκολα θα εκλείψει.
Για δεκαετίες, οι Αμερικανοί εγκέφαλοι στρατηγικών σχεδιασμών θεωρούσαν την Τουρκία και το Ισραήλ ως αναντικατάστατους —αν και δύσκολους— συμμάχους. Δύο πυλώνες της περιφερειακής σταθερότητας. Σήμερα, οι δύο αυτοί πυλώνες συγκρούονται μεταξύ τους. Με το Ιράν αποδυναμωμένο, η Ουάσινγκτον και οι σύμμαχοί της οφείλουν να αναγνωρίσουν το εξής: η επόμενη κρίσιμη δοκιμασία για τη Μέση Ανατολή ενδέχεται να έρθει από την Άγκυρα και την Ιερουσαλήμ».https://neostrategy.gr/
**Τό ιστολόγιο δέν συμφωνει απαραίτητα με τις απόψεις των αρθρογράφων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου