“Νεκρικοί διάλογοι” αφιερωμένοι σε άφρονες πολιτικούς
Γράφει ο Δημήτριος Μάρκου
Οι “Νεκρικοί διάλογοι”, έργο του Σύρου Αττικιστή Λουκιανού, είναι σατιρικοί διάλογοι στον κόσμο των αποθανόντων με τους οποίους σχολιάζεται η ματαιοπονία και η υποκρισία των ανθρώπων. Κεντρικό πρόσωπο είναι ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος. Ο Λουκιανός είναι ένας Αττικιστής συγγραφέας και ρήτορας. Γεννήθηκε το 120 μ.Χ. στα Σαμοσάτα Κομμαγηνής στην Συρία, γι’ αυτό και ονομάζεται Σαμοσατεύς.. Επιδόθηκε στα γράμματα και επιθυμούσε να γίνει ρήτορας, που ήταν τότε και το κορύφωμα της παιδείας. Έμαθε την ελληνική γλώσσα και τη ρητορική και έγινε δικηγόρος στην Αντιόχεια. Αλλά επιθυμώντας φήμη και κέρδος, διδάχθηκε ακόλουθα σοφιστική ρητορική στη Σμύρνη, και σαν σοφιστής άρχισε να επιδεικνύει την τέχνη του σε γιορτές και πανηγύρεις. Περιόδευσε τη Μικρά Ασία, τη Μακεδονία, και αφού έμεινε αρκετά στην Ελλάδα, πέρασε στην Ιταλία για να καταλήξει στη Ρώμη. Αφού γρήγορα αναγνώρισε την κενότητα του νέου επαγγέλματος, παραιτήθηκε απ’ αυτό και στράφηκε προς τη φιλοσοφία γοητευμένος από τους Πλατωνικούς. Επειδή ήταν φτωχός περιόδευσε σαν σοφιστής τη Γαλατία, διδάσκοντας και απαγγέλλοντας, για να αποκτήσει πλούτο πολύ. Ύστερα απ’ όλα αυτά, ξανάρθε στην Αθήνα, όπου φιλοσοφούσε και συνέγραφε τους περίφημους Διαλόγους του. Ο Λουκιανός, όπως αναφέρεται, έγραψε 82 έργα, από τα οποία πολλά θεωρούνται ψευδεπίγραφα. Τα ωραιότερα έργα του είναι τα διαλογικά. Γενικά οι υποθέσεις των συγγραφών του θέλγουν για την ποικιλία τους.
Ο Λουκιανός με οξύτατο βλέμμα διείδε τα πλημμελήματα των συγχρόνων του, τη δεισιδαιμονία, τον παρασιτισμό, την προσποίηση των φιλοσόφων, την απειροκαλία των γραμματικών, πράγματα που στιγμάτισε με γελαστούς χαριεντισμούς και δηκτικά σκώμματα. Δεινός ζωγράφος των ανθρωπίνων αδυναμιών, σκώπτει και χλευάζει, όχι απλώς για να κάνει τον αναγνώστη να γελάσει, αλλά για να διδάξει, επιδεικνύοντας τη φωτεινή διαύγεια και το κάλλος της ελληνικής διάνοιας.
Το σημερινό μας άρθρο είναι αφιερωμένο στους άφρονες πολιτικούς μας, που από το 1974 και μετά κυβέρνησαν την πατρίδα μας, αλλά κυρίως στους σύγχρονους Εφιάλτες και Νενέκους, που μας έβαλαν στην λαιμητόμο της Ε.Ε, και σε όσους μας επέβαλαν τα μνημόνια. Θα βασιστεί σε δύο αποσπάσματα από τους “Νεκρικούς διαλόγους”.
Ας δούμε τον πρώτο, στον οποίο περιγράφεται η είσοδος των νεκρών στη βάρκα του Χάρου, που θα τους μεταφέρει στον Άδη. Πριν εισέλθουν οι νεκροί στη βάρκα πρέπει να αφήσουν όλα τα περιττά που είχαν στη ζωή:
[[ ΧΑΡΩΝ. Ἀκοῦστε πῶς ἔχουν τὰ πράγματα. Ὅπως βλέπετε, τὸ σκάφος μας, εἶναι μικρό, σχεδὸν σάπιο καὶ τρύπιο· ἄν γείρει πρὸς τὴ μιὰ ἤ τὴν ἄλλη πλευρά, πάει, ἀνατράπηκε. Ἐσεῖς καταφτάνετε ἐδῶ κατὰ στίφη, κουβαλώντας πολλὰ ὁ καθένας. Ἄν λοιπὸν μπεῖτε μαζὶ μ’ ὅλα τοῦτα, φοβᾶμαι μήπως ἔπειτα τὸ μετανιώσετε, ἰδιαίτερα ὅσοι δὲν ξέρετε κολύμπι.
ΕΡΜΗΣ. Τὶ νὰ κάνουμε λοιπὸν γιὰ να ‘χουμε καλὸ ταξίδι;
ΧΑΡΩΝ. Θὰ σᾶς πῶ ἐγώ. Πρέπει νὰ ἀφήσετε ὅλα τὰ περιττὰ στὴν παραλία καὶ νὰ ἐπιβιβαστεῖτε γυμνοί, γιατὶ ἀκόμη κι ἔτσι, μόλις ποὺ σᾶς ἀντέχει τὸ πλοῖο. Ὅσο γιὰ σένα Ἑρμῆ, να ‘χεις τὸ νοῦ σου ἀπὸ δῶ καὶ πέρα νὰ μὴν ἀφήσεις κανένα τους νὰ μπεῖ στὸ πλοῖο ἄν δὲν εἶναι γυμνὸς καὶ δὲν ἔχει πετάξει τὰ πράγματά του ὅπως εἶπα. Στάσου στὴ σκάλα, ξεχώριζέ τους καὶ βάλ’τους μέσα, ἀφοῦ πρῶτα τοὺς ἀναγκάσεις νὰ γδυθοῦν.
ΕΡΜΗΣ. Καλὰ λές. Ἔτσι θὰ κάνουμε. Ἔ, ποιὸς εἶναι πρῶτος;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Ἐγώ, ὁ Μένιππος. Να, τὸ σακκίδιό μου, Ἑρμῆ, καὶ τὸ μπαστούνι μου, τὰ ρίχνω στὴ λίμνη. Τὸ τριμμένο πανωφόρι οὔτε κὰν τὸ ἔφερα καὶ καλὰ ἔκανα.
ΕΡΜΗΣ. Μπὲς μέσα Μένιππε, ἄξιε ἄνθρωπε, καὶ πᾶρε τὴν τιμητικὴ θέση δίπλα στὸν κυβερνήτη, ἐκεῖ ψηλά, γιὰ νὰ τοὺς βλέπεις ὅλους. Τοῦτος ὁ ὡραῖος πάλι, ποιὸς εἶναι;
ΧΑΡΜΟΛΕΩΣ. Εἶμαι ὁ Χαρμόλεως ἀπὸ τὰ Μέγαρα, ὁ ἀξιαγάπητος ποὺ τὸ φιλί μου ἄξιζε δύο τάλαντα.
ΕΡΜΗΣ. Βγάλε λοιπὸν τὴν ὀμορφιά, τὰ χείλη μαζὶ μὲ τὰ φιλιά, τὰ πυκνὰ μαλλιά, τὰ κόκκινα μάγουλα κι ὅλο σου τὸ δέρμα. Ἐντάξει, ξαλάφρωσες, ἐπιβιβάσου τώρα. Ποιὸς εἶσαι ἐσὺ ἐκεῖ, μὲ τὸ πορφυρὸ ἔνδυμα καὶ τὸ διάδημα, ὁ σκυθρωπός;
ΛΑΜΠΙΧΟΣ. Ὁ Λάμπιχος, ὁ τύραννος τῆς Γέλας.
ΕΡΜΗΣ. Γιατὶ λοιπὸν, Λάμπιχε, κουβαλᾶς τόσα μαζί σου;
ΛΑΜΠΙΧΟΣ. Καὶ γιατί; Ἔπρεπε να ῤθω γυμνὸς Ἑρμῆ, τύραννος ἄνθρωπος;
ΕΡΜΗΣ. Τύραννος ὄχι, νεκρὸς ναί. Γι’αὐτὸ βγάλ’τα.
ΛΑΜΠΙΧΟΣ. Νά, πέταξα τὸν πλοῦτο μου.
ΕΡΜΗΣ. Πέταξε καὶ τὴ ματαιοδοξία Λάμπιχε, μαζὶ μὲ τὴν ὑπεροψία. Θὰ βαρύνει ἡ βάρκα ἄν ἔρθουν κι αὐτὲς μαζί.
ΛΑΜΠΙΧΟΣ. Ἄσε με τουλάχιστον νὰ κρατήσω τὸ διάδημα καὶ τὸν μανδύα μου.
ΕΡΜΗΣ. Σίγουρα ὄχι. Ἄφησέ τα καὶ τοῦτα.
ΛΑΜΠΙΧΟΣ. Ἄς εἶναι. Τὶ ἄλλο; Τ’ἄφησα ὅλα ὅπως βλέπεις.
ΕΡΜΗΣ. Μένουν ἀκόμα ἡ ὠμότητα, ἡ παλαβομάρα, ἡ αὐθάδεια καὶ ἡ ὀργή. Πέταξέ τα καὶ τοῦτα.
ΛΑΜΠΙΧΟΣ. Νά, εἶμαι γυμνός.
ΕΡΜΗΣ. Τώρα μπές. Κι ἐσὺ ὁ χονντρός, ὁ πολύσαρκος, ποιὸς εἶσαι;
ΔΑΜΑΣΙΑΣ. Ὁ Δαμασίας ὁ ἀθλητής.
ΕΡΜΗΣ. Ναί, μοιάζεις. Σὲ ξέρω, γιατὶ σὲ εἶδα πολλὲς φορὲς στὶς παλαίστρες.
ΔΑΜΑΣΙΑΣ. Ναί, Ἑρμῆ. Ἄσε με ὅμως νὰ μπῶ, ἀφοῦ εἶμαι γυμνός.
ΕΡΜΗΣ. Δὲν εἶσαι γυμνὸς φίλε μου, μὲ τόσες σάρκες πάνω σου. Βγάλ’τες λοιπόν, γιατὶ θὰ βουλιάξεις τὸ σκᾶφος, ἄν ἀνεβάσεις ἔστω καὶ τὸ ἕνα σου πόδι. Πέταξε ἐπίσης τὰ στεφάνια τοῦτα καὶ τὶς διακηρύξεις τῆς δύναμής σου.
ΔΑΜΑΣΙΑΣ. Νά, ὅπως βλέπεις εἶμαι πραγματικὰ γυμνὸς καὶ ἴσος στὸ βάρος μὲ τοὺς ἄλλους νεκρούς.
ΕΡΜΗΣ. Καλύτερα ἔτσι ἀνάλαφρος. Μπὲς λοιπόν. Κι ἐσύ, Κράτωνα, πέταξε τὸν πλοῦτο, τὴ μαλθακότητα, τὴν καλοπέραση καὶ μὴ φέρνεις μέσα τὶς νεκρικὲς προσφορές, οὔτε τὶς διακρίσεις τῶν προγόνων σου· ἄσε πίσω σου τὴν καταγωγή, φήμη, τὶς δημόσιες διακηρύξεις πρὸς τιμή σου, τὶς ἐπιγραφὲς στοὺς ἀδριάντες, καὶ μὴ λὲς πὼς κατασκεύασαν μεγάλο τάφο πάνω ἀπὸ τὸ σῶμα σου, γιατὶ βαραίνουν κι αὐτὰ ὅταν τὰ θυμᾶσαι.
ΚΡΑΤΩΝ. Δὲν μοῦ ἀρέσει, μὰ τὰ ρίχνω ὅλα. Τὶ ἄλλο μπορῶ νὰ κάνω;
ΕΡΜΗΣ. Πῶ, πῶ! Ἐσὺ ὁ ἁρματωμένος, τὶ θέλεις; Γιατὶ κουβαλᾶς τὸ τρόπαιο τοῦτο;
ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ. Ἐπειδὴ νίκησα Ἑρμῆ, διακρίθηκα καὶ ἡ πόλη μὲ τίμησε.
ΕΡΜΗΣ. Ἄσε πάνω στὴ γῆ τὸ τρόπαιο. Στὸν Ἅδη ὑπάρχει εἰρήνη καὶ δὲν θὰ σοῦ χρειαστοῦν τὰ ὅπλα. Τοῦτος πάλι ὁ σεβάσμιος, ἄν κρίνω ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση, καὶ ὑπερήφανος, μὲ τὰ σηκωμένα φρύδια, ὁ περίφροντις, ποιὸς νὰ εἶναι, αὐτὸς μὲ τὴ μακριὰ γενειάδα;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Κάποιος φιλόσοφος Ἑρμῆ, ἤ καλυτερα κάποιος τσαρλατάνος, ποὺ ὅλο κουβεντιάζει γιὰ θαύματα. Γδῦστον λοιπὸν καὶ τοῦτον. Θὰ δεῖς πολλὰ καὶ γελοῖα πράγματα, κρυμμένα κάτω ἀπὸ τὸ πανωφόρι του.
ΕΡΜΗΣ. Βγάλε πρῶτα τὴ στολή, κι ἔπειτα ὅλα τ’ἄλλα. Δία μου, πόση ἀλαζονεία μεταφέρει, πόση ἀμάθεια, διχόνοια, ματαιοδοξία, ἀναπάντητα ἐρωτήματα, ἀκανθώδη ἐπιχειρήματα, πολύπλοκες ἔννοιες, ἀλλὰ καὶ πάρα πολλὴ ματαιοπονία, οὐκ ὀλίγη ἀνοησία, κούφια λόγια, σχολαστικισμό, μὰ τὸν Δία, καὶ χρυσάφι, ἡδυπάθεια, ἀναισχυντία, ὀργή, τρυφή, καὶ μαλθακότητα! Δὲν μοῦ ξέφυγε τίποτε, ἄν καὶ προσπαθεῖς ἐπιμελῶς νὰ τὰ κρύψεις. Πέταξε καὶ τὸ ψέμα, τὴν περηφάνια καὶ τὴν πεποίθηση πως εἶσαι ἀνώτερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ἄν πήγαινες νὰ ἐπιβιβαστεῖς μὲ ὅλα τοῦτα, οὔτε πολεμικὸ πλοῖο μὲ πενήντα κουπιά δὲν θὰ σὲ ἄντεχε.
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ. Τὰ πετῶ λοιπὸν ἀφοῦ ἔτσι μὲ διατάζεις.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Ναί, ἀλλὰ πρέπει νὰ βγάλει καὶ τὸ μοῦσι, Ἑρμῆ, ποὺ εἶναι βαρὺ καὶ φουντωτό, ὅπως βλέπεις. Ἔχει τουλάχιστον δυόμισι κιλὰ μαλλί.
ΕΡΜΗΣ. Καλὰ λές. Βγάλ’το καὶ τοῦτο.
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ. Καὶ ποιὸς θὰ μὲ κουρέψει;
ΕΡΜΗΣ. Ὁ Μένιππος ἀπὸ δῶ, θὰ πάρει πέλεκυ ναυπηγοῦ καὶ θὰ τὸ κόψει, χρησιμοποιώντας τὴν ἀποβάθρα γιὰ κούτσουρο.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Ὄχι Ἑρμῆ. Δῶσε μου πριόνι. Θὰ ἔχει περισσότερη πλάκα ἔτσι.
ΕΡΜΗΣ. Κι ὁ πέλεκυς καλὸς εἶναι. Μπράβο. Τώρα ποὺ ἔχασες τὸ τραγίσιο γένι, δείχνεις πιὸ ἀνθρώπινος.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Θέλεις νὰ ἀραιώσω λίγο καὶ τὰ φρύδια του;
ΕΡΜΗΣ. Σίγουρα. Τὰ σηκώνει πάνω ἀπὸ τὸ μέτωπο, λὲς καὶ θέλει νὰ φτάσει κι ἐγὼ δὲν ξέρω ποῦ. Τὶ συμβαίνει; Κλαῖς κάθαρμα καὶ δειλιάζεις μπροστὰ στὸν θάνατο;Μπὲς μέσα λοιπόν.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Ἔχει ἀκόμη κάτι πολὺ βαρύ, κάτω ἀπὸ τὴ μασχάλη.
ΕΡΜΗΣ. Τὶ, Μένιππε;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Τὴν κολακεία, Ἑρμῆ, ποὺ τοῦ χρησίμευσε πολὺ στὴ ζωή του.
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ. Πέταξε τότε κι ἐσὺ Μένιππε, τὴν ἐλευθερία, τὴν παρρησία, τὴν εὐθυμία, τὴν ἀνώτερη συμπεριφορά καὶ τὸ γέλιο. Εἶσαι ὁ μόνος ποὺ γελᾶς.
ΕΡΜΗΣ. Ὄχι, κράτησέ τα· Εἶναι ἐλαφριά, μεταφέρονται εὔκολα κι εἶναι χρήσιμα στὸ ταξίδι. Ἐσὺ πάλι, ρήτορα, πέταξε τὴν τόση ἀπεραντολογία, τὶς ἀντιθέσεις, τὶς παρισώσεις, τὶς περιόδους, τοὺς βαρβαρισμοὺς καὶ τὰ ἄλλα ποὺ βαραίνουν τὰ λόγια σου.
ΡΗΤΟΡΑΣ. Ὁρίστε, τὰ πετῶ.
ΕΡΜΗΣ. Ὡραῖα. Λῦσε λοιπὸν τὰ παλαμάρια, ἄς ἀνεβάσουμε τὴ σκάλα, ἄς σηκώσουμε τὴν ἄγκυρα, ἅπλωσε τὸ πανί, κι ἐσύ, Χάροντα, πάρε τὸ τιμόνι. Καλό μας ταξίδι. Γιατὶ θρηνεῖτε, ματαιόδοξοι, ἰδίως ἐσὺ ὁ φιλόσοφος, ποὺ μόλις σοῦ λεηλάτησαν τὸ μοῦσι;
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ. Ἐπειδὴ Ἑρμῆ, νόμιζα πὼς ἡ ψυχὴ μένει ἀθάνατη.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Ψέματα λέει. Ἄλλα τὸν στενοχωροῦν.
ΕΡΜΗΣ. Ποιά;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Τὸ ὅτι δὲν θὰ παίρνει πιὰ μέρος σὲ πολυτελῆ δεῖπνα, οὔτε θὰ βγαίνει ἔξω τὴ νύχτα, κρυφὰ ἀπ’ὅλους μὲ τὸ πανωφόρι τυλιγμένο γύρω ἀπὸ τὸ κεφάλι, γιὰ νὰ φέρνει γύρω τὰ πορνεῖα, καὶ τὸ πρωί, νὰ ἐξαπατᾶ τοὺς νέους καὶ νὰ παίρνει χρήματα γιὰ τὴ σοφία του. Αὐτὰ τὸν στενοχωροῦν.
ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ. Ἐσὺ Μένιππε, δὲν στενοχωριέσαι ποὺ πέθανες;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Πῶς Θὰ μποροῦσα ἀφοῦ ἐπίσπευσα τὸ θάνατό μου, χωρίς νὰ μὲ καλέσει κανεῖς; Τώρα ποὺ μιλᾶμε ὅμως, δὲν ἀκούγεται ἕνας θόρυβος, λὲς καὶ κάποιοι φωνάζουν στὴ γῆ;
ΕΡΜΗΣ. Ναί, Μένιππε, καὶ δὲν ἀκούγεται ἀπὸ ἕνα μέρος. Ἄλλοι ἔχουν συγκεντρωθεῖ στὴν ἐκκλησία τοῦ δήμου καὶ γελοῦν, εὐχαριστημένοι ὅλοι μὲ τὸ θάνατο τοῦ Λαμπίχου, οἱ γυναῖκες ἔχουν πιάσει τὴ γυναίκα του, ἐνῶ τὰ παιδάκια του τὰ κτυποῦν μὲ πολλὲς πέτρες ἄλλα παιδιά. Ἄλλοι πάλι, στὴ Σικυώνα, ἐπαινοῦν τὸν Ρήτορα Διόφαντο γιὰ τὸν ἐπιτάφιο λόγο πρὸς τιμὴν τοῦ Κράτωνα ἀπὸ δῶ. Καί, μὰ τὸν Δία, ἡ μητέρα τοῦ Δαμασία ὀδύρεται καὶ σέρνει τὸ μοιρολὀι μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες γυναῖκες γιὰ τὸν Δαμασία. Ἐσένα ὅμως, Μένιππε, κανένας δὲν σὲ κλαίει. Εἶσαι ὁ μόνος ποὺ ἀναπαύεται ἥσυχα.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Κάθε ἄλλο, θ’ἀκούσεις μετὰ ἀπὸ λίγο τὰ σκυλιά, νὰ οὐρλιάζουν σπαρακτικὰ γιὰ μένα καὶ τὰ κοράκια νὰ χτυποῦν τὰ φτερά τους, ὅταν συγκεντρωθοῦν νὰ μὲ θάψουν.
ΕΡΜΗΣ. Εἶσαι ἀνώτερος ἄνθρωπος Μένιππε. Ἀλλὰ τώρα ποὺ φτάσαμε, ἐσεῖς πηγαίνετε στὸ δικαστήριο, ἀκολουθώντας τὴν εὐθεία ἐκείνη, ἐνῶ ἐγὼ κι ὁ πορθμέας θὰ πᾶμε νὰ φέρουμε ἄλλους.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ. Καλὸ ταξίδι να ‘χετε, Ἑρμῆ. Πᾶμε κι ἐμεῖς. Γιατὶ λοιπὸν καθυστερεῖτε; Θὰ χρειαστεῖ νὰ δικαστοῦμε καὶ λένε πὼς οἱ τιμωρίες εἶναι βαριές, τροχοί, βράχοι, καὶ γῦπες. Θὰ ἀποκαλυφθεῖ βλέπετε, ἡ ζωὴ τοῦ καθενός.. ]]
Ποιος από αυτούς τους επιφανείς τενεκέδες με την παροδική λάμψη, που μας πούλησαν στο ΔΝΤ και τους αφανείς Εβραίους τοκογλύφους, σκέφτηκε όσα έχει πει ο “εκκλησιαστής” και επανέλαβε ο αξέχαστος ηθοποιός Σταύρος Ξενίδης σε κάποιο έργο του ωραίου ελληνικού κινηματογράφου, και ποιος εμβάθυνε στο νόημα της φράσης: «ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης»;
Οι 300 βουλευτές, που ψήφισαν τα τρία μνημόνια και ξεπούλησαν την Ελλάδα μας- συμπεριλαμβάνω κι αυτούς του ΚΚΕ γιατί τα πυρά τους είναι άσφαιρα- ξέχασαν το τραγούδι:
«Τούτη η γης που την πατούμε, όλοι μέσα θε να μπούμε,
τούτη η γης με τα λιθάρια, τρώει νιούς και παλληκάρια,
τούτη θα με φάει κι εμένα, γράψε αλλοίμονο σε σένα. »
Κι όταν μπει στη μαύρη γη ο Βουβαλοθόδωρας ο Πάγκαλος, ο Βενιζέλος, ο Πάνος ο Καμμένος, ο Βούτσης κι ο Φίλης, τι γλέντι θα κάνουν τα σκουλήκια; Γιατί τα πάχη τους, τα κάλλη τους, την αλαζονεία τους, την αμετροέπειά τους, τον κυνισμό τους, την αφροσύνη τους, όλα τα θα έχουν αφήσει πριν μπουν στη βάρκα, όπως ο Λάμπιχος του νεκρικού διαλόγου. Από κοντά πηγαίνουν οι Φλαμπουράρης, Σταθάκης, οι οποίο προκλητικά σαν νέοι “εκκλησιαστές” επαναλαμβάνουν: «Κατασκεύασα μεγάλα έργα, έχτισα για τον εαυτό μου σπίτια και φύτεψα αμπέλια, έφτιαξα κήπους και φυτείες με όλων των ειδών τα οπωροφόρα δέντρα. Κατασκεύασα δεξαμενές νερού για να ποτίζω τα δέντρα του άλσους. Αγόρασε δούλους και δούλες, χώρια οι δούλοι που είχαν γεννηθεί στο σπίτι μου. Ακόμη απέκτησα κοπάδια αγελάδες και πρόβατα περισσότερα από όσα είχαν όλοι όσοι έζησαν πριν από μένα στην Ιερουσαλήμ. Επίσης συγκέντρωσα ασήμι και χρυσάφι και βασιλικούς θησαυρούς από τις χώρες που κυβέρνησα. Απέκτησα τραγουδιστές και τραγουδίστριες και πολυάριθμες γυναίκες, όσες θα μπορούσε κανείς να επιθυμήσει.
Έγινα μεγάλος και ξεπέρασα όλους εκείνους που έζησαν πριν από μένα στην Ιερουσαλήμ. Η σοφία μου με βοήθησε, έτσι που ό,τι επιθύμησαν τα μάτια μου να μην τους το αρνηθώ• δεν αποστέρησα τον εαυτό μου από καμιά χαρά. Απολάμβανα το κάθε έργο μου, κι αυτό ήταν η αμοιβή μου για όλους τους κόπους μου.» (“Εκκλησιαστής”, 4- 10)
Να θυμίσουμε, όμως, στους σκατόψυχους- και σ’ αυτούς θα προσθέσουμε όλους όσους μας προκάλεσαν όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και όσους μας προκαλούν τώρα- πως λίγο παρακάτω ο ίδιος ο “εκκλησιαστής” λέει: «τὰ πάντα εἰς τόπον ἕνα• τὰ πάντα ἐγένετο ἀπὸ τοῦ χοός, καὶ τὰ πάντα ἐπιστρέψει εἰς τὸν χοῦν.
Οι δωσίλογοι πολιτικοί μας θυσιάζοντας το λαό τους, την πατρίδα τους, έσωσαν τους τραπεζίτες, δηλαδή τα αφεντικά τους! «Οι Έλληνες έσωσαν τις ευρωπαϊκές τράπεζες και κυρίως την Deutsche Bank», μας πληροφορούν διακεκριμένοι οικονομικοί αναλυτές του εξωτερικού και ξένοι ευρωβουλευτές.
Οι πολιτικοί μας εκχώρησαν την εθνική κυριαρχίας στην τρόικα και τους οικονομικούς δολοφόνους των λαών, στραγγαλίζοντας τη νεολαία μας, οδηγώντας στη λαιμητόμο τους εργαζόμενους, σφαγιάζοντας τους καταστηματάρχες. Η Ευρωζώνη, που προωθεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου στραγγαλίζοντας τις ελευθερίες των εργαζομένων σε όλες τις χώρες, κυνικά ζητάει το αίμα των Ελλήνων. Μετέτρεψε την χώρα του φωτός σε χωματερή, συσσωρεύοντας εδώ τους μουσουλμάνους που κατέστησε απάτριδες γιατί έκανε κόλαση τις χώρες τους. Και επειδή η διεθνής μαφία του χρήματος επιθυμεί να δημιουργηθεί κουρδικό κράτος, για να μην θυμώσει ο σουλτάνος Ερντογάν, του υποσχέθηκε τα νησιά του Αιγαίου. Ακόμη και η Αίγινα είναι στο στόχαστρο των Τούρκων. Και η κυβέρνηση- μαριονέτες του Ελλαδιστάν όχι μόνο δεν διαμαρτύρεται στους διεθνείς οργανισμούς, αλλά απεναντίας ο υπουργός εξωτερικών Κοτζιάς χαριεντίζεται με τους εχθρούς μας.
Ο πρωθυπουργός της απάτης και του ψέματος, ο Αλέξης Τσίπρας, θα απεκδυθεί κάθε αλαζονεία και πομπώδη φλυαρία, όταν έρθει η ώρα να βγει η βρώμικη ψυχή του, για να μπορέσει να μπει στη βάρκα. Κι εκεί περιμένουν οι κριτές, ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός και λίγο πιο πέρα ο Μίνωας. Εκεί όλα θα αποκαλυφθούν. Όπως ο Σίσυφος, ο Τάνταλος, ο Ιξίωνας και οι άλλοι τιμωρημένοι κρίθηκαν για την “ύβριν” τους , βαριά θα είναι η τιμωρία όλων των πρωθυπουργών, από τον Σημίτη μέχρι και τον Τσίπρα, με όλους τους υπουργούς και τους βουλευτές τους. Τίποτα από αυτά που τους παρέσυραν στην “ύβρι” δεν θα πάρουν μαζί τους. Και ο σιωπηλός παρατηρητής θα σκεφθεί:
«… και είδον τα οστά τα γεγυμνωμένα και είπον. Άρα τις έστι, βασιλεύς ή στρατιώτης ή πλούσιος ή πένης…»
Ας δούμε τώρα τον δεύτερο διάλογο, όπου διακεκριμένοι βασιλιάδες θρηνούν για όσα έχασαν:
[[ ΚΡΟΙΣΟΣ. Δεν τον υποφέρουμε πια ω Πλούτων αυτόν τον σκύλο, τον Μένιππο να μένει κοντά μας. Ή στείλ’ τον αλλού ή να πάμε εμείς να μείνουμε σε άλλο μέρος.
ΠΛΟΥΤΩΝ Τι κακό μπορεί να σας κάνει; Νεκρός είναι κι αυτός όπως κι εσείς
ΚΡΟΙΣΟΣ Να, όταν εμείς θρηνούμε και στενάζουμε, καθώς θυμόμαστε όσα είχαμε στον επάνω κόσμο, ο Μίδας το χρυσάφι του, ο Σαρδανάπαλος την τρυφή του κι εγώ τους θησαυρούς μου, αυτός μας περιγελά και μας βρίζει. Μας λέει τομάρια και καθάρματα και καμιά φορά την ώρα που κλαίμε αυτός τραγουδά και γενικά μας στεναχωρεί όσο δεν φαντάζεσαι.
ΠΛΟΥΤΩΝ Τι είναι αυτά που λένε Μένιππε;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ Αλήθεια είναι ω Πλούτων. Τους μισώ γιατί είναι άχρηστοι και παλιάνθρωποι. Δεν τους έφτανε που ζήσανε κατά το χειρότερο τρόπο, αλλά και πεθαμένοι θυμούνται και νοσταλγούν αυτά που είχαν. Το γλεντάω λοιπόν να τους δουλεύω.
ΠΛΟΥΤΩΝ Μα λογικό δεν είναι να λυπούνται; Δε χάσανε και λίγα.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ Χάζεψες και συ Πλούτωνα; Συμφωνείς και επικροτείς τους στεναγμούς τους;
ΠΛΟΥΤΩΝ Κάθε άλλο, αλλά δε θέλω καυγάδες μεταξύ σας.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ Λοιπόν ακούστε με εσείς που ήσασταν οι χειρότεροι ανάμεσα στους Λυδούς, τους Φρύγες και τους Ασσύριους, να ξέρετε πως εγώ δεν θα σταματήσω όπου και να πάτε να σας ακολουθώ και να σας κοροϊδεύω, να σας περιγελώ και να σας βρίζω.
ΚΡΟΙΣΟΣ Αυτά δεν είναι ύβρις;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ Όχι. Ύβρις ήταν αυτά που κάνατε όταν ζούσατε. Που θέλατε να σας προσκυνούνε ελεύθεροι άνθρωποι και καλοπερνούσατε χωρίς να σκέφτεστε τον θάνατο. Από δω και μπρος θα κλαίτε καθώς θα θυμόσαστε όσα χάσατε.
ΚΡΟΙΣΟΣ Εγώ, θεέ μου, τα πολλά και μεγάλα χτήματα που είχα!
ΜΙΔΑΣ Εγώ το χρυσάφι μου!
ΣΑΡΔΑΝΑΠΑΛΟΣ Εγώ την καλοπέρασή μου!
ΜΕΝΙΠΠΟΣ Έτσι μπράβο. Εσείς να κλαίτε κι εγώ να σας θυμίζω το γνώθι σαυτόν. Είναι ότι πρέπει για τους θρήνους σας. ]]
Τομάρια και καθάρματα, όπως λέει ο Μένιππος, ανίκανοι ή καιροσκόποι, πουλημένοι οι περισσότεροι από τους 300 της βουλής αντί πινακίου φακής- κάποιοι όμως τα έχουν αρπάξει χοντρά- δεν σκέφτηκαν πως όσα ψήφισαν και ψηφίζουν τους υποβιβάζουν από την τάξη των ανθρώπων στην τάξη των αγελαίων ζώων. Τι θα πει κομματική πειθαρχία; Μπορεί η πειθαρχία να τεθεί πιο ψηλά από τη συνείδηση; Εκτός κι αν η τελευταία έχει εξαερωθεί εντελώς. Με ποιο δικαίωμα εξανεμίζουν τα όνειρα των νέων και τους καθιστούν άλλους μεν μετανάστες και άλλους καταθλιπτικούς άνεργους- επομένως ανενεργούς παραγωγικά και χωρίς το δικαίωμα να κάνουν οικογένεια; Έχουν ποτέ τους σκεφτεί αυτοί που παίζουν λογιστικά με τους αριθμούς, τι τεράστιο πρόβλημα δημιουργούν ψυχολογικά, δημογραφικά, κοινωνικά, οικονομικά, εθνικά, τόσο για το άμεσο, αλλά κυρίως για το απώτερο μέλλον; Το μέγα θέμα είναι πώς θα σωθούν οι μεγαλοτραπεζίτες και οι τζογαδόροι ή πώς θα σωθεί ο λαός και η πατρίδα;
Όπως είπε ο Μένιππος, όταν μετά από χρόνους πολλούς βρεθούμε στην άλλη όχθη της Αχερουσίας λίμνης, θα κοροϊδεύουμε, εμείς ο λαουτζίκος, που δεν τα φάγαμε μαζί με τα λαμόγια, τους άχρηστους και παλιάνθρωπους πολιτικούς, οι οποίοι θα θρηνούν γιατί έχασαν την καλοπέρασή τους σε βάρος των συμπολιτών τους. Γιατί είχαν βάλει βουλοκέρι στα αυτιά τους και δεν άκουσαν όταν ήταν ο κατάλληλος καιρός πως: «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα, όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον, ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα, επελθών γάρ ο θάνατος ταύτα πάντα εξηφάνισται.»
Θα οδύρεται ο Γιωργάκης Παπανδρέου που έχασαν αυτός και τα αδέρφια του, οι οποίοι τζογάρησαν στην χρεωκοπία μας, τα τριάκοντα αργύρια της προδοσίας στο ΔΝΤ. Όμοια θα οδύρεται ο διασώστης από το πρώτο μνημόνιο Αντωνάκης Σαμαράς που μας έφερε το δεύτερο. Στα Τάρταρα δεν θα έχει την πεθερά του να διαφεντεύει την Πελοπόννησο, ούτε τα μεγαλεία της βίλας στην Κηφισιά. Ούτε θα μπορεί να απολύσει τον καθηγητή που μονόγραψε την κόλλα στο κωλόπαιδό του, που συνέλαβε να αντιγράφει. Στον Άδη ο διδάσκαλος των καταλήψεων σχολείων και πανεπιστημίων Αλέξης, που μας έταξε να σκίσει τα μνημόνια, για φέρει το τρίτο και χειρότερο, δεν θα έχει άμυαλους ψηφοφόρους για να τους απατά κατ’ εξακολούθηση, ούτε άχρηστους ακόλουθους για να τους διορίζει συμβούλους. Θα οδύρεται που οι φίλοι του εφοπλιστές δεν θα μπορούν να του παρέχουν διακοπές στα κότερά τους. Ο Σταθάκης θα θρηνεί που δεν θα έχει μερικά εκατομμύρια για να τα ξεχάσει να τα δηλώσει στην εφορία. Ο Φλαμπουράρης που δεν θα έχει βίλες με πισίνα για να του κάνει διακανονισμό ο δήμος στο νερό, όπου έβρεχε το βρωμόσωμά του. Ο Καμμένος που δε θα διαθέτει αεροπλάνα και ελικόπτερα για να κάνει τα ταξίδια του. Ο Άδωνης που δε θα βρίσκει τηλεόραση για να μας κάνει τα νεύρα τσατάλια.
Όλο το πολιτικό σύστημα είναι άρρωστο. Κακοήθης καρκινικός όγκος είναι στο σώμα της πατρίδας μας και απαιτείται ένα σοκ. Κι αυτό το σοκ δεν είναι μακριά… Και τότε οι έχοντες και κατέχοντες θα αντιληφθούν το πραγματικό νόημα του τροπάριου: «Ποία δόξα έστηκεν επί γης αμετάθετος; Πάντα σκιάς ασθενέστερα, πάντα ονείρων απατηλότερα.».
Οι πρόγονοί μας πίστευαν στο ηθικό σχήμα: ύβρις-άτη-νέμεσις-τίσις. Οι εγκληματίες του διεθνούς τραπεζικού συστήματος και του των πολυεθνικών εταιρειών με τις μαριονέτες τους πολιτικούς, που τους λαδώνουν για να περνούν τους νόμους που επιθυμούν σε βάρος της ζωής και της αξιοπρέπειας των απλών πολιτών, έχουν διαπράξει μέγιστη ύβριν. Οι νόμοι του Μεγάλου Νομοθέτη και Δημιουργού είναι απαραβίαστοι. Η νέμεσις είναι προ των πυλών.
Κι εμείς. Εμείς οφείλουμε να υπερασπιστούμε το φυσικό μας δικαίωμα να έχουμε κι εμείς μια θέση κάτω από τον ήλιο. Τουλάχιστον για όσο χρόνο αναπνέουμε και μέχρι να πάμε στην αντίπερα όχθη όπου σαν τον Μένιππο θα τους περιγελούμε, θα τους βρίζουμε και θα τους κοροϊδεύουμε για το πόσο αχρείοι υπήρξαν…http://vagiablog.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου