ΕΥΔΑΙΜΟΝ ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ,ΤΟ Δ ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΤΟ ΕΥΨΥΧΟΝ ΚΡΙΝΟΜΕΝ...…

[Το μπλόγκ δημιουργήθηκε εξ αρχής,γιά να εξυπηρετεί,την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και την ελευθερία του λόγου...υπό το κράτος αυτού επιλέγω με σεβασμό για τους αναγνώστες μου ,άρθρα που καλύπτουν κάθε διάθεση και τομέα έρευνας...άρθρα που κυκλοφορούν ελεύθερα στο διαδίκτυο κι αντιπροσωπεύουν κάθε άποψη και με τά οποία δεν συμφωνώ απαραίτητα.....Τά σχόλια είναι ελεύθερα...διαγράφονται μόνο τά υβριστικά και οσα υπερβαίνουν τά όρια κοσμιότητας και σεβασμού..Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές..]




Σάββατο 12 Απριλίου 2025

Πολιτική κρίση ή κρίση του νεοφιλελευθερισμού; η ελληνική "ιδιαιτερότητα".


Ειδικού συνεργάτη

Με αφορμή το  κατακερματισμένο πολιτικό τοπίο στη χώρα μας και την κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού προσωπικού, είναι συνήθης η γενική αναφορά σε πολιτική κρίση, προτάσσοντας την αντισυστημική στάση των πολιτών και την ενίσχυση της ακροδεξιάς, συναρτώμενη με διεθνείς εξελίξεις και την άνοδο Τραμπ στην εξουσία, υποτιμώντας το πραγματικό αδιέξοδο των μη προνομιούχων στρωμάτων. Τι συμβαίνει και η Ελλάδα δεν μπορεί να βγει από τον λαβύρινθό της; ας δούμε τα πράγματα ως έχουν , χωρίς παραμορφωτικούς φακούς, σαν μια αξονική τομογραφία της ελληνικής “ ιδιαιτερότητας”

Τα μνημόνια, παρά τις θυσίες του ελληνικού λαού, απέτυχαν να καταστήσουν την ελληνική οικονομία ανταγωνιστική. Οι μεταρρυθμίσεις  στόχευσαν στη μείωση του δημοσιονομικού κόστους και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσω μείωσης μισθών και διάλυσης εργασιακών σχέσεων.

Όμως, οι μεταρρυθμίσεις απέτυχαν να προσελκύσουν επενδύσεις σε διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά ώστε η ελληνική οικονομία να έχει εξαγωγικό χαρακτήρα. Η αποτυχία οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, αλλά ο κύριος λόγος παραμένει η  ελληνική « ιδιαιτερότητα»: Πελατειακό κράτος και εμπεδωμένα συμφέροντα. 

Τα ισχυρότερα οικονομικά συμφέροντα, σε συνεργασία με τους δανειστές, κατόρθωσαν να περιορίσουν τις ζημίες τους από την κρίση, να «διασώσουν» τις αμαρτωλές τράπεζες με τις ανεξέλεγκτες χορηγήσεις δανείων και να συνεχίσουν την κρατικοδίαιτη οικονομική δραστηριότητα, μεταφέροντας το κόστος δημοσιονομικής προσαρμογής στην εργασία.

Το εργαλείο για την επίτευξη των στόχων τους ήταν ο απόλυτος έλεγχος της ενημέρωσης και της παρέμβασης στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, ποδηγετώντας την πολιτική στην ισχύ τους.

Η ελληνική «ιδιαιτερότητα»


Η Ελλάδα μετά από μακρά περίοδο λιτότητας με το χαμηλότερο βιοτικό επίπεδο στην ευρωζώνη και η μόνη χώρα με χαμηλότερο ΑΕΠ από το 2009 στην ΕΕ, αδυνατεί να διαμορφώσει αυτόνομη πολιτική και είναι απλός παρατηρητής των εξελίξεων σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο.

Η περίοδος 2019-23, με τη ρήτρα διαφυγής λόγω covid και την ενεργειακή κρίση, “κάλυψε” τις αδυναμίες της οικονομίας, με την κυβερνητική επικοινωνία να δημιουργεί προσδοκίες στους πολίτες, για την επιστροφή στην προ κρίσης περίοδο της φορολογικής ασυλίας, των επιδοτήσεων, του Ταμείου Ανάκαμψης-ΕΣΠΑ, του τουρισμού και της φούσκας ακινήτων, προσφέροντας σαρωτική νίκη στη ΝΔ το 2023.

Στη συνέχεια οι προσδοκίες διαψεύσθηκαν με την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών να βιώνει τη μείωση των πραγματικών αποδοχών τους λόγω πληθωρισμού. Η αντιπολίτευση δεν προσέφερε εναλλακτικό κυβερνητικό σχέδιο θολώνοντας τις διαχωριστικές γραμμές με την κυβερνητική πλειοψηφία, μένοντας προσδεμένη σε νεοφιλελεύθερες επιλογές, ρίχνοντας αντιπολιτευτικό βάρος στο κράτος δικαίου και τον δικαιωματισμό.

Η επίκληση της αλλαγής παραγωγικού μοντέλου με στροφή στο μεσαίο χώρο εντός του νεοφιλελεύθερου ευρωπαϊκού πλαισίου, χωρίς προστατευτισμό και έλεγχο χρηματοπιστωτικού τομέα δεν έπεισε τους μη προνομιούχους πολίτες για βελτίωση της κατάστασης τους.

Η πολιτική ελίτ της χώρας, αδυνατεί να διαφοροποιηθεί από το κυρίαρχο αφήγημα, αυτονομούμενη από τα εμπεδωμένα συμφέροντα, στις γεωοικονομικές εξελίξεις και αυτό εντείνει την πολιτική αστάθεια. Τα Τέμπη ανέδειξαν σε απόλυτο βαθμό τις αδυναμίες της πολιτικής συνταγής, αποκτώντας συμβολικό χαρακτήρα για μεγάλα στρώματα της κοινωνίας.

Παρά ταύτα, οι πολιτικές εξελίξεις ενδέχεται  να ελεγχθούν από τα εμπεδωμένα συμφέροντα, ώστε αφενός να εκτονωθεί η κοινωνική δυσαρέσκεια και αφετέρου να αποσβεσθούν οι διαφαινόμενες αντιθέσεις επιχειρηματικών συμφερόντων. Η αυτονομία του πολιτικού στοιχείου έχει άραγε περιθώριο να επανεμφανιστεί το 2025 συγκρουόμενη με το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο δόγμα εκμετάλλευσης των συνεχώς παραγομένων κρίσεων για τη βραχυχρόνια κερδοφορία;

Φταίει ο νεοφιλελευθερισμός;


Η καταγωγή του νεοφιλελευθερισμού αποδίδεται στον Ordoliberalism (κανονιστικός φιλελευθερισμός) της σχολής του Freibourg, η γερμανική παραλλαγή του οικονομικού φιλελευθερισμού, η οποία απέδιδε σημαντικό ρόλο στο κράτος για τη διασφάλιση του ανταγωνισμού  στην αγορά, ώστε να αριστοποιείται το οικονομικό αποτέλεσμα.
Τα ιδεώδη του κανονιστικού φιλελευθερισμού αποτέλεσαν το θεμέλιο της δημιουργίας της γερμανικής κοινωνικής οικονομίας της αγοράς μετά τον Β'ΠΠ και του συνακόλουθου Wirtschaftswunder (γερμανικού οικονομικού θαύματος).
Η κανονιστική φιλελεύθερη θεωρία υποστηρίζει την παρέμβαση του κράτους στην οικονομία ώστε να δημιουργεί το κατάλληλο νομικό-θεσμικό περιβάλλον για την οικονομία και να εγγυάται το υγιές επίπεδο ανταγωνισμού στην αγορά.
Οι ιδέες αυτές  απετέλεσαν το κεντρικό στοιχείο της γερμανικής προσέγγισης στην ευρωπαϊκή κρίση δημόσιου χρέους και ιδιαίτερα στην εκπόνηση των τιμωρητικών μνημονίων στη χώρα μας.
Ο νεοφιλελευθερισμός εκλαμβάνεται ως η προτεραιότητα της αγοράς, της ελεύθερης επιχειρηματικότητας και του ανταγωνισμού με ισχυρό και αμερόληπτο κράτος έναντι των παραγόντων της αγοράς.

Μάλιστα, παρά την περί αντιθέτου επικρατούσα αντίληψη, ο νεοφιλελεύθερος κρατικός παρεμβατισμός ήταν σε σύγκρουση με το στρατόπεδο του laissez-faire των κλασικών φιλελευθέρων, όπως ο Ludwig von Mises.

Η σύγχυση του όρου “νεοφιλελευθερισμός” ήταν αποτέλεσμα της υιοθέτησης της οικονομικής πολιτικής των «παιδιών του Σικάγο» από την χούντα του Πινοσέτ (1973-1990) στη Χιλή. Οι επικριτές του προγράμματος του Σικάγο χαρακτήρισαν ως νεοφιλελευθερισμό τις οικονομικές συνταγές, ενώ στην πραγματικότητα ήταν αμιγώς φιλελεύθερες.  

Η αντιστροφή των όρων καθόρισε το πολιτικό κίνημα στον σύγχρονο αμερικανικό φιλελευθερισμό της δεκαετίας του 1970, αντιστρέφοντας πλήρως τις ιδέες του Colloquium του 1938. Το συνέδριο αυτό των διανοουμένων οργανώθηκε στο Παρίσι τον Αύγουστο του 1938 καθώς το ενδιαφέρον για τον κλασικό φιλελευθερισμό είχε μειωθεί τις δεκαετίες του 1920 και 1930, ιδιαίτερα μετά την κρίση του 1929, ώστε να οικοδομηθεί ο νέος φιλελευθερισμός ως απόρριψη του σοσιαλισμού και του παλιού laissez-faire φιλελευθερισμού.
Οι οπαδοί του κανονιστικού φιλελευθερισμού στοχεύουν στην επίτευξη της οικονομικής αποτελεσματικότητας με τη δημιουργία νομικο-πολιτικής θεσμικής σταθερότητας που εγγυάται τη συσσώρευση. Στον αντίποδα οι νεοφιλελεύθεροι επιδιώκουν μέσω των στρατηγικών αποσταθεροποίησης, την εκμετάλλευση των κρίσεων, προσομοιάζοντας στον όρο του Βέμπερ “πολιτικά προσανατολισμένος καπιταλισμός”, ευθυγραμμισμένος με το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο.
Ο κανονιστικός φιλελευθερισμός συγκρούεται με τον αγγλοσαξονικό νεοφιλελευθερισμό, παρόλο που και οι δύο προωθούν την ελεύθερη αγορά. O κανονιστικός φιλελευθερισμός κυβερνά μέσω της τάξης και των κανόνων, ο νεοφιλελευθερισμός μέσω της αταξίας.
Ο νεοφιλελευθερισμός στην Ευρώπη ενισχύεται μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου και η μετάβαση στην  ΕΕ, εκφράζεται  από τα διαφορετικά προτάγματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Από την Προεδρία Delors με έμφαση  στην κοινωνική συνοχή, το πρόταγμα μετατοπίζεται στην ανταγωνιστικότητα και σήμερα στην πολεμική οικονομία.

Οι κυβερνήσεις Ρέιγκαν στις ΗΠΑ και Θάτσερ στο ΗΒ, προχώρησαν στην επιθετική απορρύθμιση των αγορών και κυρίως του χρηματιστοπιστωτικού. Οι περιορισμοί στις τραπεζικές δραστηριότητες καταργήθηκαν, οι έλεγχοι κεφαλαίων χαλάρωσαν και η χρηματοοικονομική μηχανική απογειώθηκε.

Η απορρύθμιση επέτρεψε στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αυξηθούν σε μέγεθος οι επενδυτικές τράπεζες, τα hedge funds και οι εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων να γίνουν οι σημαντικοί πυλώνες της οικονομίας, με ένα κοινό χαρακτηριστικό την έμφαση στα βραχυπρόθεσμα κέρδη σε αντιδιαστολή με την μακροχρόνια σταθερότητα της παραγωγής.   https://www.omegapress.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: